Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Ράμα προς Μογκερίνι: Δεν θα ανοίξουμε τα σύνορα, αλλά ούτε θα χτίσουμε τοίχους



Ο Αλβανός Πρωθυπουργός Εντι Ράμα επανέλαβε τη θέση του, ότι η Αλβανία δεν πρόκειται να ανοίξει τα σύνορά της στους πρόσφυγες.
"Η Αλβανία είναι μια μικρή χώρα, αλλά ποτέ δεν απέφυγε τις ευθύνες της απέναντι στους εταίρους της. Παραμένουμε πιστοί στις αξίες και τις αρχές της Ευρώπης, αλλά εμείς δεν θα ανοίξουμε τα σύνορα, αλλά ούτε θα χτίσουμε τοίχους. Είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε την ευθύνη στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού σχεδίου. Αυτή είναι μια ευρωπαϊκή πρόκληση, δεν είναι μια πρόκληση της Ελλάδας ή της Ιταλίας, τόσο το λιγότερο της Αλβανίας" δήλωσε ο Εντι Ραμα
Ο Αλβανός Πρωθυπουργός προέβη στις δηλώσεις αυτές κατά την διάρκεια κοινής συνέντευξης τύπου με την επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της ΕΕ, Φεντερίκα Μογκερινι, η οποία ολοκλήρωσε μια διήμερη επίσκεψη στα Τίρανα.
Εν το μεταξύ ο Αλβανός Υπουργός Εσωτερικών Σα'ι'μιρ Ταχιρι ταξίδεψε χθες το απόγευμα για την Ρώμη, μετά από απρόοπτη πρόσκληση του Ιταλού ομόλογο του Αλφάνο, για να συζητήσουν γύρω από ένα κοινό σχέδιο δράσης σε περίπτωση που μεταναστευτικές ροές κατευθυνθούν από Ελλάδα στην Αλβανία και καταλήξουν στην Ιταλία.



Αλβανική πρόκληση για τους άταφους πεσόντες του '40

Αλβανική πρόκληση για τους άταφους πεσόντες του '40

Σχετικά με τις θέσεις του εκπροσώπου του Υπουργείου Εξωτερικών της Αλβανίας, ότι για να προχωρήσουν οι εργασίες για τον ενταφιασμό των πεσόντων κατά το Έπος 1940 - 41, στα Στρατιωτικά Κοιμητήρια Κλεισούρας και Βουλιαρατών, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη μεταλλικής ταυτότητας ως αποδεικτικού στοιχείου ότι ήταν πράγματι Έλληνες μαχητές, ο Γ. Σούρλας με την ιδιότητα του επιτίμου προέδρου της Ένωσης Συγγενών Πεσόντων δήλωσε:

«Πρόκειται για μια προκλητική εξωφρενική προϋπόθεση - απαίτηση, όταν μάλιστα αυτή δεν προβλέπεται στη Συμφωνία που υπεγράφη στις 29.2.2009 και κυρώθηκε από τα δύο Κοινοβούλια το 2010, αλλά ούτε στον Κανονισμό που εκπόνησε η Μικτή Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων Ελλάδος - Αλβανίας, η οποία συνήλθε μόνο μία φορά στις 23.4.2012- ενώ προβλέπεται να συνέρχεται δύο φορές τον χρόνο.



» Μετά από επτά χρόνια και αφού υπέγραψαν τη Συμφωνία με την οποία αναγνώρισαν ''την ανθρωπιστική διάσταση και ηθική σημασία του ευπρεπούς και τιμητικού ενταφιασμού των Ελλήνων Στρατιωτών, οι οποίοι έπεσαν κατά το Έπος 1940 – 41'', τώρα σοφίστηκαν ένα ακόμη πρόσχημα, το οποίο προσβάλλει κάθε έννοια στοιχειώδους νοημοσύνης και ανθρώπινης αξιοπρέπειας. 

» Πρέπει να αντιληφθεί επιτέλους η Αλβανία ότι η ασυνέπεια και η έλλειψη σεβασμού σε ένα ανθρωπιστικής σημασίας θέμα, όπως αυτό των άταφων πεσόντων, έχουν και τα όριά τους. Να κατανοήσει ότι όσο εξακολουθούν να παραμένουν άταφοι σε ομαδικούς τάφους οι πεσόντες, δεν έχει θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση».

Συγκινητική παρουσίαση του βιβλίου του Γ. Σούρλα για τους άταφους ήρωες του 1940:




Πέμπτη 3 Μαρτίου 2016

Αποψη: Ο κρίσιμος ρόλος της Αλβανίας στο μεταναστευτικό

ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΕΤΗΣ*
Σε προηγούμενο άρθρο «Τα Βαλκάνια και οι μεταναστευτικές ροές» είχαμε διαβλέψει και τονίσει την αυστριακή πολιτική ανόρθωσης τειχών και τον κίνδυνο συσσώρευσης προσφύγων στην ελληνική επικράτεια και κυρίως τα Βαλκάνια με συνέπειες για την γεωπολιτική ασφάλεια και σταθερότητα. Με τα ελληνο-σκοπιανά σύνορα κλειστά, η Ελλάδα φαίνεται να απομονώνεται από την γειτονιά της και την ευρωπαϊκή ενδοχώρα. 
Και ενώ τα προβλήματα διογκώνονται και η κυβέρνηση Τσίπρα προσπαθεί να αυτοσχεδιάσει για να βρει λύση όσο οι Βρυξέλλες ψάχνονται, η Ελλάδα φαίνεται ότι και πάλι ευνοείται από την γεωγραφία της.
Από την μακρά γραμμή των ελληνικών συνόρων με τους Βαλκάνιους γείτονες μόνο τα ελληνοαλβανικά σύνορα δεν είναι δυνατόν να ελεγχθούν διότι είναι ορεινά και με ιδιαίτερη σύσταση προσβάσιμων μονοπατιών.
Επομένως η κυβέρνηση Ράμα μπορεί να έχει εκφράσει την αντίθεσή της στο ενδεχόμενο οι μεταναστευτικές ροές να περάσουν από την χώρα του αλλά είναι αδύνατο να υλοποιήσει μία τέτοια αντίθεση. Οι λόγοι είναι προφανείς. Κανείς δεν μπορεί να σταματήσει με ειρηνικά μέσα την αποφασιστικότητα πληθυσμών να μετακινηθούν. Με δεδομένη την βούληση των μεταναστών να κινηθούν βόρεια και την ανεπάρκεια κάθε κυβέρνησης διαμετακομιστικής χώρας να τους παράσχει τα αναγκαία για μεγάλο διάστημα παραμονής, θα πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι στις επόμενες ημέρες και εβδομάδες με την ολοένα επερχόμενη άνοιξη και αύξηση της θερμοκρασίας, οι νυν παγιδευμένοι στην Ελλάδα μετανάστες θα κινηθούν προς τα ελληνο-αλβανικά σύνορα, εφόσον οι Σκοπιανοί συνεχίσουν τον κλείσιμο των συνόρων τους. Τι θα συμβεί τότε;
Η Αλβανία θα προσπαθήσει να ανακόψει αυτή την ροή μέσω των συνοριακών σταθμών Κρυσταλλοπηγής, της Μέρτζιανης και της Κακαβιάς αλλά εις μάτην. Τείχος δεν μπορεί να ανεγερθεί επί ανώμαλου ορεινού όγκου. Παράλληλα τα μονοπάτια δεν είναι αστυνομεύσιμα διότι είναι πολλά, ανώμαλα και σε μεγάλη έκταση. Επομένως οι αλβανικές αρχές δεν θα μπορέσουν να σταματήσουν τις ροές με ειρηνικά μέσα. Αυτό το γνωρίζουν οι Αλβανοί και παρότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχει εκφράσει την λεκτική αντίθεση του, ήδη έχει δώσει εντολή για την κατασκευή δύο κέντρων υποδοχής 10.000 μεταναστών συνολικά στην Κορυτσά και το Αργυρόκαστρο.
Μία τέτοια εξέλιξη θα σημάνει ουσιαστικά την ακύρωση της αυστριακής προσφυγικής πολιτικής στα Βαλκάνια, διότι οι μετανάστες θα είναι σε θέση να περάσουν στα εδάφη της ΠΓΔΜ και του Κοσόβου από το αλβανικό έδαφος (τα ημιορεινά και ορεινά σύνορα τους δεν μπορούν επίσης να ελεγχθούν) και συνεπώς να περαιωθούν βόρεια προς την Σερβία, το Μαυροβούνιο και την Βοσνία. Παράλληλα το πρόβλημα θα επαναδιεθνοποιηθεί και θα ασκήσει περισσότερη πίεση προς τις Βρυξέλλες για εύρεση αποτελεσματικότερης λύσης.. Η Αυστρία αναμένεται να επιχειρήσει να ορθώσει νέο τείχος βορειότερα αλλά χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα, διότι το πρόβλημα τότε δεν θα το έχει μόνο η Ελλάδα αλλά το σύνολο των Βαλκανίων. Ο αλβανικός διάδρομος μπορεί να δώσει ανάσα στην Ελλάδα με την αποσυμφόρηση των ελληνο-σκοπιανών συνόρων και μία τελευταία ευκαιρία στην ΕΕ να αποδείξει ότι είναι ένωση.

