Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΕΛΛΗΝΕΣ!!

«Ὅταν μοῦ πειράζουν τήν Πατρίδα καί Θρησκεία μου, θά μιλήσω, θά ’νεργήσω, κι’ ὅ,τι θέλουν ἄς μοῦ κάνουν... Κι’ αὐτείνη ἡ Πατρίδα δέν λευτερώθη μέ παραμύθια, λευτερώθη μ’ αἵματα καί θυσίες κι ἀπό αὐτά ἔγινε βασίλειον (...). (Απομνημονεύματα Στρατηγού Μακρυγιάννη)




Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

π. Γεώργιος Μεταλληνός – Το Ράσο στην Επανάσταση του 1821

π. Γεώργιος Μεταλληνός: 25 Μαρτίου 1821 Έθνος και Ορθοδοξία
Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ γενικὰ ὅλου τοῦ Ῥάσου στὸν πανεθνικὸ Ἀγώνα τοῦ ῾21 ἦταν ἀδύνατη χωρὶς μία πολὺ δύσκολη αὐθυπέρβαση.
Καὶ ἡ αὐθυπέρβαση αὐτὴ δὲν ἔχει σχέση, ὅπως θὰ δεχόταν ἡ ἀντικληρικὴ προπαγάνδα, μὲ κάποια ἐθελοδουλία ἢ ἀδιαφορία γιὰ τὸ Γένος. Ἀντίθετα, σχετιζόταν ἄμεσα μὲ τὴν γνήσια καὶ αὐθεντικὴ ἀποκατάστασή του. Ἂς θυμηθοῦμε ἐδῶ τὸ βαθύτερο στόχο τῆς Ἐθναρχίας καὶ τοῦ Κλήρου μέσῳ τῆς «περιορισμένης συνεργασίας» μὲ τὸν κατακτητή. Ἦταν ἡ ἀνάσταση ὅλου τοῦ Ῥωμαίικου, δηλαδὴ τῆς αὐτοκρατορίας τῆς Ῥωμανίας, μὲ τὴν παλαιὰ ἔκταση καὶ εὐκλειά της. Αὐτὸ ἐννοοῦσε ὁ Πατροκοσμᾶς λέγοντας συχνά: «αὐτὸ μιὰ μέρα θὰ γίνει ῥωμαίικο». Αὐτὸ ἐννοοῦσε καὶ ὁ Ῥήγας Βελεστινλῆς, ἔστω καὶ σὲ ἕνα ἄλλο ἰδεολογικὸ πλαίσιο, ὅταν ἔλεγε στὸ «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Ἀρβανίτες καὶ Σέρβοι καὶ Ῥωμηοί, ἀράπηδες καὶ ἄσπροι, μὲ μιὰ κοινὴ ὁρμή, γιὰ τὴν ἐλευθερίαν νὰ ζώσωμεν σπαθί».
Μετά τὸ κίνημα τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντη θὰ ἀλλάξει αὐτὸς ὁ ρωμαίικος-οἰκουμενικὸς στόχος τοῦ Ῥήγα καὶ τῶν Κολλυβάδων, ποὺ ἦταν ὁ στόχος τῆς Ἐθναρχίας(14). Ἀπὸ τὴ μεγαλοϊδεατικὴ ἰδεολογία τοῦ Γένους, θὰ ἐνταχθεῖ ὁ Ἀγώνας στὸ πλαίσιο τῆς ἄρχης τῶν ἐθνικοτήτων -καρποῦ τῆς Γαλλικῆς Ἐπαναστάσεως, στοχεύοντας ὄχι πιὰ στὴν ἀνασύσταση τῆς αὐτοκρατορίας, ἀλλὰ στὴ δημιουργία ἑνὸς μικροῦ ἀνεξάρτητου κράτους, στὸ ὁποῖο θὰ «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ.τὸ 1922) τὸ Ἑλληνικὸ Ἔθνος. Αὐτὸ τὸ πέρασμα ἀπὸ τὴ Ῥωμαίικη Οἰκουμένη στὸ Ἑλληνικὸ κράτος ἰσοδυναμοῦσε μὲ θάψιμο τῆς Ῥωμηοσύνης. Ἔτσι ὁ ἀγώνας τοῦ ῾21 ἐντάχθηκε στὰ σχέδια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων τῆς Εὐρώπης γιὰ τὴν αὐτοκρατορία τῆς Ῥωμανίας. Στὶς εὐρωπαϊκὲς αὐλές, ὅπως λ.χ. τοῦ Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ὁ χαρακτήρας τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, ποὺ δὲν θὰ ἔχει πιὰ ῥωμαίικο-οἰκουμενικὸ χαρακτήρα, ἀλλὰ στενὰ ἐθνικὸ καὶ κατ᾿ οὐσίαν «ἀρχαιοελληνικό». Θὰ εἶναι ἐπανάσταση τῶν Ἑλλήνων τοῦ Ἑλλαδικοῦ θέματος ὄχι μόνο ἐναντίον τῶν Τούρκων, ἀλλὰ καὶ ἐναντίον τῆς Ῥωμαίικης Ἐθναρχίας, ὡς συνέχειας τῆς «Ῥωμαϊκῆς Βασιλείας» τῶν «Βυζαντινῶν»(15). Τὸ πραξικοπηματικὸ Αὐτοκέφαλο τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας (1833) εἶναι ἡ ἁπτὴ ἐπιβεβαίωση αὐτῶν τῶν ξενόφερτων προσανατολισμῶν.
Ἡ συμμετοχή, συνεπῶς, τοῦ Ῥάσου -καὶ μάλιστα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου- στὸν Ἀγώνα ὑπῆρξε δεῖγμα ὑψηλῆς αὐθυπερβάσεως καὶ αὐτοθυσίας, ἀφοῦ ἦταν πιὰ φανερό, ὅτι ὁ Ἀγώνας εἶχε σαφῶς ἀντιρωμαίικο καὶ ἀντιεθναρχικὸ χαρακτήρα, στρεφόμενο καὶ κατὰ τοῦ Πατριάρχου, ὡς Ἐθνάρχου τῶν Ῥωμηῶν(16). Ἡ συμμετοχὴ δὲ αὐτὴ ὁμολογεῖται ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ τὴν ἔζησαν σ᾿ ὅλη τη διάρκεια τοῦ Ἀγώνα καὶ ἦταν σὲ θέση νὰ τὴν ἐπιβεβαιώσουν.
«Πλησίον εἰς τὸν Ἱερέα -ἔλεγε ὁ Θ. Κολοκοτρώνης- ἦτον ὁ λαϊκός, καθήμενοι εἰς ἕνα σκαμνί, Πατριάρχης καὶ τζομπάνης, ναύτης καὶ γραμματισμένος, ἰατροί, κλεφτοκαπεταναῖοι, προεστοὶ καὶ ἔμποροι»(17). Ὁ ἱστορικὸς τοῦ l9ου αἰώνα Χρ.Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, ἀρματολοὶ καὶ κλέφται, λόγιοι καὶ πλούσιοι, συνεφώνησαν ἢ μᾶλλον συνώμοσαν καὶ παραχρήμα ἐπαναστάτησαν κατὰ τῆς τουρκικῆς δυναστείας(18).
Ὁ ἐθνικὸς ἱστορικός μας Κωνσταντῖνος Παπαρρηγόπουλος ὁμολογεῖ: «…Ὁσαδήποτε καὶ ἂν ὑπῆρξαν τὰ ἁμαρτήματα πολλῶν ἐκ τῶν Πατριαρχῶν, οὐδεὶς ὅμως ἐξ αὐτῶν, οὐδεὶς ὠλίσθησεν περὶ τὴν ἀκριβῆ του πατρίου δόγματος καὶ τῶν ὑπάτων ἐθνικῶν συμφερόντων τήρησιν»(19).
Ἀνάλογα ἀποτιμοῦν τὴ στάση τοῦ Ῥάσου στὴν Ἐπανάσταση ὁ Δ. Κόκκινος, ὁ Δ. Φωτιάδης, ὁ Σπ. Μαρινάτος, ὁ Ἰω. Συκουτρῆς, ὁ Κ. Βοβολίνης, ὁ Ν. Τωμαδάκης, ὁ Ἀπ. Βακαλόπουλος κ.ἄ.(20) Ὑπάρχουν, βέβαια, καὶ ἐπικριτὲς τοῦ Κλήρου, καὶ τῶν Ἀρχιερέων, ποὺ ἀμφισβητοῦν ἢ καὶ ἀρνοῦνται τὴν εἰλικρινῆ καὶ ἄδολη συμμετοχή τους στὸν Ἀγώνα. Τέτοιες θέσεις ἔχουν κατὰ καιροὺς ὑποστηρίξει ὁ Γ. Κορδᾶτος (ἱστορικὸς μαρξιστής), ὁ Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, ἀλλ᾿ ὄχι ἱστορικός), ὁ Μάριος Πλωρίτης (φιλόλογος κριτικός, ἀλλ᾿ ὄχι ἱστορικός), ὁ Γ. Καρανικόλας (δημοσιογράφος, ὄχι ἱστορικός) κ.ἄ.(21). Οἱ θέσεις αὐτὲς ἐπαναλαμβάνονται στερεότυπα ἀπὸ ἄλλους λιγότερο σημαντικοὺς καὶ ἄσχετους μὲ τὴν ἱστορικὴ ἔρευνα. Ἀρκεῖ νὰ μελετήσει κανεὶς τὸ «ΔΕΛΤΙΟΝ» τῆς Ο.Λ.Μ.Ε.(22), γιὰ νὰ διαπιστώσει πὼς αὐτούσιες οἱ ἰδεολογικὲς αὐτὲς ἑρμηνεῖες γιὰ τὸ ῾21 περνοῦν στὸ χῶρο τῆς παιδείας. Τὸ τραγικὰ ἀπελπιστικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι πολλὲς ἀπὸ τὶς παλαιότερες τοποθετήσεις ἔχουν πιὰ ξεπερασθεῖ καὶ στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς ἱστορικῆς Σχολῆς, ὁπότε οἱ ὑποστηρικτές τους ἀποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στὸ χῶρο τοῦ ἱστορικοῦ ἐρασιτεχνισμοῦ. Νεώτεροι μαρξιστὲς στορικοί, ἔχουν ἀποκηρύξει τὴν ἑρμηνευτικὴ μέθοδο τοῦ Γ.Κορδάτου καὶ ἀπομακρυνθεῖ ἀπὸ τὴν ἰδεολογικὴ προοπτική του. Ἐπίσης ἔχουν ἀπορρίψει τὴν προπολεμικὴ θεωρία τοῦ «λαϊκισμοῦ (π. χ. Λεων. Στρίγκας). Ἔτσι, ὁ Π. Ῥοῦσος δέχεται τὴν ἐπανάσταση τοῦ ῾21 ὡς ἐθνικοαπελευθερωτικὴ καὶ ὁμολογεῖ: «Σὲ σύγκριση μὲ τὸ ἐθνικὸ τὸ κοινωνικὸ ἔρχεται στὸ ὑπόστρωμα»(23). Ἀνάλογα δέχονται ὁ καθηγ. Βασ. Φίλιας, ὁ Λεων. Στρίγκας, ἡ Ἑλ. Ἀντωνιάδη-Μπιμπίκου κ.ἄ. (24). Ἡ ἐπικρατοῦσα στὸ χῶρο τῆς μαρξιστικῆς σκέψης σήμερα θέση εἶναι, ὅτι ἡ Ἐπανάσταση τοῦ ῾21 εἶναι ἐθνικοαπελευθερωτική, μὲ κοινωνικὸ περιεχόμενο, ἀλλὰ μία, στὴν ὁποία ἔλαβαν μέρος οἱ πιὸ ἑτερόκλητες δυνάμεις, κάθε μιὰ μὲ τὶς δικές της προϋποθέσεις καὶ στοχοθεσία. Δὲν ἔχει ἐκλείψει ὅμως τελείως ἡ ἰδεολογικὴ προσέγγιση, ποὺ ἀναιρεῖ κάθε δυνατότητα ἱστορικῆς-ἐπιστημονικῆς κατανοήσεως καὶ ἑρμηνείας.
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἐπισημότερα θύματα τῆς παρατεινόμενης αὐτῆς ἰδεολογικῆς ἀδιαλλαξίας εἶναι ὁ Μέγας Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης τοῦ Ἀγώνα, Ἅγιος Γρηγόριος Ε´ (25). Ἡ ἑρμηνεία τῆς στάσης του στὸν Ἀγώνα ἀπαιτεῖ ἐπαρκῆ γνώση τῆς ἐποχῆς (ἱστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) καὶ τὴ χρήση ὀρθῶν κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδὴ καὶ ὄχι σημερινῶν (ἱστορικὸς ἀναχρονισμός). Ὁ σοφὸς ἐκεῖνος Γενάρχης, πῶς ἦταν δυνατὸ νὰ παραβλέψει τοὺς ἀρνητικοὺς παράγοντες, ποὺ ἀπειλοῦσαν κάθε ἐπαναστατικὴ σκέψη (Ἱερὰ Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οἰκτρὲς ἀποτυχίες, π. χ. 1790); Γιατί νὰ ἀπαιτεῖ κανεὶς λιγότερη σύνεση ἀπὸ ἐκείνη τοῦ Κοραῆ καὶ τοῦ Καποδίστρια, ποὺ ἦσαν τελείως ἀρνητικοὶ στὰ σχέδια ἐξεγέρσεως; Καὶ ὅμως, σὲ καμία παρακωλυτικὴ ἢ ἀποτρεπτικὴ ἐνέργεια δὲν προέβη, ἡ δὲ ἀλληλογραφία του εἶναι σαφῶς θετικὴ καὶ φανερώνει τὴν ἐσωτερικὴ συμμετοχή του στὰ σχέδια τῆς Φιλικῆς(26). Θὰ ἐρωτήσει, βέβαια, κανείς: καὶ ὁ περιβόητος ἀφορισμὸς τοῦ κινήματος Ὑψηλάντου-Σούτσου; Δὲν εἶναι σαφὴς ἀντίδραση τοῦ Γρηγορίου; Ἔτσι, ἄλλωστε, ἑρμηνεύεται ὡς σήμερα ἀπὸ τὴν ἀρνητικὴ κριτική. Μπορεῖ ὅμως νὰ «ἑρμηνευθεῖ» ὁ ἀφορισμὸς χωρὶς νὰ ληφθεῖ ὑπόψη τὸ κλίμα, μέσα στὸ ὁποῖο ἔγινε; Καὶ ποιὸ ἦταν τὸ κλίμα αὐτό;
-Ἔκρηξη τῆς ὀργῆς τοῦ Σουλτάνου (ἀπόλυτου κυρίου πάνω σὲ κάθε ὑπήκοο)
– Ἄμεσος κίνδυνος γενικῆς σφαγῆς τῶν Ῥωμηῶν (ὁμολογία ἐκθέσεων τῶν Ξένων της Κωνσταντινουπόλεως(27))
-Ἀπερίγραπτες θηριωδίες, ποὺ προοιώνιζαν τὴ συνέχεια
-Παύση ἀπὸ τὸν Σουλτάνο δυὸ Μ. Βεζίρηδων, μὲ τὴν κατηγορία τῆς ἐπιεικοῦς στάσεως ἔναντι τῶν Ῥωμηῶν
-Ἀπαγχονισμὸς τοῦ Σεϊχουλισλάμη (θρησκευτικοῦ ἀρχηγοῦ), κατηγορουμένου γιὰ ἀπείθεια (δὲν ἐξέδωσε φετφὰ γιὰ τὴν σφαγὴ καὶ ἐξόντωση τῶν Ῥωμηῶν(28))
-Ἐκτελέσεις Φαναριωτῶν (Μουζούρηδων καὶ Μητροπολιτῶν) κ.λπ.(29).

