Το Αργυρούν Ιωβηλαίο του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου - Jubileu i argjentë i Kryepiskopit Anastas
| 
   
Το Αργυρούν Ιωβηλαίο του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου 
Ξεκινούσα με καρδιά βαριά και νου σκοτεινιασμένο. «Θα πάω μόνο για
  χατίρι Του», είπα μέσα μου, «και θα αποχωρήσω αμέσως». Όσες φορές έχει τύχει
  να αισθάνομαι εγκλωβισμένη σε μια δύσκολη κατάσταση, επαναλαμβάνω πάντα την
  ίδια ιαματική σκέψη, όπως ακριβώς οι μοναχοί λένε την προσευχή τους
  κόμπο-κόμπο με το κομποσκοίνι. «Σκύψε το κεφάλι και δούλευε, χωρίς να κοιτάς
  ούτε δεξιά, ούτε αριστερά». 
Ήδη από τον προαύλιο χώρο του Καθεδρικού Ναού της Αναστάσεως του
  Χριστού τα πρόσωπα των πιστών, μου έφεραν στο μυαλό, τα λόγια προ δεκαετίας
  ενός φίλου πολύ αγαπημένου. «Όταν δεν είμαι καλά, κατεβαίνω στον δρόμο και
  περπατάω πάνω-κάτω στο κέντρο της Αθήνας. Κοιτάζω τα πρόσωπα όλων αυτών των
  ανθρώπων και διερωτώμαι, ποιος είμαι εγώ που έχω δικαίωμα να πονάω;» 
Τα πράγματα άρχισαν να γίνονται ένα γύρο καλύτερα στο εσωτερικό του
  Ναού, καθώς αντίκριζα σιγά-σιγά τις πρώτες οικείες φυσιογνωμίες. Και μετά
  σχεδόν άθελά μου το θέαμα της πανηγυρικής Θείας Λειτουργίας στην οποία
  συλλειτουργούσαν όλα τα μέλη της Ιεράς Συνόδου και οι ιερείς που είχε
  χειροτονήσει ο Αναστάσιος από τα πρώτα χρόνια, με συνεπήρε. Κληρικοί και
  πιστοί είχαν συρρεύσει από όλες τις Ορθόδοξες Μητροπόλεις της αλβανικής
  επικράτειας. 
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας, και μόνο αφού ο Μητροπολίτης
  Κορυτσάς, Ιωάννης, εξήρε τον ρόλο του Αρχιεπισκόπου Αναστάσιου ως
  αναντικατάστατο στην ανασυγκρότηση της Ορθόδοξης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της
  Αλβανίας, ο Αναστάσιος πήρε τον λόγο και η μαγεία άρχισε. Η ίδια πάντοτε
  μειλιχιότητα, η ίδια ευπροσηγορία, γλυκυθυμία, ογκολιθική συγκρότηση,
  εγκαρτέρηση, η ίδια γνήσια συγκίνηση για όσα επετεύχθησαν. Ο Αρχιεπίσκοπος
  Αναστάσιος διαθέτει μία ακτινοβολία εσωτερική, διαμορφώνει τον χώρο, τον
  επηρεάζει. 
«Δεν είναι η γιορτή ενός προσώπου, είναι η γιορτή μιας Εκκλησίας. Η
  ανασύσταση, η ανάσταση μιας Εκκλησίας. O Θεός είναι ένας Θεός
  εκπλήξεων, εκπλήξεων αγάπης. Ο Θεός εκπλήξεων επιφυλάσσει τα θαύματά του με
  τρόπο που  το μυαλό του ανθρώπου δεν τα
  συλλαμβάνει. Ο Θεός έδωσε πνοή ζωής σε ένα τόπο που φαινόταν εντελώς
  λησμονημένος. Ο Θεός το λίγο το πολλαπλασιάζει, και δίνει μια εκπληκτική
  καρποφορία εκεί όπου όλα φαίνονται δύσκολα. Ο Θεός μας χαρίζει περισσότερα
  από όσα μπορούμε να σκεφτούμε ή να φανταστούμε. 
