Fundi
i luftës (1944) përkoi edhe në Shqipëri me periudhën e hakmarrjeve politike,
që më pas u transformuan nga regjimi komunist në një sistem të vërtetë
qeverisjeje bazuar në arrestimin dhe persekutimin e kundërshtarëve politikë
duke filluar me ish-krerët, intelektualët, tregtarët dhe pronarët e tokave.
Burgjet që ishin në dispozicion në vitin 1944 ishin tërësisht të
pamjaftueshme për të përmbushur kërkesat e reja, kështu qeveria e re e
drejtuar nga Enver Hoxha filloi duke përdorur shtëpitë private dhe
institucionet publike, si qendra paraburgimi dhe torture.
Në vitet 1944 – 1946
burgjet politike vareshin nga Drejtoria e Mbrojtjes së Popullit, struktura
operative e Ministrisë së Mbrojtjes. Në vitin 1947 të gjitha burgjet kaluan
nën kontrollin e Ministrisë së Brendshme, që ishte përgjegjëse për sigurinë e
brendshme. Tetë burgje ekzistuese në Shqipëri iu rezervuan të burgosurve politikë të cilët
përcaktoheshin si “armiq të popullit”, shtatë të burgosurve normal të
përcaktuar si “ordinerë” dhe tre burgje ishin të përziera. Me kalimin e
viteve regjimi hapi burgje të reja në të gjitha qendrat kryesore, duke i
specifikuar ato për të burgosurit politikë dhe burgjet e destinuara për të
burgosurit ordinerë.
Qëllimi zyrtar i
paraburgimit që i rezervohej të burgosurve politikë ishte “riedukimi dhe
rehabilitimi” nëpërmjet vuajties dhe punës. Kështu, përveç burgjeve (që ishin
të izoluara e të rrethuara me tela me gjemba dhe me ushtarë, brenda të cilave
të burgosurit vuanin dënimin e tyre pa punuar) regjimi filloi ndërtimin e
kampeve të punës. Kampet e punës ishin vende ku dënimi kryhej duke bërë punë
të detyruar si bonifikim, ndertime veprash publike, nxjerrje mineralesh apo
bujqësi. Kampet e punës ndërtoheshin posaçërisht pranë vendit ku të burgosurit
duhet të punonin. Kampet e tilla, në shumicën e rasteve, kanë qenë të
përkohshme (të ndërtuara me çadra apo baraka, të rrethuar nga tela me gjemba
dhe ushtarë të armatosur), ndërsa në disa raste ishin të vendosura në formë
të përhershme sidomos afër minierave. Pothuajse të gjithë të burgosurit që
ishin në gjendje të punonin caktoheshin në këto kampe dhe me kalimin e viteve
numri i kampeve të punës tejkaloi atë të burgjeve.
Punimet publike më të
mëdha në Shqipëri, gjatë viteve të komunizmit, janë realizuar nëpërmjet punës
së detyruar të të burgosurve (si të burgosur politikë ashtu dhe
ordinerë) dhe të të internuarve, të cilët ishin të detyruar të punonin mbi
këto vepra edhe për të siguruar jetesën. Ndër burgjet e destinuara për “armiqtë
e popullit” më famëkeqi ishte ai i Burrelit, konsiderohej si një super burg
nga i cili ishte e pamundur të arratiseshe dhe në të cilin të burgosurit
politikë jetonin në kushte çnjerëzore. Nga viti 1946 deri 1950 kampet e punës
ishin 20, por në periudhën e viteve 1950-1990 u ndërtuan edhe 90 të tjerë:
ato mbeten të hapur për kohën e nevojshme që duhej për të përfunduar punën e
besuar të burgosurve. Më i madhi dhe më famëkeqi ishte ai i Spaçit, i cili
mbeti i hapur nga viti 1968 deri në vitin 1990 për shfrytëzimin e një miniere
bakri dhe piri. Jeta në burgjet komuniste, ashtu si dhe në kampet e punës
ishte shumë e ashpër: të burgosurit politikë, shpesh të akuzuar mbi baza
dëshmish të rreme, ose mbi dëshmi të nxjerra përmes torturave nga Sigurimi,
nëse nuk dënoheshin me vdekje, shpesh vdisnin për shkak sëmundjesh, urie ose
kushtesh të vështira pune. Në çdo burg e kamp pune Sigurimi kishte infiltruar
bashkëpunëtorët e vet mes të burgosurve që për të marrë një copë buke më
shumë, apo edhe një copë sapun, ishin të gatshëm të denonconin shokët e
qelisë edhe duke gënjyer.