Ποιὸς μπορεῖ μετὰ ἀπὸ ὅλα αὐτὰ νὰ ἀρνηθεῖ, ὅτι ὁ ἀφορισμὸς ἦταν πράξη ἀνάγκης καὶ «στάχτη στὰ μάτια τοῦ Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος). Αὐτὴ ἀκριβῶς ἦταν καὶ ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἄμεσα θιγομένου ἀπὸ τὸν ἀφορισμό, Ἀλ. Ὑψηλάντη: «Ὁ Πατριάρχης, βιαζόμενος ὑπὸ τῆς Πόρτας, σᾶς στέλλει ἀφοριστικὰ καὶ Ἐξάρχους, παρακινώντας σας νὰ ἑνωθῆτε μὲ τὴν Πόρταν. Ἐσεῖς ὅμως νὰ τὰ θεωρῆτε αὐτὰ ὡς ἄκυρα, καθότι γίνονται μὲ βίαν καὶ δυναστείαν καὶ ἄνευ τῆς θελήσεως τοῦ Πατριάρχου»(30). Μόνο, λοιπόν, μετὰ ἀπὸ τὴν γνώση ὅλων αὐτῶν μπορεῖ νὰ ἐκτιμηθεῖ σωστὰ καὶ ὁ ἀπαγχονισμὸς τοῦ Γρηγορίου. Ὁ πρῶτος Πατριάρχης τῆς Ῥωμηοσύνης ἐκτελέσθηκε ὡς «προδότης» τοῦ Σουλτάνου καὶ ὄχι τῶν Ῥωμηῶν(31). Καὶ εὔλογα, ἀφοῦ τυπικὰ ἦταν ὁ δεύτερος μετὰ τὸν Σουλτάνο ἀξιωματοῦχος τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας. Ἐνῷ δὲ ὁ ἀφορισμὸς δὲν εἶχε καμιὰ ἀρνητικὴ ἀπήχηση στὸν Ἐθνικὸ Ἀγώνα, ἀφοῦ ἦταν γνωστὴ ἡ προέλευσή του, τὸ «σχοινὶ τοῦ Πατριάρχη» ἀνέπτυξε μίαν εὐεργετικὴ δυναμική, διότι ἔγινε κινητήρια δύναμη στὸ ἀγωνιζόμενο Ἔθνος.
Ἡ ἰδεολογικοποιημένη ἑρμηνεία δὲν ἀφήνει ὅμως ἄθικτους καὶ τοὺς ἄλλους Ἀρχιερεῖς. Θέλοντας νὰ μειώσουν τὴ διακεκριμένη συμμετοχὴ ἀρχιερέων, ὅπως λ.χ. ὁ Παλαιῶν Πατρῶν Γερμανὸς ἢ ὁ Σαλώνων Ἡσαΐας, μιλοῦν γιὰ «ἑκατοντάδες ἀρχιερέων» (Σκαρίμπας), ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν ὁποίων (δῆθεν) ἀπέσχε καὶ ὑπονόμευσε τὸν Ἀγώνα(32). Ἔχουν ὅμως ἔτσι τὰ πράγματα;
Οἱ Ἀρχιερεῖς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου δὲν ξεπερνοῦσαν τοὺς 200, στὶς 171 συνολικὰ ἐπαρχίες του. Ὁ ἀριθμὸς δὲ αὐτὸς περιλαμβάνει καὶ τοὺς Ἀρχιερεῖς τῶν ἄλλων ῥωμαίικων Πατριαρχείων, ποὺ ἦσαν στὰ ὅρια τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας(33). Ὁ Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.ἄ. δέχονται τὸν ἀριθμὸ 180, οἱ δὲ τιτουλάριοι Ἀρχιερεῖς δὲν ὑπερέβαιναν τοὺς 20(34). Ποιὰ ἦταν, λοιπόν, ἡ συμμετοχὴ αὐτῶν τῶν Ἀρχιερέων στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία(35).
Παρά τὸν ἀστικὸ χαρακτήρα τῆς Φιλικῆς, οἱ πρωτεργάτες της δὲν εἶχαν δυτικὴ ἀντιφεουδαρχικὴ συνείδηση, διότι στὴν «καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολήν» δὲν ὑπῆρχε φεουδαρχία φραγκικοῦ τύπου (φυσικὴ ἀριστοκρατία). Γι᾿ αὐτὸ ἐνῷ στὴ Δύση ὁ Κλῆρος, καὶ μάλιστα οἱ Ἐπίσκοποι, ἐθεωροῦντο προέκταση τῆς τάξεως τῶν Εὐγενῶν, ἡ Φιλικὴ στράφηκε ἐδῶ στὸν Κλῆρο καὶ μάλιστα στὶς κεφαλές του. Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνει καὶ ὁ Κορδάτος: «Οἱ Φιλικοὶ […] ἐπεδίωξαν νὰ δώσουν χαρακτήρα πανεθνικὸν εἰς τὴν ὠργανωμένην ἐπανάστασιν καὶ δι᾿ αὐτὸ προσηλύτισαν καὶ μερικοὺς Φαναριώτας καὶ ἀνωτέρους Κληρικούς»(36). Τὸ ἐπίθετο («μερικούς») ἀπορρέει ἀπὸ τὸ ἰδεολογικὸ πρίσμα τοῦ Κορδάτου καὶ δὲν ἀνταποκρίνεται στὸ ἐλάχιστο στὰ πράγματα.
Ἀπὸ 1818 μυήθησαν στὴν Φ. Ε. ὅλοι σχεδὸν οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου(37), κάτι ποὺ ἀναγκάζεται νὰ τὸ παραδεχθεῖ ὁ ἀγαθότερος Σκαρίμπας: « Ἡ Φ. Ε. […] στὸ κόλπο εἶχε μυήσει ὅλους σχεδὸν τοὺς Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες καὶ προπαντὸς τοὺς δεσποτάδες»(38). Ἡ ἀλήθεια εἶναι, ὅτι ὡς Ῥωμηοὶ οἱ ἡγέτες τῆς Φιλικῆς γνώριζαν τὴν ἐπιρροὴ τῶν Ἀρχιερέων στὸ λαό. Μέσα στὰ ἔτη 1818-1821 ὅλοι σχεδὸν οἱ Ἀρχιερεῖς ἔγιναν μέλη τῆς Φιλικῆς. Μαρτυρίες ἀδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Γιὰ ἕναν ἀριθμὸ ἀπουσιάζουν μαρτυρίες, χωρὶς ὅμως νὰ μπορεῖ νὰ ὑποστηριχθεῖ, ὅτι δὲν εἶχαν μυηθεῖ καὶ ἐκεῖνοι. Ἀπουσιάζει ὅμως καὶ κάθε μαρτυρία γιὰ προβολὴ ἀρνήσεως ἢ γιὰ ὑπονόμευση τοῦ ἔργου τῆς Ἑταιρείας. Οἱ περισσότεροι ἱστορικοὶ δέχονται, ὅτι οἱ Ἀρχιερεῖς ὑπῆρξαν ἡ σπονδυλικὴ στήλη τῆς Φιλικῆς καὶ ὁ κύριος παράγων τοῦ ἔργου τῆς λόγω τοῦ ὑψηλοῦ κύρους τους στὸν Λαό(39). Ἂν οἱ Ἀρχιερεῖς ἐξ ἄλλου δὲν περιέβαλλαν μὲ τὴν ἀγάπη τους τo ἔργο τῆς Φιλικῆς, πολλὰ πράγματα μποροῦσαν νὰ ἀνατραποῦν. Μιὰ ἀναφορά, τέλος, στὴν ποσοστιαία σύνθεση τῆς Φιλικῆς δίνει τὰ στοιχεῖα: Κληρικοὶ 9,5%, Ἀγρότες 6% καὶ Πρόκριτοι 11,7%(40).
Ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς Ἑλλάδος ἀναφέρονται ἐπώνυμα στὶς πηγὲς 73 ἀρχιερεῖς, ποὺ ἔλαβαν ἐνεργὸ μέρος στὸν Ἀγώνα. Σαρανταδύο Ἀρχιερεῖς ὑπέστησαν ταπεινώσεις, ἐξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε εἴδους, βασανιστήρια, ἐξορίες κ.λπ. Δυὸ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε´, Κύριλλος ΣΤ´) καὶ 45 Ἀρχιερεῖς (Μητροπολίτες) ἐκτελέσθηκαν ἢ ἔπεσαν σὲ μάχες. Κατὰ τὸν Γάλλο Πρόξενο Πουκεβὶλ οἱ κληρικοὶ-θύματα τοῦ Ἀγώνα ἀνέρχονται συνολικὰ σὲ 6.000(41).
Υπάρχει ὅμως καὶ τὸ «ἐξ ἀντιθέτου» ἐπιχείρημα. Ἡ μαρτυρία τῶν Τούρκων Ἱστορικῶν γιὰ τὴ δράση τοῦ ἑλληνορθοδόξου Κλήρου στὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21(42). Ἔτσι, ὁ Μώραλη Μελὶκ Μπέη δέχεται ὅτι «τὸν λαὸν (τῆς Πελοποννήσου) ὑπεκίνησαν οἱ ἔχοντες συμφέροντα καὶ σχέσεις μετὰ τούτων, οἱ ἔμποροι, οἱ πρόκριτοι, καὶ κυρίως οἱ μητροπολίται καὶ γενικῶς οἱ ἀνήκοντες εἰς τὸν κλῆρον, δηλαδὴ οἱ πραγματικοὶ ἠγέται τοῦ Ἔθνους»(43). Ὁ δὲ Ζανὶ Ζαντὲ σημειώνει: «Τὰ σχέδια ἐτηροῦντο μυστικὰ μεταξὺ τοῦ Πατριάρχου, τῶν Μητροπολιτῶν, τῶν Παπάδων, τῶν Δημογερόντων»(44).
Διὰ νὰ κλείσουμε τὸ θέμα αὐτό, θὰ προσθέσουμε, ὅτι ἐνίοτε τὸν 19ο αἰώνα ἐγείρονταν ἀντιδράσεις ὄχι γιὰ τὴν μὴ συμμετοχὴ τῶν Κληρικῶν μας στὸν ἀπελευθερωτικὸ Ἀγώνα, ἀλλὰ ἀντίθετα γιὰ τὴ συμμετοχή τους σ᾿ αὐτόν. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου καὶ ἡσυχαστῆ Κοσμᾶ Φλαμιάτου (1786- 1852)(45). Κατὰ τὸν Φλαμιᾶτο ἡ Ἀγγλία ἐκμεταλλεύθηκε τὸν Ἀγώνα τοῦ ῾21. Μὲ τὴν ἐμπλοκὴ τοῦ Κλήρου σ᾿ αὐτὸν ἐπεδίωξε «ἵνα διεγείρῃ τὴν παγκόσμιον, εἰ δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, ἀποστροφὴν καὶ συνωμοσίαν κατὰ τοῦ Κλήρου, τόσον τὴν ἐκ τῶν Ἀρχῶν, ὅσον καὶ τὴν ἐκ τοῦ λαοῦ. Δι᾿ αὐτὸν τὸν σκοπὸν πρὸς τοῖς ἄλλοις ἐκίνησεν ἐμμέσως εἰς τοὺς ἀρχηγοὺς τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας καὶ εἰσήχθησαν ἐν αὐτῷ ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, πολλοὶ Ἐπίσκοποι καὶ ἄλλοι ἐκ τοῦ Κλήρου τῆς Ἀνατολῆς, καὶ ἐφάνησαν τινὲς ἐξ αὐτῶν ὁπλοφοροῦντες εἰς τὸ στάδιον τοῦ κατὰ τῶν Ὀθωμανῶν πολέμου, φαινόμενον ὅλως μοναδικόν, ἀλλόκοτον καὶ ἀποτρόπαιον, εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν…»(46).
Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε μὲ τὴν ὀρθότητα ἢ ὄχι τῶν κρίσεων τοῦ Φλαμιάτου, ποὺ ἔχει τὸ δικό του πρίσμα θεωρήσεως.
Τὸ σκανδαλιστικὸ γιὰ ἡσυχαστὲς σὰν τὸν Φλαμιάτο εἶναι ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς πολεμικὲς ἐπιχειρήσεις («ὁπλοφορία») καὶ σὲ μία συνωμοτικὴ Ἑταιρεία, ὅπως ἡ Φιλική. Τὴν τελευταία θεωρεῖ κατευθυνόμενη «ἐμμέσως» ἀπὸ τὴν Ἀγγλία. Μᾶλλον, συνεπῶς, αὐτὸ προσκρούει στὴ συνείδησή του, ὅτι δηλαδὴ ἡ Ἐπανάσταση ἐξυπηρετοῦσε τοὺς σκοποὺς τῆς Δύσεως. Σ᾿ αὐτὸ ἀκριβῶς, πιστεύουμε, ἔγκειται ἡ ἀντίθεσή του. Ὅτι ὁ Κλῆρος τῆς Ἑλλάδος, ἐν ἀγνοίᾳ του, ἐξυπηρέτησε σκοποὺς ἀλλοτρίους καὶ ὄχι τὰ ὄνειρα τῆς Ῥωμηοσύνης. Ὁ Φλαμιᾶτος γράφει στὴ δεκαετία τοῦ 1840, ὅταν πολλὰ πιὰ ἔχουν ἀποσαφηνισθεῖ. Σημαντικὸ ὅμως εἶναι, ὅτι θεωρεῖ τὸν Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη μέλος τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας, σ᾿ ἀντίθεση μὲ τοὺς σημερινοὺς ἐπικριτές του. Γιὰ τοὺς παραδοσιακοὺς ὀρθοδόξους ὅμως αὐτὸ ἦταν τὸ σκάνδαλο καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο. Ὁ Γενάρχης τῆς Ῥωμηοσύνης νὰ ὑποθάλπει κινήσεις, ποὺ στρέφονταν ἐναντίον της… Γι᾿ αὐτὸ μιλήσαμε παραπάνω γιὰ «θυσία» καὶ «αὐθυπέρβαση» τοῦ Ῥάσου. Ἡ ἐθναρχικὴ πολιτικὴ ἐγκαταλείφθηκε γιὰ χάρη τῆς ἐλευθερίας τῆς Ἑλλάδος(47). Ἡ Ῥωμαίικη Ἐθναρχία θυσιάσθηκε, ἑκούσια, γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς Ἑλλάδος. Ὁ Ὄθων στὰ 1833 θὰ πάρει γιὰ τοὺς Ἕλληνες, πολιτικὰ καὶ ἐκκλησιαστικά, τὴ θέση τοῦ Ἐθνάρχη Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη.Ἡ ἀγανάκτηση τοῦ Φλαμιάτου ἑστιάζεται, ἀκριβῶς, στὴν ἀντίθετη κατεύθυνση ἀπὸ τὶς αἰτιάσεις τῶν ἐπικριτῶν τοῦ Κλήρου. Τὸ Ῥάσο θυσίασε τὰ πάντα γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν ἐθνικὴ ἀποκατάστασή της.
Συμπερασματικά:
Ἡ συμμετοχὴ τοῦ Ῥάσου στοὺς ἐθνικούς μας ἀγῶνες δὲν εἶναι ἀσφαλῶς, ὁ μοναδικὸς λόγος τῆς παρουσίας τοῦ Κλήρου στὴν κοινωνία μας. Κύρια ἀποστολὴ τοῦ Ῥάσου εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἰατροῦ στὸ «Πνευματικὸν Ἰατρεῖον» τῆς Ἐκκλησίας γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ ὑπαρκτικὴ ἀποκατάσταση τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ θεωρεῖται ὡς ἕνας συμβατικὸς θεσμός, κοινωνικοῦ χαρακτήρα, μέσα στὸν ὑπόλοιπο κρατικὸ καὶ ἐθνικὸ βίο, μὲ σκοπὸ νὰ σῴζει ἁπλῶς τὴν ἱστορικὴ διάσταση.

