Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 21



του Φώτη Μιχαήλ

(Ομιλία για την Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821)

’’Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόχευτος’’, έλεγαν οι παλιοί. Ζωή χωρίς γιορτές, μοιάζει με ταξίδι πολυήμερο χωρίς ανάπαυση, χωρίς ανεφοδιασμό.
Η 25η Μαρτίου, για ‘μάς τους Έλληνες, είναι πνευματικό πανδοχείο, που προσφέρει διπλή ανάπαυση και διπλό ανεφοδιασμό. Και ο λόγος είναι, ότι την ίδια μέρα εορτάζουμε  δυο μοναδικές και ανεπανάληπτες ελευθερίες μας. Πρώτα την ελευθερία από τα δεσμά του θανάτου λόγω της αμαρτίας, και έπειτα την ελευθερία του Γένους μας από την τουρκική σκλαβιά.

Στον λίγο χρόνο που έχουμε στην διάθεσή μας, θα αναφερθούμε στο δεύτερο σκέλος της εορτής, που έχει να κάνει με την εθνική μας παλιγγενεσία. Θέμα μας, το παράπονο των αγωνιστών του ’21.

Αδελφοί μου,
Η επέτειος της 25ης Μαρτίου θαρρώ πως δεν είναι απλά και μόνον μια ευκαιρία για μεγάλα λόγια, για ψεύτικες επετειακές πολιτικές δηλώσεις, για εμβατήρια και εξέδρες.
Είναι πάνω απ’ όλα μια πρώτης τάξεως πρόκληση για γόνιμο προβληματισμό και μια εξαιρετική αφορμή για συλλογική και προπάντων για προσωπική αυτοκριτική. Μια αυτοκριτική βασισμένη κυρίως πάνω σε μια σύγκριση των δικών μας επιλογών και αξιών σε σχέση με τα ιδανικά και τις επιλογές των Αγωνιστών του ’21.
Θα πούνε ίσως μερικοί: Καλά, πώς είναι δυνατόν να συγκριθούν οι συνθήκες του ’21 με τις τωρινές; Τι κοινό μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στα χρόνια εκείνα και τα δικά μας; Οι πρόγονοί μας τότε ήσαν σκλαβωμένοι, ενώ εμείς…
Αδελφοί μου, εάν δεν έχουμε ακόμα καταλάβει, ότι στις ημέρες μας ζούμε μια σκλαβιά ασύγκριτα πιο σκοτεινή και πιο ύπουλη από εκείνη την σκλαβιά, που βίωσαν οι πρόγονοί μας επί τουρκοκρατίας, τότε είμαστε δυστυχώς άξιοι της μοίρας μας.
Εάν δεν έχουμε ακόμα συνειδητοποιήσει, ότι στα χρόνια μας είμαστε σκλαβωμένοι διπλά, δηλαδή, όχι μονάχα σε ξένους δυνάστες αλλά και στα πάθη μας τα δαιμονικά, τότε πώς θα πάρουμε την απόφαση να ελευθερωθούμε; Τότε, με ποιο όραμα, με ποιες δυνάμεις, με ποια αποφασιστικότητα, προσδοκάμε να ξαναπάρουμε πίσω την χαμένη μας Ελευθερία, την χαμένη μας τιμή και αξιοπρέπεια, την χαμένη μας αθωότητα;
Ας προχωρήσουμε, λοιπόν, να δούμε πού βασίστηκαν οι αγωνιστές του ’21, ποια ήταν τα ιδανικά τους, ποια τα οράματά τους και ποιος ο σκοπός του Αγώνα τους; Και αφού τοποθετήσουμε έπειτα τους εαυτούς μας απέναντί τους, να δούμε, τελικά, δικαιώσαμε τους Αγώνες τους ή τους έχουμε περιφρονήσει τόσο, που η καρδιά τους πονάει από θλίψη και το λαρύγγι τους πνίγεται μέσα στο παράπονο;
Αδελφοί μου,
Τα γεγονότα της Επαναστάσεως μαρτυρούν, ότι δύο είναι τα πιο δυνατά κοινά σημεία αναφοράς όλων ανεξαιρέτως των Αγωνιστών του ’21: Η Πίστη και η Πατρίδα. Όλες οι μάχες, όλες οι θυσίες γίνονται πρώτα για την Πίστη την Αγία και έπειτα για την φιλτάτη Πατρίδα.
Βρισκόμαστε στο θρυλικό Ιάσιο της Μολδοβλαχίας. Τα παλληκάρια του Ιερού Λόχου –Πόντιοι στην πλειονότητά τους- ακούνε τον επίσης ποντιακής καταγωγής Αλέξανδρο Υψηλάντη να τους προτρέπει: »Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν. Να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα και να υψώσωμεν το Σημείον δι ού πάντοτε νικώμεν. Λέγω τον Σταυρόν. Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
Να υψώσουμε, βροντοφωνάζει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου μας, με την βοήθεια του οποίου πάντοτε νικάμε και να τα δώσουμε όλα για την Πίστη και την Πατρίδα.

