Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βλάχοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βλάχοι. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου 2017

ΒΛΑΧΟΙ - Vllehët

Βοσκοί στην κορυφή του Παρνασσού, 1903

ΒΛΑΧΟΙ


Οι Βλάχοι ειδικότερα.
Η Ιταλία δημιουργός Βλαχικής εθνότητος αγνοουμένης προηγουμένως.
Σχετικός Σουλτανικός ιραδές. Ρουμανικά σχολεία.
Βλαχοχώρια.
Κουτσόβλαχοι και Αλβανοί πρόμαχοι του Ελληνισμού.
Ρουμανικαί διαπιστώσεις.

«Πατρίς σημαίνει γη των πατέρων, ή δε γη των πατέρων των Βλάχων τής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Ηπείρου, είναι αυταί αίται αι χώραι μεθ’ όλης τής ελληνικής ψυχής και Ιστορίας των.»

Κατά τον μεσαίωνα, ποικιλοπρόφερτα ονόματα εδόθησαν σε πλάνητας Δακορομάνους και κατ’ επέκτασι σε βοσκούς, αγραμμάτους, ορεινούς και αγροίκους Έλληνες ως παρεπώνυμο κατ’ αρχάς πού με την πάροδο τού χρόνου επεκράτησεν ως χαρακτηρισμός κατηγορίας ανθρώπων ή ως επώνυμο, όπως λ.χ. Βλάχος, Βλαχόπουλος, Βλαχαντώνης, Βλαχανδρέας, Βλαχοθανάσης, Βλαχοδημήτρης, Βλαχάβας, Βλαχούτσικος, Βλαχλείδης, Βλαχάκος, Βλαχιώτης κ.ά. Επίσης: Μπλάτσιος, Μπλάσης, Βλάσης, Βλασόπουλος κ.ά. εξευγενισμένα ή παρεφθαρμένα
—λίγο ή πολύ—τού «βλάχος», χωρίς πολλές φορές να έχουν καμιά σχέσι με Βλάχους.
Σχετικώς, ή Άννα ή Κομνηνή γράφει: «Και οπόσοι τον νομάδα βίον είλοντο Βλάχους τούτους ή κοινή καλείν οίδε διάλεκτος».
Συμβαίνει και εδώ ότι και με τούς «Αρβανίτες» πού δεν είναι Αλβανοί. Ακόμα και σήμερα λ.χ. στη Λευκάδα γίνεται λόγος «για βλάχους από πέρα» εννοώντας Ακαρνάνας ή Ηπειρώτες, ως απολίτιστους.
Από τα εν λόγω ονόματα εσχηματίσθησαν και πολυάριθμα τοπικά όπως: Βλαχάτικα, Βλαχάτα, Βλάχοι, Βλαχώρι, Βλαχιά Ευβοίας, Βλαχιώτη Λακωνίας, Βλαχοκερασιά κλπ. σε διάφορα μέρη τής Ελλάδος πού συνεστήθηκαν από φυγάδες τής Θεσσαλίας, Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας. Όπως δηλ. έχομε το Αρβανιτοχώρια, έτσι έχομε και Βλαχοχώρια.
Μερικοί ετυμολογούν το όνομα από το Σλαυωνικό «βάλια» πού σημαίνει κατωφέρεια και το Λατινικό «άκουα» (= νερό). Δηλ. Βαλιάκουα — βαλάκουα βαλάσια — βαλάχια — βλαχία βλάχος.
Προκειμένου για τον τόπο μας όμως, σε πολλές περιπτώσεις, το όνομα θα πρέπει να συσχετισθή και με την αποδημία Ηπειρωτών στη Βλαχιά. Μπορεί να έχη παραχθή από το ταξίδεμα κατά το Πολίτης, Μωραΐτης κείνος πού ταξιδεύεται στην Πόλη, στον Μωρηά κλπ.
«Μάνα μ’ εκακοπάντρεψες και μώδωκες Βλαχιώτη 12 χρόνια στη Βλαχιά και τρεις βραδυές στο σπίτι», λέει το δημοτικό μας τραγούδι.
Νεώτερες έρευνες επιμένουν, πώς ό όρος «Βλάχος» δεν σημαίνει άνθρωπο πού ανήκει σ’ ένα έθνος ή μιά φυλή ωρισμένη, αλλά άτομο πού έχει μιά ωρισμένη ασχολία και γενικώτερα μιά ιδιότητα και μπορεί να ανήκη σ’ οποιοδήποτε έθνος.
Έτσι έχομε Βλάχους στη Ρουμανία, στη Γαλλία τούς VALLAIS, στη Γερμανία τούς VALACHEN, στο Βέλγιο τούς VALLONS, (Βαλλόνι), στην ‘Αγγλία και Ουαλία τους VALES, στην Αίγυπτο τούς γνωστούς Φελλάχους πού στην αραβική γλώσσα σημαίνει γεωργούς κ.ά.
Πολλοί βλαχόφωνοι τής Ελλάδος αυτοαποκαλούνται Αρομούνοι πού ισοδυναμεί με το ROMANI και το Ρωμηός. Δηλ. Ρωμαίοι πολίτες και δεν φανερώνει εθνικότητα, αλλά πολιτική ιδιότητα, εξάρτησι από το παληό Ρωμαϊκό Κράτος.
Κατά τον Αν. Κεραμόπουλο, ιστορικό — ακαδημαϊκό, οι Βλάχοι μας είναι γνήσιοι Έλληνες, οι καθαρώτεροι ίσως των Ελλήνων και δεν έχουν ούτε ρανίδα Δακικού αίματος ούτε ίχνος φυλετικής συγγενείας με τούς Δακορουμάνους. Διότι, λέγει, εάν είχαν έλθη ως κατακτηταί θα έπρεπε να είχαν εγκατασταθή στα πεδινά και γενικά γόνιμα μέρη και όχι να έχουν ως νομάδες ή να είναι εγκατεστημένοι στα πιο απρόσιτα βουνά, όπως λ.χ. τής Πίνδου.
Εάν δε ήλθαν ως ποιμένες, τονίζει, δεν βλέπομε τον λόγο πού τούς ηνάγκασε να εγκαταλείψουν τις πλούσιες πεδιάδες τού Δουνάβεως και τής Ρουμανίας. Κι’ ακόμα: γιατί δεν παρέμειναν στη Βουλγαρία και στη Θράκη όπου οι βοσκές είναι αφθονώτερες και ήλθαν στον δικό μας άγονο τόπο. Και πώς αυτοί, απροστάτευτοι ποιμένες πέρασαν τόσες ξένες χώρες μέχρις ότου φθάσουν στη δική μας και πώς έγιναν δεκτοί εδώ, και πώς έγιναν κάτοχοι των βοσκών των εντοπίων;
Οι βλάχοι μας, συνεχίζει είναι ντόπιοι στρατιώτες, Έλληνες φρουροί των συνόρων και των επαρχιών τού Ρωμαϊκού Κράτους, μέρος τού οποίου άλλοτε αποτελούσε επί ολοκλήρους αιώνες και ή Πατρίδα μας. Από τότε πού οι Ρωμαίοι, συνεχίζοντες παλαιότερο σύστημα φρουρήσεως ιών συνόρων —γνωστό το έπος τού Διγενή Ακρίτα— και διαφόρων άλλων επικαίρων σημείων με στρατιώτες στρατολογουμένους από το ντόπιο στοιχείο. Σαν φρουροί δε τού Ρωμαϊκού Κράτους, κατά τον Αν. Κεραμόπουλο πάντοτε, μόνιμοι και απομονωμένοι από τον άλλο κόσμο στα σύνορα και στις κλεισούρες των βουνών με τις οικογένειές τους, υπό ρωμαϊκή διοίκησι και ρωμαϊκό συγχρωτισμό εκτεταμένο, ή ελληνική τους γλώσσα υπεχώρησε και ενοθεύθη σε σημείο να καταστή αγνώριστη. Συνέβη δηλ. με τούς λεγομένους βλάχους, ό,τι συμβαίνει με κείνους πού υπηρετούν 10, 20 ή και περισσότερα χρόνια σε ξένους στρατούς, μακρυά από τις γλωσσικές τους εστίες.
Έτσι λέγει, δημιουργήθηκαν οι Αρβανιτόβλαχοι, Ελληνόβλαχοι, οι Βλάχοι τού Βελγίου, τής Αγγλίας, οι Φελλάχοι τής Αιγύπτου.
Εν κατακλείδι, συνεχίζει, όση φυλετική συγγένεια έχομε εμείς οι ρωμηοί με τούς Ρωμαίους και τούς Ιταλούς, το ίδιο έχουν και οι Ρουμάνοι με τούς Αρμούνους ή Αρομούνους δηλ. τούς Βλάχους μας. «Πατρίς, λέγει, σημαίνει γη των πατέρων, ή δε γη των πατέρων των Βλάχων τής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Ηπείρου, είναι αυταί αύται αι χώραι μεθ’ όλης τής ελληνικής ψυχής και ιστορίας των».
Οι Έλληνες αυτοί όμως πού είχαν χαμένη την εθνική τους γλώσσα, την ξαναβρήκαν κατόπιν και την διατηρούν έκτοτε. Μετά την επικράτησι των Τούρκων και ιδίως μετά την αποτυχία τής επαναστάσεως Γεωργ. Καστριώτη ή Σκεντέρμπεη πλήθος καθαρώς ελληνοφώνων κατέφυγαν στα βουνά και μάλιστα στην απρόσιτη Πίνδο διά λόγους ασφαλείας. Το άφθονο δε αυτό ελληνόφωνο στοιχείο ανάμεσα σ’ άλλα, διέδωσε εκεί και την ελληνική γλώσσα σε σημείο, ώστε το βλάχικο ιδίωμα να περιορισθή ως οικογενειακό και μόνον. Το αναμφισβήτητο αυτό γεγονός καταρρίπτει την αντίληψι εκείνων, πού ομιλούν περί λαών τής Πίνδου κ.ά. Ουδαμού υπήρξαν ή υπάρχουν καθαρώς βλάχικοι πληθυσμοί. Παντού ήταν ανάμικτοι με υπεροχή τού ελληνοφώνου στοιχείου και στο γεγονός αυτό οφείλεται ή ελληνική γλωσσική κυριαρχία παντού. Εάν υπήρχαν καθαρώς και μόνον βλαχόφωνοι δεν θα ομιλούσαν όλοι την καθημερινή ελληνική διάλεκτο όπως όλοι οι Έλληνες και μάλιστα από την εποχή εκείνη ακόμα οπότε τα σχολεία ήταν άγνωστα. Από την ελληνοβλαχική δε αυτή ζύμη προήλθαν πολλοί αρματωλοί και κλέφτες και μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες όπως ο: Αβέρωφ, Τοσίτσας, Σίναι, Στουρνάρα κ.ά. όπως γίνεται λόγος ειδικώτερα εις άλλα σημεία τού παρόντος. Επίσης οι ποιηταί Ζαλοκώστας, Κρυστάλλης κ.ά. Οι φιλόλογοι Πανταζίδης, Λάμπρου κ.ά. Οι πρωθυπουργοί Ιωάν. Κωλέττης, Σπ. Λάμπρου κλπ.
