ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΑΠ. ΚΑΡΑΚΙΤΣΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος – καθηγητής Δρ. Θεολογίας
Πρωτογενές ὑλικό μαρτυριῶν γιὰ τοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Ἑλλήνων στὴν Ἀνατολική Βόρειο Ἥπειρο.
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΉ ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΉ ΙΣΤΟΡΙΚΉ ΟΡΘΌΔΟΞΗ ΤΩΝ ΚΟΡΥΤΣΑΙΩΝ ΗΠΕΙΡΩΤΏΝ - GAZETË ELEKTRONIKE, KULTURORE, HISTORIKE, ORTHODHOKSE E KORÇARËVE EPIROTË
ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΑΠ. ΚΑΡΑΚΙΤΣΙΟΣ Πρωτοπρεσβύτερος – καθηγητής Δρ. Θεολογίας
Πρωτογενές ὑλικό μαρτυριῶν γιὰ τοὺς διωγμοὺς κατὰ τῶν Ἑλλήνων στὴν Ἀνατολική Βόρειο Ἥπειρο.
Μετά την πτώση της κομμουνιστικής δικτατορίας, από τα πιο άγρια καθεστώτα που γνώρισε ο κόσμος, ταλαντούχοι ηθοποιοί παρουσίαζαν με τα σατιρικά τους σκιτσάκια, την πικρή αλήθειά που βίωναν οι άνθρωποι κατά την δικτατορία αλλά και μετά από αυτή. Ο κόσμος θα πρέπει να βγάλει μαθήματα από την ιστορία. Θα πρέπει να μην επαναλάβει τα ίδια λάθη. Όμως δυστυχώς δεν μαθαίνει... Απολαύστε το με ελληνικούς υπότιτλους.
Pas rrënies së diktaturës komuniste, një prej rregjimeve më të egra që njohur bota, artistë të talentuar, prezantonin skeçe satirike dhe nëpërmjet tyre prezantonin të vërtetën e hidhur që jetonin njerëzit gjatë diktaturës por dhe pas saj. Bota duhet të nxjerrë mësime nga historia. Nuk duhet të përsëritë të njejtat gabime. Por fatkeqësisht nuk msëon... Shijoheni.
Τότε, κάθε άτομο υπακούει σε μια μυστική, κεντρομόλο δύναμη, που το σπρώχνει να συσπειρωθεί γύρω στην κοινή, την παλιά και αγαπημένη εθνική εστία. Το αποτέλεσμα είναι θαυμαστό. Το απομονωμένο άτομο αισθάνεται τότε μέσα του τη δύναμη της ομογένειας του συνόλου, ο καθένας γίνεται η συνισταμένη όλων των συγκλινουσών θελήσεων. Μπορεί τώρα πια να δεχτεί κατάστηθα όλη τη χαρά και όλη τη θλίψη της ομάδας. Μπορεί ο καθένας να αντικρίσει τη φοβέρα του κινδύνου με όλη την τρομερή δύναμη των ενωμένων συνειδήσεων…
Κάθε φορά που το Γένος σύσσωμο αισθάνεται αυτό το θαύμα, νοιώθει συγχρόνως πως καμμιά υλική δύναμη δεν μπορεί να το καταπονέσει και να το βάλει κάτω. Αυτό το ξέρουν καλά -καλύτερα από μας- όλοι οι εχθροί που κατά καιρούς επιχείρησαν να εξαφανίσουν την ελληνική φυλή που στέκεται πεισματικά ριζωμένη πάνω σε τούτον τον βράχο σαν τα δυνατά πουρνάρια επί τριάντα αιώνες. Οι παλιοί κατακτητές το ήξεραν από διαίσθηση. Οι σημερινοί το ξέρουν επιστημονικά. Γι’ αυτό και εφαρμόζουν για την υποταγή των λαών ολόκληρο σύστημα μιας ψυχοτεχνικής, σατανικά σοφής, μελετημένης και πειραματισμένης επί χρόνια μέσα στα μυστικά εργαστήρια της ψυχολογίας των λαϊκών μαζών. Και γι’ αυτό οι επιθέσεις τους εκδηλώνονται με λύσσα και μανία ενάντια σε όλους εκείνους τους παράγοντες που αποτελούν τους συνδετικούς κρίκους για την εθνική μας ενότητα…
Γνήσιος κομμουνιστής, είναι εκείνος που θα μπορέσει, κάτω από μια σοφή, βαθιά ψυχολογημένη και επίμονη κατηχητική καθοδήγηση, να σκοτώσει μέσα του, όλα αυτά τα λογικά και συναισθηματικά στοιχεία, που αποτελούν την ιδιομορφία του εθνικού πολιτισμού μας… Όταν αυτό κατορθωθεί, όταν η εθνική σημαία από σύμβολο ενότητας φτάσει να μεταβληθεί σε παλιοκούρελο μέσα στη συνείδηση του κατηχουμένου, τότε ο κατηχούμενος είναι ώριμος πια για να χτυπήσει το μαχαίρι στην καρδιά της πατρίδας του…