Όλη αυτή η προσπάθεια δεν σχετίζεται με ένα μόνο πρόσωπο το οποίο
  ασφαλώς έφερε την ευθύνη, αλλά με πληθώρα εξαιρετικών προσώπων, εκλεκτών
  συνεργατών εν Κυρίω οι οποίοι με θυσία προσφέρουν μέσα σ αυτήν την διακονία
  της Εκκλησίας. Πάντα θα θυμάμαι τον καθένα ξεχωριστά. 
Όπως ο Απόστολος Παύλος έλεγε στην Επιστολή του προς Θεσσαλονικείς,
  αδιάκοπα σκεφτόμαστε το έργο της πίστεως και τον κόπο της αγάπης και την
  υπομονή της ελπίδος των εκλεκτών συνεργατών αυτήν την στιγμή που δοξάζουμε
  όλοι τον Θεό. Τα εικοσιπέντε έτη δεν είναι μια γιορτή επετείου αναμνήσεων,
  αλλά μια αφετηρία για καινούργιες προσπάθειες. 
Κοιτάξτε, το μυστικό παραμένει πάντοτε. Όσο περισσότερο αγαπούμε
  Αυτόν ο οποίος είναι η ένσαρκος αγάπη, τότε θα βλέπουμε στην ζωή μας και την
  ζωή της Εκκλησίας μας θαύματα. Αυτός που είναι η απόλυτη αλήθεια, η
  ενσαρκωμένη αγάπη, το άπειρο κάλος, ας ευλογεί και ας οδηγεί την Εκκλησία μας
  στα επόμενα βήματα». 
-Έχει πάρα πολύ κόσμο, καίτοι είναι διακοπές, Αύγουστος, καύσωνας,
  είπα κατάπληκτη με το πέρας της ομιλίας, όταν το εκκλησίασμα άρχισε να
  ζωηρεύει. 
-Και Τετάρτη. Θέλαμε να κάνουμε πιο πολλά, αλλά δεν ήθελε, δεν μας
  άφησε, συμπλήρωσε το αγαπημένο πνευματοπαίδι του Αρχιεπισκόπου, που το
  κέρδισε η πολιτική, και κατευθυνθήκαμε στην αίθουσα όπου θα προσφερόταν
  καφές. 
-Καλώς την! 
-Χρονιά πολλά, ψέλλισα. 
-Χρόνια καλά να είναι, υπογράμμισε με τον τόνο της φωνής του ο
  Μακαριώτατος, και η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από τις δυσκολίες της χώρας.
  «Τα άλλα μέρη είναι κοσμικότητες. Εδώ είναι το κρίσιμο πόστο, στα χαρακώματα.
  Όλοι έρχονται δύσθυμοι, αλλά πάντα τους λέω ότι όταν έρθει η ώρα να φύγετε,
  θα κλαίτε». 
Αντί χαιρετισμού, όταν σηκώθηκε για να κατευθυνθεί προς την αίθουσα
  του Πολιτιστικού Κέντρου, η οποία βρίσκεται ακριβώς κάτω από τον Ναό της
  Αρχιεπισκοπής, και στην οποία θα ακολουθούσε πολιτιστική εκδήλωση προς τιμήν
  Του, με ένα ολόγιομο χαμόγελο είπε «Το καλό είναι ότι έχουμε από όλους,
  γέρους, νέους και παιδιά». Η αρχιτεκτονική του Συγκροτήματος της
  Αρχιεπισκοπής αντανακλά την πίστη του ποιμένα της. «Αυτή η Εκκλησία δεν είναι
  μια κλειστή λέσχη για τους σεσωσμένους, αλλά μια ανοικτή κοινότητα των
  ανθρώπων, ένας ανοικτός πολιτισμός». 