Εμείς σήμερα τι κάνουμε; Ακούμε την φωνή του Υψηλάντη;
Εμείς, σήμερα, αντί να τον υψώσουμε τον Σταυρό, όπως έκανε ο Υψηλάντης, τον περιφρονούμε υβριστικά: Τον πετάμε από τα σχολεία και τις δημόσιες υπηρεσίες, τον αφαιρούμε από το κοντάρι της Σημαίας μας, τον βγάζουμε από τα στήθια μας και από τις καρδιές μας, και δεν ξέρω εάν σε λίγο, εν ονόματι της νεοταξικής πολυπολιτισμικότητας, τον κατεβάσουμε ακόμη και από τους τρούλους των εκκλησιών μας.
Τα έργα μας, δεν τα στερεώνουμε πια στον Σταυρό του Κυρίου μας, όπως τα στερέωναν οι αγωνιστές του ’21, αλλά πού; Τα στηρίζουμε στην αυτοπεποίθησή μας, στην επιστημοσύνη μας, στα βρώμικα δανεικά των εβραϊκών τραπεζών, στους δούρειους ίππους των ΕΣΠΑ, στα ναρκοθετημένα οικονομικά πακέτα της λεγόμενης ευρωπαϊκής ένωσης.
Όσο για τις μάχες, που δίνουμε σήμερα στην ζωή μας, είναι ολοφάνερο, ότι σε γενικές γραμμές έπαψαν να είναι μάχες για την Πίστη και την Πατρίδα, όπως καλούσε τους αγωνιστές ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Έχουν μετατραπεί σε μάχες για την ατομική μας καθαρά καλοπέραση. Μάχες για κέρδη, για καταθέσεις, για καριέρα, για δόξα. Πάντως όχι μάχες για την Ορθοδοξία μας και την Ελλάδα μας.
Στην Αγία Λαύρα, ο Επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει το ιστορικό λάβαρο της Επανάστασης του ’21, ευλογεί τους αγωνιστές και μεταξύ των άλλων βροντοφωνάζει: »Ήρθε η ώρα να σπάσουμε τα δεσμά και τον ζυγό, που βαραίνει τον τράχηλό μας. Καλύτερος είναι ο θάνατος με το όπλο ανά χείρας, παρά η θέαση του εξευτελισμού των βωμών και των εστιών».
Τα ίδια γράφει στα απομνημονεύματά του και ο Μακρυγιάννης: ’’Όταν μου πειράξουν την πατρίδα και την θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα ‘νεργήσω κι ότι θέλουν ας μου κάνουν’’.
Σήμερα, όμως, αδελφοί μου, όταν μας πειράζουν την Πίστη ή την Πατρίδα, συνήθως δεν κάνουμε, αυτό που θα έκανε ο Μακρυγιάννης. Προτιμάμε να μείνουμε σιωπηλοί, ψυχροί και αδιάφοροι. Μια ταπεινωτική ήττα της ποδοσφαιρικής μας ομάδας τολμώ να πω, ότι ίσως μας εξαγριώνει περισσότερο.
Τα παραδείγματα; Αμέτρητα!
Μήπως, ως λαό, μας έθιξαν τα γεγονότα των Ιμίων; Σε ποιο σχολείο σήμερα γίνεται λόγος για τα ηρωϊκά μας εκείνα παιδιά, που θυσιάστηκαν για την Πατρίδα εκείνο το βράδυ; Θα μας πει κανείς ποιο βόλι τα θανάτωσε;
Μήπως μας πειράζει το νέο παιδομάζωμα; Έρχεται ο κύριος Φούχτελ, αρπάζει τα παιδιά μας και εμείς χαιρόμαστε, που σώζονται! Πού; Στα χέρια των Γερμανών!
Μήπως φαίνεται από την στάση μας, ότι μας προβληματίζει στα σοβαρά η κατάργηση των συνόρων μας και η απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας;
Τι κάνουμε ως λαός και ως ηγεσίες, για να αποτρέψουμε την κοινωνική, πολιτισμική και δημογραφική αλλοίωση, που επιχειρείται σήμερα σε βάρος της Πατρίδας μας, με αφορμή τάχα το προσφυγικό;
Αδελφοί μου, ας μην μπερδευόμαστε. Άλλο πράγμα η χριστιανική αγάπη προς τους όντως πρόσφυγες και άλλο η ανεξέλεγκτη εγκατάσταση φανατικών μουσουλμάνων μέσα στην αιματοβαμμένη από το Ισλάμ πατρίδα μας.
Στον Αγώνα του ’21 έδωσαν το αίμα τους ένα εκατομμύριο πρόγονοί μας. Δέκα πατριάρχες και 120 επίσκοποι έχασαν τα κεφάλια τους από την χατζάρα του Ισλάμ.
Αυτή την ώρα, μονάχα στον Πειραιά, λειτουργούν σαράντα τεμένη!
Γι’ αυτό θυσιάστηκαν για την Πατρίδα και την Ορθοδοξία όλοι αυτοί; Για να ξαναγεμίσει η Πατρίδα μας τζαμιά; Δεν μας έφτασαν χίλιοι εκατό Νεομάρτυρες; Θέλουμε κι άλλους;
Και για τον εξευτελισμό των εστιών, πόσο άραγε θιγόμαστε και αντιδρούμε, όταν αφήνουμε τον θεσμό της οικογένειας στην πατρίδα μας να διαλυθεί, όταν τον θεόσδοτο γάμο τον περνάμε μέσα από τα δημαρχεία και όχι μέσα από τις εκκλησιές μας, όταν αναδεικνύουμε τον σοδομισμό σε αξία γαμική, όταν οι γονείς κατάντησαν βάρος και η παιδοποιία βάσανο παραπανίσιο, όταν δολοφονούμε πάνω από 300.000 αγέννητα παιδιά τον χρόνο;
Αλλά και για τον εξευτελισμό, που δέχονται σήμερα άνθρωποι και σύμβολα της Πίστεώς μας, πόσο μπορούμε να πούμε ότι μας καίει, όταν, ως Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ανεχόμαστε να αποκλείονται οι Ιεράρχες μας από τις σχολικές αίθουσες, όταν μένουμε σιωπηλοί στην απόσυρση της εικόνας του Κυρίου μας από την είσοδο της θεολογικής μας σχολής, όταν δεχόμαστε  αδιαμαρτύρητα την διακωμώδηση του ράσου σε καρναβαλικές εκδηλώσεις ή σε παρελάσεις σοδομιστών;
Με όλα αυτά τα ’’κατορθώματά’’ μας, πώς είναι δυνατόν, αγωνιστές σαν τον Μακρυγιάννη και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, να μην έχουν παράπονα και να μην είναι πικραμένοι μαζί μας;
Ο μεγάλος Διδάχος του Γένους μας, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο ακούραστος  αυτός Αγωνιστής για το Ποθούμενο, για την Ελευθερία του Γένους, στις διδαχές του έλεγε: ’’Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε’’.
Εμείς σήμερα τι κάνουμε, αδελφοί μου; Εμείς σήμερα, αντί να φυλάξουμε και να στερεώσουμε την Πίστη μας, όπως προέτρεπε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, πολύ συχνά, δυστυχώς, την υπονομεύουμε και την αμβλύνουμε.
Φυλάμε την Πίστη μας, όταν στις θεολογικές μας σχολές και σε κάποιες από τις λεγόμενες ακαδημίες θεολογικών σπουδών, τα τελευταία χρόνια, περιφρονούμε τους Αγίους Πατέρες, που είναι οι στυλοβάτες της Πίστεώς μας,  και διδάσκουμε θεωρίες και πρακτικές δήθεν μεταπατερικές;
Φυλάμε την Πίστη μας, όταν κάθε τόσο συμπροσευχόμαστε στο εξωτερικό με αιρετικούς και αλλοθρήσκους; Όταν το κοράνιο το ονομάζουμε βιβλίο ιερό, δοθείσης μάλιστα ευκαιρίας το δωρίζουμε κιόλας αντί του Ευαγγελίου;
Στερεώνουμε την Πίστη μας, όταν καταργούμε τον ομολογιακό χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, και τους παραδοσιακούς θεολόγους μας τους περιφρονούμε;
Όταν αναθέτουμε την θεραπεία των παθών της ψυχής μας σε ψυχολόγους, σε ψυχοθεραπευτές και σε ομοιοπαθητικούς, ενώ ο μόνος θεραπευτής των ψυχών μας είναι ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός,  θεραπευτήριό Του η Εκκλησίας μας και μοναδικά Του φάρμακα τα Ιερά μας Μυστήρια;
Φυλάμε την Πίστη μας, όταν με νόμους της πολιτείας δήθεν αντιρατσιστικούς, φιμώνουμε τον άμβωνα σε θέματα όπως η ομοφυλοφιλία, οι εκτρώσεις, οι δυσώνυμες δυτικόφερτες εκτροπές του θεσμού του γάμου, η κάρτα του πολίτη, η αχρήματη κοινωνία, λες και όλα αυτά δεν αφορούν στην Πίστη μας, δεν άπτονται του κεφαλαίου της σωτηρίας μας;
Πώς, λοιπόν, με όλα αυτά και άλλα τόσα, να μην είναι πικραμένος μαζί μας ο Εθναπόστολός μας, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός; Και πώς να μην πνίγεται από το παράπονο, βλέποντάς μας να παρατάμε κάποιες φορές αφύλαχτη την πολυτίμητη Ορθοδοξία μας και να δηλώνουμε ενθουσιασμένοι με τα ξυλοκέρατα, που μας έρχονται από την Δύση;
Ο πρώτος και μοναδικός Κυβερνήτης μας ήταν, ως γνωστόν, ο μέγιστος των Ελλήνων πολιτικών, ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο ευλογημένος αυτός πρωτεργάτης της εθνικής μας παλιγγενεσίας, δυστυχώς για την Πατρίδα μας, δεν έμελλε να ζήσει για πολύ.
Τα έργα του, το ήθος του, η πίστη του και γενικά η προσωπικότητά του, έκαναν τους ξένους να τον φθονήσουν. Και με χέρι δικό μας δολοφονείται στο Ναύπλιο, την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου του 1831, στην είσοδο του Ιερού Ναού του Αγίου Σπυρίδωνος, στις έξι και μισή το πρωΐ.
Τυχαία η μέρα, η ώρα και ο τόπος της δολοφονίας του; Όχι βέβαια. Διότι ο Κυβερνήτης συνήθιζε να εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή και μάλιστα ’’όρθρου βαθέως’’.
Αδελφοί μου, ως Λαός και ως Ηγεσίες, αντέχουμε σήμερα να μπούμε απέναντί του και να καθρεπτισθούμε στο Εκκλησιαστικό ήθος του μεγάλου μας Κυβερνήτη; Στις ημέρες μας, εμείς οι Έλληνες βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, σε τί άραγε ποσοστά εκκλησιαζόμαστε, όχι βεβαίως καθ’ έξιν, αλλά με γνήσιο Ορθόδοξο φρόνημα και πνευματική καθοδήγηση;
Και από την μεριά των ηγεσιών μας, πόσοι Έλληνες αξιωματούχοι υπάρχουν σήμερα, που λειτουργούνται τακτικά τις Κυριακές, όπως ο Καποδίστριας, αναθέτοντας τις υποθέσεις της Πατρίδας στα χέρια του Θεού;
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, μέσα από την δράση του και τα γραπτά του, αποδεικνύεται ότι την Ορθοδοξία την είχε στο κέντρο της καρδιάς του. Και πλάϊ σ’ αυτήν, φύλαγε άλλες δυο μεγάλες του αγάπες: Την Ελλάδα και την Παιδεία την Ελληνική.
Το όραμά του για την Εθνική μας Παιδεία ήταν ένα Σχολείο Ελληνικό και Ορθόδοξο. Γι’ αυτό και διακήρυττε: «Τα σχολεία δεν είναι απλώς τόποι προσκτήσεως γνώσεων, αλλά κυρίως φροντιστήρια ηθικής, χριστιανικής και εθνικής αγωγής».
’’Αποτελεί Θεία τιμή, έλεγε, το να αναθρέψει κάποιος Ελληνόπαιδες’’. Πώς, όμως; ’’Με τις γνώσεις της Ιεράς μας θρησκείας και με την πάτριον γλώσσα’’ και όχι με την αθεΐα και την ξένη γλώσσα από τα γεννοφάσκια μας, όπως κάνουμε σήμερα.
Όσο για την Ευρώπη, την οποία σήμερα θεωρούμε ’’τόπον επαγγελίας’’, ο Καποδίστριας δεν έτρεφε και ιδιαίτερη εκτίμηση. Για τα παιδιά, που έφευγαν στην Δύση για να σπουδάσουν, έλεγε: «…αναγκαιότατον κρίνω να συλλέξωμεν και επαναγάγωμεν εις την Ελλάδα (να  φέρουμε πίσω) τους νέους Έλληνας, όσοι επί προφάσει μαθήσεως διαφθείρωνται εν Ευρώπη…».
Πώς, λοιπόν, να είναι ευχαριστημένος ο Μεγάλος μας Κυβερνήτης και μαζί του όλοι οι αγωνιστές του ’21, με το σημερινό μας εκκλησιολογικό φρόνημα, με την απιστία των σημερινών μας πολιτικών ανδρών, με τη κατάντια της Εθνικής μας Παιδείας;
Ο οπλαρχηγός Δημήτριος Μακρής ήταν ένας από τους επικεφαλείς οπλαρχηγούς στην  ηρωϊκή Έξοδο του Μεσολογγίου. Με το τέλος του πολέμου, ενώ διέθετε δύναμη και επιρροή, δεν ασχολήθηκε με την πολιτική. Αποσύρθηκε και ασχολήθηκε με τα χωράφια του και τα ζωντανά του.
Όταν μετά από καιρό, ο Όθωνας θέλησε να τον τιμήσει για την προσφορά του στον Αγώνα, προτείνοντάς του την θέση του Υπασπιστού, ο γενναίος οπλαρχηγός Δημήτριος Μακρής με την παροιμιώδη απάντηση που έδωσε, μας άφησε μέγα μάθημα αξιοπρέπειας και εσωτερικού μεγαλείου.
Εμφανώς ενοχλημένος και κατηφής, είπε στον βασιλιά: «Μεγαλειότατε, εγώ δεν ξέρω να τσακάω (διπλώνω) τη μέση μου» και έφυγε με το κεφάλι ψηλά.
Στις ημέρες μας, αδελφοί μου, πόσοι άραγε από εμάς, στην καθημερινή μας ζωή, διαθέτουμε το ηθικό σθένος και το ψυχικό μεγαλείο του Κλέφτη Δημητρίου Μακρή;
Και προπαντός, πόσοι από τους σημερινούς αξιωματούχους είναι αποφασισμένοι να πουν όχι σε τιμητικές διακρίσεις, σε διευκολύνσεις και σε οικονομικές παροχές, που προέρχονται από γνωστούς εχθρούς της Πίστεως και της Πατρίδος και που κρύβουν από πίσω αναμονές ανταλλαγμάτων;
Το ’’δεν τσακάω τη μέση μου’’ του μεγάλου αγωνιστή Δημητρίου Μακρή, είναι δυνατόν να ταιριάσει με το πρωθυπουργικό ’’γιές σερ’’ της βραδιάς των Ιμίων ή με το άλλο ’’γιες’’ στο σχέδιο Ανάν;
Το ’’δεν τσακάω τη μέση μου’’ του μεγάλου αγωνιστή Δημητρίου Μακρή,
είναι δυνατόν να ταιριάσει με το ’’ναι’’ το δικό μας στην σκλαβιά της κάρτας του πολίτη και στην φυλακή της αχρήματης κοινωνίας, που μας έχουν ετοιμάσει;
Πώς να μην είναι, λοιπόν, πικραμένος και παραπονεμένος ο αγωνιστής Δημήτριος Μακρής, όταν βλέπει σήμερα, ότι οι απροσκύνητοι ανάμεσα στον λαό και τους ηγέτες, τείνουν να γίνουν είδος προς εξαφάνιση;
Αδελφοί μου, ενώ οι άλλοι λαοί στους εθνικούς στους ύμνους μιλάνε για τα κατορθώματά τους και  τις ομορφιές της πατρίδας τους, εμείς είμαστε ο μοναδικός λαός σε ολόκληρο τον κόσμο, που ο Εθνικός μας ύμνος είναι ένας ύμνος αφιερωμένος στην Ελευθερία.
Στις ημέρες μας οφείλουμε να παραδεχθούμε, ότι η έννοια της Ελευθερίας δεν έχει το ίδιο ειδικό βάρος με εκείνο που είχε στις καρδιές των αγωνιστών του ’21. Εμείς σήμερα εύκολα την διαπραγματευόμαστε. Για τους αγωνιστές, όμως, του ’21 ποτέ δεν ήταν υπόθεση για διαπραγμάτευση. Δεν την αντάλλασαν με τίποτε! Για παράδειγμα οι Σουλιώτες:
Στα 1803, στα Γιάννενα, ο Αλή Πασάς στην προσπάθειά του να πείσει τους Σουλιώτες καπεταναίους να παραδοθούν, τους υποσχόταν, ότι αφού παρέδιδαν  το Σούλι, θα τους χάριζε ό, τι λαχταρούσε η ψυχή τους. Πήρε, όμως, από τους Σουλιώτες την εξής απάντηση: ’’Η λευτεριά μας, πασά μου, ούτε αγοράζεται ούτε πουλιέται με θησαυρούς και ταξίματα, παρά μονάχα με το αίμα και του τελευταίου Σουλιώτη’’.
Θα έχουν άδικο σήμερα οι Σουλιώτες καπεταναίοι, εάν θα είναι παραπονεμένοι και θυμωμένοι μαζί μας;
’’Τι κάνετε ωρέ, μας φωνάζουν με δυσαρέσκεια και αγανάκτηση. Πουλάτε την Ελευθερία, την οποία σας παραδώσαμε εμείς με το αίμα μας, για μια δήθεν καλοπέραση, για μια ψεύτικη ευμάρεια; Τι τα θέλετε ωρέ τα δάνεια των Εβραίων; Δεν βλέπετε, ότι σας έφθειραν και σας οδήγησαν στα μνημόνια, δηλαδή στην σκλαβιά; Δεν βλέπετε ότι έχετε να κάνετε με σατανικούς δανειστές,  που μισούν θανάσιμα την Ελλάδα μας και την Ορθοδοξία μας’’;
Οι Αγωνιστές του ’21, όχι μονάχα δεν διαπραγματεύονταν την Λευτεριά τους, αλλά ακόμα και σε περιπτώσεις όπου η στρατιωτική υπεροχή των τούρκων ήταν συντριπτική, ποτέ δεν φέρθηκαν με δειλία, με συμβιβασμούς, με υπολογισμούς κατά τα πρότυπα τα δυτικά.
Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος ανάμεσα στον Κολοκοτρώνη και τον Εγγλέζο ναύαρχο Χάμιλτων, σε μια δύσκολη καμπή του Αγώνα. Του λέει ο Χάμιλτων: ’’Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσετε συμβιβασμό και η Αγγλία να μεσιτεύσει’’.
Και ο Κολοκοτρώνης του απαντά: ’’Αυτό δεν γίνεται ποτέ. Ελευθερία ή θάνατος! Εμείς, καπετάν Χάμιλτων, ποτέ συμβιβασμόν δεν εκάμαμεν με τον Τούρκον. Άλλους έκοψε, άλλους εσκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, εζούσαμεν ελεύθεροι από γενεά εις γενεά’’.
Εξίσου χαρακτηριστική είναι και η απάντηση, που έδωσε ο μπουρλοτιέρης των ψυχών Παπαφλέσσας προς τους συμπολεμιστές του, όταν εκείνοι, στο Μανιάκι, για λόγους ασφαλείας, του πρότειναν να πιάσουν ταμπούρια σε ψηλότερες θέσεις στο βουνό: Τους είπε: »Εγώ δεν ήρθα εδώ για να μετρήσω από τα ψηλώματα πόσος είναι ο στρατός του Μπαϊράμη. Ήρθα να πολεμήσω. Καθίστε εδώ, να πεθάνουμε σαν αρχαίοι Έλληνες».
Αδελφοί μου, με τέτοιο φρόνημα ανυπότακτο και ασυμβίβαστο, που είχε ο Κολοκοτρώνης, θα ανεχόταν, να υπάρχουν σήμερα στην Πατρίδα μας εν ενεργεία υπουργοί, που να αρνούνται την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Θράκης;
Θα δεχόταν ο Γέρος του Μοριά, να καταθέσει στεφάνι στον Μουσταφά Κεμάλ, τον  εμπνευστή και δράστη αυτής της Γενοκτονίας, όπως πράττουμε εμείς σήμερα;
Θα ανεχόταν ο γενναιότατος Παπαφλέσσας, να υπάρχουν σήμερα στην Πατρίδα μας υπουργοί και πανεπιστημιακοί καθηγητές, που να συνηγορούν στην ίδρυση τμήματος ισλαμικών σπουδών μέσα στην Θεολογική σχολή της Θεσσαλονίκης μας;
Θα συμβιβαζόταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, να διαφεντεύεται σήμερα η Θράκη μας από το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής ή μήπως θα  ανεχόταν, εν ονόματι τάχα κομματικών συμφερόντων, να εκλέγονται στην Βουλή των Ελλήνων, πράκτορες τουρκικών συμφερόντων;
Ο πατριωτισμός, αδελφοί μου, δεν εννοείται σε εμάς τους Έλληνες ως κάτι  ανεξάρτητο και ξένο από την Ορθόδοξη πίστη μας. Πατριωτισμός και Ορθοδοξία σ’ εμάς πάνε μαζί. Αρκεί να σας θυμίσω, τι έκαναν οι Φραγκολεβαντίνοι στο νησί της Σύρου, σαν είδαν από μακριά να καταφθάνουν τα καράβια του Ιμπραήμ: αρνήθηκαν την ελληνική τους καταγωγή και ύψωσαν αμέσως στα μπαλκόνια τους σημαίες Ιταλιάνικες και Γαλλικές.
Εμείς οι Ορθόδοξοι πάνω απ’ όλα έχουμε στην καρδιά μας τον Χριστό και με την αγάπη την δική Του αγαπάμε και την Πατρίδα μας.
Έτσι και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, δεν ήταν απλά και μόνον ένας φιλόπατρις αγωνιστής.
Ήταν προπαντός άνθρωπος με βαθιά πίστη στον Θεό και με εμπιστοσύνη μεγάλη στην Παναγιά μας.
Γράφει ο ίδιος: ’’Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς…
Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα.
Παναγία μου, είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου, βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν’’.
Αξίζει εδώ να μνημονεύσουμε ένα ακόμα περιστατικό από την ζωή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, που δείχνει τις πολύ βαθιές Ορθόδοξες ρίζες του: Βρισκόμαστε στο Βαλτέτσι. Μόλις έχει τελειώσει η αποφασιστική εκείνη μάχη για την τελική έκβαση του Αγώνα. Διηγείται ο ίδιος: ’’ Δώδεκα-δεκατρεῖς Μαΐου ἦτον. Εἴκοσι τρεῖς ὧρες ἐβάσταξε ὁ πόλεμος. Ἐκείνην τὴν ἡμέρα ἦτον Παρασκευὴ καὶ ἔβαλα λόγον ὅτι: Πρέπει νὰ νηστεύσωμεν ὅλοι διὰ δοξολογίαν ἐκείνης τῆς ἡμέρας, καὶ νὰ δοξάζεται αἰώνας αἰώνων ἑωσοῦ στέκει τὸ ἔθνος, διατὶ αὐτὴ ἦταν ἡ ἐλευθερία τῆς Πατρίδος’’.
’’Πρέπει νὰ νηστεύσωμεν ὅλοι διὰ δοξολογίαν ἐκείνης τῆς ἡμέρας’’.
Τι να λέει άραγε σήμερα ο Γέρος του Μοριά, βλέποντάς μας να διοργανώνουμε ξεφαντώματα με γύρους και σουβλάκια εν μέσω Μεγάλης Σαρακοστής, για να τιμήσουμε τάχα την Επανάσταση του ’21;
Στην ίδια γραμμή με τον Κολοκοτρώνη, σε ότι αφορά την σχέση του με την Ορθοδοξία,  στοιχίζεται και ο άλλος μεγάλος άνδρας της Επανάστασης, οστρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης.
Γράφει στα απομνημονεύματά του: ’’Και βγήκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνήτες, Έλληνες, σπορά της εβραιουργιάς, που είπαν να μας σβήσουν την Αγία Πίστη, την Ορθοδοξία, διότι η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον… Εμείς, με σκιάν μας τον Τίμιον Σταυρόν, επολεμήσαμεν. Και αυτός ο Σταυρός μας έσωσε. Τόση μικρότητα στον Σταυρό, τον σωτήρα μας! Και βρίζουν οι πουλημένοι εις τους ξένους και τους παπάδες μας, τους ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους. Εμείς τους παπάδες, τους είχαμε μαζί εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Ντροπή Έλληνες!»
Αδελφοί μου, με όλα αυτά που πίστευε και υπερασπιζόταν ο Μακρυγιάννης, θα μπορούσε να ανεχθεί σήμερα αδιαμαρτύρητα , μέσα στην ίδια του την
Πατρίδα , να περιφρονείται το ράσο, να υποτιμάται και να διώκεται η Ορθοδοξία μας από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού μας προσωπικού, να φορολογούνται ληστρικά οι Εκκλησιές μας, να μην διορίζονται παπάδες, αλλά τουναντίον να ανοίγονται θέσεις για ιμάμηδες και να χαρίζονται εκατομμύρια, από τις άδειες τσέπες των Ορθοδόξων Ελλήνων πολιτών, για την λεγόμενη εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων;
Ίσως για τις περιπτώσεις αυτές, να λένε κάποιοι από εμάς: Τι να κάνουν οι πολιτικοί μας άρχοντες; Αναγκάζονται να ελιχθούν διπλωματικά. Υποχρεώνονται. Εκβιάζονται. Το επιβάλλουν οι τρόποι καλής συμπεριφοράς.
Να, όμως, που έρχονται τα πρόσωπα και τα γεγονότα του ’21 και ακυρώνουν εντελώς κάθε παρόμοια δικαιολογία: Βρισκόμαστε στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1822. Δέκα χιλιάδες Τούρκοι, με επικεφαλής τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιουταχή, σχεδιάζουν να κάνουν την τελική τους επίθεση το βράδυ των Χριστουγέννων. Τότε, δηλαδή, που οι Έλληνες θα βρίσκονται στις εκκλησιές, για να τους αιφνιδιάσουν.
Ο Γιάννης Γούναρης ήταν κυνηγός του Ομέρ Βρυώνη και ακολουθούσε υποχρεωτικά τον τουρκικό στρατό, διότι κρατούσαν ομήρους, στην Άρτα, την γυναίκα του και τα παιδιά του.
Ο Γιάννης Γούναρης γνωρίζει για την νυχτερινή επίθεση των Τούρκων. Το δίλλημα τραγικότατο!
Να αποκαλύψει το σχέδιο στους Μεσολογγίτες ή να μην το πει σε κανέναν; Από το μαχαίρι του τούρκου να σώσει το Μεσολόγγι ή να σώσει την γυναίκα του και τα παιδιά του; Να βάλλει πρώτα την Πατρίδα ή τον εαυτό του και την οικογένειά του;
Βέβαια, με την λογική των ημερών μας, θα μπορούσε και εκείνος να φερθεί κατά πως λένε διπλωματικά. Να υπακούσει στα κελεύσματα του πολιτικού σαβουάρ βιβρ, της λεγόμενης πολιτικής ορθότητας. Να φορέσει, δηλαδή, φέσι ή κιπά. Τι κάνει, όμως;
Περνάει κρυφά στο Μεσολόγγι, βγαίνοντας δήθεν για κυνήγι,  και ειδοποιεί αμέσως τους Μεσολογγίτες για το δόλιο σχέδιο του Κιουταχή. Το Μεσολόγγι
φυλάγεται. Ο Κιουταχής αποτυγχάνει στην επίθεσή του. Οι Μεσολογγίτες σώζονται. Τα παιδιά του και η γυναίκα του σφαγιάζονται αυθημερόν.
Ο Ήρωας Αγωνιστής Γιάννης Γούναρης, ’’επόμενος τοις αρχαίοις ημών πατράσι’’, ακολούθησε την φωνή του Σοφοκλή, ο οποίος σε μια από τις τραγωδίες του έγραφε: ’’Όταν η Πατρίδα ευτυχεί, ευτυχώ κι εγώ και η οικογένειά μου. Όταν, όμως, το ενδιαφέρον μου περιορίζεται στον εαυτό μου και στην οικογένειά μου, ενώ η Πατρίδα δυστυχεί, τότε και η δική μου ευημερία δεν θα κρατήσει για πολύ’’.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός, ότι τα ίδια ακριβώς με τον αρχαίο Έλληνα τραγωδό έλεγε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, μιλώντας στην Πνύκα προς τους μαθητές των Αθηνών:
«Η προκοπή σας και η μάθησή σας να μην γίνει σκεπάρνι μόνο για το άτομό σας αλλά να κοιτάξει το καλό της κοινότητας και μέσα εις το καλόν αυτό βρίσκεται και το δικό σας».
Αναρωτιέμαι: Ο αγράμματος γέρος του Μοριά, πού διδάχθηκε Αρχαία Ελληνική τραγωδία;
Μπορεί να πέφτω έξω, αλλά, σκέφτομαι ότι αυτά τα μαθήματα ήταν γραμμένα μέσα από την μήτρα της μάνας του. Αυτά τα λόγια ήταν αρχές, που περνούσαν από γενιά σε γενιά μέσα από την ζωή, μέσα από την παράδοση.
Σήμερα, όμως, αυτή η συνέχεια διασαλεύθηκε. Με δική μας ευθύνη οικειοποιηθήκαμε ξένα πρότυπα. Παρατήσαμε στην άκρη έναν αμύθητο δικό μας πολιτισμικό θησαυρό και μείναμε τώρα γυμνοί, περιμένοντας να ντυθούμε με τα κουρέλια της παραπαίουσας Δύσης.
Τον ίδιο γνώμονα με τον Κολοκοτρώνη, δηλαδή, τον Αρχαίο Έλληνα τραγωδό, είχε και ο Σερραίος μεγαλέμπορος και τραπεζίτης, ο επαναστάτης Εμμανουήλ Παππάς. Η φήμη του για την πατριωτική του δράση είχε φτάσει σε κάθε άκρη της Ελλάδας. Όλα του τα πλούτη και όλα του τα υπάρχοντα τα διέθεσε στον Αγώνα για την Ελευθερία της Πατρίδας.
Τα τρία από τα τέσσερα παιδιά του έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Ο τέταρτος γιός του άφησε την τελευταία του πνοή στην ελεύθερη Ελλάδα πάμπτωχος.
Το στρατηγείο του –για να μην ξεχνάμε και τον ρόλο των Μοναστηριών μας στον αγώνα του ’21-  το είχε εγκαταστήσει στο Άγιον Όρος, στην  Ιερά Μονή Εσφιγμένου.
Με το ίδιο φρόνημα κινήθηκε και ο Θρακιώτης καραβοκύρης καπετάν Αντώνης Βιζβίζης. Δίπλα του αγέρωχη η καπετάνισσα Δόμνα Βιζβίζη και τα πέντε τους μικρά παιδιά. Το καράβι τους η »Καλομοίρα», κανονικό πολεμικό, οπλισμένο με δικά τους έξοδα, έχει γίνει το σπίτι τους.
Ο καπετάν Βιζβίζης όλα του τα υπάρχοντα τα έχει δώσει για την Πατρίδα. Του αρέσει να λέει: ’’Δεν λυπάμαι να ξοδεύω χρήματα, αφού μ” αυτά θα κτιστή το χρυσό παλάτι της Ελευθερίας’’.
Σίγουρα από εκεί ψηλά, ο Σερραίος τραπεζίτης και ο Θρακιώτης καραβοκύρης θα αναρωτιούνται δικαιολογημένα: Πού είναι σήμερα οι Εμμανουήλ Παππάδες και οι Βισβίζηδες; Πού είναι σήμερα οι Έλληνες τραπεζίτες, μεγαλέμποροι και εφοπλιστές, να στηρίξουν την δοκιμαζόμενη Πατρίδα; Πού χάθηκαν οι εθνικοί μας ευεργέτες;
Και δεν χάθηκαν μονάχα οι εθνικοί μας ευεργέτες, αδελφοί μου. Σήμερα έχουν χαθεί και εκείνα τα πολιτικά αναστήματα, που όχι μόνον δεν δέχονταν να
πάρουν δεκάρα για τις υπηρεσίες τους από τον εθνικό κορβανά, αλλά αντιθέτως υποθήκευαν ακόμα και την προσωπική τους περιουσία, προκειμένου να στηριχθεί οικονομικά η καθημαγμένη Πατρίδα.
Παράδειγμα ο Καποδίστριας. Ο Ιωάννης Καποδίστριας  ήταν ο πρώτος και μοναδικός Κυβερνήτης μας, που δεν καταδέχτηκε ποτέ του να πάρει μηνιάτικο και που, για δάνειο της Πατρίδας, έβαλε υποθήκη τα πατρικά του κτήματα στην Κέρκυρα.
Πώς, λοιπόν,  ο άγιος της πολιτικής μας να μην έχει παράπονο μεγάλο από όλους μας, όταν βλέπει στις ημέρες μας επώνυμους αξιωματούχους, αλλά και απλούς πολίτες, να πλουτίζουν παράνομα με λεφτά του Δημοσίου;
Είναι πολύ χαριτωμένος ο διάλογος ανάμεσα στον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο και τον θείο του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, όπου καυτηριάζεται, θα λέγαμε, αυτό ακριβώς το πράγμα: ο παράνομος πλουτισμός, σε βάρος της Πατρίδας.
Το μικρό συμβάν διασώζεται ως εξής: Ο Αγώνας έχει τελειώσει και οι ένδοξοι οπλαρχηγοί έχουν αποσυρθεί στα σπίτια τους. Είναι παραμονή πρωτοχρονιάς.
Ο θρυλικός Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, υποδέχεται στο φτωχικό του, στον Πειραιά, τον θείο του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Μια ομάδα παιδιών μπαίνουν στην αυλή και λένε τα κάλαντα. Ο Νικηταράς δεν έχει να δώσει τίποτε στα παιδιά. Ζητάει μερικούς παράδες από τον Κολοκοτρώνη. Ο Γέρος του δίνει και πειράζοντάς τον, του λέει: ’’Δεν ντρέπεσαι να ζητιανεύεις, κοτζάμ καπετάνιος εσύ, με τόσες δόξες; Τι σόϊ στρατηγός είσαι τότενες’’;
Ο Νικηταράς τον κοιτάζει ήρεμα τον θείο του και του απαντά σεμνά: ’’Πραματευτής δεν ήμουνα. Η μοίρα μου, το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δεν θα ήταν σωστό να κάνω πραμάτεια το καπετανλίκι μου για να καζαντίσω (για να πλουτίσω)’’.
Είναι τόσα πολλά τα κατορθώματα, αλλά και τα παράπονα των Αγωνιστών του ’21! Πώς να τα διέλθουμε όλα αυτά μέσα σε μια παρουσίαση όπως η αποψινή;
Σεβαστοί πατέρες, αδελφοί αγαπητοί, καλά μας παιδιά,
Ο φιλάνθρωπος Θεός, ανάλογα με τα έργα μας, άλλοτε μας επισκέπτεται με την ευδοκία Του, άλλοτε με την μακροθυμία Του και άλλοτε με την παραχώρηση διαφόρων πειρασμών.
Στα χρόνια τα δικά μας , είναι ολοφάνερο, ότι, λόγω της αποστασίας μας, μας επισκέπτεται η φιλανθρωπία του Θεού μέσω δοκιμασιών.
Οι δυσκολίες και οι εχθροί, που έπεσαν κατ’ επάνω μας αυτά τα χρόνια, είναι μέσα στο σχέδιο του Θεού για την κατά Χριστόν παιδαγωγία μας.
Ο δάσκαλος του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, ο Ιωσήφ ο Βρυέννιος, τριάντα χρόνια πριν από την Άλωση, είχε πει: ’’Ο λόγος για τον οποίον επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την αυτοκρατορία είναι ολοφάνερος: ’Όλοι οι Χριστιανοί έγιναν υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς, λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι. Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι
κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι νεώτεροι ακόλαστοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι χωρικοί άλαλοι και οι πάντες αχρείοι. Χάθηκε ευλαβής από της γης, εξέλιπε στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος’’.
Πόσον επίκαιρος αναδεικνύεται ο μεγάλος μας διδάσκαλος Ιωσήφ Βρυέννιος, εάν αναλογισθούμε, ότι η περιγραφή του αυτή δεν απέχει και πολύ από μια περιγραφή της σημερινής μας κατάστασης.
Ας μην αποθαρρυνόμαστε, όμως.  Ο Θεός Πατέρας είναι μαζί μας. Εκείνο που ζητάει από εμάς, μέσα από τις δυσκολίες αυτές, είναι να μετανοήσουμε, να σωθεί η Πίστη μας. Να μην χάσουμε την ψυχή μας. Αυτά μας διδάσκουν οι σύγχρονοι Άγιοι Πατέρες μας, αυτά έλεγε και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, αναφερόμενος στους λόγους, για τους οποίους βρεθήκαμε κάτω από την χαντζάρα του Τούρκου.
’’…έστειλεν ο Θεός τον άγιον Κωνσταντίνον και εστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν∙ και το είχαν χριστιανοί το βασίλειον 1150 χρόνους. Ύστερα το εσήκωσεν ο Θεός το βασίλειον από τους Χριστιανούς και ήφερε τον Τούρκο μέσα από την Ανατολήν και του το έδωκε δια εδικόν μας καλόν… Και τι; Άξιος ήτον ο Τούρκος να έχει βασίλειον; Αλλά ο Θεός του το έδωκε δια το καλόν μας. Και διατί δεν ήφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, οπού ήτον τόσα ρηγάτα (=βασίλεια) εδώ κοντά να τους το δώσει, μόνον ήφερε τον Τούρκον μέσαθε από την Κόκκινην Μηλιά και του το εχάρισε; Διατί ήξευρεν ο Θεός πως τα άλλα ρηγάτα μας βλάπτουν εις την Πίστιν, και ο Τούρκος δεν μας βλάπτει, άσπρα δώσ’ του και καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι. Και δια να μην κολασθούμεν, το έδωκε’’.