«Χωρίς την ελληνοβλάχικη διάλεκτο, γράφει ό Ρενέ Πυώ, δεν διαφέρουν τίποτε από τούς άλλους ηπειρώτες. Ερώτησα τούς δασκάλους και μού είπαν τα παιδιά κουτσοβλάχικης καταγωγής και τα καθαρώς ελληνόπαιδα δεν παρουσιάζουν καμμιά διαφορά. Δεν υπάρχει κουτσοβλάχικη σχολή. Δεν εφαντάσθηκαν ποτέ, ότι είναι δυνατόν να ιδρύσουν εδώ τέτοια, διότι δεν εγνωρίσαμε ως τώρα σ’ όλη την πόλι —Μέτσοβο—παρά τρία πρόσωπα που επαγγέλλονται κουτσοβλάχικο εθνικισμό. Και τα 3 αυτά ήταν τρεις αδελφοί πού επέστρεψαν από τη Ρουμανία όπου χρηματικές παροχές για σχολεία τούς είχαν προσελκύσει. Η προπαγάνδα τους, δεν ξεπέρασε τη δοκιμή, τόσο δειλή ήταν ή απόπειρά τους. Και δεν θα σας ομιλούσαμε για τα 3 αυτά μεμονωμένα κρούσματα, εάν δεν μας εκάνατε την ερώτησι, μάς είπε ό δάσκαλος. Χωρίς αυτή δεν θα ενομίζαμε ότι οφείλομε να κάμωμε έστω και μνεία. Άλλωστε είναι ακατανόητο, τι ήλθε να κάμη εδώ ή Ρουμανική προπαγάνδα, σ’ απόστασι δύο βημάτων από τα ελληνικά σύνορα στην πατρίδα τού Γ. Αβέρωφ. Και δεν ημπόρεσα να σχηματίσω διαφορετική γνώμη φεύγοντας από το Μέτσοβο. Δεν ημπόρεσα να εύρω καμμιά διάκρισι μεταξύ Ελλήνων και κουτσοβλάχων. Καθ’ όλο μου το ταξίδι από Αγ. Σαράντα μέχρι Καλαμπάκας, αισθανόμουνα ότι ευρίσκομαι στην Ελλάδα».
Χαρακτηριστική επί τού προκειμένου είναι μιά μακροσκελής έκθεσι πού συνετάγη στα Γιάννενα, από τον αρχηγό τής Ρουμανικής προπαγάνδας στα Γιάννενα LECANDA και υπεβλήθη στον Ρουμάνο υπουργό ΗΑΡΕΤ υπό ήμερομ. 29-7-1904 και περιήλθε στην ελληνική δημοσιότητα.
«Εκείνοι οι οποίοι πρόσκεινται σήμερον προς την Ρουμανικήν ιδέαν και προς τούς οποίους αποδίδομεν φιλορουμανικά αισθήματα, γράφει ανάμεσα σ’ άλλα, δεν διάκεινται ούτως τη αληθεία εκ πραγματικών πεποιθήσεων, αλλά μόνον εξ υλικών συμφερόντων. Εάν ημέραν τινα ήθελον παύση υφιστάμενα τα τοιαύτα υλικά συμφέροντα, θέλει καταδειχθή πόσον τα φιλορουμανικά ταύτα αισθήματα ήσαν επιπόλαια.
»Το φαινόμενον τούτο όμως, συνεχίζει, το οποίον παρατηρείται παρ’ υμίν δεν παρατηρείται και παρά τοις Έλλησι. Οι Έλληνες εν τούτοις δεν διαθέτουν πραγματικά εθνικά στοιχεία εν τη Βορείω και Κεντρική Μακεδονία και εν ολοκλήρω τη Αλβανία.
» Έλληνες υπάρχουσι μόνον εν τη νοτίω Μακεδονία και εν Ηπείρω.
» Εν τούτοις πρόμαχοι τού Ελληνισμού είναι οι Κουτσόβλαχοι και οι Αλβανοί εν Αλβανία. Είναι γνωστόν μετά πόσης αυταπαρνήσεως ούτοι προασπίζονται την Ελληνικήν ιδέαν. Με’ αυταπαρνήσεως μεγαλυτέρας εκείνης πού θα επεδείκνυον εάν ήσαν πραγματικοί Έλληνες. Υποβάλλονται εις οιανδήποτε θυσίαν... Εκθέτουν και την ζωήν των ακόμη υπέρ τής Ελληνικής Ιδέας...
» Η Ελλάς υπέστη κατά τα τελευταία έτη δυο μεγάλας κρίσεις, αι οποίοι συνεκλόνησαν εκ βάθρων το Ελλην. Κράτος: την χρεωκοπίαν και τον πόλεμον τού 1897. Αι δύο αύται κρίσεις έπρεπε να είχον αναστείλη την πρόοδον και την ανάπτυξιν των εν Τουρκία ελληνικών εκπαιδευτικών και φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Εν τούτοις δεν συνέβη το τοιούτον.
» Απανταχού διετήρησαν την πρωτεύουσα θέσι, ως εάν να μη είχε συμβή τίποτε. Τούτο οφείλεται εις το ότι ή Ελληνική προπαγάνδα δεν βασίζεται επί τού συμφέροντος αλλ’ επί τής αποστηρίξεως αφωσιουμένων πληθυσμών.
» Η ιδική μας εθνική υπόθεσις—Ρουμανική— απετέλεσε μιαν επιχείρησιν προς προσπορισμόν χρημάτων, τόσον αρχήθεν όσον και κατά το παρόν. Ιδού διατί τα σχολεία μας στερούνται μαθητών εις τα χωρία, εις τα οποία οι πληθυσμοί είναι απολύτως Κουτσόβλαχοι, ενώ τα ελληνικά είναι υπερπλήρη μαθητών».
Ειδικώτερα τέλος, όπως οι αλβανόφωνοι το ίδιο και οι βλαχόφωνοι, έγραφαν και μιλούσαν μόνον ελληνικά με τα οποία εδόξαζαν και τον θεόν. Καθώς επίσης είχαν τα αυτά ως επί το πλείστον ήθη και έθιμα, την ίδια με τούς ελληνοφώνους εθνική συνείδησι, επροστάτευαν τα ελληνικά γράμματα κλπ. Η μόνη και επουσιώδης διαφορά ήταν, ότι έκαναν χρήσι οικογενειακού ιδιώματος τόσο βλάχικου, ώστε να μην είναι εύκολη ή συνεννόησις μεταξύ των βλάχων μας και εκείνων τής Ρουμανίας!
Ότι δηλαδή συνέβη με τούς αλβανοφώνους επανελήφθη και στους βλαχοφώνους τούς οποίους ή ξενική προπαγάνδα ενόμισε ότι μπορεί να εκμεταλλευθή λόγω τής ελλείψεως εθνικής γραφής, θεωρούντες τους ως ετεροφώτους των Ελλήνων.
Εξ άλλου, επί 6657 λέξεων πού είναι αποθησαυρισμένες στο Κουτσοβλάχικο Λεξικό τού Κ. Νικολαίδη (Αθήναι 1909) οι 3460 είναι ελληνικές, 2605 λατινικές και οι υπόλοιπες είναι αλβανικές και Σλαυικές. Στο νόθο δε αυτό γλωσσικό ιδίωμα στηρίχτηκαν (1942) οι Ιταλοί και επεχείρησαν να δημιουργήσουν Κουτσοβλάχικη επικράτεια στην Πίνδο. Αλλά αυτό και μόνον το γλωσσικό φαινόμενο δεν βαρύνει στον χαρακτηρισμό τής εθνικότητος ενός λαού ή ενός ατόμου. Δεν παύει όμως να αποτελή ένα επικίνδυνο όπλο στη διάθεσι μιας εχθρικής προπαγάνδας.
Πρώτος πού έγραψε για τούς Κουτσοβλάχους προπαγανδιστικές πραγματείες είναι ό γνωστός μας Πουκεβίλ, πρόξενος τής Γαλλίας επί Αλή πασά στα Γιάννενα. Αυτός επρόβαλε τη θεωρία, ότι οι Κουτσόβλαχοι είναι παναρχαία Ιταλική φυλή και υπήρξε τού ενδιαφέροντος τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας κ.ά. εχθρών τού Ελληνισμού. Εν συνεχεία ή Ιταλική Κυβέρνησι επέτυχε το 1905 με τη βοήθεια και τής Γερμανίας, να εκδοθή Σουλτανικός Ιραδές με τον οποίο οι Κουτσόβλαχοι ανεγνωρίζοντο ως ξεχωριστή εθνότης και τούς παρεχωρείτο το δικαίωμα να έχουν δικά τους σχολεία και εκκλησίες και να χρησιμοποιούν αποκλειστικώς τη Ρουμανική γλώσσα.
Επί τού προκειμένου φαίνεται να υπήρξε Ρουμανο — Ιταλική συνεργασία, γιατί χρονολογικώς συμπίπτει με τα τότε ανθελληνικά γεγονότα τής Ρουμανίας. Κατόπιν αυτού ιδρύθη το Ρουμανικό Γυμνάσιο στα Γιάννενα πού πάντοτε φυτοζωούσε και το Ανώτερο Ρουμανικό Παρθεναγωγείο πού επί 20 ολόκληρα χρόνια διηύθυνε ή καθολική Πολωνίς Ναθαλία Βαρεσλάβσκα.