 Όταν το 1992, πριν από
  εικοσιπέντε έτη, σε ηλικία εξήντα δύο ετών, ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος μετά
  από τις ιεραποστολές στην Μαύρη Ήπειρο, ανέλαβε να αναστηλώσει την Ορθοδοξία
  στην Αλβανία, ήρθε αντιμέτωπος με πλήρη διάλυση. «Εάν στην Αφρική έπρεπε να
  εργαστούμε από τον μηδέν, εδώ στην Αλβανία ξεκινήσαμε από το μείον» συνηθίζει
  να λέει. «Από το 1944 ξεκίνησε ο διωγμός της θρησκείας σε όλα τα πρώην
  κομμουνιστικά καθεστώτα, αλλά στην Αλβανία το 1967 προέβησαν σε κάτι πιο
  ολοκληρωτικό, την απαγόρευση βάσει Συντάγματος κάθε θρησκευτικής
  έκφρασης.  Η Εκκλησία είχε καταρρεύσει
  ολοσχερώς». 
Η εορταστική εκδήλωση ξεκίνησε με την προβολή ντοκιμαντέρ από τα
  πρώτα πέντε έτη της δράσης του Αρχιεπισκόπου. Στις απομακρυσμένες περιοχές
  και τα χωριά, κυρίως τα ελληνοαλβανικά σύνορα, υπήρχαν μόνο κατεστραμμένες
  εκκλησίες, και παντελής έλλειψη οδικού δικτύου, παροχής νερού και ρεύματος.
  «Η κατάσταση ήταν τραγική. Όλη η περιοχή ήταν διάσπαρτη με πολυβολεία.
  Εκείνοι που τα δημιούργησαν έστελναν το μήνυμα ότι υπάρχει φόβος. Είμαστε υπό
  απειλή. Και το έκαναν αυτό για να ελέγχουν τον λαό. Έπρεπε να εκφράσουμε την
  αγάπη μας και την συμπαράστασή μας σε αυτούς τους ανθρώπους. Δεν μπορούσα να
  πάω να κάνω το κήρυγμα και να έφευγα έτσι». Πράγματι στα συσσίτια και τις
  διανομές ειδών πρώτης ανάγκης, τα αγαθά μοιράζονταν σε όλους ανεξαιρέτως
  καταγωγής, εθνότητας, θρησκεύματος. 
Όταν το 1999 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος επισκέφθηκε την
  Αλβανία, χαρακτήρισε ως «θαύμα» το ανθρωπιστικό και κοινωνικό έργο του
  Αναστάσιου, ενώ για τον ίδιο είχε πει «Ο Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος είναι το
  δώρο του Θεού πάνω στην γη». «Από μακριά δεν είναι τόσο απλό να γίνονται
  καταληπτές οι σύνθετες πτυχές της αλβανικής ιδιοσυγκρασίας και
  πραγματικότητας», είχε αρκεστεί να διευκρινίσει ο Μακαριώτατος για τις
  δυσκολίες που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της επταετούς αρχιερατείας του. 
Ύστερα από χρόνια μαρτυρίου, στην Αλβανία ανέτειλε μία νέα αποστολική
  περίοδος. Ο Αρχιεπίσκοπος έκτισε ορφανοτροφεία, νηπιαγωγεία, σχολεία, σχολές.
  Ίδρυσε πρότυπες κλινικές και σύγχρονα ιατρικά διαγνωστικά κέντρα. Αναστήλωσε
  Ναούς και Μονές, προσέφερε έργα υποδομής, φτιάχνει υδραγωγεία, υδροηλεκτρικά
  εργοστάσια. Το 1999 με την κρίση του Κοσσυφοπεδίου, η Ορθόδοξη Εκκλησία της
  Αλβανίας φιλοξένησε 33.000 πρόσφυγες σε δικούς της καταυλισμούς, προσφέροντας
  ρούχα, τρόφιμα, ιατρική βοήθεια. 