Ἐν τούτοις ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, καὶ μάλιστα ἡ Ἑλλαδική, πρωτοστατεῖ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀπελευθερωτικούς μας ἀγῶνες. Γιατί; Διότι τοῦτο ἀπορρέει ἀπὸ τὴν πίστη της γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ἡ Ὀρθοδοξία βλέπει τὴν ἐλευθερία ὡς τὸ φυσικὸ κλίμα ἀναπτύξεως καὶ πραγματώσεως, τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου. Πραγματικὴ δὲ ἐλευθερία εἶναι ἡ δυνατότητα κοινωνίας τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους του, σὲ βαθμὸ γνησιότητας, πληρότητας καὶ αὐθεντικότητας, ἔξω δηλαδὴ ἀπὸ κάθε ἀναγκαστικότητα. Ἡ ἀνθρώπινη ἐλευθερία ἐντάσσεται στὰ πλαίσια τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καὶ εἶναι (καὶ ὡς ἐθνική-κοινωνική) ἔννοια καθαρὰ θεολογικὴ-ἐκκλησιαστική(48).
Ὁ Ὀρθόδοξος Κλῆρος δὲν μπορεῖ νὰ μὴ συμμετάσχει στοὺς ἐθνικοὺς-ἀπελευθερωτικοὺς ἀγῶνες, διότι τὸ ἔργο του καὶ στὴν περίοδο τῆς εἰρήνης εἶναι ἀπελευθερωτικό. Ἀγώνας γιὰ τὴν καταξίωση τοῦ Ῥωμηοῦ, ὡς ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἐσωτερικῆς δουλείας, τῆς ἁμαρτίας(49). Ἡ ἐσωτερικὴ δὲ δουλεία κατὰ κύριο λόγο ἐπιφέρει καὶ τὴν ἐξωτερική. Διότι δουλεία δὲν εἶναι, κυρίως, ἡ ἀναγκαστικὴ ὑποταγή, ἀλλὰ ἡ ἐσωτερικὴ ὑποταγὴ καὶ ταύτιση μὲ τὸν κατακτητή, ἡ νέκρωση τοῦ πνεύματος ἀντιστάσεως καὶ τοῦ ψυχικοῦ δυναμισμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ πιστεύουμε, ὅτι ἡ σημαντικότερη προσφορὰ τοῦ Ῥάσου στὸ Ἔθνος μας δὲν ἦταν τόσο ἡ συμμετοχὴ τοῦ Κλήρου στὶς ἔνοπλες ἐξεγέρσεις καὶ συγκρούσεις, ὅσο ἡ συμβολὴ τοῦ Ῥάσου στὴ συντήρηση τοῦ ἑλληνορθοδόξου φρονήματος τοῦ Γένους καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς τὴν ἐλευθερία. Χωρὶς αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρξει Εἰκοσιένα.
π. Γεώργιος Μεταλληνός – Τὸ ῾21 καὶ οἱ Συντελεστές του
Ἑλληνισμὸς Μαχόμενος, Ἐκδόσεις Τῆνος, Ἀθήνα 1995 (ἀπόσπασμα)

Κολοκοτρώνης:“Παναγία μου, βοήθησε και τούτην την φορά τους Έλληνες διά να εμψυχωθούν”.

«Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει….». 
«Όπου και να σας βρίσκει το Κακό, αδελφοί,
όπου και να θολώνει ο νους σας,
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό
και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη!», γράφει ο Ελύτης. Μνημονεύω, τούτες τις δύσκολες ημέρες – κλεισμένοι στα αρχοντικά μας- τους στίχους του Σολωμού. Περίεργες στιγμές ζούμε. Η άνοιξη, η νιότη του χρόνου, πολιορκεί τις αισθήσεις μας . «Έστησ’ ο Έρωτας χορό με τον ξανθό Απρίλη/ κι η φύσις ηύρε την καλή και τη γλυκιά της ώρα». Και έξω το αόρατο κακό. Πολιορκημένοι. Με τα ντουλάπια να βογκούν από ρύζια και ζυμαρικά. Εκείνοι, οι «Ελεύθεροι Πολιορκημένο», έψαχναν εναγωνίως ακόμη και ποντικούς και «ήτο ευτυχής όστις εδύνατο να πιάσει έναν. Βατράχους δεν είχαμε, κατά δυστυχίαν», γράφει ο Κασομούλης στα «Στρατιωτικά Ενθυμήματά» του.
Μεσολόγγι: το άγιο βήμα της ιστορίας μας. Μοσχοβολά σαν το Τίμιο Ξύλο. Λιμοκτονούσαν, αρρώσταιναν από επιδημίες, κατασκοτώνονταν στις τάπιες του φράχτη, όπως τον ονόμαζε ο Μπραϊμης, όμως πολεμούσαν και γονάτιζαν την Τουρκιά, γιατί είχαν Υπέρμαχο Στρατηγό την Θεοτόκο. Τα σήμαντρα και οι καμπάνες χτυπούσαν. Στις εκκλησιές έτρεχαν για ικεσία και ευχαριστία. (Είμαστε όλοι, όσοι πιστεύουμε στο Χριστό και την αγία Εκκλησία του, περίλυποι έως θανάτου για το κλείσιμο των ναών. Τώρα καταλάβαμε τι σημαίνει εκκλησιασμός. «Μνημονευτέον Θεού μάλλον ή αναπνευστέον». Οι σπουδαίοι αυτοί λόγοι του, μεγίστου εν πατριάρχαις, αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, γίνονται κατανοητοί. Χωρίς την εκκλησία, τι Ευαγγελισμό, τι Κυριακή, τι Πάσχα, να γιορτάσεις; Νιώθουμε σαν να έχουμε χάσει ό,τι πολυτιμότερο στην ζωή μας. Σαν να τουρκέψαμε…).
Πίσω στο ένδοξο καλυβάκι του Γένους. 25 Μαρτίου 1826. Στο νησάκι της λιμνοθάλασσας, την Κλείσοβα. Εχθρικό βόλι σπάζει στα δυο το σπαθί του Κίτσου Τζαβέλα, χωρίς να αγγίξει τον πολέμαρχο. Όλο είπαν πως ήταν θαύμα της Παναγίας. Και ο Τζαβέλας αφήνοντας για μια στιγμή την μάχη και πηγαίνει στην εκκλησιά της Αγίας Τριάδος. Προσκυνά το εικόνισμα της Ευαγγελίστριας και της αφιερώνει τα κομμάτια από το γιαταγάνι του, λέγοντας:
-Παναγιά μου, σήμερα όπου σε γιορτάζουμε, σου αφιερώνω τούτο και βόηθα τα παλληκάρια να νικήσουν τον εχθρό. Και η Παναγία έστερξε στην παράκληση του καπετάνιου και του χάρισε μια δοξασμένη νίκη. Δίπλα στο πεδίο της μάχης η εκκλησιά ήταν ανοιχτή. Ευλογούσε η Θεομάνα μας τα όπλα τα ιερά. Τα κλείσιμο των ναών είναι το ….τρόπαιο της απιστίας τού πάλαι ποτέ Γένους των Ρωμιών. Και απορώ; Και μόνο που βλασφήμησαν κατά του ζωοποιού και σωστικού μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας, έπρεπε η Ιεραρχία να ζητήσει, να απαιτήσει- το ελάχιστο- να ισχύσουν και για την εκκλησία οι διατάξεις των σούπερ μάρκετ. 
 Τώρα που μας εκύκλωσαν αι ζάλαι του βίου, ώσπερ μέλισσαι κηρίον, ας σηκώσουμε τα αγύριστα κεφάλια μας, το βλέμμα μας στον ουρανό. Εκεί θα βρούμε σκέπη, προστασία και γαλήνη. Εμείς οι Ορθόδοξοι Έλληνες, οι Ρωμηοί, όταν κινδυνεύουμε δεν παρακαλούσαμε τους γιατρούς της Δύσης και της Ανατολής ,  αλλά ψάλλαμε παρακλητικούς κανόνες και χαιρετισμούς, προσκαλούμε την Παναγία μας, την ελληνοσώτειρα, με τον τρόπο του Κολοκοτρώνη.