Ο κομμουνιστής είναι μέλος μιας νέας φυλής, ενός νέου τύπου ανθρώπου, όπως ακριβώς ήταν ο ναζί. Η νέα αυτή φυλή κατασκευάζεται σαν ένα είδος κουρελλά, από τα ρετάλια όλων των φυλών, όλων των λαών, όλων των εθνών. Η δύναμη που κινεί τη σατανική μηχανή του είναι το μίσος. Ο κομμουνιστής, για να προχωρήσει πρέπει να μάθει να μη λυπάται τον άνθρωπο. Για να γίνει αυτό πρέπει να πιστέψει πως το έγκλημα, η ψευτιά, η λεηλασία, η εκπόρνευση, η κλεψιά, ο βιασμός, δεν είναι πια κακουργήματα μόνο, είναι πράξεις πολιτικές, που επιτρέπονται και επιβάλλονται για έναν πιστό του κόμματος. Πως η ελευθερία του ατόμου είναι εφεύρεση των αστών, και πως η δημοκρατία, που ως τώρα σήμαινε το πολιτικό σύστημα διακυβερνήσεως, σύμφωνα με το οποίο η πλειοψηφία ενός λαού καθόριζε τον τρόπο της ζωής της ολότητας των πολιτών, η δημοκρατία αυτή είναι μέθοδος τυραννίας. Η αληθινή δημοκρατία είναι η δικτατόρευση πάνω στην ολότητα μιας κομματικής μειονότητας συνωμοτικής, οπλισμένης, αποφασισμένης να σφάξει όλους όσους έχουν αντίθετη γνώμη με τη δική της.
Όλη αυτή η τερατώδης παιδαγωγική, στηρίζεται πάνω σε μια βάση μεσσιανικής ευτυχίας. Θα σφάξουμε, θα κάψουμε, θα βασανίσουμε, θα ατιμάσουμε, θα κλέψουμε, θα βιάσουμε για να κατασκευάσουμε τον μελλοντικό Παράδεισο της ανθρωπότητας… Πότε αυτό; Άγνωστο. Κάποτε. Κάτι παρόμοιο ήταν και ο νέος τύπος ανθρώπου, που είχε επιτύχει να κατασκευάσει ο Ναζισμός όσο κρατούσε η δυναστεία του.
Η διαφορά ήταν, πως σ’ εκείνον, η κυριαρχία επάνω στην ανθρωπότητα, που θα ήταν υποδουλωμένη στη «νέα τάξη», δεν στηρίζονταν σ’ ένα κόμμα, αλλά σε μια προνομιούχο φυλή, που πέρασε ολόκληρη μέσα από το κατηχητικό σύστημα ενός κόμματος, και υπέστη «διαφοροποίηση». Δηλαδή έχασε τη συμπόνεση για τον άνθρωπο, και κατάργησε όλες τις βασικές αρχές πάνω στις όποιες στηρίχτηκε η ανθρωπότητα, για να κάμουν τις σχέσεις των ανθρώπων όσο γίνεται πιο ανθρώπινες.
Όταν ένας κατηχούμενος πάθει την κομμουνιστική διαφοροποίηση, είναι πια ώριμος να προδώσει τον τόπο του, τους δικούς του, τους φίλους του, τους γονείς του, κάθε τι που είναι δεμένο με την καρδιά και με το αίσθημα του ανθρώπου. Τότε πια, δεν έχει βούληση για να θέλει. Άλλος, θέλει για λογαριασμό του. Αυτός, απλώς εκτελεί. Δεν έχει δικαίωμα να σκέφτεται και να αποφασίζει. Η σκέψη και ο στοχασμός είναι δικαιώματα του κόμματος. Το κόμμα είναι ο εγκέφαλος και η καρδιά της νέας φυλής των ανθρώπων του Κομμουνισμού.
Δεν υπάρχουν Έλληνες κομμουνιστές. Όταν κανείς γίνει συνειδητός κομμουνιστής παύει να είναι ‘Έλληνας. Γι’ αυτό και το κόμμα λέγεται Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας και όχι Ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα. ‘Όταν κάποτε καταλάβουν αυτό το απλό και αδιαφιλονίκητο πράγμα τα κράτη, θα αφαιρέσουν αμέσως την εθνική υπηκοότητα από όλα τα άτομα που ανήκουν στη νέα κομμουνιστική φυλή. Όσο δεν το κάνουν, και όσο δεν συγκεντρώνουν όλα αυτά τα άτομα έξω από τα εθνικά σύνορα, και έξω από την εθνική κοινωνία, θα έχουν τον εχθρό μέσα στα τείχη, για να υπονομεύει το φρούριο της ειρηνικής των ζωής από μέσα. Οι δημοκρατίες εξακολουθούν ακόμα να καθοδηγούνται στις πολιτικές πράξεις τους από την κεκτημένη ταχύτητα των προπολεμικών συνθηκών της κοινωνικής ζωής. Δεν τολμούν να κινηθούν αποφασιστικά και εγκαίρως για τη σωτηρία των λαών. Γιατί, επί πολλά χρόνια έζησαν καλλιεργώντας στους πολίτες των τη συνείδηση της ελευθερίας της σκέψεως, που τόσο αίμα χύθηκε για να την κατακτήσουν οι λαοί, και σήμερα έγινε η αδύνατη πλευρά της υπάρξεώς των.