*Υπεύθυνος Ερευνητικού Προγράμματος Μέσης Ανατολής – ΕΛΙΑΜΕΠ Πρόγραμμα Μεταναστευτικών Σπουδών, Κέντρο Ελληνικών Σπουδών «Σταύρος Νιάρχος», Παν/μιο Σάιμον Φρέιζερ – Καναδάς

Η ΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ - Episkopia dhe Mitropolia e Korçës


Η ΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΚΟΡΥΤΣΑΣ
Τοποθεσία και εξέλιξις

Η Κορυτσά ή Κοριτσά είναι πόλις της Β. Ηπείρου, κειμένη επί της ΝΑ άκρας του ομωνύμου λεκανοπεδίου. Κατά τινα σημείωσιν αναγεγραμμένην εις σωζόμενον αρχαίον κώδικα της Μητροπόλεως Κορυτσάς, συνταχθέντα επί των ημερών του Μητροπολίτου Κορυτσάς Παρθενίου (1670-1676) και περιέχοντα πρακτικά τινα ή συμβόλαια, η πόλις Κορυτσά εκτίσθη τω 1490 επί Σουλτάνου Βαγιαζήτ και πιθανώτατα επί υπαρχούσης εκεί μικράς και ασήμου μεσαιωνικής κώμης, ήτις εκαλείτο «Επισκοπή», ιδρυθείσα τον ΙΑ΄ αιώνα.
Άγνωστος είναι και ο χρόνος της ιδρύσεως της Επισκοπής Κορυτσάς. Κατά την προ του ΙΑ΄ αιώνος περίοδον μέχρι του 1030 η περιφέρεια Κορυτσάς υπήγετο, ως συνάγεται εκ Χρυσοβούλου του Βασιλείου
του Βουλγαροκτόνου, εις την Μητρόπολιν Καστορίας, από δε του 1030 μέχρι 1490 εις την Επισκοπήν Κολώνης και Δεβόλης, προελθούσαν εκ της διαιρέσεως της Επισκοπής Καστορίας.
Η Επισκοπή Κορυτσάς μέχρι του 1670 υπήγετο υπό τον Αρχιεπίσκοπον Αχρίδος και εκυβερνάτο προεδρικώς παρά τούτου. Κατά το έτος τούτο, ως αναφέρει ο σωζόμενος κώδιξ της Μητροπόλεως Κορυτσάς, ο εκ της πόλεως ταύτης προεχρόμενος Αχριδών Παρθένιος, ανύψωσε την γενέθλιον πόλιν τις Μητρόπολιν. Εις την δικαιοδοσίαν της νέας Μητροπόλεως υπήχθη η Επισκοπή Δεβόλης και Κολωνίας, ονομασθείσα «Κορυτσάς και Σελασφόρου». Η Μητρόπολις αύτη από της αναδείξεως μέχρι και του 1767 φαίνεται πολλάκις μεν έχουσα ίδιον αυτής Μητροπολίτην, ενίοτε δε κατεχομένη και διοικουμένη προεδρικώς υπό του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος.
Μετά την διάλυσιν της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος (1767), γενομένην επί Μητροπολίτου Κορυτσάς Γενναδίου (1766-1779), η Μητρόπολις Κορυτσάς προσηρτήθη εις το Οικουμενικόν Πατριαρχείον υπό τον τίτλον «Κορυτσάς και Σελασφόρου», καταλαβούσα τον 75 βαθμόν των υπό τον Οικουμενικόν Θρόνον Μητροπολιτών». Ο διαδεχθείς τον Γεννάδιον Μητροπολίτης Ιωακείμ (1779-1790), λόγω παρακμής της πόλεως Σελασφόρου, καθιέρωσε τον τίτλον «Κορυτσάς και Μοσχοπόλεως», καθ’ όσον η Μοσχόπολις, κτισθείσα τω 1338, είχεν ήδη καταστή περί τα μέσα της ΙΗ΄ εκατονταετηρίδος λίαν επίσημος και ανθηρά πόλις, οφείλουσα την άνθησιν αυτής εις την γενναιοδωρίαν των αποδημούντων τέκνων αυτής. Ο τίτλος «Κορυτσάς και Μοσχοπόλεως» διετηρήθη μέχρι του Μητροπολίτου Κορυτσάς Ιωάσαφ του εκ Μοσχοπόλεως (1798-1816), από δε του 1816 μέχρι του 1828 καθιερώθη αυθαιρέτως υπό του Μητροπολίτου Μελετίου (1816-1828) ο τίτλος «Κορυτσάς, Σελασφόρου και Μοσχοπόλεως». Από του Μαρτίου 1828 μέχρι του Μαΐου 1834 ηνώθη τη Μητροπόλει Κορυτσάς η Αρχιεπισκοπή Πωγωνιανής με δευτέραν έδραν την μονήν Μολυβδοσκεπάστου. Η ένωσις δε αύτη εγένετο επί Μητροπολίτου Κορυτσάς Βησσαρίωνος, προσαγορευθέντος «Κορυτσάς και Πωγωνιανής». Τω 1835, συνοδική αποφάσει του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο εκ Βερροίας Κύριλλος ετιτλοφορήθη «Κορυτσάς και Πρεμετής», αλλά τω 1885 προσετέθη και πάλιν αυτοβούλως υπό του Μητροπολίτου Φιλοθέου ο τίτλος «Κορυτσάς, Πρεμετής και Μοσχοπόλεως». Κατά το 1875 επί του Μητροπολίτου Δωροθέου προσετέθη εις τον Μητροπολίτην Κορυτσάς και Πρεμετής και η τιμητική φήμη του «υπερτίμου και εξάρχου Άνω Μακεδονίας», ήτις διετηρήθη μέχρι του 1916. Κατά τον Ιανουάριον του 1902 η Μητρόπολις Κορυτσάς κατέλαβε τον 34 βαθμόν εις την σειράν των Μητροπολιτών του Οικουμενικού Πατριαρχείου εν τω Συνταγματίω αυτού.
Μετά την πραξικοπηματικήν ανακήρυξιν ως αυτονόμου της εν Αλβανία Ορθοδόξου Εκκλησίας (1929), ως θα ίδωμεν κατωτέρω, και του υποβιβασμού των εν Β. Ηπείρω Μητροπόλεων εις Επισκοπάς η επαρχία Κορυτσάς διηυθύνετο επιτροπικώς υπό του αυτοανακηρυχθέντος Αρχιεπισκόπου και Μητροπολίτου Τιράνων και Δυρραχίου Βησσαρίωνος Τζοβάνι, τη συναινέσει της Αλβανικής κυβερνήσεως. Βραδύτερον ετοποθετήθη εις την έδραν της Κορυτσάς ο από του 1923 προσχωρήσας εις την Αλβανικήν Εκκλησίαν Επίσκοπος Συνάδων Χριστόφορος. Την 3 Απριλίου 1937, ότε ανεγνωρίσθη υπό του Οικουμενικού Πατριαρχείου το Αυτοκέφαλον της εν Αλβανία Ορθοδόξου Εκκλησίας, εξελέγη Επίσκοπος αυτής ο ιερομόναχος Ευλόγιος Κουρίλας, ποιμάνας την επαρχίαν του μέχρι του 1939, ότε εξεδιώχθη υπό των εισβαλόντων εις Αλβανίαν Ιταλών, ως μη κεκτημένος την αλβανικήν υπηκοότητα.
Επίσκοποι Κορυτσάς
1. Νίμφων (1390), γνωστός εξ επιγραφής του ναού της Μπόριας, κειμένης ΒΔ της Κορυτσάς.
2. Γαβριήλ (1572-1580)
3. Ζωσιμάς (1600). Αρχιεπίσκοπος ών Αχριδών διηύθυνε προεδρικώς και την Μητρόπολιν Κορυτσάς.