Αδελφοί μου,
Οι αγωνιστές του ’21 αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την Πίστη και την Πατρίδα. Εμείς, όμως, σε μεγάλο βαθμό έχουμε περιφρονήσει τον αγώνα τους,  και τα δύο αυτά πολύτιμα δώρα του Θεού τα έχουμε παραμελήσει.
Τα προστάγματά Του τα βάλαμε στην μπάντα και αφήσαμε να ενεργήσουν οι επιθυμίες μας. Ο παράδεισος, που μας χάρισε ο Θεός, δεν μας άρεσε. Μας γυάλισε η κόλαση των απάτριδων και των απίστων. Γι’ αυτό και η φιλανθρωπία Του, μας επισκέπτεται σήμερα με δοκιμασίες: Με ανεργία, με φτώχεια, με χρέη, με αβάσταχτους φόρους, με λεηλασία του δημόσιου πλούτου, με εισβολές αλλοφύλων, με επιθέσεις εχθρικές.
Και τώρα τι κάνουμε; Τώρα, εάν πράγματι θέλουμε να ξαναφορέσουμε την παλιά μας δόξα, δεν έχουμε παρά να ακούσουμε την πατρική φωνή του κοντινού μας αγίου Πορφυρίου, που με πόνο ψυχής ικέτευε: ’’Πίσω, γυρίστε πίσω, γυρίστε στην Εκκλησία. Πλανηθήκαμε’’.
Έλεγε ο αείμνηστος πατήρ Αθανάσιος Μυτιληναίος: ’’Με ρωτάνε, τι είναι πατριωτισμός. Κι εγώ τους απαντώ: Ο πιο θερμός, ο πιο γνήσιος πατριωτισμός είναι να αποφεύγεις την αμαρτία και να κάνεις ό, τι μπορείς για την Πατρίδα σου".

Να, πώς θα σβηστεί και το παράπονο από τα χείλη των Αγωνιστών του ’21.


ΦΩΤΗΣ ΜΙΧΑΗΛ

ΙΑΤΡΟΣ

(Λαγκαδάς, 25η Μαρτίου 2016


Πηγή


Σάββατο 26 Μαρτίου 2016

Ο άνθρωπος πρέπει να προσεύχεται πάντα για να του δείξει ο Κύριος το δρόμο Του - Njeriu duhet të lutet gjithmonë që t’i tregojë Zoti rrugën e Tij.


Η γνήσια υπακοή φέρνει μεγάλη ψυχική ωφέλεια και την αποκτάς όταν απειθείς στον εαυτό σου, στο θέλημα σου. Τότε σε παίρνει στα χέρια Του ο ίδιος ο Κύριος μας κι ευλογεί τα έργα σου.

Αν εμπιστευόμαστε μ' όλη μας την καρδιά και κάνουμε υπακοή στο θέλημα του Θεού, τότε όλα τα πράγματα θα είναι καλά, ακόμα κι εκείνα που φαίνονται δυσάρεστα θα τα δεχόμαστε με καλή προαίρεση. Ότι συμβαίνει γύρω μας μπορεί να μας οδηγήσει στην ψυχική μας σωτηρία. Εδώ αποκαλύπτεται μεγάλη και βαθιά σοφία. «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (Ρωμ. η' 28).

Στην εποχή μας υπάρχουν περιπτώσεις που ίσως να κάνουμε ακριβώς αυτό που θέλουμε. Κανένας όμως δε βρίσκεται να ρωτήσει: «Τι πρέπει να κάνω τώρα;» Αν δεν υπάρχει κανένας να συμβουλευτούμε, τότε πρέπει να σκεφτούμε πως θα ενεργούσε ο Κύριος μας με την ταπείνωση και την πραότητα Του. Οι εντολές του Θεού ήταν και θα είναι πάντοτε το θεμέλιο της ζωής μας. Γι' αυτό πρέπει να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στο θέλημά Του.

Προτού κάνεις οτιδήποτε, να προσευχηθείς και να σκεφτείς: Αυτό που πάω να κάνω θα είναι φρόνιμο, θα φανεί ευάρεστο στο Θεό;

Όταν η επιθυμία σου να υπηρετήσεις το Θεό είναι ειλικρινής, η πίστη σου σ' Εκείνον ακλόνητη κι όταν εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου, τους άλλους και κάθε τι στο πανάγαθο και τέλειο θέλημα του Θεού, θα δεχτείς στην καρδιά σου τη θεία ειρήνη ακόμα κι όταν δοκιμάζεσαι από διάφορες θλίψεις, εσωτερικές ή εξωτερικές. Να προσευχηθείς στο Θεό να σε απαλλάξει από τις θλίψεις και να κόψεις το αμαρτωλό και τυφλό θέλημα σου. Να εμπιστεύεσαι τον εαυτό σου, ψυχή και σώμα, τις περιστάσεις του βίου, τρέχουσες ή μελλούμενες, καθώς και τους συνανθρώπους σου, γνωστούς ή άγνωστους, στο άγιο και πάνσοφο θέλημα του Θεού. Δόξα τω Θεώ, να λες πάντα. Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν! Με τα άγια αυτά λόγια θ' απαλλαγείς από τις σκοτεινές σκέψεις και τα ψυχικά βάρη. Και τότε στην καρδιά σου θα βασιλέψει η ειρήνη η παρηγοριά κι η χαρά. Γενηθήτω το θέλημά Σου, Κύριε! Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν!

Να προσεύχεσαι σαν παιδί, με καρδιακή απλότητα, για όλες τις ανάγκες και τις θλίψεις σου, και να εμπιστευτείς τον εαυτό σου απόλυτα στο θέλημα του Θεού. Ο Κύριος είναι που ορίζει την σωτηρία σου.

Ο άνθρωπος πρέπει να προσεύχεται πάντα για να του δείξει ο Κύριος το δρόμο Του. Στους καιρούς της θλίψης και της ανάγκης που ζούμε, ας προσευχόμαστε στον Κύριο να μας σώσει, να τρέξει σε βοήθεια μας. Άλλη ελπίδα ή άλλη καταφυγή δε βλέπω. Οι λύσεις που δίνουν οι άνθρωποι είναι μάταιες, πολλές φορές λαθεμένες. Όταν δοκιμάζεσαι από κάτι πολύ επώδυνο αλλά ξέρεις πως δεν ευθύνεσαι εσύ γι' αυτό, πως δεν προέρχεται από το θέλημά σου, λαβαίνεις μεγαλύτερη παρηγοριά και ψυχική ειρήνη. Ας γίνει το θέλημα του Θεού. Είθε ο Κύριος να μη διαψεύσει την πίστη και την αφοσίωση μας στο θέλημά Του. Μοναδική μας ελπίδα είναι ο Θεός. Αυτός είναι το σταθερό μας θεμέλιο, κάθε άλλη ελπίδα είναι αβέβαιη. Δεν ξέρεις με σιγουριά που θα ήταν καλύτερα και που χειρότερα, τι θα 'ταν καλύτερα να περιμένεις. Ας γίνει το θέλημα του Κυρίου! Δικό μας καθήκον είναι να μείνουμε σταθεροί στην πίστη μας, να μην αμαρτάνουμε και να εμπιστευόμαστε τα πάντα στο Θεό.

Η ανθρώπινη υπερηφάνεια λέει: «Θα φτιάξουμε... θα κατορθώσουμε... θα κατασκευάσουμε ένα πύργο της Βαβέλ... Απαιτούμε από το Θεό να μας δώσει λογαριασμό για τις πράξεις Του, γιατί εμείς θέλουμε να ελέγξουμε του σύμπαν, ονειρευόμαστε να βάλουμε τους θρόνους μας πάνω από τα σύννεφα». Όμως κανένας και τίποτα δεν υπακούει. Ο άνθρωπος αποδείχνεται τελείως αδύναμος από την ίδια την πικρή εμπειρία του. Ερευνώντας τα θέματα αυτά τόσο στην πρόσφατη όσο και στην παλιότερη ιστορία, έβγαλα το συμπέρασμα ότι οι τρόποι με τους οποίους ενεργεί η θεία πρόνοια είναι ανεξιχνίαστοι για μας. Δεν μπορούμε να τους κατανοήσουμε, γι' αυτό και πρέπει να εμπιστευόμαστε τον εαυτό μας με ταπείνωση στο θέλημα του Θεού.