Η κομμουνιστική φυλή το ξέρει αυτό και μεταχειρίζεται τους ελεύθερους θεσμούς των δημοκρατιών, για να καταστρέψει την ελευθερία τους. Με τον ίδιο τρόπο μεταχειρίζεται την ειρηνοφιλία των δημοκρατιών για να καταστρέψει την ειρήνη τους.
Η κομμουνιστική φυλή, ζει μια ζωή τερατώδη, αληθινά, πραγματικά μεταφυσική. Ο κομμουνιστής, ο διαφοροποιημένος πια κομμουνιστής, δεν βλέπει όπως βλέπουν όλοι οι άνθρωποι, δεν ακούει όπως ακούν οι άλλοι, δεν διαβάζει όπως διαβάζουν οι άλλοι. Εκατόν είκοσι χιλιάδες υπολογίζονται οι άοπλοι και αθώοι άνθρωποι που σφάχτηκαν από τους κομμουνιστές της Ελλάδος, από τα χρόνια της Κατοχής ως το 1948. Άνδρες, γυναίκες, παιδιά, κοριτσάκια, βρέφη. Μόνο γιατί επέμειναν να είναι Έλληνες αδιαφοροποίητοι…
Ο Άρης Βελουχιώτης το είχε διακηρύξει αφελέστατα: «Εφτάμισυ εκατομμύρια Έλληνες είναι», είπε σε μια συζήτηση. «Απ’ αυτούς θα μείνουν τρία εκατομμύρια, και πολύ τους είναι». Κάθε αληθινός κομμουνιστής, βρίσκει σήμερα πολύ λογική και φρόνιμη τούτη τη σκέψη εκείνου του ανθρωποφάγου. Ένας ποιητής του κόμματος από την Ήπειρο, του έβγαλε έναν τόμο ποιήματα, που τον εξυμνεί και τον θαυμάζει. Ένας άλλος από τη Μυτιλήνη, έβγαλε άλλον έναν τόμο, όπου λιγώνεται από τη μεγαλοπρέπεια του δεκεμβριανού ανθρωποσφαγείου των άοπλων Αθηναίων, το 1944. Ένας τρίτος αλήτης της λογοτεχνίας, έγραψε τρίτο βιβλίο: «Τον μεγάλο Δεκέμβρη». Είναι τρελοί αυτοί οι άνθρωποι; Όχι. Είναι απλώς κομμουνιστές. Είναι διαφοροποιημένοι πρώην Έλληνες, που τώρα πια ανήκουν στη νέα φυλή…
Τριακόσια δέκα έξι χρόνια είχε ν’ ακουστεί στον τόπο μας η λέξη «παιδομάζωμα», η πιο ανατριχιαστική λέξη που έπλασε ο ελληνικός λαός με το αίμα, με το δάκρυ και με την πιο τρυφερή του σάρκα. Το ανάφερε η ιστορία μονάχα. Με αποτροπιασμό το ανάφερε και η λαογραφία μας με τα τραγούδια-μοιρολόγια, που διασώθηκαν από εκείνο το πανελλήνιο σύθρηνο. Και κατόπιν, σαν ήθελαν πια οι άνθρωποι να χαρακτηρίσουν τη βαρβαρότητα και την αγριότητα κείνης της εποχής, λέγανε: «Την εποχή που γινόταν το παιδομάζωμα». Και εννοούσαν μιαν εποχή άγριας βαρβαρότητας, που οι μητέρες δάκρυζαν αίμα, και οι πατέρες καταριόνταν την ερωτική χαρά του γάμου, που έσπερνε τόση θλίψη και τόσο σπαραγμό μέσα στο σπίτι τους.