«Ο Αναγνωσταράς, Μπεηζαντές, Μπούρας πάνε στο Λεοντάρι έμεινα μόνος μου με το άλογό μου εις το Χρυσοβίτσι, γυρίζει ο Φλέσσας και λέγει ενός παιδιού: “Μείνε μαζί του μην τον φάνε τίποτες λύκοι”. Έκατσα έως που εσκαπέτισαν με τα μπαιράκια τους, απέ εκατέβηκα κάτου· ήτον μία εκκλησία εις τον δρόμον (η Παναγία στο Χρυσοβίτσι) και το καθισιό μου ήτον όπου έκλαιγα την Ελλάς: “Παναγία μου, βοήθησε και τούτην την φορά τους Έλληνες διά να εμψυχωθούν”. Και επήρα έναν δρόμο κατά την Πιάνα. Εις τον δρόμον απάντησα τον ξαδελφόν μου Αντώνιον, του Αναστάση Κολοκοτρώνη, με εφτά ανηψίδια μου, εγινήκαμεν εννιά, και το άλογό μου δέκα. Εγώ ήμουν και χωρίς τουφέκι». Αυτοί οι… δέκα έκαμαν την Επανάσταση. («Διήγησις συμβάντων της ελληνικής φυλής»).  
Ξημερώνει ο Θεός την μεγάλη ημέρα αύριο. «Αύτη η ημέρα ην εποίησεν ο Κύριος αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή…». Γιορτάζουμε τα δύο «χαίρε». Το πρώτο ακούγεται από τα χείλη του Αρχαγγέλου:  «Χαίρε, κεχαριτωμένη. Ο Κύριος μετά σού· ευλογημένη συ εν γυναιξί». Το δεύτερο από το στόμα του εθνικού μας ποιητή: «Χαίρε, ω χαίρε, λευτεριά». Τι να πρωτογράψεις και τι να πεις; Ο Παλαμάς, άλλο εθνικό ανάστημα, νομίζω απέδωσε αριστοτεχνικά την λαμπρή ημέρα. Σ’ αυτούς τους τέσσερις στίχους που θα παραθέσω-να τους μάθουν απ’ έξω όλοι οι Έλληνες- είναι κρυμμένη όλη η ιστορία μας ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι και ως Έλληνες:
«Σβήνουν δυο νύχτες, και δυο αυγές προβάλλουν στον αγέρα.
Δυο λευτεριές που σμίγουνε μέσα στην ίδια μέρα.
Δυο λευτεριές ματόβρεχτες, παιδιά μεγάλου κόπου,
η λευτεριά του Έλληνα κι η λευτεριά του ανθρώπου».
Σπουδαία, πολύ σπουδαία λόγια. Δόξα τω Θεώ, έχουμε προίκα, τζιβαϊρικό κληροδότημα, ανεκτίμητο. Είμαστε ο μόνος λαός που αναπαυόμαστε σε χρυσάφι και τρώμε ξυλοκέρατα. 
(Και οι γονείς, τώρα με την απαγόρευση, είναι λαμπρή ευκαιρία να «γνωρίσουν» τα παιδιά τους. Σε πολλούς υπήρχε η δυνατότητα να τα δουν μόνο το πρωί και να τα αποχαιρετήσουν το βράδυ με ένα φιλί και μια καληνύχτα. Θα πρότεινα –κυρίως για τα παιδιά του Δημοτικού-να αφήσουν τις εντολές του υπουργείου για ασκήσεις και λοιπές βαρύγδουπες κενολογίες και να πράξουν αυτό που λέει η καρδιά τους. Παιχνίδι, ανάγνωση ωραίων βιβλίων και συζήτηση. Πολλά θα μάθουν ….οι γονείς).
Να κλείσω με το Μεσολόγγι αδελφοί. Κι εμείς, δεν υπάρχει καμμία σύγκριση, αλλά είμαστε Έλληνες, νιώθουμε πολιορκημένοι. Ας πάει ο νους σε εκείνους τους μεγαλομάρτυρες, που βαστούσαν την αξιοπρέπειά τους , την πίστη και την φιλοπατρία τους. Αυτά μην τα χάσουμε…. 
(Το κείμενο δημοσιεύτηκε πέρυσι στο θαυμάσιο περιοδικό «Χριστιανική Βιβλιογραφία», του πολυσέβαστου Στυλιανού Λαγουρού. Είναι απόσπασμα από το βιβλίο του Ν. Βούλγαρη «Το Μεσολόγγι των Ιδεών, ερμηνεία της απόφασης της εξόδου»).
 «Ήταν πρωί, Σάββατο του Λαζάρου, 10 Απριλίου του 1826, όταν συγκροτήθηκε το νεκροδόξαστο εκείνο συμβούλιο αποφάσεως. Ήταν ένα συμβούλιο θανάτου. Οι καπεταναίοι είχαν αναλάβει να διερευνήσουν, με ανιχνευτές την ύπαρξη μυστικού δρόμου-διόδων για ακίνδυνο πέρασμα των Ελεύθερων Πολιορκημένων στην ελευθερία. Κανένας όμως δεν έφερε ελπιδοφόρα πληροφορία. Οι λόγχες και οι στενωποί φυλάγονταν άγρυπνα από τους πολιορκητές σε βάθος χώρου και τόπου. Γενική ήταν η κατήφεια και η σιωπηλή θλίψη. Την σιωπή της στιγμής έσπασε η βροντώδης και σταθερή έκρηξη του τρανοδύναμου αρχηγού της Φρουράς, του Θανάση Ραζη-Κότσικα.
– Υπάρχει δρόμος ωρέ!
– Ποιος είναι, στρατηγέ, και δεν τον λες τόση ώρα; Διαμαρτυρήθηκαν όλοι οι παριστάμενοι.
– Είναι ο δρόμος του Θεού, φωνάζει».
Μόνο αν βαδίσουμε τον δρόμο του Θεού, θα αναστηθούμε ως λαός…
Δημήτρης Νατσιός 
δάσκαλος-Κιλκίς – Μέλος του ΙΗΑ

Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Μήνυμα Της Προέδρου της Δημοκρατίας Kατερίνας Σακελλαροπούλου προς τον απόδημο ελληνισμό, με την ευκαιρία της εθνικής εορτής της 25ης Μαρτίου

 Kατερίνα Σακελλαροπούλου: Το μήνυμα της Προέδρου της Δημοκρατίας προς τον απόδημο ελληνισμό
«Αγαπητοί μου συμπατριώτες,
Ελληνίδες και Έλληνες του εξωτερικού,
Με μεγάλη χαρά απευθύνομαι σήμερα σε εσάς, τους απόδημους Έλληνες, για πρώτη φορά από την έναρξη της θητείας μου, με αφορμή την εθνική μας επέτειο. Στις 25 Μαρτίου του 1821, οι Έλληνες επαναστάτησαν για να αποτινάξουν τον οθωμανικό ζυγό, να ανακτήσουν την πολύτιμη ελευθερία τους και να οικοδομήσουν ένα σύγχρονο, ελεύθερο και δημοκρατικό κράτος, ακολουθώντας το παράδειγμα της αμερικανικής και της γαλλικής επανάστασης.
Η συμβολή των Ελλήνων της διασποράς στον αγώνα του 1821 υπήρξε καθοριστική, καθώς σημαντικά κέντρα του ελληνισμού από άποψη πνευματική, πολιτική, οικονομική, αλλά και αριθμητική, βρίσκονταν εκτός των εδαφών που αποτέλεσαν το πρώτο ελληνικό κράτος. Στην Οδησσό ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία και στη Μολδοβλαχία ξεκίνησε ο αγώνας για την ελευθερία. Πολλοί απόδημοι Έλληνες έλαβαν μέρος και θυσιάστηκαν στον αγώνα, ενώ οι ελληνικές παροικίες στην Βιέννη, το Παρίσι, το Βουκουρέστι, το Ιάσιο, την Βουδαπέστη, την Τεργέστη, την Βενετία και αλλού συνέβαλαν πνευματικά και υλικά στην επανάσταση.
Ο ρόλος όμως των Ελλήνων της διασποράς δεν σταμάτησε με την επίτευξη της ανεξαρτησίας μας. Από την πρώτη στιγμή, όλες οι δυνάμεις του απανταχού ελληνισμού βρέθηκαν στο πλευρό του νέου ελληνικού κράτους. Δεν είναι τυχαίο ότι από το εξωτερικό προέρχονταν οι περισσότεροι μεγάλοι εθνικοί ευεργέτες, ενώ το ίδιο ισχύει και για πολλές άλλες προσωπικότητες που διαδραμάτισαν καίριο ρόλο στον δημόσιο βίο της Ελλάδας. Και εσείς σήμερα, άξιοι συνεχιστές των Ελλήνων της εποχής εκείνης, είμαι βέβαιη ότι θα συνεχίσετε να στέκεστε στο πλευρό της Ελλάδας, όπως και εμείς, που κατοικούμε μέσα στα όρια του ελληνικού κράτους, οφείλουμε να βρισκόμαστε στο πλευρό των απανταχού Ελλήνων.
Η ανάγκη αυτή είναι ακόμα πιο έντονη σήμερα που η χώρα μας αντιμετωπίζει έντονες προκλήσεις σε ένα ρευστό διεθνές περιβάλλον. Πρέπει όλοι να δράσουμε με αποφασιστικότητα, ώστε να αντιμετωπίσουμε την επιθετική συμπεριφορά γειτονικών μας κρατών, τα οποία, μεταξύ άλλων, μεταχειρίζονται απελπισμένους ανθρώπους ως εργαλείο για να υπονομεύσουν την εθνική μας κυριαρχία, αδιαφορώντας για τον ανθρώπινο πόνο και το διεθνές δίκαιο. Σε μια συγκυρία δύσκολη, οφείλουμε ταυτόχρονα να διαφυλάξουμε τις αξίες του ελληνισμού, όπως την ελευθερία, τη δημοκρατία, την ισότητα και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Με βάση τις αξίες αυτές, ενωμένοι και δημιουργικοί, θα πορευτούμε για να κερδίσουμε ένα μέλλον ευημερίας που να μας χωράει όλους. Μέλλον που, με έμπνευση το ευρωπαϊκό όραμα, συνδέεται με ένα νέο πατριωτισμό, ο οποίος δεν αντιστρατεύεται τον κοσμοπολιτισμό αλλά αποτελεί προϋπόθεσή του. Αυτόν τον πατριωτισμό είχε κατά νου ο Γιώργος Σεφέρης, όταν, μιλώντας στους Έλληνες της Αιγύπτου, ένα ιστορικό τμήμα του αποδήμου ελληνισμού, για τον στρατηγό Μακρυγιάννη, αναφερόταν στη "στιγμή που κοιτάζουμε και συλλογιζόμαστε και προσπαθούμε να διακρίνουμε το πεπρωμένο του ελληνισμού μέσα από την καταιγίδα και πέρα από την πλατιά στροφή που κάνει στα χρόνια μας η ιστορία του κόσμου" και υπενθύμιζε τα λόγια του στρατηγού, πως "τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι".
Αγαπητοί μου συμπατριώτισσες και συμπατριώτες,
Οι ημέρες που ζούμε φέρουν το βαρύ φορτίο της παγκόσμιας εξάπλωσης της πανδημίας του κορωνοϊού, μιας τραγικής υγειονομικής κρίσης που απαιτεί ψυχραιμία και αυστηρή συμμόρφωση με τα μέτρα των αρμοδίων. Φέτος, δεν θα πραγματοποιηθούν παρελάσεις και εκδηλώσεις για την εθνική μας επέτειο. Ο κάθε όμως Έλληνας, όπου και αν βρίσκεται, είναι σίγουρο ότι θα αισθανθεί εθνική υπερηφάνεια και θα γιορτάσει την ημέρα όχι συλλογικά αλλά στην καρδιά και την ψυχή του. Φέτος, το εθνικό χρέος μάς καλεί να επιδείξουμε πνεύμα συλλογικής συνείδησης και ατομική ευθύνη. Εύχομαι και ελπίζω ότι και αυτός ο αγώνας, που δεν αφορά μόνο τον ελληνισμό αλλά την ανθρωπότητα ολόκληρη, σύντομα, με την συνεργασία της διεθνούς επιστημονικής κοινότητας, θα κερδηθεί. Και ότι του χρόνου θα γιορτάσουμε τα 200 χρόνια από την επανάσταση του 1821 με τον πιο λαμπρό τρόπο».

