Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γνώμη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γνώμη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Αποψη: κ. Ράμα, άκου τον λαό σου και δείξε μπέσα! Συνεργάσου με τους Ελληνες πρώτα…

Τα Βαλκάνια, μία από τις πιο ευαίσθητες γεωπολιτικά περιοχές του κόσμου, αποτελούν σημείο αναφοράς για τις γεωπολιτικές εξελίξεις παγκοσμίως. Σήμερα τα Βαλκάνια δοκιμάζονται για άλλη μια φορά από κρίση, αυτή των προσφύγων. Ενώ η περιοχή εδώ και δύο δεκαετίες είχε μπει στην τροχιά της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και της Σένγκεν, ξαφνικά το προσφυγικό φαίνεται να αλλάζει τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό των χωρών της βαλκανικής. Με την Τουρκία να ελέγχει πλημμελώς το δίκτυο λαθροδιακίνησης εντός των εδαφών της και λόγω της αυστριακής εξωτερικής πολιτικής καθώς και της ομάδας χωρών του Βίζεγκραντ περί κλειστών συνόρων η πλειονότητα των βαλκανικών χωρών έχουν κλείσει τα σύνορά τους, απομονώνοντας την Ελλάδα (η οποία διατηρεί ανοικτά τα σύνορά της) από την ηπειρωτικό κορμό της χερσονήσου και της Ευρώπης, αφήνοντας προς το παρόν ως μόνη οδό επικοινωνίας για την Αθήνα την θαλάσσια σύνδεση με την Ιταλία η οποία προς το παρόν παραμένει ανοιχτή. Η εν λόγω κατάσταση έχει φέρει την Ελλάδα στα πρόθυρα κατάστασης έκτατης ανάγκης με τον ελληνικό λαό να φέρεται πολιτισμένα στους πρόσφυγες, ενθυμούμενος την δική του προσφυγιά.
Η συλλογική μνήμη των εθνών είναι η βάση της ύπαρξης του πολιτισμού τους και καθοριστικός παράγοντας της συμπεριφοράς τους. Όσο πιο αρχαίο ένα έθνος, τόσο μεγαλύτερο το ιστορικό βάθος και η συλλογική του μνήμη. Η Ελλάδα και η Αλβανία είναι τα δύο αρχαιότερα έθνη της βαλκανικής και διαθέτουν ισχυρή συλλογική μνήμη. Σε αυτή την μνήμη είναι νωπή η ανάμνηση της προσφυγιάς και στις δύο χώρες. Οι Έλληνες σήμερα ενθυμούμενοι την μεγάλη προσφυγιά του 1922 αλλά και τα υπόλοιπα ελληνικά προσφυγικά ρεύματα του 19ου και του 20ου αι. δείχνουν κατανόηση στο προσφυγικό ζήτημα και περιβάλλουν τους πρόσφυγες με πνεύμα φιλοξενίας σήμερα παρά την οξύτατη οικονομική κρίση και την αντι-ευρωπαϊκή στάση της υπόλοιπης Ευρώπης.
Από την πλευρά τους οι Αλβανοί επίσης διατηρούν άσβεστη την μνήμη της πρόσφατης προσφυγιάς τους, κυρίως στην Ελλάδα και την Ιταλία μετά την πτώση του Κομμουνισμού πριν από 25 χρόνια. Ενθυμούνται τις σκληρές σκηνές της 7ης-8ης Αυγούστου 1991 στο λιμάνι του Δυρραχίου όπου συνωστίζονταν απελπισμένοι Αλβανοί σαν τσαμπιά από σταφύλια στα πλοία «Αώος» κλπ. για να περάσουν στην Ιταλία. Ενθυμούνται ακόμη καλύτερα πως τους υποδέχθηκαν οι Ιταλοί καραμπινιέρι στο Μπάρι, τους 12 νεκρούς Αλβανούς από τους ιταλικούς πυροβολισμούς αλλά και το γεγονός ότι πολλοί από αυτούς έπεφταν στην θάλασσα από τα πλοία που τους μετέφεραν. Αντίθετα ενθυμούνται ότι η Ελλάδα άνοιξε τα σύνορα της με τους Έλληνες χωρικούς της Ηπείρου να τους υποδέχονται με πνεύμα φιλόξενο δίνοντας τροφή, νερό και στέγη στην Θεσπρωτία και τα Πωγωνοχώρια της νοτίου Ηπείρου, παρέχοντας τους στέγη και τα απαραίτητα για να προχωρήσουν νοτιότερα στα μεγάλα αστικά κέντρα. Η Ελλάδα τους έδωσε εργασία για να φτιάξουν την ζωή τους και εκείνοι βοήθησαν την ελληνική οικονομία να αναπτυχθεί περεταίρω. Σήμερα στην Ελλάδα της κρίσης διαβιούν εκατοντάδες χιλιάδες Αλβανών οι οποίοι φέρουν στην Αλβανία το υπερπολύτιμο για την αλβανική οικονομία συνάλλαγμα. Οι Έλληνες έπραξαν τότε αυτό που πράττουν και σήμερα. Η αλβανική κυβέρνηση όμως τι κάνει;
Ενώ αυτή την μνήμη την διατηρούν αναμφίβολα ο μέσος Αλβανός, ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα φαίνεται να το έχει λησμονήσει και προχωρεί στο γραφειοκρατικό κλείσιμο των συνόρων με την Ελλάδα αρνούμενος θεωρητικά να δεχθεί τους πρόσφυγες που συνωστίζονται στο ελληνικό έδαφος. Φαίνεται ότι ο κ. Ράμα δεν ακούει τους βουλευτές του Σοσιαλιστικού Κόμματός του, μόνο μη σοσιαλιστικά φερόμενος και δίνοντας επιχειρήματα στους εσωκομματικούς αντιπάλους να τον αμφισβητούν, επειδή ξέρουν ότι ο αλβανικός λαός σκέφτεται διαφορετικά από τον ίδιο. Το κυριότερο είναι ότι ο κ. Ράμα αντί να συνεργαστεί πρώτα με την γειτονική Ελλάδα επί ίσοις όροις προτιμά να συνεργάζεται με την Ιταλία και να δέχεται στο αλβανικό έδαφος αυτούς που κάποτε πυροβολούσαν τους Αλβανούς στο Μπάρι, ξεχνώντας τα γεγονότα του 1991 και αναγνωρίζοντας ουσιαστικά την ανεπάρκεια της Αλβανίας να διαχειρισθεί την ασφάλεια της από μόνη της.
Οι δύο λαοί έχουν στείλει το μήνυμα στον κ. Ράμα. Οι κάτοικοι της Κόνιτσας και του Πωγωνίου συνόψισαν το μήνυμα της ηθικής υποχρέωσης της Αλβανίας να φερθεί αμοιβαία στην Ελλάδα και να ανοίξει τα σύνορα. Είναι αλήθεια ότι η αμοιβαιότητα αυτή δεν είναι πλήρης σε αναλογία με το τότε, διότι σήμερα οι πρόσφυγες προς την Αλβανία δεν είναι Έλληνες. Ωστόσο η αμοιβαιότητα υπάρχει σε επίπεδο κρίσης κοινωνικής ειρήνης και κρατικής ασφάλειας της Ελλάδας.
Αντί να κλείνει λοιπόν τα σύνορα ο κ. Ράμα θα πρέπει να κατανοήσει ότι η άνοιξη έφτασε, τα χιόνια λιώνουν και τα ορεινά περάσματα ανοίγουν. Μαζί με τους χειμάρρους από τα βουνά θα ξεχυθούν στην Αλβανία και οι πρόσφυγες που κινούνται προς βορρά. Και δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να τους σταματήσει στα ψηλά βουνά της Ηπείρου. Αντί να στηρίζεται σε Ιταλούς αστυνομικούς καλύτερα είναι δεχθεί την τεχνογνωσία της Ελλάδας σε επίπεδο διαχείρισης κέντρων υποδοχής προσφύγων. Μαζί με την Αθήνα θα είναι σε θέση να ελέγξουν τις προσφυγικές ροές καλύτερα.
Σήμερα με την Ελλάδα πλήρως απομονωμένη, χωρίς να το αξίζει σε καμία περίπτωση, οι εξελίξεις καλούν την αλβανική κυβέρνηση να πράξουν επί ηθικής βάσης στην συνεργασία με την Αθήνα για το προσφυγικό και να ανταποκριθούν στο ανθρωπιστικό κάλεσμα προστασίας των προσφύγων. Το επίπεδο ενός πολιτισμού δεν μετριέται ούτε με την τεχνολογία ούτε με το υψηλό βιοτικό επίπεδο αλλά με τον υψηλό βαθμό φιλοξενίας. Τα οφέλη για την Αλβανία θα είναι περισσότερα και μακροπρόθεσμα αν συνταχθεί με την Ελλάδα παρά αν δεχθεί τα πρόσκαιρα ανταλλάγματα που της έχουν τάξει οι βόρειοι. Από την γενναιόδωρη στάση της Ελλάδας και της Αλβανίας στους μετανάστες εκπορεύονται οι όποιες ελπίδες για την διατήρηση της Ενωμένης Ευρώπης.
Στους σημερινούς πρόσφυγες καθρεφτίζονται οι προσφυγικές μνήμες Ελλήνων και Αλβανών. Και οι δύο λαοί έχουν μπέσα. Τώρα στο πρόσωπο του κ. Ράμα η Αλβανία καλείται να δώσει μπέσα στην Ελλάδα. Αν ο κ. Ράμα αρνηθεί να θυμηθεί, τότε θα ξεχαστεί από τον ίδιο το λαό του.
* Ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης είναι υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής - ΕΛΙΑΜΕΠ.

πηγή

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Κράτος προβοκάτορας η Τουρκία-"Πολιτικοί νάνοι" στην Ελλάδα



Εξόχως αποκαλυπτικός για το ρόλο της Τουρκίας στη περιοχή αλλά και το πώς λειτουργούν έναντι της όλες οι μεγάλες δυνάμεις που παίρνουν μέρος στις γεωπολιτικές εξελίξεις σε Μέση και Εγγύς Ανατολή, ήταν ο επίτιμος αρχηγός ΓΕΣ και υπουργός στη υπηρεσιακή κυβέρνηση Πικραμένου, στρατηγός ε.α. Φράγκος Φραγκούλης, μιλώντας σήμερα στο Ράδιο 9.84 και το Γιώργο Σαχίνη, για τις εξελίξεις.

Ταυτόχρονα μίλησε για το εγχείρημα "φιλανδοποίησης" της Ελλάδας και τη στάση "νάνων" στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, με απρόβλεπτες συνέπειες όπως είπε, αν δεν υπάρξει στοιχειώδη σοβαρότητα αυτές τις ώρες.

Ο Φράγκος Φραγκούλης προχώρησε σε μία σειρά αποκαλυπτικών επισημάνσεων για το "πόλεμο συμφερόντων" στη γεωπολιτική σκακιέρα, την εργαλειοποίηση του τρόμου στην Ευρώπη με την περιστολή δικαιωμάτων και ελευθεριών, αλλά και τις επιλεκτικές "ευαισθησίες" όπου υπάρχει το "χρώμα του χρήματος".

Ο επίτιμος αρχηγός ΓΕΣ μίλησε για ένα ελληνικό πολιτικό σύστημα που είναι στη "δύση του" εμφανίζοντας τη σκιά του ως δήθεν μεγάλη από το πραγματικό του ύψος, ζητώντας ενότητα των Ελλήνων με προτεραιότητα στη ακεραιότητα της πατρίδας.

Κάλεσε μάλιστα το πολιτικό σύστημα να δώσει το δικαίωμα ψήφου στους απανταχού Έλληνες και εκτός Ελλάδος, ώστε όπως είπε 20 εκατομμύρια έλληνες να δώσουν από κοινού τον αγώνα σε όλα τα διεθνή φόρα, πάνω στις αρχές του διεθνούς δικαίου για μία πατρίδα αυτεξούσια, χωρίς επιτροπείες και δράσεις περιορισμένης κυριαρχίας.