Στο Κονσέρτο συμμετείχαν σύλλογοι από όλες τις Μητροπόλεις, τα
  Εκκλησιαστικό Λύκεια, τα αλβανοελληνικά Σχολεία της Εκκλησίας, το
  Ορφανοτροφείο της Μονής του Αγίου Βλάσιου στο Δυρράχιο. Μαθητές από την
  Κορυτσά, το Αργυρόκαστρο, τον Μεσοπόταμο, το Λιπμράζ, την Σπαθία, το Φίερι,
  το Μπεράτι, ερμήνευσαν τραγούδια και παρουσίασαν παραδοσιακούς χορούς. Ο
  ενθουσιασμός και η ευγνωμοσύνη των νέων, συγκλόνισαν τον Μακαριώτατο, ο
  οποίος σαν παιδί καυχιόταν εν Κυρίω: «Πείτε μου, έχετε δει ποτέ να κάνουν
  τέτοια εκδήλωση για άλλον Αρχιεπίσκοπο;» 
Ο Αναστάσιος όταν μιλάει για κάποιον, μιλάει πάντοτε σαν να είναι
  οιονεί παρών στο δωμάτιο. Μια φορά που πήγε η μητέρα μου να τον χαιρετίσει σε
  μια εκδήλωση, της είπε με περισσή εγκαρδιότητα: «Έχουμε καιρό να σας δούμε».
  «Έχω και την άλλη μου κόρη στην Θεσσαλονίκη», έσπευσε εκείνη να
  δικαιολογηθεί. «Αυτά τα παιδιά σας χρειάζονται περισσότερο. Εδώ είναι το
  σύνορο, το όριο». 
Ο Μακαριώτατος είναι η κοινωνία, ότι σε κάνει να κοινωνείς. Κάποια
  στιγμή που ήρθε λάθρα να καθίσει για λίγο στο τραπέζι μας, στην τραπεζαρία
  που προσέφεραν κριτσίνια και καφέ, ο Χρήστος 
  ο Παπανικολάου, ο ζωγράφος της Αρχιεπισκοπής που αγιογραφεί το
  Παρεκκλήσιο του Καθεδρικού, είπα αυθόρμητα σε κοινή μας φίλη. «Όταν ήμουν
  μικρή τα βράδια έκλαιγα, γιατί αγαπούσα ένα μικρό λούτρινο σκυλάκι που μου
  είχε φέρει ο πατέρας μου από την Γερμανία και κοιμόμουν πάντοτε μαζί του, πιο
  πολύ από τον Θεό. Τον ίδιο συναίσθημα με κατέλαβε εξαπίνης όπως τρύπωσε ο
  Χρήστος δίπλα μας. Πειράζει που τον αγαπάω πιο πολύ από τον Αρχιεπίσκοπο;»
  «Είδες πως βιώνουν την αγάπη τα παιδιά;» απάντησε με πλήρη συναίσθηση εκείνη.
  Ο Χρήστος είναι εκείνος που μας φέρνει όλους κοντά, που θα μας μαζέψει, θα
  τρέξει για τον καθένα, θα είναι εκεί για οιονδήποτε έχει ανάγκη. Είναι
  εκείνος που διδάσκει την αλληλοπεριχώρηση. 
«Οι μεγαλύτερες δυσκολίες είναι από το περιβάλλον σου», έχει
  εξομολογηθεί ο Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας. «Το μεγάλο
  πρόβλημα είναι οι δυσκολίες οι οποίες έρχονται από το στενό σου περιβάλλον
  και οι οποίες μπορεί να σε οδηγήσουν σε κάμψη, σε απογοήτευση. Από εκεί που
  περιμένεις μια βοήθεια δεν έρχεται, έρχεται το αντίθετο ή από εκεί που έχεις
  βοηθήσει έρχεται η αγνωμοσύνη. Όλα αυτά κουράζουν. Αλλά, όλα αυτά ωριμάζουν
  τους ανθρώπους. Η ελευθερία από την πικρία, την αγανάκτηση και το παράπονο
  είναι πολύ ουσιαστικές μορφές ελευθερίας. Πρέπει να είμαστε ελεύθεροι και από
  την απαίτηση ευγνωμοσύνης απέναντι στον άλλο. Να προσφέρουμε την ευχαριστία
  μας αλλά να μην έχουμε την απαίτηση να μας δίνουν ευγνωμοσύνη. Να μην
  φανταζόμαστε ότι από παντού θα έχουμε κοινή αποδοχή. Υπάρχουν άνθρωποι που
  μας παρεξηγούν. Σχολιάζουν δυσμενώς και αυτά μας πικραίνουν». 