4. Νεόφυτος (1624). Είναι γνωστός από ένα ταξίδι εις την Ρωσίαν τω 1628. έχει υπογράψει τω 1624 επιστολήν του Αρχιεπισκόπου Πορφυρίου προς τον Πάπαν Ουρβανόν Η΄ (1623-1644).
5. Μητροφάνης (1634)
6. Παρθένιος (1670-1676), εκ Κορυτσάς. Αρχιεπίσκοπος ών Αχριδών διηύθυνε προεδρικώς και την Επισκοπήν Κορυτσάς.
7. Μακάριος (1691-1693)
8. Αθανάσιος (1694-1696)
9. Δανιήλ (1696-1709), πρώην Δυρραχίου.
10. Ιωάσαφ (1709-1719) και προεδρικώς 1719-1745). Διαπρεπής και επιφανής ιεράρχης. Εγεννήθη εν Μοσχοπόλει τω 1660. Ήτο ανήρ φιλόμουσος, μεγαλεπήβολος, πολυπράγμων και οξυδερκής. Τω 1706 εξελέγη Επίσκοπος Πρεσπών και την 4 Ιουνίου 1709 εψηφίσθη Μητροπολίτης Κορυτσάς. Την 4 Φεβρουαρίου 1719 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Αχριδών, διατηρών προεδρικώς και την επαρχίαν Κορυτσάς από του 1719 μέχρι του 1745. Κατά το διάστημα της μακράς ποιμανοτρίας του μερίμνη αυτού ετελέσθησαν πλείστα έργα. Προνοία αυτού ανελάμβανον αι συντεχνίαι της Μοσχοπόλεως και έστελον εις το εξωτερικόν πολλούς νέους, οι οποίοι εσπούδαζον φιλολογίαν, θεολογίαν, ιατρικήν και οι οποίοι επιστρέφοντες έδρων ευεργετικώς υπέρ του τόπου των. Αφιέρωσεν εις την Μεγάλην Εκκλησίαν Αχριδών, την κατασκευασθείσαν εν Βιέννη υπό πολυταλάντων συμπολιτών του, βαρύτατον αργυρόχρυσον μίτραν, εγκαλλωπισμένην μετά πολυτίμων αδαμάντων και ετέρων πολυτίμων λίθων. Είχε και αδελφόν κληρικόν, ονομαζόμενον Γεώργιον, φέροντα το οφφίκιον του οικονόμου και του εκκλησιαστικού επιτρόπου. Ο Ιωάσαφ απέθανε τη 22 Οκτωβρίου 1745 και ετάφη εν Αχρίδι.
11. Γεράσιμος, αναφερόμενος τη 21 Μαΐου 1740 ως Κορυτσάς, αλλά πρόκειται περί βοηθού Επισκόπου του Αχριδών Ιωάσαφ.
12. Γρηγόριος, αναφερόμενος τη 21 Μαΐου 1740 ως Κορυτσάς, αλλά πρόκειται και τούτου περί βοηθού Επισκόπου του Ιωάσαφ.
13. Νικηφόρος (1746-1752)
14. Μακάριος (1752-1756)
15. Δανιήλ, αναφερόμενος τη 6 Μαρτίου (1759-1763).
16. Διονύσιος. Εγένετο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος τω 1752 διαδεχθείς τον Ιωσήφ. Τω 1765 εγένετο Μητροπολίτης Κορυτσάς, ως μανθάνομεν εκ Συνοδικής Πράξεως του Πατριάρχου Κων/πόλεως Σαμουήλ (1763-1768). Καθηρέθη δια πολλάς παραβάσεις του.
Μητροπολίται Κορυτσάς
1. Γεννάδιος (1766-1779)
2. Ιωακείμ (1779-1790), πρώην μοναχός.
3. Κωνσταντίνος (1790-1798).
4. Ιωάσαφ (1798-1816), Μοσχοπολίτης και πρώην Χαριουπόλεως.
5. Μελέτιος (1816-1827), πρώην Κλαυδιουπόλεως. Μετετέθη εις την Μητρόπολιν Βοδενών.
6. Βησσαρίων (1827-1835). Μετέτεθη τω 1835 εις την Μητρόπολιν Προικοννήσου και τω 1841 εις την Μητρόπολιν Διδυμοτείχου.
7. Κύριλλος (1835-1845). Εγέννηθη εν Βερροία της Μακεδονίας. Μεταβάς εις Κωνσταντινούπολιν εισήχθη εις την υπηρεσίαν του Πατριαρχείου, υπηρετών ως αρχιδιάκονος. Τω 1835 προήχθη εις την Μητρόπολιν Κορυτσάς. Τω 1845 μετετέθη εις την Μητρόπολιν Γάνου και Χώρας. Απέθανεν εν Πριγκίπω τη 11 Ιανουαρίου 1847.
8. Νεόφυτος (1845-1874), πρώην Αδριανουπόλεως Β. Ηπείρου.
9. Δωρόθεος Ευελπίδης (1874-1875). Η Μεγάλη Εκκλησία, σφόδρα τιμώσα αυτόν, απένειμεν αυτώ την τιμητικήν φήμην «υπερτίμου και εξάρχου Άνω Μακεδονίας», διατηρηθείσαν εις την Μητρόπολιν Κορυτσάς μέχρι του 1916. Κατά κακήν μοίραν ο Μητροπολίτης ούτος τη 8 Μαΐου 1875 επνήγη παρασυρθείς υπό των υδάτων εκ του αιφνιδίως πλημμυρήσαντος ποταμού Αώου.
10. Δωρόθεος Χρηστίδης. Μετετέθη εις την Μητρόπολιν Γάνου και Χώρας.
11. Φιλόθεος Κωνσταντινίδης (1885-1893), πρώην Ξάνθης. Μετατέθη εις την Μητρόπολιν Διδυμοτείχου.
12. Γρηγόριος (από 1-6-1893 − 15-6-1893), πρώην Ρόδου. Επαύθη.
13. Άνθιμος Τσάτσος (1893-1894). Ευκλεής ιεράρχης, κοσμήσας και τον περίβλεπτον Πατριαρχικόν Θρόνον Κων/πόλεως (1895-1897). Κατήγετο εκ Πλησιβίτσης Θεσπρωτίας. Εσπούδασεν εν Ιωαννίνοις και εν τη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Υπηρέτησεν ως καθηγητής και ιεροκήρυξ εν Ιωαννίνοις. Εποίμανε θεαρέστως τας Μητροπόλεις Παραμυθίας (1865-1877),Αίνου (1887-1888), Κορυτσάς (1893-1894) και Λέρου και Καλύμνου (1894). Εξέδωκε τω 1835 εν Αθήναις μικρόν τι απολογητικόν βιβλίον κατά του γάλλου ορθολογιστού Renan και τον «Οδηγόν Ευσεβείας» εις δύο τόμους, περιέχοντα συλλογήν εποικοδομητικών λόγων. Ο Άνθιμος διεκρίνετο δια βαθυτάτην θεολογικήν μόρφωσιν, επιστημονικήν και εγκυκλοπαιδικήν κατάρτησιν και εκπλήσσουσαν ρητορικήν δεινότητα. Απέθανεν εν Σισλή τη 5 Δεκεμβρίου 1913.
14. Χρύσανθος (1894-1895), πρώην Λέρου και Καλύμνου. Παρητήθη.
15. Γερβάσιος Ωρολογάς (1895-1902). Κατήγετο εκ Γκιουμουσχανέ της επαρχίας Χαλδίας. Εχρημάτισε το πρώτον πρωτοσύγκελλος του Οικουμενικού Θρόνου (1893), είτα Μητροπολίτης Κορυτσάς και ακολούθως Ιωαννίνων (1910-1916), ένθα έπαιξε σημαντικόν ρόλον εις την απελευθέρωσιν της πόλεως Ιωαννίνων από τους Τούρκους (1913). Απέθανε τω 1916.