Από μια τριχιά κρέμεται η επιβίωση της Δύσης


Του Ανδρέα Ανδριανόπουλου
Για τις ανάγκες του νέου μου βιβλίου για το Αζερμπαϊτζάν, συνομίλησα προ καιρού με ένα μετριοπαθή αλλά πιστό μουσουλμάνο της κοινότητας του Αμπού Μπεκρ, στο Μπακού, που δεν μάσησε τα λόγια του:
 
"Εδώ στο Αζερμπαϊτζάν έχουμε εξασφαλίσει μια πραγματική όαση μετριοπάθειας και ηρεμίας. Τα πράγματα όμως δεν είναι παντού και για πάντα έτσι. Εσείς στη Δύση" μου σημείωσε με έμφαση, "κρίνετε τα πράγματα μέσα από τις δικές σας θρησκευτικές και πολιτιστικές αξίες και αντιλήψεις. Γι’ αυτό και συνήθως δεν καταλαβαίνετε τι ακριβώς συμβαίνει".
"Μα αντιδρούμε με ανθρωπισμό και με στήριγμα την ανοχή" του αντέτεινα.
 
"Αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα σας" αποκρίθηκε. "Οι μουσουλμάνοι στη Δύση δεν ενσωματώνονται στον δικό σας τρόπο ζωής και στις δικές σας αξίες και αρχές. Κι αντιδρούν με τον δικό τους τρόπο, διατηρώντας άσβεστες και τις αντιλήψεις άλλα και το μίσος που τους πλημμυρίζει. Εσείς σκέφτεστε ανθρωπισμό, λχ με τους πρόσφυγες, κι εισπράττετε τρομοκρατική βαρβαρότητα και φόνους. Απλά και μόνο επειδή είσαστε Δυτικοί και όχι μουσουλμάνοι. Οφείλετε να κατανοήσετε κάποιες θεμελιώδεις ισλαμικές αρχές. Που δεν μπορεί να τις απεκδυθεί κανένας αφοσιωμένος στις παραδόσεις μουσουλμάνος, όπου κι αν βρίσκεται. Λ.χ. η αρχή της "μετακίνησης" (χαιζίρια). Σύμφωνα με το Κοράνι και πολλά "χαντίντ" (πράξεις κι ερμηνείας των εφαρμογής των κανόνων) αποτελεί ιερή υποχρέωση για κάθε πιστό η μετεγκατάσταση σε κομμάτια γης που δεν είναι, καθ’ όλον η εν μέρει, ελεγχόμενα από το Ισλάμ. Με βάση  τις εντολές της "ντα’ ουα", που αποτελούν ένα είδος ισλαμικής επιταγής, όλοι αυτοί οφείλουν να εργασθούν για την διάδοση του μηνύματος του Ισλάμ και την εγκαθίδρυση ενός ισλαμικού κράτους".  
"Εννοείς δηλαδή πως η ροή μεταναστών ή προσφύγων γίνεται βάσει σχεδίου για την εσωτερική υπονόμευση των δυτικο- χριστιανικών χωρών;"
"Αυτό που λέω είναι πως, ανεξαρτήτως προθέσεων, οι γραφές καθοδηγούν τον πιστό μουσουλμάνο σε τέτοια συμπεριφορά. Όλοι οφείλουν, με τον ένα η τον άλλο τρόπο, να ενταχθούν, αυτοί και ο κόσμος στον οποίο ζουν, στο ‘Νταρ αλ Ισλαμ’ –στον κόσμο δηλ. του Θεού. Ενόσω εσείς επιμένετε και ομιλείτε για ανθρωπισμό, υποδοχή προσφύγων με τρόπο ανοικτό και με στόχο την ομαλή αφομοίωση, αυτοί θα συνεχίσουν να δουλεύουν για την σταδιακή επιβολή της Σαρία (ισλαμικού νόμου) και την καθυπόταξη των καφίρων (άπιστων). Σε εποχές εντάσεων μάλιστα αυτός ο στόχος μπορεί να πάρει την μορφή τρομοκρατικών κινήσεων και ένοπλων συγκρούσεων. Όλος ο κόσμος αποτελεί δυνάμει προέκταση της εξουσίας του Ισλάμ. Η τζιχάντ (ο αγώνας) για την επιβολή του μπορεί να πάρει (καί να  νομιμοποιείται γι’ αυτό) κάθε μορφή".  
Δυστυχώς η Δύση έχει τα μάτια κλειστά. Αντιδρώντας με την λογική και τον φιλελεύθερό της ανθρωπισμό υπογράφει την θανατική της καταδίκη. Οι φρικαλεότητες στο Παρίσι δεν αποτελούν παρά το ξεκίνημα μιάς σειράς τέτοιων αποτρόπαιων πράξεων. Εκκολάπτουμε μόνοι μας το φίδι που ετοιμάζεται να μας θανατώσει. Θα συνιστούσα δύο εντυπωσιακά (γαλλικά αλλά μεταφρασμένα στα ελληνικά) βιβλία. Τον "Γερμανό Μουζαχεντίν" και την Υποταγή που περιγράφουν γλαφυρότατα όσα συμβαίνουν στις δυτικές ισλαμοκρατούμενες γειτονιές. Και προδιαγράφουν μάλλον έντονα ανησυχητικές προοπτικές.
Το πρόβλημα είναι το ίδιο το Ισλάμ κι όχι απλά οι τρομοκράτες. Θα σημειώσω μερικά πράγματα για να θεμελιώσω την άποψή μου.
Έχετε διαπιστώσει καμία κινητοποίηση "μετριοπαθών" μουσουλμάνων σε ολόκληρο τον Δυτικό κόσμο εναντίον των φρικαλεοτήτων που διαπράττουν οι φανατικοί; Δεν σας προβληματίζει αυτή η περίεργη σιωπή; 
Γιατί η ροή των προσφύγων από τις εμπόλεμες περιοχές προς την Δύση πήρε τέτοια μεγάλη ένταση τους τελευταίους μήνες; Ο πόλεμος στην Συρία ξεκίνησε το 2010 – 2011. Γιατί τώρα; Μήπως συνδέεται με την δήλωση του ηγέτη του Ισλαμικού Χαλιφάτου τον Φεβρουάριο του 2015 πως "θα πλημμυρίσουμε την Δύση με μετανάστες ώστε να κυριαρχήσουμε στις κοινωνίες αυτές από μέσα" περνώντας το κυρίαρχο μήνυμα του Ισλάμ;
Είναι υποχρεωμένοι ή όχι όλοι οι μουσουλμάνοι να ακολουθήσουν, μόλις υπάρξει ανάγκη, το μήνυμα του Μωάμεθ (μέσα από το Κοράνι και τα Χαντίντ  [ιερές διδασκαλίες]) για μετακίνηση (Al Hijra) ώστε να καταληφθούν πλημμυρισμένες από μέσα περιοχές των απίστων;
Οφείλουν να δείχνουν υποταγμένοι και υπάκουοι μέχρι να είναι σε θέση να κινητοποιηθούν και να εφαρμόσουν την Σαρία; Ηδη σε περιοχές που έχουν σημαντικά μεγάλους αριθμούς απαιτούν αλλαγές στις τοπικές συνήθειες και πρακτικές (στο Ντύσσελντορφ πέτυχαν μόλις την περασμένη εβδομάδα την κατάργηση στα σχολεία της χριστιανικής γιορτής του Αγίου Μαρτίνου και την μετονομασία της σε γιορτή του φωτός, στο Μόναχο ζήτησαν τον Οκτώβριο κατάργηση του Octoberfest διότι γυναίκες πίνουν δημόσια μπύρα, στο Montgomery County των ΗΠΑ απαίτησαν –και πέτυχαν από τριετίας την κατάργηση του Χριστουγεννιάτικου δένδρου ενώ σε περιοχές της Γαλλίας απαιτούν να εξαιρούνται μουσουλμάνοι στα σουπερμάρκετ από τον χειρισμό ποτών και χοιρινού για εξυπηρέτηση πελατών.
Γιατί ουδείς πρόσφυγας από Συρία, Ερυθραία και Αφγανιστάν δεν μετακινείται στις εύπορες μουσουλμανικές χώρες της Αραβίας και του Κόλπου. Και μετακινούνται όλοι μαζικά προς την Ευρώπη. Έχουν μετακινηθεί μοναχά σε Τουρκία, Ιορδανία, Λίβανο και Αίγυπτο. Όπου οικονομικά είναι αδύνατη η συντήρησή τους κι έτσι στοιβάζονται σε στρατόπεδα με στόχο την μετακίνησή τους μετά... προς την Ευρώπη!!!
Η Ευρώπη επιμένει να πιστεύει πως θα λύσει όλα της τα προβλήματα "αγοράζοντας" την έξοδό της από την όποια κρίση.  Με την λογική και νοοτροπία αυτή δεν έκανε τίποτα μετά τις σφαγές στην Μαδρίτη, το Λονδίνο και τις προηγούμενες εγκληματικές ενέργειες στο Παρίσι. Γεμίζοντας με μουσουλμάνους, που βαθιά όλοι τους πιστεύουν στην μελλοντική κυριαρχία του Ισλάμ, κι ανεξάρτητα τρόπων υποδοχής τους το ζήτημα της εσωτερικής υπονόμευσης εξακολουθεί να υπάρχει.
Οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να δώσουν λύση. Όπως δεν έδωσαν μέχρι τώρα. Μόνο αν προσχωρήσουμε στην Ρωσική λογική αντιμετώπισης του Χαλιφάτου χτυπήματα δηλ από το έδαφος– θα μπορέσει να γίνει κάτι. Η Ρωσική λογική είναι ξεκάθαρη. Χρησιμοποίηση των δυνάμεων του Ασσάντ –που είναι Αλεβίτες και δεν έχουν πρόβλημα να εντοπίσουν και να τσακίσουν τους Σουνίτες του ISIS– και Ιρανούς (πάλι Σιίτες) και Σιιτικές πολιτοφυλακές από το Ιράκ για να επιτευχθεί η αντίδραση στα κελεύσματα των Σαλαφιστών κι η εξολόθρευση των βάρβαρων φονιάδων του Χαλιφάτου.
Διπλωματικά θα πρέπει να απαιτήσουμε (σαν Ελλάδα) από εταίρους και ΝΑΤΟ την υποχρέωση των συμμαχικών χωρών να κόψουν κάθε βοήθεια και οικονομική σχέση με χώρες που είτε δεν δέχονται επιστροφή μεταναστών στα εδάφη τους (λχ Πακιστάν, Μπανγκλαντές, Σομαλία, Ερυθραία κλπ) είτε διακοπή κάθε (οικονομικής κυρίως) σχέσης με χώρες ενίσχυσης των ακραίων (Κατάρ, Σαουδική Αραβία, Εμιράτα).
Οι ηγέτες της Ευρώπης ανησυχούν ακόμη για το αν έχουμε οργανωμένες καλές υποδομές να δεχθούμε τους πρόσφυγες!!! Ουδείς ανησυχεί για το αύριο. Ποιες είναι οι προοπτικές ή και οι στόχοι αυτών των ανθρώπων. Η Δημοκρατία δεν θα κινδυνεύσει από την οργή μας. Συνθλίβεται από την περιφρόνηση των αρχών της και την εμμονή των μεταναστευτικών φύλων να επιβάλουν τις δικές τους αξίες κι αρχές. Αντί να ενσωματώνονται στην κουλτούρα της Ευρώπης οι μετανάστες / πρόσφυγες, απαιτούν να ενσωματωθεί η ευρωπαϊκή κουλτούρα στην δική τους! Και στις περιπτώσεις που η Ευρώπη αντιδρά, στο όνομα του Άλλαχ γίνονται εγκλήματα εναντίον απλών ανθρώπων.
Η πρωταρχική υποχρέωση κάθε έθνους απέναντι στην ιστορία και τους νεκρούς του είναι ο πόλεμος για την υπεράσπιση του εαυτού του – με στόχο την κατανίκηση του εχθρού του μέχρι την τελική ολοκληρωτική επιτυχία.  Η Δύση όμως εξακολουθεί να αρνείται να αντιδράσει έτσι. Κι ακούγονται φωνές για δικές της ευθύνες απέναντι στις εξελίξεις. Ποιες ευθύνες. Πότε είχε η Γερμανία, η Σουηδία, η Νορβηγία, η Δανία, η Ισπανία και τόσοι άλλοι αποικίες στη Μέση Ανατολή. Για να μην ξεχνάμε, αν πάμε ιστορικά όσο πίσω πηγαίνουν οι μουσουλμάνοι, πως δώσαμε μάχες και στην Ανδαλουσία, και στο Πουατιέ της Γαλλίας , και στον Τάρανδα και στη Βουδαπέστη και στη Βιέννη για να αποκρούσουμε τις κατακτητικές στρατιές του Ισλάμ. 
Η σωτηρία της Δύσης κρέμεται πλέον στην κυριολεξία από μια τριχιά. Και δεν φαίνεται να το συνειδητοποιεί. Ο Γιούνκερ δείχνει έτοιμος να τσιμπήσει το μαγουλάκι του Αλ Μπαγκντατί, αν τον συναντούσε!!  Με το πορτοφόλι έτοιμο μάλιστα, για να τον στηρίξει αν χρειασθεί και οικονομικά...
Ζούμε πλέον από τις αναθυμιάσεις των επιτευγμάτων των προγόνων μας, κι αυτωνών που πολέμησαν και πέθαναν στο βωμό της ελευθερίας και των ατομικών δικαιωμάτων. 