Πηγή: Ηπειρώτες και Αλβανοί ‘’Η προσφορά της Ηπείρου προς το έθνος’’, εκδόσεις Ιδρύματος Βορειοηπειρωτικών Μελετών, Ιωάννινα 1976.
http://www.ellinoistorin.gr/
Vllehët


Vllehët më konkretisht.  Italia krijuesja e etnisë vllahe e cila nuk njihej më parë.
Irade Sulltani. Shkolla Rumune, Fshatra Vllahe.
Kucovllehët dhe Shqiptarët kundërshtarë të Helenizmit
Konstatime Rumune


“Atdhe do të thotë toka e etërve ndërsa toka e etërve të Vllehëve të Maqedonisë, Thessalisë dhe Epirit janë këto zona me të gjithë shpirtin e tyre dhe historinë që kanë”


Gjatë mesjetës, një numër i madh me emra të sjellë ju dhanë Dakoromanëve që endeshin gjithmonë dhe si rrjedhim tek grekët  barinj,  analfabetë, malësorë, fshatarë si një prapashtesë mbiemër në fillim dhe me kalimin e kohës kjo karakteristikë mbizotëroi si një cilësim i kategorisë së njerëzve ose si mbiemër, si psh Vllah, Vllahopulos, Vllahantoni, Vllahandrea, Vllahothanasi, Vllahodhimitri, Vllahava, Vllahuciko, Vllahidhi, Vllahak, Vllahioti, gjithashtu: Blacio, Blasi, Vlashi, Vlasopulo etj të fisnikëruara ose të ndryshuara – pak a ashumë – të fjalës “vllah”,  dhe shumë herë pa pasur ndonjë lidhje me Vllehët.
Më konkretisht, Ana Komnini shkruan: “Të gjithë ata sa jetonin jetë nomadësh në të gjitha dialektet i quanin ata Vllehë”.
Ndodh dhe këtu ajo që ndodhi dhe me “arvanitët” që nuk janë shqiptarë. Deri në ditët e sotme psh në Lefkadhë bëhet fjalë për “vllehë nga andej” duke nënkuptuar Akarnanë ose Epirotë, si të pakulturuar.  Nga emrat në fjalë u krijuan dhe toponimet e shumta si: Vllahatika, Vllahata, Vllehë, Vllahohor, Vllahia e Evias, Vllahiotë të Lakonisë, Vllahokerasia etj në vende të ndryshme të Greqisë që u themeluan nga të arratisurit e Thessalisë , Epirit dhe Maqedonisë Perendimore. Ashtu pra siç kemi Arvanitohoret kështu kemi dhe Vllahohoret.

Disa shpjegojnë nga pikëpamja etimologjike  emrin “Valia” që në Sllvishte do të thotë tatëpjetë dhe emrin “akua” nga latinishtja që do të thotë ujë. Dmth Valiakua-valakua, valasia- valahia-vlahia, vlleh.
Por në rastin konkrret për vendin tonë në shumë raste emri mund të ketë lidhje me emigrimin e Epirotëve në Vllahi. Mund të jetë prodhuar nga udhëtimi ashtu si emri Politis (Poli=qytet) ai që udhëton drejt qytetit (Konstandinupojës)  ose Moraitis ai që udhëton  drejt Moriasë e kështu me rradhë.

“Mama më martove keq dhe më dhe Vllah, 12 vjet në Vllahi dhe tre netë në shtëpi”, thotë një këngë popullore. 
Kërkime të reja këmbëngulin, se përkufizimi “Vllah” nuk do të thotë njeri që i përket një kombi apo fisi të caktuar por, një person i cili kishte një punë të caktuar ose në përgjithësi një cilësi e cila mund t’i përkiste kujtdo kombi.
Kështu kemi Vllehë në Rumani, në Francë tek Vallais, në Gjermani në Vlachen, në Belgjikë në Vallons, në Angli dhe Uells, në Egjipt tek Fellahët e njohur të cilët në gjuhën arabe do të thotë bujk etj.

Shumë vllahofonë të Greqisë vetëquhen Arumanë që është e barabartë me ROMANI dhe Romios (Rum) dmth qytetarë Romakë gjë e clia nuk tregon kombësi, por cilësi politike, vartësi nga Shteti i vjetër Romak.
Sipas, An Keramopoulo, historian dhe akademik, Vllehët tanë janë GREKË ORIGJINALË, ndoshta Grekë nga më të pastërit dhe nuk kanë as një pikë gjaku Dakie as ndonjë afërsi farefisnore me Dkorumunët. Sepse, thotë, nëse kishin erdhur si pushtues do të duhet të ishin vendosur në fusha dhe në përgjithësi në vende pjellore dhe jo të jetonin si nomadë ose të vendoseshin në malet më të vështira, psh në Pind.

Nëse erdhën si barinj thekson, nuk shikojmë arsye që i detyroi që të linin fushat pjellore dhe të pasur të Danubit dhe Rumanisë. Për më tepër: përse nuk qëndruan në Bullgari dhe në Thraki ku kullotat janë të pasura dhe erdhën në këtë vend shterp. Dhe si këta barinj të pambrojtur kaluan kaq shumë vende deri sa arritën tek vendi ynë dhe si u pranuan këtu, si bënë zotër të kullotave të vëndasve?
Vllehët tanë, vazhdon, janë ushtarë vendas, rojtarë Helenë të kufijve të zonave të Shtetit Romak, pjesë e të cilit ishte dikur  për shekuj me rradhë dhe Athdheu ynë. Që prej atëhere kur Romakët, duke vazhduar sistemin e vjetër të mbrojtjes së kufijëve – të njohura që nga epopeja e Dhigjeni Akritës- dhe nga pikat e tjera të ndryshme me ushtarë të rekrutuar nga banorët vendas. Si roje të Shtetit Romak, sipas An. Keramopoulo, gjithmonë, me banim të përhershëm dhe të izoluar nga bota tjetër në kufijtë dhe grykat e maleve me familjet e tyre nën komandën romake dhe qëndrim të gjatë nën shoqërinë e romakëve , gjuha e tyre u dobësua dhe u transformua në atë masë sa të bëhet e panjohur. Dmth ndodhi me të quajturit vllehë, ajo që ndodh me ata sa shërbejnë 10, 20 apo më shumë vite në ushtri të huaja, larg vatrave të tyre gjuhore.



Kështu, thotë, u krijuan arvanitovllehët, helenovllahët, Vllahët e Belgjikës, të Anglisë, Fellahët e Egjiptit.


Për të përfunduar, vazhdon, sa marrdhënie farefisnore kemi ne rumët (romii qytetarët bizantinë ish qytetarë romakë) me Romakët dhe Italianët, të njejtën kanë dhe Rumunët me Arumunët ose Aromunus dmth Vllehët tanë.
“Atdhe, thotë, do të thotë dheu i etërve, dhe dheu i etërve të vllehëve është Maqedonia, Thessalia dhe Epiri, janë ato vende bashkë me gjithë shpirtin helen dhe historinë e tyre”.
Por këta helenë, që kishin humbur gjuhën kombëtare, e gjetën më pas dhe e ruajnë akoma. Pas mbizotërimit të Turqve dhe në veçanti pas dështimit të kryengritjes së Gjergj Kastriotit ose Skëndrëbeut, një numër i madh helenofonë u strehuan në malet dhe sigurisht në Pindin e vështirë, për shkak të sigurisë. Ky element i madh greqishtfolës ndër të tjera, përhapi atje gjuhën helene në atë pikë sa gjuha vllahe të përdorej vetëm në familje. Ky fak i padiskutueshëm rrëzon konceptin e atyre, që flasin për popujt e Pindit etj. Ashnjehër nuk kanë ekzistuar as ekzsitojnë popullata vllahe të pastëra. Kudo ishin të nakatosur me mbizotërim të elementit helen kjo solli dhe mbizotërimin e gjuhës helene kudo. Nëse ekzistonin vetëm vllahofonë pa asnjë prezencë tjetër atëhere do të flisnin të gjithë gjuhën e përditëshme helene si të gjithë grekët dhe kur dihet që në atë kohë dhe shkollat ishin të panjohura. Nga kjo brumë helenovllahe erdhën dhe armatoli (armëmbajtës) dhe kaçakë dhe shumë bamirës të mëdhenjë helenë si:
Averof, Tositsa, Sina, Sturnara etj si përmendet dhe në pika të tjera të këtij studimi.