Δευτέρα 28 Μαρτίου 2016

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΩΝ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ ΤΟΥ 21



του Φώτη Μιχαήλ

(Ομιλία για την Εθνική Επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821)

’’Βίος ανεόρταστος, μακρά οδός απανδόχευτος’’, έλεγαν οι παλιοί. Ζωή χωρίς γιορτές, μοιάζει με ταξίδι πολυήμερο χωρίς ανάπαυση, χωρίς ανεφοδιασμό.
Η 25η Μαρτίου, για ‘μάς τους Έλληνες, είναι πνευματικό πανδοχείο, που προσφέρει διπλή ανάπαυση και διπλό ανεφοδιασμό. Και ο λόγος είναι, ότι την ίδια μέρα εορτάζουμε  δυο μοναδικές και ανεπανάληπτες ελευθερίες μας. Πρώτα την ελευθερία από τα δεσμά του θανάτου λόγω της αμαρτίας, και έπειτα την ελευθερία του Γένους μας από την τουρκική σκλαβιά.

Στον λίγο χρόνο που έχουμε στην διάθεσή μας, θα αναφερθούμε στο δεύτερο σκέλος της εορτής, που έχει να κάνει με την εθνική μας παλιγγενεσία. Θέμα μας, το παράπονο των αγωνιστών του ’21.

Αδελφοί μου,
Η επέτειος της 25ης Μαρτίου θαρρώ πως δεν είναι απλά και μόνον μια ευκαιρία για μεγάλα λόγια, για ψεύτικες επετειακές πολιτικές δηλώσεις, για εμβατήρια και εξέδρες.
Είναι πάνω απ’ όλα μια πρώτης τάξεως πρόκληση για γόνιμο προβληματισμό και μια εξαιρετική αφορμή για συλλογική και προπάντων για προσωπική αυτοκριτική. Μια αυτοκριτική βασισμένη κυρίως πάνω σε μια σύγκριση των δικών μας επιλογών και αξιών σε σχέση με τα ιδανικά και τις επιλογές των Αγωνιστών του ’21.
Θα πούνε ίσως μερικοί: Καλά, πώς είναι δυνατόν να συγκριθούν οι συνθήκες του ’21 με τις τωρινές; Τι κοινό μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στα χρόνια εκείνα και τα δικά μας; Οι πρόγονοί μας τότε ήσαν σκλαβωμένοι, ενώ εμείς…
Αδελφοί μου, εάν δεν έχουμε ακόμα καταλάβει, ότι στις ημέρες μας ζούμε μια σκλαβιά ασύγκριτα πιο σκοτεινή και πιο ύπουλη από εκείνη την σκλαβιά, που βίωσαν οι πρόγονοί μας επί τουρκοκρατίας, τότε είμαστε δυστυχώς άξιοι της μοίρας μας.
Εάν δεν έχουμε ακόμα συνειδητοποιήσει, ότι στα χρόνια μας είμαστε σκλαβωμένοι διπλά, δηλαδή, όχι μονάχα σε ξένους δυνάστες αλλά και στα πάθη μας τα δαιμονικά, τότε πώς θα πάρουμε την απόφαση να ελευθερωθούμε; Τότε, με ποιο όραμα, με ποιες δυνάμεις, με ποια αποφασιστικότητα, προσδοκάμε να ξαναπάρουμε πίσω την χαμένη μας Ελευθερία, την χαμένη μας τιμή και αξιοπρέπεια, την χαμένη μας αθωότητα;
Ας προχωρήσουμε, λοιπόν, να δούμε πού βασίστηκαν οι αγωνιστές του ’21, ποια ήταν τα ιδανικά τους, ποια τα οράματά τους και ποιος ο σκοπός του Αγώνα τους; Και αφού τοποθετήσουμε έπειτα τους εαυτούς μας απέναντί τους, να δούμε, τελικά, δικαιώσαμε τους Αγώνες τους ή τους έχουμε περιφρονήσει τόσο, που η καρδιά τους πονάει από θλίψη και το λαρύγγι τους πνίγεται μέσα στο παράπονο;
Αδελφοί μου,
Τα γεγονότα της Επαναστάσεως μαρτυρούν, ότι δύο είναι τα πιο δυνατά κοινά σημεία αναφοράς όλων ανεξαιρέτως των Αγωνιστών του ’21: Η Πίστη και η Πατρίδα. Όλες οι μάχες, όλες οι θυσίες γίνονται πρώτα για την Πίστη την Αγία και έπειτα για την φιλτάτη Πατρίδα.
Βρισκόμαστε στο θρυλικό Ιάσιο της Μολδοβλαχίας. Τα παλληκάρια του Ιερού Λόχου –Πόντιοι στην πλειονότητά τους- ακούνε τον επίσης ποντιακής καταγωγής Αλέξανδρο Υψηλάντη να τους προτρέπει: »Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν. Να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα και να υψώσωμεν το Σημείον δι ού πάντοτε νικώμεν. Λέγω τον Σταυρόν. Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος».
Να υψώσουμε, βροντοφωνάζει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου μας, με την βοήθεια του οποίου πάντοτε νικάμε και να τα δώσουμε όλα για την Πίστη και την Πατρίδα.