Η τριχιά όμως πλέον αδυνατίζει. Κι ο χρόνος τελειώνει

Τρίτη 15 Σεπτεμβρίου 2015

Η κακοποίηση του ιερέα, πράξη που πρέπει να καταδικαστεί από όλους - Ιορδάνης Γιώργη για το Πελασγός!

Ιορδάνης Γιώργη
(Jordan Jorgji)


Η άκαρδη κακοποίηση του ιερέα των Αγίων Σαράντα, Χρήστο Παππά, αναφέρθηκε επιφανειακά από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ενώ για το πολιτικό γίγνεσθαι της χώρας ήταν απλώς ένα αφανές περιστατικό . Ο 74-χρονος ιερέας είναι ταυτόχρονα μέλος της ελληνικής μειονότητας και πατέρας του προέδρου της “Ομόνοιας”, Λεωνίδα Παπά. Ειπώθηκε ότι οι δράστες ήταν κλέφτες και είχαν ως στόχο τη ληστεία του ιερέα. Αυτό ισχυρίστηκε και το θύμα, σύμφωνα με τα αλβανικά μίντια.
Γεννιούνται, όμως, κάποια ερωτήματα. Γιατί να κακοποιείται ένας ηλικιωμένος με γκρίζα μαλλιά και γένια; Γιατί να κακοποιείται ένα μέλος του κλήρου, ένας ορθόδοξος ιερέας, πράξη που θυμίζει την κακοποίηση άλλων κληρικών – Ορθόδοξων, Καθολικών ή Μουσουλμάνων – από τη δικτατορία του Ενβέρ Χότζα; Γιατί να κακοποιείται ένα μέλος της ελληνικής εθνικής μειονότητας, μια σημαντική μειονότητα για την οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της Αλβανίας εδώ και πολλά χρόνια; Τόση πείνα να είχαν, άραγε, οι κλέφτες, που πέρασαν  όλα αυτά τα χιλιόμετρα – το θύμα δήλωσε ότι οι δράστες δεν ομιλούσαν τη διάλεκτο της νότιας Αλβανίας – για να ληστέψουν το σπίτι ενός ιερέα, ο οποίος “τυχαίνει” να είναι πατέρας του επικεφαλής της Ομόνοιας, διαδόχου του πολυσυζητημένου Μπολάνο; Τυχαίο συμβάν ή πρόκληση τύπου “Provokacia” – αγαπημένη λέξη του πρωθυπουργού της Σερβίας Αλεξάντερ Βούτσιτς για να χαρακτηρίζει διαστάσεις των αλβανο-σερβικών σχέσεων;
Είναι περίεργο πως η πολιτική ηγεσία της χώρας έδειξε πλήρη αδιαφορία απέναντι σε αυτό το άσχημο επεισόδιο. Εκτός από ένα κόμμα, το οποίο εκπροσωπεί την ελληνική μειονότητα, καμία άλλη πολιτική δύναμη ή κοινωνικός παράγων δεν καταδίκασε δημοσίως  τη βία που ασκήθηκε σε βάρος ενός κληρικού και πολίτη της Αλβανικής Δημοκρατίας. Παρά το γεγονός ότι ο νόμος λειτουργεί μακριά από τις κάμερες και τα μικρόφωνα, θα ήταν απαραίτητη μια συλλογική τοποθέτηση της πολιτικής ηγεσίας κατά της συγκεκριμένης εγκληματικής πράξης, με στόχο τη – βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη – συνειδητοποίηση της κοινωνίας.
Πριν λίγο καιρό, η επιπόλαιη και απρόσεκτη ενέργεια της κατεδάφισης της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου στην Δρυμάδες, επισκιάστηκε από την “πατριωτική επαγρύπνηση” της αλβανικής πολιτικής τάξης, καθώς και της κοινής γνώμης, σε σχέση με τις “παρεμβάσεις” της Ελλάδας στις αλβανικές εσωτερικές υποθέσεις. Σε αυτό το πνεύμα, δεν είναι απλά καταδικαστέο, αλλά είναι επίσης πολύ επικίνδυνο, που στο όνομα της ελληνοφοβίας και ανθελληνισμού, ακούσια ή εκούσια, να στοχεύουν  ορθόδοξους χώρους λατρείας, αλλά και Αλβανους πολίτες ελληνικής καταγωγής, και έπειτα να ασκείται βία εις βάρος τους.
Η ζωή του συγκεκριμένου ιερέα είναι εξ ίσου σημαντική όπως η ζωή των άλλων ηλικιωμένων, ανεξάρτητα από το μέρος που ζουν, την εθνική ή την κοινωνική καταγωγή, το χρώμα, τη γλώσσα ή τη διάλεκτο που ομιλούν. Οι επιθέσεις που οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζουν, σχετίζονται, επιπροσθέτως, με την ηθική κρίση, η οποία χαρακτηρίζει σημαντικό μέρος της αλβανικής κοινωνίας. Πέρυσι, στο Δυρράχειο, δύο ηλικιωμένες γυναίκες κακοποιήθηκαν και έχασαν τη ζωή, επειδή ο ένας ανιψιός αποφάσισε να τους ληστέψει. Πριν δύο χρόνια, επίσης στο Δυρράχιο, μία άστεγη ηλικιωμένη γυναίκα βρήκε το θάνατο εγκαταλειμμένη στο δρόμο. Η άτυχη γυναίκα δεν πήρε ποτέ από το Δήμο το σπίτι που δικαιούνταν ως άστεγη, ενώ, παράλληλα, καμία άλλη κρατική αρχή δε βοήθησε για την φιλοξενία και την ιατρική φροντίδα της. Η αδιαφορία, προερχόμενη κυρίως από το κράτος, συνιστά, επίσης, παραβίαση και περιφρόνηση της ανθρώπινης ζωής. Ενώ στην πρώτη περίπτωση ο λόγος της κακοποίησης είχε σχέση με τη ληστεία κάποιας περιουσίας, στη δεύτερη, ο θάνατος ήταν συνέπεια της φτώχειας. Εάν, όμως, η κακοποίηση του ηλικιωμένου ιερέα σχετίζεται με κάποια εσκεμμένη και οργανωμένη ενέργεια λόγω της εθνικότητας ή της θρησκείας του, αυτό φέρει μεγαλύτερη ευθύνη για την αδιαφορία της κράτους και της κοινωνίας, για να καταδικάσουν συλλογικά τη συγκεκριμένη πράξη, αναλαμβάνοντας τα απαραίτητα ποινικά και κοινωνικά μέτρα προκειμένου αυτό να μην επαναληφθεί ποτέ.

Όπως υποστηρίζει ο πολιτικός αναλυτής Fatos Lubonja, επικαλούμενος το Zygmund Bauman, η ταυτότητα ενός λαού αποτελείται συνήθως από ορισμένες (υπο) ταυτότητες, οι οποίες βρίσκονται σε μια δυναμική διαδικασία αλληλεπίδρασης μεταξύ τους. Ακόμα και στην αλβανική κοινωνία, ξεκινώντας τουλάχιστον από την περίοδο της δημιουργίας του αλβανικού έθνους, η εθνική ταυτότητα δεν υπήρξε ούτε ενιαία, ούτε ομοιογενής, και ούτε παρέμεινε αναλλοίωτη κατά τη διάρκεια των χρόνων. Οι υποταυτότητες ή οι άλλες – παράλληλες – ταυτότητες που μπορεί να διαθέτουν Αλβανοί πολίτες, ως μέλη της αλβανικής κοινωνίας, δεν πρέπει να παραβιάζονται και να καταστέλλονται στο όνομα της επιβολής μίας ενιαίας και μοναδικής ταυτότητα. Σε περίπτωση που ο στόχος της επιβολής αναλαμβάνει ως μέσο ή μηχανισμό για την επίτευξή του, τη βία, τότε αυτό θα πρέπει να μας αφορά και ανησυχεί όλους, επειδή ο εθνικισμός καταλήγει σε έλλειψη ανεκτικότητας μέχρι και φασιστικές μορφές βίας. Είναι πρέπον το κράτος να τις καταδικάζει αποφασιστικά, και μαζί με την κοινωνία να επενδύουν στη παιδεία και την κοινωνική χειραφέτηση, ιδιαίτερα της νέας γενιάς, μεταλαμπαδεύοντας τις σύγχρονες αξίες, τις οποίες ισχυριζόμαστε ότι θέλουμε όλοι να τις ασπαστούμε.
Ιορδάνης Γιώργη
(Jordan Jorgji)

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

Τί Έντι Ράμα, τι ΊΣΙΣ, καμία διαφορά. -Çfarë ndryshim ka EDI RAMA nga ISIS? ASNJË!

Fotot/A ka ndryshim Edi Rama nga ISIS? Ai Kishen ne Dhermi, ata Tempujt ne Palmyra

Ο Αλβανός Πρωθυπουργός Έντι Ράμα, διέταξε την καταστροφή του Αγίου Αθανασίου στις Δρυμάδες. Πριν από λίγο καιρό είδαμε το ΙΣΙΣ να καταστρέφει τους ναούς στην Παλμύρα, παράδειγμα που Αλβανός πρωθυπουργός έσπευσε να ακολουθήσει. Μετά την καταστροφή των ναών το 1967 από το Ενβέρ Χότζα έρχεται ο σημερινός αρχηγός της κυβέρνησης κ Έντι Ράμα να ενωθεί με τους τρομοκράτες του ΊΣΙΣ. 

Kryeministri Edi Rama, ka urdheruar shkaterrimin e kishes se Shen Thanasit ne Dhermi. Pak kohe me pare grupi islamik Terroris ISIS shkaterroi tempujt ne Palmyra, kryeministri yne nuk harroi ti ndiqte nga pas. Pas shkaterrimit te kishave dhe xhamive ne vitin 1967 nga Enver Hoxha, kreu i sotem i qeverise Edi Rama i bashkohet atij dhe terroristeve te ISIS.
Βρείτε την διαφορά - Gjeni ndryshimin. 
ΤΟ ΕΡΓΟ του ΙΣΙΣ- VEPRA E ISIS

Το ΈΡΓΟ του ¨ΕΝΤΙ ΡΑΜΑ - VEPRA E EDI RAMËS


Λατρεμένη «άσχημη» εκκλησία μου. Πρόωρη νεκρολογία για τον Ι.Ν. του Αγίου Αθανασίου

Κάτι μέρες πριν, αφού είχα ακούσει πολλά και διάφορα για την Εκκλησία του Αγίου Αθανασίου αποφάσισα να την επισκεφτώ.
Επειδή μένω λίγο μακριά όταν έφτασα στην εκκλησία είχε πια πέσει το σούρουπο και νόμιζα ότι θα ήταν κλειστή.
Πλησίασα διστακτικά γιατί άκουσα φωνές που ερχόταν από το προαύλιο της Εκκλησίας. Ήταν μερικές γριούλες, ξέρετε, αυτές οι φορεμένες με μαύρα ρούχα και μαύρο μαντήλι που βαστάνε και το ραβδί όπου πάνε.
Όλα τα ρούχα μαύρα αλλά πάνω τους πέφτει φως που ερχόταν από την ανοικτή είσοδο του ναού και φώτιζε τα γλυκά κουρασμένα πρόσωπα τους. Ήταν δυνατό και απόρησα γιατί η εκκλησία δεν έχει ηλεκτρικό ρεύμα.
Ήταν ένα ζεστό φως που σε καλούσε να μπεις μέσα στο Ναό. Το ακολούθησα και βρέθηκα μέσα σε μια μικρή αίθουσα που έχει ένα γλυκό χρυσό φως που ερχόταν από τα καντήλια που μύριζαν ελαιόλαδο.
Αν και δεν είμαι πολύ θρήσκος και δεν πηγαίνω πολύ συχνά εκκλησία, ένιωσα την ανάγκη να γονατίσω και να κάνω το σταυρό μου χωρίς να σκέφτομαι τι κάνω. Ένιωθα τα κρύα πλακάκια στα γόνατα μου αλλά με είχε τύλιξη ένα ζεστό και μεθυστικό φως που αντανακλούσε στις χρυσοβαμένες Εικόνες και στους άσπρους τοίχους και έβγαινε με ορμή από την είσοδο της εκκλησίας.
Και τότε κατάλαβα ότι αυτή η μικρή "άσχημη" εκκλησία ήταν η πιο γλυκιά και λατρεμένη εκκλησία στον κόσμο για μένα.
Κάποιοι την είπαν παράγκα και άλλοι την είπαν γκαράζ, αλλά για μένα θα είσαι πάντα η μικρή εκκλησίτσα που έφτιαξαν οι παππούδες μας με αυτά τα λίγα που είχαν τότε.
Είναι ο χώρος όπου εγώ προσκυνώ το Θεό μου, ο Ναός όπου εγώ τιμάω τους προγόνους μου και λατρεύω την Θρησκεία μου.
Αυτή είναι η μικρή μου "άσχημη" εκκλησία, γιατί μου την χαλάτε;
Ο Εκσκαφέας
- See more at: http://himara.gr/4720-latremeni-asximi-ekklisia-mou-proori-nekrologia-gia-ton-in-tou-agiou-athanasiou#sthash.7TiFee3b.dpuf