Κάτω από τον καυτό ήλιο, είχε πια μεσημεριάσει, και με ένα καυσαέριο
  που σε ζάλιζε ως εάν εισέπνεες αναθυμιάσεις, στενός συνεργάτης και φίλος του
  Αρχιεπισκόπου μου εκμυστηρευόταν. «To χέρι του Θεού είναι
  παντού να μας ανοίγει δρόμους. Εμείς οφείλουμε να τους αναγνωρίζουμε. Η
  εκδήλωση μου θύμισε εκείνες που γίνονταν στην Ελλάδα την δεκαετία του ΄50 και
  του ΄60. Τότε που υπήρχαν πρόσωπα που ενέπνεαν και ενθουσίαζαν. Όταν είχα
  επιστρέψει στην Ελλάδα το ΄85 από τις σπουδές μου στην Αμερική, και
  συναντούσα κάποιον γνωστό στο δρόμο ο χαιρετισμός ήταν “Να περνάς καλά”. Τι
  πάει να πει να περνάς καλά; Το παν είναι η κοινωνία, να σκέφτεσαι τον άλλον,
  μέσα στο ζευγάρι, την οικογένεια, την εργασία. Η μητέρα μου έλεγε ότι το να
  αγνοείς τον άλλον είναι το πιο αντίχρηστο πράγμα». 
Φεύγοντας, ανέβαινα τα εξωτερικά σκαλιά από το Πολιτιστικό Κέντρο με
  ανάλαφρο βήμα, και ψυχή αναπτερωμένη, «ξεφορεμένη», σαν την εικόνα του
  Μακαριώτατου απεκδυσάμενου τα ιερατικά άμφια, που πιο πολύ αγαπώ. Μπροστά από
  τον Καθεδρικό Ναό, τα σχολεία, οι όμιλοι, φωτογραφίζονταν προς ανάμνησιν της
  ημέρας που το ποίμνιο εόρτασε τα εικοσιπέντε έτη της Ενθρόνισης του
  Αναστάσιου στις 2 Αυγούστου 1992, ως Αρχιεπισκόπου Τιράνων, Δυρραχίου και
  πάσης Αλβανίας. 
Εις πολλά έτη Δέσποτα! 
 | 
  
   
Jubileu i argjentë i Kryepiskopit Anastas 
U nisa me zemër të rëndë dhe
  mendje të errët. “Do të shkoj vetëm për hatrin e Tij” thashë, “dhe do të
  largohem menjëherë”. Sa herë më ka ndodhur që të ndjehem e izoluar në një
  gjendje të vështirë, përsëris gjithmonë të njejtin mendim shërues, ashtu si
  murgjit thonë lutjen kotkë-kotkë me komboskin. “Ul kokën dhe puno, pa parë as
  djathtas, as majtas”.  
Që në oborr të Kishës Katedrale
  të Ngjalljes së Krishtit fytyrat e besimtarëve, më sollën në mendje, fjalët e
  një miku tim të dashur që mi tha para një dhjetëvjeçari.  “Kur nuk jam mirë, zbres në rrugë dhe ec sa
  lart-poshtë në qëndër të Athinës. Shikoj fytyrat e të gjithë atyre njerëzve
  dhe pyes veten, kush jamë unë dhe kam të drejtën të kem dhimbje?” 
Gjërat filluan që të bëhen disi
  më mirë nga ambjenti i brendshëm i Kishës, pasi shikoja me ngadalë fytyrat e
  para të njohura. Dhe më pas, pothuajse padashje imazhi i Meshës Hyjnore
  panigjirke në të cilën merrnin pjesë të gjithë anëtarët e Sinodhit të shenjtë
  dhe klerikët që kishte dorëzuar Anastasi që në vitet e para, më rrëmbeu.