Gjithashtu poetë si Zaloksta, Kristali etj. Filologë si Pantazidhi, Lambrou etj. Kryeministra si, Joani Kolet, Sp Lambrou etj.

“Pa dialektin helenovllah, shkruan Rene Pio, nuk kanë asnjë ndryshim nga epirotët e tjerë. Pyeta mësuesit dhe më thanë që fëmijët me origjinë kucovllahe dhe fëmijët helenë të pastër nuk kanë asnjë ndryshim. Nuk ka shkollë kucovllahe. Nuk e imagjinuan kurrë, që është e mundur të themelojnë këtu të tilla, sepse nuk panë deri më tani në të gjithë qytetin – Metsovo- veçse tre persona që propagandojnë nacionalizëm kucovllah.
Që të tre këta ishin tre vëllezër që u kthyen nga Rumani ku ndihmat monetare të ofruara për shkollat i kishin tërhequr. Por propaganda e tyre nuk e kaloi provën, kaq frikacake ishte përpjekja e tyre. Dhe nuk do të flisnim për këta tre persona të izoluar nëse nuk na pyesnit, na tha mësuesi. Pa të nuk besojmë se do të ishim të detyruar qoftë dhe t’i përmendnim. Mgjth atë është e pakuptueshme, çfarë erdhi që të bëjë këtu propaganda Rumune, në distancë dy hapa nga kufiri helen dhe atdheun e G Averof. Nuk munda që të formoj opinion të ndryshëm pasi u largova nga Mecovo. Nuk munda të gjej asnjë diferencë ndërmjet Helenëve dhe Kucovllehëve. Gjatë gjithë udhëtimit tim nga Agiou Saranda deri në Kalabaka, ndjehesha sikur isha në Greqi”.


Për këtë rast, është karakteristike dhe një raport i zgjatur i cili u shkruan në Janinë nga udhëheqësi i propagandës Rumune në Janinë, Lecanda, raport i cili u dorëzua tek ministri Rumun Hapet me dt 29-07-1904 dhe u publikua në Greqi.

“Ata që sot janë krahë idesë Rumune dhe të cilët ne i dallojmë për ndjenjat e tyre filorumune, shkruan ndër të tjera, nuk janë të tillë për shkak të ndjenjave të vërteta por të interesave materiale. Nëse një ditë do të ndalojnë këto interesa materiale atëhere do të kuptojmë se sa të përcipta ishin ndjenjat filorumune”.




“Por ky fenomen, vazhdon, i cili vihet re nga ju nuk vihet re tek Helenët. Helenët disponojnë elementë të vërtetë etnikë në Maqedoninë Veriore dhe qëndrore dhe në të gjithë Shqipërinë”

“Vetëm Helenë ka në Maqedoninë jugore dhe në Epir”.
“Megjithë këto luftëtarë të Helenizmit janë Kucovllahët dhe Shqiptarët në Shqipëri. Është e njohur se sa me vetëmohim ata mbrojnë idenë Helene. Me vetëmohim shumë më të madh nga ajo që do të tregonin vetëm nëse ishin Helenë të vërtetë. Përballojnë çdo lloj sakrifice... Ekspozojnë akoma dhe jetën e tyre për Idenë Helene. ...”

“Greqia pësoi gjatë dy viteve të fundit dy kriza të mëdha, të cilat tronditën nga themelet Shtetin Helen: falimentimin dhe luftën e vitit 1897. Këto dy krizat duhet të kishin ndaluar përparimin dhe zhvillimin e institucioneve filantrope arsimore në Turqi. Megjithatë nuk ndodhi diçka e tillë
Kudo kanë ruajtur vendin e parë, sikur nuk ka ndodhur asgjë. Kjo vjen për shkak se porpaganda Helene nuk bazohet në interesa materiale por në mbështetja e popullatave të dedikuara.
Çështja jonë kombëtare – rumunja- ishte një fushatë për shpërndarje parash, sa në fillim sa dhe tani. Ja pra se shkollat tona nuk kanë nxënës në fshatra, tek të cilat popullata është kucovllahe e pastër ndërsa shkolla greke janë të tejmbushura me nxënës”.


Për ta mbyllur, ashtu si shqipfolësit si dhe vllehët, shkruanin dhe flisnin vetëm greqisht për të lavdëruar Zotin, gjithashtu kishin në shumicën e tyre të njejtat rite dhe zakone dhe të njejtën ndërgjegjie kombëtare me helenofonët, mbronin sëbashku shkollimin dhe edukimin në greqisht etj.


I vetmi ndryshim që kishin realisht ishte që se kishin në përdorim në ambientet familjare të dialektit vllah, aq sa të mos ishte e lehtë që të komunikonin vllehët tanë me ata të Rumanisë.



Ajo pra që ndodhi me shqipfolësit u përsërit dhe tek vllahofonët tek të cilët propaganada e huaj kujtoi se mund ta shfrytëzonte  për shkak të mungesës së shkrimit kombëtar, duke i konsideruar ata si nën ndriçimin e helenëve.
Duhet të themi si 6657 fjalë që janë në thesarin e fjalorit Kucovllah të K Nikolaidhit (Athinë 1909) 3460 fjalë janë helene, 2605 latine dhe të tjerat janë shqipë dhe sllavisht. Në këtë dialekt gjuhor të bastarduar u mbështetën më (1942) italianët dhe u përpoqën që të krijonin krahinën Kucovllahe në Pind. Por vetëm fenomeni gjuhor nuk rëndon në cilësimin e kombësisë së një populli ose të një personi. Por nuk mjafton që të përbëjë një armë të rrezikshme në dispozicion të një propagande armiqësore.



I pari që shkrojti për Kucovllahët tekste propagandistike ishte i njohuri për ne , Pukevil, ambasadori Francez në kohën e Ali Pashës në Janinë. Ai nxorri teorinë se kucovllahët janë një fis i lashtë Italian dhe ishte pjesë e interesimit të Kishës Romanokatolike dmth të armiqve të helenizmit. Në vazhdim Qeveria Italiane arriti në vitin 1905 me ndihmë dhe të Gjermanisë, të nxirrte një Irade (urdhër) Sulltani me të cilën Kucovllahët njiheshin si komb më vete dhe ju jepej e drejta që të kenë shkollat e tyre dhe kishat që do të përdornin vetëm gjuhën Rumune.




Në këtë rast duket se kishte një bashkëpunim Rumuno-italian, sepse në kohë përputhet me ndodhitë anti-helene të rumanisë




Pas kësaj u themelua gjimnazi Rumun në Janinë i cili gjithmonë jetonte për inertësi dhe Shkollën Rumune të Vashave të cilën për njëzet vjet e drejtonte katolikja Polonis Natalia Vareslavska.


Burimi: Epirotët dhe Shqiptarët “Kontributi i Epirit për Kombin” botimet e Institutit të Studimeve Voriepirote, Janinë 1976

Artikulli u përkthye dhe u përgatit nga Pelasgos Koritsas
Lejohet ripublikimi vetëm duke ju referuar burimit
www.pelasgoskoritsas.gr


Παρασκευή 5 Αυγούστου 2016

Σκληρή απάντηση δίνει η ΠΒΑ στο Νόμο της Ρουμανίας που «βαφτίζει» όλους τους Βλάχους Ρουμάνους (βίντεο)

amfiktionia
Σκληρή απάντηση δίνει ο Μιχ. Μαγειρίας, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων (ΠΟΠΣΒ) και Πρόεδρος της Παγκόσμιας Βλαχικής Αμφικτιονίας(ΠΒΑ) σε συνέντευξη του στην εφημερίδα “Πρωινός Λόγος”.

Τρίτη 17 Μαΐου 2016

Στην Προσοτσάνη Δράμας το 32ο Αντάμωμα των Βλάχων!


Στην Προσοτσάνη Δράμας το Αντάμωμα των Βλάχων


Από την  Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων
( Π.Ο.Π.Σ. ΒΛΑΧΩΝ ) γίνεται γνωστό ότι το 32° Πανελλήνιο  Αντάμωμα  Βλάχων,  θα λάβει χώρα στις 1, 2, 3 Ιουλίου   2016  στην  Προσοτσάνη Δράμας.
Οργάνωση : Πανελλήνια Ομοσπονδία Πολιτιστικών Συλλόγων Βλάχων.
Συνδιοργάνωση:
Σύλλογος  Βλάχων Προσοτσάνης
Δήμος Προσοτσάνης
Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας -Θράκης - Περιφερειακή Ενότητα Δράμας

Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

Μιχάλης Μαγειρίας: Τα Βλάχικα, είναι αποκλειστικά και μόνον προφορική γλώσσα!.- Mihali Mageiria: Gjuha Vllahe është vetëm gjuhë e folur!.





Ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Βλαχικής Αμφικτιονίας και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Βλάχων Μιχάλης Μαγειρίας μιλάει στον «Πρωϊνό Λόγο».
Δήλωση – «καταπέλτης», με αφορμή την προσπάθεια των Μακεδοναρμάνων να κατασκευάσουν μια «εθνική» διάλεκτο… Συνέντευξη στον Κώστα Αγορη
• «Τα βλάχικα που ομιλούνται από Έλληνες, δεν είναι ούτε ξένη ούτε μειονοτική γλώσσα. Είναι μια άλλη, προφορική ασφαλώς γλώσσα, και συνιστούν στοιχείο της υπερχιλιετούς προφορικής πολιτισμικής κληρονομιάς της ελληνικής πατρίδας μας». Αυτό υπογραμμίζει με ιδιαίτερη έμφαση σε συνέντευξή του στο «Π.Λ.» ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Βλαχικής Αμφικτιονίας κ. Μιχάλης Μαγειρίας, δίνοντας μ’ αυτό τον τρόπο μια ηχηρή και αποστομωτική απάντηση στην προσπάθεια τελευταία, των λεγόμενων Μακεδοναρμάνων, να κατασκευάσουν μια «εθνική» γλώσσα με βάση το βλάχικο ιδίωμα. Απόπειρα που εντάσσεται στα πλαίσια μιας ευρύτερης προπαγανδιστικής πολιτικής, η οποία στοχεύει στην ανάδειξη ξεχωριστής βλάχικης εθνότητας στην Βαλκανική και φυσικά στην ανακίνηση θέματος περί δήθεν βλάχικης μειονότητας και στην χώρα μας. «Δεν υπήρξε ποτέ ξεχωριστό βλάχικο πολιτικό κίνημα κι αντίστοιχο γλωσσικό πρόγραμμα ή αίτημα», ξεκαθαρίζει ο κ. Μαγειρίας, ενώ μιλώντας περί βλάχικης γλώσσας υπογραμμίζει, μεταξύ άλλων, ότι οι Έλληνες Βλάχοι ανέκαθεν χρησιμοποιούν την ελληνική ως γραπτή γλώσσα για διοικητικές, εκκλησιαστικές, εκπαιδευτικές και κάθε είδους ανάγκες τους. Ταυτόχρονα τάσσεται υπέρ μιας τεκμηριωμένης επιστημονικής καταγραφής της προφορικής βλάχικης παράδοσης και κληρονομιάς, με μοναδικό στόχο να διασωθεί η συγκεκριμένη γλώσσα και στο μέλλον. Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
ΕΡ.: Κύριε πρόεδρε, με αφορμή δημοσιεύματα στον τύπο, έντυπο και ηλεκτρονικό, καθώς και αναρτήσεις σε ιστολόγια ή ψηφοφορίες στο facebook, σχετικά με τη βλάχικη γλώσσα ποιά είναι θέση της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Πολιτιστικών Συλλόγων;
ΑΠ.: Καταρχήν να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Αυτό που ονομάζουμε βλάχικη γλώσσα είναι τα βλάχικα. Δηλαδή, το σύνολο των βλάχικων προφορικών διαλέκτων. Όταν μιλάμε για τη βλάχικη γλώσσα (νεολογισμοί: αρωμουνική, αρμάνικη) στο χώρο της Νοτίου Βαλκανικής εννοούμε τα βλάχικα, που είναι μόνο προφορική γλώσσα.
ΕΡ.: Παρατηρώ ότι είστε ιδιαίτερα προσεκτικός στη διατύπωσή σας. Απ’ τη μια λέτε τα βλάχικα, ενώ από την άλλη κάνετε λόγο για προφορική γλώσσα…
ΑΠ.: Τα βλάχικα, σύμφωνα και με τους ειδικούς γλωσσολόγους, είναι το σύνολο των διαλέκτων μίας μη ομογενοποιημένης και μη κωδικοποιημένης προφορικής γλώσσας. Η γλώσσα αυτή παραμένει μέχρι σήμερα προφορική. Δεν έχει αποκτήσει μία ενιαία μορφή, κοινά αποδεκτή, από όλες τις ομάδες των βλαχόφωνων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις γύρω Βαλκανικές Χώρες. Δεν τέθηκε ποτέ θέμα απ’τους Βλάχους των ελληνικών χωρών για εγγραμματισμό, πολύ δε περισσότερο για γραπτή χρήση των βλάχικων.
 Ε.Ρ.: Ποιά είναι η σχέση των βλάχικων με άλλες νεολατινικές γλώσσες στα Βαλκάνια;
AΠ.: Να σας πω προηγουμένως κάτι εμπειρικό. Για να καταλάβετε καλύτερα και όσα είπα πριν, αλλά και όσα θα πω στη συνέχεια. Εμείς στη Μηλιά, στο Μέτσοβο, μιλάμε μια παρόμοια βλάχικη διάλεκτο. Στα διπλανά μας χωριά, Γρεβενίτι, Περιβόλι, Αβδέλα, άλλη. Λίγο βορειότερα στην Αετομηλίτσα και τη Σαμαρίνα μιλούν διαφορετικά. Στο Κεφαλόβρυσο επίσης αρκετά διαφορετικά. Θέλω να πω ότι έχουμε διαφορετικές διαλεκτικές ομάδες εδώ στο χώρο το δικό μας, καταρχήν. Κι αυτές μας είναι σήμερα γνωστές από την επικοινωνία που έχουμε τις τελευταίες δεκαετίες. Οι διάλεκτοι της βλαχικής Διασποράς στις γειτονικές μας χώρες συγγενεύουν με τις προαναφερόμενες.
ΕΡ.: Το καταλαβαίνω αυτό που λέτε, αλλά για να επανέλθω, ρωτώ ποια είναι η σχέση των βλάχικων με τη ρουμανική γλώσσα, για παράδειγμα.
 ΑΠ.: Τα βλάχικα ΔΕΝ είναι διάλεκτος της ρουμανικής γλώσσας! Αυτό είναι σαφές. Μην ξεχνάτε άλλωστε ότι κι αυτή ως εθνική γλώσσα προέκυψε από παραδουνάβιες βλάχικες διαλέκτους μόλις τον 19ο αιώνα. Οι ειδικοί γλωσσολόγοι θεωρούν ότι τα βλάχικα είναι μία από τις τέσσερις ρομανικές, δηλαδή νεολατινικές, γλώσσες της Βαλκανικής λατινικής που μιλούνταν στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι άλλες είναι η ιστρορομανική, η δακορομανική και η μογλενορομανική.
 ΕΡ.: Αλήθεια, τα βλάχικα είναι μια γλώσσα που γράφεται τελικά ή όχι;
 ΑΠ.: Για κάθε γλώσσα μπορεί να υπάρξει ένα τρόπος γραφής. Δεν κατέστη απαραίτητο σε μας για τα βλάχικα, διότι θα πρέπει να γνωρίζετε ότι ανεκάθεν χρησιμοποιούμε την ελληνική ως γλώσσα γραπτή και για τις ανάγκες μας εκπαιδευτικές, εκκλησιαστικές, διοικητικές ή άλλες εκφραστικές. Δε νοείται στο χώρο μας διαφορετικά! Δεν υπήρξε ποτέ ξεχωριστό βλαχικό πολιτικό κίνημα κι αντίστοιχο γλωσσικό πρόγραμμα ή αίτημα. Η θλιβερή παρένθεση της ρουμανικής προπαγάνδας ήταν κάτι τελείως διαφορετικό και δεν επιδέχεται εκ των υστέρων ψευδεπίγραφων ερμηνειών και χρήσεων. Τώρα, οι ειδικοί επιστήμονες ακολουθούν τους κανόνες της επιστήμης τους κι ο εγγραμματισμός των βλάχικων ως νεολατινικής γλώσσας από αυτούς γίνεται κυρίως με το λατινικό αλφάβητο και τη χρήση κάποιων ελληνικών στοιχείων. Δε βλέπω κάτι το μεμπτό. Κάθε άλλο. Πιστεύω ότι με περισσή σοβαρότητα εργάζονται για την καταγραφή και διάσωση της προφορικής βλάχικής μας κληρονομιάς χωρίς τυμπανοκρουσίες, σε καθαρά επιστημονικό κι ακαδημαϊκό πλαίσιο. Αυτό συνάδει και με την καταστατική αναφορά και δέσμευση της ΠΟΠΣΒ για τη διατήρηση της γλώσσας, όχι όμως για κατασκευή γλώσσας. Τους γνωρίζω και έχουν κληθεί κατ’ επανάληψη σε εκδηλώσεις της Ομοσπονδίας. Το σημειώνω διότι δεν μου αρέσει η ισοπεδωτική υπεραπλούστευση και γενίκευση που λειτουργεί αποπροσανατολιστικά. Θέλω να το καταστήσω για άλλη μια φορά ξεκάθαρο. Τα βλάχικα που ομιλούνται από Έλληνες, δεν είναι ούτε ξένη ούτε μειονοτική γλώσσα. Είναι μια άλλη, προφορική ασφαλώς γλώσσα, και συνιστούν στοιχείο της υπερχιλιετούς προφορικής πολιτισμικής κληρονομιάς της ελληνικής πατρίδας μας. Κι έτσι πρέπει να αντιμετωπίζονται. Η επιστημονική καταγραφή, μελέτη και διάσωσή τους είναι η καλύτερη απάντηση τόσο στους αδαείς κινδυνολογούντες φοβικούς, όσο και στους λογής – λογής επαγγελματίες ακτιβιστές, ιδεοληπτικούς αυτόκλητους προστάτες, κι αυτούς ακόμη τους κατασκευαστές σήμερα μιας «εθνικής» «αρμάνικης γλώσσας». ΕΡ: Γνωρίζετε όμως ότι γίνεται μια τέτοια προσπάθεια από το Συμβούλιο των Αρμάνων ή Μακεδοναρμάνων και από άλλες ΜΚΟ…
ΑΠ.: Ακούστε. Καταρχήν για να είμαι δίκαιος. Η θέση μας σ’αυτό το ζήτημα ήταν, είναι και παραμένει ξεκάθαρη κι έχει εκφρασθεί με τον ποιό επίσημο τρόπο. Πρώτον: Το «Συμβούλιο των Αρμάνων» ή «Μακεδοναρμάνων», όπως αυτοαποκαλείται, είναι όργανο ΞΕΝΟ προς τους Έλληνες Βλάχους εντός κι εκτός Ελλάδος. Δεν έχει καμιά ηθική ούτε και πολιτική ή άλλη νομιμοποίηση από μας. Δεύτερον: Η γλώσσα που προωθεί ως εθνικά «αρμάνικη», γνωρίζω ότι είναι μία από τις διαλέκτους των έξω. Όσων Βλάχων, δηλαδή θυμάτων της ρουμανικής προπαγάνδας, μετεγκαταστάθηκαν οικειοθελώς και αυτοβούλως στη Δοβρουτσά της Ρουμανίας τη δεκαετία του 1920 ως Ρουμάνοι άποικοι, απ’ τη Μακεδονία μας. Πρόκειται για μια γλώσσα, αν θέλετε υπό κατασκευή, στα πλαίσια του καινοφανούς εθνικού ιδεολογήματος των αυτοαποκαλούμενων «Αρμάνων» ή «Μακεδοναρμάνων» ως ξεχωριστού διαβαλκανικού έθνους. Όσο για τις γνωστές ΜΚΟ, που θίξατε, και την δήθεν «επιστημονική» θέση τους. Αυτή έχει τόση αξία όση κι η εργολαβική δραστηριότητά τους στην υπηρεσία της εθνικής αποδόμησης και του εθνομηδενισμού.
πηγή: Εδώ και Εδώ