Πηγή: www.himara.gr

Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Ο ΝΤΟΣΤΟΓΙΕΦΣΚΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ - DOSTOJEFSKI PËR KRISHTIN


Του Σεβ. Μητροπολίτη Πειραιώς κ. Σεραφείμ
=====


Ἄς τό κατανοήσουμε ὅλοι: δικαιοσύνη, ἀξιοπρέπεια καί ἀλήθεια χωρίς Χριστό δέν μποροῦν νά ὑπάρξουν. Ἁπλά δέν μποροῦν νά ὑπάρξουν. Ἄς θυμηθοῦμε τήν μαρτυρία τοῦ Ρώσου διανοουμένου καί λογοτέχνη, τοῦ Φιοντόρ Ντοστογιέφσκυ, ὁ ὁποῖος πρίν ἀπό 150 περίπου χρόνια ἀπευθυνόμενος στούς ὁμοεθνεῖς του, ὅταν ἐκεῖνοι διαλέγονταν μέ ἀθεϊστικά ἰδεολογήματα ἔλεγε: «Πιστεύω ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε πιό ὄμορφο, πιό βαθύ, πιό συμπαθητικό, πιό λογικό, πιό ζωντανό καί τέλειο ἀπό τόν Χριστό. Καί λέω στόν ἑαυτό μου, μέ ζηλόφθονη ἀγάπη, ὄχι μόνο ὅτι δέν ὑπάρχει τίποτε, ἀλλ’ ὅτι δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει.

Ἐπί πλέον, ἄν κάποιος μου ἀπεδείκνυε ὅτι ὁ Χριστός δέν ταυτίζεται μέ τήν ἀλήθεια κι ὅτι, στήν πραγματικότητα, ἡ ἀλήθεια εἶναι ἐκτός Χριστοῦ, θά προτιμοῦσα τότε νά παραμείνω μέ τόν Χριστό, παρά νά πάω μέ τήν ἀλήθεια…».

DOSTOJEFSKI PËR KRISHTIN
E Mitropolitit të Pireut imzot Serafimit.

Le ta kuptojmë që të gjithë: drejtësi, dinjitet dhe e vërtetë pa Krishtin nuk mund të ekzistojnë. Thjesht nuk mund të ekzistojnë. Le të kujtojmë dëshminë e intelektualit dhe shkrimtarit Rus, Fjodor Dostojefski, i cili rreth 150 vjet më parë duke ju drejtuar bashkëkombësve të tij, kur ata diskutonin me bazë ideologji ateiste, thoshte: "Besoj se nuk ekziston asgjë më e bukur, më e thellë, më simpatike, më llogjike, më e gjallë dhe e përsosur se sa Krishti. Dhe i them vetes, me dashuri ziliqare, jo vetëm që nuk ekziston asgjë, por dhe nuk mund të ekzistojë.
Për më tepër, nëse dikush më vërtetonte se Krishti nuk përputhet me të vërtetën dhe se  në realitet, e vërteta ndodhet jashtë Krishtit, do të preferoja atëhere që të mbetem me Krishtin, se sa të shkoj me të vërtetën...."

Τρίτη 4 Αυγούστου 2015

Σεφέρης: «Η ηγετική τάξη στην Ελλάδα σε κάνει να ξερνάς»


Η πολιτική, με τη στενή της έννοια, δεν μ' απασχόλησε ποτέ σαν σκοπός ζωής. Αργότερα, όταν μπήκα στο υπουργείο και βρέθηκα εξαρτημένος από την πολιτική, πάλι δεν μου πέρασε από το νου πως θα μπορούσα να γίνω ποτέ, σαν πολίτης, περισσότερο από ένας τίμιος οπαδός και, σαν υπηρέτης του κράτους, περισσότερο από ένας ικανός βοηθός. Είχα άλλα ενδιαφέροντα, που τα τοποθετούσα ψηλότερα από τις πρόσκαιρες αυτές ασχολίες και που ήταν η ζωή μου


Σάββατο 19 Ιουλίου 1941. Ο Τσουδερός τώρα που τον βλέπω περισσότερο: στεγνός, ψυχρός, άψυχος. "Είναι μόνος", λέει η Μαρώ, "αισθάνεται μόνος". Οχι. Είναι μικρός άνθρωπος, χωρίς αέρα, χωρίς καμία πλατιά χειρονομία. Τώρα νομίζει πως έχει κερδίσει την εύνοια του βασιλιά και πως θα μείνει πρωθυπουργός επί ζωής. Οπου και να ταξιδέψουν, θα κουβαλούν πάντα μαζί τους το ίδιο δηλητήριο της αυλοδουλείας και της μικροπολιτικής


Πέμπτη 27 Απρίλη. Πήγα το πρωί στον Παπανδρέου με τον κατάλογο των υπαλλήλων... Το μεσημέρι press conference για τον Παπανδρέου· μίλησε ο Balfour (της βρετανικής πρεσβείας). Είπε: "He is a strong man" (είναι ένας ισχυρός άντρας). Είπε ότι ο κ. Παπανδρέου ήταν στην αρχή εναντίον του Γεωργίου, αλλά τώρα το ζήτημα αυτό το θεωρεί δευτερεύον. Το πρωτεύον είναι γι' αυτόν η μάχη μεταξύ nationalists (εθνικιστών) και extremists (εξτρεμιστών). Αλλά φαίνεται ότι η όλη παράσταση ήταν γελοία και τον τάραξαν τον Balfour στις ερωτήσεις, οι Αμερικανοί κυρίως... Στους δημοσιογραφικούς κύκλους ψιθυρίζουν έντονα πως ο Παπανδρέου είναι straw-man (αχυράνθρωπος) και όχι strong man


...η βλακεία, η εγωπάθεια, η μωρία και η γενική αναπηρία της ηγετικής τάξης στη σημερινή Ελλάδα σε φέρνει στην ανάγκη να ξεράσεις, είμαι βέβαιος πως τούτοι οι ελεεινοί δεν αντιπροσωπεύουν τη ζωντανή Ελλάδα, δεν αντιπροσωπεύουν τίποτε και υπάρχουν άγνωστοι, πολλοί που δεν ξέρουν, αλλά που αξίζουν...

Κυριακή 2 Αυγούστου 2015

Εξω ἀπὸ τὴν ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ δὲν ὑπάρχει σωτηρία

ΜΑΣ ΔΙΔΕΤΑΙ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ

Aπό το βιβλίο του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου
«ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΣΤΟΥΣ ΕΣΧΑΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ» (Βιβλιο Β΄, σελ.3-6)
εκδοση Γ΄ επηυξημένη, 2015

Ἡ προφητεία του Κυρίου που πραγματοποιεῖται στις μέρες μας·
«῞Ωσπερ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε….» (Mατθ. 24, 37)

Κυβωτ. Νωε

ΘΥΜΑΣΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὴν σχετικὴ διήγηση τῆς ῾Αγίας Γραφῆς; ῾Η γενεὰ ποὺ ζοῦσε τὴν ἐποχὴ τοῦ Νῶε, παρεσύρθηκε ἀπὸ τὴν δύναμι τοῦ κακοῦ, κατεπάτησε τὸν ἠθικὸ Νόμο, ἔπνιξε τὴ φωνὴ τῆς συνειδήσεως καὶ ζοῦσε ὡς ἄθεα στὸν κόσμο. ᾿Αποτέλεσμα τῆς ὑλιστικῆς αὐτῆς ἀντιλήψεως ἦτο ἡ παγκόσμια διαφθορά. ῾Η ἀνθρωπότης ἐπιδόθηκε στὴν λαγνεία, τὴν ἰκανοποίησι τῶν ἁμαρτωλῶν ὀρέξεων καὶ ἐπιθυμιῶν. Ἡ πίστις, ἡ ἀγάπη, ἡ ἐλπίδα, ἡ δικαιοσύνη ἐξέλιπαν. ῾Η εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ἐξαφανίσθηκε. ῾Η ὕλη ἐκυριάρχησε. Κτῆνος δίποδο κατάντησε ὁ ἄνθρωπος, σάρκα χωρὶς πνευματικὴ ἰκμάδα. ῞Οπως γράφει χαρακτηριστικὰ ἡ Γραφή «ἡ γῆ ἐπλήσθη ἀδικίας».
῾Η γῆ, ἡ κατοικία τοῦ ἀνθρώπου, ἔγινε ἀκάθαρτη. Οἱ δρόμοι, οἱ πλατεῖες, τὰ σπίτια, τὰ βουνά, οἱ κάμποι, τὰ πάντα ἐμολύνθηκαν, ὁ κόσμος ἐβρώμισε καὶ εἶχε ἀνάγκη ἑνὸς γενικοῦ καθαρισμοῦ. ῾Ο κόσμος «προσώζεσε καὶ ἐσάπησε» κατὰ τὸν ψαλμῳδό, ἦτο μία πληγή, ἡ ὁποία ἐγέμισεν ἀπὸ πῦον, ἀπὸ ἀκαθαρσία, καὶ ὁ ἱατρὸς ἔπρεπε νὰ πάρῃ τὸ νυστέρι, ν’ ἀνοίξῃ τὸ ἀπόστημα, νὰ καυτηριάσῃ, νὰ καθαρίσῃ τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ὁ Πάνσοφος καὶ ὁ Δίκαιος Θεὸς ἔκαμε τὴν ἔγχείρησι, τὸν καθαρμό. Τὸν ἔκανε διὰ τοῦ κατακλυσμοῦ….
Ἡ ἐποχή μας ὅμοια μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ Νῶε
Αὐτὸ ἦτο τὸ τραγικὸν τέλος τοῦ ἀρχαίου κόσμου, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀποστατήσει ἀπὸ τὸν Θεό. ᾿Αλλὰ καὶ ἡ σημερινή μας ἐποχὴ ἔχει πολλὲς ὀμοιότητας μὲ τὴν ἐποχὴ τοῦ Νῶε. ῾Ο Κύριος προφήτευσε ὅτι θὰ καταντήσωμε εἰς μία τέτοια ἐποχή. «῞Ωσπερ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε»! ῾Η διαφθορὰ ἀτόμων, οἰκογενειῶν, κοινωνιῶν καὶ λαῶν ἔχει αὐξηθεῖ εἰς τὸ κατακόρυφο. Εἶνε ἀδύνατον εἰς τὸν μικρὸ τοῦτο χῶρο νὰ ἀναφέρωμε στατιστικές, παραδείγματα, νὰ περιγράψωμε λεπτομερῶς τὴν ἠθικὴ καὶ κοινικὴ διαφθορά τῆς κοινωνίας. Τόσον μόνον γράφομε, ὅτι οὐδέποτε ἄλλοτε ὁ κόσμος καταπάτησε τὶς ἐντολὲς τῆς Θεοῦ ὅσο σήμερα. ῾Ως πρὸς δὲ τὴν ἀδικίαν καὶ τὴν ἐγκληματικότητα ἡ ἐποχή μας ὑπερέβη τὴν ἐποχὴν τοῦ Νῶε. Μὲ φρίκη οἱ μέλλουσες γενεὲς θὰ διαβάζουν τὰ ἐγκλήματα τὶς ἁδικίες τοῦ αἰῶνος μας. ῾Η γῆ, παρὰ τ’ ἀναρίθμητα σχολεῖα, Πανεπιστήμια καὶ ᾿Ακαδημίας, «ἐπλήσθη ἀδικίας».
Ἡ προθεσμία περνᾶ ἄπρακτη
Οἱ ἡμέρες μᾶς κυλοῦν «ὥσπερ αἱ ἡμέραι τοῦ Νῶε! Οἱ κήρυκες τοῦ Θείου Λόγου, οἱ ὁποῖοι συνιστοῦν μετάνοιαν καὶ ἐπιστροφὴ, ἐμπαίζονται καὶ χλευάζονται, ὅπως ἐνεπαίζετο καὶ ἐχλευάζετο ὁ Νῶε, ποὺ συνιστοῦσε μετάνοια εἰς τοὺς συγχρόνους του. 120 χρόνια προθεσμία εἶχε δώσει ὁ Κύριος γιὰ νὰ μετανοήσῃ ἡ γενεὰ τοῦ Νῶε. ᾿Εν τούτοις οὔτε ἕνας μετανόησε. ῾Η προθεσμία πέρασε ἄπαρκτη γιὰ τοὺς ἀνθρῴπους ἐκείνους.
᾿Αδελφοί μου συναμαρτωλοί! ῎Ας τὸ καταλάβωμε, ὅτι σύμφωνα μὲ τὴν προφητεία τοῦ Κυρίου, οἱ ἡμέρες μας εἶνε «ὥσπερ αἱ ἡμέραι Νῶε». 

