Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

«Δεν χρειαζόμαστε «Δασκάλους Εμπιστοσύνης», αλλά Ρωμιοσύνης

            Δεν θυμάμαι πότε, έχει αρκετά χρόνια, δημοσιεύτηκε σε μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα, σκιτσογραφία που ερμήνευε αριστοτεχνικά το πρόβλημα που ονομάζεται παιδεία. Το σκίτσο παρίστανε δύο ίδιες εικόνες, στις οποίες πρωταγωνιστούν τα ίδια πρόσωπα.  (Η λέξη «σκίτσο», ιταλική, όπως και το γνωστό «σκετς», είναι αντιδάνεια από την ελληνική λέξη «σχέδιο»).
 Τα δύο, λοιπόν σχέδια-σκίτσα παραπέμπουν σε σχολική αίθουσα, όπου γίνεται παραλαβή βαθμών από τους γονείς, τρίμηνο ή τετράμηνο.  Στο πρώτο σκίτσο η ημερομηνία γράφει 1975. Το δεύτερο, ας πούμε, 2020. Στο πρώτο οι δύο γονείς, οργισμένοι, είναι στραμμένοι προς το παιδί τους-μαθητή, που ακούει με σκυμμένο κεφάλι και του λένε την φράση: «Τι βαθμοί είναι αυτοί;». Στο δεύτερο, της ‘’θαυμαστής’’ εποχής μας, είναι στραμμένοι προς τον δάσκαλο και του λένε την ίδια φράση: «Τι βαθμοί είναι αυτοί;». Το παιδί, πλέον, δεν είναι απέναντι, αλλά δίπλα τους και χασκογελά χαιρέκακα. Όντως μεγαλοφυής περιγραφή της μετάλλαξης της χρεοκοπίας, του διασυρμού της παιδείας του σχολείου, της οικογένειας. 
 Και τα πράγματα συνεχώς χειροτερεύουν. Απανωτά τα κρούσματα βίας και ανομίας εντός του σχολικού χώρου. Μαθητές μαχαιροβγάλτες, γονείς ξυλοκοπούν ή απειλούν απροκάλυπτα δασκάλους, μαθητές εξυβρίζουν, προπηλακίζουν εκπαιδευτικούς.
 Πριν από λίγες ημέρες μαθητές σε Γυμνάσιο-Λύκειο των Αθηνών, αφού σακάτεψαν στο ξύλο συμμαθητή τους, έσπευσαν κορδωμένοι και πασιχαρείς, να αναρτήσουν και φωτογραφία τους στο διαδίκτυο, όπου» αμετανόητοι χρησιμοποιούν υβριστικό λεξιλόγιο, θέλοντας να δείξουν ότι καταφέρνουν να παραμείνουν απτόητοι, παρά τον σάλο που έχει προκληθεί και τις ενδεχόμενες ποινικές κυρώσεις που τους περιμένουν». (εφ. “Πρώτο Θέμα”, 13-2-2020). Μάλιστα η τροπαιούχος φωτογραφία τραβήχτηκε μες στο αστυνομικό τμήμα του Βύρωνα.  Βεβαίως-βεβαίως “τα παιδιά” αφέθησαν ελεύθερα «προκειμένου να επανεκτιμηθεί η υπόθεση» και ….λοιπά και λοιπά. Το θέμα έχει και συνέχεια. Ο δικηγόρος της οικογένειας κατήγγειλε ότι δέχτηκε τηλεφώνημα όπου σε σπαστά ελληνικά τον απείλησαν να σταματήσει τις δηλώσεις «γιατί θα τον βρουν σε χαντάκι». Ενώ ιδιοκτήτης τοπικού καναλιού, ο οποίος παρευρέθηκε σε γενική συνέλευση γονέων, απειλήθηκε από γονείς να μην ανεβάσει στιγμιότυπα, διότι διαφορετικά «θα τον θάψουν κάτω από τη γη». Η υπουργός Παιδείας έσπευσε στο Λύκειο και αφού χαρακτήρισε το γεγονός πρωτοφανές, το καταδίκασε απερίφραστα και εξήγγειλε τον θεσμό του «Δασκάλου Εμπιστοσύνης». Μάλιστα. (Αν μπει στον κόπο η κ. υπουργός θα συναντήσει τέτοια “πρωτοφανή” επεισόδια σε όλα σχεδόν τα σχολεία της χώρας).
Με το συμβάν στο σχολείο, ξετυλίχτηκε όλη η φθορά και η διαφθορά που υπέστη η ελληνική κοινωνία από τα συνεχή και ανηλεή της διεστραμμένης «Νέας Εποχής». Παιδιά που λειτουργούν μες στην σχολική αίθουσα σαν… αγέλη λύκων ανθρωποφάγων. Γονείς εγκληματικά ανώριμοι, ουσιαστικά ανύπαρκτοι. (Ο Αλέξανδρος Δουμάς πατήρ έγραφε χαριτολογώντας ότι, «επειδή ο Θεός δεν μπορεί να βρίσκεται παντού, γι’ αυτό έφτιαξε την μητέρα». Η τωρινή μητέρα σήμερα κυνηγά καριέρες ή έχει αναθέσει την ανατροφή των παιδιών της, στον τρίτο γονέα, το διαφθορείο που λέγεται τηλεόραση ή διαδίκτυο).  Γονείς, που για να μην τσαλακωθεί το όνομά τους, σπεύδουν και καλύπτουν ανήκουστες για άλλες εποχές, ανομίες των παιδιών τους, φορτώνοντας την ευθύνη στα συνήθη υποζύγια, τους εκπαιδευτικού,ς τους οποίους απειλούν και καθυβρίζουν.
Γονείς που λησμονούν την μεγάλη αλήθεια που αντηχεί στους αιώνες από τον χρυσοστομικό άμβωνα: «Ου γαρ το σπείραι ποιεί πατέρα μόνον, αλλά το παιδεύσαι καλώς∙ ουδέ το κυήσαι μητέρα εργάζεται, αλλά το θρέψαι καλώς».  (αγ. Χρυσοστόμου,  «Λόγος Α΄ περί της Άννης», Migne 54, 636). Σωστή παίδευση και ανατροφή σημαίνει γονέας και όχι μόνον «σπορά και κύηση». Το να πετροβολούμε τους δασκάλους και να τους ελέγχουμε για ελλιπή εφημερία είναι η εύκολη, εκτονωτική αντίδραση.  «Για όλα φταίει το σχολείο». Μα το σχολείο είναι εικόνα της κοινωνίας μας.
 “Από αυτή την άποψη, δεν θα έπρεπε να είναι τόσο εύκολο για μερικούς από εμάς να καταδικάζουμε τους νέους ότι έχουν πάρει λάθος δρόμο.  Οι νέοι δεν έχουν πάρει λάθος δρόμο, όχι.  Απλώς -και αυτό είναι το πιο τραγικό- βαδίζουν μπροστά από εμάς στον δρόμο που εμείς τους δείξαμε να βαδίζουν.  Εμείς είμαστε αυτοί οι οποίοι στην πράξη βάζουμε πάνω απ’ όλα τα υλικά αγαθά και τα χρήματα.  Εμείς με τα λόγια μεν εξαιρούμε τα υψηλά, αλλά ασχολούμαστε ολημερίς με τα χαμηλά.  Εμείς στην καλύτερη περίπτωση, μιλάμε για αρχές και αξίες, αλλά στην πράξη ενεργούμε έτσι, θα ήταν παράλογο να έχουμε από τους νέους την απαίτηση να βαδίζουν άλλο δρόμο.  Απλώς, αφού πρώτα τους διδάξαμε εμείς, τώρα μας διδάσκουν αυτοί, δείχνοντάς μας που οδηγεί ο δρόμος που εν τη αφελεία μας επιλέξαμε να βαδίσουμε”. (Γ. Τσέντος, “Η κρίση στην Παιδεία”).
Να επανέλθω στην αντίδραση της υπουργού Παιδείας.Ο «Δάσκαλος Εμπιστοσύνης». Μυρίζει από μακριά η εξαγγελία αριστερόστροφη κενο-τομία.  Δεν χρειαζόμαστε «δασκάλους εμπιστοσύνης», αλλά Δασκάλους Ρωμιοσύνης. 
 Κάποτε το έθνος είχε αυτόν τον δάσκαλο.  Ήταν ο δάσκαλος που κρατούσε στο ένα του χέρι το Ευαγγέλιο και στο άλλο τον Όμηρο, που μιλούσε για Πίστη, Γλώσσα και Πατρίδα και που έβλεπε τον εαυτό του θεματοφύλακα της ελληνικής παράδοσης, από τον Τρωικό πόλεμο και τον Βασίλειο Βουλγαροκτόνο ως την ευλογημένη επανάσταση του 21΄ και την ιστορία του Παπαρρηγόπουλου. Ο δάσκαλος εκείνος, δεν ήξερε πολλά πράγματα-νέες τεχνολογίες, ευρωπαϊκά προγράμματα, ξένες γλώσσες και λοιπές  … δράσεις.  Όχι. Γνώριζε όμως αρχαία ελληνικά και ιστορία και μετέδιδε την φλόγα της ψυχής του, πολλές φορές με πολλή ρητορική, αλλά πάντοτε με εντιμότητα, συνέπεια και ευθύνη. Ήταν ο λόγιος Έλληνας δάσκαλος, που ευτύχησε να έχεις στις Παιδαγωγικές Ακαδημίες, καθηγητές αναστήματα.  Τον δάσκαλο αυτόν τον κλόνισε, τον πολέμησε, τον εκδίωξε από το σχολείο η πατριδοφάγος θολοκουλτούρα του νεοσταλινισμού.  Στον δάσκαλο εκείνο εμπιστεύονταν οι γονείς τα παιδιά τους και ήξεραν ότι θα βγει το γερά αρματωμένο σχολιαρόπαιδο,με τα αειθαλή γράμματα του Γένους. Είναι ο δάσκαλος που όταν το απαιτούσε η περίσταση, άφηνε το κοντύλι και έπιανε το καριοφίλι.  Ήταν ο ποιήσας και διδάξας.  Διαβάζω στο ωραίο βιβλίο του Χρ. Ζαλοκώστα «Πίνδος», σελ. 194 (εκδ. «Εστία»).
«Η εχθρική αντεπίθεση του Μαρτίου έχει εκδηλωθεί. Το 731 έχει μεταβληθεί σε ηφαίστειο. Οι φαντάροι μας, πεσμένοι με την κοιλιά στους λάκκους των οβίδων, πυροβολούν, χωρίς διακοπή, για να συγκρατήσουν το εχθρικό πεζικό.
Ο δάσκαλος – έτσι έχει βαφτίσει τον διοικητή του ο λόχος, γιατί δημοδιδάσκαλος είναι το επάγγελμά του – με προβιές και επιδέσμους, γύρω από τα κρυοπαγημένα πόδια του, αντί για παπούτσια, χωρίς να προφυλάγεται τρέχει νευριασμένος από διμοιρία σε διμοιρία και δίνει οδηγίες.