Εμείς σήμερα τι κάνουμε; Ακούμε την φωνή του Υψηλάντη;
Εμείς, σήμερα, αντί να τον υψώσουμε τον Σταυρό, όπως έκανε ο Υψηλάντης, τον περιφρονούμε υβριστικά: Τον πετάμε από τα σχολεία και τις δημόσιες υπηρεσίες, τον αφαιρούμε από το κοντάρι της Σημαίας μας, τον βγάζουμε από τα στήθια μας και από τις καρδιές μας, και δεν ξέρω εάν σε λίγο, εν ονόματι της νεοταξικής πολυπολιτισμικότητας, τον κατεβάσουμε ακόμη και από τους τρούλους των εκκλησιών μας.
Τα έργα μας, δεν τα στερεώνουμε πια στον Σταυρό του Κυρίου μας, όπως τα στερέωναν οι αγωνιστές του ’21, αλλά πού; Τα στηρίζουμε στην αυτοπεποίθησή μας, στην επιστημοσύνη μας, στα βρώμικα δανεικά των εβραϊκών τραπεζών, στους δούρειους ίππους των ΕΣΠΑ, στα ναρκοθετημένα οικονομικά πακέτα της λεγόμενης ευρωπαϊκής ένωσης.
Όσο για τις μάχες, που δίνουμε σήμερα στην ζωή μας, είναι ολοφάνερο, ότι σε γενικές γραμμές έπαψαν να είναι μάχες για την Πίστη και την Πατρίδα, όπως καλούσε τους αγωνιστές ο Αλέξανδρος Υψηλάντης. Έχουν μετατραπεί σε μάχες για την ατομική μας καθαρά καλοπέραση. Μάχες για κέρδη, για καταθέσεις, για καριέρα, για δόξα. Πάντως όχι μάχες για την Ορθοδοξία μας και την Ελλάδα μας.
Στην Αγία Λαύρα, ο Επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός υψώνει το ιστορικό λάβαρο της Επανάστασης του ’21, ευλογεί τους αγωνιστές και μεταξύ των άλλων βροντοφωνάζει: »Ήρθε η ώρα να σπάσουμε τα δεσμά και τον ζυγό, που βαραίνει τον τράχηλό μας. Καλύτερος είναι ο θάνατος με το όπλο ανά χείρας, παρά η θέαση του εξευτελισμού των βωμών και των εστιών».
Τα ίδια γράφει στα απομνημονεύματά του και ο Μακρυγιάννης: ’’Όταν μου πειράξουν την πατρίδα και την θρησκεία μου, θα μιλήσω, θα ‘νεργήσω κι ότι θέλουν ας μου κάνουν’’.
Σήμερα, όμως, αδελφοί μου, όταν μας πειράζουν την Πίστη ή την Πατρίδα, συνήθως δεν κάνουμε, αυτό που θα έκανε ο Μακρυγιάννης. Προτιμάμε να μείνουμε σιωπηλοί, ψυχροί και αδιάφοροι. Μια ταπεινωτική ήττα της ποδοσφαιρικής μας ομάδας τολμώ να πω, ότι ίσως μας εξαγριώνει περισσότερο.
Τα παραδείγματα; Αμέτρητα!
Μήπως, ως λαό, μας έθιξαν τα γεγονότα των Ιμίων; Σε ποιο σχολείο σήμερα γίνεται λόγος για τα ηρωϊκά μας εκείνα παιδιά, που θυσιάστηκαν για την Πατρίδα εκείνο το βράδυ; Θα μας πει κανείς ποιο βόλι τα θανάτωσε;
Μήπως μας πειράζει το νέο παιδομάζωμα; Έρχεται ο κύριος Φούχτελ, αρπάζει τα παιδιά μας και εμείς χαιρόμαστε, που σώζονται! Πού; Στα χέρια των Γερμανών!
Μήπως φαίνεται από την στάση μας, ότι μας προβληματίζει στα σοβαρά η κατάργηση των συνόρων μας και η απώλεια της εθνικής μας κυριαρχίας;
Τι κάνουμε ως λαός και ως ηγεσίες, για να αποτρέψουμε την κοινωνική, πολιτισμική και δημογραφική αλλοίωση, που επιχειρείται σήμερα σε βάρος της Πατρίδας μας, με αφορμή τάχα το προσφυγικό;
Αδελφοί μου, ας μην μπερδευόμαστε. Άλλο πράγμα η χριστιανική αγάπη προς τους όντως πρόσφυγες και άλλο η ανεξέλεγκτη εγκατάσταση φανατικών μουσουλμάνων μέσα στην αιματοβαμμένη από το Ισλάμ πατρίδα μας.
Στον Αγώνα του ’21 έδωσαν το αίμα τους ένα εκατομμύριο πρόγονοί μας. Δέκα πατριάρχες και 120 επίσκοποι έχασαν τα κεφάλια τους από την χατζάρα του Ισλάμ.
Αυτή την ώρα, μονάχα στον Πειραιά, λειτουργούν σαράντα τεμένη!
Γι’ αυτό θυσιάστηκαν για την Πατρίδα και την Ορθοδοξία όλοι αυτοί; Για να ξαναγεμίσει η Πατρίδα μας τζαμιά; Δεν μας έφτασαν χίλιοι εκατό Νεομάρτυρες; Θέλουμε κι άλλους;
Και για τον εξευτελισμό των εστιών, πόσο άραγε θιγόμαστε και αντιδρούμε, όταν αφήνουμε τον θεσμό της οικογένειας στην πατρίδα μας να διαλυθεί, όταν τον θεόσδοτο γάμο τον περνάμε μέσα από τα δημαρχεία και όχι μέσα από τις εκκλησιές μας, όταν αναδεικνύουμε τον σοδομισμό σε αξία γαμική, όταν οι γονείς κατάντησαν βάρος και η παιδοποιία βάσανο παραπανίσιο, όταν δολοφονούμε πάνω από 300.000 αγέννητα παιδιά τον χρόνο;
Αλλά και για τον εξευτελισμό, που δέχονται σήμερα άνθρωποι και σύμβολα της Πίστεώς μας, πόσο μπορούμε να πούμε ότι μας καίει, όταν, ως Έλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ανεχόμαστε να αποκλείονται οι Ιεράρχες μας από τις σχολικές αίθουσες, όταν μένουμε σιωπηλοί στην απόσυρση της εικόνας του Κυρίου μας από την είσοδο της θεολογικής μας σχολής, όταν δεχόμαστε  αδιαμαρτύρητα την διακωμώδηση του ράσου σε καρναβαλικές εκδηλώσεις ή σε παρελάσεις σοδομιστών;
Με όλα αυτά τα ’’κατορθώματά’’ μας, πώς είναι δυνατόν, αγωνιστές σαν τον Μακρυγιάννη και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, να μην έχουν παράπονα και να μην είναι πικραμένοι μαζί μας;
Ο μεγάλος Διδάχος του Γένους μας, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, ο ακούραστος  αυτός Αγωνιστής για το Ποθούμενο, για την Ελευθερία του Γένους, στις διδαχές του έλεγε: ’’Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε’’.
Εμείς σήμερα τι κάνουμε, αδελφοί μου; Εμείς σήμερα, αντί να φυλάξουμε και να στερεώσουμε την Πίστη μας, όπως προέτρεπε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, πολύ συχνά, δυστυχώς, την υπονομεύουμε και την αμβλύνουμε.
Φυλάμε την Πίστη μας, όταν στις θεολογικές μας σχολές και σε κάποιες από τις λεγόμενες ακαδημίες θεολογικών σπουδών, τα τελευταία χρόνια, περιφρονούμε τους Αγίους Πατέρες, που είναι οι στυλοβάτες της Πίστεώς μας,  και διδάσκουμε θεωρίες και πρακτικές δήθεν μεταπατερικές;
Φυλάμε την Πίστη μας, όταν κάθε τόσο συμπροσευχόμαστε στο εξωτερικό με αιρετικούς και αλλοθρήσκους; Όταν το κοράνιο το ονομάζουμε βιβλίο ιερό, δοθείσης μάλιστα ευκαιρίας το δωρίζουμε κιόλας αντί του Ευαγγελίου;
Στερεώνουμε την Πίστη μας, όταν καταργούμε τον ομολογιακό χαρακτήρα του μαθήματος των θρησκευτικών, και τους παραδοσιακούς θεολόγους μας τους περιφρονούμε;
Όταν αναθέτουμε την θεραπεία των παθών της ψυχής μας σε ψυχολόγους, σε ψυχοθεραπευτές και σε ομοιοπαθητικούς, ενώ ο μόνος θεραπευτής των ψυχών μας είναι ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός,  θεραπευτήριό Του η Εκκλησίας μας και μοναδικά Του φάρμακα τα Ιερά μας Μυστήρια;
Φυλάμε την Πίστη μας, όταν με νόμους της πολιτείας δήθεν αντιρατσιστικούς, φιμώνουμε τον άμβωνα σε θέματα όπως η ομοφυλοφιλία, οι εκτρώσεις, οι δυσώνυμες δυτικόφερτες εκτροπές του θεσμού του γάμου, η κάρτα του πολίτη, η αχρήματη κοινωνία, λες και όλα αυτά δεν αφορούν στην Πίστη μας, δεν άπτονται του κεφαλαίου της σωτηρίας μας;
Πώς, λοιπόν, με όλα αυτά και άλλα τόσα, να μην είναι πικραμένος μαζί μας ο Εθναπόστολός μας, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός; Και πώς να μην πνίγεται από το παράπονο, βλέποντάς μας να παρατάμε κάποιες φορές αφύλαχτη την πολυτίμητη Ορθοδοξία μας και να δηλώνουμε ενθουσιασμένοι με τα ξυλοκέρατα, που μας έρχονται από την Δύση;
Ο πρώτος και μοναδικός Κυβερνήτης μας ήταν, ως γνωστόν, ο μέγιστος των Ελλήνων πολιτικών, ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Ο ευλογημένος αυτός πρωτεργάτης της εθνικής μας παλιγγενεσίας, δυστυχώς για την Πατρίδα μας, δεν έμελλε να ζήσει για πολύ.
Τα έργα του, το ήθος του, η πίστη του και γενικά η προσωπικότητά του, έκαναν τους ξένους να τον φθονήσουν. Και με χέρι δικό μας δολοφονείται στο Ναύπλιο, την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου του 1831, στην είσοδο του Ιερού Ναού του Αγίου Σπυρίδωνος, στις έξι και μισή το πρωΐ.
Τυχαία η μέρα, η ώρα και ο τόπος της δολοφονίας του; Όχι βέβαια. Διότι ο Κυβερνήτης συνήθιζε να εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή και μάλιστα ’’όρθρου βαθέως’’.
Αδελφοί μου, ως Λαός και ως Ηγεσίες, αντέχουμε σήμερα να μπούμε απέναντί του και να καθρεπτισθούμε στο Εκκλησιαστικό ήθος του μεγάλου μας Κυβερνήτη; Στις ημέρες μας, εμείς οι Έλληνες βαπτισμένοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, σε τί άραγε ποσοστά εκκλησιαζόμαστε, όχι βεβαίως καθ’ έξιν, αλλά με γνήσιο Ορθόδοξο φρόνημα και πνευματική καθοδήγηση;
Και από την μεριά των ηγεσιών μας, πόσοι Έλληνες αξιωματούχοι υπάρχουν σήμερα, που λειτουργούνται τακτικά τις Κυριακές, όπως ο Καποδίστριας, αναθέτοντας τις υποθέσεις της Πατρίδας στα χέρια του Θεού;
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, μέσα από την δράση του και τα γραπτά του, αποδεικνύεται ότι την Ορθοδοξία την είχε στο κέντρο της καρδιάς του. Και πλάϊ σ’ αυτήν, φύλαγε άλλες δυο μεγάλες του αγάπες: Την Ελλάδα και την Παιδεία την Ελληνική.
Το όραμά του για την Εθνική μας Παιδεία ήταν ένα Σχολείο Ελληνικό και Ορθόδοξο. Γι’ αυτό και διακήρυττε: «Τα σχολεία δεν είναι απλώς τόποι προσκτήσεως γνώσεων, αλλά κυρίως φροντιστήρια ηθικής, χριστιανικής και εθνικής αγωγής».
’’Αποτελεί Θεία τιμή, έλεγε, το να αναθρέψει κάποιος Ελληνόπαιδες’’. Πώς, όμως; ’’Με τις γνώσεις της Ιεράς μας θρησκείας και με την πάτριον γλώσσα’’ και όχι με την αθεΐα και την ξένη γλώσσα από τα γεννοφάσκια μας, όπως κάνουμε σήμερα.
Όσο για την Ευρώπη, την οποία σήμερα θεωρούμε ’’τόπον επαγγελίας’’, ο Καποδίστριας δεν έτρεφε και ιδιαίτερη εκτίμηση. Για τα παιδιά, που έφευγαν στην Δύση για να σπουδάσουν, έλεγε: «…αναγκαιότατον κρίνω να συλλέξωμεν και επαναγάγωμεν εις την Ελλάδα (να  φέρουμε πίσω) τους νέους Έλληνας, όσοι επί προφάσει μαθήσεως διαφθείρωνται εν Ευρώπη…».
Πώς, λοιπόν, να είναι ευχαριστημένος ο Μεγάλος μας Κυβερνήτης και μαζί του όλοι οι αγωνιστές του ’21, με το σημερινό μας εκκλησιολογικό φρόνημα, με την απιστία των σημερινών μας πολιτικών ανδρών, με τη κατάντια της Εθνικής μας Παιδείας;
Ο οπλαρχηγός Δημήτριος Μακρής ήταν ένας από τους επικεφαλείς οπλαρχηγούς στην  ηρωϊκή Έξοδο του Μεσολογγίου. Με το τέλος του πολέμου, ενώ διέθετε δύναμη και επιρροή, δεν ασχολήθηκε με την πολιτική. Αποσύρθηκε και ασχολήθηκε με τα χωράφια του και τα ζωντανά του.
Όταν μετά από καιρό, ο Όθωνας θέλησε να τον τιμήσει για την προσφορά του στον Αγώνα, προτείνοντάς του την θέση του Υπασπιστού, ο γενναίος οπλαρχηγός Δημήτριος Μακρής με την παροιμιώδη απάντηση που έδωσε, μας άφησε μέγα μάθημα αξιοπρέπειας και εσωτερικού μεγαλείου.
Εμφανώς ενοχλημένος και κατηφής, είπε στον βασιλιά: «Μεγαλειότατε, εγώ δεν ξέρω να τσακάω (διπλώνω) τη μέση μου» και έφυγε με το κεφάλι ψηλά.
Στις ημέρες μας, αδελφοί μου, πόσοι άραγε από εμάς, στην καθημερινή μας ζωή, διαθέτουμε το ηθικό σθένος και το ψυχικό μεγαλείο του Κλέφτη Δημητρίου Μακρή;
Και προπαντός, πόσοι από τους σημερινούς αξιωματούχους είναι αποφασισμένοι να πουν όχι σε τιμητικές διακρίσεις, σε διευκολύνσεις και σε οικονομικές παροχές, που προέρχονται από γνωστούς εχθρούς της Πίστεως και της Πατρίδος και που κρύβουν από πίσω αναμονές ανταλλαγμάτων;
Το ’’δεν τσακάω τη μέση μου’’ του μεγάλου αγωνιστή Δημητρίου Μακρή, είναι δυνατόν να ταιριάσει με το πρωθυπουργικό ’’γιές σερ’’ της βραδιάς των Ιμίων ή με το άλλο ’’γιες’’ στο σχέδιο Ανάν;
Το ’’δεν τσακάω τη μέση μου’’ του μεγάλου αγωνιστή Δημητρίου Μακρή,
είναι δυνατόν να ταιριάσει με το ’’ναι’’ το δικό μας στην σκλαβιά της κάρτας του πολίτη και στην φυλακή της αχρήματης κοινωνίας, που μας έχουν ετοιμάσει;
Πώς να μην είναι, λοιπόν, πικραμένος και παραπονεμένος ο αγωνιστής Δημήτριος Μακρής, όταν βλέπει σήμερα, ότι οι απροσκύνητοι ανάμεσα στον λαό και τους ηγέτες, τείνουν να γίνουν είδος προς εξαφάνιση;
Αδελφοί μου, ενώ οι άλλοι λαοί στους εθνικούς στους ύμνους μιλάνε για τα κατορθώματά τους και  τις ομορφιές της πατρίδας τους, εμείς είμαστε ο μοναδικός λαός σε ολόκληρο τον κόσμο, που ο Εθνικός μας ύμνος είναι ένας ύμνος αφιερωμένος στην Ελευθερία.
Στις ημέρες μας οφείλουμε να παραδεχθούμε, ότι η έννοια της Ελευθερίας δεν έχει το ίδιο ειδικό βάρος με εκείνο που είχε στις καρδιές των αγωνιστών του ’21. Εμείς σήμερα εύκολα την διαπραγματευόμαστε. Για τους αγωνιστές, όμως, του ’21 ποτέ δεν ήταν υπόθεση για διαπραγμάτευση. Δεν την αντάλλασαν με τίποτε! Για παράδειγμα οι Σουλιώτες:
Στα 1803, στα Γιάννενα, ο Αλή Πασάς στην προσπάθειά του να πείσει τους Σουλιώτες καπεταναίους να παραδοθούν, τους υποσχόταν, ότι αφού παρέδιδαν  το Σούλι, θα τους χάριζε ό, τι λαχταρούσε η ψυχή τους. Πήρε, όμως, από τους Σουλιώτες την εξής απάντηση: ’’Η λευτεριά μας, πασά μου, ούτε αγοράζεται ούτε πουλιέται με θησαυρούς και ταξίματα, παρά μονάχα με το αίμα και του τελευταίου Σουλιώτη’’.
Θα έχουν άδικο σήμερα οι Σουλιώτες καπεταναίοι, εάν θα είναι παραπονεμένοι και θυμωμένοι μαζί μας;
’’Τι κάνετε ωρέ, μας φωνάζουν με δυσαρέσκεια και αγανάκτηση. Πουλάτε την Ελευθερία, την οποία σας παραδώσαμε εμείς με το αίμα μας, για μια δήθεν καλοπέραση, για μια ψεύτικη ευμάρεια; Τι τα θέλετε ωρέ τα δάνεια των Εβραίων; Δεν βλέπετε, ότι σας έφθειραν και σας οδήγησαν στα μνημόνια, δηλαδή στην σκλαβιά; Δεν βλέπετε ότι έχετε να κάνετε με σατανικούς δανειστές,  που μισούν θανάσιμα την Ελλάδα μας και την Ορθοδοξία μας’’;
Οι Αγωνιστές του ’21, όχι μονάχα δεν διαπραγματεύονταν την Λευτεριά τους, αλλά ακόμα και σε περιπτώσεις όπου η στρατιωτική υπεροχή των τούρκων ήταν συντριπτική, ποτέ δεν φέρθηκαν με δειλία, με συμβιβασμούς, με υπολογισμούς κατά τα πρότυπα τα δυτικά.
Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος ανάμεσα στον Κολοκοτρώνη και τον Εγγλέζο ναύαρχο Χάμιλτων, σε μια δύσκολη καμπή του Αγώνα. Του λέει ο Χάμιλτων: ’’Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσετε συμβιβασμό και η Αγγλία να μεσιτεύσει’’.
Και ο Κολοκοτρώνης του απαντά: ’’Αυτό δεν γίνεται ποτέ. Ελευθερία ή θάνατος! Εμείς, καπετάν Χάμιλτων, ποτέ συμβιβασμόν δεν εκάμαμεν με τον Τούρκον. Άλλους έκοψε, άλλους εσκλάβωσε με το σπαθί και άλλοι, καθώς εμείς, εζούσαμεν ελεύθεροι από γενεά εις γενεά’’.
Εξίσου χαρακτηριστική είναι και η απάντηση, που έδωσε ο μπουρλοτιέρης των ψυχών Παπαφλέσσας προς τους συμπολεμιστές του, όταν εκείνοι, στο Μανιάκι, για λόγους ασφαλείας, του πρότειναν να πιάσουν ταμπούρια σε ψηλότερες θέσεις στο βουνό: Τους είπε: »Εγώ δεν ήρθα εδώ για να μετρήσω από τα ψηλώματα πόσος είναι ο στρατός του Μπαϊράμη. Ήρθα να πολεμήσω. Καθίστε εδώ, να πεθάνουμε σαν αρχαίοι Έλληνες».
Αδελφοί μου, με τέτοιο φρόνημα ανυπότακτο και ασυμβίβαστο, που είχε ο Κολοκοτρώνης, θα ανεχόταν, να υπάρχουν σήμερα στην Πατρίδα μας εν ενεργεία υπουργοί, που να αρνούνται την Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, της Μικράς Ασίας και της Θράκης;
Θα δεχόταν ο Γέρος του Μοριά, να καταθέσει στεφάνι στον Μουσταφά Κεμάλ, τον  εμπνευστή και δράστη αυτής της Γενοκτονίας, όπως πράττουμε εμείς σήμερα;
Θα ανεχόταν ο γενναιότατος Παπαφλέσσας, να υπάρχουν σήμερα στην Πατρίδα μας υπουργοί και πανεπιστημιακοί καθηγητές, που να συνηγορούν στην ίδρυση τμήματος ισλαμικών σπουδών μέσα στην Θεολογική σχολή της Θεσσαλονίκης μας;
Θα συμβιβαζόταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, να διαφεντεύεται σήμερα η Θράκη μας από το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής ή μήπως θα  ανεχόταν, εν ονόματι τάχα κομματικών συμφερόντων, να εκλέγονται στην Βουλή των Ελλήνων, πράκτορες τουρκικών συμφερόντων;
Ο πατριωτισμός, αδελφοί μου, δεν εννοείται σε εμάς τους Έλληνες ως κάτι  ανεξάρτητο και ξένο από την Ορθόδοξη πίστη μας. Πατριωτισμός και Ορθοδοξία σ’ εμάς πάνε μαζί. Αρκεί να σας θυμίσω, τι έκαναν οι Φραγκολεβαντίνοι στο νησί της Σύρου, σαν είδαν από μακριά να καταφθάνουν τα καράβια του Ιμπραήμ: αρνήθηκαν την ελληνική τους καταγωγή και ύψωσαν αμέσως στα μπαλκόνια τους σημαίες Ιταλιάνικες και Γαλλικές.
Εμείς οι Ορθόδοξοι πάνω απ’ όλα έχουμε στην καρδιά μας τον Χριστό και με την αγάπη την δική Του αγαπάμε και την Πατρίδα μας.
Έτσι και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, δεν ήταν απλά και μόνον ένας φιλόπατρις αγωνιστής.
Ήταν προπαντός άνθρωπος με βαθιά πίστη στον Θεό και με εμπιστοσύνη μεγάλη στην Παναγιά μας.
Γράφει ο ίδιος: ’’Ήταν μιά εκκλησία εις τον δρόμον, η Παναγία στο Χρυσοβίτσι, και το καθησιό μου ήτο όπου έκλαιγα την Ελλάς…
Σίμωσα, έδεσα το άλογό μου σ’ ένα δένδρο, μπήκα μέσα και γονάτισα.
Παναγία μου, είπα από τα βάθη της καρδιάς μου και τα μάτια μου δάκρυσαν. Παναγία μου, βοήθησε και τούτη τη φορά τους Έλληνες να ψυχωθούν’’.
Αξίζει εδώ να μνημονεύσουμε ένα ακόμα περιστατικό από την ζωή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, που δείχνει τις πολύ βαθιές Ορθόδοξες ρίζες του: Βρισκόμαστε στο Βαλτέτσι. Μόλις έχει τελειώσει η αποφασιστική εκείνη μάχη για την τελική έκβαση του Αγώνα. Διηγείται ο ίδιος: ’’ Δώδεκα-δεκατρεῖς Μαΐου ἦτον. Εἴκοσι τρεῖς ὧρες ἐβάσταξε ὁ πόλεμος. Ἐκείνην τὴν ἡμέρα ἦτον Παρασκευὴ καὶ ἔβαλα λόγον ὅτι: Πρέπει νὰ νηστεύσωμεν ὅλοι διὰ δοξολογίαν ἐκείνης τῆς ἡμέρας, καὶ νὰ δοξάζεται αἰώνας αἰώνων ἑωσοῦ στέκει τὸ ἔθνος, διατὶ αὐτὴ ἦταν ἡ ἐλευθερία τῆς Πατρίδος’’.
’’Πρέπει νὰ νηστεύσωμεν ὅλοι διὰ δοξολογίαν ἐκείνης τῆς ἡμέρας’’.
Τι να λέει άραγε σήμερα ο Γέρος του Μοριά, βλέποντάς μας να διοργανώνουμε ξεφαντώματα με γύρους και σουβλάκια εν μέσω Μεγάλης Σαρακοστής, για να τιμήσουμε τάχα την Επανάσταση του ’21;
Στην ίδια γραμμή με τον Κολοκοτρώνη, σε ότι αφορά την σχέση του με την Ορθοδοξία,  στοιχίζεται και ο άλλος μεγάλος άνδρας της Επανάστασης, οστρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης.
Γράφει στα απομνημονεύματά του: ’’Και βγήκαν τώρα κάτι δικοί μας κυβερνήτες, Έλληνες, σπορά της εβραιουργιάς, που είπαν να μας σβήσουν την Αγία Πίστη, την Ορθοδοξία, διότι η Φραγκιά δεν μας θέλει με τέτοιο ντύμα Ορθόδοξον… Εμείς, με σκιάν μας τον Τίμιον Σταυρόν, επολεμήσαμεν. Και αυτός ο Σταυρός μας έσωσε. Τόση μικρότητα στον Σταυρό, τον σωτήρα μας! Και βρίζουν οι πουλημένοι εις τους ξένους και τους παπάδες μας, τους ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους. Εμείς τους παπάδες, τους είχαμε μαζί εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Ντροπή Έλληνες!»
Αδελφοί μου, με όλα αυτά που πίστευε και υπερασπιζόταν ο Μακρυγιάννης, θα μπορούσε να ανεχθεί σήμερα αδιαμαρτύρητα , μέσα στην ίδια του την
Πατρίδα , να περιφρονείται το ράσο, να υποτιμάται και να διώκεται η Ορθοδοξία μας από το σύνολο σχεδόν του πολιτικού μας προσωπικού, να φορολογούνται ληστρικά οι Εκκλησιές μας, να μην διορίζονται παπάδες, αλλά τουναντίον να ανοίγονται θέσεις για ιμάμηδες και να χαρίζονται εκατομμύρια, από τις άδειες τσέπες των Ορθοδόξων Ελλήνων πολιτών, για την λεγόμενη εκπαίδευση των μουσουλμανοπαίδων;
Ίσως για τις περιπτώσεις αυτές, να λένε κάποιοι από εμάς: Τι να κάνουν οι πολιτικοί μας άρχοντες; Αναγκάζονται να ελιχθούν διπλωματικά. Υποχρεώνονται. Εκβιάζονται. Το επιβάλλουν οι τρόποι καλής συμπεριφοράς.
Να, όμως, που έρχονται τα πρόσωπα και τα γεγονότα του ’21 και ακυρώνουν εντελώς κάθε παρόμοια δικαιολογία: Βρισκόμαστε στην πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου, λίγο πριν από τα Χριστούγεννα του 1822. Δέκα χιλιάδες Τούρκοι, με επικεφαλής τον Ομέρ Βρυώνη και τον Κιουταχή, σχεδιάζουν να κάνουν την τελική τους επίθεση το βράδυ των Χριστουγέννων. Τότε, δηλαδή, που οι Έλληνες θα βρίσκονται στις εκκλησιές, για να τους αιφνιδιάσουν.
Ο Γιάννης Γούναρης ήταν κυνηγός του Ομέρ Βρυώνη και ακολουθούσε υποχρεωτικά τον τουρκικό στρατό, διότι κρατούσαν ομήρους, στην Άρτα, την γυναίκα του και τα παιδιά του.
Ο Γιάννης Γούναρης γνωρίζει για την νυχτερινή επίθεση των Τούρκων. Το δίλλημα τραγικότατο!
Να αποκαλύψει το σχέδιο στους Μεσολογγίτες ή να μην το πει σε κανέναν; Από το μαχαίρι του τούρκου να σώσει το Μεσολόγγι ή να σώσει την γυναίκα του και τα παιδιά του; Να βάλλει πρώτα την Πατρίδα ή τον εαυτό του και την οικογένειά του;
Βέβαια, με την λογική των ημερών μας, θα μπορούσε και εκείνος να φερθεί κατά πως λένε διπλωματικά. Να υπακούσει στα κελεύσματα του πολιτικού σαβουάρ βιβρ, της λεγόμενης πολιτικής ορθότητας. Να φορέσει, δηλαδή, φέσι ή κιπά. Τι κάνει, όμως;
Περνάει κρυφά στο Μεσολόγγι, βγαίνοντας δήθεν για κυνήγι,  και ειδοποιεί αμέσως τους Μεσολογγίτες για το δόλιο σχέδιο του Κιουταχή. Το Μεσολόγγι
φυλάγεται. Ο Κιουταχής αποτυγχάνει στην επίθεσή του. Οι Μεσολογγίτες σώζονται. Τα παιδιά του και η γυναίκα του σφαγιάζονται αυθημερόν.
Ο Ήρωας Αγωνιστής Γιάννης Γούναρης, ’’επόμενος τοις αρχαίοις ημών πατράσι’’, ακολούθησε την φωνή του Σοφοκλή, ο οποίος σε μια από τις τραγωδίες του έγραφε: ’’Όταν η Πατρίδα ευτυχεί, ευτυχώ κι εγώ και η οικογένειά μου. Όταν, όμως, το ενδιαφέρον μου περιορίζεται στον εαυτό μου και στην οικογένειά μου, ενώ η Πατρίδα δυστυχεί, τότε και η δική μου ευημερία δεν θα κρατήσει για πολύ’’.
Είναι εντυπωσιακό το γεγονός, ότι τα ίδια ακριβώς με τον αρχαίο Έλληνα τραγωδό έλεγε και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, μιλώντας στην Πνύκα προς τους μαθητές των Αθηνών:
«Η προκοπή σας και η μάθησή σας να μην γίνει σκεπάρνι μόνο για το άτομό σας αλλά να κοιτάξει το καλό της κοινότητας και μέσα εις το καλόν αυτό βρίσκεται και το δικό σας».
Αναρωτιέμαι: Ο αγράμματος γέρος του Μοριά, πού διδάχθηκε Αρχαία Ελληνική τραγωδία;
Μπορεί να πέφτω έξω, αλλά, σκέφτομαι ότι αυτά τα μαθήματα ήταν γραμμένα μέσα από την μήτρα της μάνας του. Αυτά τα λόγια ήταν αρχές, που περνούσαν από γενιά σε γενιά μέσα από την ζωή, μέσα από την παράδοση.
Σήμερα, όμως, αυτή η συνέχεια διασαλεύθηκε. Με δική μας ευθύνη οικειοποιηθήκαμε ξένα πρότυπα. Παρατήσαμε στην άκρη έναν αμύθητο δικό μας πολιτισμικό θησαυρό και μείναμε τώρα γυμνοί, περιμένοντας να ντυθούμε με τα κουρέλια της παραπαίουσας Δύσης.
Τον ίδιο γνώμονα με τον Κολοκοτρώνη, δηλαδή, τον Αρχαίο Έλληνα τραγωδό, είχε και ο Σερραίος μεγαλέμπορος και τραπεζίτης, ο επαναστάτης Εμμανουήλ Παππάς. Η φήμη του για την πατριωτική του δράση είχε φτάσει σε κάθε άκρη της Ελλάδας. Όλα του τα πλούτη και όλα του τα υπάρχοντα τα διέθεσε στον Αγώνα για την Ελευθερία της Πατρίδας.
Τα τρία από τα τέσσερα παιδιά του έπεσαν στο πεδίο της μάχης. Ο τέταρτος γιός του άφησε την τελευταία του πνοή στην ελεύθερη Ελλάδα πάμπτωχος.
Το στρατηγείο του –για να μην ξεχνάμε και τον ρόλο των Μοναστηριών μας στον αγώνα του ’21-  το είχε εγκαταστήσει στο Άγιον Όρος, στην  Ιερά Μονή Εσφιγμένου.
Με το ίδιο φρόνημα κινήθηκε και ο Θρακιώτης καραβοκύρης καπετάν Αντώνης Βιζβίζης. Δίπλα του αγέρωχη η καπετάνισσα Δόμνα Βιζβίζη και τα πέντε τους μικρά παιδιά. Το καράβι τους η »Καλομοίρα», κανονικό πολεμικό, οπλισμένο με δικά τους έξοδα, έχει γίνει το σπίτι τους.
Ο καπετάν Βιζβίζης όλα του τα υπάρχοντα τα έχει δώσει για την Πατρίδα. Του αρέσει να λέει: ’’Δεν λυπάμαι να ξοδεύω χρήματα, αφού μ” αυτά θα κτιστή το χρυσό παλάτι της Ελευθερίας’’.
Σίγουρα από εκεί ψηλά, ο Σερραίος τραπεζίτης και ο Θρακιώτης καραβοκύρης θα αναρωτιούνται δικαιολογημένα: Πού είναι σήμερα οι Εμμανουήλ Παππάδες και οι Βισβίζηδες; Πού είναι σήμερα οι Έλληνες τραπεζίτες, μεγαλέμποροι και εφοπλιστές, να στηρίξουν την δοκιμαζόμενη Πατρίδα; Πού χάθηκαν οι εθνικοί μας ευεργέτες;
Και δεν χάθηκαν μονάχα οι εθνικοί μας ευεργέτες, αδελφοί μου. Σήμερα έχουν χαθεί και εκείνα τα πολιτικά αναστήματα, που όχι μόνον δεν δέχονταν να
πάρουν δεκάρα για τις υπηρεσίες τους από τον εθνικό κορβανά, αλλά αντιθέτως υποθήκευαν ακόμα και την προσωπική τους περιουσία, προκειμένου να στηριχθεί οικονομικά η καθημαγμένη Πατρίδα.
Παράδειγμα ο Καποδίστριας. Ο Ιωάννης Καποδίστριας  ήταν ο πρώτος και μοναδικός Κυβερνήτης μας, που δεν καταδέχτηκε ποτέ του να πάρει μηνιάτικο και που, για δάνειο της Πατρίδας, έβαλε υποθήκη τα πατρικά του κτήματα στην Κέρκυρα.
Πώς, λοιπόν,  ο άγιος της πολιτικής μας να μην έχει παράπονο μεγάλο από όλους μας, όταν βλέπει στις ημέρες μας επώνυμους αξιωματούχους, αλλά και απλούς πολίτες, να πλουτίζουν παράνομα με λεφτά του Δημοσίου;
Είναι πολύ χαριτωμένος ο διάλογος ανάμεσα στον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο και τον θείο του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, όπου καυτηριάζεται, θα λέγαμε, αυτό ακριβώς το πράγμα: ο παράνομος πλουτισμός, σε βάρος της Πατρίδας.
Το μικρό συμβάν διασώζεται ως εξής: Ο Αγώνας έχει τελειώσει και οι ένδοξοι οπλαρχηγοί έχουν αποσυρθεί στα σπίτια τους. Είναι παραμονή πρωτοχρονιάς.
Ο θρυλικός Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, υποδέχεται στο φτωχικό του, στον Πειραιά, τον θείο του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη. Μια ομάδα παιδιών μπαίνουν στην αυλή και λένε τα κάλαντα. Ο Νικηταράς δεν έχει να δώσει τίποτε στα παιδιά. Ζητάει μερικούς παράδες από τον Κολοκοτρώνη. Ο Γέρος του δίνει και πειράζοντάς τον, του λέει: ’’Δεν ντρέπεσαι να ζητιανεύεις, κοτζάμ καπετάνιος εσύ, με τόσες δόξες; Τι σόϊ στρατηγός είσαι τότενες’’;
Ο Νικηταράς τον κοιτάζει ήρεμα τον θείο του και του απαντά σεμνά: ’’Πραματευτής δεν ήμουνα. Η μοίρα μου, το θέλησε να γίνω καπετάνιος. Μα δεν θα ήταν σωστό να κάνω πραμάτεια το καπετανλίκι μου για να καζαντίσω (για να πλουτίσω)’’.
Είναι τόσα πολλά τα κατορθώματα, αλλά και τα παράπονα των Αγωνιστών του ’21! Πώς να τα διέλθουμε όλα αυτά μέσα σε μια παρουσίαση όπως η αποψινή;
Σεβαστοί πατέρες, αδελφοί αγαπητοί, καλά μας παιδιά,
Ο φιλάνθρωπος Θεός, ανάλογα με τα έργα μας, άλλοτε μας επισκέπτεται με την ευδοκία Του, άλλοτε με την μακροθυμία Του και άλλοτε με την παραχώρηση διαφόρων πειρασμών.
Στα χρόνια τα δικά μας , είναι ολοφάνερο, ότι, λόγω της αποστασίας μας, μας επισκέπτεται η φιλανθρωπία του Θεού μέσω δοκιμασιών.
Οι δυσκολίες και οι εχθροί, που έπεσαν κατ’ επάνω μας αυτά τα χρόνια, είναι μέσα στο σχέδιο του Θεού για την κατά Χριστόν παιδαγωγία μας.
Ο δάσκαλος του αγίου Μάρκου του Ευγενικού, ο Ιωσήφ ο Βρυέννιος, τριάντα χρόνια πριν από την Άλωση, είχε πει: ’’Ο λόγος για τον οποίον επέπεσαν εκ δυσμών και εξ ανατολών διάφοροι εχθροί και λυμαίνονται την αυτοκρατορία είναι ολοφάνερος: ’Όλοι οι Χριστιανοί έγιναν υπερήφανοι, αλαζόνες, φιλάργυροι, φίλαυτοι, αχάριστοι, απειθείς, λιποτάκται, ανόσιοι, αμετανόητοι, αδιάλλακτοι. Έγιναν οι άρχοντες κοινωνοί ανόμων, οι υπεύθυνοι άρπαγες, οι
κριτές δωρολήπτες, οι μεσίτες ψευδείς, οι νεώτεροι ακόλαστοι, οι αστοί εμπαίκτες, οι χωρικοί άλαλοι και οι πάντες αχρείοι. Χάθηκε ευλαβής από της γης, εξέλιπε στοχαστής, ουχ εύρηται φρόνιμος’’.
Πόσον επίκαιρος αναδεικνύεται ο μεγάλος μας διδάσκαλος Ιωσήφ Βρυέννιος, εάν αναλογισθούμε, ότι η περιγραφή του αυτή δεν απέχει και πολύ από μια περιγραφή της σημερινής μας κατάστασης.
Ας μην αποθαρρυνόμαστε, όμως.  Ο Θεός Πατέρας είναι μαζί μας. Εκείνο που ζητάει από εμάς, μέσα από τις δυσκολίες αυτές, είναι να μετανοήσουμε, να σωθεί η Πίστη μας. Να μην χάσουμε την ψυχή μας. Αυτά μας διδάσκουν οι σύγχρονοι Άγιοι Πατέρες μας, αυτά έλεγε και ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, αναφερόμενος στους λόγους, για τους οποίους βρεθήκαμε κάτω από την χαντζάρα του Τούρκου.
’’…έστειλεν ο Θεός τον άγιον Κωνσταντίνον και εστερέωσε βασίλειον χριστιανικόν∙ και το είχαν χριστιανοί το βασίλειον 1150 χρόνους. Ύστερα το εσήκωσεν ο Θεός το βασίλειον από τους Χριστιανούς και ήφερε τον Τούρκο μέσα από την Ανατολήν και του το έδωκε δια εδικόν μας καλόν… Και τι; Άξιος ήτον ο Τούρκος να έχει βασίλειον; Αλλά ο Θεός του το έδωκε δια το καλόν μας. Και διατί δεν ήφερεν ο Θεός άλλον βασιλέα, οπού ήτον τόσα ρηγάτα (=βασίλεια) εδώ κοντά να τους το δώσει, μόνον ήφερε τον Τούρκον μέσαθε από την Κόκκινην Μηλιά και του το εχάρισε; Διατί ήξευρεν ο Θεός πως τα άλλα ρηγάτα μας βλάπτουν εις την Πίστιν, και ο Τούρκος δεν μας βλάπτει, άσπρα δώσ’ του και καβαλλίκευσέ τον από το κεφάλι. Και δια να μην κολασθούμεν, το έδωκε’’.