  Klerikët dhe besimtarët kishin erdhur nga të gjitha Mitropolitë Orthodhokse
  të Shqipërisë  
Në fund të Meshës Hyjnore, dhe
  vetëm pasi Mitropoliti i Korçës Joani, vlerësoi rolin e Kryepiskopit Anastas
  si të pasvendësueshëm në riorganizimin e Kishës Orthodhokse Autoqefale të
  Shqipërisë, Anastasi mori fjalën dhe magjia filloi.  Gjithmonë e njejta butësi, dashamirësi, ëmbëlsi
  i njejti konstrukt , durim, i njejti mallëngjim origjinal për të gjitha ato
  sa u arritën. Kryepiskopi Anastas disponon një rrezatim të brendshëm, krijon
  një ambient dhe ndikon mbi të.  
“Nuk është festa e një personi,
  është festa e një Kishe. Ringritja, ngjallja e një Kishe. Zoti është një Zot
  surprizash, surprizash dashurie. Zoti i surprizave  ruan mrekullitë e tij në mënyrë të tillë që
  mendja e njeriut nuk e koncepton dot. Zoti i dha frymë jete një vendi që dukej
  plotësisht i harruar. Zoti  të paktën e
  shumëzon , dhe jep fruta pafund, atje ku të gjitha duken të vështira. Zoti
  falë më tepër nga sa ne mund të mendojmë apo të imagjinojmë.  
E gjithë kjo përpjekje nuk ka
  lidhje vetëm me personin të cilin me siguri mbante përgjegjësi, por me një
  grup personash të shkëlqyer , bashkëpunëtorë të zgjedhur më Zotin të cilët me
  sakrificë ofrojnë në këtë dhiakoni të Kishës. Gjithmonë do të  mbaj mend secilin në veçanti.  
Por ashtu si Apostull Pavlli
  thoshte në Letrën e tij drejtuar Thessalonikasve, mendojmë pandalim veprën e
  besimit dhe mundin e dashurisë dhe durimin e shpresës  të bashkëpunëtorëve të zgjedhur në këto
  momente kur të gjithë së bashku lavdërojmë Zotin. 25 vitet nuk janë një festë
  kujtimesh, por një pikënisje për përpjekje të reja.  
Shikoni, misteri mbetet
  gjithmonë. Sa më tepër do të duam Atë i cili është trupëzimi i dashurisë,
  atëhere do të shohim në jetën tonë dhe në jetën e Kishës sonë mrekulli. Ai që
  është e vërteta absolute, dashuria e trupëzuar, bukuria e pafundme, le të
  bekojë dhe të udhëzojë Kishën tonë në hapat që pasojnë”.  
-        
  Ka shumë njerëz, mgjth se
  periudhë pushimesh, Gusht, temperaturat e larta, thashë e çuditur me mbarimin
  e fjalës, kur dhe besimtarët filluan të dëgjoheshin pak.  
-        
  Dhe e Mërkurë. Donim të bënim
  më shumë, por nuk donte, nuk na la, tha biri shpirtëror i Kryepiskopit, të
  cilin e fitoi politika, dhe u drejtua nga salla ku do të ofrohej kafeja.  
-        
  Mirëseardhe 
-        
  Për shumë vjet, belbëzova 
-        
  Vite të mira të jenë,
  nënvizoi me theksin e zërit të tij Fortlumturia dhe biseda u vërtit rreth
  vështirësive të vendit. “Vendet e tjera janë laicitete. Këtu është posti
  kritik, në front. Të gjithë vijnë të zymtë, por gjithmonë ju them se kur të
  vijë çasti për tu larguar do të qani. “ 
Në vend të
  përshëndetjes, kur u largua për të shkuar nga salla e Qëndrës Kulturore, e
  cila ndodhet pikërishte nën Kishën e Kryepiskopatës, dhe në të cilën pas pak
  do të kishte një shfaqje kulturore për nder të Tij, me një buzëqeshje të
  çiltër tha: “E mira është që kemi nga të gjithë, pleq, të rinjë dhe fëmijë”.
  Arkitektura e Kompleksit të Kryepiskopatës reflekton besimin e bariut të saj.
   
“Kjo Kishë nuk është
  një klub i mbyllur për të shpëtuarit, por një komunitet i hapur njerëzish,
  një kulturë e hapur”.  