– Μην πυροβολείτε στα στραβά, παιδιά! Μην ξοδεύετε ασκόπως τις χειροβομβίδες σας, τους λέει. Κι όταν ο ταγματάρχης του φωνάζει να μην εκθέτει τόσο τον εαυτό του, ο δάσκαλος του απαντάει:

– Φοβάμαι μήπως χάσουμε σήμερα το ύψωμα. Και τι θα δικαιολογηθώ ύστερα εγώ στους μαθητές μου, άμα γυρίσω στο σχολείο;».

(Χρ. Ζαλοκώστα, «Πίνδος», εκδ. «Εστία», σελ. 194).
Δημήτρης Νατσιός
δάσκαλος Κιλκίς – Μέλος ΙΗΑ

Η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία στα χρόνια του Ενβέρ Χότζα

Άγνωστα στοιχεία μέσα από τα αλβανικά αρχεία για τα δεινά του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ως τις αρχές της δεκαετίας του ’90.

Επαναπατρισμος_Ελληνων_Κακαβια_1961_2

Η πρόσφατη ανάρτηση στο Facebook του Χρήστου Μάστορα, τραγουδιστή του δημοφιλούς συγκροτήματος «Μέλισσες», για τα προβλήματα των Βορειοηπειρωτών σχετικά με τις συντάξεις τους και όχι μόνο και η απάντηση που έλαβε από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη πυροδότησε πολλές συζητήσεις για μία ακόμα φορά για την ελληνική μειονότητα της Αλβανίας.

Λίγο πολύ είναι γνωστά σε γενικές γραμμές όλα όσα υπέφεραν οι Βορειοηπειρώτες, ιδιαίτερα στα χρόνια του καθεστώτος του Χότζα. Ωστόσο υπάρχουν και άγνωστες, συγκλονιστικές λεπτομέρειες, τις οποίες φέρνει για πρώτη φορά στο φως ο διδάκτωρ Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κύριος Σταύρος Ντάγιος στο βιβλίο του ‘’ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑ 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ’’, εκδόσεις LITERATUS, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2015. Με ιδιαίτερη ευγένεια και προθυμία για μία ακόμα φορά ο κύριος Ντάγιος όχι μόνο μας έδωσε την άδεια να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από το εξαιρετικό βιβλίο του αλλά μας είπε και άλλες ενδιαφέρουσες πληροφορίες τις οποίες θα παρουσιάσουμε στο σημερινό μας άρθρο.
Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος

Όπως γνωρίζουμε η Αλβανία αν και πολέμησε στο πλευρό της φασιστικής Ιταλίας, βρέθηκε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο πλευρό των νικητών. Υπάρχει μία έντεχνα διοχετευμένη από αλβανικής πλευράς προπαγάνδα, ότι στρατεύματα της γειτονικής χώρας πήραν μέρος σε επιχειρήσεις των Ιταλών του Μουσολίνι εναντίον της Ελλάδας ,περίπου με το πιστόλι στον κρόταφο και εκβιαστικά. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει όμως. 22.000 Αλβανοί στρατιώτες εντάχθηκαν χωρίς καμία πίεση στο πλευρό των Ιταλών και πολέμησαν κατά των ελληνικών στρατευμάτων. Η στροφή όμως που έγινε από τον Ενβέρ Χότζα το 1943 έδωσε άλλοθι στις Μεγάλες Δυνάμεις για να συμπεριλάβουν την Αλβανία στις νικήτριες χώρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ήδη από το 1942 οι ισχυρές χώρες είχαν αποφασίσει ότι η Αλβανία θα παρέμενε ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Οι προσπάθειες του τότε Έλληνα πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Τσαλδάρη στη Συνδιάσκεψη της Ειρήνης στο Παρίσι (1946) να αποδοθεί η Βόρεια Ήπειρος (μεταξύ άλλων) στη χώρα μας, απέβησαν άκαρπες. Η Αλβανία είχε τη στήριξη και την προστασία της Σοβιετικής Ένωσης κατά κύριο λόγο και δευτερευόντως της ενωμένης τότε Γιουγκοσλαβίας του Τίτο. Για μία ακόμα φορά η Ελλάδα πλήρωσε βαρύτατο τίμημα πολεμώντας στο πλευρό των Συμμάχων οι οποίοι συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον σε επιδαψίλευση τιμών και επαίνων για τη χώρα μας στη διάρκεια του πολέμου και μετά τη λήξη του της παραχωρήθηκαν μόνο τα Δωδεκάνησα, τα οποία μάλιστα όπως έχουμε γράψει, αποδόθηκαν μετά από ατέρμονες διαπραγματεύσεις στην Ελλάδα.

Η πληθυσμιακή κατάσταση της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία
Η εθνική ελληνική μειονότητα στην Αλβανία, όπως είναι αναγνωρισμένη από το επίσημο αλβανικό κράτος είναι η μεγαλύτερη πληθυσμιακά και γεωγραφικά, καθώς και η πιο αναπτυγμένη μειονότητα στη γειτονική χώρα και αποτελεί ανάλογα με τις διάφορες πηγές και εκτιμήσεις το 1,1-4,9% του συνολικού αλβανικού πληθυσμού. Ο ελληνικός πληθυσμός ζει στις νότιες περιοχές της Αλβανίας, στις περιφέρειες Αργυροκάστρου, Αγίων Σαράντα, Δέλβινου και Πρεμετής που ανήκουν ιστορικά στη Βόρειο Ήπειρο ,ενώ από τον πληθυσμό αυτό εξαιρέθηκαν οι περιοχές της Κορυτσάς, της Κολόνιε και του Λεσκοβικίου όπου υπήρχε παραδοσιακά συμπαγές ελληνικό στοιχείο, αλλά και όλος ο βλαχόφωνος ελληνισμός της Αλβανίας που ήταν διάσπαρτος σε διάφορες περιοχές. Σύμφωνα με στοιχεία του 2003 οι Αρωμούνοι (Βλάχοι) της Αλβανίας ήταν συνολικά 139.000.

Οι Αλβανοί ξεκίνησαν τις προσπάθειες για αλλοίωση της πληθυσμιακής σύνθεσης της ελληνικής περιοχής ήδη από την εποχή του βασιλιά Ζογκ (Ζόγκου) όταν επιχείρησαν να μετεγκαταστήσουν αλβανόφωνους του Κοσόβου στην περιοχή. Συνάντησαν ωστόσο τη σθεναρή αντίσταση των κατοίκων της Δρόπολης. Παρόμοιο αποτέλεσμα είχαν και οι προσπάθειες των μπέηδων του Λιμποχόβου να εγκαταστήσουν αλβανόφωνους στο Βουλιαράτι. Το 1945 έγιναν νύξεις για την εγκατάσταση των Τσάμηδων που είχαν εκτοπιστεί από την Ελλάδα στην Δρόπολη και τον Βούρκο για να αλλοιώσουν τον ελληνικό πληθυσμό και να τον μετατοπίσουν ,αλλά και για να χρησιμοποιηθούν ως προφυλακή μιας ενδεχόμενης ελληνικής επίθεσης στο μέλλον. Κάτι τέτοιο τελικά δεν έγινε και οι Τσάμηδες εγκαταστάθηκαν στις περιοχές της Αυλώνας, του Φίερι και του Δυρραχίου.

Ωστόσο οι Αλβανοί πέτυχαν σε ορισμένες περιοχές να αλλοιώσουν τον πληθυσμό κάποιων μειονοτικών περιοχών. Ιδιαίτερα στην περιοχή των Αγίων Σαράντα όπου παρήκμασαν, ερημώθηκαν ή εξαφανίστηκαν 11 ελληνόφωνα χωριά. Το 1951 το μεθοριακό χωριό Περδικάρι ερημώθηκε και οι κάτοικοί του υπό την υπόνοια της δραπέτευσής τους στην Ελλάδα εξορίστηκαν στην ενδοχώρα, υποχρεούμενοι να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Στις παρυφές της ελληνόφωνης περιοχής των Αγίων Σαράντα ιδρύθηκαν τα χωριά Βάρφαϊ, Μπάικαϊ, Στιάρι, Βάνα, Γκιάστα και Ξαμίλι ενώ άλλοι οικισμοί εμφυτεύτηκαν, όπως γράφει πολύ εύστοχα ο κύριος Ντάγιος, μέσα στην ελληνική περιοχή για να διαταραχθεί η πληθυσμιακή της ομοιογένεια. Πρόκειται για τους οικισμούς Ντόμπρα, Σελεγκάρι, Μπίστριτσα και Τσλιρίμι. Στο Αργυρόκαστρο ιδρύθηκε το 1947 ο οικισμός Ασίμ Ζενέλι από μεταφερόμενους αλβανόφωνους του ορεινού όγκου του Κουρβελεσίου (στις παρυφές των μειονοτικών περιοχών), η Μπούλιο (1950) αποτελούμενη από μεικτό πληθυσμό, Έλληνες και Αλβανούς, τα Βρυσερά ως διοικητικό κέντρο στην αρχή και οικισμός στη συνέχεια και το Λυκομύλι τα οποία κατοικούνται και τα δύο από ελληνικούς πληθυσμούς και δύο βλάχικα χωριά το Αντόν Πότσι και η Χουμελίτσα. Το καθεστώς του βασιλιά Ζογκ θεωρούσε Έλληνες τους Βλάχους και τους υποχρέωνε να εγγραφούν στα ληξιαρχικά μητρώα της Ελλάδας ακόμα και να υπηρετούν στον Ελληνικό Στρατό. Με την επικράτηση του κομμουνιστικού καθεστώτος ο βλαχόφωνος ελληνισμός αγνοήθηκε και υποτιμήθηκε.