Δὲν πηγαίνουμε καθόλου καλά. Τὰ σημεῖα τῶν καιρῶν αὐξήθηκαν, ὁ διεθνὴς ὁρίζωντας θολώνει, μαῦρα σύννεφα συμπυκνώνονται, κεραυνοὶ πέφτουν, ἀστραπταὶ φαίνονται, ἀκοαὶ πολέμων ἀκούονται, τὰ ἔθνη ἀνάστατα, νομίζεις ὅτι ἀπὸ στιγμὴ σὲ στιγμὴ θ’ ἀνοίξουν οἱ καταρρᾶκτες τοῦ οὐρανοῦ γιὰ νὰ ρίξουν στὰ κεφάλια τῶν ἀνόμων, ὅλων μας, ὄχι πλέον νερό, ἀλλὰ φωτιά ποὺ θὰ καίῃ χίλιες φορὲς περισσότερο ἀπὸ τὸν ἡλιο…
Τί πρέπει νὰ κάνουμε
’Ολίγος καιρός μᾶς δίδεται ὡς προθεσμία. Τί πρέπει νὰ κάμωμε; Νὰ ἀκούσωμε τὴν φωνὴ τῆς σωτηρίας. Ποία ἡ φωνή; Εἶνε ἡ φωνή, ἡ ὁποία εἶπε εἰς τὸν Νῶε· «εἴσελθε σὺ καὶ πᾶς ὁ οἷκος σου εἰς τὴν κιβωτό». ‘Η ἰδία φωνὴ λέγει τώρα καὶ πρὸς ἡμᾶς τούς χριστιανοὺς ῞Ελληνας· ῞Ελληνες! Εἰσέλθετε τὸ ταχύτερον εἰς τὴν κιβωτό. ᾿Ιδοὺ ἔρχεται παγκόσμιος θύελλα διὰ νὰ σαρώση τὸν κόσμον. — Κιβωτὸς δέ, ὅπως ἀπεδείχθη καὶ σ᾽ ἄλλες περιστάσεις τῆς φυλῆς μας, εἶνε ἡ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Αὐτὴ εἶνε τὸ πλοῖο, ποὺ ὅποιος μπῇ ἐγκαίρως θὰ σωθῇ. Τὸ πλοῖο αὐτὸ ταξιδεύει 20 αἰῶνας. Δὲν φοβᾶται τρικυμίας καὶ θύελλας. Κατάρτι εἶνε ὁ Τίμιος Σταυρός. ῎Αγκυρα ἡ ἐλπίδα. Τιμόνι τὸ Εὐαγγέλιο, οἱ Κανόνες, ἡ διδασκαλία τῶν Πατέρων. Καὶ πλοίαρχος ὁ ΧΡΙΣΤΟΣ, ποὺ ζῆ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας.

᾿Αδελφέ! Τί κάθεσαι; Πρὶν ἀνοίξουν οἱ καταρράκται, πίστευσαι στὸν Χριστό, μπές ἐσὺ καὶ ἡ οἰκογένειά σου εἰς τὴν κιβωτὸ καὶ θὰ σωθῇς. ῎Εξω ἀπὸ τὴν ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ δὲν ὑπάρχει σωτηρία.

Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Η Επίσκεψη κ Κοτζιά στην Αλβανία - Κάποιες σκέψεις για το τι θα ήταν σωστό να ρωτήσει!

Μέσα στο γενικό συγκλονισμό που μας διακατέχει αυτές τις μέρες, του τελευταίου μήνα,  με όσα γίνονται εις βάρος της πατρίδας μας, νοιώθουμε σχεδόν άχρηστοι και αδύναμοι που δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι που στην ουσία θα βοηθούσε.
Αν η πατρίδα μας δεν είναι καλά τότε εμείς δεν μπορούμε να είμαστε με κανένα τρόπο καλά.
Υπό τις δύσκολες αυτές συνθήκες θα πραγματοποιηθεί και η επίσκεψη του Υπουργού Εξωτερικών κ Κοτζιά στα Τίρανα. Για μας αυτό είναι ελπιδοφόρο. Πάντοτε ήταν. Όμως και οι προηγούμενοι Υπουργοί Εξωτερικών της Ελλάδας όταν έρχονται στην Αλβανία ενημερώνονται κατά το ίδιο τρόπο από τα ίδια άτομα, τους «σωτήρες» μας που όλα αυτά τα χρόνια, μας έχουν «σώσει» και που έχουν φτάσει την κατάσταση σε σημείο να μην μπορούμε να εκλέξουμε ούτε έναν δημοτικό ή κοινοτικό σύμβουλο και σχεδόν έχουν  χάσει την εμπιστοσύνη των Ελλήνων που ζουν στην Αλβανία. Με αυτό ως βασικό στοιχείο και κάποια άλλα εξίσου σημαντικά θα θέλαμε ο κύριος Υπουργός, όταν με το καλό έρθει να μας δώσει απαντήσεις αλλά να κάνει και πολλά ερωτήματα και να διαπιστώσει ακόμη περισσότερα. Έτσι θεωρούμε πως θα ήταν σωστό:
1.     Να μας πει ο κ Κοτζιάς αν αναγνωρίζει την ύπαρξη των Ελλήνων στην Κορυτσά και σε άλλες περιοχές που επίσημα η Ελληνική Κυβέρνηση δεν αναγνωρίζει και αυτό να το μεταφέρει και στους Αλβανούς ομολόγους του.
2.     Να ρωτήσει τους εκπροσώπους μας: Τι κάνουν τόσα χρόνια λάθος και έχουν χάσει την εμπιστοσύνη των Ελλήνων; Γιατί δεν λειτουργούν δημοκρατικά, γιατί έχουν μετατραπεί το εργαλείο των Αλβανικών Κομμάτων; Γιατί δεν μπορούν να υπερασπιστούν τους ίδιους τους συμπατριώτες τους; Γιατί έχουν οδηγήσει σε διχασμό τους Έλληνες και τι κάνουν για να εξαλειφτεί αυτός ο διχασμός; Γιατί δεν μπορούν να φέρουν κοντά τους πρόσωπα καθαρά με αξίες και ιδανικά; Τι ακριβώς κάνουν όταν η ανθελληνική προπαγάνδα με όλα τα μέσα στην Αλβανία τρομοκρατούν τους συμπατριώτες τους; Γιατί κοιτούν μόνο να ταχτοποιηθούν οι ίδιοι και να μην ενδιαφέρονται για κανέναν άλλον; Τι ακριβώς κάνουν για την εκπαίδευση των Ελλήνων της Αλβανίας; Τι προσφέρουν στους έχοντες ανάγκη; Γιατί φεύγουν όλοι μακριά τους, ιδιαίτερα πολλοί νέοι μορφωμένοι από Ελλάδα που βρίσκουν μόνο κλειστές πόρτες;
3.     Να ρωτήσει τον κάθε υπεύθυνο για τα Ελληνικά μας σχολεία για την ελληνόφωνοι εκπαίδευση, για τα σχολεία αυτά που το ίδιο το Αλβανικό Κράτος υποχρεούται να φροντίζει αλλά και αυτά που κρατάμε μετά δυσκολίας στην περιοχή μας (την Κορυτσά η την Χιμάρα). Να ρωτήσει για τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα Ελληνικά Σχολεία ιδιαίτερα αυτό της Κορυτσάς και της Χιμάρας; Να ρωτήσει για όσους δίνουν την ψυχή τους για να επιβιώσει ο Ελληνισμός ιδιαίτερα στην Κορυτσά (συλλόγους και οργανώσεις) σε δύσκολους καιρούς και  κάνουν όσα το Ελληνικό Κράτος δεν κάνει, μάλιστα θα λέγαμε να συζητήσει μαζί τους γιατί ξέρουν να λένε την πραγματικότητα καλύτερα από αυτούς που θα τον συναντήσουν ως εκπρόσωποι μας.
4.     Να ζητήσει λογαριασμό από τους Αλβανούς για την συνεχόμενη ανθελληνική προπαγάνδα και την τρομοκρατία που ασκούν σε βάρος όλων των Ελλήνων και ιδιαίτερα σ΄αυτούς που δεν αναγνωρίζει επίσημα η Ελλάδα (στην Κορυτσά κ.α). Να ζητήσει δηλαδή με έμφαση να σταματήσουν την ανθελληνική προπαγάνδα τα Αλβανικά ΜΜΕ και να σταματήσουν  τις εμπρηστικές, ακραίες εθνικιστικές δηλώσεις οι αλβανοί πολιτικοί. Να ζητήσει την υπεράσπιση και το σεβασμό όλων των δικαιωμάτων των Ελλήνων με έμφαση στο δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης. Να ρωτήσει τους πολιτικούς για τους λόγους που επιτίθενται ή επιτρέπουν άλλους να επιτίθενται στον  Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο, τον μεγαλύτερο ευεργέτη της Αλβανίας, αλλά και  στην Ορθόδοξη Εκκλησία με τόση μανία; Να  ρωτήσει τον Ράμα πως επιτρέπουν να είναι αντιπρόεδρος της Βουλής ένας άνθρωπος εκπρόσωπος κόμματος που η ύπαρξη της οφείλεται μόνο στο μίσος που εκφράζει προς τους Έλληνες και την Ελλάδα; Να ρωτήσει πως είναι δυνατόν οι πολιτικοί μιας χώρας που θέλει να ενταχθεί στην Ευρώπη ωθούν εθνικιστικά πρότυπα και οι ίδιοι χρησιμοποιούν παντού εθνικιστικά σύμβολα, χάρτες που συμπεριλαμβάνουν εδάφη της Ελλάδας; Να ρωτήσει…. Τι να τους ρωτήσει άραγε έχουν το επίπεδο να καταλάβουν… Καλύτερα να τους δείξει τα «δόντια» και να κλείσει τα στόματα των τσάμηδων που έκαναν τόσα εγκλήματα εναντίων της Ελλάδας και των Ελλήνων και επιπλέον κατοικούν  πάλη στην Ελληνική Γη της Ηπείρου. Να μην επιτρέψει την είσοδο στην Ελλάδα προσώπων που σπέρνουν μίσος εναντίων της Ελλάδας. 
5.     Να  ξεκαθαρίσει στους Αλβανούς Πολιτικούς ότι στην Κορυτσά υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν Έλληνες τους αρέσει δεν τους αρέσει και ότι για αυτούς η Ελλάδα μεριμνά όχι μόνο με λόγια αλλά κυρίως με πράξεις. Εμείς εδώ δεν βρισκόμαστε σε ένα παράλληλο κόσμο. Είμαστε ζωντανοί με τα προβλήματα μας και τους φόβους μας και αντέχουμε. Με την βοήθεια του Θεού θα μεγαλουργήσουμε. 
-   Αυτά είναι τα πρώτα που μας έρχονται στο μυαλό γιατί υπάρχουν και πολλά άλλα τα οποία δεν χωρούν σε ένα άρθρο. Γνωρίζουμε πως η πατρίδα μας και οι συμπατριώτες μας περνούν δύσκολες ώρες. Εμείς που έχουμε ζήσει στην Αλβανία καταλαβαίνουμε και συμπάσχουμε. Είναι όμως εξαιρετικά πολύ σημαντικό η πατρίδα μας να μην μας ξεχνά, γιατί όσο στρέφει το βλέμμα της αλλού τότε τα τσακάλια εδώ ενθαρρύνονται και επιτίθενται με αγριότητα. Όπως και να το κάνουμε, δυστυχώς, έχει αποδειχθεί ιστορικά, πως ο φόβος τους γίνεται η ασφάλεια μας.  