Εάν παρατηρήσεις προσεχτικά τόσο τη δική σου ζωή όσο και των άλλων, θα διαπιστώσεις με εκπληκτική καθαρότητα και ακρίβεια πως όση προσοχή κι αν δώσει κανείς κι όσα μέτρα κι αν λάβει δε θα μπορέσει να ορίσει τι πρόκειται να γίνει στο μέλλον. Γιατί όλα γίνονται σύμφωνα με την κρίση και θέλημα του Θεού. Κανέναν δεν μπορείς να ενοχοποιήσεις το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να ταπεινωνόμαστε και να υπομένουμε, διαφορετικά αμαρτάνουμε ενώπιον του Θεού.

Πρέπει να εμπιστευτούμε τα πάντα στο θέλημα του Θεού, ακόμα και τον χωρισμό μας από τους άλλους. Ο Κύριος μας φωτίζει και μας βοηθάει να μη προσκολληθούμε στα αγαθά αυτού του κόσμου, όσο πολύτιμα κι αν μας φαίνονται, αλλά ν' αγωνιστούμε απερίσπαστοι για τον ουρανό, για την σωτηρία μας. Αγωνίσου μόνο για την σωτηρία της ψυχής σου, όλα τ' άλλα είναι ματαιότητα, όλα τ' αγαθά αυτού του κόσμου είναι εφήμερα. Η σκέψη μας πρέπει να είναι στην άλλη ζωή, κοντά στο Θεό. Όλα τ' αγαθά αυτού του κόσμου είναι παροδικά.

Γιατί είναι απαραίτητος ο πνευματικός πατέρας; για να κάνεις με ασφάλεια το ταξίδι και να φτάσεις στην βασιλεία των ουρανών, να μη χαθείς στο δρόμο. Για το λόγο αυτό είναι αναγκαίο ν' ακολουθείς έμπρακτα τις οδηγίες, τις συμβουλές και τις κατευθύνσεις που σου δίνει ο πνευματικός σου πατέρας. Και βέβαια πρέπει να ζεις με συνέπεια και ευλάβεια. Υπάρχουν παραδείγματα ανθρώπων που μπορούσαν να επισκέπτονται το γέροντα τους και να τον ακούνε πολύ λίγο, αλλά πρόκοψαν. Έτσι, για να μη μείνεις άκαρπος δε φτάνει να επισκέπτεσαι συχνά το γέροντά σου, αλλά να τηρείς τις εντολές και οδηγίες του.

Ο Θεός ευαρεστείται όταν οι άνθρωποι καθοδηγούνται από άλλους ανθρώπους. Κοντολογίς, κάθε μοναχός πρέπει να ξεκινάει τον αγώνα του υπακοή και αυταπάρνηση και να βιάζει τον εαυτό του στον πόλεμο με τα πάθη τόσο, ώστε να νιώσει καρδιακό πόνο. Αν δεν αγωνιστεί έτσι κανένας γέροντας δεν μπορεί να τον βοηθήσει. Κάποιος άγιος άνθρωπος είπε πως «ο γέροντα κλαίει για το μαθητή του και προσεύχεται, εκείνος όμως παίζει».

Η τέλεια ανακούφιση κι ανάπαυση προέρχεται από την απόλυτη υπακοή κι εμπιστοσύνη στον πνευματικό μας πατέρα.


Στάρετς Νίκωνος
«Μικρή Ρωσική Κλίμακα», Πέτρου Μπότση


Bindja e vërtetë sjell dobi të madhe shpirtërore dhe e fiton kur nuk i bindesh vetes, vullnetit tënd. Atëhere të merr në duarti e Tij vetë Zoti ynë dhe bekon veprat e tua.

Nëse besojmë me të gjithë zemrën dhe bëjmë bindje  në vullnetin e Zotit atëhere të gjitha gjërat do të jenë mirë, akoma dhe ato që duken të papëlqyeshme do t’i pranojmë me predispozitë të mirë. Çfarë ndodh rreth nesh duhet të na udhëzojë në shpëtimin tonë shpirtëror. Këtu zbulohet mençuria e madhe dhe e thellë. “Atyre që duan Zotin të gjitha bashkëpunojnë për mirë” (Romakët 8,28)
Në kohën tonë ekzistojnë raste që ndoshta bëjmë pikërisht atë që duam. Por asnjë nuk gjendet që të pyesë: “Çfarë duhet të bëj tani?” Nëse nuk ekziston asnjë për tu këshilluar, atëhere duhet të mendohemi se si do të vepronte Zoti ynë me përulësinë dhe mirësinë e Tij. Urdhëresat e Zotit ishin dhe do të jenë gjithmonë themelitë e jetës sonë. Për këtë duhet të besosh veten tënde në vullnetin e Zotit.

Para se të bësh çfarëdo, të lutesh dhe të mendohesh: Ajo që po bëhem gati të bëj do të ishte me mend, do t’i pëlqejë Zotit?
Kur dëshira jote t’i shërbesh Zotit është e sinqertë, besimi yt tek Ai i palëkundshëm  dhe kur ia beson veten tënde, të tjerët dhe çdo gjë tek vullneti i gjithmirë i Zotit, do të pranosh në zemrën tënde paqen hyjnore akoma dhe kur provohet nga hidhërime të brendshme dhe jashtme. Të lutesh në Zoti që të të çlirojë nga hidhërimet dhe të ndërpresësh vullnetin tënd mëkatar dhe të verbër. T’i besosh veten tënd shpirtin dhe trupin në rrethanat  e jetës, të tashmet ose të ardhmen, si dhe tek njerëzit rreth teje, të njohur dhe të panjohur, në vullnetin e Zotit të shenjtë dhe të gjithëurtë.
Lavdi Perëndisë, të thuash gjithmonë. Lavdi Zotit tani e përgjithmonë! Me këto fjalë të shenjta do të çlirohesh nga mendimet e errëta dhe peshat shpirtërore. Dhe atëhere në zemërn tënde do të mbretërojë paqja, ngazëllimi dhe gëzimi. U bëftë dëshira Jote, o Zot! Lavdi Zotit tani e përherë”.
Të lutesh si fëmijë me thjeshtësi që buron nga zemra, për të gjitha nevojat dhe hidhërimet e tua, dhe të besosh veten tënde plotësisht në vullnetin e Zotit. Zoti është ai që cakton shpëtimin tënd.

Njeriu duhet të lutet gjithmonë që t’i tregojë Zoti rrugën e Tij.

Në kohët e hidhërimit dhe të nevojës që jetojmë le të lutemi tek Zoti që të na shpëtojë, të nxitojë në ndihmën tonë. Tjetër shpresë apo strehë nuk shikoj. Zgjidhjet që japin njerëzit janë të kota, shpesh herë të gabuara. Kur provohesh nga diçka e vështirë por e di se nuk  ke përgjegjësi për këtë, se nuk vjen nga vullneti yt, merr ngushëllim më të madh dhe paqe shpirtërore. Le të bëhet vullneti i Zotit. Do Zoti të mos zhgënjejë besimin dhe dedikimin tonë në vullnetin e Tij. Shpresa jonë e vetme është Zoti. Ai është themelia jonë stabël, çdo lloj tjetër shprese është e pasigurt. Nuk di me siguri ku do të ishte më mirë apo ku më keq, çfarë do të ishte më mirë të prisje. Le të bëhet vullneti i Zotit! Detyra jonë është të mbetemi stabël në besimin tonë, të mos mëkatojmë dhe të kemi t’i besojmë gjithçka Zotit.
Krenaria njerëzore thotë:” Do të bëjmë... do t’ia dalim... do të ndërtojmë kullën e Babelit..
Kërkojmë nga Zoti të na japë llogari për veprimet e Tij, sepse ne duam që të kontrollojmë universin, ëndërrojmë që të vendosim fronin tonë mbi retë”. Por asnjë dhe asgjë nuk bindet. Njeriu vërtetohet plotësisht i dobët nga vetë eksperienca e tij e hidhur. Duke studiuar këto çështje sa nga historia moderne sa dhe nga ajo më e vjetër, nxorra përfundimin se mënyrat me të cilat funksionon prudenca hyjnore janë të pazbulueshme nga ne. Nuk mundemi që t’i kuptojmë, për këtë dhe duhet që të kemi besim tek vetja jonë me përulësi në vullnetin e Zotit.
Nëse vëren me kujdes sa jetën tënde dhe atë të të tjerëve, do të vëresh me një pastërti mahnitëse dhe saktësi se sado kujdes që të japë dikush dhe sado masa që të marrë nuk do të mundet të përcaktojë se çfarë do të bëhet në të ardhmen. Sepse të gjitha bëhen sipas gjykimit dhe vullnetit të Zotit. Asnjë nuk mund të fajësosh të vetmen që mund të bëjmë është të përulemi dhe të durojmë, ndryshe mëkatojmë para Zotit.

Duhet të besojmë gjithçka në vullnetin e Zotit, akoma dhe ndarjen tonë nga të tjerët. Zoti ynë na ndriçon dhe na ndihmon që të mos dedikohemi në të mirat e kësaj bote, sado të çmuara që të duken ato, por të luftojmë të pashpërqëndruar për qiellin, për shpëtimin tonë. Lufto vetëm për shpëtimin e shpirtit tënd, të gjitha të tjerat janë kotësi, të gjitha të mirat e kësaj bote janë të përkohëshme. Mendimi ynë duhet të jetë në jetën tjetër, pranë Zotit. Të gjitha të mirat e kësaj bote janë të përkohëshme.

Pse është i domosdoshëm ati shpirtëror?
Që të bësh me siguri ushëtimin dhe të arrish në mbretërinë e qiellit, të mos humbasësh rrugën. Për këtë arsye është e nevojshme që të ndjekësh me vepra udhëzimet, këshillat dhe orientimet që të je ati yt shpirtëror. Sigurisht duhet të jetosh me konseguencë dhe besim. Ekzistojnë shembuj njerëzish që mund të vizitonin jerondin e tyre dhe ta dëgjonin shumë pak, por bënë prokopi. Kështu që të mos mbetesh pa fruta nuk mjafton që të vizitosh shpesh jerondin tënd, por të mbash urdhëresat dhe udhëzimet e tij.
Perëndia kënaqet kur njerëzit orientohen nga të tjerë njerëz. Shkurt, çdo murg duhet të fillojë betejën e tij me bindje dhe vetëmohim. Të detyrojë veten e tij në luftën kundër pasioneve kaq sa të ndjejë dhimbje zemre. Nëse nuk lufton kështu asnjë jerond nuk mundet ta ndihmojë. Një njeri i shenjtë tha se “jerondi qan për nxënësin e tij dhe lutet, por ai luan”.
Çlirimi dhe çlodhja e përsosur vjen nga bindja e plotë dhe besimi tek ati ynë shpirtëror.
Starec Nikonos
“Shkalla e vogël Ruse”, Petro Boci.


Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας

Στα χρόνια της Επανάστασης του 21 παράλληλα με τους αγώνες για την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, Έλληνες λόγιοι έδιναν την δική τους μάχη για να ενισχύσουν το φιλελληνικό κίνημα. Με όπλο την πέννα τους βομβάρδιζαν με φλογερές επιστολές όσα πρόσωπα είχαν επιρροή στην διεθνή σκηνή και ζητούσαν επίσημη αναγνώριση για την κρατική οντότητα της Ελλάδας.

Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας

Πρωταγωνιστικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή είχε ο Αδαμάντιος Κοραής και μάλιστα μετά από μία επιστολή του ήρθε η θερμή ανταπόκριση από μια μακρινή γωνιά της.
Το νεοσύστατο κράτος της Αιτής ήταν η πρώτη χώρα η οποία επισήμως αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας ενώ ακόμα ήταν σε πλήρη εξέλιξη ο Αγώνας.
Ήταν μια απρόσμενη εκδήλωση συμπαράστασης καθώς η επιστολή με την οποία αναγνωριζόταν η κρατική μας υπόσταση ήταν γεμάτη αναφορές από την ελληνική ιστορία για τα τρόπαια από την ναυμαχία της Σαλαμίνας και τον θρίαμβο στον Μαραθώνα.
Την ιστορία αυτή ανέσυρε από την σκόνη της λήθης ο κ. Ιβέλτ Λεμπρέν ως επίτιμος πρόξενος της Αιτής στην Ελλάδα κατά την διάρκεια μεγάλης ημερίδας για τον Φιλελληνισμό, την οποία διοργάνωσε χθές το υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Μουσείο της Ακρόπολης. Με την αφήγησή του εξιστόρησε την επικοινωνία που ανέπτυξε ο Κοραής με τον πρόεδρο της Αιτής Πιέρ Μπουαγιέ και παρουσίασε την επιστολή συμπαράστασης που έστειλε στους επαναστατημένους Έλληνες.
Όμως και ο ίδιος ο κ. Λεμπρέν είναι συνδεδεμένος με την Ελλάδα, καθώς σπούδασε ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και έκτοτε ρίζωσε εδώ όπου εργάζεται ως ορθοπαιδικός -χειρουργός.
Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας
Όπως εξηγεί ο κ. Λεμπρέν η Αϊτή (το λεγόμενο Χαΐτιον, σύμφωνα με τα ελληνικά της εποχής) ήταν το πρώτο κράτος που προσέφερε αναγνώριση στην Επανάσταση του '21 και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης, όπως προκύπτει από την επιστολή του προέδρου της Ιωάννου Βόγιερ (Jean Pierre Boyer) προς τον Αδαμάντιο Κοραή. Η επιστολή αυτή φέρει ως ημερομηνία την 15 η Ιανουαρίου του 1822 και ήταν η απάντηση του Πιέρ Μπουαγιέ στο αίτημα βοήθειας που είχε στείλει η Ελληνική Επιτροπή στο Παρίσι. Με επιστολή τους οι Α.Κοραής, Κ. Πολυχρονιάδης, Α. Βογορίδης και Χρ. Κλωνάρης ζητούσαν βοήθεια για την Επανάσταση, κατόπιν συστάσεων του Γάλλου στρατηγού Λαφαγιέτ και του Επισκόπου Βλαισών Γρηγορίου, ο οποίος είχε επισκεφθεί το νησί της Καραιβικής.
“Ο Κοραής είχε ζητήσει βοήθεια απο την Αιτή η οποία όμως ως μια φτωχή χώρα δεν ήταν δυνατόν να στείλει χρήματα στην Ελλάδα. Όμως ανταποκρίθηκε θερμά με συμβολικό τρόπο” λέει ο επίτιμος πρόξενος και συμπληρώνει ότι σύμφωνα με στοιχεία είχαν αποσταλεί μερικοί Αιτινοί για να πολεμήσουν μαζί με τους αγωνιστές αλλά είναι αμφίβολο εάν έφτασαν τελικά στην Ελλάδα. Όπως αναφέρει ο κ. Ιβέλτ Λεμπρέν γεννήθηκε στην Αιτή αλλά ζεί εδώ και χρόνια μόνιμα στην Ελλάδα. “Ήρθα εδώ για σπουδές μαζί με τα έμαθα την γλώσσα και και τελείωσα το Α.Π.Θ. Είμαστε τρία αδέλφια που σπουδάσαμε εδώ. Στην Αιτή πάντα λέγαμε ότι όποιος θέλει να αποκαλείται επιστήμονας πρέπει να πάει στην Ελλάδα”.
Το γράμμα προς τον Κοραή και τους τρείς άλλους Έλληνες, διασώθηκε, σε ελληνική μετάφραση, στο Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του φιλικού και αγωνιστή του '21, Ιωάννου Φιλήμονος:
Ελευθερία… Ισότης
Ιωάννης Πέτρου Βόγερ, πρόεδρος του Χαϊτίου, προς τους Πολίτας της Ελλάδος Α. Κοραήν, Κ. Πολυχρονιάδην, Α. Βογορίδην και Κ. Κλωνάρην.
Εις τα Παρίσια
Πριν ή δεχθώμεν την επιστολή υμών, σημειουμένην εκ Παρισίων τη 20η παρελθόντος Αυγούστου, έφθασεν ενταύθα η είδησις της επαναστάσεως των συμπολιτών υμών κατά του δεσποτισμού, του επί τρεις περίπου διαρκέσαντος εκατονταετηρίδας. Μετά μεγάλου ενθουσιασμού εμάθομεν ότι η Ελλάς αναγκασθείσα τέλος πάντων εδράξατο των όπλων, ίνα κτήσηται της ελευθερίαν αυτής και την θέσιν, ήν μεταξύ των εθνών του κόσμου κατείχε.
Μία τόσον ωραία και τόσον νόμιμος υπόθεσις, και προ πάντων αι συνοδεύσασαι ταύτην πρώται επιτυχίαι, ουκ εισίν αδιάφοροι τοις Χαϊτίοις, οίτινες, ως οι Ελληνες επί πολύν καιρόν έκλινον τον αυχένα υπό ζυγόν επονείδιστον και δια των αλύσεων αυτών συνέτριψαν την κεφαλήν της τυραννίας.
Ευχηθέντες προς τον ουρανόν, όπως υπερασπισθή τους απογόνους του Λεωνίδου , εσκέφθημεν ίνα συντρέξωμεν τας γενναίας δυνάμεις τούτων, ει μη διά στρατευμάτων και πολεμοφοδίων, τουλάχιστον διά χρημάτων, ως χρησίμων εσομένων διά προμήθειαν όπλων, ών έχετε ανάγκην. Συμβεβηκότα όμως, επιβαλόντα τη πατρίδι ημών μεγάλην ανάγκην. επησχόλησαν όλον το χρηματικόν, εξ ού η Διοίκησις ηδύνατο καταβάλει μέρος. Σήμερον έτι η επανάστασις, η κατά το ανατολικόν μέρος της νήσου επικρατούσα, υπάρχει νέον προς την εκτέλεσιν αυτού του σκοπού κώλυμα. Επειδή το μέρος όπερ ηνώθη μετά της Δημοκρατίας, ής προεδρεύω, υπάρχει εν μεγίστη ενδεία και προκαλεί δικαίως μεγάλην του ταμείου ημών την δαπάνην. Εάν δ' επέλθωσι κατάλληλοι, ως επιθυμούμεν, αι περιστάσεις, τότε βοηθήσωμεν προς τιμήν ημών τοις τέκνοις της Ελλάδος, όσον δυνηθώμεν.
Πολίται, διερμηνεύσατε προς τους συμπατριώτας υμών τας θερμοτέρας ευχάς, άς λαός του Χαϊτίου αναπέμπει υπέρ της ελευθερώσεως αυτών. Οι μεταγενέστεροι Ελληνες ελπίζουσιν εν τη αναγεννωμένη ιστορία τούτων άξια της Σαλαμίνος τρόπαια. Είθε παρόμοιοι τοις προγόνοις αυτών αποδεκνυόμενοι και υπό των διαταγών του Μιλτιάδου διευθυνόμενοι, δυνηθώσιν εν τοις πεδίοις του νέου Μαραθώνος τον θρίαμβον της ιεράς υποθέσεως, ήν επεχείρησαν υπέρ των δικαιωμάτων αυτών, της θρησκείας και της πατρίδος. Είθε, τέλος, διά των φρονίμων διατάξεων αυτών μνημονευθώσιν εν τη ιστορία οι κληρονόμοι της καρτερίας και των αρετών των προγόνων.
Τη 15η Ιανουαρίου 1822 και 19η της Ανεξαρτησίας
ΒΟΓΕΡ
Γιώργος Αποστολίδης