Πάντως μία ακριβής εικόνα του πληθυσμού της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία είναι αδύνατη.

Το 2001, Αλβανοί μελετητές συνέταξαν τον “Γεωγραφικό Χάρτη του Αλβανικού Πληθυσμού”, σύμφωνα με τον οποίο 65.900 Έλληνες εξακολουθούν να παραμένουν στην Αλβανία.
Κατά τους υπολογισμούς τους, 11.000 Έλληνες μετανάστευσαν οριστικά, συνεπώς ο συνολικός πληθυσμός της ελληνικής μειονότητας είναι 66.900 κάτοικοι (Ardile Berxholi, “Minoritet”, σ.102). Μπορεί ο αριθμός αυτός να φαίνεται μικρός, ωστόσο είναι η πρώτη φορά που επίσημες αλβανικές πηγές αναφέρουν ότι ο πληθυσμός των Ελλήνων της μειονότητας ξεπερνά τις 60.000.

Ομογενειακά σωματεία και διάφοροι φορείς στην Ελλάδα αναφέρουν ότι οι Έλληνες της Αλβανίας είναι πολύ περισσότεροι, κάποιοι ανεβάζουν τον αριθμό τους σε 500.000, συμπεριλαμβάνοντας και τους Ελληνορθόδοξους της Κορυτσάς, του Λεσκοβικίου και της Πρεμετής.
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία (Διεθνής Επιτροπή Εθνολογικού Ελέγχου), στις αρχές του 1914, στον καζά της Κορυτσάς ζούσαν 40.080 Έλληνες (έναντι 28.600 Αλβανών), στον καζά του Λεσκοβικίου 7.453 Έλληνες (έναντι 2.993 Αλβανών), στον καζά της Πρεμετής 12.551 Έλληνες (έναντι 10.823 Αλβανών) και στον καζά της Κολόνιε 14.269 Έλληνες, (έναντι 6.615 Αλβανών). Βλέπουμε για μία ακόμη φορά λοιπόν, την κατάφωρη αδικία που έγινε με την ένταξη όλων αυτών των περιοχών, και φυσικά της ευρύτερης περιοχής του Αργυρόκαστρου, της Χιμάρας, του Δέλβινου και των Αγίων Σαράντα στην Αλβανία .

Οι Βορειοηπειρώτες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Μετά τον Πόλεμο, η Ελλάδα θεωρήθηκε ως βασική απειλή για την Αλβανία και αυτό συντέλεσε αποφασιστικά στη διαμόρφωση της εθνικής πολιτικής του αλβανικού κράτους, απέναντι στην ελληνική μειονότητα. “Η επιβολή της έννομης τάξης σε όλες τις ανατολικές χώρες έγινε με τρόπο εγκληματικό, δικτατορικό και αντιδημοκρατικό”, γράφει ο Σταύρος Ντάγιος.
Ο Ενβέρ Χότζα, ηγέτης της Αλβανίας από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μέχρι τον θάνατό του (11/4/1985), προσπάθησε να εξοντώσει με σταλινικές μεθοδεύσεις την ελληνική μειονότητα, την ίδια στιγμή που η Ελλάδα δεν ήταν σε θέση να αντιδράσει αποτελεσματικά. Το 1947 ,κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο πόλεμος με την Ελλάδα είναι αναπόφευκτος. Ο Χότζα επιτέθηκε με μένος εναντίον των Αγγλοαμερικανών και τόνισε ότι ο Εμφύλιος στην Ελλάδα, δεν θα επηρεάσει τη μειονότητα. Από το 1949, οι διώξεις των Βορειοηπειρωτών, εντάθηκαν.

Ο Χότζα και οι κομμουνιστές στην Αλβανία, δεν δυσκολεύτηκαν να εκριζώσουν τους δημοκρατικούς θεσμούς του παρελθόντος, καθώς αυτοί δεν υπήρχαν καν. Το εθνικιστικό κομμουνιστικό δόγμα επικράτησε σχεδόν χωρίς καμία αντίδραση.
Το καλοκαίρι του 1945 τα σύνορα έκλεισαν και η Βόρεια Ήπειρος απομονώθηκε. Οι Βορειοηπειρώτες δεν είχαν πλέον καμία επικοινωνία με την Ελλάδα, όπου βρίσκονταν πολλοί συγγενείς και φίλοι τους. Οι παλαιοί ελληνοδιδάσκαλοι και οι φορείς της εθνικής ιδέας είχαν εξοντωθεί ή είχαν οδηγηθεί στις φυλακές. Το ίδιο συνέβαινε με τους μορφωμένους ιερείς. Η πολιτική της αλβανικής κυβέρνησης απέναντι στην ελληνική μειονότητα, ήταν η εξής: απόλυτος έλεγχος των ελληνόφωνων περιοχών με την επιβολή σκληρών κατασταλτικών μέτρων, διώξεις και εξόντωση των Βορειοηπειρωτών που είχαν διακριθεί για τα εθνικά τους φρονήματα, αποτροπή της ελληνικής επιρροής στους Βορειοηπειρώτες, μέσω της απόλυτης απομόνωσης τους από την Ελλάδα και διασφάλιση της πολιτικής υποστήριξής τους μέσω υποσχέσεων και διάβρωσης της εθνικής και κοινωνικής τους συνοχής. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε και η Μόσχα, που συνιστούσε στον Χότζα να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός, να κρατήσει την ελληνική μειονότητα ελεγχόμενη στενά και η συνδεδεμένη με την αλβανική κομμουνιστική κυβέρνηση και να χρησιμοποιήσει για τον σκοπό αυτό όλα τα μέσα, την πειθώ και την καταστολή. Τα βασικά μέρη εναντίον της ελληνικής μειονότητας, ήταν τα εξής: συστηματική, μεθοδική και συνεχής φθορά του ελληνικού στοιχείου με διασπορά σε άλλες περιοχές, αναγκαστική μετακίνηση Βορειοηπειρωτών που χαρακτηρίζονταν ως αντιφρονούντες προς το καθεστώς, εμφύτευση αλβανικών χωριών, εμβόλιμα, σε αμιγώς βορειοηπειρωτικές περιοχές, αναγκαστική μετακίνηση Βορειοηπειρωτών για εξεύρεση εργασίας και παράλληλη μετακίνηση Αλβανών σε αμιγώς ελληνόφωνες περιοχές με επαγγελματικές προφάσεις. Η διδασκαλία, εκμάθηση και διάδοση της ελληνικής γλώσσας, παρεμποδίστηκε με κάθε τρόπο. Οι περιουσίες των Βορειοηπειρωτών κατασχέθηκαν, οι εκκλησιαστικές δημεύθηκαν, οι ιερείς αποσχηματίστηκαν και διώχθηκαν, τα θρησκευτικά ιδρύματα μετατράπηκαν σε αποθηκευτικούς χώρους και μόνον μερικές εκκλησίες παρέμειναν ως διατηρητέα μνημεία.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ_ΤΣΑΛΔΑΡΗΣ
ΕΝΒΕΡ_ΧΟΤΖΑ
vrios-ipiros-xartis-1


Ελληνικά ονόματα και τοπωνύμια άλλαξαν καταναγκαστικά. Με το Διάταγμα 5339/1975:
«Πολίτες, έχοντες ακατάλληλα ονόματα και προσβλητικά επώνυμα από πολιτική, ιδεολογική και ηθική άποψη υποχρεούνται να τα αλλάξουν».
Ως αποτέλεσμα της πρακτικής αυτής, στο 75%-80% των μαθητολογίων στις βορειοηπειρωτικές περιοχές εμφανίζονταν αλβανικά ονόματα ενώ ο βορειοηπειρωτικός πληθυσμός από αντίδραση, χρησιμοποιούσε διπλή ονομασία. Μια επίσημη (αλβανικό όνομα) και μία για καθημερινή χρήση (ελληνικό όνομα). Υπήρξαν επίσης σφοδρές αντιδράσεις τόσο από τους Βορειοηπειρώτες όσο και από την Ελληνική Κυβέρνηση. Οι Αλβανοί αντέδρασαν εγείροντας, για πρώτη φορά από το 1947 θέμα Τσάμηδων.
Σε υπόμνημα που έδωσε ο Αλβανός ΥΠΕΞ Νέσι Νάστε, στον Έλληνα πρέσβη στα Τίρανα Δημήτριο Φραντζεσκάκη, στις 26 Ιανουαρίου 1976, αναφερόταν μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Με λύπη υποχρεωνόμαστε να σας υπενθυμίσουμε ότι ήταν ακριβώς οι Έλληνες σοβινιστές της Μεγάλης Ιδέας αυτοί που διέπραξαν βαρβαρότητες εις βάρος της αλβανικής μειονότητας των Τσάμηδων στην Ελλάδα, δολοφόνησαν, λεηλάτησαν και έδιωξαν τους Τσαμήδες από τα εδάφη τους με ένα πουκάμισο στην πλάτη. Γι' αυτό εμείς δεν ενοχοποιήσαμε τον ελληνικό λαό, μήτε κυβερνητική υπόθεση εγείραμε, αν και μπορούσαμε να το πράξουμε».

Τελικά, το θέμα έληξε με ένα υπόμνημα της αλβανικής πλευράς, στο οποίο εξηγούσε ότι η Αλβανία δεν σκόπευε ν' αλλάξει τα ελληνικά τοπωνύμια, αλλά εκείνα που είχαν επιβληθεί από τους κατακτητές.
Διώξεις, καταναγκαστικές δραπετεύσεις και φυλακίσεις
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, παρουσιάζουν οι διώξεις και οι φυλακίσεις των Βορειοηπειρωτών. Η Αλβανία στις διεθνείς συμβάσεις που είχε υπογράψει, εμφανιζόταν ως εγγυήτρια της ελληνικής μειονότητας, της γλώσσας, του πολιτισμού, των ηθών και των εθίμων της και είχε δεσμευτεί ότι θα ασκούνται απρόσκοπτα τα εθνικά της δικαιώματα. Φυσικά, τίποτε απ' αυτά δεν έγινε.