Në arkivin e Ministrisë
së Brendshme deri në vitin 1990 rezultojnë të dënuar 25 mijë të burgosurit
politikë, por duke qënë se mungojnë statistikat e të dënuarve të periudhës
nga 1945 në 1946 dhe të dënuarve me dënime të vogla, besohet se të burgosurit
politikë në Shqipëri kanë qenë mes 30.000 dhe 34.000. Sipas një raporti të
publikuar në 2016 nga Instituti i Studimeve për Krimet dhe Pasojat e
Komunizmit (ISKK) në Shqipëri, të burgosurit politikë ishin 26.768 burra dhe
7.367 gra, të burgosurit e vdekur në burg për shkak të kushteve të burgjeve
ishin 984, dhe 308 të tjerët humbën aftësinë e tyre mendore. Sipas të njëjtit
burim 5.577 burra dhe 450 gra u dënuan me vdekje dhe u vranë. Trupat e të
burgosurve që ekzekutoheshin ose vdisnin në burg gjatë punës së detyruar apo
nga sëmundje, nuk iu ktheheshin të afërmve. |
Το
τέλος του πολέμου (1944) ήταν και η αρχή της περιόδους της πολιτικής
εκδίκησης στην Αλβανία, που ύστερα μετατράπηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς
ως ένα πραγματικό σύστημα διακυβέρνησης που βασιζόταν σε συλλήψεις και
διωγμούς των πολιτικών αντιπάλων, ξεκινώντας
από τους πρώην αρχηγούς, διανοούμενους, εμπόρους και κτηματίες. Οι φυλακές που ήταν στην διάθεση της
κυβέρνησης το 1944 ήταν ανεπαρκής για να καλύψουν τις νέες ανάγκες. Έτσι
η νέα κυβέρνηση με αρχηγό τον Ε Χότζα ξεκίνησε χρησιμοποιώντας τα ιδιόκτητα
κτίρια και τις δημόσιες υπηρεσίες ως κέντρα κράτησης και βασανισμών. Τα
έτη 1944-1946 οι πολιτικές φυλακές βρίσκονταν υπό την Διεύθυνση της Λαϊκής
Προστασίας, επιχειρησιακή δομή του Υπουργείου Άμυνας. Το έτος 1947 όπως και
όλες οι φυλακές πέρασαν υπό τον έλεγχο του Υπουργείου Εσωτερικών. Από το
σύνολο των φυλακών που υπήρχαν στην
Αλβανία οι οχτώ κρατήθηκαν για τους πολιτικούς φυλακισμένους οι οποίοι χαρακτηρίζονταν
ως «εχθροί του λαού», οι εφτά στους κανονικούς φυλακισμένους και τρείς ήταν
μικτές. Με το πέρασμα του χρόνου το καθεστώς έχτισε καινούριες φυλακές σε όλα
τα βασικά κέντρα, διαχωρίζοντας ποιες ήταν για πολιτικούς κρατούμενους και
ποιες για τους κανονικούς. Ο
επίσημος σκοπός της προφυλάκισης που αφορούσε τους πολιτικούς κρατούμενους
ήταν «επαναδιαπαιδαγώγηση και επανένταξη» μέσω του πόνου και της εργασίας.
Έτσι πέρα από τις φυλακές ( πού ήταν απομονωμένες και περιφραγμένες με
συρματοπλέγματα και στρατιώτες, μέσα στα οποία οι φυλακισμένοι εκτίαν την
ποινή τους χωρίς να εργάζονται) το
καθεστώς άρχισε την οικοδόμηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης για εργασία. Τα
στρατόπεδα συγκέντρωσης εργασίας ήταν τα μέρη που η ποινή εκτίονταν με την υποχρεωτική εργασία όπως αποκαταστάσεις, χτίσιμο δημόσιων έργων,
εξόρυξη μετάλλων ή γεωργικές εργασίες. Τα
στρατόπεδα εργασίας χτίζονταν επίτηδες κοντά στο μέρος όπου οι φυλακισμένοι
θα έπρεπε να εργαστούν. Τέτοια στρατόπεδα των πλείστων των περιπτώσεων ήταν
προσωρινά, (χτισμένα με σκηνές ή ξύλινες κατασκευές , περιφραγμένες με
σύρματα και ένοπλους στρατιώτες γύρω
τους) ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ήταν
τοποθετημένα σε μόνιμες εγκαταστάσεις ιδιαίτερα κοντά στα ορυχεία. Σχεδόν
όλοι οι φυλακισμένοι που μπορούσαν να δουλέψουν ορίζονταν να πάνε στις
φυλακές αυτές και με το πέρας του χρόνου ο αριθμός των στρατοπέδων ξεπέρασε
αυτό των φυλακών.
Τα
μεγάλα δημόσια έργα στην Αλβανία, κατά τα χρόνια του κομμουνισμού, έχουν
γίνει μέσα από την υποχρεωτική εργασία των φυλακισμένων ( πολιτικούς και κοινούς φυλακισμένους) και των
εξόριστων, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να δουλέψουν στα έργα αυτά για να
εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Από τις φυλακές που προορίζονταν για «τους εχθρούς
του λαού» το πιο κακόφημο ήταν αυτό του Μπουρέλ, αφού θεωρούνταν ως μία
υπερ-φυλακή από το οποίο ήταν αδύνατον να δραπετεύσεις και στον οποίο οι
πολιτικοί κρατούμενοι ζούσαν σε απάνθρωπες συνθήκες. Από το 1946 μέχρι το 1950 τα στρατόπεδα εργασίας ήταν
20, όμως κατά την περίοδο 1950-1990 χτίστηκαν άλλα 90 στρατόπεδα, τα οποία λειτουργούσαν
μέχρι την ολοκλήρωση του έργου που είχε ανατεθεί στους φυλακισμένους. Το
μεγαλύτερο όλων ήταν και το κακόφημο του Σπάτς, το οποίο παρέμεινε ανοιχτώ
από το 1968 έως το 1990 για την εκμετάλλευση ενός ορυχείου χαλκού και πυρίτι.
Η
ζωή στις κομμουνιστικές φυλακές όπως και στα στρατόπεδα εργασίας ήταν πολύ
δύσκολη. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, πολλές φορές καταδικασμένοι με βάση
ψεύτικες μαρτυρίες ή με ομολογίες αντλημένες από τα βασανιστήρια του
Σιγκουρίμι (Μυστική Υπηρεσία), εάν δεν καταδικάζονταν με εκτέλεση συχνά πέθαιναν εξαιτίας των ασθενειών, της πείνας
ή των δύσκολων συνθηκών εργασίας. Σε
κάθε φυλακή η στρατόπεδο εργασίας το Σιγκουρίμι είχε συνεργάτες ανάμεσα στους
φυλακισμένους. Για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί παραπάνω ή σαπούνι ήταν έτοιμοι
να καταγγείλουν τους συγκρατούμενους του στο κελί λέγοντας ψέματα.