16. Φώτιος Καλπίδης (1902-1906). Κατήγετο εκ Τσαγρακίου του Πόντου. Εγεννήθη τω 1860. Εσπούδασεν εν τη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Διετέλεσεν ιεροκήρυξ και διευθυντής του ελληνικού σχολείου Κερασούντος. Ακολούθως υπηρέτησεν ως υπογραμματεύς (1893-1897) και αρχιγραμματεύς (1902) εις την Σύνοδον του Πατριαρχείου. Ετοποθετήθη τω 1902 εις την πολυτάραχον και υπό παντοίων αντεθνικών οργανώσεων (Ρουμανιζόντων, Κουτσοβλάχων, Βουλγαρικού Κομιτάτου κ.λ.π.) κλυδωνιζομένην Μητρόπολιν της Κορυτσάς. Υπήρξε λεπτός τους τρόπους, ευγενής την καρδίαν, αυστηρός εις το καθήκον. Ο ιστορικός Γκέσλορ, καθηγητής εν τω πανεπιστημίω της Ιένης, εν τη περί Μακεδονίας συγγραφή αυτού, εκθειάζει την σοφίαν, την ευφράδειαν και τον ακαταπόνητον θρησκευτικόν και εθνικόν ζήλον του Φωτίου. Εδολοφονήθη αγρίως εν ενέδρα παρά την Μωραβδίτσαν τη 9 Σεπτεμβρίου 1906 υπό της αλβανικής και κουτσοβλαχικής προπαγάνδας δια την εθνικήν του δράσιν. Η κηδεία του ετελέσθη τη 13 Σεπτεμβρίου 1906 εν μέσω γενικού πένθους.
17. Γερβάσιος Σαρασίτης (1906-1910), Πόντιος, πρώην Ροδοπόλεως. Μετέβη εις την Μητρόπολιν Αγκύρας και είτα εις την Μητρόπολιν Αλεξανδρουπόλεως.
18. Δημήτριος Γεωργιάδης (1910), αρχιμανδρίτης και καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Χάλκης (1899-1914). Εξελέγη τω 1910 Μητροπολίτης Κορυτσάς, αλλά δεν απεδέχθη την προσγενομένην αυτώ τιμήν. Απέθανε τω 1944 εν Βιέννη, ένθα υπηρέτει ως ιερεύς εις τον ναόν του Αγίου Γεωργίου.
19. Γερμανός Αναστασιάδης (1910-1916). Εγεννήθη τω 1870 εις Άγιον Γεώργιον της επαρχίας Δέρκων. Εσπούδασεν εις την Θεολογικήν Σχολήν Χάλκης. Εχρημάτισεν αρχιδιάκονος της Μητροπόλεως Κορυτσάς (1894), πρωτοσύγκελλος της Μητροπόλεως Χαλκηδόνος (1897), βοηθός Επίσκοπος Χαλκηδόνος υπό τον τίτλον Λεύκης (1904), Μητροπολίτης Στρωμνίτσης (1908) και Μητροπολίτης Κορυτσάς (1910-1916). Μετά την κατάληψιν της Κορυτσάς υπό των Γάλλων (1916) ηναγκάσθη να μεταβή εις Αθήνας, ένθα παρέμεινε μέχρι του 1921, φέρων τον τίτλον του Κορυτσάς. Παραιτηθείς διηύθυνεν ως τοποτηρητής προσωρινώς την επαρχίαν Σισανίου και Σιατίστης. Ειργάσθη αόκνως και εθνικώς εις τας περιφερείας τας οποίας εποίμανε. Προσέφερε μεγάλας υπηρεσίας εις τον Εθνικόν Μακεδονικόν και Βορειοηπειρωτικόν Αγώνα. Διετέλεσεν υπουργός της υπό τον Χριστάκην Ζωγράφον Αυτονόμου Βορειοηπειρωτικής Κυβερνήσεως.
20. Ιωακείμ Στρουμπής (1919), πρώην Επίσκοπος Αρδαμερίου. Μη δυνηθείς να μεταβή εις την Επισκοπήν Κορυτσάς, ένθα ετοποθετήθη, μετετέθη τη 7 Οκτωβρίου 1924 εις την Μητρόπολιν Καρδαμύλων.
21. Ιάκωβος (1919-1921), Μητροπολίτης Δυρραχίου. Διηύθυνεν ως Πατριαρχικός Έξαρχος την επαρχίάν Κορυτσάς από 20 Αυγούστου 1916 μέχρι 8 Νοεμβρίου 1921, οπότε απηλάθη υπό των Αλβανών.
22. Ιερόθεος Γιαχοτόπουλος (1921), Επίσκοπος Μιλητουπόλεως. Κατήγετο εκ Τσαρισόβας. Διηύθυνεν ως Πατριαρχικός Έξαρχος την επαρχίαν Κορυτσάς. Εξεδιώχθη του θρόνου συνεπεία του εν Αλβανία γενομένου εκκλησιαστικού πραξικοπήματος.
23. Βησσαρίων Τζοβάνι (1929-1939). Διηύθυνεν αντικανονικώς και επιτροπικώς την επαρχίαν Κορυτσάς από του 1929 μέχρι της 27 Μαΐου 1936, μέχρι της 27 Μαΐου 1936, ότι παρητήθη, πιεσθείς υπό του ελληνισμού της Β. Ηπείρου.
24. Χριστόφορος Κίσσης (1936-1937), εκ Βερατίου, πρώην Επίσκοπος Συννάδων. Διηύθυνεν αντικανονικώς την Αλβανικήν Εκκλησίαν ως Αρχιεπίσκοπος Τιράνων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας.
25. Ευλόγιος Κουρίλας (1937-1939). Εγεννήθη εις Ζητσίσταν της Κορυτσάς τω 1880. Απεφοίτησε της Αθωνιάδος και της Μεγάλης του γένους Πατριαρχικής Σχολής, ως και της Θεολογικής και Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εμόνασεν εν τη μονή Φιλιθέου και είτα εν τη μονή Λαύρας του Αγίου Όρους, ονομασθείς δια τούτο Λαυριώτης. Τω 1908 μετέβη εις Μακεδονίαν και επεξέτεινε την δράσιν των ανταρτικών σωμάτων και εις την επαρχίαν Κορυτσάς. Τω 1910 απεστάλη προς συλλογήν εράνων εις Αίγυπτον. Εν Καΐρω ίδρυσεν ελληνοαλβανικόν κομιτάτον και ήνωσε και τους Αλβανούς εις τον κατά των Βουλγάρων και Τούρκων αγώνα. Συμμετέσχε μυστικών κομιτάτων και συλλόγων και έλαβεν ενεργόν μέρος εις την απελευθέρωσιν της πατρίδος του. Από το 1915 μέχρι του 1923 υπηρέτησεν εν Αθήναις ως καθηγητής Γυμνασίου, από δε του 1930 μέχρι του 1931 διετέλεσε πρωτοεπιστάτης του Αγίου Όρους, ένθα επέτυχε την ανασύστασιν της Αθωνιάδος Ιερατικής Σχολής. Από του 1935 μέχρι του 1937 εδίδαξεν εν τω Πανεπιστημίω Θεσσαλονίκης. Τω 1937 εγένετο Επίσκοπος Κορυτσάς, ένθα παρέμεινε μέχρι του 1939, ότε εξεδιώχθη ως ανεπιθύμητος και ως μη κεκτημένος την αλβανικήν υπηκοότητα. Από το 1942 μέχρι του 1949 εχρημάτισε τακτικός καθηγητής της αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας εν τω Πανεπιστημίω Αθηνών. Απέθανε τη 21 Απριλίου 1961. Ο Ευλόγιος υπήρξε πολυγραφώτατος συγγραφεύς, εκδούς πλείστα σπουδαία και πρωτότυπα συγγράμματα και μελέτας.
26. Φιλόθεος, εκ Χειμάρρας.
Episkopia dhe Mitropolia e Korçës
Vendodhja dhe zhvillimi