 Kryetari i Amfiktionisë Botërore Vllahe dhe i  Federatës Panhellenike të Vëllehëve Mihail Mageirias foli për gazetën “Proino Logo”.
Deklaratë – “bombë” pas përpjekjes së maqedonoarmanëve që të ndrëtojnë një dialekt “kombëtar”... Intervistë e Kosta Agorit.
-         “Gjuha  vllahe e  cila flitet nga grekët, nuk është gjuhë e huaj por as gjuhë e një minoriteti. Është një gjuhë tjetër, një gjuhë e folur sigurisht, që përbën element të trashëgimisë gojore kulturore të më tepër së njëmijëvjet, të atdheut tonë helen”. Këtë thekson me forcë në intervistën e tij në (P.L) kryetari i Amfiktionisë Botërore Vllahe, z Mihali Mageiria, duke dhënë me këtë mënyrë një përgjigje të fortë dhe gojëmbyllëse, ndaj përpjekjeve të Maqdonoarmanëve, që të ndërtojnë një gjuhë “kombëtare” me bazë dialektin vllah. Kjo përpjekje është pjesë e një politike më të gjërë propagandistike, e cila ka si qëllim të nxjerrë në dritë një komb të veçantë vllah në Ballkan dhe natyrisht ritrazimin e çështjes mbi gjoja minoritetit vllah në vendin tonë. “Nuk ekzistonte kurrë një lëvizje e veçantë vllahe dhe një program gjuhor respektiv ose kërkesë”, sqaron z Mageiria, ndërsa duke folur mbi gjuhën vllahe, nënvizon, ndër të tjera, se vllehët Grekë gjithmonë përdornin si gjuhë të shkruar për të gjitha nevojat e tyre, administrative, kishtare dhe arsimore  e jo vetëm, gjuhën greke.
Në të njejtën kohë ai është dakort për një rregjistrim shkencor të bazuar në fakte, në lidhje me traditën gojore vllahe, me qëllim bazë që të shpëtonte kjo gjuhë e caktuar dhe në të ardhmen. Intervista:
PY- Zoti kryetar, duke marrë shkasë nga publikimet në shtypin e shkruar dhe elektronik, si dhe disa artikuj në faqe elektronike apo votimet në facebook, në lidhje me gjuhën vllahe, cili është mendimi i Federatës Panhelenike të Shoqatave Kulturore?
-         Përgj: Si fillim të sqarojmë diçka. Ajo që quajmë gjuhë vllahe është vllaçja. Dmth, tërërsia e dialekteve gojore vllahe. Kur flasim për gjuhën vllahe (neologjizma: aromune, armëne) në zonën e Ballkanit  Jugor nënkuptojmë vllaçen, që është vetëm një gjuhë gojore.
-         PY: Vërej se jeni shumë i kujdesshëm në formulimin tuaj. Nga njëra anë flisni për gjuhë vllahe dhe nga ana tjetër  flisni për gjuhë të folur....
-         Përgj. Gjuha vllahe, sipas specialistëve glosologë është një grupim i dialekteve të një gjuhe të folur të homogjenizuar dhe të koduar. Kjo gjuhë mbetet deri më sot e folur. Nuk ka marrë një formë të unifikuar, të pranueshme gjërësisht, nga të gjitha grupimet e vllahofolësve, sa në Greqi aq dhe në vendet Ballkanike përreth. Nuk është ngritur kurrë çështje nga Vllehët e tokave helene për gërmëzimin, gramtizimin, dhe jo më të flitej dhe për përdorim të shkruar të gjuhës vllahe.
-         PY: Cila është marrdhënia e gjuhës vllahe me të tjera gjuhë neolatinike të Ballkanit?
-         Përgj: T’ iu them në fillim diçka eksperienciale. Që të kuptoni më mirë ato sa thashë më parë, por dhe ato sa do të them në vazhdim. Ne në Milia, në Metsovo, flasim një dialekt vllah të ngjashëm. Në fshatrat fqinje, Greveniti , Perivoli, Avdhela, tjetër (dialekt). Pak më në veri në Aetomilitsa dhe në Samarinë flasin ndryshe. Në Kefalovriso gjithashtu mjaft ndryshe. Dua të them, fillimisht,  se kemi disa grupe dialektike të ndryshme këtu në ambjentin përreth nesh. Këto sot na janë të njohura nga komunikimi që kemi në dhjetëvjeçarët e fundit. Dialektet e Diasporës vllahe në vendet tona fqinje janë të pëarfërta me ato sa thamë më lart.
-         PY: E kuptoj këtë që thoni, por po e ripërmend, pyes se cila është marrdhënia e gjuhës vllahe me rumanishten, për shembull.
-         Përgj: Gjuha Vllahe NUK është dialekt i gjuhës rumune! Kjo është e qartë. Mos harroni se dhe ajo si gjuhë kombëtare rrjedhoi nga dialketet vllahe pranë Danubit vetëm gjatë shekullit të 19-të.
Gjuhëtarët specialistë e konsiderojnë gjuhën vllahe si një prej katër romaniket, dmth gjuhët Ballanike neolatine që fliteshin në Perandorinë Romake Lindore. Të tjerat janë histromanishtia, dakoromanishtia dhe moglenoromanishtia.
PY: Me të vërtetë, gjuha vllahe, si përfundim,   është një gjuhë që shkruhet  apo jo?
-         Përgj: Për çdo gjuhë mund ekzistojë një  mënyrë që të shkruhet. Nuk u bë e nevojshme tek ne për gjuhën vllahe, sepse duhet që të dini se gjithmonë përdorim greqishten si një gjuhë të shkruar për nevojat arsimore, kishtare, administrative ose shprehore. Nuk imagjinohet në ambientin tonë ndryshe! Nuk ekzistonte asnjëherë një lëvizje e shkëputur vllahe ose ndonjë program respektiv apo kërkesë.  Kjo kllapë e shëmtuar e propagandës rumune ishte diçka plotësisht e ndryshme dhe nuk pranon interpretime apo pëdorime, të mëvonëshme të falsifikuara. Tani shkencëtarët specialistë ndjekin rregullat e shkencës së tyre dhe gramatizimi i gjuhës vllahe si një gjuhë neolatine nga ata, bëhet kryesisht me alfabetin latin dhe përdorimin e disa elementëve grekë. Nuk shikoj diçka të keqe. Në të kundërt. Besoj që me seriozitet të theksuar po punojnë për rregjistrimin dhe shpëtimin e traditën sonë gojore vllahe pa shumë zhurmë dhe brenda një konteksti të pastër shkencor dhe akademik.  Kjo lidhet dhe me premtimin e POPSV për ruajtjen e guhës, por jo ndërtimin e një gjuhe. I njoh dhe kanë qënë shpesh prezentë në eventet e Federatës.  Po e theksoj se nuk më pëlqen thjeshtëzimi sheshues dhe një përgjithësim i cili funksionon në mënyrë çorientuese.  Dua që të bëj të qartë edhe një herë. Gjuha Vllahe që flitet nga Helenët, nuk është një gjuhë e huaj as gjuhë minoritare. Është sigurisht,  një gjuhë tjetër, gojore. Dhe përbën element të trashëgimisë kulturore gojore të më shumë se njëmijë vitesh të atdheut tonë helen. Kështu duhet dhe të përballohet. Rregjistrimi shkencor, studimi dhe ruajtja e e tyre është përgjigjia më e mirë tek ata frrikacakë të pacipë të cilët iu përmendin rreziqet,  si dhe ndaj të gjithë porfesionistëve aktivistët të fiksuar, të lloj-llojit që janë vetëshpallur shpëtimtarë,  por dhe ndaj atyre ndërtuesve të sotëm të një “gjuhe armane” “kombëtare”.
-         PY: Është në dijeninë tuaj që sot bëhet një përpjekje e tillë  nga Këshilli i Armanëve ose Maqedonoarmanëve dhe nga të tjera OJQ.....
-         Përgj: Dëgjoni. Si fillim që të jem i drejtë. Pozicioni ynë për këtë çështje ishte, është dhe do të mbetet i qartë dhe është shprehur me mënyrën më zyrtare. E para: “Këshilli i Armanëve” ose “Maqedonoarmanëve”, siç vetëshpallen, është organ i HUAJ në lidhje me Vëllehet Helenë brenda dhe jashtë Greqisë. Nuk ka as një lloj ligjshmërie morale ose politike nga ne.
E Dyta: Gjuha të cilën po promovon si “armane” kombëtare, e di se është një prej dialektet e atyre jashtë. Dmth e atyre Vllehëve viktima të propagandës rumune të cilët u zhvendosën me dëshirën e tyre me vullnet të lirë në Dovruca të Rumanisë në dhjetëvjeçarin e 1920-ës si kolonizatorë rumunë nga Maqedonia jonë. Bëhet fjalë për një gjuhë, nëse doni , nën ndërtim brenda një konteksti  të idologjisë të saposhfaqur të vetëshpallurve “Armanë”ose “Maqedonarmane” si një komb të veçantë ndërballkanik. Për sa i përket OJQ-ve të njohura, që përmendët dhe gjoja pozicionin e tyre “shkencor”. Kjo ka aq vlerë sa dhe aktiviteti sipëmarrës e tyre në shërbim të destrukturimit kombëtar dhe të  zhdukjes së çdo gjëje që ka lidhje me identitetin kombëtar.