Στο
αρχείο του Υπουργείου Εσωτερικού μέχρι το 1990 φαίνονται καταδικασμένοι 25000
πολιτικοί κρατούμενοι, αλλά επειδή λείπουν τα στατιστικά των καταδικασθέντων κατά
την περίοδο 1945-1946 και των καταδικασθέντων για μικρά αδικήματα, θεωρείτε
πως οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Αλβανία ήταν περίπου 30.000-34.000. Σύμφωνα
με την αναφορά που δημοσιεύθηκε το 2016 από το Ίδρυμα Μελετών για τα Εγκλήματα
και τις Συνέπειες του Κομμουνισμού στην
Αλβανία, οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν 26.768 άντρες και 7367 γυναίκες,
φυλακισμένοι και νεκροί στην φυλακή εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών ήταν 984
και άλλοι 308 έχασαν την ικανότητα τους να σκέφτονται, με λίγα λόγια έχασαν
τα λογικά τους. Σύμφωνα με την ίδια πηγή 5577 άντρες και 450 γυναίκες
καταδικάστηκαν εις θάνατον και εκτελέστηκαν. Τα σώματα των κρατουμένων που
εκτελέστηκαν ή πέθαιναν στην φυλακή κατά την υποχρεωτική εργασία ή από
αρρώστιες, δεν επιστρέφονταν στους συγγενείς. |
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΉ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΉ ΙΣΤΟΡΙΚΉ ΟΡΘΌΔΟΞΗ ΤΩΝ ΚΟΡΥΤΣΑΙΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΏΝ - GAZETË ELEKTRONIKE, KULTURORE, HISTORIKE, ORTHODHOKSE E KORÇARËVE EPIROTË
Πέμπτη 4 Ιουνίου 2020
Οι κομμουνιστικές φυλακές και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης του Ε Χότζα στην Αλβανία! - Burgjet komuniste të E Hoxhës në Shqipëri!
Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020
Επιστολή Πατριάρχη προς Ορθόδοξες Εκκλησίες : Μην υποχωρείτε – Δεν θα μείνουμε άφωνοι!!!
Επιμέλεια: Γιάννης Παπανικολάου
Την ξεκάθαρη θέση της Εκκλησίας να μην υποχωρήσει στο θέμα της Θείας Κοινωνίας εκφράζει ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, μέσω επιστολής στις Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Οπως σημειώνει “ηκούσθησαν ανοίκειοι απόψεις τινές περί του τρόπου προσελεύσεως εις τα Άχραντα Μυστήρια, είναι αδύνατον εις ημάς να παραμείνωμεν άφωνοι και αμέτοχοι ενώπιον μιάς τοιαύτης αμφισήμου καταστάσεως, αδρανούντες πρότών εξελίξεων και των κατά Πολιτείαν σχετικών ρυθμίσεων και απαγορεύσεων”.
Αναλυτικά όσα αναφέρει:
«Μακαριώτατε, Χριστός Ανέστη!
Εβιώσαμεν επωδύνως τας συνθήκας αι οποίαιεν εφανίσθησαν εις την ζωήν της Εκκλησίας, λόγω της σοβούσης πανδημίας του νέου κορωνοιού, και έφθασαν ενώπιον ημών, διάγραμμάτων και υπό μορφήν ερωτήσεων και προβληματισμού, πανταχόθεν, νέα κατά τόπους δεδομένα και ποικιλόμορφοι εξελίξεις. Ημείς, εμφορούμενοι υπό πνεύματος αλληλεγγύης και συνεργασίας, διά την προστασίαν της υγιείας των πιστών και το κοινόν καλόν, απεδέχθημεν την τέλεσιν των ιερών ακολουθιών άχρι καιρού άνευτής παρουσίας πιστών εις τους ναούς, πλην ως πρωτεύον μέλημα έγνωμεν την διαφύλαξιν της πίστεως των Πατέρων ημών, της αεί φωτιζούσης την οικουμένην.
Επειδή όμως, ομού μετά του επαινετού κατά την πανδημίαν του COVID-19, εν πολλοίς, κρατικού ενδιαφέροντος και της των ιθυνόντων αξιοζήλου προνοίας, ηκούσθησαν ανοίκειοι απόψεις τινές περί του τρόπου προσελεύσεως εις τα Άχραντα Μυστήρια, είναι αδύνατον εις ημάς να παραμείνωμεν άφωνοι και αμέτοχοι ενώπιον μιάς τοιαύτης αμφισήμου καταστάσεως, αδρανούντες πρότών εξελίξεων και των κατά Πολιτείαν σχετικών ρυθμίσεων και απαγορεύσεων.
Υπηκούσαμεν εις τας προτροπάς των υγιειονομικών και πολιτικών αρχών, και, ως εικός, υπακούομεν, μέχρις, όμως, του σημείου καθ᾽ου θίγεται η ουσία και το κέντρον της πίστεως ημών. Η συγκατάβασις της Εκκλησίας φθάνει μέχρι Σταυρού, αρνείται, όμως, την κατάβασιν εξαυτού, εξ υπακοής προς τας αρχάς και τας εξουσίας του κόσμου τούτου, όταν αμφισβητήται το Μυστήριον των μυστηρίων της ζωής της, η Θεία Ευχαριστία.
Εις την ζωήν της Εκκλησίας, είναι γνωστόν τοις πάσιν ότι αυθεντικός ερμηνευτής των Ευαγγελικών και Αποστολικών προτροπών και νοημάτων, ου μην αλλά και του πνεύματος και του γράμματος των Θείων και Ιερών Κανόνων, υπάρχει η Ιερά Παράδοσις, συνυφασμένη αρρήκτως μετά της καθ᾽ημέραν εκκλησιαστικής πρακτικής και κενωτικής εμπειρίας. Προσφεύγοντες εις αυτήν την καθηγιασμένην πράξιν της Εκκλησίας, βλέπομεν και αδιαψεύστως διαπιστούμεν ότι αύτη ζη εν τω κόσμω διά της Θείας Ευχαριστίας και εν τη Θεία Ευχαριστία, ή, άλλως, η Θεία Ευχαριστία είναι η αποκάλυψις και η βίωσις του θεανδρικού μυστηρίου της Εκκλησίας. Ο ίδιος ο Κύριος, ο «αοράτως συνών», «ο προσφέρων και προσφερόμενος και διαδιδόμενος», δίδωσιν ημίν εν τη Ευχαριστία το άχραντον σώμα και το τίμιον Αυτού αίμα, καθιστών ημάς «βασιλείας ουρανών πλήρωμα».