Έλληνας Κορυτσάς

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Grek apo shqiptar: Ngjashmëria e padurueshme e tjetrit

Këto 10 vitet e fundit, jam përpjekur dhe kam pasur si qëllim të bëhem një rrëfyes i mirë. Megjithatë, po e filloj këtë kumtesë me një poezi në gjuhën greke. Në këtë mënyrë ju mund të shihni vetë se si tingëllojnë në buzët e mia shqiptare fjalët greke: «Δεν θέλω τίποτε άλλο παρά να μιλήσω απλά// να μου δοθεί τούτη η χάρη… Κι είναι καιρός να πούμε τα λιγοστά μας λόγια// γιατί η ψυχή μας αύριο κάνει πανιά». E di që çka thashë nuk ka kuptim për ju, prandaj po e shqipëroj: «Nuk dua kurrfarë gjëje tjetër, përveçse të flas thjesht/ le të më jepet kjo dhunti/ ka ardhur koha të themi ato pak fjalë/ sepse nesër shpirtrat tanë tutje do të lundrojnë…» – Kjo është poemë e një poeti grek, të quajtur Jorgos Seferis.
Të flasësh me fjalë të thjeshta për një çështje të ndërlikuar, identitetin e dyfishtë, sidomos në Ballkan, nuk është gjë e lehtë. Fillova të pyesja seriozisht veten për identitetin e identiteteve të mija kur u gjeta përballë pyetjes “ndihesh Shqiptar apo Grek?”. U përballa me këtë pyetje kur fillova të fitoja njëfarë njohjeje publike në Greqi, njëfarë pranimi publik si shkrimtar dhe gazetar. Të them të vërtetën, ishte një pyetje që nuk më kishte kaluar nga mendja më parë. Gjendja ime shpirtërore, përpara se të përfitoja njohje publike në Greqi, ishte shumë e afërt me atë të dikujt që ende është duke kaluar kufirin nga Shqipëria për në Greqi. Edhe pse kalimi i vërtetë i kufirit kishte ndodhur nja 10 vite të shkuara dhe në atë kohë unë jetoja në Athinë- shumë kilometra larg kufijve.
Bashkëbiseduesit që ma bënin këtë pyetje më shikonin si njëfarë paradoksi. Si dikush që ishte arratisur nga një hapësirë e paracaktuar. Për ta unë isha i vetmi emigrant që shkruante në gazetat më të mëdha greke. I vetmi emigrant që u bë shkrimtari më i shitur në një vend ku emigracioni, në debatin publik, trajtohej si një kërcënim i vazhdueshëm dhe pothuajse si një ‘aksident historik’. E dëgjoja këtë pyetje në greqisht, si edhe në shqip. Edhe kritikët e letërsisë, veçanërisht në Greqi, me disa përjashtime, e kishin të vështirë të më etiketonin në sensin e identitetit kombëtar. Dhe, siç e kuptova, ata e kishin shumë qejf etiketimin.
Romanet dhe artikujt e mi i shkruaja në një gjuhë që nuk ishte gjuha e nënës. I shkruaja në gjuhën zyrtare të vendit ku jetoja, Greqisë. Kur libri im u përkthye në disa gjuhë europiane, pyetja ‘je grek apo shqiptar?’ u shndërrua në dilemë. Si duhet të kategorizohesha? Isha një shkrimtar grek me origjinë Shqiptare, apo një shkrimtar Shqiptar që shkruan në greqisht? Ndoshta zgjidhja më e mirë në këtë rast do të ishte të etiketohesha si një shkrimtar greko-shqiptar apo shqiptaro-grek. Por një gjë e tillë ishte e pamundur për ata që vinin etiketat.
Vura re se që ndonjëherë, njerëzit që më bënin këtë pyetje- ‘ndihesh grek apo shqiptar?’- ishin më shumë se kureshtarë: ata ishin në ankth. Ndonjëherë ata arrinin, me sukses, të ma përçonin edhe mua këtë ankth. Në fillim përgjigjesha: “mendoj se ndoshta jam edhe grek edhe shqiptar’. Vura re se shprehjet ‘mendoj’ dhe ‘ndoshta’ shkaktonin një farë turbullimi tek bashkëbiseduesit e mi. Fjalët ‘mendoj’ dhe ‘ndoshta’ janë në kundërshtim me fjalët ‘besim’ dhe «konvertim».
Në shkollat e mesme, sidomos, ku ftohesha për të diskutuar librat e mi me nxënësit, pohimi ‘Jam grek dhe shqiptar’ provokonte njëfarë pështjellimi mendor e ndonjëherë edhe emocional. Së pari te studentët me ‘gjak të  pastër’ grek. Dhe mandej edhe tek fëmijët e emigrantëve. E kuptoja se ajo çka po thosha unë nuk përputhej me rrëfimet për identitetin kombëtar që ata mësonin në shkollë. Për më shumë, pikërisht gjatë këtyre vizitave nëpër shkolla unë fillova të dëgjoja, shpesh e më shpesh, një pyetje të re, që në fillim më gjeti të papërgatitur: ‘je më shumë grek apo shqiptar?’ apo ‘ndihesh më shumë grek apo shqiptar?’ Pas një reagimi tim fillestar prej të sikletosuri, e gjeta, më në fund, një përgjigje konstante: ‘varet nga personi që ma bën këtë pyetje. Nëse ai është një nacionalist dhe racist grek atëherë unë jam më shumë shqiptar, dhe e anasjellta’. Vura re se, pavarësisht kësaj, studentët kurrë nuk kënaqeshin plotësisht me përgjigjet e mia. Në sytë e tyre unë isha si një njeri që qëndronte në “Tokën e Askujt”. Me kalimin e kohës jam mësuar me atë lloj shikimi ndaj meje. Një shikim që, për sa i takon identitetit, më vendos në “Tokën e Askujt”. Na pëlqen apo jo shikimet e të tjerëve përcaktojnë edhe mënyrën se si ne shohim veten tonë. Kështu që, dikur, fillova të pyes veten: ‘Mos vallë po qëndron me të vërtetë në “Tokën e Askujt”?
Kur dikush fiton njohje publike në një vend ‘të huaj’, kryen një kalim vendimtar: nga pozicioni i ‘të jashtmit’ (outsider) në atë të ‘të brendshmit’ (insider). Megjithëse kufijtë mes këtyre dy pozitave janë të papërcaktuar mirë dhe ndryshojnë gjatë gjithë kohës. Sidoqoftë, në rastin tim, sa më shumë njohje publike fitoja dhe sa më shumë ‘i brendshëm’ bëhesha nga aspekti social, në çështjen e identitetit po e gjeja veten gjithnjë e më shumë në “Tokë e Askujt”. Ndjeja se ndonjëherë kishte një hendek midis meje dhe audiencës sime, që më bënte të ndihesha jo edhe aq mirë. Kaq shumë, saqë në njëfarë pike fillova ta mendoja seriozisht ta lija Greqinë për një vend të tretë, por vetëm me një kusht: në vendin e ri ku do të emigroja nuk do të kishte as Grekë as Shqiptarë. Një ditë qëndrova para hartës së botës, duke kërkuar këtë vend të tretë. Më duhet të pranoj se nuk gjeta asnjë vend që më pëlqente, ku të mos kishte as Grekë, as Shqiptarë. Duke parë hartën dhe duke kuptuar se Grekët dhe Shqiptarët janë gjithandej, fillova të pyes veten: pse këta popuj që udhëtojnë kaq shumë dhe kanë një diasporë të madhe, dhe mbi të gjitha, popuj që jetojnë në Mesdhe, prej shekujsh nën perandori multikombëtare, turbullohen nga ideja e identitetit të përzier? Edhe unë isha pjesë e kësaj bote që po vija në pyetje dhe dyshim. Pra, hetimi i saj ishte edhe një proces vetënjohjeje.
U dhashë një përgjigje teorike, por të pjesshme, pyetjeve të mia gjatë hulumtimeve për doktoraturën. Tema ishte: Imazhet e Shqipërisë dhe shqiptarëve në shtypin grek dhe imazhet e Greqisë dhe grekëve në shtypin shqiptar. Në të vërtetë, për mua hulumtimi nuk ishte vetëm një proces pjekurie akademike dhe vetënjohje, por gjithashtu edhe një proces mazokizmi par excellece – për shkak të mbizotërimit të imazheve negative dhe stigmatizuese në të dy anët.
Për sa i përket çështjes së identitetit, u mundova të analizoja rrëfimet mbi identitetin kombëtar në të dyja anët e kufirit. Rrëfimet mbi imigracionin, në veçanti, m’u dukën shumë interesante. Gjatë gjysmës së fundit të shekullit 19të dhe gjysmës së parë të shekullit 20të, teksa mundoheshin të formonin shtet-kombet e tyre të reja, Grekët dhe Shqiptarët emigronin në mënyrë masive drejt vendeve të industrializuara, sidomos drejt SHBA-ve.  Bostoni, për shembull, ishte një qytet ku gjatë fillimit të shekullit 20të jetonin shumë emigrantë Grekë dhe Shqiptarë.
Në të dyja rastet, emigracioni në  rrëfimet mediatike nuk përshkruhej si një mundësi apo si një zgjedhje e lirë por si një mallkim. Përshkrimet dhe perceptimet e “emigrantëve të mirë” më interesonin në veçanti. Një ndjenjë e fortë viktimizimi përshkruante rrëfimet mbi emigracionin. “Emigranti i mirë” përshkruhej si dikush që mbetej gjithmonë i lidhur me rrënjët e tij kombëtare. Nga kjo pikëpamje, ai qëndron i pandryshueshëm dhe nuk ndikohet nga kontaktet me kulturën e vendit të huaj ku ka emigruar. Në këto histori, ku, midis radhëve mund të dallosh frikën e vazhdueshme për asimilim, “qëllimi madhor” i një “emigranti të mirë” ishte të kthehej në vatrën kombëtare, te Itaka e tij. Modeli më epik i këtij përmallimi për t’u rikthyer ishte padyshim eposi i Uliksit. Ndërkohë, në këto rrëfime identiteti kombëtar, përshkruhej kryesisht me terma gjaku dhe projektohej si një ‘bërthamë e paepur dhe e  patretshme’. Virtyti i madh i një emigranti, në luftën e tij kundra harresës dhe humbjes, ishte ta mbante këtë ‘bërthamë’ të pastër nga ndikimet e jashtme: sa më të pastër të ishte e mundur.
Ndërsa përparoja me hulumtimet e mia, kuptova se këto përshkrime të emigrantëve dhe emigracionit ishin projektime dhe zgjatime të rrëfimeve kryesore kombëtare të zhvilluara në atdhe. Rrëfime që mund të përmblidhen në një frazë: “Grek/Shqiptar lindesh, nuk bëhesh.” Një perceptim që jo vetëm e redukton dhe e bazon identitetin kombëtar mbi elementin ‘gjak’, por në të njëjtën kohë, përjashton çfarëdolloj ndërmjetësimi dhe kontrate politike. Në këto terma, kombi perceptohet si një klan i mbyllur, anëtarët e së cilit i bashkon ekskluzivisht gjaku. Kombi modern nuk perceptohet si një bashkësi politike e përbërë nga qytetarët në bazë të një kontrate sociale, që bazohet në të drejta dhe përgjegjësi të përbashkëta. Qytetari, në këtë rast, identifikohet dhe pështjellohet me anëtarët e ‘klanit’ para-modern. Shumë afër ngjizjes së ‘fisit’ në shqip dhe ‘genos’ në greqisht- i cili në këtë rast kombëtarizohet dhe modernizohet. Është e qartë se dikush që është mësuar ta shikojë identitetin kombëtar në këto terma do t’i shohë ata që deklarohen si ‘hibride kulturore’ si bujtës të dyshimtë, të çuditshëm dhe ngacmues.
Në rastin tim, unë jo vetëm po e deklaroja veten si një ‘hibrid kulturor’ por edhe si një ‘hibrid kulturor’ ballkanik. Dhe vura re se vetëdeklarimi si një hibrid kulturor ballkanik konsiderohej një humbje e skajshme e ekuilibrit identitar. Deklarimi i bashkëjetesës të dy identiteteve ballkanike brenda të njëjtit person konsiderohej diçka jo natyrale, diçka anormale.