πηγή

Αρχιερείς κατά την Επανάσταση του '21


 
ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ '21
O ΚΛΗΡΟΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ

ΠΕΤΡΟΥ Α. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ
ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ 21 (αντίδραση ή προσφορά;) Ξάνθη

     Σε μια αναμέτρηση λοιπόν και αντιπαράταξη θυσιαστικά δύο θρησκειών και δυό κόσμων οι Ορθόδοξοι Έλληνες κληρικοί και μάλιστα οι αρχιερείς όχι μόνο δεν αντέδρασαν ούτε χλεύασαν τον αγώνα, αλλ' όπως είναι φυσικό και αυτονόητο, υπήρξαν οι φυσικοί ταγοί και ηγέτες, του αγωνιζομένου λαού. Πραγματικοίμπροστάρηδες, που, σαν άλλοι Μωυσείς ανέλαβαν να οδηγήσουν το λαό από τη σκλαβιά στην ελευθερία με κάθε προσωπική τους θυσία.
Το ράσο όλων των κληρικών, από του ασημότερου καλόγερου μέχρι του πολιουσεβάσμιου και άγιου Πατριάρχη, μεταβλήθηκε σε φλάμπουρο, που ηλέκτριζε και πύρωνε τα πνεύματα των αγωνιζομένων Ελλήνων. Η συμμετοχή των κληρικών, και μάλιστα των αρχιερέων, ήταν τόσο φυσική και τόσο αυτονόητη και απαραίτητη, ώστε όχι μόνο να συμπαρίστανται σε κάθε αγωνιστική προσπάθεια αλλά να θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ, μια και οι Έλληνες δεν επιχειρούσαν τίποτε, εάν προηγουμένως δεν έβλεπαν τους ρασοφόρους να τους ευλογούν, με τους σταυρούς και τα ιερά τους άμφια, και να τους οδηγούν στο καθήκον.
Ενδεικτικό του πόσο πολύ υπολόγιζαν όλοι οι Έλληνες (διοικούντες και λαός) τότε την παρουσία των αρχιερέων στις πολεμικές συρράξεις είναι και ένα έγγραφο της προσωρινής Ελληνικής κυβερνήσεως κατά το Μάιο του 1825, με το οποίο, μπροστά στον κίνδυνο της προελάσεως του Ιμπραήμ, έδωσε εντολή στους αρχιερείς, που βρισκόταν στο Μωριά: Κομάνων Αγαθάγγελο, Παροναξίας Ιερόθεο, Φαρσάλων Γεράσιμο, Τριπόλεως Δανιήλ και Ρέοντος και Πραστού Διονύσιο,να κινηθώσι όσον τάχος για να περιέρχονται τις επαρχίες Άργους, Τριπολιτζάς, Βοστίτζης (Αιγίου), Πατρών, Λεονταρίου και Μεσσήνηςκαι να κηρύσσουν τοτης εθνεγερσίας σάλπισμα, προτρέποντας τους χριστιανούς σε γενική εξέγερση κατά του τυράννου κατακτητού δια να συντρέξουν εις την ταχείαν ξεκίνησιν των στρατευμάτων.
Κατά συνέπεια δεν πρέπει να θεωρείται υπερβολική η κρίση ότι άνευ της συμμετοχής, της συμπαραστάσεως και της συμπράξεως του ιερού κλήρου δεν θα ευωδούντο τα του ιερού αγώνος.
    ΟΦωτάκος, δίδοντας το μέτρο της εκτιμήσεως και του σεβασμού των τότε Ελλήνων στους ρασοφόρους, χαρακτηρίζει τον κλήροθεόπεμπτο και σεβάσμιοκαι επιλέγειεις την επανάστασιν πρώτος ο κλήρος εφάνη εις τον αγώνα με τον σταυρόν και με τη σπάθην εις τας χείρας.
Σε άλλο πάλι σημείο των απομνημονευμάτων του (ως να διαισθάνθηκε ότι θα εγερθούν άνδρες, που θα ισχυρισθούν ότι οι αρχιερείς δια της βίας σύρθηκαν στον αγώνα) τονίζει εμφαντικά και απερίφραστα:Οι αρχιερείς της και άπας ο λοιπός κλήρος...αυθόρμητος εκινήθη. . .και πρώτος έλαβε τα όπλα.
Αναγνωρίζοντας δε την αμέριστη συμμετοχή και συνδρομή των κληρικών στους αγώνες του 1821 αναφωνεί:
Ευτυχισμένη ήταν η ημέρα της επαναστάσεως της ελληνικής φυλής, διότι και τότε και προ χρόνων ακόμη το έθνος είχε και τον θεόπεμπτον και σεβάσμιον κλήρον ως οδηγόν του... Ο Κλήρος παρουσιάσθη εμπρός με τον σταυρόν και με το όπλον εις τας χείρας, έβαλε την φωνήν εκ μέρους της θρησκείας και έδωκε το σύνθημα πατρίς και θρησκεία.. .εσυμβούλευσε, ευλόγησε, αγίασε τα όπλα, ύψωσε την σημαίαν του σταυρού... Έκαστος δε κληρικός επήρε πλέον ως έργον του πολέμου να παρευρίσκεται παντού εις τα στρατόπεδα και εις τα φροντιστήρια δια να ετοιμάζη τα πολεμοφόδια και τας τροφάς, όχι μόνον δι ιδίων εξόδων και θυσιών αλλά και με τα ιδία του τα χέρια, άλλοι δε εξ αυτών να πολεμούν τον εχθρόν της πίστεως και της πατρίδος, μαζί με τους στρατιώτας και άλλοι πάλιν να στέκωνται έμπροσθεν του Υψίστου και να επικαλούνται την εξ ύψους βοήθειαν. . .
 Ούτως δε ενεργείται η Ελληνική επανάστασις από όλας τας τάξεις των κληρικών, των αρχιερέων δηλαδή, των ιερέων και των μοναχών των μοναζόντων εις τα ιερά καταγώγια, τα οποία έγιναν κοινά δια την ελευθερίαν την εθνικήν.
Τέλος η επιτροπή που συστήθηκε (1833) από τον Όθωνα (μεταξύ των οποίων ο Σπ. Τρικούπης, ο Π. Νοταράς και ο Σκαρλ. Βυζάντιος) για τα Εκκλησιαστικά πράγματα της Ελλάδος, έγραψε στην έκθεσή της:
Πρώτοι οι ιερείς του Υψίστου έκλιναν ους ευήκοον εις την φωνήν της ελευθερίας και περιζωσάμενοι μετά της νοητής ρομφαίας του Ευαγγελικού λόγου το ξίφος του Άρεως, διέπρεψαν πολλαχώς εις τον Ελληνικόν αγώνα. Και τα ονόματα των εν Κωνσταντινουπόλει αθλησάντων Αρχιερέων θέλουν στολίζει δια παντός τας πρώτας σελίδας της νεωτέρας Ελληνικής ιστορίας.
Και μόνο με τα παραπάνω κείμενα θα έπρεπε να σιγήσει κάθε αντίρρηση και αντίλογος για τη συμπεριφορά του κλήρου και μάλιστα των αρχιερέων κατά το 1821. Επειδή όμως πιθανώς να υπάρχουν έστω μερικοί που θα επιμένουν να αμφισβητούν τις μαρτυρίες εκείνων των αυτοπτών και συναγωνιστών των ιεραρχών και επειδή είναι γεγονός ότι δεν φωτίσθηκε ακόμα επαρκώς η πτυχή της συνεισφοράς των αρχιερέων στην παλιγγενεσία του 1821 θα καταβληθεί προσπάθεια να έλθουν στο φως ορισμένες τουλάχιστον ενέργειες και δραστηριότητες των τότε αρχιερέων, όσες δηλ. η σμίλη της ιστορίας κατόρθωσε να περισώσει μέσα από το χαλασμό και την ερήμωση εκείνων των χρόνων, μια και είναι αδύνατον να περιγραφεί αναλυτικά η όλη προσφορά αυτών λόγω ποικιλίας και πυκνότητος μαχητικής αλλά και εξειδικευμένης προσφοράς.


ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821


       Είναι γνωστόν αλήθεια ότι οι μύδροι των επικριτών δε στρέφονται γενικά κατά του κλήρου αλλά κυρίως κατά των αρχιερέων η γενικά κατά του ανωτέρου κλήρου. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις γίνεται αντιδιαστολή ότι ενώ ο κατώτερος κλήρος (εννοώντας τους ιερείς) συμμετέσχε και συνέπραξε σύξυλος στον αγώνα, ο ανώτερος κλήρος και μάλιστα οι αρχιερείς ήταν εκείνοι που αντέδρασαν και αντιτάχθηκαν σ' αυτόν.
Για να υποστηρίξουν δε τις απόψεις και ισχυρισμούς τους οι επικριτές επικαλούνται πραγματικά περιστατικά και λόγους των ιδίων των ιεραρχών, που μαρτυρούν ότι μεμονωμένα ό α ή β ιεράρχης, ή μερικοί τουλάχιστον από αυτούς, έδειχναν να δυσπιστούν και να αμφιβάλλουν για τη δυνατότητα επιτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος, όπως ο γενικός ξεσηκωμός του γένους, ενώ για άλλους ότι έφθαναν να αντιδρούν και να φαίνονται ότι τάσσονται στο πλευρό των Τούρκων. Αναφέρονται ακόμα και ορισμένες αδυναμίες ή και πάθη των ιεραρχών, που τα προβάλλουν ως βδεληρά και αποτρόπαια, ξεχνώντας ότι και οι αρχιερείς είχαν σώμα και ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους συγχρόνους τους ή και σαν και εμάς σήμερα με τις μικροεπιθυμίες, φιλοδοξίες, όνειρα, εγωισμούς κ.λπ. και επομένως θα πρέπει να τους βλέπουμε όσο κι αν ήταν οι κατά τόπους κεφαλές της Εκκλησίας και εις τύπον Θεού ως ανθρώπους και όχι ως αγγέλους.
Ξεπερνώντας λοιπόν τις ενδεχόμενες και αναγνωριζόμενες ανθρώπινες αδυναμίες, που τους καταμαρτυρούν, θα πρέπει να αναζητήσουμε να δούμε εάν τελικά κατόρθωσαν να αρθούν στο ύψος των τότε περιστάσεων και να προσφέρουν θετικό έργο στην υπόθεση του 1821.
Επιχειρώντας μάλιστα να διερευνήσουμε τα μύχια των ανθρώπων εκείνων και να τους ηθογραφήσουμε καλό είναι να μη μένουμε στα λόγια ή τις ενέργειες κάποιας οποιασδήποτε στιγμής τους αλλά να αναζητούμε τις οριακές στιγμές της πολιτείας τους, και μάλιστα του τέλους τους, γιατί, όπως έγραψε και ο Θουκυδίδης, προς το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται, και ανάλογα να τους μακαρίσουμε ή να τους κατακρίνουμε, κατά το απόφθεγμα του Σόλωνος μηδένα προ του τέλους μακάριζε (αλλά και κατάκρινε).
Πόσο κοντά λοιπόν στην αλήθεια είναι ο ισχυρισμός των επικριτών ότι αντέδρασαν οι αρχιερείς στο 1821; Ήταν στα αλήθεια εναντίον της αποτινάξεως του τουρκικού ζυγού ή όχι; Αλλά και εάν δεν αντέδρασαν ποια η συμμετοχή τους στο έπος του 1821; Ποια η θετική και αδιαμφισβήτητη συνεισφορά τους στην παλιγγενεσία των Ελλήνων;
Το ερώτημα αυτό θα επιχειρηθεί να διερευνηθεί και να απαντηθεί. Ποιο συγκεκριμένα θα αναζητηθούν στοιχεία και μαρτυρίες για το πόσοι και ποιοι από τους αρχιερείς συμμετέσχαν, αυτόβουλοι και απρόσκλητοι, ενεργά και δραστήρια στον αγώνα. Πόσοι και ποιοι πήραν στο ένα χέρι το Σταυρό και στο άλλο το γιαταγάνι. Πόσοι εγκατέλειψαν τις πατερίτσες για τα καρυοφύλλια, τους θρόνους για τα μετερίζια και τα ταμπούρια, την επισκοπή για την ελευθερία.
Ποιοι πάλι δοκιμάσθηκαν σαν αληθινοί ποιμένες χάρη του λαού στα ανήλια, υγρά, θεοσκότεινα, δυσώδη και φοβερά μπουντρούμια των τουρκικών φυλακών όπου επί μέρες και μήνες ή χρόνια καθημερινά δοκίμαζαν τα πάνδεινα βασανιστήρια και φρικτές στερήσεις.
Τέλος ποιοι έδωσαν και την τελευταία τους πνοή, ώστε το όραμα τόσων γενεών να θεμελιωθεί και στοιχειωθεί επάνω στα λιπόσαρκα, αιμάσσοντα και ασπαίροντα κορμιά σκέλεθρά τους, ώστε από τα κατ εξοχήν ιερά τους κόκκαλα να εξανθίσει ο κάλλιστος σπόρος και καρπός της ελευθερίας.
Έτσι π.χ. ο Σκαρίμπας, αν και ισχυρίζεται ότι όλοι οι ιεράρχες χλεύασαν και αντέδρασαν στο 21, τελικά φθάνει να παραδεχθεί ότι, έστω, μόνον οι αρχιερείς Σαλώνων Ησαΐας, Μεθώνης Γρηγόριος και Ρωγών Ιωσήφ υπήρξαν εκείνοι, που με τη θέληση τους συμμετέσχαν στον αγώνα και έδωσαν και τη ζωή τους σ' αυτόν.
Άλλοι όμως ερευνητές δέχονται ότι ο αριθμός των αρχιερέων που συμετέσχαν με τον α ή β τρόπο στους αγώνες του 1821 και πρόσφεραν και τη ζωή τους ή βασανίσθηκαν και δοκιμάσθηκαν από τους δυνάστες σ' αυτόν τον ιερό πόλεμο είναι πολλαπλάσιοι.
Αλλά και αυτοί που υπεραμύνονται της προσφοράς των αρχιερέων δυστυχώς δεν αναφέρουν επώνυμα και συγκεκριμένα παρά μόνο ελάχιστα ονόματα αρχιερέων, συνήθως τα ίδια και τα ίδια, που επαναλαμβάνονται από όλους τους μελετητές και συγγραφείς, ως απόδειξη της συμπράξεως των αρχιερέων στην παλιγγενεσία.
Έτσι συνήθως αναφέρονται τα ονόματα του Πατριάρχου Γρηγορίου και των αρχιερέων Αδριανουπόλεως Δωροθέου, Εφέσου Διονυσίου, Δέρκων Γρηγορίου, Αγχιάλου Ευγενίου, Π. Πατρών Γερμανού, Χριστιανουπόλεως Γερμανού, Δημητσάνης Φιλοθέου, Σαλώνων Ησαία, Ρωγών Ιωσήφ, Μεθώνης Γρηγορίου, Κορώνης Γρηγορίου, Κύπρου Κυπριανού, Κρήτης Γερασίμου, Έλους Ανθίμου, Ταλαντίου Νεοφύτου, και, κατά περίπτωση, μερικών άλλων, ωσάν μόνον αυτοί να ήταν οι αρχιερείς που πήραν μέρος στους αγώνες του Έθνους.
Αλλ' όπως είναι ευνόητο, εάν πραγματικά μόνον οι παραπάνω αρχιερείς ήταν εκείνοι που πήραν μέρος στον αγώνα, όσο κι αν, συγκρινόμενοι με τους 23 του Σκαρίμπα, θεωρούνται πολλαπλάσιοι, εν τούτοις αν ήθελαν συγκριθεί με τους 190 ή έστω 200 αρχιερείς που υπήρχαν σ' ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία θα πρέπει να ομολογηθεί ότι αποτελούν περιορισμένη μειοψηφία, και φαίνεται να δικαιώνονται σε αρκετά υψηλό βαθμό οι επικριτές των.
Φαίνεται όμως ότιο αριθμός των αρχιερέων που έλαβε μέρος στην Επανάσταση και θυσιάσθηκε σ'αυτήν πρέπει να είναι μεγαλύτερος, γιατί διαφορετικά δε θα μπορούσε η επί των εκκλησιαστικών επιτροπή του Όθωνα να γράψει το 1833, οπόταν δηλ. ακόμα ήταν νωπές οι μνήμες, ότι:Εν διαστήματι της επαναστάσεως, πολλαί των επαρχιών της Ελλάδος εστερήθησαν τους Αρχιερείς τους, θυσιασθέντας τους περισσοτέρους εις τους υπέρ της πατρίδος αγώνας.Όπως δε συνάγεται και από άλλα σημεία της ίδιας εκθέσεως από τους 49 αρχιερείς, που ποίμαιναν επί Τουρκοκρατίας τας ήδη συγκροτούσας το Βασίλειον της Ελλάδος επαρχίας μόνον 22 αρχιερείς επέζησαν εις τας άχρι τούδε πολιτικάς μεταβολάς αυτού του τόπου, πράγμα βέβαια που σημαίνει ότι οι άλλοι 27, που πραγματικά ήταν και οι περισσότεροι, θυσιάσθηκαν κατά τη διάρκεια του ιερού αγώνα.
Για το λόγο αυτό θα επιχειρηθεί μια ενδελεχέστερη διερεύνηση του όλου θέματος για τη στάση και συμπεριφορά αν όχι του συνόλου των αρχιερέων (γιατί, δυστυχώς, δεν υπάρχουν στοιχεία για όλους) οπωσδήποτε όμως της συντριπτικής πλειονότητας αυτών. Να διαπιστωθεί επί τέλους εάν οι αρχιερείς έλαβαν θετική η αρνητική στάση στην επανάσταση, κατά πόσο δηλ. την χλεύασαν ή την καταπολέμησαν, όπως διατείνονται οι επικριτές τους, ή την υπερασπίσθηκαν και την υπηρέτησαν με λόγια, έργα, όπλα, μαρτύρια ή και τη ζωή τους.
Για το λόγο αυτό και προκειμένου να είναι πιο συστηματική και μεθοδική η διερεύνηση της στάσεως και προσφοράς των αρχιερέων στο 21 θα επιχειρηθεί η παρουσίαση αυτών ταξινομημένη κατά την εξής σειρά:
α) Αγωνιστές Ιεράρχες 1) της Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδος και των νησιών του Αιγαίου Πελάγους και 2) των υπολοίπων περιοχών του Ελληνισμού, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις επαρχίες και θέσεις τους, για να συμπράξουν και αυτοί στους αγώνες του Έθνους.
β) Αρχιερείς που φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν, εξορίσθηκαν και γενικά κακοπάθησαν η αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις επαρχίες τους επειδή θεωρήθηκαν ότι συνεργούσαν στην παλιγγενεσία του Γένους και
γ) Αρχιερείς που θυσιάσθηκαν, ως ολοκαυτώματα, στο βωμό της ελευθερίας του Γένους.