Εν τω πνεύματι και εν τω φρονήματι τούτω, επικοινωνούμεν μετά της λίαν ημίν αγαπητής Υμετέρας Μακαριότητος, προσεπιδηλούντες εν συνειδήτως ότι ουδόλως προτιθέμεθα να αποστώμεν εκ των κληροδοτηθέντων πάσιν ημίν υπό των μακαρίων Πατέρων ημών. Ενώπιον των διαμορφουμένων συνθηκών, επιθυμούμεν να ενωτισθώμεν τον αδελφικόν Υμών λογισμόν και τας σκέψεις, ώστε, από κοινού να πορευθώμεν εις την ποιμαντικήν αντιμετώπισιν των αμφισβητήσεων του καθιερωμένου τρόπου μεταδόσεως της Θείας Κοινωνίας.
Εφ᾽οις και πόθω Χριστού και φιλήματι αγίω περιπτυσσόμεν οι την Υμετέραν σεβασμιοπόθητον Μακαριότητα, διατελούμεν Αυτής αγαπητός αδελφός, συλλειτουργός και συγκοινωνός εν τω ενί και κοινώ Ποτηρίω, εξούπίοντες, ου μη διψήσωμεν εις τον αιώνα. Αμήν!»
Εν τοις Πατριαρχείοις, τη 1η Ιουνίου 2020
Εκ της Αρχιγραματείας
της Αγίας και Ιεράς Συνόδου
Κυριακή 31 Μαΐου 2020
Παρασκευή 29 Μαΐου 2020
Βιωματικοί λόγοι σύγχρονων αγίων Γερόντων για την προσευχή
Όταν
προσεύχεσαι, να ξεχνάς την σωματική σου αρρώστια, να την αποδέχεσαι σαν
κανόνα, σαν επιτίμιο, για την άφεση των αμαρτιών σου. Για τα παραπέρα
μην ανησυχείς, άφησέ τα στο Θεό κι ο Θεός ξέρει τη δουλειά Του.
Άγιος Πορφύριos
* * * * * * * * *
Όσο κόβεις σχέσεις από τα κοσμικά, τόσο ελευθερώνεται ο νούς σου και καθαρίζει και προσεύχεσαι καλύτερα.
Γέροντας Ιερώνυμος της Αιγίνης
* * * * * * * * *
Για να προσευχηθούμε με την καρδιά για τον συνάνθρωπό μας, πρέπει να τον πονέσουμε. Να βγούμε σιγά-σιγά από τον εαυτό μας και ν’αρχίσουμε ν’αγαπάμε και να πονάμε τους συνανθρώπους μας εάν θέλουμε η προσευχή μας να γίνει καρδιακή. Να κάνουμε τον πόνο του, δικό μας πόνο.
Άγιος Παΐσιος
* * * * * * * * * * * * * * *
Καμιά προσευχή δεν πάει χαμένη. Εμένα η προσευχή με κράτησε τόσα χρόνια.
Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης
* * * * * * * * * * * * * * *
Μην αφήνεις την προσευχή. Να φοβάσαι την αμέλεια και την αδιαφορία.
Όταν το πρωί προσευχηθείς και νιώσεις κατάνυξη, όλη την ημέρα θα πετάς.
Όταν το πρωί ξεκινήσεις χωρίς προσευχή, όλα ανάποδα θα σου έρχονται.
Γέροντας Ιερώνυμος
* * * * * * * * * * * * * *
Όταν είμαστε στην χάρη του Θεού, τότε η προσευχή μας γίνεται καθαρή.
Να προσευχόμαστε συνεχώς, ακόμα και ξαπλωμένοι στο κρεβάτι μας, όταν
ετοιμαζόμαστε για ύπνο ή ξεκουραζόμαστε.
Άγιος Πορφύριος
* * * * * * * * * * * * * *
Όταν πηγαίνεις να κάνεις την προσευχή σου, να θυμάσαι τα πάθη σου, τα
αδύνατα σημεία που έχεις την ευκολία με την οποία ξεφεύγεις και
πέφτεις, να θυμάσαι ότι ο Χριστός μπορεί να σε συγκρατήσει.
Γέροντας Ιωήλ
* * * * * * * * * * * * * *
Να γονατίζεις και να λες: Κράτα με ,Χριστέ μου, να μη σου φύγω.
Γέροντας Ιωήλ
* * * * * * * * * * * * * *
Όταν ο άνθρωπος προσεύχεται πρέπει να αισθάνεται ότι είναι μικρό
παιδί και ο Θεός ο στοργικός πατέρας, που ότι και να του γυρέψει θα του
το δώσει ο καλός Θεός εάν είναι προς όφελός του.
Άγιος Παΐσιος
* * * * * * * * * * * * *
Ζήτησα στην προσευχή μου από τον Θεό να μου δώσει το χάρισμα να
γνωρίζω από τα πρόσωπα τις καρδιές των ανθρώπων για να μπορώ να τους
βοηθάω.Και ο Θεός μου το έδωσε.
Άγιος Ιάκωβος
* * * * * * * * * * * * * *
Η προσευχή χωρίς την αγάπη είναι σαν το πουλί που το βλέπεις καλό και όμορφο, αλλά δεν έχει φτερά και δεν μπορεί να πετάξει.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * * * * * *
Να κάνετε μετάνοιες όταν προσεύχεστε. Έστω και αν αυτό σας κουράζει. Η
προσευχή που συνοδεύεται από εκούσια θυσία, γίνεται πιο ευάρεστη στο
Θεό και πιο αποτελεσματική.