Αδελφοί μου,
Οι αγωνιστές του ’21 αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για την Πίστη και την Πατρίδα. Εμείς, όμως, σε μεγάλο βαθμό έχουμε περιφρονήσει τον αγώνα τους,  και τα δύο αυτά πολύτιμα δώρα του Θεού τα έχουμε παραμελήσει.
Τα προστάγματά Του τα βάλαμε στην μπάντα και αφήσαμε να ενεργήσουν οι επιθυμίες μας. Ο παράδεισος, που μας χάρισε ο Θεός, δεν μας άρεσε. Μας γυάλισε η κόλαση των απάτριδων και των απίστων. Γι’ αυτό και η φιλανθρωπία Του, μας επισκέπτεται σήμερα με δοκιμασίες: Με ανεργία, με φτώχεια, με χρέη, με αβάσταχτους φόρους, με λεηλασία του δημόσιου πλούτου, με εισβολές αλλοφύλων, με επιθέσεις εχθρικές.
Και τώρα τι κάνουμε; Τώρα, εάν πράγματι θέλουμε να ξαναφορέσουμε την παλιά μας δόξα, δεν έχουμε παρά να ακούσουμε την πατρική φωνή του κοντινού μας αγίου Πορφυρίου, που με πόνο ψυχής ικέτευε: ’’Πίσω, γυρίστε πίσω, γυρίστε στην Εκκλησία. Πλανηθήκαμε’’.
Έλεγε ο αείμνηστος πατήρ Αθανάσιος Μυτιληναίος: ’’Με ρωτάνε, τι είναι πατριωτισμός. Κι εγώ τους απαντώ: Ο πιο θερμός, ο πιο γνήσιος πατριωτισμός είναι να αποφεύγεις την αμαρτία και να κάνεις ό, τι μπορείς για την Πατρίδα σου".