Përktheu Pelasgos Koritsas

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2016

Βασ. Σταματόπουλος στην ΡΗΡ: Ο Ελληνισμός της Ουγγαρίας

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΜΑΛΑΣΠΙΝΑ
Ο Βασίλης Σταματόπουλος είναι Γραμματέας του «Ελληνικού Κυπριακού Ουγγρικού Συλλόγου Φιλίας, της υπό Ελλήνων ιδρυθείσης «Ορθοδόξου Ουγγρικής Εκκλησιαστικής Κοινότητας Βουδαπέστης» και του Διαπολιτισμικού «Μακεδονικού Συλλόγου Βουδαπέστης».
Ένας, ακόμη, Έλληνας, από τους αναρίθμητους, που αναζήτησαν την τύχη τους στην ξενιτιά;  Όχι, ακριβώς. Ο Βασίλης Σταματόπουλος δεν ανήκει στις φουρνιές μεταναστών που πήραν το δρόμο της φυγής, τα «πέτρινα χρόνια».
Πολύ αργότερα, το 1989 αποφάσισε να «μεταναστεύσει». Αρχικά ο τουρισμός και, αργότερα, το εμπόριο τον τράβηξε στην Ουγγαρία.
Τον συναντήσαμε πρόσφατα στην Αθήνα, στην Ελληνοαμερικανική Ένωση.    Μας εντυπωσίασαν οι γνώσεις του γύρω από το θέμα των Ελληνοβλάχων, ένα θέμα με ιδιαίτερο εθνολογικό ενδιαφέρον για την Ελλάδα.
Είχε, μάλιστα, μαζί του και ένα βιβλίο που συνέγραψε και εξέδωσε για το θέμα, με τίτλο «Οι Μακεδονοβλάχοι  (17ος-19ος αιώνας, Έλληνες Βλάχοι στην ΚεντροΑνατολική Ευρώπη –η Αποκατάσταση της αλήθειας».
Το βιβλίο γραμμένο στα ελληνικά και ουγγρικά, απαντά με πραγματικά στοιχεία σε όσους  επιχειρούν να αλλοιώσουν την ιστορική πραγματικότητα .
Για τον ελληνισμό της Ουγγαρίας λίγα πράγματα είναι γνωστά. Έτσι, η συνάντησή μας στάθηκε αφορμή για τη συνέντευξη που ακολουθεί.
Ο κ. Βασίλης Σταματόπουλος.
Ο κ. Βασίλης Σταματόπουλος.
Η ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ                                                                                                                                                                                     ΡΗΡ: Κύριε Σταματόπουλε, πείτε μας, παρακαλώ, πως αποφασίσατε να εγκατασταθείτε στην Ουγγαρία;
Βασ. Σταματόπουλος: Το 1982 πρωτοπήγα στην Ουγγαρία για εκδρομή.  Εκεί γνωρίστηκα με το εργοστάσιο HEREND που παράγει την ξακουστή χειροποίητη ουγγρική πορσελάνη. Αποφασίσαμε να πάρω την αντιπροσωπεία  για την Ελλάδα και, συγκεκριμένα, αποκλειστική αντιπρόσωπος ανέλαβε η μητέρα μου Ευαγγελία Σταματοπούλου.
Άρχισα να συνεργάζομαι με το τότε καθεστώς, το Κομμουνιστικό, που ήθελε να συνεργάζεται μόνον με «δεξιούς»,  για να κρατάνε τα μυστικά τους!  Για όποιο λόγο, η συνεργασία μας ήταν καλή. Εκτός από τις πορσελάνες φέρναμε τρόφιμα, ζωντανό σαλιγκάρι, και το διοχετεύαμε σε εταιρίες εδώ στην Ελλάδα.
Μετά τις αλλαγές του πολιτειακού καθεστώτος, το 1989, αποφασίζουμε να μετακομίσουμε οικογενειακώς  στην Ουγγαρία και να αναπτύξουμε από εκεί την εμπορική μας δραστηριότητα. Έτσι αρχίσαμε να κάνουμε εμείς εισαγωγές από την Ελλάδα. Αναπτύξαμε ένα δίκτυο  διανομής ελληνικών προϊόντων και ποτών σε όλη την Ουγγαρία. Είμαστε οι πρώτοι που δραστηριοποιηθήκαμε σ΄  αυτόν τον τομέα.
ΡΗΡ: Φαντάζομαι η εμπορική σας δραστηριότητα σας έφερε σε επαφή με τους Έλληνες της Ουγγαρίας;
Βασ. Σταματόπουλος:  Πράγματι, εκείνη την εποχή γνωρίζομαι  με τον Έλληνα πρέσβη κ. Γιάννη Δρακουλαράκο. Είναι η πρώτη φορά που ανοίγουν οι πόρτες της Πρεσβείας σε όλους τους Έλληνες που βρίσκονται στην Ουγγαρία από την εποχή του Εμφυλίου Πολέμου.
ΡΗΡ: Είχαμε και πριν απ΄ αυτούς ελληνισμό στην Ουγγαρία, ναι;
Βασ. Σταματόπουλος: Βέβαια. Εκεί υπήρχαν οι Έλληνες που είχαν γράψει ιστορία, της πρώτης διασποράς.16ου μέχρι και 19ου αιώνα. Μετά, όμως,  ουγγροποιήθηκαν, χάθηκαν. Οι άλλοι Έλληνες που υπήρχαν όταν έφτασα εγώ στην Ουγγαρία, ήταν οι Έλληνες που είχαν φθάσει  μετά τον Εμφύλιο. Περίπου γύρω στις 3.500 Ελληνες, όταν πήγα εγώ.
Πολλοί από αυτούς επέστρεψαν στην Ελλάδα επί Παπανδρέου, όταν αργότερα τους έδωσε συντάξεις.
ΡΗΡ: Τους επισκεφθήκατε; Πήγατε στα ελληνικά χωριά;
Βασ. Σταματόπουλος: Ναι, είχα την τύχη να παρευρίσκομαι στο πλευρό του Έλληνα πρέσβη στο χωριό Μπελογιάννης κατά την παρθενική επίσκεψη Έλληνα αξιωματούχου, την περίοδο που πρόεδρος ήταν ο Ζήσης Βλαχόπουλος.
ΡΗΡ: Πως σας υποδέχθηκαν;
Βασ. Σταματόπουλος: Στην πρώτη αυτή συνάντηση θυμάμαι τη ζεστή  ατμόσφαιρα και τη συγκίνηση του διοικητικού συμβουλίου της κοινότητας. Θυμάμαι μας εξήγησαν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν μετά τις πολιτικές αλλαγές στην Ουγγαρία και επίσης θυμάμαι κάποια από τα αιτήματά τους που ήταν η επέκταση του μέτρου για τις συντάξεις, η αποστολή δασκάλου στο σχολείο, μία ελληνική σημαία για τις επίσημες γιορτές του χωριού και άλλα μικρότερα θέματα…
ΡΗΡ: Σας ζήτησαν ελληνική σημαία;
Βασ. Σταματόπουλος: Ναι, σημαία. Α, θυμάμαι καθώς βγαίναμε από το δημαρχείο, μας πλησίασε μία ομάδα ηλικιωμένων, ανδρών και γυναικών, και μας ζήτησαν αν είναι δυνατόν να εφοδιάσουμε το χωριό και με μια καμπάνα!
 ΡΗΡ: Δεν είχε καμπάνα το χωριό;
Βας. Σταματόπουλος: Ούτε καμπάνα ούτε εκκλησιά είχαν! Ήταν το μόνο χωριό στην Ουγγαρία που δεν είχε εκκλησία κανενός δόγματος, καθώς κτίστηκε από Έλληνες  πολιτικούς πρόσφυγες και η θρησκεία εκείνη την εποχή ήταν υπό απαγόρευση…  Τώρα ήθελαν μια καμπάνα να χτυπά πένθιμα στις κηδείες.  Θυμάμαι όταν τους πήγαμε τη σημαία με βελούδινο ιστό, δημιουργήθηκαν αντιδράσεις όταν είδαν στην κορυφή του ιστού τον σταυρό. Το μισό διοικητικό συμβούλιο ζήτησε να αφαιρέσουμε το σταυρό!
ΡΗΡ: Και τι κάνατε;