Άγιος Πορφύριος
* * * * * * * * * * * * * *
Η προσευχή, όταν γίνεται με επιμέλεια, εγρήγορση, ευλάβεια, πίστη,
κατάνυξη και προσοχή, είναι και ωφέλιμη. Ο διάβολος πολεμάει με
ποικίλους τρόπους εκείνους που προσεύχονται, ενώ εκείνους που δεν
προσεύχονται τους αγαπάει. Με την προσευχή ο άνθρωπος μιλάει στο Θεό και
του ζητάει τα καλά και σωτηρία. Ο προσευχόμενος πρέπει να έχει
ταπείνωση.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * * * * * *
Πάντοτε να κάνεις ευχή πριν αρχίσεις κάθε εργασία. Να λες « Θεέ μου,
δώσε μου δύναμη και φώτιση» και κατόπιν να αρχίσεις την δουλειά σου. Και
στο τέλος «δόξα τον Θεό»
Γέροντας Τύχον
* * * * * * * * * * * * * *
Αρχή της πορείας προς την καθαρή προσευχή, είναι η μάχη προς τα πάθη.
Είναι αδύνατο να γίνει πρόοδος στην ευχή όσο ενεργούν τα πάθη. Παρ’όλα
αυτά δεν εμποδίζεται η παρουσία της χάρης της προσευχή, αρκεί να μην
υπάρχει αμέλεια και κενοδοξία.
Γέροντας Ιωσήφ
* * * * * * * * * * * * *
Όταν πηγαίνεις να κάμεις την προσευχή σου,
• να θυμάσαι τα πάθη σου· τα αδύνατα σημεία σου· την ευκολία, με την οποία ξεφεύγεις και πέφτεις!
• να θυμάσαι, ότι ο Χριστός μπορεί να σε συγκρα τήσει· και να σε δυναμώσει· και να σε βοηθήσει να νικήσεις·
• να γονατίζεις λοιπόν ενώπιον Του και να Τον ικετεύεις:
* Κράτα με, Χριστέ μου, μη Σου φύγω!
* Κράτα με, Χριστέ μου, μη Σου φύγω!
* Κράτα με, Χριστέ μου, μη Σου φύγω!
Και μη φοβάσαι. Δεν θα σε αφήσει. Είναι φιλάνθρωπος. Και φιλόψυχος.
Γέροντας Ιωήλ
* * * * * * * * * * * * * *
Για να βρεις καλό πνευματικό, πρέπει να κάνεις τρεις μέρες προσευχή
και κατόπιν ο Θεός θα φωτίσει. Και στο δρόμο που θα πηγαίνεις, να
κάνεις προσευχή να τον φωτίσει ο Θεός να σου πει λόγους καλούς.
Γέροντας Τύχον
* * * * * * * * * * * * *
Η πρώτη βαθμίδα της πνευματικής ανυψώσεως είναι η νοερά προσευχή.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * * * * * * *
Με την ευχή αγιάζεις τον τόπο που κάθεσαι και το έργο που κάνεις.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * * * * * * *
Η προσευχή είναι χάρη. Την δίνει ο Θεός, όταν υπάρχει ζήλος και ταπείνωση.
Γέροντας Αμφιλόχιος
* * * * * * * * * * * * *
Δεν έχει αξία να κάνεις εκατό μετάνοιες και να μην νιώθεις τίποτα. Ας
κάνεις μόνο είκοσι ή δεκαπέντε αλλά να γίνονται με συναίσθηση και
αγάπη.
Άγιος Πορφύριος
* * * * * * * * * * * * * * *
Γενικά, η προσευχή είναι η μόνη υποχρεωτική και απαραίτητη εργασία και αρετή για όλη την λογική φύση.
Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπεδινός
* * * * * * * * * * * * * * *
Δεν πρέπει παιδιά μου να έχει κανείς αμφιβολίες ούτε δυσπιστίες. Να
έχετε πίστη Θεού ως κόκκον σινάπεως και ότι ζητήσετε ο Θεός θα σας το
δώσει. Πάντα η προσευχή στηρίζει. Να μη φοβόμαστε.
Άγιος Ιάκωβος Τσαλίκης
* * * * * * * * * * * * * * *
Όταν η νοικοκυρά λέει την ευχή, κάνοντας τις δουλειές του σπιτιού,
όλα αγιάζονται. Και το φαγητό της και αυτοί που τρώνε το φαγητό της.
Άγιος Παΐσιος
* * * * * * * * * * * * *
Να σκέπτεσαι καλά για τον άλλο. Με την προσευχή σας, μέσω του Χριστού, επηρεάζετε ευνοϊκά τον άλλο. Να μην σκέφτεστε άσχημα για κάποιον, διότι τότε επηρεάζετε κι’ αυτόν άσχημα.
Άγιος Πορφύριος
Πέμπτη 28 Μαΐου 2020
Μαρτυρίες ενός Έλληνα στρατιώτη για την Κορυτσά του 40. ( Βίντεο) - Dëshmi të një ushtari helen për Korçën në vitin 1940. (Video )
Μαρτυρίες
ενός Έλληνα στρατιώτη για την Κορυτσά του 40. (
Βίντεο) Καθώς
κάμνουμε την επίσκεψή μας στο Ντρένοβο, ξαφνιαζόμαστε που βλέπουμε τον κόσμο
να μας μιλάει ελληνικά, να φοράει την ίδια με μας φορεσιά, να έχει το ίδιο
βλέμμα και την όμοια έκφραση. Στα μαγαζιά πίνουμε ούζα, κονιάκ, γλυκά τρώμε
και διαβάζουμε στο κοινοτικό γραφείο, σε γλώσσα ελληνική και αλβανική: «Εν
ονόματι της Α.Μ του Βασιλέως Γεωργίου ανακηρύσσω την πόλιν Κορυτσάς ελευθέραν
και καλώ τον λαόν εις υποταγήν. Ο
Δ/της Κορυτσάς» Κρέας
70 δραχμές, 10 λεκ. Το σχολείο γεμάτο από υλικά του εχθρού. Πλήθος ποδήλατα,
μουσικά όργανα και άλλα.. σελ 33 Μέχρι
το λεκανοπέδιο της Κορυτσάς βρίσκαμε κόσμο να μιλάει ελληνικά θαυμάσια. Οι
αρβανίτες έδειχναν ικανοποίηση και χαρά από τις επιτυχίες του στρατού μας. Το μέρος φτωχό και ο κόσμο φτωχός. Σε πολλά
χωριά δεν βρίσκουμε σχολεία. .. σελ 37 …
Να η σιλουέτα της Κορυτσάς. Φτάσαμε! Πολλά
αυτοκίνητα η πρώτη εντύπωση. Σε λίγο μπροστά στο Δημαρχείο, όπου και η μικρή πλατεία
της πόλης. Μαζί με το νοσοκομείο της πόλης, το ξενοδοχείο «Πάλλας» και τις στρατώνες
να είναι τα πιο επιβλητικά κτίρια. Είναι στολίδια της και τα χρυσαφικά της αυτά.