Στα τέλη Ιουνίου 1945, ένοπλες περιπολίες Αλβανών ανταρτών έστηναν μπλόκα σε όλες τις περιοχές όπου ζούσαν Έλληνες και συλλάμβαναν επιφανείς Βορειοηπειρώτες, οι οποίοι είτε αντιμετώπιζαν «σκληρή» εξορία σε απρόσιτες περιοχές της χώρας, είτε οδηγούνταν στις φυλακές ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Από τους Αγίους Σαράντα εντοπίστηκαν και μεταφέρθηκαν στον Βορρά 25 ελληνικές οικογένειες, από το Δέλβινο 6 και από το Αργυρόκαστρο 10, με την αιτιολογία ότι ήταν Έλληνες. Στις 22 Ιουνίου 1945, συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν από τη Δερβιτσιάνη 25 οικογένειες. Παράλληλα, μαζικές ήταν οι λιποταξίες από τον αλβανικό στρατό.
Το πρώτο εξάμηνο του 1946, λιποτάκτησαν από την Κορυτσά μόνο, 20 στρατιώτες. Την ίδια περίοδο, στην Καστοριά κατέφυγαν 103 Βορειοηπειρώτες, στη Χαλκηδόνα 668, στη Θεσσαλονίκη 854, στην Έδεσσα 92, στην Κοζάνη και σε άλλες περιοχές 1198 Έλληνες Βορειοηπειρώτες 150 φυλακισμένοι δραπέτευσαν από τις φυλακές Ελμπασάν και πήραν ομήρους αστυνομικούς και σωφρονιστικούς υπαλλήλους. Τον Σεπτέμβριο του 1946, δραπέτευσε ο αστυνομικός διοικητής Κορυτσάς. Παρά την καταστολή και τα μέτρα αστυνόμευσης, στις αρχές του 1947, παρατηρήθηκε νέο κύμα αποδράσεων. Βέβαια, οι αποδράσεις των Βορειοηπειρωτών είχαν ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1930. Στη διάρκεια της Κατοχής 3.865 Έλληνες Βορειοηπειρώτες είχαν εγκαταλείψει τις εστίες τους. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία των Αλβανών, ο αριθμός των δραπετών μόνο από τις ελληνόφωνες περιοχές του Αργυροκάστρου μεταξύ 1945-1949 ήταν 595, ενώ ως το 1984, έφτασαν τους 854, οι οποίοι, σύμφωνα με τις αλβανικές αρχές, ήταν αναμεμειγμένοι σε πολιτικές δραστηριότητες κατά της Αλβανίας, ενώ 81 απ' αυτούς χρησιμοποιήθηκαν ως σύνδεσμοι από ξένες μυστικές υπηρεσίες. Το 1950, οι Αλβανοί κατήγγειλαν ότι Ελληνοαμερικανοί πράκτορες βρίσκονταν πίσω από τις δραπέτευσης των Βορειοηπειρωτών. Επρόκειτο για έωλο ισχυρισμό, καθώς η Ελλάδα δεν είχε κανένα συμφέρον από τη φυγή Βορειοηπειρωτών από τις εστίες τους. Τα μέλη των οικογενειών όσων δραπέτευσαν, δεινοπαθούσαν. Χαρακτηρίζονταν «εχθροί του λαού» και έξω εξορίζονταν στην ενδοχώρα. Στις αρχές του 1960, οι μισοί από τους πολιτικούς κρατούμενους στην Αλβανία κατηγορούνταν για απόπειρα διαφυγής από τη χώρα. Ως τις αρχές της δεκαετίας του '60, το κύμα φυγής συνεχιζόταν. Στις 25 Μαρτίου 1961 αναρτήθηκαν κατά μήκος των ελληνικών συνόρων, ιδίως στην Κακαβιά φωτεινές επιγραφές και πανό με συνθήματα «Ζήτω η Ελλάδα!» και «Ζήτω η Βόρειος Ήπειρος!», ενώ μία μέρα αργότερα Βορειοηπειρώτες που είχαν έρθει στην Ελλάδα φώναξαν: «Ελευθερία στα αδέλφια μας! Επιτρέψτε μας να επικοινωνήσουμε με τους αδελφούς μας», εμφανιζόμενοι με εθνική στολή του Πωγωνίου, της Δρόπολης και του Βούρκου, αλλά με μαύρη αμφίεση.

Το 1961, επέστρεψαν στην Ελλάδα, μετά από δική τους επιθυμία, από την Αλβανία, πολιτικοί πρόσφυγες μέσω Κακαβιάς. Φωτογραφίες που βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας μέσα από το protothema.gr σήμερα, από τον επαναπατρισμό των προσφύγων, μας έστειλε ο κύριος Σταύρος Ντάγιος.
Τον ευχαριστούμε θερμά και γι' αυτό!
Να σημειώσουμε, ότι η δραπέτευση από την Αλβανία, δεν ήταν καθόλου εύκολη. Εκτός από τους στρατιώτες, τους μυστικούς πράκτορες και τους ανθρώπους του καθεστώτος, κατά μήκος της συνοριακής γραμμής με την Ελλάδα, υπήρχαν ηλεκτροφόρα σύρματα ύψους 2,20 μέτρων, όπως βλέπετε στη φωτογραφία που μας παραχώρησε ο κύριος Ντάγιος. Μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, τα σύρματα «έπεσαν», έτσι έγινε πολύ εύκολη η φυγή από την Αλβανία προς την Ελλάδα. Στα ελληνοαλβανικά σύνορα σήμερα, υπάρχουν κολονάκια (πυραμίδες όπως λέγονται), που συνδέονται μεταξύ τους με νοητά ευθύγραμμα τμήματα και κανένα άλλο εμπόδιο…

Πολιτικές δίκες στην Αλβανία του Ενβέρ Χότζα
Οι πολιτικές δίκες με κατασκευασμένες κατηγορίες ήταν επίσης πολύ συχνές. Από τον Γενάρη του 1946, 16 ελληνοδιδάσκαλοι που είχαν φοιτήσει σε ελληνικά εκπαιδευτικά ιδρύματα εκτελέστηκαν ενώ εκατοντάδες άλλοι φυλακίστηκαν. Η φωτογραφία του Σταύρου Ντάγιου από τις φυλακές Αργυροκάστρου το 1945, είναι ενδεικτική της κατάστασης που επικρατούσε σ’ αυτές.

Την 1η Ιουλίου 1946 άρχισε η δίκη 19 Ελλήνων Βορειοηπειρωτών στο στρατοδικείο της Περιφέρειας Αργυροκάστρου με κατηγορίες για κατασκοπεία σε βάρος της Αλβανίας, εσχάτη προδοσία κλπ. Στο κατηγορητήριο, υπήρχαν τα ονόματα άλλων 86 εμπλεκόμενων. Τρεις κατηγορούμενοι, ο Αριστοτέλης (Τέλης) Χαρμπάτσης από τη Δίβρη, ο Σωτήρης Σκεύης από τα Καλύβια του Πασά και ο Νάσος Πάντος από τη Σωπική καταδικάστηκαν σε θάνατο δια τουφεκισμού, άλλοι δύο, ο Φίλιππας Παπαθανάσης και ο Χαράλαμπος Λέζος σε ισόβια κάθειρξη και οι υπόλοιποι κατηγορούμενοι, συνολικά, σε 134 έτη φυλάκισης!

Σημαντική ήταν και η δίκη που έγινε για την επινοημένη υπόθεση της «Μονής της Πέπελης» (1963»). Η δίκη έγινε στις 29-30 Σεπτεμβρίου 1964. Καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν ο Ευθύμιος Τάταρης και ο Κώστας Μπόζδος (γνωστότερος ως Παπά-Κώστας). Άλλοι δύο συγκατηγορούμενοί τους, ο Μιχάλης Γκιόκας και ο Γιώργος Στόλης καταδικάστηκαν σε 20 και 12 χρόνια φυλάκισης αντίστοιχα.


Fylakes_Argirokastrou
1985_Ηλεκτροφορα
Επαναπατρισμος_Ελληνων_Κακαβια_1961

Το θέμα της ελληνικής μειονότητας στη Βόρειο Ήπειρο είναι τεράστιο και θα επανέλθουμε σύντομα.
Βέβαια, οι Αλβανοί θεωρούσαν ότι συμπεριφέρονταν άψογα στους Βορειοηπειρώτες. Τον Μάρτιο του 1946, ο Αλβανός αντιπρόεδρος Κόστα Τζότζε είπε στο Αργυροκάστρο, απευθυνόμενος προς τους Έλληνες μειονοτικούς:

«Να γνωρίζουν οι σύντροφοι ότι πατρίδα τους είναι ο σοσιαλισμός ενώ εκεί, στην Ελλάδα, είναι στην εξουσία ο φασισμός, ο ιμπεριαλισμός, ότι ο μοναδικός δρόμος που τους προωθεί και τους εγγυάται όλα τα δικαιώματα είναι η οδός του Δημοκρατικού Μετώπου» ή με άλλα λόγια εκεί (στην Ελλάδα) είναι η κόλαση κι εδώ (στην Αλβανία) είναι ο παράδεισος…
Πηγή: ΣΤΑΥΡΟΣ Γ. ΝΤΑΓΙΟΣ, «ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΑΛΒΑΝΙΑ. 50 ΧΡΟΝΙΑ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΔΥΣΠΙΣΤΙΑΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ LITERATUS 2015.
Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Ντάγιο που μας έδωσε την άδεια να χρησιμοποιήσουμε στοιχεία από το βιβλίο του καθώς και για τις φωτογραφίες που μας παραχώρησε.