Korça ose Koritsa është qytet i Epirit Verior, që shtrihet në anën Juglindore të fushgropës me të njejtin emër. Sipas një shkrimi të shkruar në Kodikun e shpëtuar të Mitropolisë së Korçës, që është krijuar në ditët e Mitropolitit të Korçës Partheniu (1670-1676) dhe ku përfshihen proceverbale ose kontrata, qyteti i Korçës u ndërtua më 1490 në Kohën e Sulltanit Bajazit dhe ka shumë mundësi në vendin e një fshati mesjetar të vogël e të parëndësishëm, që quhej “Episkopi”, e themeluar gjatë shekullit të 11-të.
E panjohur është dhe koha e themelimit të Episkopisë së Korçës. Gjatë periudhës para shekullit të 11 deri në 1030 zona e Korçës ishte, sipas Krisovoulit/Urdhërit të Vasilit Bullgarovrasësit, nën Mitropolinë e Kosturit, ndërsa nga 1030 deri më 1490 nën Episkopinë e Kolonjës dhe Devollit,  duke erdhur si rrjedhim i Episkopatës së Kosturit.
Episkopia e Korçës deri më 1670 i përkiste Kryepiskopatës së Ohrit dhe udhëhiqej prej saj. Gjatë këtij viti, siç përmend dhe kodi i shpëtuar i Mitropolisë së Korçës, i Ohrit Partheni i cili kishte origjinën nga ky qytet, ngriti në qytetin e tij Mitropoli. Nën juridiksionin e Mitropolisë së re u vendos dhe Episkopia e Devollit dhe Kolonjës, që u quajt “e Korçës dhe Selasforit”. Kjo Mitropoli që në momentin e ngritjes deri më 1767 duket shpesh sikur ajo është e pavarur si Mitropoli dhe herë sikur udhëhiqet nga pikëpamja administrative nga Kryepiskopi i Ahridhës (Ohrit).
Pas shpërbërjes së Kryepiskopatës së Ahridhës (1767), gjatë kohës që ishte Mitropolit i Korçës Gjenadhi (1766- 1779), Mitropolia e Korçës u vendos nën përkujdesjen e Patriarkanës Ikumenike me titullin “e Korçës dhe Selasforit”, duke zënë vëndin e 75-të në Fronet Mitropolike Ekumenike”. Ai që pasoi Gjenadhin, Mitropolti Joakim (1779-1790), për shkak të degradimit të qytetit Selasfor, vendosi titullin “i Korçës dhe Moskopolit”,  pasi Voskopoja e ndërtuar më 1338, ishte bërë gjatë qindvjeçarit të 18-të një qytet mjaft zyrtar dhe i lulëzuar, e cila lulëzimin e saj ja detyronte bujarisë së bijëve të saj në emigrim. Titulli “i Korçës dhe Moskopolit” u mbajt deri në  kohën e Mitropolitit të Korçës Joasaf i cili kishte origjinë nga Voskopoja (1798-1816), ndërsa që prej 1816 deri më 1828 u vendos në mënyrë të paligjshme nga Mitropoliti Meleti (1816-1828) titulli  “i Korçës Selasforit dhe Voskopojës”. Që prej Marsit 1828 deri në Maj të 1834 u bashkua Mitropolia e Korçës, Kryepiskopata e Pognianisë me qëndër të dytë Manastirin e Molivdhoskepastit.  Ky bashkim u bë gjatë kohës së Mitropolitit të Korçës Visarion, i cili u quajt i “Korçës dhe Pogonianisë”. Më 1835, me vendim sinodik të Patriarkanës Ekumenike, Qirili nga Veria u titullua “i Korçës dhe Përmetit”, ndërsa më 1885-ën u shtua sërish, me dëshirë të tij, nga Mitropoliti  Filothe titulli “i Korçës, Përmetit dhe Voskopojës”. Gjatë vitit 1875 në kohën e Mitropolitit Dhorothe u shtua në Mitropolinë e Korçës dhe Përmetit “fama”/titulli “fort të hirëshmit dhe eksarkut të Maqedonisë së Sipërme”, e cila u pjestua deri më 1916. Gjatë Janarit më 1902 Mitropolia e Korçës zuri vendin e 34 në rënditjen e Mitropolive të Patriarkanës Εkumenike në Sintagmation e saj.
Pas shpalljes së parregullt të autonomisë së Kishës Orthodhokse së Shqipërisë më (1929),  siç do të shohim dhe më poshtë, dhe të nënvlerësimit të Mitropolive të Epirit të V. nga Mitropoli në Episkopata, zona e Korçës drejtohej me epitropi nën Kryepiskopin e vetëshpallur Kryepiskop dhe Mitropolit i Tiranës dhe Durrësit Vissarion Xhuvani në konsensus me qeverinë Shqiptare.  Më vonë u vendos në fronin e Korçës e cila i ishte dhënë që prej 1923 Kishës Shqiptare, Episkopi i Sinadhës Kristofori. Më 3 Prill të 1937 kur dhe u njoh nga Patriarkana Ekumenike Autoqefalia e Kishës Orthodhokse Shqiptare, u zgjodh Episkop i kësaj murgu klerik Evllogjio Kurilla, i cili dhe udhëhoqi këtë zonë deri më 1939,  kur dhe u dëbua nga Italianët që kishin hyrë në Shqipëri, si një person që nuk kishte nënshtetësinë shqiptare.
Episkopët e Korçës
1.      Nimfoni (1390) i njohur nga mbishkrimi i kishës së Mborjes e vendosur në Veri – Perëndim të Korçës
2.     Gabriel (1572-1580)
3.     Zosimas (1600). Kryepiskopi i Ohrit i cili si drejtoin me një këshill dhe  Mitropolinë e Korçës
4.     Neofiti (1624). Është i njohur nga një udhëtim në Rusi më 1628-ën. Ka nënshkruar më 1624-ën letrën e Kryepiskopit Profir drejtuar Papës Urvanon të VIII (1623-1644).
5.     Mitrofani (1634)
6.     Partheni (1670 – 1676), nga Korça. Kryepiskop i cili drejtoi me Këshill dhe Episkopinë e Korçës.
7.     Makarios (1691-1693)
8.     Athanasi (1694-1696)
9.     Danieli (1696-1709), ish i Durrësit.
10. Joasaf (1709-1719) dhe si kryetar 1719-1745. Një klerik i njohur dhe i edukuar.  U lind në Moskopoli/Voskopojë më 1660. Ishte burrë dituridashës, me pamje madhështore, merrej me shumë gjëra në të njejtën kohë dhe tepër i zgjuar. Më 1706 u zgjodh Episkop i Prespës dhe më 4 Qershor 1709 u votua Mitropoliti i Korçës. Më 4 Shkurt 1719, u zgjodh Kryepiskop i Ohrit, duke udhëhequr me si kryetar dhe zonën e Korçës që prej 1719 deri më 1745. Gjatë kësaj kohe të gjatë si kryebari u kryen shumë vepra. Në përkujdesjen e tij esnafët e Voskopojës merrnin dhe dërgonin jashtë shtetit shumë të rinj, të cilët studionin filologji, teologji, mjekësi dhe të cilët kur ktheheshin punonin në dobi të vendit të tyre. I dedikoi Kishës së Madhe të Ohrit, mitrën e ndërtuar në Vjenë nga bashkëqytetarët e tij të talentuar të bërë prej argjendi dhe floriri dhe të zbukuruar me diamantë  dhe gurë të tjerë të çmuar. Kishte dhe vëlla tjetër, klerikun të quajtur Gjeorgjio, i cili mbante dhe ofiqin- gradën e ikonomit dhe të epitropit kishtar. Joasafi vdiq  më 22 Tetor të 1745 dhe u varros në Ohër.
11.   Gjerasimi i cili përmendet më 21 Maj të 1740-ës si i Korçës, por bëhet fjalë për ndihmës-Episkopin e Ohrit Joasaf
12. Grigori, i përmendur më 21 Maj të 1740 ës  si i Korçës, por bëhet fjalë për ndihmësin Episkopin e Joasafit.
13.  Nikifori (1746-1752)
14. Makarios (1752-1756)
15.  Danieli, i përmendur më 6 Mars (1759-1763) .
16. Dhionisi u bë Kryepiskop i Ohrit më 1752 dhe trashëgoi në fron Josifin. Më 1765 u bë Mitropolit i Korçës, siç mësojmë nga Veprimi Sinodik i Patrikut të Konstandinupojës Samuil (1763 – 1768). U zhvesh për shkak të shkelejeve të shumta të tij.
Mitropolitë të Korçës
1.      Gjenadhi (1766-1779)
2.     Joakim (1779 – 1790), ish murg.
3.     Konstandini (1790-1798).
4.     Joasaf (1798-1816), Moskopoliti dhe ish Mitropolit i Hariuopolit.
5.     Meleti (1816-1827), ish i Klaudiopolit. U zhvendos në Mitropolinë e Vodhenës.
6.     Viasarioni (1827-1835). U zhvendos  më 1835 në Mitropolinë e Prikonisës dhe më 1841 në Mitropolinë e Dhidhimotihos