Εφημερίδες…
«Νίκη», «Εξόρμηση», Δελτάρια, κύριοι… ο Γκράτσι προφήτης!... Ο Μουσολίνι
καρνάβαλος… Ρεκλάμες,
εφημερίδες, περιοδικά, όλα ελληνικά. Η
πρώτη μας φροντίδα- παρέα με τον εφ. Σπυρούλη- ήταν να επισκεφτούμε τη
Μητρόπολη, που τη βομβάρδισαν εχθρικά αεροπλάνα. Ένας επιβλητικός τρούλος μας
περιμένει να κάνει την εμφάνισή του, μια Παναγιά χτυπημένη από τα σίδερα των
εχτρικών οβίδων και τρεις αστραφτεροί πολυέλαιοι στη μέση κρεμασμένοι σαν από
ουράνιο θόλο. Η εκκλησία είναι απαλλαγμένη από περιττές ζωγραφιές. Ανάβουμε
τα κεράκια μας και φεύγουμε. Γύρω από την Μητρόπολη πολλά σπίτια γκρεμισμένα
από το βομβαρδισμό. Όλα αυτά θα θυμίζουν το πέρασμα του ιταλικού πολιτισμού. Σελ
116 Πολεμικές δόξες, Ελληνικό Έπος στα Βουνά της Β
Ηπείρου Τάκης Γ Σίσκου Εκδόσεις 3Ε- Ελίκρανον |
Dëshmi
të një ushtari helen për Korçën në vitin 1940. (Video
) Pasi bëjmë vizitën tonë në Drenovë, befasohemi
kur shikojmë njerëzit që na flasin greqisht, të kenë veshur veshje të njejta
me tona, të kenë të njejtin shikim dhe shprehje me ne. Në dyqan pimë uzo,
konjak, hamë ëmbëlsira dhe lexojmë në zyrën e komunës, në gjuhën greke dhe
shqip. “Në emër të Madhërisë së Tij Mbretit Gjergj,
shpall qytetin e Korçës të lirë dhe i bëj thirrje popullit të bindet. Komandanti i Korçës”. Mishi 70 dhrahmi, 10 lek. Shkolla e
mbushur me materiale të armikut. Biçikletat, veglat muzikore etj ishin me
shumicë.. Fq 33 Deri në fushëgropën e Korçës gjenim
njerëz që flisnin në mënyrë të mrekullueshme greqisht. Arvanitët ishin të
kënaqur dhe gëzuar për sukseset e ushtrisë sonë. Vendi ishte i varfër dhe
populli i varfër. Në shumë fshatra nuk
gjenim as shkolla. Fq 37. ... Ja silueta e Korçës. Mbërritëm! Shumë
makina, përshtypja e parë. Pas pak mbërritëm në Bashkia ku ishte dhe sheshi i
vogël i qytetit. Bashkë me spitalin e qytetit, hoteli “Pallas” dhe gazermat ishin ndërtesat më mbizotëruese. Janë
zbukurimet dhe stolitë e saj. Gazeta... “Fitorja”, “Sulmi”, Raporte
zotërinj.. Graci profet! ... Musolini Karnaval... Reklama, gazeta, revista, të gjitha greqisht.