Gjatë hulumtimeve në shtypin Grek dhe Shqiptar më ra në sy ambiguiteti kundrejt Tjetrit ballkanik. Nga njëra anë ekzistonte prirja për të revendikuar të njëjtat rajone gjeografike, të njëjtat tradita kulturore, të njëjtët heronj kombëtarë. Nga ana tjetër, sidomos në shtypin grek, në tekstet që analizova, kishte një tendencë për të mbytur dhe fshehur çdo lloj ngjashmërie historike apo kulturore midis Grekëve dhe Shqiptarëve. Do të thosha se ngjashmëria mes Grekëve dhe Shqiptarëve shkaktonte ankth, i cili si reagim shkaktonte përsiatje dhe argumente për të imponuar jo vetëm një skemë antagonizmi mes këtyre dy identiteteve, por imponimin e dallimit/ndryshimit absolut mes identiteti Grek dhe atij Shqiptar.
Personalisht, një nga privilegjet kryesore mendore e të jetuarit mes dy identiteteve ballkanike ishte që pata mundësinë të kuptoj atë çka unë quaj ‘sindroma ballkanase’. Mundohem ta shpjegoj këtë me anë të idesë frojdiane të ‘narcizizmit të dallimeve të vogla’. Sipas kësaj teorie urrejtja, frika dhe përbuzja jonë shpesh drejtohen kah njerëz që na ngjajnë, ndërsa krenaria jonë është e lidhur me shenjat e vogla që na dallojnë nga ata. Bazuar mbi këtë perceptim, në librin tim të dytë “Emri im është Europë”, protagonisti hedh idenë e «Ngjashmërisë së padurueshme të Tjetrit». Thënë me fjalë të tjera, ‘përplasjet e qytetërimeve’ në Ballkan shkaktohen jo nga fakti qe Tjetri është i ndryshëm nga vetja por kryesisht ngaqë na ngjan shumë dhe në mënyrë të padurueshme.
Nëse më kërkohet të përshkruaj apo analizoj kuptimin e kësaj, atëherë do të të jap këtë përshkrim të shkurtër: ‘ngjashmëria e padurueshme e Tjetrit’ është një lloj mekanizmi psikologjik, i cili shkakton një farë ambigiteti ndaj Tjetrit etnik. Aktivizohet atëherë kur Tjetri nuk është ‘Tjetri i përsosur’, por prania e tij provokon ankthin e jo-dallimit. Aktivizohet kur duhet të vërtetosh ndryshimin tënd absolut nga dikush me të cilin ti ndan kujtime të përbashkëta të së kaluarës dhe rrugë kulturore të përbashkëta. Prandaj, mendoj unë, koncepti i një identiteti të dyfishtë në Ballkan tingëllon kaq i parehatshëm: provokon kujtimet e një bashkëjetese dhe këmbimi në kuadër të Perandorive para-kombëtare, ku kombësitë, klanet, etnitë, gjuhët, ritualet dhe besimet ekzistonin, përplaseshin, bashkë-ekzistonin dhe jepnin e merrnin mes tyre për shekuj të tërë. Kryesisht, sepse koncepti ‘identitet i dyfishtë’ vë në dyshim thelbin e rrëfimeve moderne në Ballkan – sipas të cilave, dikush ose lind grek, ose lind shqiptar; pra duke përjashtuar apo duke fshehur procedurat ndërtuese politike për sa i përket identitetit kombëtar në erën moderne të shtetit-komb.
Nuk ka dyshim që për gjithçka të sipërpërmendur, mund të gjejmë shpjegime në histori. Një nga këta është fakti që në përpjekjet e tyre për të ndërtuar identitete kombëtare të qëndrueshme dhe homogjene, rrëfimet e promovuara në shtet-kombet e reja ballkanike, që kanë të bëjnë me identitetin kombëtar, përjashtojnë, apo në rastin më të keq demonizojnë çfarëdolloj elementi të një bashkekzistence dhe përzierje të mëparshme.
Këto procedura, për të cilat fola më pare, nuk janë unike. Këto lloj rrëfimesh mund t’i gjesh në pjesë të tjera të Europës apo te kombe në kontinente të tjerë. Kur unë flas për procedurat politike dhe rrëfimet që formuan kombet moderne ballkanike, duhet të theksoj se ata kurrë nuk janë të njëzëshëm apo të mbyllur hermetikisht. Ato gjithmonë lënë vend për interpretime, kontradikta dhe përjashtime më të gjëra. Në çdo rast, është e rëndësishme të mbahet gjithmonë parasysh perspektiva historike, për të hetuar momentet kyç kur mbizotëruan treguesit e ‘komunitetit kombëtar të mbyllur, homogjen dhe të pastër’. Një moment i tillë kyç në rastin e Greqisë janë vitet pas 1922-it, pra fundi i ‘Megali Ideas’ sipas të cilit, destinacioni ‘fizik’ i shtetit kombëtar moderno-europian grek do të ishte trashëgimtari i Perandorisë Bizantine (i famës dhe tokave). ‘Megali Idea’ dështoi pas tragjedisë në Azinë e Vogël dhe u pasua me këmbimin e popullsisë (ortodoksët u detyruan të linin Turqinë për Greqinë dhe myslimanët Greqinë për Turqinë). Ky është një moment shumë i rëndësishëm për mbizotërimin e rrëfimeve zyrtare për një ‘komunitet kombëtar të pastër dhe homogjen’. Një tjetër moment kyç është lufta civile greke dhe pasojat e saj: mënyra se si shteti grek e formoi dhe  përdori ‘ithagenia-n’ – që është ekuivalentja e natyralizimit dhe shtetësisë, që nënkupton se dikush i përket “genos-it” grek, pra një komunitet biologjik i bazuar në lidhjet e gjakut dhe të fesë- si një armë kundër atyre që kishte deklaruar si armiq, shpesh duke u privuar atyre shtetësinë. Një tjetër moment kyç, edhe më i freskët, ka ta bëjë me prezencën e emigrantëve në Greqi- që sfidon rrëfimet për një “komunitet nacional të mbyllur, homogjen e të pastër”.
Në të njëjtën kohë, në rastin e Shqipërisë, përhapja e narracioneve kombëtare mbi identitetin shqiptar të bazuar mbi gjak, tokë e gjuhë, sipas meje, ka të bëjë me përpjekjet e nacionalistëve shqiptarë për të kapërcyer ndarjen fetare në mënyrë që t’i jepej formë identitetit modern kombëtar shqiptar. Shumë interesant është fakti që narracionet për një “komunitet nacional të mbyllur, homogjen e të pastër” në Shqipëri u fabrikuan sidomos gjatë komunizmit-paralelisht me një diskutim për internacionalizmin e klasës punëtore.
Cilido qoftë rasti, narracionet mbi identitetin kombëtar të përqendruar në fjalinë “grek/shqiptar lind nuk bëhesh” janë të mishëruara në kodin kushtetues të shtetësisë të të dyja vendeve- në të dyja rastet shtetësia bazohet në ”jus sanguinis” (‘të drejtën e gjakut’) ndërsa “jus solis” (‘e drejta e territorit’) është parashikuar vetëm për raste të veçanta. Është shumë interesante të shohësh se si, në kushtet e reja të krijuara nga globalizimi, këto rrëfime, në versionin e tyre zyrtar apo jozyrtar, përsëri sfidohen, rishfaqen, rezistojnë, ndryshojnë apo u adaptohen realiteteve të reja.
Në këtë pikë ndjej nevojën të sqaroj se nuk po propozoj si model eksperiencën time personale dhe zgjedhjen time mbi identitetet. E pranoj se identiteti i dyfishtë nuk është fati i çdo qenie njerëzore dhe për më tepër nuk është e lehtë të jetosh për një kohë të gjatë midis dy identiteteve antagoniste; nuk është fare qejf të jetosh në “Tokën e Askujt”. Ndonjëherë duket si një lojë ekstreme. Ndonjëherë ndihesh sikur harxhon shumë kohë duke luftuar me mullinjtë e erës. Ajo çka unë po përpiqem të bëj është të ofroj një histori dhe perspektivë individuale, si edhe një rrëfim personal dhe individual.
Duhet ta pranoj që jam shumë i lidhur me rrëfimet personale . Ndoshta prej faktit që u rrita në Shqipëri, nën totalitarizëm, ku personalja dhe individualja përçmoheshin dhe mbyteshin. Në një rrëfim totalitar nuk ka vend për një zë personal dhe individual. Ti je thjesht fragment i një mase të njëtrajtshme dhe homogjene. Ajo çka thua, zgjedh dhe mendon është përzgjedhur nga të tjerët. Ti duhet të jetosh jetët e të tjerëve, duhet të tregosh historitë e të tjerëve, në të kundërt do të përjashtohesh, shtypesh dhe shkatërrohesh. Individi që mundohet të marrë përgjegjësi për zgjedhjet dhe jetën e tij është ankthi jo vetëm i totalitarizmit por i çfarëdolloj pushteti autoritar dhe çdo lloj rrëfimi që e projekton vetveten si “të paprekshëm”, “të pasfidueshëm” dhe “të shenjtë”. Me erdhi fjala tek “narracioni i shenjtë” qëndrimi im kundrejt identitetit tim të dyfishtë ballkanik i përngjan përshkrimit të filozofit gjerman Odo Marquard “Nëse- duke ekzaminuar një tekst të shenjtë- dy interpretues kontradiktorë deklarojnë: Unë kam plotësisht të drejtë, mënyra ime e perceptimit të këtij teksti është e vetmja e vërtetë, dhe për rrjedhojë, e vetmja rrugë shpëtimi-kjo do të sjellë vetëm konflikt. Por nëse ata bien dakord që teksti mund të kuptohet në një mënyrë ndryshe, dhe në një tjetër mënyrë e kështu me radhë, atëherë ata do t’i japin mundësi negocimit, dhe ai që negocion nuk kryen vrasje”.
Duke ekzistuar midis dy vendeve ballkanike kam marrë një superdozë ballkanizmi. Duke ekzistuar midis këtyre dy identiteteve ballkanike antagoniste, shpesh kam ndier këta dy interpretues, këto dy pikëpamje, dhe zëra të ekzistojnë, bile edhe të përplasen brenda meje. Ishte shushurima e tyre konstante, antagonizmi i tyre, rrëfimet e tyre konfliktuale, lojërat e tyre mizore për pushtet, që më ndihmuan të zhvilloja një sens të fortë individualizmi dhe një zgjedhje individuale.  Individualiteti si një zgjedhje etike, si një qëndrim intelektual dhe etje për hulumtim dhe njohuri, por gjithashtu edhe si një mbrojtje dhe “dalje rreziku” gjatë rrugëtimit tim në “Tokën e Askujt”, ku perceptimi i “të tjerëve të njohur” më kishte vendosur. Në të njëjtën kohë, këta zëra antagonistë zhvilluan tek unë një “përkthyes” të tretë, një dimension të tretë, i cili nuk ekzistonte më parë: identitetin tim ballkanik që është i përbërë nga një shumicë zërash.
Kur them se duke jetuar ndërmjet dy identiteteve ballkanike unë ndiej gjithmonë e më shumë se i përkas një identiteti ballkanik, duhet gjithashtu të them se është shumë e vështirë të përcaktoj me saktësi se çfarë do të thotë “identitet ballkanik”. Është i vështirë për t’u përkufizuar, sepse një gjë e tillë nuk është e pranuar apo e institucionalizuar. Si një rrëfim politik ju mund ta gjeni në ligjëratat e intelektualëve, të lindur aty apo të huaj, të cilët i referohen rajonit. Mund ta gjeni nocionin “identitet ballkanik” edhe në rrëfimet letrare, nga shkrimtarë dhe eseistë të ndryshëm. Dhe pastaj në rrëfenjat e udhëtarëve, sidomos në shekullin 19të dhe çerekun e parë të shekullit 20të, shumica e të cilëve vinin nga Europa Veriore dhe Perëndimore, që e përshkruanin Ballkanin si streha e fundit e romantizmit ose si “Tjetri e brendshëm” i Europës; njëfarë ure midis Lindjes dhe Perëndimit, midis para-modernizmit dhe Modernizmit, midis Islamizmit dhe Krishtërimit.