7.     Qirilli (1835-1845). U lind në Veria të Maqedonisë. Pas vajtjes së tij në Konstandinupojë u vendos në shërbim të Patriarkanës, duke shërbyer si Kryedhiakon. Më 1835 u ngrit në detyrë dhe u vendos në Mitropolinë e Korçës. Më 1845 u transferua në Mitropolinë e Ganu dhe Horas. Fjeti në Prigjipo më 11 Janar të 1847.
8.     Neofiti (1845-1874), ish Mitropoliti i Andrianupolit, Epirit të V.
9.     Dhorothe Evelpidhi (1874 – 1875), Kisha e madhe duke e nderuar fort atë i dha famën nderuese “Fort të Hirëshmit dhe Eksarkut të Maqedonisë së Epërme” që u ruajt në Mitropolinë e Korçës deri më 1916. Për fat të keq ky Mitropolit më 8 Maj të 1875 u mbyt pasi e rrëmbyen ujrat e vrrullshme të Vjosës.
10. Dhorothe Hristidhi. U transferua në Mitropolinë e Ganou dhe Horas.
11.   Filothe Konstandinidhi (18885 -1893), ish i Ksanthit. U transferua në Mitropolinë e Dhidhimotihos.
12. Grigori (që prej 1-6 1893 – 15-06 1893), ish Mitropolit i Rodhos. U pushua.
13.  Anthimos Tsatsos (Cacos)  1893-1894. Jerark i lavdishëm që stolisi dhe Fronin e lavdishëm të Patriarkanës së Konstandinupojës (1895-1897). Kishte prejardhje nga Plisvitsi i Thesprotisë. Studioi në Janinë dhe në Shkollën Teologjike të Halkit. Shërbeu si profesor dhe predikues në Janinë. Udhëhoqi në mënyrë të pëlqyeshme nga Zoti Mitropolinë e Paramithisë (1865-1877), Enos (1887-1888), Korçës (1893-1894) , të Leros dhe Kalimnos (1894). Botoi më 1835, në Athinë, një libër të vogël apologjitik kundër racionalistit Renan dhe “Udhëzues Besimi” në dy vëllime, e cila përmblidhte një koleksion me predikime konstruktive. Anthimi dallohej për edukatën e tij të thellë teologjike, aftësimin e tij shkencor dhe enciklopedik dhe aftësinë e tij retorike të mrekullueshme. Vdiq në Sisli më 5 Dhjetor të 1913.
14. Krisanthos (1894-1895), ish i Leros dhe Kalimnit. Dha dorëhejen.
15.  Gjervasio Orologa (189-1902). Kishte prejardhjen nga Jumushane e zonës së Haldhias. Shërbeu në fillim si Protosingjelos i Fronit Ekumenik (1893), më pas Mitropoliti i Korçës dhe më pas i Janinës (1910-1916), ku dhe luajti një rol të rëndësishëm në çlirimin e Janinës nga Turqit (1913). Fjeti më 1916.
16. Fotios Kalpidhis (1902-1906). Kishte prejardhje nga Cagraki i Pondit. U lind më 1860. Studioi në Shkollën Teologjike të Halkit. Shërbeu si predikues i shenjtë dhe drejtor i shkollës greke të Qerasundës. Më pas shërbeu si nënsekretar (1893-1897) dhe kryesekretar (1902), në Sinodhin e Patriarkanës. U vendos më 1902 në Mitropolinë e Korçës e  cila vuante nga lloj – lloj organizatash antikombëtare ( si rumunofilët, Kucovllahët,   Komitetit Bullgar etj). Ishte shumë i sjellshëm dhe me zemër bujare, i rreptë në detyra. Historiani Geslor, pedagog në Universitetin e Ienës, në studimin e tij mbi Maqedoninë, lavdëron mençurinë, gjërësinë dhe zellin e tij fetar e kombëtar të Fotit. U vra egërsisht në një pusi pranë Moravdhicës më 9 Shtator 1906 për shkak të propagandës shqiptare dhe kucovllahe për aktivitetin e tij patriotik. Varimi i tij u mbajt më 13 Shtator të 1906  gjatë një zie totale.
17.  Gjervasios Sarasitit (1906- 1910), nga Pondi, ishi i Rodhopolit. Shkoi në Mitropolinë e Ankarasë dhe më pas në Mitropolinë e Aleksandrupolit.
18. Dhimitër Gjeorgjiadhi (1910) arkimandrit dhe profesor i Shkollës së Halkit (1899-1914). U zgjodh më 1910 Mitropolit i Korçës, por nuk pranoi këtë nder që ju bë. Vdiq më 1944 në Vjenë ku shërbente si kleri në kishën e Shën Gjergjit.
19. Gjermanos Anastasiadhis (1910 – 1916). U lind më 1870 në Shën Gjergjin e zonës së Dherkëve. Studioi në Shkollën Teologjike të Halkit. Shërbeu kryedhiakon i Mitropolisë së Korçës (1894), protosingjelos i Mitropolisë së Halkidonës (1897), ndihmës Episkop i Halkidonës nën titullin i Lefkës (1904), Mitropolit i Strimonicës (1908) dhe Mitropolit i Korçës (1910-1916). Pas pushtimit të Korçës nga Francezët (1916) ku dhe qëndroi deri në vitin 1921, duke mbajtur titullin i Korçës. Pas dorëheqjes drejtoi si mbikqyrës lokal zonën e Sisanit dhe Siatistës. Punoi i palodhur dhe si patriot  në zonën ku shërbeu si bari. Ofroi shërbime të mëdha në çështjen Kombëtare të Maqedonisë dhe për çështjen e Betejës Vorioepirote. Shërbeu si ministër gjatë periudhës së Qeverisë Autonome të Vorio Epirit me kryeministër Kristaq Zografon.
20.           Joakim Strumbi (1919), ish Episkop i Ardhamariut. Duke mos mundur që të shkonte në Episkopinë e Korçës, ku dhe u vendos, u transferua më 7 Tetor të 1924 në Mitropolinë e Karadhamilës.
21. Jakovi (1919-1921), Mitropoliti i Durrësit. Drejtoi si Eksark Patriarkal zonën e Korçës nga 20 Gushti 1916 deri në 8 Nëntor 1921, kur dhe u dëbua nga shqiptarët.
22.           Jerothe Jahotopoulos (1921), Episkop i Militupolit, me prejardhje nga Tsarisova. Drejtoi si Eksark Patriarkal zonën e Korçës. U dëbua nga froni për shkak të “grushtit” kishtar, përmbysjes së jashtligjshme të rendit kishtar.
23.Visarion Xhuvani (1929-1939). Drejtoi jo–kanonikisht dhe me këshill zonën e Korçës nga 1929 deri më 27 Maj 1936, kur dhe dha dorëheqjen pas presionit që i bëri helenizmi i Epirit të Veriut.
24.           Kristofor Kisi (1936-1937), nga Berati, ish Episkop i Sinadhon. Drejtoi jo-kanonikisht Kishën Shqiptare si Kryepiskop i Tiranës Durrësit dhe gjithë Shqipërisë.
25.Evlogjios Kurillas (1937-1939). U lind në Ziçisht të Korçës 1880. Studioi në Athoniadhë dhe në Shkollën “Megalu tou Gienous”= E Madhe të Jenus, të Patriarkanës, si dhe në Fakultetin Teologjik por dhe atë të Filozofisë së Universitetit të Athinës. Qëndroi si  murg në Manastirin e Lavrës të Malit të Shenjtë, ku dhe u quajt Lavriotis. Më 1908 shkoi në Maqedoni dhe zgjero aktivitetin e forcave andarte  dhe në zonën e Korçës. Më 1910 u dërgua për të mbledhur ndihma në Egjipt. Në Kajro themeloi komitetin greko-shqitar dhe bashkoi Shqiptarët në betejën kundër bullgarëve dhe turqve. Merrte pjesë në shoqata dhe komitete sekrete dhe mori pjesë në mënyrë aktive në çlirimin e atdheut të tij. Që prej 1915 deri më 1923 shërbeu në Athinë si profesor Gjimnazi, nga ku që më 1930 deri më 1931  shërbeu si kryembikqyrës në Malin e Shenjtë, ku dhe arriti që të rithemelonte shkollën Klerikale të Athoniadhës. Që prej 1935 deri më 1937 dha mësim në Universitetin e Thessalonikit. Më 1937 u bë Episkop i Korçës, ndërsa qëndroi atje deri më 1939, kur dhe u dëbua si i padëshiruar/nongrata dhe si person që nuk ka nënshtetësinë shqiptare. Që prej 1942 deri më 1949 ishte në detyrë si pedagog i Historisë së Lashtë Greke në Universitetin e Athinës. Vdiq më 21 Prill të 1961. Evlogjio ishte një shkrimtar tepër i edukuar, që botoi me dhjetra shkrime dhe studime unikale dhe të rëndësishme.
26.           Filotheu nga Himara.