Puna jonë e parë- bashkë me rekrutin
Spiruli- ishte që të vizitonim Mitropolinë , të cilën e bombarduan aeroplanët
armiq. Një kupolë impresionuese na priste që të shaqej,një e Tërëshenjtë e
goditur nga hekurat e gjyleve armike dhe tre llambadarë të varur në mes si nga
qielli. Kisha e çliruar nga ikonat murale të tepërta. Ndezim qirinjtë tanë
dhe largohemi. Rreth Mitropolisë shumë shtëpi të rrëzuara nga bombardimi. Të
gjitha këto na kujtojnë kalimin e kulturës italiane. Fq 116 Lavdi Luftarake: Epopeja Helene në Malet
e Epirit të Veriut, Taki G Siskou, Botimet 3E Elikranon. |
Τετάρτη 27 Μαΐου 2020
Γεννεαλογία Ευθυμίου . Κ. Ι. Μήτκου. - Gjenealogjia e Efthim (Thimi) . K. J. Mitkos
Γεννεαλογία Ευθ. Κ. Ι. Μήτκου. “Ο
ιερεύς από Δέλβινον μετῴκησεν εις Μπόριαν,
μεγαλούπολιν ούσαν τότε. Εγέννησεν τούτος τον Αθανάσιον, ο δε Αθανάσιος τον
Δημήτριον (Μήτκον) και ο Δημήτριος τον Ιωάννην και Αναστάσιον, Αικατερίναν,
και Λήναν, ο δε Ιωάννης τον Κωνσταντίνον, Ναούμ, Πέτρον, Χρήστον, Δημήτριον,
και Αθανάσιον. Και τέλος ο Κωνσταντίνος τον Ευθύμιον, Φίλιππον, Ιωσήφ,
Ιωάννην, Αικατερίναν, Μαρίαν, και Θεμιστοκλέα. Εκ
των αδελφών του Κωνσταντίνου οι μεν Ναούμ, Πέτρος και Δημήτριος, έμειναν άτεκνοι
διόλου καίτοι νυμφευθέντες (δεν ετεκνοποίησαν) ο δε Χρήστος επήγεν εις την
Επανάστασιν της Ελλάδος του 1821, ως αγωνιστής, και εφονεύθη, ως και ο
Αθανάσιος απέθανεν άγαμος. Εκ δε των αδελφών του Ευθυμίου, ο μεν Φίλιππος
απέθανε τριετής, ο δε Ιωσήφ 32 ετών νυμφευμένος καταλιπών μόνον ένα υιόν τον
Ιωάννην. Ο δε έτερος Ιωάννης απέθανε 13 ετών, και οι λοιποί κόρη και ο
Θεμιστοκλής απέθανον νήπια όντα ακόμη. Η δε Αικατερίνη υπανδρεύθη τον Δημ. Ν. Τόλκον,
και εχήρευσε το 1859 έχουσα ένα υιόν τον Νικολάκην. Ο
προπάτωρ μου Ιωάννης Μήτκος νυμφευθείς την Αικατερίναν του Θεοδώρου Παύλη,
έζησεν ως έμπορος της Ευρώπης, 65 ετών, εν μεγίστῃ ομονοίᾳ και έρωτι μετά της
γυναικός του, ώστε εκάτεροι ηύχοντο ν’ αποθάνη πρώτος αυτός. Ότε λοιπόν
απέθανε πρώτη η σύζυγός του, τόσον
ελυπήθη και τοι γέρων ήδη ων, ώστε ενώ το λείψανόν της εκείτο εις την οικίαν
την πρώτην εσπέραν, οι δε συγγενείς άπαντες εδειπνούσαν όλοι μαζί κατ’ έθος,
εγερθείς εκ της τραπέζης ο Ιωάννης επήγεν εις το λείψανον επάνω εκφωνών τους
πόνους του, και εκείθεν εξήλθε του δωματίου ίνα υπάγῃ, φαίνεται, εις την
χρείαν. Κυριευθείς όμως αίφνης υπό λειποθυμίας, χωρίς να παρατηρηθῇ παρά τινος, έπεσεν από
την υψηλήν κλίμακα κάτω εις τον λιθόστρωτον, και
έμεινεν ημιθανής. Ούτω λοιπόν μετά 24 ώρες απέθανεν και ο ίδιος, και ενταφιάσθη
πλησίον της
συζύγου την αυριανήν του ενταφιασμού αυτής. Ο ρηθείς προπάτωρ μου έλαβε πολλάς
αλλεπαλλήλους καταδρομάς των κατά καιρούς διοικητών του τόπου και μάλιστα
ένεκα του υιού του Χρήστου, πολεμούντος εις τον αγώνα της Ελλάδος κατά των
Τούρκων εν γνώσει αυτών. Ο διοικητής της πατρίδος λοιπόν απεκάλει τον πάππον
μου αντάρτην, και παρ’ ολίγον να τον καταστρέψη οικογενειακώς, αν δεν είχεν
υποστήριγμα άλλων Τούρκων πατριωτών. Τοιαύτας καταδρομάς ποτέ ποτέ δεν του
έλειψαν του μακαρίτου. Παρομοίας
καταδρομάς έλαβον κι εγώ κατά το 1860 έτος υπό του Διοικητού Κοριτσάς Χαϊδάρ
Βέη Κρητικού, χαρακτηρίσαντος εμέ ως απόστολον της Ελλάδος, και επάλαισα
πέντε έτη εις τα Δικαστήρια με μεγάλην μου ικανοποίησιν, ουχ ήττον όμως με
θυσίαν μου χρηματικήν μεγάλην.
Φαίνεται ήσαν πεπρωμένα αυτά εις την οικογένειάν μας. Μυστήρια ην τα του θεού
βουλεύματα. Τούτου ένεκα ήλθον πάλιν εις Αίγυπτον, την γην της ελευθερίας διά
τους ξένους, να πνέω ελεύθερον αέρα, να διατηρήσω δε αξιοπρεπώς της
κοινωνικής μου θέσεως και τη πολυμελή απορφανευμένην μου οικογένειαν. Ότε περιπλανώμην εις την Τάχταν προς αποσύνταξιν παλαιών
βερεσεδίων του μακαρίτου γαμβρού μου, μετά τόσας καταδρομάς, όσας έλαβον εν τῇ πατρίδι, μετά τόσην λύπην, όσην είχε ποτισθή η οικογένειά μου δι’ αυτάς, εσυλλογιζόμην δε
και την παρούσαν θλίψιν αυτής διά την μακράν μου απουσίαν, να πονῇ εκείνη δι’ εμέ, και εγώ δι’ εκείνην, τόσον εθλιβόμην, ώστε
ησθανόμην παλμούς εντός του στήθους μου. Αλλά τέλος πάντων έστρεφον βλέμμα
προς πάσαν εν γένει την κοινωνίαν, πάσχουσαν πολυειδώς και πολυτρόπως και ως
εκ του διοικητικού, και του κοινωνικού τρόπου, όπως γράφει ο περίφημος Βίκτωρ
Ουγώ, εσκεφτόμην δε φιλοσοφικώς το άστατον εν γένει της φύσεως, και το ατελές
της ανθρωπότητος, επομένως ότι οι μεγάλοι και αγαθοί άνδρες πάσχουν προ
πάντων, παρηγορούμην τα μέγιστα. Και ως φαίνεται, η θεία αγαθότης και πρόνοια με ενεθάρρυνεν, επάνω εις το δίκαιόν
μου, διότι και εις την πλέον μεγίστην δοκιμασίαν μου δεν απηλπίσθην ποτέ, αλλά πάντοτε
ήμουν εύθυμος και θαρραλέος, ώστε ηπόρουν οι εχθροί μου βλέποντες την
γενναιότητά μου [και] το θάρρος μου.” Πηγή
Ευθύμιος Μήτκος Λεξικογραφία Αλβανό-Ελληνική, Ελλήνο-Αλβανική Δώρις Κυριαζής
Τίρανα 2014 σελ 78 |
Gjenealogjia e
Th. K. J. Mitkos Urata u zhvendos prej
Delvine [të Leskovikut] në Mborje, asokohe qytet i madh. Ky lindi Thanasin,
Thanasi Dhimitrin (Mitkon) dhe Dhimitri Janin dhe Anastasin, Katerinën, dhe Linën,
ndërsa Jani Kostandinin, Naumin, Petron, Kriston, Dhimitrin, dhe Thanasin.