Χαρακόπουλος: Το ελληνικό κράτος δεν στάθηκε όσο έπρεπε στους Βορειοηπειρώτες




Το πνεύμα του Χότζα συνεχίζει να στοιχειώνει τα Τίρανα
«Μέσα από τις σελίδες αυτού του βιβλίου, και τα λόγια των πρωταγωνιστών του βορειοηπειρωτών, ξεδιπλώνεται με την πλέον δραματική παραστατικότητα η στρέβλωση των ανθρώπινων ψυχών μέσα στα πλαίσια μιας κοινωνίας-φυλακής, όπως ήταν η Αλβανία του Χότζα». Τα παραπάνω επισήμανε ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας και συγγραφέας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος κατά την ομιλία του στην παρουσίαση του βιβλίου του κ. Θοδωρή Δεύτου "Το πέρασμα αντίκρυ", το οποίο αναφέρεται στην τραγική ιστορία των Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου κατά τη διάρκεια του δικτατορικού καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα.
Ο Θεσσαλός πολιτικός ανέφερε ακόμη ότι «κάποιοι ακόμη επιμένουν, ειδικά στη χώρα μας, όπου οι ιδεοληψίες όπως φαίνεται έχουν βρει πολύ εύφορο έδαφος για να φύονται, ότι η ιδέα του κομουνισμού ήταν καλή, η εφαρμογή ήταν λάθος. Κι όμως, πουθενά όπου εφαρμόστηκε ο κομουνισμός δεν έφερε την ευτυχία στους ανθρώπους, πουθενά δεν έφερε την ισότητα, πουθενά δεν έφερε δημοκρατία. Μόνον ανισότητα, ανελευθερία και δυστυχία».
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος σημείωσε επίσης ότι «δυστυχώς, την επαύριον του πολέμου, η Ελλάς αν και μια από τις νικήτριες χώρες, λόγω του διεθνούς παζαριού δεν πήρε την Βόρειο Ήπειρο και την Κύπρο. Και για τους Έλληνες της Βορείου Ηπείρου άρχισε ένας διαρκής Γολγοθάς, μια σταύρωση δεκαετιών.
Το μίσος κατά της εθνικής ελληνικής μειονότητας εκ μέρους του καθεστώτος ήταν απύθμενο. Όλα τα μέλη της ήταν ύποπτοι για κατασκοπία υπέρ της Ελλάδας. Ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα μπήκαν στα σύνορα και τοποθετήθηκαν φύλακες από τον βορρά της Αλβανίας, με ανθρώπους δηλαδή εχθρικούς, όπως λέει και ο συγγραφέας. Αμέσως, ξεκίνησαν οι φυλακίσεις, τα βασανιστήρια, οι διώξεις, οι παρακολουθήσεις, η πιο στυγνή καταπίεση που μπορεί κάποιος να φανταστεί. Αλλά ο ελληνισμός άντεξε, και άντεξε ηρωικά κρατώντας ψηλά την ταυτότητά του, με ένα ήθος σπάνιο, κόσμημα για όλη την ελληνική ιστορία». 

Και πρόσθεσε ότι «το ελληνικό κράτος, που δυστυχώς και μετά την πτώση του κομουνιστικού καθεστώτος της Αλβανίας δεν στάθηκε όσο έπρεπε κοντά στους αδελφούς μας της Βορείου Ηπείρου. Γιατί εκεί συνεχίστηκε και συνεχίζεται η καταπίεση, συνεχίζονται οι διώξεις, οι διακρίσεις από ένα πολιτικό σύστημα που υποτίθεται ότι έχει επιλέξει να συμβαδίσει με την προοδευμένη Ευρώπη, αλλά αυτό μόνο στα λόγια. Γιατί στην πράξη βλέπουμε τι κάνει στην Χειμάρρα, που αρπάζονται οι περιουσίες, τι κάνει στα μειονοτικά χωριά, πως παραβιάζονται κατοχυρωμένα δικαιώματα. Το βλέπουμε κυρίως με τις δολοφονίες ομογενών στις μέρες μας. Ακόμη περιμένουμε να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Το πνεύμα του Χότζα συνεχίζει να στοιχειώνει τους κυβερνώντες στα Τίρανα».


Πηγή: Himara.gr | Ειδήσεις απ' την Βόρειο Ήπειρο

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

Ο Αριστερός "παράδεισος" στην Αλβανία που ονειρεύονται οι αριστεροί στην Ελλάδα!- "Parajsa" e majtë në Shqipëri të cilën e ëndërrojnë të majtët në Greqi!


Στις 27.7.1988 η έκθεση της παγκοσμίως αξιόπιστης Διεθνούς Αμνηστίας (Μ. Βρετανία) για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη «Χώρα των Αετών». Μεταξύ άλλων  στην έκθεση αυτή έχουν καταγραφεί και τα εξής: Σ’ ένα στρατόπεδο εργασίας, περιφραγμένο με σύρμα αγκαθωτό, φρουρούμενο δε από ενόπλους άνδρες με ειδικώς εκπαιδευμένους σκύλους, πολιτικοί κρατούμενοι υποχρεώνονται να σκάβουν και να εξορύσσουν από τη γη χαλκό επί οκτώ ώρες ημερησίως, έξι έως επτά ημέρες εβδομαδιαίως. Στο ίδιο στρατόπεδο καθώς και σε άλλα, πολιτικοί κρατούμενοι εκτίουν ποινές φυλακίσεως μέχρι είκοσι πέντε ετών, επειδή προσπάθησαν να εξέλθουν της χώρας.
Έτσι ήταν ο αριστερός «παράδεισος» της Αλβανίας, για Έλληνες και Αλβανούς, που βασίζεται στην ίδια θεωρία την οποία υπηρετεί ο Α Τσίπρας και ο κάθε αριστερός στην Ελλάδα. Ίδια θεωρία, ίδια πράξη μην το ξεχάσετε αυτό.
…..
Në dt. 27.7. 1988 raporti i Amnesty International mbi gjendjen e të drejtave të njeriut në “Vendin e Shqiponjave”. Ndër të tjera në këtë raport janë përmëndur sa më poshtë: Një kamp pune, i rrethuar me tela me gjemba, që ruhet nga burra dhe qenë të stërvitur, të dënuar politikë të cilët detyrohen që të gërrmojnë e të nxjerrin nga toka bakër për tetë orë në ditë, gjashtë deri shtatë ditë në javë. Në këtë kamp ushtarak si dhe në të tjera, të dënuarit politikë shlyejnë dënime me burg deri 25 vjet, sepse u përpoqën që të largoheshin nga vendi.

Kjo ishte parajsa e majtë e Shqipërisë, si për shqiptarë ashtu dhe për grekët, e cila bazohej në të njejtën teori të cilën A Cipra dhe çdo i majtë në Greqi i shërben. E njejta teori, e njejta praktikë, këtë mos e harroni kurrë.
Image result for kloni në kufi
Φωτογραφία από τα συρματοπλέγματα στην Κομμουνιστική Αλβανία. Τρεις γυναίκες δουλεύουν την "μαλακή ζώνη" για να ελέγχουν οι στρατιώτες αν κάποιος έχει πατήσει. 

Κυριακή Απόκρεω, Αρχιμ Επιφάνιος Χατζηγιάγκου, Φλώρινα!


Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Τι ρόλο μπορεί να παίξει η ετυμολογία στη σύγχρονη διαπολιτισμική τάξη; - Çfarë roli mund të luajë Etimologjia në klasën bashkëkohore ndërkulturore?

Τι ρόλο μπορεί να παίξει η ετυμολογία στη
σύγχρονη διαπολιτισμική τάξη;