Përktheu përgatiti për llogari të Pelasgos Koritsas.
T. B. Teolog


Φωτογραφίες από το Κώδικα Μητροπόλεως Κορυτσά του 1838. Ενδιαφέρων προκαλεί το γεγονός πως μέχρι το 1928 γραφόταν στα Ελληνικά μετά στα Αλβανικά αποδεικνύοντας έτσι ποια ήταν η επίσημη γλώσσα της εκκλησίας και ποια ήταν η γλώσσα που γνώρισαν καλύτερα οι κληρικοί και οι λαϊκοί της Μητροπόλεως. 
Fotografi nga Kodiku i Mitropolisë së Shenjtë Korçë 1838. Interesant është fakti historikë që Kodiku ndalon së shkruari në Greqisht vetëm në vitin 1928 duke vërtetuar më së miri se cila ishte gjuha kryesore që përdorej si nga klerikët ashtu dhe nga laikët në Mitropolinë e Korçës. Deri atëhere pra gjuha e dokumentave dhe arsimit në këtë Mitropoli ishte Greqishtja




Τετάρτη 2 Μαρτίου 2016

«Προπαγανδιστής» των Ράμα - Μέτα η Ελληνική Πρεσβεία στα Τίρανα!


DELTIO1


• Απίστευτο κι όμως αληθινό: Η Ελληνική Πρεσβεία στα Τίρανα, με επίσημη ανακοίνωσή της, «διαφημίζει» τις θέσεις της Αλβανικής Κυβέρνησης για το προσφυγικό σε σχέση με την Ελλάδα! 
Πρόκειται για πράξη που δεν τη χωρά ο νους Έλ­λη­να πολίτη και βεβαίως προκαλεί πολλούς συνειρμούς για το επίπεδο στο οποίο κινούνται οι Διπλωματικές μας Αρχές, ειδικά την περίοδο που διανύουμε. 
Η υπόθεση αφορά Δελτίο Τύπου που εξέδωσε με ημερομηνία 24 Φεβρουαρίου 2016, το Γραφείο Τύπου & Επικοινωνίας της Ελληνικής Πρεσβείας,  για τη 10η Ολομέλεια της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης Μεσογείου που έγινε στα Τίρανα το διήμερο 18 και 19 Φεβρουαρίου. Σε αυτή μετείχε   ελληνική αντιπροσωπεία αποτελούμενη από τρείς βουλευτές (Αυλωνίτου, Μπαλωμενάκη, Παπακώστα), τον Πρέσβη κ. Ροκανά και τη Σύμβουλο Επικοινωνίας της Πρεσβείας κ. Σερβιτζόγλου. 
 Στο Δελτίο Τύπου η Ελληνική Πρεσβεία, αναπαράγει αναλυτικά δηλώσεις και τοποθετήσεις του Αλβανού Πρωθυπουργού Έντι Ράμα και του Πρόεδρου της Βουλής Ιλίρ Μέτα, εν είδη Γραφείου Τύπου τους! Το περιεχόμενο των τοποθετήσεων των Ελλήνων βουλευτών και του Πρέσβη συμπυκνώνεται σε δύο σειρές, με τη γενικόλογη αναφορά ότι: «Η Ελληνική Αντιπροσωπεία έκανε επιτυχή παρέμβαση στον Προεδρεύοντα της ΚΣΜ προκειμένου να διασφαλιστεί στήριξη στις θέσεις της Ελληνικής κυβέρνησης»!

Αλληλεγγύη στα λόγια
Η Ελληνική Πρεσβεία «φροντίζει» να  μεταφέρει στους Έλληνες πολίτες- ασχολίαστες -  και μάλλον με θριαμβικό τρόπο- τις τοποθετήσεις Μέτα και Ράμα. Για τον μεν Μέτα, σημειώνει μεταξύ άλλων  ότι «εξέφρασε δις (!)την αλληλεγγύη του προς την Ελλάδα», στηρίζοντας τις θέσεις της Ελληνικής Κυβέρνησης,  υποστήριξε ότι επιβάλλεται μια «ευρωπαϊκή, συλλογική, ανθρωπιστική  λύση» και τάχθηκε  «υπέρ της ζώνης Σένγκεν». Σε άλλο σημείο αναφέρεται και στα λεχθέντα από τον Αλβανό Πρωθυπουργό Έντι Ράμα, για τον οποίο  αναφέρει ότι «εξέφρασε, επίσης, δύο (!) φορές κατά τον χαιρετισμό του προς την Ελλάδα και τόνισε ότι οι χώρες της Ε.Ε. και της Μεσογείου οφείλουν να φανούν αλληλέγγυες ως προς την Ελλάδα, Ιταλία και Τουρκία». Συνεχίζοντας η Πρεσβεία μας, επαναλαμβάνει και πάλι ότι οι κ. κ. Ράμα – Μέτα, «στις παρεμβάσεις τους έκαναν ιδιαίτερη αναφορά στις προσπάθειες που καταβάλλει η χώρα μας για την αντιμετώπιση θυμάτων προσφυγικών ροών και εξέφρασαν την πλήρη στήριξή τους στην Ελλάδα»!!!

Εκτός τόπου και χρόνου…
Μια τέτοια ανακοίνωση, πιστεύουμε ότι δεν θα εξέδιδε ούτε το Γραφείο Τύπου του Αλβανού Πρωθυπουργού και είναι αδιανόητο να εκδίδεται από Ελληνική Διπλωματική Αρχή του Εξωτερικού, με τον αυτάρεσκο χαρακτηρισμό «περί επιτυχούς παρέμβασης της Ελληνικής Αντιπροσωπείας». 
Ακόμη και αν είναι επίδειξη δημοσίων σχέσεων, τέτοιου είδους αναφορές και συμπεράσματα από Ελληνική Πρεσβεία, σε μια χρονική περίοδο που διαδραματίζονται δραματικά γεγονότα και λαμβάνουν χώρα διεθνείς πολιτικές εξελίξεις με στόχο την Ελλάδα, είναι απαράδεκτες και εθνικά επιζήμιες. Δεν γνωρίζουμε τι είδους παρέμβαση έκανε η Ελληνική Αντιπροσωπεία (βλέπετε η …πρεμούρα του Γραφείου Τύπου της Πρεσβείας μας ήταν να μεταφέρει τις θέσεις Μέτα- Ράμα), αλλά δεν φανταζόμαστε ότι οι τρεις βουλευτές    παρέμειναν αμίλητοι στην κοροϊδία των Αλβανών πολιτικών.