Dhe, fundi, Kostandini [lindi] Efthimin, Filipin, Josifin, Janin, Katerinën,
Marien, dhe Themistokliun. Prej vëllezërve të Kostandinit, Naumi, Petroja dhe
Dhimitri mbetën pa asnjë trashëgimtar edhe pse u martuan (nuk bënë fëmijë)
ndërsa Kristoja shkoi në Kryengritjen e Greqisë të 1821-së, si luftëtar, dhe
u vra, kurse Thanasi vdiq pa vënë kurorë. Prej vëllezërve të Efthimit, Filipi
vdiq në moshë tre vjeç, kurse Josifi ndërroi jetë 32-vjeçar, i martuar, dhe
la vetëm një djalë, Janin. Jani tjetër vdiq 13 vjeç, kurse të tjerët, njëra
vajzë dhe Themistokliu vdiqën në moshë të vogël. Katerina u martua me Dhim.
N. Tolkon, dhe mbeti e ve më 1859, me një djalë, Nikollaqin. Stërgjyshi im Jani
Mitkoja u martua me Katerinën e Theodhor Pavlit dhe e shkoi jetën si tregtar i
Europës, 65 vjeç, në mirëkuptim dhe dashuri të plotë me gruan e vet, saqë
çdonjëri uronte të vdiste i pari. Kur qëlloi dhe vdiq e para e shoqja, kaq
shumë u pikëllua edhe pse tashmë i plakur, saqë ndërsa lipsana e saj ndodhej
në shtëpi mbrëmjen e parë, kurse
të afërmit po darkonin pas zakonit, Jani u ngrit prej tryezës dhe iu afrua
kufomës me thirrje plot dhembje, dhe prej aty doli nga dhoma për të shkuar,
duket, që të derdhte ujët. Por papritur i ra të fikët, pa u vënë re nga
askush, dhe u rrëzua nga shkalla e lartë drejt e në kalldrëm, duke mbetur
gjysmë i vdekur. Kësisoj, pas 24 orësh
vdiq edhe ai vetë dhe e kallën pranë së shoqes të nesërmen e varrimit të
saj Gjyshi im, për të cilin po flasim,
mori goditje të njëpasnjëshme prej mydyrëve të vendit, sidomos për shkak të
të birit Kristos, që luftonte në kryengritjen e Greqisë kundër turqve, dhe
ata e njihnin këtë gjë. Mydyri i Korçës pra e quante gjyshin tim rebel dhe sa
nuk e shkatërroi me gjithë familje, po të mos kish mbështetjen e patriotëve
të tjerë myslimanë. Të tilla goditje kurrë nuk iu ndanë të ndjerit. Goditje të ngjashme mora
edhe unë gjatë vitit 1860 prej mydyrit të Korçës Hajdar Bej Gjiritlliut, që më
quajti të dërguar të Greqisë, dhe m’u desh të përplasem gjyqeve për pesë
vjet, me të madhe kënaqësi, por edhe me dëm jo të vogël e pará të madhe. Duket se kështu ish e
shkruar t’i ndodhte derës sonë. Tekat e Perëndisë nuk i njeh kurrkush. Paskëtaj erdha
gjene në Egjipt, të mbushesha me ajër lirie, e, siç i kish hije sërës sime,të kujdesesha
për familjen time me shumë gojë e me jo pak morte. Tek endesha rrugëve të
Tahtas për të mbledhur paratë e dhëna veresé qëmoti prej të ndjerit dhëndrit
tim, pas kaq goditjesh që mora në vendlindje, pas kaq hidhërimesh, që kishte
provuar familja ime nga shkaku i tyre, mendja më shkonte edhe te brenga e saj
shkaktuar prej mungesës sime të zgjatur, teksa i dhimbsesha unë asaj e më
dhimbsej ajo mua, dhe vrerosesha aq shumë, saqë më dukej se do më çahej
kraharori. Prapëseprapë i ktheja
sytë nga vegjëlia mbarë, që vuante prej gjithfarë plagësh e gjithësosh mënyrash për shkak të organizimit [të keq] të shtetit e të
shoqërisë, sikurse shkruan edhe i famshmi Viktor Hygo; rrekesha të kuptoja
thelbin e paqëndrueshmërisë së natyrës në përgjithësi dhe të papërsosmërisë
së njerëzimit, e, për rrjedhojë – mendoja– burrat e mëdhenj dhe fisnikë heqin
më shumë se të tjerët, e kësisoj ndihesha mjaft i ngushëlluar. Dhe me
sa duket, mirësia dhe providenca hyjnore më jepnin zemër, për të drejtën
time, ngaqë edhe në çastin më të vështirë nuk i humba shpresat kurrë, por
ngaherë kam qenë gazmor dhe kurajoz, aq sa edhe armiqtë e mi çuditeshin me
trimërinë dhe guximin tim. Burimi. Thimi Mitko Fjalëtore Shqip -Greqisht, Greqisht
– Shqip, Dhori Qirjazi Tiranë 2014 |