Kur në vitin 1992,
  para 25 vjetësh, në moshën 62 vjeçare, Kryepiskopi Anastas pas vepërs së tij
  misionare në Kontinentin e Zi, mori përsipër që të rindërtojë Orthodhoksinë
  në Shqipëri, u gjend përballë me një shpërbërje totale. “Nëse në Afrikë do të
  duhej të punonim nga zeroja, këtu në Shqipëri filluam nga minusi” thotë
  zakonisht. “Nga 1944 filloi përndjekja e fesë në të gjitha ish rregjimet
  komuniste, por në Shqipëri më 1967-ën kryen diçka më totalitare, ndalimin me
  Kushtetutë të çdo lloj shprehie fetare.  
Kisha ishte
  shkatërruar plotësisht”. 
Kjo ngjarje festive
  filloi me shfaqjen e një dokumentari nga pesë vitet e para të veprës së
  Kryepiskopit. Në zonat e thella dhe fshatrat, kryesisht në fshatrat pranë
  kufirit shqiptargrek, ekzistonin kisha të prishura, mungesë e plotë e rrjetit
  urbanistik, i ofrimit të ujës dhe rrymës. “Gjenda ishte e tmerrshme. E gjithë
  zona ishte e mbushur me bunkerë. Ata që i krijuan dërgonin mesazhin se
  ekziston frika. Gjendemi nën kërcënim. Dhe bënë këtë për të kontrrolluar
  popullin. Duhet të shprehim dashurinë tonë dhe solidaritetin tonë tek këta
  njerëz. Nuk mund të shkoja të bëja predikim e të largohesha ashtu thjesht”.
  Me  të vërtetë ushqimet dhe produktet e
  tjera për nevojat imediate,  ndahen tek
  të gjithë padallim në prejardhje, kombësi apo besim fetar. 
Kur në vitin 1999
  Patriku Ekumenik Vartholome vizitoi Shqipërinë, e quajti “mrekulli” vepërn
  humane dhe shoqërore të Anastasit, ndërsa për atë vetë kishte thënë “Kryepiskopi
  Anastas është dhurata e Zotit mbi tokë”. “Nga larg nuk është kaq e thjeshtë
  të kuptohen anët komplekse të temperamentit dhe realitetit shqiptar”, ishte
  mjaftuar që të sqaronte Fortlumturia për vështirësitë që takoi gjatë 7 viteve
  të para si Kryeprift.  
Pas vitesh
  martirizimi, në Shqipëri lindi një tjetër periudhë Apostolike. Kryepiskopi
  ndërtoi jetimore, kopshte, shkolla. Themeloi klinika unikale dhe qëndra
  diagnostike mjekësore moderne.  
Rindërtoi Tempuj e
  Manastire, ofroi vepra urbanistike, ndërtoi ujësjellsa dhe hidrocentrale. Më 1999
  me krizën në Kosovë, Kisha Orthodhokse e Shqipërisë mikpriti 33.000
  rrefugjatë në kampet e tij, duke ju ofruar rroba, ushqime, ndihmë mjekësore.  
Në koncert merrnin
  pjesë shoqata nga çdo Mitropoli, Gjimnazet e Kishës, Jetimoret e Manastirit
  të Shën Vlashit në Durrë. Nxënës nga Korça, Gjirokatra, Mesopotami,
  Librazhdi, Shpati, Fieri e Berati, interpretuan këngë dhe paraqitën valle
  popullore. Entuziazmi dhe mirënjohja e të rinjëve, tronditën Fortlumturinë, i
  cili si fëmijë mburrej më Zotin: “Më thoni, keni parë ndonjëherë të bëhet një
  festë e tillë për Kryepisko tjetër?” 
Anastasi kur flet për
  dikë, flet sikur ai të jetë prezent në dhomë. Një herë që shkoi nëna ime që
  ta përshëndeste në një festë, i tha me një përzemërsi të madhe: “Kemi kohë që
  nuk ju kemi parë”. “Kam dhe vajzën tjetër time në Thessaloniki”, nxitoi ajo
  që të justifikohej. “Këta fëmijë ju kanë më tepër nevojë. Këtu është
  kufiri,  vija ndarëse”.  