Και ήρθε το 1948… Ο κόσμος σ’ αυτό το αναμεταξύ προόδεψε. Υπάρχουν τώρα Διεθνείς Ερυθροί Σταυροί, υπάρχουν σύλλογοι προστασίας των ζώων, που δεν επιτρέπουν καν να κρατάς τα πουλερικά από τα πόδια, με το κεφάλι κρεμασμένο προς τα κάτω, για να μην υποφέρουν από τούτη την αφύσικη στάση. Υπάρχουν διεθνείς οργανώσεις γυναικών, και ορφανοτροφεία και υπουργεία περιθάλψεως. Υπάρχουν νόμοι και δικαστήρια, που προστατεύουν τα παιδιά, ακόμα και από έναν μπάτσο που θα τους δώσει ο γονιός και ο δάσκαλος. Υπάρχουν ακόμα οργανώσεις ευαίσθητων ανθρώπων που έχουν ως μοναδικό σκοπό ν’ αγοράζουν και να ελευθερώνουν από τα κλουβιά τα σκλαβωμένα πουλιά. Τόσο πολύ προόδεψε μέσα σ’ αυτά τα 316 χρόνια η ανθρωπιά, που έγινε νόμος και δικαστήριο. Και έξαφνα ξεσπάει πάνω στην Ευρώπη ο Κομμουνισμός, καταπόδι από τον ομογάλακτο αδελφό του τον Ναζισμό. Και αφού ο Κομμουνισμός στάθηκε ο δάσκαλος και ο οργανωτής του Ναζισμού, και αφού κακούργησε πάνω σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους μέσα στον τόπο που γεννήθηκε, ξεχείλισε κατόπι έξω από την ανόσια πηγή του και άπλωσε τα ματωμένα πλοκάμια του πάνω στις γειτονικές χώρες. Όταν ο Ναζισμός είχε ατιμάσει όλη την Ευρώπη και όταν όλη η Ευρώπη έγλειφε τη γερμανική μπότα, βρέθηκε τούτος ο μικρός καταπληκτικός λαός να του σηκώσει κεφάλι. Έσωσε την τιμή του και την ιστορία του. Και πλήρωσε την αξία της τιμής του και της ιστορίας του…
Αλλά ο Κομμουνισμός δεν επιτρέπει την ύπαρξη των ελεύθερων λαών και των ελεύθερων ανθρώπων. Γι’ αυτό συνέχισε το έργο του Ναζισμού. Όσους Έλληνες δεν πρόφτασε να σφάξει ο Γερμανός, ο Βούλγαρος, ο Ιταλός και ο Αλβανός, βάλθηκε να τους σφάξει ο κομμουνιστής. Τρία εκατομμύρια Έλληνες είναι αρκετοί να ζήσουν. Έτσι είχε αποφασίσει ο Άρης Βελουχιώτης, ένας από τους εργολάβους του εξανδραποδισμού της φυλής μας…
Κι εμείς;… Εμείς που αρνηθήκαμε να υποταχθούμε τόσο στον Γερμανό όσο και στον Σλάβο κατακτητή;… Εμείς τι κάνουμε; Τί κάνουμε σαν κράτος; Τι κάνουμε σαν έθνος; Τί κάνουμε σαν εκπρόσωποι του λαού; Τι κάνουμε σαν λόγιοι, σαν επιστήμονες, σαν μέλη ζωντανά του ζωντανού ελληνικού οργανισμού που τεμαχίζεται, που στρεβλώνεται, που μολύνεται, που μαχαιρώνεται και μαγαρίζεται, ως τα πιο ιερά, τα πιο άγιά του άδυτα; Φιλολογία κάνουμε. Και ψηφίσματα κάνουμε, που τα δημοσιεύουμε από βραδίς στις εφημερίδες μας, τα διαβάζουμε το πρωί και κοιμούμαστε με ελαφριά συνείδηση το βράδυ. Αυτό κάνουμε…
Δίνουμε το χέρι σ’ αυτούς που μπήγουν το μαχαίρι στη ράχη των στρατιωτών μας… Και τους βλέπουμε να χύνουν στάλα στάλα το φαρμάκι στην ψυχή των φτωχών, που πεινούν και έχουν στον νου τους μόνο την αδειανή κοιλιά τους. Τους ανεχόμαστε στα σπίτια μας σαν φίλους ιδεολόγους. Τους ανεχόμαστε και τους χειροκροτούμε στα θέατρά μας σαν προπαγανδιστές. Σαν ηθοποιούς και σαν επιθεωρησεογράφους και σαν σκηνοθέτες και σαν ομιλητές ουδετέρων διαλέξεων. Και στα σχολεία μας σαν κρυφοκουκουέδες. Και στις εφημερίδες μας και στα περιοδικά μας σαν συνεργάτες. Και στην Ακαδημία μας σαν ακαδημαϊκούς. Και σ’ όλες τις κρατικές μας υπηρεσίες. Και τους προστατεύουμε σαν βουλευτές. Και τους ενισχύουμε σαν πλούσιοι. Και παίζουμε άνανδρα με μερικές ηχηρές λέξεις που τις ρίχνουν οι κομμουνιστές στους ηλίθιους για δόλωμα και στους προπαγανδιστές τους για δίχτυα: Η δημοκρατία. Και η ελευθερία σκέψεως. Και η αστράτευτη τέχνη. Και ο αγνός ιδεολόγος. Και ο ουδέτερος αριστερός και ο πληρωμένος βιβλιοπώλης που πλασάρει μπροσούρες στους εφήβους. Και το δήθεν φιλολογικό περιοδικό που δημοσιεύει τα έμμετρα εμετά του Ελιάρ για τον «Κόκκινο Δεκέμβρη». Και τις προσφωνήσεις τον γραικύλων ποιητών της Αθήνας προς τον ξένο υβριστή. Όλη αυτή η σαπρία είναι υπό την προστασία μας, τη φανερή και την κρυφή…
Ποιός είναι λοιπόν ο μυστικός αυτός προστάτης των συνοδοιπόρων, των δημοσιογράφων, των λογίων, των υπαλλήλων, που εμποδίζει το χέρι της Ελλάδας να ξετινάξει από πάνω της τα παράσιτα της σιγανής φθοράς;… Ο πολιτευόμενος που ξέχασε πως είναι εθνικός απόστολος και εθνικός αγωνιστής και έγινε επαγγελματίας της Βουλής, και δούλος της συναλλαγής…
Πηγή: Προσαρμοσμένα αποσπάσματα από διάλεξη του Στρατή Μυριβήλη, με πρωτότυπο τίτλο «Ο Κομμουνισμός και το παιδομάζωμα» (1948)
Fundi
i luftës (1944) përkoi edhe në Shqipëri me periudhën e hakmarrjeve politike,
që më pas u transformuan nga regjimi komunist në një sistem të vërtetë
qeverisjeje bazuar në arrestimin dhe persekutimin e kundërshtarëve politikë
duke filluar me ish-krerët, intelektualët, tregtarët dhe pronarët e tokave.