Σοφία Στεφανίδου

Η ετυμολογία αφορά στη διερεύνηση της προέλευσης μιας λέξης. Λέμε, για παράδειγμα, ότι η λέξη «δόντι» προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «ο οδών (του οδό-
ντος)». Τι σχέση έχει όμως η ελληνική αυτή λέξη με την αλβανική λέξη dhemb (που
διαβάζεται /δεμπ/ σημαίνει πάλι «δόντι»); Τι σχέση έχει με την αγγλική λέξη tooth
(= δόντι) και το επίθετο dental, για παράδειγμα, dental work = οδοντιατρική εργασία;
Οι γλώσσες δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους. Και αν τις εξετάσουμε με προσοχή
θα διαπιστώσουμε όλο και περισσότερες ομοιότητες, σαν να έχουν τελικά όλες μια
κοινή αρχή, μια κοινή αφετηρία. Αυτές που αναφέρθηκαν παραπάνω, για παράδειγμα,
προέρχονται όλες από μία και μοναδική γλώσσα που ονομάζεται πρωτοϊνδοευρωπαϊκή και στην οποία ανήκουν εκτός από την ελληνική, την αλβανική και την αγγλική, η
γερμανική, η γαλλική, η ισπανική, η ρωσική, η ουκρανική, η βουλγαρική, η πολωνική,
η ιταλική και άλλες. Στην οικογένεια αυτή, μάλιστα, ανήκει το 46% των γλωσσών που
μιλούν οι άνθρωποι σήμερα. Σχεδόν ο μισός πληθυσμός της γης, δηλαδή, μιλάει μία
γλώσσα με κοινή αφετηρία και ρίζες.
Η πρωτοϊνδοευρωπαϊκή μητέρα-γλώσσα ήταν ζωντανή κάποιες χιλιάδες χρόνια πριν.
Είναι αδύνατον να γυρίσουμε πίσω στην ιστορία και να διαπιστώσουμε μαρτυρίες που με
ακρίβεια θα μας δείχνουν ποια ακριβώς ήταν αυτή η γλώσσα, πώς ακριβώς τη μιλούσαν
και πώς έλεγαν το κάθε τι. Μπορούμε όμως, ερευνώντας τις ομοιότητες των γλωσσών
που ανήκουν στην ίδια οικογένεια, να ανιχνεύσουμε τις κοινές ρίζες. Για τη λέξη ‘δόντι’,
για παράδειγμα, η αρχική ρίζα της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας ήταν *dent- (= δόντι).
Οι αρχικές ρίζες λέξεων της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας, όπως αυτή, σημειώνονται με
αστερίσκο, γιατί είναι αμάρτυρες, δηλαδή δεν έχουμε γι’ αυτές γραπτή επιβεβαιωμένη
μαρτυρία. Υποθέτουμε ότι αυτές είναι οι ρίζες από τα στοιχεία που μας δίνουνε οι γλώσσες από τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες που έχουμε έως σήμερα. Το ‘δόντι’ το συναντάμε
ως ‘dens’ στα λατινικά, ‘dent’ στα γαλλικά, ‘diente’ στα ισπανικά, ‘dente’ στα ιταλικά,
‘tooth’ (= δόντι), αλλά και ‘dentist’ (= οδοντίατρος) στα αγγλικά.
Βεβαίως, πέρα από τις κοινές ρίζες, οι γλώσσες συχνά δανείζονται η μία από την
άλλη λέξεις και τις ντύνουν με τις δικές τους καταλήξεις και ήχους. Για παράδειγμα, οι
λέξεις ‘αέρας’ και ‘δρόμος’ μεταφέρθηκαν στα γαλλικά και μεταμφιέστηκαν με γαλλική
προφορά για να σχηματίσουν τη λέξη ‘aérodrome’, για να ξαναγυρίσει η λέξη ως σύνθετη στα ελληνικά με ελληνικό χαρακτήρα, με ελληνικές καταλήξεις, κλίση, προφορά.
Σίγουρο είναι ότι τα γεωγραφικά σύνορα–που καθορίζονται από συνθήκες, πολέμους,
μεταναστεύσεις και συμφωνίες- δεν εμποδίζουν τις γλώσσες να μεταφέρονται από
στόμα σε στόμα και από λαό σε λαό ελεύθερα και ανεμπόδιστα με τους δικούς τους
κανόνες που μελετά με ακρίβεια η επιστήμη της γλωσσολογίας.
Τι ρόλο μπορεί να παίξει όμως στη σύγχρονη διαπολιτισμική τάξη η συνειδητοποίηση από τους μαθητές/τριες ότι οι γλώσσες που μας απασχολούν κυρίως στο σχολείο από τη μια ανήκουν σε μία κοινή οικογένεια και μοιράζονται κοινές ρίζες και από την
άλλη ότι οι γλώσσες αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοδανείζονται στοιχεία και λέξεις;
Η επιστήμη της ετυμολογίας έχει πολλά να προσφέρει στο σχολικό χώρο στο
πλαίσιο όλων των γλωσσικών –κυρίως, αλλά όχι μόνο- μαθημάτων. Και αυτό γιατί
η ετυμολογία με τρόπο επιστημονικό παραθέτει τις γλώσσες τη μία δίπλα στην άλλη
αναγνωρίζοντας κύρος και αξία σε όλες και ανιχνεύοντας την ιστορία τους αμερόληπτα και αντικειμενικά. Και αυτό το στοιχείο είναι πολύτιμο για την ελληνική –και όχι
μόνο– κοινωνία που αντιμετωπίζει τις γλώσσες με δυο μέτρα και δυο σταθμά.
Στην ελληνική κοινωνία, όπως ίσως και σε κάθε σύγχρονη κοινωνία, είναι κοινώς
παραδεκτό ότι η γνώση ξένων γλωσσών πέρα από τη μητρική είναι απαραίτητο εφόδιο
για κάθε παιδί. Ταυτόχρονα όμως πολλά παιδιά που ήδη μιλάνε μια επιπλέον γλώσσα
φιμώνονται. Δεν αντιμετωπίζονται όλες οι γλώσσες με τον ίδιο σεβασμό. Τα δίγλωσσα
παιδιά από την Αλβανία, τη Ρωσία, τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία δεν αντιμετωπίζονται
σαν παιδιά που γνωρίζουν κάτι επιπλέον, σαν να έχουν ένα συν, ένα επιπλέον προσόν,
αλλά σαν –παραδόξως– να μειονεκτούν. Η γνώση αυτών των γλωσσών θεωρείται μειονέκτημα, μάλιστα συχνά θεωρείται περιττή γνώση ή και εμπόδιο, μια και λανθασμένα
πιστεύεται ότι εμποδίζει τα παιδιά αυτά να μάθουν άλλες γλώσσες, παρόλο που η
επιστήμη διαβεβαιώνει για το αντίθετο (Τσοκαλίδου, Γκαϊνταρτζή & Γάτση, 2010).
Αυτή τη γνώση που έχουν αυτά τα παιδιά πρέπει να την κρύβουν επιμελώς. Έτσι,
παρατηρείται το φαινόμενο τα παιδιά από φτωχές χώρες –γιατί η προκατάληψη σχετίζεται τελικώς με την αδύναμη οικονομία από την οποία προέρχονται– να παριστάνουν
συχνά ότι δεν γνωρίζουν τη γλώσσα των γονιών τους, να αρνούνται να αρθρώσουν
έστω και μία λέξη στο σχολικό χώρο που θα πρόδιδε τη διαφορετικότητά τους, έστω
κι αν αυτή συνίσταται στη γνώση και όχι στην άγνοια, ενώ αντίθετα, παιδιά από τη
Γερμανία, την Ιταλία, την Αμερική με καμάρι να μιλάνε για τη χώρα τους, να τονίζουν
σε κάθε ευκαιρία τη γνώση της γλώσσας που γνωρίζουν και να θεωρούν τη δική τους
διαφορετικότητα ως προνομιακή θέση, ως συν και όχι ως πλην.
Στα ξενόγλωσσα μαθήματα παρατηρείται συχνά το φαινόμενο οι μαθητές/τριες
από πλούσιες χώρες να αναγνωρίζουν ομοιότητες ανάμεσα στη διδασκόμενη γλώσσα
στην τάξη, για παράδειγμα τα αγγλικά, και τη δική τους, για παράδειγμα τα γερμανικά
ή τα ιταλικά, ενώ οι μαθητές/τριες που προέρχονται από την Αλβανία, τη Ρωσία, τη
Ρουμανία, τη Βουλγαρία, να μη δείχνουν ότι αναγνωρίζουν στοιχεία από τη γλώσσα που
μαθαίνουν με αυτή που ήδη γνωρίζουν, ακόμη και αν συναντούν στην τάξη λεξιλόγιο
που θα έπρεπε με την πρώτη ματιά και το πρώτο άκουσμα να αναγνωρίσουν. Κατά
κάποιο τρόπο, αυτοί/αυτές οι μαθητές/τριες εισερχόμενοι στον σχολικό χώρο, και
ίσως και γενικότερα έξω από την ασφάλεια του σπιτιού τους και μέσα στην ελληνική
κοινωνία, όχι απλώς να αποποιούνται των γνώσεών τους, αλλά είναι σαν, κατά κάποιο
τρόπο, να διαγράφουν τις γνώσεις αυτές της άλλης γλώσσας. Αν κάποτε μιλούσαμε
για τον Άλλο, τον ξένο, τώρα μιλάμε για την Άλλη Γλώσσα. Και αν κάποτε μιλούσαμε
για το Κρυφό Πρόγραμμα στα σχολεία, το ανεπίσημο που οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι δια-
μορφώνουν, πρέπει να μιλάμε και για τις Κρυφές Γλώσσες, αυτές που οι μαθητές/
τριες γνωρίζουν και κατά κάποιο τρόπο στο σχολικό χώρο ξεχνάνε. Μάλιστα, κάποιες
φορές, ακόμα και όταν τους επισημανθεί η όποια ομοιότητα της δικής τους μητρικής με
τη διδασκόμενη, χρειάζονται πολύ χρόνο και κόπο να ανακαλέσουν, τις γνώσεις τους και να κάνουν χρήσιμες συγκρίσεις ανάμεσα στις γλώσσες. Και ενώ αυτή η σύγκριση
αποτελεί σημαντική στρατηγική στην εκμάθηση ξένων γλωσσών (Wenden and Rubin,
1987), οι μαθητές/τριες των λιγότερο ομιλούμενων γλωσσών δεν εκμεταλλεύονται
αυτόν τον τρόπο, γιατί δεν θέλουν να ανακαλέσουν γνώσεις που σχετίζονται με την
άλλη τους πατρίδα.
Ένα εργαλείο που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για να ενδυναμώσουμε την
αυτοπεποίθηση των δίγλωσσων μαθητών/τριών από φτωχότερες χώρες, αλλά και να
προσδώσουμε κύρος στη γλώσσα τους, όπως αξίζει εξάλλου σε κάθε γλώσσα, είναι η
ετυμολογία. Η ετυμολογία, ανιχνεύοντας την ιστορία, την αφετηρία μιας λέξης, περνάει
συχνά με τον αμερόληπτο και επιστημονικό της τρόπο από διάφορες γλώσσες και πολιτισμούς. Είναι ένα κατάλληλο εργαλείο και τρόπος θέασης των γλωσσών και των πολιτισμών για να συνειδητοποιήσουν οι μαθητές/τριες ότι οι γλώσσες και οι πολιτισμοί
δεν είναι ποτέ ανεξάρτητοι μεταξύ τους. Οι γλώσσες και οι πολιτισμοί δεν είναι ποτέ
“καθαροί” με την έννοια που οι ρατσιστές θέλουν να μας πείσουν και προσπαθούν να
τις κρατούν ανέπαφες, μακριά από άλλους πολιτισμούς και επιδράσεις. Οι γλώσσες και
οι πολιτισμοί προβάλλουν ακριβώς από την αλληλεπίδραση και τη ζύμωση. Τα παιδιά,
εξετάζοντας τις ομοιότητες, θα αποκτήσουν, γιατί όχι, μια ινδοευρωπαϊκή συνείδηση,
με την έννοια ότι θα είναι πιο έτοιμα και ικανά να παρατηρήσουν και τα ίδια τις ομοιότητες των γλωσσών, αλλά και να εκτιμήσουν τη διαφορετικότητα της κάθε γλώσσας.
Επίσης θα επωφεληθούν και αν έρθουν σε επαφή με γλώσσες άλλων γλωσσικών οικογενειών, για παράδειγμα τα τούρκικα, που ανήκουν στις αλταϊκές γλώσσες.
Ιδιαίτερα η σύγχρονη ελληνική και η αλβανική γλώσσα, εκτός του ότι ανήκουν στην
ίδια οικογένεια, την ινδοευρωπαϊκή, και μοιράζονται ρίζες από τα αρχαία ελληνικά, τα
λατινικά, τις ρομανικές και σλαβικές γλώσσες, λόγω της γειτνίασής τους είχαν πάλι πολλές κοινές επιδράσεις και έχουν εμπλουτιστεί με στοιχεία τούρκικα, στοιχεία σημιτικών
γλωσσών και ανατολικές επιδράσεις που δεν ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια,
αλλά εμπλουτίζουν τα χρώματα, τους σχηματισμούς και τους ήχους της.
Στον σύνδεσμο polydromo.gr/Stefanidhu_pdf δίδεται ένας πίνακας με λέξεις που
μοιράζονται κοινές ρίζες σε ελληνικά και αλβανικά. Είναι ένα παράδειγμα αξιοποίησης
της ετυμολογίας στην τάξη. Δίνοντας ένα τέτοιο παράδειγμα στους/τις μαθητές/τριες,
μπορούμε να τους προτρέψουμε να ανατρέξουν σε ετυμολογικά λεξικά και στο διαδίκτυο,
για να αναζητήσουν την ιστορία λέξεων στα πλαίσια οποιουδήποτε γλωσσικού μαθήματος, της ελληνικής ή της ξενόγλωσσης εκπαίδευσης. Άραγε δε θα είχε ενδιαφέρον και
σε οποιοδήποτε άλλο μάθημα να αναζητήσουν την ιστορία θεμελιωδών λέξεων και νοημάτων, για παράδειγμα, να αναζητήσουν την ιστορία της λέξης «ψυχή» ή «παράδεισος»
ή «άγιος» στα Θρησκευτικά ή των λέξεων «μόριο», «άτομο», «οξυγόνο» στη Χημεία;
Όπου είναι δυνατό αντιπαραβάλλονται αντίστοιχες λέξεις με ίδιες καταβολές και
σε άλλες ζωντανές ή μη γλώσσες. Έτσι, η έρευνα έχει μια διαδρομή διττή: από τη μια
ιστορικο-συγκριτική εξετάζοντας τις μεταβολές της λέξης μέσα στο χρόνο μέχρι να
φτάσει σε εμάς σήμερα και από την άλλη διαχρονική-συγχρονική τοποθετώντας την
ίδια λέξη δίπλα στις αντίστοιχες σύγχρονες άλλων γλωσσών. Χωρίς να εμβαθύνει
σε εξειδικευμένες γνώσεις της γλωσσολογικής επιστήμης επιχειρεί να παρουσιάσει
επιστημονικά ευρήματα με μια διάθεση εκλαΐκευσης και διάχυσης της γνώσης σε μικρότερες ηλικίες.