Α'ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ


Όπως τονίσθηκε και προηγουμένως οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί και μάλιστα οι κατά τόπους αρχιερείς στη συντριπτική τους πλειονότητα δέχθηκαν με νεανική αδημονία το μεσσιανικό μήνυμα της απολυτρώσεως του δούλου γένους, που, ως άγγελοι της σωτηρίας του Έθνους, ευαγγελίζονταν οι Φιλικοί και με Συμεωνική εγκαρτέρηση και ελπίδα προσδοκούσαν την ευλογημένη ώρα. Βέβαια ως υπεύθυνοι ταγοί του γένους έπρεπε να είναι μέχρι παρεξηγήσεως αυτοσυγκρατημένοι και προσεκτικοί, φρόνιμοι και επιφυλακτικοί, προσποιητοί κόλακες με ευλύγιστη μέση και απλόχερη γενναιοδωρία προς τους κρατούντας, προς δε ελεγκτικοί και επιτιμητικοί προς τυχόν θερμοαίμους και ανυπόμονους πατριώτες και ταυτόχρονα ειδήμονες, δραστήριοι και άγρυπνοι φιλογενείς
Όταν όμως ήχησαν οι σάλπιγγες της ελευθερίας και σήμαναν της ανάστασης οι καμπάνες, οι αρχιερείς εγκατέλειψαν τα προσχήματα και τα κατά συνθήκη μειδιάματα ή προσκυνήματα προς τους αλλοθρήσκους και αλλογενείς δυνάστες του γένους και έδειξαν τον πραγματικό τους εαυτό οπουδήποτε και αν υπηρετούσαν. Τα σκουλήκια μεταμορφώθηκαν σε σταυραετούς.
Ως ένας άνθρωπος συνεγέρθηκαν χωρίς αμφιταλαντεύσεις και αμφιγνωμίες και όχι απλώς συντάχθηκαν αλλά προτάχθηκαν των αγωνιζομένων Ελλήνων. Έτσι μαρτυρούνται να συμμετέχουν από την πρώτη στιγμή του ένοπλου πλέον αγώνα ενεργά και δραστήρια σχεδόν όλοι τους. Άλλοτε μέσα στις εκκλησιές με το λόγο, το κήρυγμα, τις ευχές, τις παροτρύνσεις η τις απειλές για να ενθαρρύνουν και ξεσηκώσουν τους δειλούς και αμφιταλαντευομένους και άλλοτε στα στρατοπεδα και τα πεδία των μαχών με τις συνταλαιπωρίες, τις πείνες, τις αγρύπνιες, τις συγκατακλείσεις στα ταμπούρια και την κοινή τύχη στις πολεμικές συρράξεις. Κοντά σ αυτά αναδείχθηκαν οι ένθερμοι και ειλικρινείς προασπιστές του λαού στις εθνοσυνελεύσεις ή οι κατ έξοχή άξιοι αντιπρόσωποι του έθνους στις διάφορες Ευρωπαϊκές συσκέψεις η κυβερνήσεις.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρονται να έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα:

Α' Από τους αρχιερείς της Πελοποννήσου οι:1) Παλ. Πατρών Γερμανός
2) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
3) Δαμαλών Ιωνάς
4) Έλους Άνθιμος
5) Κερνίτσης Προκόπιος
6) Κορίνθου Κύριλλος
7) Ανδρούσης Ιωσήφ
8) Τριπολιτζάς Δανιήλ
9) Βρεσθένης Θεοδώρητος
10) Λακεδαιμονίας Χρύσανθος
11) πρ. Τριπολιτζάς Διονύσιος
12) Μαΐνης Νεόφυτος
13) Μαΐνης Ιωσήφ
14) Μαλτζίνης Ιωακείμ
15) Χαριουπόλεως Βησσαρίων
16) Ζαρνάτας Γαβριήλ
17) Ανδρουβίτσας Θεόκλητος
18) Πλάτζης Ιερεμίας
19) Καρυουπόλεως Κύριλλος
20) Μηλέας Ιωσήφ

Β'Από τους αρχιερείς της Στερεάς Ελλάδος οι:21) Αθηνών Διονύσιος
22) Ταλαντίου Νεόφυτος
23) Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεος
24) Θηβών Παίσιος
25) Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος
26) Μενδενίστης Γρηγόριος
27) Μενδενίτσης Διονύσιος

Γ'Από τους αρχιερείς των Νήσων Αιγαίου Πελάγους οι:28) Καρύστου Νεόφυτος
29) Παροναξίας Ιερόθεος
30) Σάμου Κύριλλος
31) Χίου Δανιήλ
32) Σκιάθου και Σκοπέλου Ευγένιος
33) Σκύρου Γρηγόριος
34) Αιγίνης, Πόρου και Ύδρας Γεράσιμος
35) Άνδρου Διονύσιος
36) Τζιάς και Θερμίων Νικόδημος

Για όλους του παραπάνω αρχιερείς όμως ο δύσπιστος επικριτής θα μπορούσε να αντιτείνει ότι όλοι αυτοί, ή, έστω οι περισσότεροι από αυτούς, ξεσηκώθηκαν στην επανάσταση κάτω από το ζορμπαλίκι των ελληνικών γιαταγανιών. Αν είναι δυνατόν! Αλλά και εάν υποτεθεί ότι αυτή είναι η αλήθεια, τι θα μπορούσε να ισχυρισθεί για ένα άλλο νέφος αρχιερέων, που επειδή στις επαρχίες τους δεν είχε εκδηλωθεί ή δε μπόρεσε να ευδοκιμήσει η επανάσταση, δε δίστασαν να εγκαταλείψουν τους θρόνους και τις τιμές για να σπεύσουν αυτόκλητοι, όπου υπήρχαν επαναστατικές εστίες και μάλιστα προς την αγωνιζομένη νότια Ελλάδα για να συμμετάσχουν στον αγώνα προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού;
Έτσι βλέπουμε να σπεύδουν προς τις επαναστατημένες περιοχές αρχιερείς από διάφορα μέρη και με τον α ή β τρόπο να συμπράττουν και αυτοί για τον κοινό σκοπό.
Πιο συγκεκριμένα:

Α'Από τη Θεσσαλία σπεύδουν οι:37) Πρ. Λαρίσης Κύριλλος
38) Δημητριάδος Αθανάσιος
39) Δημητριάδος Παρθένιος
40) Σταγών Αμβρόσιος
41) Φαναριοφαρσάλων Γεράσιμος

Β'Από την Ήπειρο οι:42) πρ. Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριος
43) πρ. Παραμυθιάς Προκόπιος
44) πρ. Παραμυθιάς Αμβρόσιος
45) Περιστεράς Λεόντιος
46) πρ. Ρωγών Μακάριος

Γ'Από την Μακεδονία οι:47) Αρδαμερίου Ιγνάτιος
48) Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου Γρηγόριος
49) Σιατίστης Ιωαννίκιος

Δ'Από τη Θράκη οι:50) Μετρών Μελέτιος
51) Σηλυβρίας Μακάριος
52) Παμφίλου Κύριλλος
53) Θεοδωρουπόλεως Άνθιμος

Ε'Από τη Μικρά Ασία οι:54) Μοσχονησίων Βαρθολομαίος
55) Ηλιουπόλεως Άνθιμος
56) πρ. Αγκύρας Αγαθάγγελος
57) Μυρρίνης Σωφρόνιος
58) Ελαίας Παΐσιος
59) Κομάνων Αγαθάγγελος
Τέλος για να κλείσει όλο αυτό το νέφος των γνωστών αγωνιστών ιεραρχών, θα πρέπει να συγκαταριθμηθούν ακόμα και οι:

60) Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος και
61) Μολδοβλαχίας Βενιαμίν.

Για τους παραπάνω αρχιερείς που εγκατέλειψαν τις επαρχίες και τις τιμές για να λάβουν μέρος, όπου τους είχε ανάγκη η πατρίδα, δεν είναι εύκολο στον οποιονδήποτε επικριτή να ισχυρισθεί ότι το έκαμαν κάτω από τη βία των επαναστημένων Ελλήνων.
Αντίθετα, θέλω να πιστεύω πως όλοι συμφωνούν ότι, οι αρχιερείς αυτοί εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και το γάμο για τα πουρνάρια, γιατί ένιωθαν μέσα τους πύρωμα ψυχής για ελευθερία, σεβασμό, αξιοπρέπεια, τιμή και πάνω απ όλα ΠΑΤΡΙΔΑ και ΘΡΗΣΚΕΙΑ.
Κοντά όμως σ' όλους αυτούς τους αγωνιστές ιεράρχες θα πρέπει αναντίλεκτα να προστεθούν και οι:

62) Μεθώνης Γρηγόριος
63) Σαλώνων Ησαΐας
64) Ρωγών Ιωσήφ
65) Ιερισσού και Αγίου Όρους Ιγνάτιος
66) Πλαταμώνος Γεράσιμος
67) Μαρωνείας Κωνστάντιος και
68) Σωζοπόλεως Παΐσιος
οι οποίοι, όπως θα αναφερθεί και πιο κάτω, πέρα από την αγωνιστική τους προσφορά, θυσιάσθηκαν στον υπέρ όλων αγώνα και για τούτο γι' αυτούς γίνεται λόγος και σε άλλη συνάφεια.
Τέλος θα πρέπει ακόμα να συγκαταριθμηθούν στους αγωνιστές ιεράρχες και οι:

69) Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
70) Βιζύης Ιωάσαφ
71) Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
72) Βάρνας Φιλόθεος και
73) Ευδοκιάδος Γρηγόριος
οι οποίοι, πέρα από την αγωνιστική τους παρουσία, δοκιμάσθηκαν, βασανίσθηκαν ή αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις επαρχίες τους όπως θα γίνει αναλυτικώτερα λόγος πιο κάτω για τον καθένα από αυτούς.
Αθροιστικά λοιπόν ένα σύνολο73επωνύμων αρχιερέων μαρτυρούνται να έλαβαν ενεργό μέρος στις διάφορες φάσεις του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων από όλα τα διαμερίσματα της Ελλάδος.
Και να ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότεροι από αυτούς μπήκαν στη τιτανομαχία παρά την κάποια προχωρημένη ηλικία, που οπωσδήποτε έφερναν στους ώμους τους και τις συμπαρομαρτούσες προς αυτά καχεκτικότητες και ασθένειες, που αναμφίβολα καθιστούσαν αν όχι προβληματική πάντως δυσχερή τη διακίνηση και καθόλου δραστηριότητά τους, μέσα στις μύριες κακουχίες και δοκιμασίες, που συνεπαγόταν η απόφαση για την ανάσταση του Γένους ή όπως λέγει ένας δόκιμος μελετητήςεν ιδρώτι πολλώ και πόνοις και κακουχίαις, στερήσεσί τε και συμφοραίς. . . .εν λιμώ, λοιμώ και δίψη, εν αυχμώ και κρυμώ.
Παρ' όλα αυτά όμως οι αγωνιστές ιεράρχες περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία η τάξη αγωνιστών αποδείχθηκαν αεί παίδες στο φρόνημα και την ψυχή.