Fortlumturia është
  shoqëria, që të bën të kungosh. Në një moment që erdhi për tu ulur pak në
  tavolinën tonë, në mencën ku ofruan kafe, Kristo Papanikolla, piktori i
  Kryepiskopit që pikturon Pareklisin e Katedrales, thashë spontanisht tek një
  shoqja jonë e përbashkët: “ Kur isha e vogël netëve qaja, sepse  e doja  ,një qen të vogël lodër që më kishte sjellë
  babai nga Gjermania dhe flija gjithmonë me të, më tepër se Zoti. Të njejtin emocion
  pata papritur sikur Krishti u ul pranë nesh. Ka ndonjë gjë të keqe që e dua
  më tepër nga Kryepiskopi?” “E pe si e përjetojnë dashurinë fëmijët?” u
  përgjigj me ndërgjegjie të plotë ajo. Krishti është ai që na sjell të
  gjithëve pranë njëri- tjetrit,  ai do
  të na mbledhë, do të nxitojë për secilin, do të jetë atje për çdo lloj
  nevoje. Është ai i cili na mëson  të
  ekzistojmë brenda njeri-tjetrit.  
“Vështirësitë më të
  mëdha janë nga ambienti tënd”, kishte rrëfyer Kryebariu i Kishës Orthodhokse
  të Shqipërisë. “Problemi më imadh janë vështirësitë që vijnë nga ambienti
  tënd i ngushtë të cilat mund të të çojnë në përkulje, në zhgënjim. Atje ku
  pret një ndihmë nuk vjen, vjen e kundërta ose atje ku ke ndihmuar vjen
  mosmirënjohja. Të gjitha këto të lodhin. Por, të gjitha këto pjekin njeriun .
  Liria nga hidhërimi , indinjimi dhe ankimi janë forma shumë esenciale të
  lirisë. Duhet të jemi të lirë dhe nga kërkesa e mirënjohjes nga të tjerët. Të
  ofrojmë falenderimin tonë por të mos kërkojmë që të na japin mirënjohje. Të mos
  imagjinojmë se të gjthë do të na pranojnë. Ka njerëz që na keqkuptojnë.
  Komentojnë keq dhe këto na hidhërojnë”.  
Nën djellin përvëlues,
  kishte erdhur tashmë dreka, dhe me gazin e makinave që të sillte marrje
  mendsh , një bashkëpunëtor dhe mik i Kryepiskopit na tregonte. “Dora e Zotit
  është kudo dhe na hap rrugë. Ne kemi detyrim që ti dallojmë. Festa më kujtoi
  ato sa bëheshin në Greqi në dhjetëvjeçarin e 50 dhe të 60-ës. Atëhere kishte
  persona që frymëzonin dhe entuzismonin. Kur isha kthyer në Greqi në vitin
  1985 nga studimet e mia në Amerikë, dhe takoja ndonjë të njohur në rrugë,
  përshëndetja e tij ishte “Të kalosh mirë”. Çdo të thotë të kalosh mirë?
  Gjithçka është shoqëria, të mendosh tjetrin, brenda çiftit, familjen,
  punën.  Nëna ime thoshte se të injorosh
  tjetrin është shprehi anikrishti” 
Duke u larguar, po
  ngjitja shkallët e jashtme të Qëndrës Kulturore me një hap të lehtë, dhe
  shpirt të lehtë, “të zhveshur”, si 
  ikona e Fortlumturisë e zhveshur nga veshjet klerikale, të cilën e dua
  më tepër. Para Katedrales, shkollat, grupet, nxirrnin fotografi në kujtim të
  ditës që “kopeja” festoi 25 vjetorin e Fronëzimit të Kryepiskopit Anastas më
  2 Gusht 1992, si Kryepiskop i Tiranës, Durrësit dhe gjithë Shqipërisë  
Për shumë vjet o
  Kryezot. 
 | 
 


Σχόλια