Αντέδρασαν;
Εκείνο που θα περίμενε κανείς από την Ελληνική Αντιπροσωπεία είναι να αναδείξουν την αναντιστοιχία λόγων και πράξεων των Αλβανών κορυφαίων πολιτικών. Να επισημάνουν δηλ.  ότι οι θέσεις των Ράμα- Μέτα είναι άνευ αντικειμένου. Να αντιληφθούν ότι τους κοροϊδεύουν κατάμουτρα και μαζί με αυτούς τον Ελληνικό λαό, όταν εξέφραζαν  την «πλήρη στήριξή τους προς την Ελλάδα» και λίγα 24ωρα αργότερα συμμετείχαν στην «παρασυνδιάσκεψη» της Βιέννης, όπου καθοριζόταν σκληρή γραμμή και κλείσιμο των συνόρων με την Ελλάδα. 
Θα ήταν χρήσιμο επίσης να γνωρίζαμε αν και κατά πόσο έθεσαν το ζήτημα λειτουργίας Κέντρων Φιλοξενίας Προσφύγων στις περιοχές της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, καταστρατηγώντας τις διεθνείς συνθήκες. Από ότι προκύπτει από την επίσημη- επαναλαμβάνουμε- ανακοίνωση της Ελληνικής Πρεσβείας, τίποτε από αυτά δεν τέθηκε και φυσικά ούτε λόγος για αντίδραση ή ακόμη και αποχώρηση της Αντιπροσωπείας από τις εργασίες της Συνέλευσης, ώστε να δοθεί επιτέλους και ένα μήνυμα προς τους γείτονες, ότι δεν μπορεί να συνεχίζουν χρόνια τώρα την ίδια τακτική του «καρότου», όταν θέλουν να πάρουν από την Ελλάδα και του «μαστιγίου» όταν πρόκειται να προχωρήσουν τα ανθελληνικά τους σχέδια.

Εκ των υστέρων ενημέρωση
Η Ελληνική Αντιπροσωπεία, όπως ενημερώνει στην ίδια ανακοίνωσή της η Ελληνική Πρεσβεία, μετά το πέρας εργασιών της Συνέλευσης, ενημερώθηκε για ζητήματα της Ελληνικής Ομογένειας από το βουλευτή και Πρόεδρο του ΚΕΑΔ κ. Ευάγγελο Ντούλε και τον Πρόεδρο της «ΟΜΟΝΟΙΑΣ» κ. Λεωνίδα Παππά. Περαιτέρω πληροφορίες δεν παρατίθενται στην ανακοίνωση, αλλά ακόμη και αν τέθηκαν όλοι οι προβληματισμοί που υπάρχουν για την πολιτική που ασκεί σε βάρος της Ελληνικής Μειονότητας η Αλβανική κυβέρνηση, ήταν πολύ αργά για να τεθούν ενώπιον της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης και να ζητηθούν εξηγήσεις από τον Αλβανό πρωθυπουργό. 
 Εκτός από τις… ευχές και τις ...διπλές δηλώσεις συμπαράστασης που εισέπραξε η Ελληνική Αντιπροσωπεία,  τιμητική διάκριση απονεμήθηκε στο Δήμαρχο Λέσβου κ. Γαληνό, για τις προσπάθειες που καταβάλλει ο Δήμος για την αντιμετώπιση των προσφυγικών ροών.

Νέα ήθη...
Το περιεχόμενο της ανακοίνωσης και κυρίως το πνεύμα που τη διακατέχει προκαλεί προβληματισμό για τον τρόπο που ενεργούν οι Διπλωματικές Αρχές μας στη γειτονική Αλβανία και οι οποίες δείχνουν να κινούνται σε άλλο μήκος κύματος από την πραγματικότητα και φυσικά να εκφέρουν νέα ήθη.  Εκτός και αν κινούνται στη βάση πολιτικών κατευθύνσεων που τους έχουν δοθεί από τη συγκυβέρνηση Τσίπρα- Καμμένου, που οδηγούν όμως σε έναν εθνικό κατήφορο….

Τρίτη 1 Μαρτίου 2016

Η Ελλάδα είναι ο τρίτος εμπορικός εταίρος της Αλβανίας



Η Ελλάδα σήμερα είναι ο τρίτος εμπορικός εταίρος της Αλβανίας. Το εμπόριο με την Ελλάδα κατά τον πρώτο μήνα του 2016 ανήλθε στο ποσοστό του 6, 4 % του συνολικού εμπορίου της χώρας.
 

Μέχρι το 2009, εκτός από την Ιταλία, τα κύρια προϊόντα και οι υπηρεσίες που κυκλοφορούσαν στην Αλβανία ήταν ελληνικής προέλευσης.


Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Ινστιτούτου Στατιστικής (INSTAT) οι εισαγωγές αγαθών από την Ελλάδα στην Αλβανία τον Ιανουάριο του 2016 αντιπροσώπευαν 2.594 εκατομμύρια λέκ, ενώ πριν από ένα χρόνο (2015) εισήχθησαν 2.696 προϊόντα αξίας εκατομμύρια λέκ.


Η αξία των προϊόντων που εισάγονται από τη γειτονική χώρα είναι κυρίως «τρόφιμα, ποτά  και καπνός» αξίας 950 εκατομμύρια λεκ και ακολουθούν  τα ‘χημικά και πλαστικά’ αξίας 400 εκατομμυρίων λεκ.


Ενώ, οι εξαγωγές προς την Ελλάδα κατά την ίδια περίοδο σημείωσαν μια μικρή αύξηση. Τα δεδομένα αναφέρουν ότι οι αλβανικές εξαγωγές προς την Ελλάδα υπολογίζονται σε 674 εκατομμύρια λέκ. Τον Ιανουάριο του 2015 οι εξαγωγές προς την Ελλάδα ανήλθαν στα 572 εκατ. λέκ, όπως σημειώνει το αλβανικό πρακτορείο ειδήσεων. 

--

Επιτυχημένη εκδήλωση για το Βορειοηπειρωτικό - βραβεύσεις πρώην φυλακισθέντων

Επιτυχημένη εκδήλωση για το Βορειοηπειρωτικό - βραβεύσεις πρώην φυλακισθέντων
Πραγματοποιήθηκε με πολλή μεγάλη επιτυχία η αγωνιστική εκδήλωση «Σεβαστιανός και Β. Ήπειρος» που συνδιοργάνωσε η Ι.Μ. Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς με τη ΣΦΕΒΑ. Το πολυδύναμο εκκλησιαστικό κέντρο της Μητρόπολης Καλαμαριάς αποδείχθηκε  μικρό για τον κόσμο που συνέρευσε.
Την εκδήλωση άνοιξε η χορωδία της Μητροπόλεως με τραγούδια και ύμνους για τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και τον άγιο Παίσιο, συνδέοντας τους ακροατές με τον εθανοπόστολο της  Βορείου Ηπείρου και τον νέο άγιο του ελληνισμού που πέρασε την παιδική και νεανική του ηλικία στην Κόνιτσα 
Στη συνέχεια, ο κύριος ομιλητής Σεβ. Μητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης και πρόεδρος του ΠΑΣΥΒΑ κ. Ανδρέας ανέπτυξε σύντομα σε μία ομιλία γεμάτη παλμό την ιστορία του Βορειοηπειρωτικού, την κατάφωρη αδικία εις βάρος της Πατρίδας μας στο εθνικό αυτό θέμα, τον ιστορικό ρόλο του Σεβαστιανού που νεκρανάστησε το ζήτημα, την τρέχουσα κατάσταση και τον αγώνα των Βορειοηπειρωτών σήμερα.
Αμέσως μετά, σε μία συγκινητική τελετήη βραβεύτηκαν οι Βορειοηπειρώτες αγωνιστές και φυλακισθέντες επί δεκαετίες κατά το καθεστώς του Χότζα κ. Οδυσσέας Τσώλος από το Πωγώνι και κ. Σταύρος Γκούτζιος από Δερβιτσάνη, τους οποίους  προλόγισε ο Κ. Κυριακού, ένας από τους 5 φυλακισμένους  της  περίφημης δίκης των «5 της ΟΜΟΝΟΙΑΣ» το 1994 , φυλακισμένος και ο ίδιος επί χρόνια στις φυλακές του Σπάτς.
Στο τέλος, η χορωδία της Χριστιανικής Φοιτητικής Δράσης τραγούδησε αγωνιστικά τραγούδια της ΣΦΕΒΑ ξεσηκώνοντας το κοινό.
Την εκδήλωση έκλεισε ο Μητροπολίτης Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος ως οικοδεσπότης, ο οποίος αφού θυμήθηκε την προσφορά του πνευματικού του πατέρα μητροπολίτη Αυγουστίνου Καντιώτου στο βορειοηπειρωτικό ζήτημα τόνισε την ανάγκη αγωνιστικού φρονήματος και επεσήμανε την ευθύνη της πολιτείας για την αδράνεια και αδιαφορία που επιδείχθηκε στο εθνικό μας αυτό ζήτημα.
ΣΦΕΒΑ, 28/2/2016
Επιτυχημένη εκδήλωση για το Βορειοηπειρωτικό - βραβεύσεις πρώην φυλακισθέντων