Β' ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ


Ο αριθμός όμως των αρχιερέων, που συνέδραμαν, συνέπραξαν και συναγωνίσθηκαν μαζί με όλους τους άλλους Έλληνες στο έπος της παλιγγενεσίας του 1821 δεν εξαντλείται μόνο με τον παραπάνω κατάλογο, των αγωνιστών ιεραρχών.
Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία αρχιερέων, οι οποίοι έδωσαν το παρόν τους, τη μαρτυρία και τη συνεισφορά τους στον αγώνα με πιο επώδυνο γι' αυτούς τρόπο.
Πρόκειται για το νέφος εκείνο των αρχιερέων, που με ποικίλους, ασύλληπτους από ανθρώπινο νου και απερίγραπτους από ανθρώπινα χείλη η χέρια, τρόπους, δοκιμάσθηκαν, ταπεινώθηκαν, διαπομπεύθηκαν και εξευτελίσθηκαν από τους κρατούντες με φυλακίσεις, φοβερά βασανιστήρια, εξορίες, εκθρονίσεις, περιορισμούς, χλευασμούς και ταπεινώσεις για τον απλό και μόνο λόγο ότι ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί αρχιερείς. Μιλιέτ μπασήδες (=εθνάρχες) των ρωμιών και κύριοι υπόλογοι απέναντι στο σουλτάνο και τους επάρχους του για ό,τι ήθελε συμβεί στην επαρχία τους ή ακόμα και για απλή υπόνοια συνεργείας ή ανοχής, αν μη συμμετοχής, στον αγώνα των απίστων.
Έτσι ουσιαστικά οι κατά τόπους αρχιερείς των Ελλήνων ήταν στην κυριολεξία οι κυριώτεροι και πλέον υπεύθυνοι όμηροι στα χέρια του σουλτάνου, που μ' αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να κρατά υποχείριους και καταδυναστευόμενους τους Έλληνες κάθε περιοχής.
Αλλά παρά τα φρικτά βασανιστήρια που κατά καιρούς δοκίμαζαν οι αρχιερείς στις διάφορες τουρκικές ειρκτές, φούρνους, λουτρά και μπουντρούμια, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακοχούμενοι και υφιστάμενοι τα πάνδεινα, αυτοί δεν λύγισαν. Προτιμούσαν όλες τις ταπεινώσεις, εξαθλιώσεις, εξορίες και στερήσεις και υπέμειναν, όσο άντεχαν, πιο αγόγγυστα τα ποικίλα βασανιστήρια των δημίων τους, παρά να προδώσουν το Έθνος και τους οραματισμούς του.
Αν και δεν είναι γνωστά όλα όσα υπέμειναν οι αρχιερείς από τους δυνάστες τους στα δύσκολα εκείνα χρόνια της νεώτερης Ελληνικής τιτανομαχίας και για τους περισσότερους από αυτούς ελάχιστες μόνο πληροφορίες ή απλώς νύξεις και ενδείξεις έχουμε, ενώ για τη συντριπτική πλειονότητα αυτών δε γνωρίζουμε απολύτως τίποτα, θα καταβληθεί προσπάθεια να εκδιπλωθεί και η πτυχή αυτή της προσφοράς των αρχιερέων στο 1821. Και τούτο, διότι κι αν ακόμα αυτοί δεν έφθασαν να γευθούν την τελευταία σταγόνα της ολοκληρωτικής δοκιμασίας και θυσίας τους, το θάνατο, εν τούτοις, με τα καθημερινά βασανιστήρια και εκροές των αιμάτων τους, ήταν σα να έδιναν τη ζωή τους κάθε μέρα, επιβεβαιώνοντας το Γραφικό: ένεκά σου θανατούμεθα όλη την ημέραν (Ρωμ.8,36)
Έτσι η σιωπηλή και σεμνή αυτή στρατιά των βασανισμένων και μαρτυρικών αρχιερέων, κι αν δεν έλαβε από τους ανθρώπους το φωτοστέφανο του εθνομάρτυρα και νεομάρτυρα, αναμφίβολα και αναμφισβήτητα αποτελεί την εκλεκτή μερίδα των ιδανικών εκείνων ποιμένων, που αυταπαρνούμενοι θέσεις, αίγλη, ανέσεις, τιμές, πολυχρόνια, φήμες, χειροφιλήματα αλλά και ελευθερία κινήσεως, σωματική ακεραιότητα κ.λπ μέχρι και τη ζωή τους, έθεσαν τον εαυτό τους υπέρ του λαού του Θεού, που τους εμπιστεύθηκε το γένος και η Εκκλησία, και αναδείχθηκαν πραγματικοίμ ά ρ τ υ ρε ς, που με όλες τις δοκιμασίες και τα βασανιστήρια τους φανέρωσαν, μαρτύρησαν και διακήρυξαν μπροστά στους αλλοπίστους τι σημαίνει Ορθόδοξος επίσκοπος.
Η στάση τους λοιπόν μπροστά στις δοκιμασίες αναδεικνύεται από τις ουσιαστικώτερες εκδουλεύσεις των αρχιερέων προς το Έθνος μια και η δική τους δοκιμασία αποδείχθηκε ακατάβλητος κυματοθραύστης όπου εκτονώνονταν το μένος, η αντεκδικητικότητα και ο θρησκευτικός φανατισμός των Μουσουλμάνων Τούρκων αφ ετέρου δε σωτήριο κρηπίδωμα για τους αγωνιζομένους Έλληνες, γιατί αντλούσαν δύναμη και κουράγιο να υπομένουν και αυτοί τους δικούς τους κατατρεγμούς και δοκιμασίες.
Αναδιφώντας λοιπόν τις πηγές της ιστορίας εκείνων των χρόνων, τις γνωστές και άγνωστες μαρτυρίες, ενθυμήσεις, απομνημονεύματα, επιστολές, κώδικες και λοιπά κείμενα με έκπληξη ανακαλύπτουμε ένα αρκετά μεγάλο αριθμό αρχιερέων να έχει δεχθεί ποικίλες δοκιμασίες, φυλακίσεις και βασανιστήρια. Το πιο ίσως αξιοθαύμαστο είναι ότι όλοι αυτοί, σεμνοί από τη φύση ή τη θέση τους, βάσταζαν, με υπερηφάνεια μεν αλλά χωρίς κομπορρημοσύνες, τα στίγματα των βασάνων ως εύσημα της συνεισφοράς των στην κοινή υπόθεση της ελευθερίας του γένους.
Ποιος όμως ο ακριβής αριθμός των δοκιμασθέντων αρχιερέων παραμένει άγνωστος. Από τα λίγα στοιχεία που μπόρεσαν να συλλεγούν προκύπτει ο παρακάτω κατάλογος, που δεν νομίζω να είναι ευκαταφρόνητος:

Α Οι Πατριάρχες1) Ευγένιος
2) Άνθιμος
3) Χρύσανθος
4) Αγαθάγγελος

Β Οι Αρχιερείς5) Χαλκηδόνος Άνθιμος
6) Νικομηδείας Πανάρετος
7) Δέρκων Ιερεμίας
8) Θεσσαλονίκης Ματθαίος
9) Μυτιλήνης Καλλίνικος
10) Σμύρνης Παΐσιος
11) Εφέσου Μακάριος
12) Δέρκων Νικηφόρος
13) Προύσης Νικόδημος
14) Σβορνικίου Γαβριήλ
15) Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
16) Ηρακλείας Ιγνάτιος
17) Τορνόβου Ιλαρίων
18) Ρασκοπρεσρένης Ζαχαρίας
19) Βιζύης Ιωάσαφ
20) Φιλιππουπόλεως Σαμουήλ
21) Χαλκηδόνος Αγαθάγγελος
22) Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
23) Βάρνας Φιλόθεος
24) Ρόδου Αγάπιος
25) Ιωαννίνων Γαβριήλ
26) Άρτης Άνθιμος
27) Ευδοκιάδος Γρηγόριος
28) πρ. Ελασσώνος Σαμουήλ
29) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
30) Βρεσθένης Θεοδώρητος
31) Ευρίπου Γρηγόριος
32) Σερρών Χρύσανθος
33) Τριπολιτζάς Δανιήλ
34) Ανδρούσης Ιωσήφ
35) Κορίνθου Κύριλλος
36) Βιδύνης Γερμανός
37) Λαρίσης Μελέτιος
38) Αρκαδίας (Κρήτης) Νεόφυτος
39) Διδυμοτείχου Καλλίνικος
40) Μυριοφύτου Σεραφείμ.
41) Νύσσης Ιωσήφ
42) πρ. Μήλου Διονύσιος



Γ'ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΘΥΜΑΤΑ


Τρίτη μερίδα, ασφαλώς η εκλεκτότερη και ηρωικότερη των αρχιερέων που συνέπραξαν και συνέπαθαν μαζί μ όλους τους άλλους Έλληνες για τον κοινό σκοπό, την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού και την απόλαυση της θρησκευτικής και εθνικής ελευθερίας, είναι αναμφίβολα όλες εκείνες οι σεπτές και άγιες μορφές των ανωτάτων κληρικών, οι οποίες, ως εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα, πορεύθηκαν το δρόμο του μαρτυρίου και της θυσίας.

Όλοι αυτοί αδιαμφισβήτητα αποτελούν τον κατ' έξοχή σεβάσμιο χορό, που πήρε επάνω του, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εκλεκτή μερίδα των Ελλήνων, την οργή, το μίσος, το πάθος, τη θρησκευτική υστερία και φανατισμό του μουσουλμανικού όχλου και της εξουσίας. Ταυτόχρονα όμως όλοι αυτοί με την αυτοθυσία και το αίμα τους θεμελίωσαν ασάλευτα και στερέωσαν αταλάντευτα το οικοδόμημα της ελευθερίας των Ελλήνων, σφυρηλάτησαν, χαλύβδωσαν και γαλβάνισαν τη θέληση κάθε ελληνικής ψυχής, ώστε να πληρωθεί με ιδανικά και οραματισμούς για ιερή εκδίκηση και την επίτευξη του επιδιωκόμενου με κάθε τρόπο, και να αναζητεί πλέον η τη νίκη η τη θανή, όπως θα τραγουδήσει ο εθνικός μας ποιητής, χωρίς πισωγυρίσματα.
Παράλληλα η θυσία όλων αυτών γέννησε και γιγάντωσε την απαίτηση και των άλλων Ορθοδόξων λαών, και μάλιστα των Ρώσων, για θρησκευτική ικανοποίηση και αντάξια τιμωρία των υβριστών της θρησκείας του Χριστού, αλλά και συνετέλεσε όσο τίποτε άλλο στη μεταστροφή των εχθρικών αισθημάτων των Ευρωπαίων, στον αγώνα των Ελλήνων, σε κατανόηση, συμπάθεια, συνδρομή και τέλος συμπαράσταση και συμπαράταξη
Δυστυχώς όμως παρά την τόσο υψηλή και ουσιαστική συμβολή της θυσίας των αρχιερέων για τη θεμελίωση και επίτευξη της ελευθερίας των νεοελλήνων, ο χορός αυτός στην πλειονότητά του είναι αφανής και άγνωστος. Και το ακόμα πιο ειρωνικό είναι ότι αυτή η άγνοια υπάρχει και σ' αυτή την επίσημη Εκκλησία, ώστε και αυτή να σιωπά ή να αναμασά και να προβάλλει μόνο 510 ονόματα αρχιερέων, που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, ωσάν μόνον αυτοί να ήσαν. Οι πολέμιοι δε και αρνητές της προσφοράς των αρχιερέων τους περιορίζουν σε 23 με συνέπεια να εκμηδενίζεται και να καταντά ανύπαρκτη η αιματηρή συνεισφορά των Ιεραρχών στον αγώνα και να διατείνονται ότι οι αρχιερείς χλεύασαν, αφόρισαν και πολέμησαν τον αγώνα του 1821.
Και όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Οι αρχιερείς που έπεσαν θύματα της οργής και του φανατισμού των Τούρκων αποτελούν επιβλητικό χορό δεκάδων ιεραρχών. Αν και δεν μπορούμε να έχουμε υπόψη μας το σύνολο των ιεραρχών που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, τα στοιχεία που κατέστη δυνατόν να συλλεγούν προκύπτει ο εξής εντυπωσιακός κατάλογος των αρχιερέων που αναδείχθηκαν εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα:

Α Οι Πατριάρχες
1) Γρηγόριος Ε
2) Κύριλλος ΣΤ

Β Οι Αρχιερείς
3) Εφέσου Διονύσιος
4) Αγχιάλου Ευγένιος
5) Νικομηδείας Αθανάσιος
6) Τορνόβου Ιωαννίκιος
7) Αδριανουπόλεως Δωρόθεος
8) Θεσσαλονίκης Ιωσήφ
9) Δέρκων Γρηγόριος
10) Σωζοπόλεως Παΐσιος
17) Μαρωνείας Κωνστάντιος
12) Γάνου και Χώρας Γεράσιμος
13) Μυριοφύτου και Περιστάσεως Νεόφυτος
14) Σαμμακοβίου Ιγνάτιος
15) Μονεμβασίας Χρύσανθος
16) Χριστιανουπόλεως Γερμανός
17) Άργους και Ναυπλίου Γρηγόριος
18) Ωλένης Φιλάρετος
19) Δημητσάνης Φιλόθεος
20) Κορώνης Γρηγόριος
21) Μεθώνης Γρηγόριος
22) Σαλώνων Ησαΐας
23) Ρωγών Ιωσήφ
24) Λαρίσης Πολύκαρπος
25) Λαρίσης Κύριλλος
26) Γηρομερίου Αγαθάγγελος
27) Κίτρους Μελέτιος
28 Ιερισσού και Αγ. Όρους Ιγνάτιος
29) Πλαταμώνος Γεράσιμος
30) Χίου Πλάτων
31) Κύπρου Κυπριανός
32) Πάψου Χρύσανθος
33) Κιτίου Μελέτιος
34) Κυρηνείας Λαυρέντιος
35) Κρήτης Γεράσιμος
36) Κνωσού Νεόφυτος
37) Χερσονήσου Ιωακείμ
38) Ρεθύμνης Γεράσιμος
39) Κυδωνίας Καλλίνικος
40) Λάμπης Ιερόθεος
41) Πέτρας Ιωακείμ
42) Σητείας Ζαχαρίας
43) Κισάμου Μελχισεδέκ
44) Διουπόλεως Καλλίνικος
45) Νύσσης Μελέτιος

Για την ιστορική αλήθεια θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι αναφερόμενοι από άλλους ως εθνομάρτυρες αρχιερείς Άρτας, Ιωαννίνων και Γρεβενών, δε μαρτυρούνται να θυσιάσθηκαν και γι' αυτό δε τους συμπεριλαμβάνω στην παραπάνω λίστα των θυμάτων αρχιερέων.



Απολογιστικό συμπέρασμα


Μετά τα παραπάνω νομίζω ότι είναι καιρός πλέον να επιχειρήσουμε να κάνουμε έναν απολογιστικό συγκριτικό πίνακα για να δούμε με αριθμούς και ποσοστά τη συμμετοχή των αρχιερέων στον εθνικό μας αγώνα.
Έτσι με βάση την αψεγάδιαστη και ανελέητη γυμνή αλήθεια των αριθμών θα μπορούμε πλέον να μιλούμε για μικρή η μεγάλη συμμετοχή αυτών στην παλιγγενεσία και να παύσουν επί τέλους οι μεγαλοστομίες για αόριστες εκατόμβες θυμάτων αλλά και οι γκρίνιες και μεμψιμοιρίες των επικριτών ότι μόνο 23 ήταν οι αρχιερείς που έλαβαν μέρος στον αγώνα.
Από τους 200 λοιπόν αρχιερείς, που, όπως είδαμε πιο μπροστά, υπήρχαν σ' ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία, μαρτυρούνται να:
α) Έλαβαν ενεργό μέρος, στον αγώνα επώνυμα και αδιαμφισβήτητα, 73 Ιεράρχες, δηλ. ποσοστό 36,5%.
β) Είναι γνωστοί ότι δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν κ.λπ. 42 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 21,0% και
γ) Μαρτυρείτε ότι θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, είτε από βασανιστήρια και θανατώσεις των Τούρκων είτε στις πολεμικές συρράξεις, 45 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 22,5%.


Αν όμως ληφθεί υπόψη ότι οι πλείστοι αρχιερείς της Μ. Ασίας, της Συρίας, της Σερβίας ή Βουλγαρίας λόγω αδιαφορίας ή αδυναμίας των χριστιανών των περιοχών αυτών, δεν έλαβαν μέρος στους αγώνες, τότε το ποσοστό των αρχιερέων της Ελληνικής χερσονήσου, δηλ. από τη Θράκη, τη Μακεδονία και τα δυτ. παράλια της Μ. Ασίας και κάτω είναι ασφαλώς πολύ υψηλότερο, που φθάνει οπωσδήποτε γύρω στα 90% του συνολικού αριθμού των αρχιερέων.
Σε τελική ανάλυση λοιπόν δε θα πρέπει να αναζητούμε ποιοι αρχιερείς και πως έλαβαν μέρος στον αγώνα αλλά ποιοι είναι αυτοί οι ελάχιστοι αρχιερείς, δηλ. το υπόλοιπο 10% που δεν έλαβαν μέρος στην εθνεγερσία του 1821 και γιατί.

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://www.e-istoria.com/
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com


Read more:http://www.egolpion.com/arxiereis_21.el.aspx#ixzz43wSQqXI9

Αι παραμοναί της Ελληνικής Επαναστάσεως


Γεώργιος Δροσίνης

 Ο πατέρας μου κατήγετο από εν χωρίον της Παρνασσίδος. Είχεν αποκατασταθή εις την Άμφισσαν και έκαμνεν εκεί τον πραγματευτήν μέχρι του έτους 1807. Τότε ηναγκάσθη έξαφνα να φύγη δια νυκτός και να καταφύγη εις την Ιθάκην, δια τον εξής λόγον : Ένας τούρκος αγάς εκ των προκρίτων της Αμφίσσης ηγόρασε πολλάς πραγματείας από τον πατέρα μου, τας οποίας δεν επλήρωσεν αμέσως, ηρνήθη δε και κατόπιν να πληρώση. Ο πατέρας μου επέμενεν εις το δίκαιόν του και έφερε την υπόθεσιν εις τον τούρκον δικαστήν, τον κατήν. Αλλ' ο αγάς, ζητών πάντοτε πρόφασιν, εθεώρησε την υπόληψίν του προσβληθείσαν και τόσον εξηγριώθη, ώστε ηπείλησεν, ότι θα φονεύση τον πατέρα μου και θα καύση το μαγαζί του. Και επειδή δεν ήθελε πολύ, δια να εκτελέση την απειλήν του, ο πατέρας μου ανησυχών όχι τόσον περί του εαυτού του, όσον περί της μητρός μου, του μικροτέρου αδελφού μου και εμού, μας επήρε μίαν νύκτα του Νοεμβρίου σκοτεινήν, επήρε και τας πολυτιμοτέρας πραγματείας του και κατέβημεν εις το Γαλαξείδιον και απ' εκεί δια του πλοίου ενός κουμπάρου του μετά δύο ημερών ταξίδιον εφθάσαμεν εις την Ιθάκην. Τότε ήμην μόλις οκτώ ετών, αλλ' ενθυμούμαι πολύ καλά το δυσάρεστον εκείνο ταξίδιον. Εις την Ιθάκην είχαμεν πλήρη ασφάλειαν και συγγενείς εκεί από την μητέρα μου, οι οποίοι μας εβοήθησαν εις την αρχήν, και ολίγον κατ' ολίγον έστρωσαν αι εργασίαι του πατέρα μου και επήραν καλόν δρόμον. Αλλά τούτο δεν ελάττωσε την διαρκή λύπην, που τον κατείχεν, ότι άφησε την πατρίδα του, και έβραζε μέσα του κρυμμένον το μίσος εναντίον των τούρκων, μίσος πατροπαράδοτον, που το εδυνάμωσεν η τελευταία αυτή περίστασις.