Burgjet që ishin në dispozicion në vitin 1944 ishin tërësisht të
pamjaftueshme për të përmbushur kërkesat e reja, kështu qeveria e re e
drejtuar nga Enver Hoxha filloi duke përdorur shtëpitë private dhe
institucionet publike, si qendra paraburgimi dhe torture.
Në vitet 1944 – 1946
burgjet politike vareshin nga Drejtoria e Mbrojtjes së Popullit, struktura
operative e Ministrisë së Mbrojtjes. Në vitin 1947 të gjitha burgjet kaluan
nën kontrollin e Ministrisë së Brendshme, që ishte përgjegjëse për sigurinë e
brendshme. Tetë burgje ekzistuese në Shqipëri iu rezervuan të burgosurve politikë të cilët
përcaktoheshin si “armiq të popullit”, shtatë të burgosurve normal të
përcaktuar si “ordinerë” dhe tre burgje ishin të përziera. Me kalimin e
viteve regjimi hapi burgje të reja në të gjitha qendrat kryesore, duke i
specifikuar ato për të burgosurit politikë dhe burgjet e destinuara për të
burgosurit ordinerë.
Qëllimi zyrtar i
paraburgimit që i rezervohej të burgosurve politikë ishte “riedukimi dhe
rehabilitimi” nëpërmjet vuajties dhe punës. Kështu, përveç burgjeve (që ishin
të izoluara e të rrethuara me tela me gjemba dhe me ushtarë, brenda të cilave
të burgosurit vuanin dënimin e tyre pa punuar) regjimi filloi ndërtimin e
kampeve të punës. Kampet e punës ishin vende ku dënimi kryhej duke bërë punë
të detyruar si bonifikim, ndertime veprash publike, nxjerrje mineralesh apo
bujqësi. Kampet e punës ndërtoheshin posaçërisht pranë vendit ku të burgosurit
duhet të punonin. Kampet e tilla, në shumicën e rasteve, kanë qenë të
përkohshme (të ndërtuara me çadra apo baraka, të rrethuar nga tela me gjemba
dhe ushtarë të armatosur), ndërsa në disa raste ishin të vendosura në formë
të përhershme sidomos afër minierave. Pothuajse të gjithë të burgosurit që
ishin në gjendje të punonin caktoheshin në këto kampe dhe me kalimin e viteve
numri i kampeve të punës tejkaloi atë të burgjeve.
Punimet publike më të
mëdha në Shqipëri, gjatë viteve të komunizmit, janë realizuar nëpërmjet punës
së detyruar të të burgosurve (si të burgosur politikë ashtu dhe
ordinerë) dhe të të internuarve, të cilët ishin të detyruar të punonin mbi
këto vepra edhe për të siguruar jetesën. Ndër burgjet e destinuara për “armiqtë
e popullit” më famëkeqi ishte ai i Burrelit, konsiderohej si një super burg
nga i cili ishte e pamundur të arratiseshe dhe në të cilin të burgosurit
politikë jetonin në kushte çnjerëzore. Nga viti 1946 deri 1950 kampet e punës
ishin 20, por në periudhën e viteve 1950-1990 u ndërtuan edhe 90 të tjerë:
ato mbeten të hapur për kohën e nevojshme që duhej për të përfunduar punën e
besuar të burgosurve. Më i madhi dhe më famëkeqi ishte ai i Spaçit, i cili
mbeti i hapur nga viti 1968 deri në vitin 1990 për shfrytëzimin e një miniere
bakri dhe piri. Jeta në burgjet komuniste, ashtu si dhe në kampet e punës
ishte shumë e ashpër: të burgosurit politikë, shpesh të akuzuar mbi baza
dëshmish të rreme, ose mbi dëshmi të nxjerra përmes torturave nga Sigurimi,
nëse nuk dënoheshin me vdekje, shpesh vdisnin për shkak sëmundjesh, urie ose
kushtesh të vështira pune. Në çdo burg e kamp pune Sigurimi kishte infiltruar
bashkëpunëtorët e vet mes të burgosurve që për të marrë një copë buke më
shumë, apo edhe një copë sapun, ishin të gatshëm të denonconin shokët e
qelisë edhe duke gënjyer.