Στη στήλη των αλβανικών στα ουσιαστικά αναφέρονται δύο λέξεις, γιατί στην αλβανική υπάρχει ο αόριστος τύπος (χωρίς άρθρο) και ο τύπος με το οριστικό άρθρο
που στα αλβανικά μπαίνει ως κατάληξη στο ουσιαστικό. Έτσι, για παράδειγμα, “flutur”
στην αλβανική σημαίνει “πεταλούδα”. Είναι ο αόριστος τύπος. Ο οριστικός τύπος, αυτό
που στα ελληνικά θα λέγαμε “η πεταλούδα”, είναι στα αλβανικά “flutura”. Δηλαδή, δεν
υπάρχει μία ξεχωριστή λεξούλα ως άρθρο που να μπαίνει πριν από το ουσιαστικό,
όπως για παράδειγμα στα ελληνικά (η πεταλούδα) ή στα αγγλικά (the butterfly), αλλά
μια ιδιαίτερη κατάληξη στο ουσιαστικό που σχηματίζει τον οριστικό τύπο (flutura).
Άλλο παράδειγμα: krevat = κρεβάτι, krevati = το κρεβάτι. Αντίστοιχα, και στα επίθετα
υπάρχουν συχνά δύο τύποι, ένας για το αρσενικό και ένας για το θηλυκό, πχ mesëm,
e mesme ( = μεσαίος, μεσαία). Τα σημαδάκια /…/ μας βοηθάνε να διαβάσουμε κατά
προσέγγιση και να τονίσουμε σωστά τις αλβανικές λέξεις. Καλό θα ήταν όμως να ανα-
ζητήσουμε τη βοήθεια των Αλβανόφωνων μαθητών/τριών που θα έχουν την ευκαιρία
να ξεθάψουν τις κρυμμένες γνώσεις τους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Γκίνης, Ν. (1998) Αλβανοελληνικό λεξικό. Ιωάννινα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Γκίνης, Ν. (1993) Ελληνοαλβανικό λεξικό. Ιωάννινα: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
Μπαμπινιώτης, Γ. (2006) Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Αθήνα: Κέντρο Λε-
ξικολογίας.
Μπαμπινιώτης, Γ. (2009) Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας. Ιστορία
των Λέξεων. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Τσοκαλίδου, Ρ., Γκαϊνταρτζή, Α. & Γάτση, Γ. (2010) Παιδικές ταυτότητες μέσα από
παιδικές φωνές: πολύγλωσσα παιδιά στο ελληνικό σχολείο. Διαθέσιμο στο:
Ξενόγλωσση
Demiraj, B. (1999) Albanian inherited lexicon.
Indo-European Lexicon
Online Etymology dictionary. Διαθέσιμο στο: http://www.etymonline.com/ Τελευ-
ταία επίσκεψη: 22.06.2011.
Orel, V. (1998) Albanian Etymological Dictionary. Boston: Brill Academic Publishers.
Quiles, C. & López-Menchero, F. (2011) A Grammar of Modern Indo-European.
Spain: Indo-european Language association.
Wenden, A. & Rubin, J. (1987) Learner Strategies in Language Learning. Cambridge:
Prentice Hall.
Çfarë roli mund të luajë Etimologjia në klasën bashkëkohore
ndërkulturore?