     Εις την Ιθάκην ο πατέρας μου εφρόντισε πως να εκπαιδεύση τον αδελφόν μου Θανάσην και εμέ. Ο Θανάσης ήτο τρία έτη μικρότερός μου και ο πατέρας μου τον ήθελε να γίνη παπάς· εμένα ήθελε να με κάμη πραγματευτήν, βοηθόν εις την εργασίαν του. Μας έστελλεν εις ενός γέροντος διδασκάλου το σπίτι, όπου μαζί με πέντ' εξ άλλα παιδιά εμανθάναμεν ανάγνωσιν και γραφήν, κατήχησιν και ιστορίαν. Ο διδάσκαλος αυτός δεν ήτον πολυμαθής και σοφός, είχεν όμως πολύ ζήλον και εκτός τούτου δεν περιωρίζετο εις το να μας μάθη ξερά γράμματα, αλλά εφρόντιζε πως να μας εμπνεύση δύο μεγάλα αισθήματα, αγάπην προς την αρετήν και αφοσίωσιν προς την πατρίδα. Τον ενθυμούμαι ακόμη κοντόν, σκυφτόν, με τα άσπρα του γένεια, με τα μικρά του μάτια και τα μεγάλα γυαλιά εις την μύτην, με την φαλακράν κεφαλήν του, που την εσκέπαζε διαρκώς μαύρος σκούφος. Τον ενθυμούμαι, πως ήναπτεν η όψις του η γεροντική,πως εσπιθοβολούσαν τα μάτια του, όταν μας ωμιλούσε δια την πατρίδα μας την δουλωμένην. Μας διηγείτο πως ήτο μεγάλη εις τους παλαιούς χρόνους, πως αυτή ήτο πρώτη εις τον πολιτισμόι, όταν οι άλλοι όλοι ήσαν βάρβαροι. Και ανεστηλώνετο έξαφνα και εφαίνετο νεώτερος, όταν μας παρίστανε τον Λεωνίδαν πολεμούντα εις τας Θερμοπύλας, τον θεμιστοκλέα τρέποντα εις φυγήν τον περσικόν στόλον εις το στενόν της Σαλαμίνος, τον μέγαν Αλέξανδρον κατακτώντα την Ασίαν. Και εχαμήλωνε την κεφαλήν και δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του, όταν ήρχετο έπειτα εις τα μαύρα έτη της Ελληνικής ιστορίας : την πτώσιν της Κωνσταντινουπόλεως, τον Θάνατον του τελευταίου Παλαιολόγου, την κατάκτησιν των τούρκων.

- Εχάθη πλέον η Ελλάς, έλεγε με αναστεναγμόν, κατήντησε, ταπεινή σκλάβα των τούρκων αυτή η βασίλισσα της Ανατολής. Αλλ' έξαφνα ανεσήκωνε την κεφαλήν, ωσάν να ήκουε μακρινήν φωνήν, εκάρφωνε τα βλέμματα υψηλά προς τον τοίχον, ωσάν να διέκρινε μακρινόν σημείον, και με φωνήν ζωηράν και με όψιν φωτισμένην από ενθουσιασμόν επρόσθετεν :

- Όχι, όχι ! δεν είναι μακριά η ημέρα της ελευθερίας. Ο σπόρος του Ρήγα θα φυτρώση και σεις θα θερίσετε τον καρπόν όχι με δρέπανα αλλά με σπαθιά. Να ειπήτε τον θούριόν του τώρα και έπειτα να σχολάσετε. Και ο γέρων διδάσκαλος με φωνήν τρέμουσαν από συγκίνησιν απήγγελλε τους φλογερούς στίχους, και ημείς όλοι μαζί τους επαναλαμβάναμεν :

--Ως πότε, παλληκάρια, να ζώμεν στα στενά, μονάχοι σαν λιοντάρια στις ράχες, στα βουνά !

Αλλά και εις το σπίτι ο πατέρας μου, αν και δεν ήξευρεν ιστορίαν, μας ωμιλούσε όμως δια σύγχρονα η χθεσινά πράγματα, δια τους αγώνας των Σουλιωτών, δια την αποτυχίαν της επαναστάσεως του Ι770, δια τον ήρωα Λάμπρον Κατσώνην και τον μάρτυρα Ρήγαν Φεραίον, δια τας φοβεράς σκληρότητας των τούρκων. Μας έλεγεν ότι η κατάστασις αυτή δεν ημπορεί να διαρκέση πλέον επί πολύ και ίσως εις τας ημέρας ημών των νέων ήτο γραμμένον να ελευθερωθή η Ελλάς. Και η μητέρα μου ακόμη μας είχε μάθει εις την προσευχήν μας το βράδυ κοντά εις τα άλλα να προσθέτωμεν και την παράκλησιν :

- Παναγία μου, να ελευθερώσης την πατρίδα μας !

Και δεν ηξεύρω διατί, όταν έλεγα τα λόγια αυτά εμπρός εις τας εικόνας, ησθανόμην κάτι εις όλον μου το σώμα, ωσάν να μ' έβρεχεν έξαφνα παγωμένον νερόν. Από τα 1814 ήρχισα να βοηθώ τον πατέρα μου εις την εργασίαν του Όλην την ημέραν έμενα εις το μαγαζί μας κάτω εις την προκυμαίαν και μόνον όταν ενύκτωνε επηγαίναμεν εις το σπίτι. Άνθρωποι πολλοί ήρχοντο εις το μαγαζί˙ οι περισσότεροι δια ν' αγοράσουν πραγματείας, μερικοί δια να ιδούν τον πατέρα μου και να συνομιλησουν ολίγον. Εγώ άμα έβλεπα, κανένα εις την θύραν, ευθύς εκάρφωνα το βλέμμα επάνω του. Και αν μεν έβλεπα ότι έρχεται δια ν' αγοράση τίποτε, έτρεχα να τον περιποιηθώ, αν όμως ήρχετο με τον σκοπόν απλής επισκέψεως και συνομιλίας, εγύριζα από το άλλο μέρος τα μάτια σ μου δυσαρεστημένος, ότι ήρχετο να μας χασομερήση αδίκως. Με μεγάλην περιέργειαν λοιπόν είδα ένα πρωί τον πρώτον άνθρωπον, που εμβήκεν εις το μαγαζί μας. Ήτον μεσόκοπος με μαύρα γένεια, σκεπασμένος με μακρόν, χονδρόν επανωφόρι και εις την κεφαλήν εφορούσε καλογηρικόν σκούφον. Εφαίνετο ότι ήτον ξένος και ότι ήρχετο από ταξίδι. Άμα τον είδα είπα μέσα μου :

- Εδώ θα κάνωμε καλή δουλειά ! Και έτρεξα γελαστός να τον προαπαντησω. Αυτός όμως μου λέγει με σοβαρόν ύφος :

- Που είναι ο πατέρας σου ;

- Εδώ είμ' εγώ να σάς υπηρετήσω εις ό,τι θέλετε. Προστάξετε !

- Καλά, παιδί μου, σ' ευχαριστώ, μά θέλω τον ίδιον τον πατέρα σου, επαναλαμβάνει με σοβαρόν και προστακτικόν τρόπον.

Ο πατέρας μου ήτον οπίσω εις την αποθήκην του μαγαζιού και ήνοιγε μερικά κιβώτια με πανικά, που μας είχαν έλθει από την Τεργέστην. Ετρεξα να του φωνάξω, πειραγμένος ολίγον από τον τρόπον του ξένου, που δεν μ' έκρινεν άξιον εμένα, αλλά ήθελε και καλά τον πατέρα μου.

- Δεν πειράζει, είπεν ο ξένος, άφησέ τον εις την εργασίαν του· πηγαίνω εγώ και τον ευρίσκω. Και επροχώρησε κατ' ευθείαν προς το βάθος.

Είδα ότι έδωκεν εν γράμμα εις τον πατέρα μου και ο πατέρας μου το εδιάβαζε με προσοχήν. Μετά την ανάγνωσιν μου εφάνηκε ότι κάπως εταράχθηκε˙ άπλωσε το χέρι του εις τον ξένον και είπε :

- Καθίστε μίαν στιγμήν και τελειώνω.

Τον έβαλε και εκάθισεν εκεί οπίσω εις την αποθήκην και έκλεισε την θύραν, αφού μου είπε :

- Δήμο, όποιος με ζητήση πές πως έχω δουλειά και να ξαναπεράση.

Τον νουν σου εσύ στο μαγαζί.

Τι έλεγαν εκεί οπίσω από την κλειστήν θύραν επί δύο ώρας ο πατέρας μου και ο άγνωστος δεν ηξεύρω. Θα ήσαν όμως πολύ σοβαρά πράγματα. Όταν επί τέλους ήνοιξεν η θύρα και εξήλθεν ο ξένος δια να φύγη η φυσιογνωμία του πατέρα μου μου εφάνηκε πολύ συλλογισμένη. Ο ξένος επέρασε κοντά μου, εστάθηκεν εμπρός μου και μ' εκοίταξε μέσα εις τα μάτια· έπειτα μ' εκτύπησε με το χέρι εις τον ώμον και είπε :

- Καρδιά, παλληκάρι μου !

Και εχάθηκε...

Ο τρόπος, που μου τα είπεν αυτά τα λόγια, ήτο παράξενος˙ το όλον φέρσιμον του αγνώστου μ' έβαλεν εις απορίαν και ανησυχίαν. Ετόλμησα να ερωτήσω τον πατέρα μον :

- Τι άνθρωπος είναι αυτός ;

Και εκείνος μου αποκρίθηκε ξηρά - ξηρά και μου έκοψε κάθε άλλην ερώτησιν :

- Ένας καλός πατριώτης˙ μου έφερε γράμμα από τον δεσπότην μας τον Ησαΐαν.

Εκτοτε δεν τον είδα πλέον τον άνθρωπον αυτόν, παρά τον Ιανουάριον του 1821. Εμβήκε πάλιν με τον ίδιον τρόπον ένα πρωί και ο πατέρας μου τον επήρεν εις την αποθήκην και έμειναν ώραν κλεισμένοι μαζί. Έπειτα εξήλθε και εστάθηκεν ολίγον εμπρός μου. Μου εφάνηκεν, ότι είχε πολύ καταβληθή και γηράσει από τον καιρόν, που τον είχα πρωτοϊδεί. Την φοράν αυτήν δεν μ' εκτύπησεν εις τον ώμον˙ μου έδωκε το χέρι και μου είπε σιγαλά :

- Δήμο, ό,τι σου ειπή ο πατέρας σου είναι το θέλημα του Θεού και η προσταγή της πατρίδος !

Και εχάθηκε πάλιν... Τόσον μ' ετάραξαν οι λόγοι αυτοί του ξένου, ώστε δεν είχα νουν να εργασθώ εκείνην την ημέραν. Τον πατέρα μου δεν ετόλμησα να τον ερωτήσω˙ τον έβλεπα και εκείνον πολύ συγχυσμένον και μίαν στιγμήν μου εφάνη ότι με το δάκτυλον εσφόγγισε τα δακρυσμένα μάτια του. Τέλος πάντων το βράδυ, όταν ήταν ώρα να κλείσωμεν, μου λέγει :

-Κλείσε από μέσα την πόρτα, βάλε τον λύχνον εκεί κι έλα κάθισε να σου ειπώ.

Αφού έκαμα όπως μου είπεν, αρχίζει με φωνήν, που έτρεμε από συγκίνησιν :

- Δήμο μου, παιδί μου, ό,τι θα σου ειπώ είναι μεγάλο μυστικό. Ξεύρω την καρδιά σου και σου το εμπιστεύομαι. Δεν είναι μυστικό δικό μας είναι της πατρίδος. Δεν θέλω να μου ορκισθής, πως θα το κρατήσης· αν είχα την παραμικράν αμφιβολίαν, δεν θα σου το έλεγα. Λοιπόν άκουσε· όλα είναι έτοιμα, εις ολίγον καιρόν η φωτιά θα ανάψη απ' άκρη σ' άκρη˙ οι τούρκοι θα διωχθούν και η Ελλάς θα ελευθερωθή από τους τυράννους της. Τότε θα γυρίσωμεν πάλιν εις την πατρίδα μας, να περάσωμεν εκεί τα υστερνά μας χρόνια, αν το θελήση ο Θεός ! Ο ξένος αυτός, που είδες σήμερα, είναι ένας άξιος πατριώτης, απόστολος της Φιλικής Εταιρείας, και γυρίζει από τόπον εις τόπον και αδελφώνει τους άλλους πατριώτας εις την ιδέαν της Εταιρείας. Σκοπός της Εταιρείας είναι να συνενώνη όσον το δυνατόν περισσοτέρους πατριώτας, δια να εργασθούν όλοι μαζί και το κατά δύναμιν καθένας δια την απελευθέρωσιν της πατρίδος.

Η Εταιρεία έχει πολλούς και μεγάλους προστάτας και τα μέλη της μετρούνται κατά χιλιάδας εις όλην την Ανατολήν και εις την Ευρώπην. Τι λες λοιπόν ;

Οσον άκουα αυτά, το αίμα ανέβαινεν εις την κεφαλήν μου, η καρδία μου εκτυπούσε δυνατά εις τα στήθη. Αντί άλλης απαντήσεως έπεσα εις την αγκάλην του πατέρα μου :

- Σ' ευχαριστώ, πατέρα ! εψιθύρισα. Και τον εκαταφιλούσα δακρυσμένος και τον ευχαριστούσα και δια την χαρμόσυνον αυτήν είδησιν και δια την εμπιστοσύνην, που μου έδειχνε με το φανέρωμα του ιερού μυστικού. Επειτα ανατινάχθηκα επάνω˙ μία ιδέα ήλθεν εις τον νουν μου :

- Πατέρα, όταν οι άλλοι θα πολεμούν εκεί, εγώ θα κάθωμαι με τον πήχυν εδώ στο μαγαζί ;

- Οχι, παιδί μου, αυτήν την προσβολήν δεν θα την κάμω εις εσένα και εις την οικογένειάν μας. Εγώ είμαι ανίκανος πλέον, ο αδελφός σου ο Θανάσης μικρός και αρρωστιάρης, εσύ θα πας για όλους μας, όταν έλθη η ώρα. Θα σε στείλω εις τον καπετάν Πανουριά. Προς το παρόν η μητέρα σου και ο αδελφός σου να μη μάθουν τίποτε. Σιωπή ! Ας πηγαίνωμεν τώρα στο σπίτι, να μην ανησυχούν, που αργούμε. Είσαι άνδρας, δεν είσαι πλιά παιδί τώρα. Θάρρος και φρόνησις, Δήμο μου !

«Ο Μπάρμπα - Δήμος»

Πηγή



Ενισχύστε οικονομικά την προσπάθεια μας!

Ετικέτες

ενημέρωση (2161) ενημέρωση-informacion (1479) Αλβανία (907) ορθοδοξία (422) ιστορία-historia (396) Εθνική Ελληνική Μειονότητα (366) ελληνοαλβανικές σχέσεις (312) ορθόδοξη πίστη - besimi orthodhoks (280) Εθνική Ελληνική Μειονότητα - Minoriteti Etnik Grek (258) Β Ήπειρος (240) ορθοδοξία-orthodhoksia (239) ορθόδοξη πίστη (222) εθνικισμός (195) διωγμοί (162) τσάμηδες (122) Κορυτσά-Korçë (121) shqip (119) Κορυτσά Β Ήπειρος (109) informacion (100) Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος (97) ορθόδοξη ζωή (96) ορθόδοξη ζωή- jeta orthodhokse (76) διωγμοί - përndjekje (62) ορθόδοξο βίωμα (59) εθνικισμός-nacionalizmi (58) ορθόδοξη εκκλησία της Αλβανίας (55) Ελλάδα-Αλβανία (48) Ι.Μ Κορυτσάς - Mitropolia e Shenjtë Korçë (47) ανθελληνισμός (44) πολιτισμός - kulturë (44) Ελληνικό Σχολείο Όμηρος (43) besimi orthodhoks (40) Γενικό Προξενείο Ελλάδος Κορυτσά (40) Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας - Kisha Orthodhokse Autoqefale Shqiptare (39) ιστορία ορθοδοξίας (36) βίντεο (35) Shqipëria (32) ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821 (32) κομμουνισμός- komunizmi (30) πνευματικά (27) Μητρόπολη Κορυτσάς - MItropolia e Korçës (24) πολιτική-politikë (24) απόδημος ελληνισμός-helenizmi i diasporës (22) αλβανικά (21) εκπαίδευση (21) Αρχαία Ελλάδα (20) helenët-Έλληνες (19) κομμουνισμός (19) Greqia (17) Βλαχόφωνοι Έλληνες (15)