Rrëfimet mbizotëruese aktuale që lidhen me “identitetin ballkanik”, me sa kam dijeni, gjithashtu nënkuptojnë diçka ndryshe nga ajo që dua të them. Disa prej tyre nënkuptojnë njëfarë identiteti ballkanik të përbashkët të bazuar në kohët Bizantine apo Otomane. Të tjerë nënkuptojnë një identitet ballkanik të bazuar mbi një fe të përbashkët apo mbi tolerancën midis besimeve të ndryshme. Dhe disa rrëfenja, të cilat u formuan gjatë luftës civile në Jugosllavi, e përdorin termin në një mënyrë fyese, duke e barazuar “identitetin ballkanik” me prapambetje dhe egërshani. Me trazirat e fundit ekonomike në Greqi, termi “Ballkan” gjithashtu përdoret në një mënyrë fyese, duke u përpjekur të jetë një parim shpjegues për atë çka po ndodh.
Le të themi se unë e kuptoj  “identitet tim ballkanik” të vetëpërfytyruar më shumë në termat e të sotmes se sa të së djeshmes; në termat e së tashmes më shumë se sa në termat e së kaluarës. Imja nuk është një përqasje esencialiste kulturore ku Ballkani është diçka krejt ndryshe nga pjesa tjetër e Europës. Do e përkufizoja më shumë si një vetëdije për rrugëtimet kulturore dhe jetesën e përbashkët, si edhe procedura të përbashkëta për sa i përket ndërtimit të identiteteve moderne dhe shtet-kombeve që lindën në këtë pjesë Europiane të Perandorisë Otomane të quajtur, dhe të përkufizuar si “Ballkan”.
Materiali bazë për identitetin tim ballkanik është vetëdija për historikun e termit Ballkan- se si simulakra (shenjëzimi) i tij lindi dhe u farkëtua nga dhe në narracionet e Europës Perëndimore. Është më në fund, të paktën për mua, një kërkim i elementëve kozmopolitë që u margjinalizuan, mohuan apo shtypën në historitë kryesore zyrtare e shtetërore të kombeve ballkanike.
Nëse në jetën time nuk do të kisha pasur rastësinë apo zgjedhjen e quajtur emigrim, ndoshta sot nuk do të isha këtu duke folur për identitetin tim ballkanik dhe identitetet në përgjithësi. Kalova kufirin nga një vend ballkanik që i përkiste Lindjes komuniste për në një tjetër vend ballkanik që i përkiste Perëndimit liberal. Takimi midis këtyre dy botëve paralele dhe të ndara europiane për mua ndodhi në versionin ballkanik, në kufirin greko-shqiptar. Greqia ishte vendi fqinj ballkanik për të cilin unë nuk dija gati asgjë. Përveç narrativës që kisha mësuar në orën e historisë në Shqipërinë komuniste, sipas së cilës, shqiptarët ishin po aq të vjetër sa edhe grekët, dhe se në kohët antike grekët ishin të mrekullueshëm ndërsa në kohët moderne ata kishin një oreks djallëzor për të gllabëruar tokat shqiptare.
Në imagjinatën time Greqia nuk identifikohej plotësisht me Perëndimin dhe dëshira ime ishte të vazhdoja rrugëtimin tim drejt vendeve që identifikoheshin më shumë me Perëndimin; drejt vendeve gjuhët e të cilave unë i kisha përvetësuar gjatë izolimit tim të plotë në Shqipëri. Plani im fillestar ishte të qëndroja në Greqi vetëm 20 ditë. I kam bërë tashmë 20 vite. Qëllimi im sot nuk është të flas për emigracionin, sepse shumë kam folur për të në librat e mi. Në epilogun e librit tim të parë shkruaj se pavarësisht faktit se vetë jam emigrant, ëndërroj për një botë pa emigrantë. Mos me keqkuptoni. Më pëlqen të udhëtoj. Thjesht preferoj që njerëzit të udhëtojnë në kuptimin e plotë të fjalës. Të udhëtojnë me dinjitet. Nuk dua që njerëzit të udhëtojnë ashtu siç Grekët ishin të detyruar të udhëtonin njëherë e një kohë dhe siç shumë Shqiptarë janë të detyruar të udhëtojnë sot.
Megjithatë, dua të them se falë emigracionit dhe kushteve me të cilat lidhet, unë zhvillova jo vetëm një identitet të dyfishtë, por gjithashtu edhe një farë vizioni të dyfishtë: atë të “të brendshmit” dhe të “të jashtmit” në të njëjtën kohë. Nga kjo pikëpamje, jam mësuar me të qenët një “i brendshëm-i jashtëm” apo një “i jashtëm-i brendshëm”, në varësi të rrethanave. Ky është një pozicion shumë i privilegjuar por edhe tejet i pakëndshëm në të njëjtën kohë. Nëse mund ta përshkruaj në terma narrativë, do të thosha se vizioni i dyfishtë të jep aftësinë të shohësh veten me sytë e të tjerëve dhe të evitosh identifikimin absolut me çdo lloj narracioni, të njëanshëm dhe të paracaktuar. Më duhet ta pranoj se shpesh personi që zhvillon dhe identifikohet me një narracion absolut, zakonisht e gjen vetveten në një pozicion më të rehatshëm se unë.
Ajo që unë e quaj “vizion i dyfishtë” me ka ndihmuar jashtë mase me të shkruarin. Unë shkruaj libra në një gjuhë që nuk është gjuha e nënës. Nuk e kisha imagjinuar kështu. Nuk e kisha imagjinuar që një gjuhë, prej së cilës deri në moshën 24-vjeçare nuk dija asnjë fjalë, do të kthehej në një mjet jetese për mua dhe mbi të gjitha do të bëhej mjeti me të cilin do joshja të tjerët, shumica e të cilëve më shihnin mua si një të huaj apo furacak. Në librin tim “Emri im është Europë”, protagonisti bën një rrëfim në lidhje me gjuhën: “Po pra, ishte atëherë kur unë rashë në dashuri me gjuhën greke dhe e zotërova atë. Zotërova gjuhën e njerëzve, shumë prej të cilëve përbuznin origjinën dhe gjuhën time. Në anën tjetër, mendoj se kjo është arsyeja që marrëdhënia ime me gjuhën greke u bë kaq speciale… Gjuha më dha një mundësi të vija nën kontroll, të joshja, të bëja për vete brenda një mjedisi refuzimi. Marrëdhënia ime me gjuhën e juaj u bë speciale sepse më ofroi mundësinë të evoluoja nga një “kokë turku” dhe “i padëshirueshëm” në një bashkëbisedues dhe rrëfyes. Unë doja të dëgjohesha. Doja të tregoja historitë, e mia si edhe të të tjerëve”.
Të shkruash në gjuhën e nënës apo në një gjuhë tjetër, kërkon një “gjueti” të vazhdueshme gjuhe dhe pamjesh përfytyrimi dhe kureshtjeje; Të përmbysësh të parashikueshmen, të shtosh mundësitë e ngjarjeve; të krijosh identitete prej hiçit, të përballësh me durim qëndrimin përtacak të narcizizmit tënd, dhe të sabotosh “NE-të” dhe “Neve-të” e njëzëshëm në narracione njëjës të “unë”, “ti”, “ai” dhe “ajo”. Nga kjo pikëpamje, të shkruarit kërkon një vizion të dyfishtë dhe një shumicë zërash. Letërsia dhe krijimtaria artistike janë e kundërta e një tregimi të paracaktuar.
Duke i hedhur një sy asaj çka kam thënë deri më tani, e pranoj se jam endur nëpër rrugë dhe eksperienca të përziera: totalitarizëm, Ballkani, kufijtë Greko-Shqiptarë, Europa, Perëndimi, imagjinata, gjuha e nënës dhe e thjeshtrës, letërsia dhe imagjinata. Në fund të fundit, a nuk e ndërtojmë ne identitetin dhe identitetet tona individuale dhe kolektive mbi një bashkëveprim të vazhdueshëm me këta elementë të përzier, duke përzgjedhur, refuzuar, shtypur apo projektuar aspektet e tyre sipas vlerave tona morale, shqetësimeve dhe rrethanave ekzistenciale? Nëse unë do të përshkruaja identitetin, nuk do t’a krahasoja atë me një kolazh elementesh të përzier, por me një prizëm i cili përthyen dritën në reflektime dhe ngjyra të ndryshme.
Jam i vetëdijshëm se duke folur për identitetet nuk është se kam thënë ndonjë gjë shumë origjinale. Statusi qendror që ka sot ky koncept ndodh edhe falë faktit se identiteti si një koncept ka pushuari së qeni i vetëkuptueshëm. Kur po shkruaja për identitetin tim të dyfishtë, mendja më shkoi te një libër që kisha lexuar se fundmi, të shkruar nga Jean Amery, një shkrimtar gjermanisht-folës, emri origjinal i të cilit ishte Hans Maier. Jean Amery, ish-Hans Maier, jetoi gjysmën e parë të jetës së tij në Gjermani. Ai ishte hebre dhe u përball me përndjekjen dhe vdekjen në kampet naziste të zhdukjes. Vjen një pikë në librin e tij, ku ai pyet veten (lexuesit më shumë) se nëse ne, si qënie njerëzore, kemi nevojë për një atdhe? Sepse dikush, shkruan ai, nuk mund të jetë, ose nuk mund të jetë vetëm çka ai arrin të realizojë vetë. Më pas, ai përshkruan se si atdheu i tij, Gjermania, u bë armiqësor ndaj tij për shkak të origjinës dhe besimit. Gjuha në të cilën ai shkroi dhe ëndërroi u transformua në gjuhën e anktheve të tij. Amery i referohet një shkrimtari bashkëkohor, Alfred Mombert, i cili vdiq në kampet e përqendrimit të jug të Francës. Amery kujton se si Mombert, përpara se të vdiste, u shkroi një letër miqve të tij, dhe midis të tjerash përdori frazën “ne shkrimtarët gjermanë”. “Një shkrimtar gjerman nuk është dikush që vetëm shkruan në gjermanisht, – thotë Amery, – por dikush që shkruan gjithashtu për ata që lexojnë dhe kuptojnë gjermanisht… Por nuk kishte asnjë dorë gjermane që ta mbronte Mombert-in, i cili shkruante në gjermanisht, nga nazistët. Kjo “dorë e munguar” e përjashtoi atë nga të qenit një shkrimtar gjerman”, përfundon ai.
Është një përshkrim shumë i egër. Ajo që më preku është imazhi i një dorë që mungonte në një moment të rëndësishëm. Në të njëjtën kohë më bëri të ndihesha shumë me fat që në udhëtimin tim mes dy vendeve kam takuar shumë duar, -greke dhe shqiptare- që jo vetëm më mbrojtën kur kisha nevojë, por gjithashtu më ofruan kurajë, admirim, miqësi dhe dashuri. Pa këto duar ky do të ishte një tekst shumë ndryshe.
E fillova këtë diskutim me një tekst në greqisht. Dua ta mbyll me disa vargje në shqip. Ishte dikur një kohë kur unë shkruaja edhe poezi, në shqip. Më pas, me sa duket, jeta ime u bë shumë prozaike, kështu që tani shkruaj vetëm proza. Kam zgjedhur një poemë nga ato vite poetike. Dua ta lexoj në shqip-që ju ta shihni vetë se si fjalët shqipe rrëshqasin në buzët e mia të adoptuara greke.
Pas çdo melodie/ fshihet një heshtje/ që kërkon mëshirë/ mbi pragun e ndërrimit/ të stinëve/ mbi pragun e shkëmbimit/ të territ dhe dritës/ kur një vajzë e brishtë/ inauguron/ lojën e pamëshirshme të shqisave dhe/ gishtave/ kur secili jep llogari para fatit të vet/ lypsar dhe mbret, se/ e dashur,/ arti më i vështirë/ është/ të dish/ të jesh i lirë/ mandej vijnë të tjerat/ çatitë dhe qelitë/ kufomat dhe pajtimet/ kangurët dhe guaskat/ ora e mirë dhe ora e ligë, oratorët/ dhe kjo muzikë/ me shtatë shpirtra/ si macet…
MAPO