Në arkivin e Ministrisë
së Brendshme deri në vitin 1990 rezultojnë të dënuar 25 mijë të burgosurit
politikë, por duke qënë se mungojnë statistikat e të dënuarve të periudhës
nga 1945 në 1946 dhe të dënuarve me dënime të vogla, besohet se të burgosurit
politikë në Shqipëri kanë qenë mes 30.000 dhe 34.000. Sipas një raporti të
publikuar në 2016 nga Instituti i Studimeve për Krimet dhe Pasojat e
Komunizmit (ISKK) në Shqipëri, të burgosurit politikë ishin 26.768 burra dhe
7.367 gra, të burgosurit e vdekur në burg për shkak të kushteve të burgjeve
ishin 984, dhe 308 të tjerët humbën aftësinë e tyre mendore. Sipas të njëjtit
burim 5.577 burra dhe 450 gra u dënuan me vdekje dhe u vranë. Trupat e të
burgosurve që ekzekutoheshin ose vdisnin në burg gjatë punës së detyruar apo
nga sëmundje, nuk iu ktheheshin të afërmve. |
Το
τέλος του πολέμου (1944) ήταν και η αρχή της περιόδους της πολιτικής
εκδίκησης στην Αλβανία, που ύστερα μετατράπηκε από το κομμουνιστικό καθεστώς
ως ένα πραγματικό σύστημα διακυβέρνησης που βασιζόταν σε συλλήψεις και
διωγμούς των πολιτικών αντιπάλων, ξεκινώντας
από τους πρώην αρχηγούς, διανοούμενους, εμπόρους και κτηματίες. Οι φυλακές που ήταν στην διάθεση της
κυβέρνησης το 1944 ήταν ανεπαρκής για να καλύψουν τις νέες ανάγκες. Έτσι
η νέα κυβέρνηση με αρχηγό τον Ε Χότζα ξεκίνησε χρησιμοποιώντας τα ιδιόκτητα
κτίρια και τις δημόσιες υπηρεσίες ως κέντρα κράτησης και βασανισμών. Τα
έτη 1944-1946 οι πολιτικές φυλακές βρίσκονταν υπό την Διεύθυνση της Λαϊκής
Προστασίας, επιχειρησιακή δομή του Υπουργείου Άμυνας. Το έτος 1947 όπως και
όλες οι φυλακές πέρασαν υπό τον έλεγχο του Υπουργείου Εσωτερικών. Από το
σύνολο των φυλακών που υπήρχαν στην
Αλβανία οι οχτώ κρατήθηκαν για τους πολιτικούς φυλακισμένους οι οποίοι χαρακτηρίζονταν
ως «εχθροί του λαού», οι εφτά στους κανονικούς φυλακισμένους και τρείς ήταν
μικτές. Με το πέρασμα του χρόνου το καθεστώς έχτισε καινούριες φυλακές σε όλα
τα βασικά κέντρα, διαχωρίζοντας ποιες ήταν για πολιτικούς κρατούμενους και
ποιες για τους κανονικούς. Ο
επίσημος σκοπός της προφυλάκισης που αφορούσε τους πολιτικούς κρατούμενους
ήταν «επαναδιαπαιδαγώγηση και επανένταξη» μέσω του πόνου και της εργασίας.
Έτσι πέρα από τις φυλακές ( πού ήταν απομονωμένες και περιφραγμένες με
συρματοπλέγματα και στρατιώτες, μέσα στα οποία οι φυλακισμένοι εκτίαν την
ποινή τους χωρίς να εργάζονται) το
καθεστώς άρχισε την οικοδόμηση των στρατοπέδων συγκέντρωσης για εργασία. Τα
στρατόπεδα συγκέντρωσης εργασίας ήταν τα μέρη που η ποινή εκτίονταν με την υποχρεωτική εργασία όπως αποκαταστάσεις, χτίσιμο δημόσιων έργων,
εξόρυξη μετάλλων ή γεωργικές εργασίες. Τα
στρατόπεδα εργασίας χτίζονταν επίτηδες κοντά στο μέρος όπου οι φυλακισμένοι
θα έπρεπε να εργαστούν. Τέτοια στρατόπεδα των πλείστων των περιπτώσεων ήταν
προσωρινά, (χτισμένα με σκηνές ή ξύλινες κατασκευές , περιφραγμένες με
σύρματα και ένοπλους στρατιώτες γύρω
τους) ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ήταν
τοποθετημένα σε μόνιμες εγκαταστάσεις ιδιαίτερα κοντά στα ορυχεία. Σχεδόν
όλοι οι φυλακισμένοι που μπορούσαν να δουλέψουν ορίζονταν να πάνε στις
φυλακές αυτές και με το πέρας του χρόνου ο αριθμός των στρατοπέδων ξεπέρασε
αυτό των φυλακών.