Sofia Stefanidhu

Etimologjia ka të bëjë me studimin e prejardhjes së një fjale. Për shembull,
themi se fjala “δόντι”(dhondi) e ka prejardhjen nga fjala e lashtë greke «o
odhόn (tu odhόndos)». Por çlidhje ka kjo fjalë greke me fjalën shqipe dhëmb
e cila përsëri e ka kuptimin “δόντι”(dhondi)? Ç’ lidhje ka me fjalën angleze tooth
(=dhëmb) dhe me mbiemrin “dental”, për shembull, “dental work” = proçes dentar?
Gjuhët nuk janë të pavarura nga njëra-tjetra. Nëse i studiojmë me kujdes do të vëmë re akoma më shumë ngjashmëri. Përfundimisht, të gjitha kanë një fillim, një pikë referimi të përbashkët. Këto që përmendëm me lart si shembull, e kanë prejardhjen nga një gjuhë e vetme që quhet gjuha e parë indoevropiane, në të cilën përveç greqishtes, shqipes dhe anglishtes, hyjnë gjermanishtja, frëngjishtja,
spanjishtja, rusishtja, hungarishtja, bullgarishtja, polonishtja, italishtja e të tjera. Kësaj familjeje i përkasin 46% e gjuhëve të sotme të folura. Përafërsisht gjysma e popullsisë së botës flasin një gjuhë me bazë dhe rrënjë të përbashkët.
Gjuha e parë mëmë indoevropiane ka jetuar disa mijëra vjet më parë. Është e pamundur të gjejmë dokumenta kaq të hershëm, nëpërmjet të cilave të përcaktojmë
me saktësi cila ishte kjo gjuhë dhe si flitej. Por duke studiuar veçoritë e përbashkëta të gjuhëve që i përkasin të njëjtës familje, na jepet mundësia të nxjerrim në pah rrënjët e përbashkëta. Për shembull, për fjalën “δόντι-dhondi” (dhëmb), rrënja
fillestare nga familja indoevropiane, ishte *dent- (=δόντι). Rrënjët fillestare
të fjalëve që i përkasin kësaj familjeje indoevropiane, shënohen me yll, pasi nuk
kemi dokumenta të shkruara, të vërtetuara. Nga të dhënat që na japin këto gjuhë
nëpërmjet dokumenteve të para të shkruara e deri më sot, mendojmë që këto janë
rrënjët e tyre fillestare. Fjalën “δόντι-dhondi” (dhëmb) e hasim “dens” në latinisht,
në frëngjisht “dent”, në spanjisht “diente”, në italisht “dente”, në anglisht tooth (=
δόντι – dhondi - dhëmb), por edhe dentist (= οδοντίατρος – odhondiatros - dentist).
Sigurisht, përveç rrënjëve të përbashkëta që paraqesin, shpesh gjuhët
huazojnë fjalë nga njëra-tjetra duke bërë përshtatje në sistemin morfologjik
dhe atë fonetik. Për shembull, fjalët “αέρας”(erë) dhe “δρόμος”(rrugë) u përcollën
në gjuhën frënge dhe duke u shndërruar me shqiptim francez formuan fjalën
«aerodrome», duke u rikthyer në greqisht si fjalë e përbërë me karakter,
mbaresë, lakim e shqiptim grek. Një gjë është e sigurt, kufijtë gjeografikë, të
cilët përcaktohen nga kushtet, luftërat, emigracionet dhe marrëveshjet, nuk
pengojnë gjuhët të përcillen me lirshmëri dhe pa pengesa nga një gojë në tjetrën,
nga një popull në tjetrin, duke iu përmbajtur rregullave që me përpikmëri i studion
shkenca e etimologjisë.
Ç’rol mund të luajë në klasën bashkëkohore e ndërkulturore ndërgjegjësimi
i nxënësve për faktin që gjuhët me të cilat merremi kryesisht në shkollë, nga njëra anë i përkasin të njëjtës familje dhe shfaqin rrënjë të përbashkëta, nga ana
tjetër gjuhët ndërveprojnë në fushën leksikore duke bërë huazime ndërmjet tyre.
Shkenca e etimologjisë ka shumë për të ofruar në mjedisin shkollor kryesisht
në kuadrin e lëndëve gjuhësore, por jo vetëm aty. Kjo për faktin se etimologjia i
rendit gjuhët në një nivel shkencor njëra pas tjetrës duke njohur autoritetin dhe
vlerën e të gjithave dhe njëkohësisht duke vlerësuar drejtësisht dhe objektivisht
historinë e tyre. Ky është një element i çmuar për shoqërinë greke, që i trajton
gjuhët në mënyrë të pabarabartë..
Në shoqërinë greke, por mbase edhe në çdo shoqëri bashkëkohore, është e
pranueshme që njohja e gjuhëve të huaja përveç asaj amëtare është një themel
bazë për çdo fëmijë. Njëkohësisht fëmijëve që flasin më tepër se një gjuhë, iu
“mbyllet” goja. Të gjitha gjuhët nuk respektohen njësoj. Fëmijët dygjuhësh nga
Shqipëria, Rusia, Rumania, Bullgaria nuk trajtohen si fëmijë që njohin diçka më
tepër, që kanë një plus, një avantazh, por (shumë qesharake) përbuzen. Njohja e
këtyre gjuhëve konsiderohet minus dhe shpeshherë edhe si një njohuri e tepërt
ose dhe pengesë... derisa gabimisht besohet që i pengon këta fëmijë të mësojnë
gjuhë të tjera, pavarësisht që shkenca na vërteton të kundërtën (Tsokalidu,
Gkaidartzi & Gatsi, 2010). Këto njohuri që ata disponojnë dhe nuk i kanë fëmijët
e tjerë , duhet t’i fshehin tërësisht. Kështu vihet re dukuria tek fëmijët që
vijnë nga vendet e varfra, pasi ky paragjykim ka tërësisht lidhje me ekonominë
e pafuqishme të vendit nga vijnë, të shtiren shpesh sikur nuk e njohin gjuhën e
prindërve te tyre, të mos pranojnë të flasin qoftë edhe një fjalë në ambientin
shkollor e cila do të nxirrte në pah veçantinë e tyre, duke konsistuar kështu dijen
dhe jo padijen e tyre. Përkundrazi fëmijët nga Gjermania, Italia, Amerika, me
krenari flasin për vendin e tyre, në çdo rast theksojnë njohuritë gjuhësore që kanë
dhe e konsiderojnë veçantinë e tyre privilegj, si një plus dhe jo minus.
Në proçesin mësimor të gjuhëve të huaja shpesh vihet re një fenomen, ku
nxënësit që vijnë nga vendet e zhvilluara, dallojnë ngjashmëritë midis gjuhës që
mësojnë në shkollë, për shembull anglishtes, dhe gjuhës së tyre, për shembull
gjermanishtes dhe italishtes, ndërsa nxënësit nga Shqipëria, Rusia, Rumania,
Bullgaria, nuk tregojnë që dallojnë elementë të përbashkët ndërmjet dy gjuhëve,
asaj që mësojnë në shkollë dhe asaj që ata njohin. Kjo ndodh edhe në rastin kur
në klasë bien në kontakt me një fjalor, të cilin që me këndvështrimin e parë apo
me dëgjimin e parë duhet ta kuptojnë. Në një farë mënyre, këta/o nxënës/e me
ardhjen e tyre në mjedisin shkollor, ndoshta në përgjithësi larg nga siguria e
familjes së tyre dhe brenda në shoqërinë greke, jo vetëm thjesht refuzojnë këto
njohuri, por edhe sikur duan t’i fshijnë njohuritë e gjuhës së tyre. Nëse dikur flisnim
për “Tjetrin”, “Të huajin”, tani flasim për “Gjuhën Tjetër”. Nëse dikur flisnim për
“Programin e Fshehtë” në shkolla, jo zyrtar, ku vetë ata që përfshihen e formojnë, atëherë duhet të flasim edhe për “Gjuhë të Fshehta”, ato të cilat nxënësit/et i njohin dhe në njëfarë mënyre i harrojnë kur ndodhen në ambientin shkollor.
Bile, disa herë, edhe pse u theksohet çfarëdo ngjashmërie midis gjuhës së tyre
amëtare dhe gjuhës që mësojnë në shkollë, iu nevojitet shumë kohë dhe përpjekje
për të kujtuar në një farë mënyre njohuritë e tyre edhe të bëjnë krahasime shumë të vlefshme ndërmjet gjuhëve. Megjithëse ky krahasim përbën një strategji të
rëndësishme në mësimin e gjuhëve të huaja (Weden and Rubin, 1987), nxënësit/
et e gjuhëve më pak të folura nuk e shfrytëzojnë këtë mënyrë, sepse duan t’i
mohojnë njohuritë, të cilat kanë lidhje me atdheun tjetër. Një element i cili do
të ndihmonte në përforcimin e vetbesimit të nxënësve/seve dygjuhësh, të ardhur
nga vende më të varfra, por edhe që do të vlerësonte gjuhën e tyre, ashtu siç
e meriton padyshim çdo gjuhë, është Etimologjia. Etimologjia, duke gjurmuar
historinë, prejardhjen e një fjale, kalon nga gjuhë dhe kultura të ndryshme me
një mënyrë të paanshme dhe shkencore. Është një mjet dhe një këndvështrim i
gjuhëve dhe kulturave i përshtatshëm për të ndërgjegjësuar nxënësit që gjuhët
dhe kulturat nuk janë kurrë të pavarura ndërmjet tyre. Gjuhët dhe kulturat nuk
janë kurrë “të pastra” në kuptimin që racistët përpiqen të na bindin dhe duan
t’i mbajnë larg kulturave dhe influencave të tjera. Gjuhët dhe kulturat shfaqen
pikërisht nga bashkëveprimi dhe mbrujtja ndërmjet tyre. Nxënësit/et duke
analizuar ngjashmëritë do të përfitojnë, përse jo, një ndërgjegje indoevropiane,
duke i bërë ata/ato të jenë më të hapur dhe të gatshëm të vrojtojnë vetë
ngjashmëritë ndërmjet gjuhëve por edhe të vlerësojnë diversitetin e çdonjërës.
Dhe nëse vijnë në kontakt edhe me gjuhë të familjeve të tjera gjuhësore, , si
psh. turqishten që bën pjesë në gjuhët altaike, do të jetë mëse e dobishme për
ta/to.Veçanërisht, gjuha moderne greke dhe ajo shqipe, përveç se bëjnë pjesë
në të njëjtën familje gjuhësore, atë indoevropiane, dhe ndajnë ndërmjet tyre
rrënjë nga greqishtja e lashtë, nga gjuhët latine, romane dhe sllave, për arsye të
fqinjësisë së tyre, përsëri kishin shumë ndikime të përbashkëta në gjuhët e tyre
dhe janë pasuruar me elementë të turqishtes, elementë të gjuhëve semite dhe
ndikime të gjuhëve lindore që nuk bëjnë pjesë në familjen indoevropiane, por që
pasurojnë ngjyrat, formëzimet dhe tingujt e saj.
Në link-un polydromo.gr/Stefanidhu_pdf paraqitet një tabelë me fjalë që
ndajnë rrënjë të njëjta në greqisht dhe në shqip. Është një shembull i përdorimit
të etimologjisë në klasë. Duke iu dhënë një shembull të tillë nxënësve/eve, mund
t’i nxisim ata/ato t’u kthehen fjalorëve etimologjikë dhe internetit, në mënyrë
që të kërkojnë historinë e fjalëve në kontekstin e çdo lënde mësimore gjuhësore
të arsimit grek, apo të huaj. Vallë a nuk do të kishte interes edhe në çdo lëndë
tjetër mësimore të kërkojnë historinë e fjalëve dhe kuptimeve themelore si p.sh.,
të kërkojnë historinë e fjalës «shpirt» ose «parajsë» ose « shenjt» në mësimin
e fesë ose të fjalëve «molekulë», «atom», «oksigjen» në lëndën e kimisë?Atje ku
është e mundur, ballafaqohen fjalë përkatëse me origjinë të njëjtë dhe në gjuhë
të tjera të gjalla ose jo. Kështu hulumtimi ndjek një monopat të dyfishtë: nga
njëra anë atë historiko-krahasues duke analizuar ndryshimet e fjalës në rrjedhën
e kohës derisa ajo mbërrin tek ne sot dhe nga ana tjetër monopatin ndërkohorbashkëkohor
duke vendosur të njëjtën fjalë përbri fjalëve përkatëse të gjuhëve
të tjera moderne. Pa u thelluar në dije të specializuara të shkencës glosologjike,
tabela përpiqet të ofrojë gjetje shkencore me një tendencë popullarizimi dhe
të shpërndarjes së dijes në moshat më të vogla. Në kollonën e gjuhës shqipe, tek
emrat përmenden dy fjalë, pasi në gjuhën shqipe ekziston trajta e pashquar (pa nyje), dhe trajta e shquar me nyje që në shqip hyn si mbaresë tek emri. Kështu
për shembull, “πεταλούδα – petaludha” në shqip do të thotë “flutur”. Është trajta
e pashquar. trajta e shquar, ajo që në greqisht do të thuhej “ η πεταλούδα – i
petaludha”, në shqip është “flutura”. Domethënë, nuk ekziston një fjalëz e veçantë
si nyje që të hyjë përpara emrit, si psh. në greqisht (η πεταλούδα – i petaludha)
ose në anglisht (the butterfly), por një mbaresë e veçantë tek emri e cila formon
trajtën e shquar (flutura). Një shembull tjetër: krevat = κρεβάτι, krevati = το
κρεβάτι . Përkatësisht, edhe tek mbiemrat ekzistojnë shpesh por jo gjithmonë, dy
forma, një për gjininë mashkullore, dhe një për gjininë femërore, psh. (i mesëm, e
mesme) që në greqisht do të ishte (μεσαίος , μεσαία – meseos, mesea). Shenjat /.../
na ndihmojnë të lexojmë me përafërsi edhe të theksojmë saktë fjalët shqipe. Por
do të ishte mirë të kërkojmë ndihmën e nxënësve shqipfolës të cilët do të kenë
mundësinë të nxjerrin (të na tregojnë ) dijet e tyre të fshehura.