Βας. Σταματόπουλος: Ο πρέσβης και εγώ επιμέναμε ότι ελληνική σημαία χωρίς σταυρό στην κορυφή του ιστού δεν γίνεται. Τελικά υποχώρησαν και τη δέχτηκαν και αυτή ήταν η πρώτη φορά που ο σταυρός έμπαινε στο χωριό Μπελογιάννης! Μετά από λίγο καιρό,  στις 15 Ιουνίου 1995,  γίνεται η αναγνώριση  της ορθόδοξης Εξαρχίας  του οικουμενικού πατριαρχείου Ουγγαρίας και Μεσευρώπης, ο Μακαριστός Μιχαήλ Στάικος ο οποίος από την πρώτη στιγμή διαπιστώνει την έλλειψη χώρου  για τις θρησκευτικές ανάγκες και με χορηγό τον Κωνσταντίνο  Δαφέρμο σε χώρο που παραχώρησε το Κοινοτικό Συμβούλιο του χωριού χτίζει το Ναό των Αγίων Δημητρίου και Κωνσταντίνου και Ελένης.
ΡΗΡ: Ενδιαφέρουσα ιστορία… Άλλες πόλεις με Ελληνισμό επισκεφθήκατε;
Βας. Σταματόπουλος: μαζί με τον πρέσβη Δρακουλαράκο, επισκεφτήκαμε και τις άλλες πόλεις  που υπήρξε  ελληνισμός κατά τον 17-19ο αιώνα μεταξύ των οποίων, το Μιλσκότς, το Βάτς, το Τοκάϊ, ο Άγιος Ανδρέας και το Κέτσεμετ.
ΡΗΡ: Με τους Βλάχους πως αποφασίσατε να ασχοληθείτε;
Βας. Σταματόπουλος:  Ν α σας πω, σε ένα από τα ταξίδια μου στο Μίσκόλτς παρατηρώ για πρώτη φορά στην ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία την επιγραφή: …εκ Μακεδονίας Βλάχων αδελφών…» και αργότερα στα πρακτικά της ελληνικής κοινότητας της Πρέστης τη λέξη «Μακεδονοβλάχων». Αυτή, λοιπόν, είναι η αφετηρία μιας ατέλειωτης διαδρομής στην ιστορία προκειμένου να μάθω ποιοι είναι οι Μακεδονοβλάχοι και οι Βλάχοι. Βλέπετε εγώ γεννήθηκα στην Πάτρα και ο πατέρας μου ήταν από ένα μικρό χωριό της επαρχίας Καλαβρύτων, τη Σκοτάνη (Κόκοβα) και οι γνώσεις μου για το θέμα ήταν απειροελάχιστες έως ανύπαρκτες…
Η γνωριμία μου με τους Ουγγρούς  μου φανέρωσε ότι ο πολύς ο κόσμος δεν γνωρίζει την ιστορική παρουσία των Ελληνοβλάχων στην Ουγγαρία οι οποίοι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην αστική ανάπτυξη των πόλεών τους.
Γι αυτό με τον «Ελληνο-Κυπριακό-Ουγγρικό Σύλλογο φιλίας»,  αποφασίζουμε το 2009 να πραγματοποιήσουμε μια Έκθεση μνήμης στο ιστορικό Μουσείο της Βουδαπέστης με τίτλο: Ελληνική κληρονομιά. Η Ελληνική Ορθόδοξος Διασπορά στην ουγγαρία 17ος -19ος αιώνας.
ΡΗΡ: Γιατί αναλάβατε άτυπα να αποκαταστήσετε την αλήθεια για τους Ελληνοβλάχους;
Βασ. Σταματόπουλος: Η γνωριμία μου εκτός των άλλων με τον αξιόλογο Νικόλαο Μέρτζο, Βλάχο στην καταγωγή, πρόεδρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, δημιούργησε την εθνική ευθύνη σε μένα και το γιό μου Ανδρέα να υπερασπιστούμε στη χώρα που μας φιλοξενούσε τους Ελληνοβλάχους από τη ρουμανική προπαγάνδα, η οποία ακόμη και σήμερα δημιουργεί προβλήματα με το να πληροφορεί ψευδώς τους Ούγγρους ότι όλοι οι μεγάλοι Βλάχοι ευεργέτες της Ελλάδος της Ουγγαρίας και της Αυστρίας  είναι Ρουμάνοι, όπως οι οικογένειες Σίνα, Δούμπα, Γκίκα, Κάπρα, Μάνου, Ντέρρα, Λύκα, Ζάπα και πολλές άλλες.
PHP: Είπατε συγγράψατε βιβλίο;
Βασ. Σταματόπουλος. Ναι. Το Βιβλίο μου έχει τίτλο:  «Οι Μακεδονοβλάχοι (17ος-19ος αι.) Έλληνες  Βλάχοι στην Κεντροανατολική Ευρώπη η αποκατάσταση της αλήθειας». Και κάνει ακριβώς αυτό που λέει. Εξιστορεί την ιστορία, παρουσιάζει την προέλευση των Βλάχων ή των Μακεδονοβλάχων της Ελλάδος, τις διαφορές που έχουν με τους Ρουμανοβλάχους  και την ιστορική παρουσία τους  στον Βαλκανικό χώρο, στην Αυστροουγγαρίας και ιδιαίτερα την Ουγγαρία.
ΡΗΡ: Πως το επιτυγχάνετε, με τι στοιχεία;
Βασ. Σταματόπουλος: Εκτός των άλλων, θα σας αναφέρω τι γράφει ο κορυφαίος Ρουμάνος ιστορικός του πανεπιστημίου του ιασίου Νικολάε Γιόργκα στο σύγγραμμά  του «ιστορία του Ρουμάνικου λαού». «Το Κουτσοβλάχιο ιδίωμα με μεγάλη δυσκολία  ή καθόλου δεν το καταλαβαίνουν οι Ρουμάνοι.  Οι δύο διάλεκτοι φαίνονται σαν δύο ολότελα διαφορετικές γλώσσες. Ρουμάνος από το Βουκουρέστι δεν μπορεί να συννενοηθεί με Έλληνα Κουτσοβλάχο της Μακεδονίας. Οι πλούσιοι και μορφωμένοι θεωρούν τον εαυτό τους Έλληνα. Για τους αγαθούς εκείνους ανθρώπους η Ρουμάνικη γλώσσα είναι σχεδόν ξένη και μαθαίνεται μόνο στα σχολεία».
ΡΗΡ: Βεβαίως το λεγόμενο «Κουτσοβλαχικό ζήτημα» της Μακεδονίας που δημιουργήθηκε με την τεχνική της προπαγάνδας εκ μέρους των Ρουμάνων, δεν μπορούμε να το αναλύσουμε εδώ. Θα πρέπει κανείς να διαβάσει το βιβλίο σας. Ωστόσο, οι Ελληνοβλάχοι έχουν προσφέρει σημαντικά στην Ελλάδα. Έτσι δεν είναι;
Βασ. Σταματόπουλος: Ασφαλώς. Την αναγνώριση της προσφοράς των Ελληνοβλάχων ομολογεί και ο σεβασμιότατος Μητροπολίτης Αυστρίας Αρσένιος ο οποίο κάνει λόγο σε παλαιότερη επιστολή του με αφορμή το βιβλίο μου, ότι «Εις την Επαρχίαν ημών είναι εγνωσμένο το ένδοξον παρελθόν \και η συνεχής παρουσία των Ρωμιών Βλαχικής καταγωγής  και η συνεργασία αυτών μετά της  Μητρός Εκκλησίας, δια την προκοπήν του Γένους  ήτο πάντοτε σημείο αναφοράς και απόδειξις αυθεντικότητας».
ΡΗΡ: Πρόκοψαν, όπως οι περισσότεροι Απόδημοι, οι Έλληνες στην Ουγγαρία;
Βασ. Σταματόπουλος: Τη διαχρονική όσο και δημιουργική παρουσία του ελληνισμού στην Ουγγαρία διαμέσου των αιώνων, συμβολίζει το «Μνημείο του Ελληνισμού» προς τιμή των Ελλήνων (Γραικών και Βλάχων), Κυπρίων που κατοικούσαν κατά τον 17ο-19ο αιώνα, στην Πέστη και στη Βούδα. Το Μνημείο βρίσκεται  σε περίοπτη θέση στην ουγγρική πρωτεύουσα μπροστά από τον ιστορικό Ελληνικό ορθόδοξο Ναό της «Κοιμήσεως της Θεοτόκου» στην πλατεία Petofi δίπλα στο Δούναβη.

Και βεβαίως έχουμε τις τεράστιες δωρεές των Ελλήνων και των Ελληνοβλάχων προς την Ελλάδα, του Ζάππα, του  Σίνα  κλπ.
 ΡΗΡ: Σας ευχαριστώ!