Τα
μεγάλα δημόσια έργα στην Αλβανία, κατά τα χρόνια του κομμουνισμού, έχουν
γίνει μέσα από την υποχρεωτική εργασία των φυλακισμένων ( πολιτικούς και κοινούς φυλακισμένους) και των
εξόριστων, οι οποίοι ήταν υποχρεωμένοι να δουλέψουν στα έργα αυτά για να
εξασφαλίσουν τα προς το ζην. Από τις φυλακές που προορίζονταν για «τους εχθρούς
του λαού» το πιο κακόφημο ήταν αυτό του Μπουρέλ, αφού θεωρούνταν ως μία
υπερ-φυλακή από το οποίο ήταν αδύνατον να δραπετεύσεις και στον οποίο οι
πολιτικοί κρατούμενοι ζούσαν σε απάνθρωπες συνθήκες. Από το 1946 μέχρι το 1950 τα στρατόπεδα εργασίας ήταν
20, όμως κατά την περίοδο 1950-1990 χτίστηκαν άλλα 90 στρατόπεδα, τα οποία λειτουργούσαν
μέχρι την ολοκλήρωση του έργου που είχε ανατεθεί στους φυλακισμένους. Το
μεγαλύτερο όλων ήταν και το κακόφημο του Σπάτς, το οποίο παρέμεινε ανοιχτώ
από το 1968 έως το 1990 για την εκμετάλλευση ενός ορυχείου χαλκού και πυρίτι.
Η
ζωή στις κομμουνιστικές φυλακές όπως και στα στρατόπεδα εργασίας ήταν πολύ
δύσκολη. Οι πολιτικοί κρατούμενοι, πολλές φορές καταδικασμένοι με βάση
ψεύτικες μαρτυρίες ή με ομολογίες αντλημένες από τα βασανιστήρια του
Σιγκουρίμι (Μυστική Υπηρεσία), εάν δεν καταδικάζονταν με εκτέλεση συχνά πέθαιναν εξαιτίας των ασθενειών, της πείνας
ή των δύσκολων συνθηκών εργασίας. Σε
κάθε φυλακή η στρατόπεδο εργασίας το Σιγκουρίμι είχε συνεργάτες ανάμεσα στους
φυλακισμένους. Για να πάρουν ένα κομμάτι ψωμί παραπάνω ή σαπούνι ήταν έτοιμοι
να καταγγείλουν τους συγκρατούμενους του στο κελί λέγοντας ψέματα.
Στο
αρχείο του Υπουργείου Εσωτερικού μέχρι το 1990 φαίνονται καταδικασμένοι 25000
πολιτικοί κρατούμενοι, αλλά επειδή λείπουν τα στατιστικά των καταδικασθέντων κατά
την περίοδο 1945-1946 και των καταδικασθέντων για μικρά αδικήματα, θεωρείτε
πως οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Αλβανία ήταν περίπου 30.000-34.000. Σύμφωνα
με την αναφορά που δημοσιεύθηκε το 2016 από το Ίδρυμα Μελετών για τα Εγκλήματα
και τις Συνέπειες του Κομμουνισμού στην
Αλβανία, οι πολιτικοί κρατούμενοι ήταν 26.768 άντρες και 7367 γυναίκες,
φυλακισμένοι και νεκροί στην φυλακή εξαιτίας των δύσκολων συνθηκών ήταν 984
και άλλοι 308 έχασαν την ικανότητα τους να σκέφτονται, με λίγα λόγια έχασαν
τα λογικά τους. Σύμφωνα με την ίδια πηγή 5577 άντρες και 450 γυναίκες
καταδικάστηκαν εις θάνατον και εκτελέστηκαν. Τα σώματα των κρατουμένων που
εκτελέστηκαν ή πέθαιναν στην φυλακή κατά την υποχρεωτική εργασία ή από
αρρώστιες, δεν επιστρέφονταν στους συγγενείς. |
Φωτογραφία από τα συρματοπλέγματα στην Κομμουνιστική Αλβανία. Τρεις γυναίκες δουλεύουν την "μαλακή ζώνη" για να ελέγχουν οι στρατιώτες αν κάποιος έχει πατήσει. |
Η
σελίδα μας σας προσφέρει ένα μοναδικό ιστορικό βίντεο με ελληνικούς
υπότιτλους από το Αλβανικό Αρχείο- Ταινιοθήκη.
2
Ιουλίου 1978. Ομάδα Ελλήνων Καλλιτεχνών επισκέπτονται την Αλβανία στα πλαίσια
βελτίωσης των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών. Χορευτές και τραγουδιστές
αποτελούν την ομάδα. Μεταξύ αυτών, ο Γιώργος Κατσαρός, ο Γιάννης Πάριος, η
Πολίνα, Θεόδωρο Κρίτα, Στυλιανός Μπέλλος και τον Θανάση Πολυκανδριώτη κ.α.
Η
περιοδεία ξεκίνησε από τους Αγίους Σαράντα και συνεχίστηκε στο Αργυρόκαστρο,
Δρόπολη, στην υπόλοιποι Αλβανία και έκλεισε στην Κορυτσά.
Φυσικά
την διαδρομή αυτή το Κομμουνιστικό Καθεστώς το χρησιμοποίησε προπαγανδιστικά
στο εσωτερικό της χώρας καθώς σε κάθε πόλη πήγαιναν τους επισκέπτες σε
διάφορα σημεία όπως μουσεία κ.α για να θαυμάσουν τα θαύματα και τα
επιτεύγματα του κομμουνισμού. Την ίδια στιγμή ο κόσμος υπέφερε. Αυτή είναι η
όψη του κομμουνισμού δεν υπάρχει χειρότερο πολιτικό σύστημα και πρέπει να
εξαφανιστεί από προσώπου γης αυτή η ιδεολογία που στρέφεται ενάντια στον ίδιο
τον άνθρωπο και την ελευθερία του. Εμείς το βιώσαμε σε κανέναν δεν το ευχόμαστε
να το βιώσει.
|
Faqja jonë ju ofron një video historike
me titra greqisht nga Arkvi i Filmit Shqiptar.
Në dt 2 Korrik 1978, një grup artistësh
Grek vizituan Shqipërinë në kontekstin e përmirësimit të marrdhënieve
ndërmjet dy vendeve. Kërcimtarë dhe këngëtarë janë pjesë të këtij grupi. Ndër
ta Jorgo Kacaros, Jani Parios, Polina, Theodhor Krita,
Stilianos Bello , Thanasi Polikandhrioti etj.
Kjo vizitë filloi në Sarandë dhe
vazhdoi në Gjirokastër, Dropull në të gjithë Shqipërinë me stacion të fundit
Korçën. Natyrisht ky udhëtim u përdor për propagandë të brendshme nga sistemi.
Në çdo qyteti vizistorët vizitonin pika të rëndësishme si muzeun etj me
qëllim që vizitori të mrekullohej me mrekullitë e komunizmit. Në të njejëtn
kohë populli vuante. Ky është aplikimi dhe fytyra e vërtetë e komunizmit i cili është sistemi më i keq politik dhe do
të ishte mirë të zhdukej nga faqja e dheut kjo ideologji antihumane që
kthehet kundër njeriut dhe lirisë së tij. Ne e jetuam, urojmë që askush tjetër
të mos e jetojë.
|
Ιστορικό
βίντεο με τις συναυλίες της Μαρινέλλας στην Αλβανία.
Το
καλό είναι ότι το ντοκιμαντέρ έχει παρουσιαστεί στα ελληνικά.
Περιγραφή:
Εικόνες του κέντρου των Τιράννων. Εικόνες από την αίθουσα εκδηλώσεων. Το
συγκρότημα «Μαρινέλλα» παρουσιάζει μια συναυλία. Παίρνουν μέρος διάφορες προσωπικότητες
της εποχής και ο τότε πρέσβης της Ελλάδας στην Αλβανίας ο Γεώργιος Γιώργης.
Στην
συνέχεια η Μαρινέλλα τραγουδά στην Αυλώνα στην Τεπελένι, Αργυρόκαστρο,
Δυρράχιο και Κορυτσά.
Όλα
αυτά συνέβησαν το 1977.
|
Përshkrimi:
Pamje e qendres se Tiranes. Pamje e salles se operas. Jep koncert ansambli
"Marinela". Marrin pjese ne shfaqje Tefta Cami, Reiz Malile,
Anastas Kondi, Dritero Agolli, Javer Malo dhe ambasadori i Greqise ne
Shqiperi Jorgos Jorgis. Flet me kete rast Riza Hajro. Marinela duke kenduar.
Kendojne dy vellezrit. Ju dhurojne lule. Ansambli viziton ekspoziten
"Shqiperia Sot". Pamje nga ekspozita e arteve figurative. Pamje e
rruges se Durresit. Pjesetaret e ansamblit ne autobuz duke kenduar, pamje te
fushave te sistemuara, te serave, pamje e Fierit si dhe e Azotikut.
Pamje e Vlores
nga lart. Pritja ne hotel Adriatikun nga artistet vlonjate. Pamje e uijit te
ftohte. Valet e detit. Pamje e monumentit te pavaresise. Artistet grek dalin
ne fotografi. Marinela duke kenduar, publiku vlonjat degjon. Pamje e Vlores.
Pamje e kalase se Tepelenes. Pamje te Gjirokastres, shtepi karakteristike.
Obelisku i arsimit. Pamje e kalase. Gjirokastra e pare nga kalaja. Marinela
duke kenduar, vellezerit duke kenduar. Artistet grek duke pare ne televizor
Marinelen. Largimi nga Gjirokastra.
Pamje nga
Durresi, plazhi i Durresit. Pamje e kinoteatrit. Duke i rene buzuqit. Kendon
nje kengetar. Pamje e metalurgjise, e ures se Prenjasit e trenit duke ecur
siper. Vullnetaret e hekurudhes se Gurit te Kuq duke kenduar dhe pershendesin
artistet. Pamje e Korçes. Marinela duke kenduar "Djemte e Pireut".
Zhani Ziçishti i dhuron lule. Marinela flet sinkron. Pamje e Pogradecit,
Volorekut. Marinela duke fotografuar. Largimi i ansamblit. Marinela takohet
duke qare. Largimi.
Viti: 1977
Kohëzgjatja:
26 min
|