Να, πώς θα σβηστεί και το παράπονο από τα χείλη των Αγωνιστών του ’21.


ΦΩΤΗΣ ΜΙΧΑΗΛ

ΙΑΤΡΟΣ

(Λαγκαδάς, 25η Μαρτίου 2016


Πηγή


Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας

Στα χρόνια της Επανάστασης του 21 παράλληλα με τους αγώνες για την απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό, Έλληνες λόγιοι έδιναν την δική τους μάχη για να ενισχύσουν το φιλελληνικό κίνημα. Με όπλο την πέννα τους βομβάρδιζαν με φλογερές επιστολές όσα πρόσωπα είχαν επιρροή στην διεθνή σκηνή και ζητούσαν επίσημη αναγνώριση για την κρατική οντότητα της Ελλάδας.

Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας

Πρωταγωνιστικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή είχε ο Αδαμάντιος Κοραής και μάλιστα μετά από μία επιστολή του ήρθε η θερμή ανταπόκριση από μια μακρινή γωνιά της.
Το νεοσύστατο κράτος της Αιτής ήταν η πρώτη χώρα η οποία επισήμως αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας ενώ ακόμα ήταν σε πλήρη εξέλιξη ο Αγώνας.
Ήταν μια απρόσμενη εκδήλωση συμπαράστασης καθώς η επιστολή με την οποία αναγνωριζόταν η κρατική μας υπόσταση ήταν γεμάτη αναφορές από την ελληνική ιστορία για τα τρόπαια από την ναυμαχία της Σαλαμίνας και τον θρίαμβο στον Μαραθώνα.
Την ιστορία αυτή ανέσυρε από την σκόνη της λήθης ο κ. Ιβέλτ Λεμπρέν ως επίτιμος πρόξενος της Αιτής στην Ελλάδα κατά την διάρκεια μεγάλης ημερίδας για τον Φιλελληνισμό, την οποία διοργάνωσε χθές το υπουργείο Εθνικής Άμυνας στο Μουσείο της Ακρόπολης. Με την αφήγησή του εξιστόρησε την επικοινωνία που ανέπτυξε ο Κοραής με τον πρόεδρο της Αιτής Πιέρ Μπουαγιέ και παρουσίασε την επιστολή συμπαράστασης που έστειλε στους επαναστατημένους Έλληνες.
Όμως και ο ίδιος ο κ. Λεμπρέν είναι συνδεδεμένος με την Ελλάδα, καθώς σπούδασε ιατρική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και έκτοτε ρίζωσε εδώ όπου εργάζεται ως ορθοπαιδικός -χειρουργός.
Αϊτή, η πρώτη χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία της Ελλάδας
Όπως εξηγεί ο κ. Λεμπρέν η Αϊτή (το λεγόμενο Χαΐτιον, σύμφωνα με τα ελληνικά της εποχής) ήταν το πρώτο κράτος που προσέφερε αναγνώριση στην Επανάσταση του '21 και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης, όπως προκύπτει από την επιστολή του προέδρου της Ιωάννου Βόγιερ (Jean Pierre Boyer) προς τον Αδαμάντιο Κοραή. Η επιστολή αυτή φέρει ως ημερομηνία την 15 η Ιανουαρίου του 1822 και ήταν η απάντηση του Πιέρ Μπουαγιέ στο αίτημα βοήθειας που είχε στείλει η Ελληνική Επιτροπή στο Παρίσι. Με επιστολή τους οι Α.Κοραής, Κ. Πολυχρονιάδης, Α. Βογορίδης και Χρ. Κλωνάρης ζητούσαν βοήθεια για την Επανάσταση, κατόπιν συστάσεων του Γάλλου στρατηγού Λαφαγιέτ και του Επισκόπου Βλαισών Γρηγορίου, ο οποίος είχε επισκεφθεί το νησί της Καραιβικής.
“Ο Κοραής είχε ζητήσει βοήθεια απο την Αιτή η οποία όμως ως μια φτωχή χώρα δεν ήταν δυνατόν να στείλει χρήματα στην Ελλάδα. Όμως ανταποκρίθηκε θερμά με συμβολικό τρόπο” λέει ο επίτιμος πρόξενος και συμπληρώνει ότι σύμφωνα με στοιχεία είχαν αποσταλεί μερικοί Αιτινοί για να πολεμήσουν μαζί με τους αγωνιστές αλλά είναι αμφίβολο εάν έφτασαν τελικά στην Ελλάδα. Όπως αναφέρει ο κ. Ιβέλτ Λεμπρέν γεννήθηκε στην Αιτή αλλά ζεί εδώ και χρόνια μόνιμα στην Ελλάδα. “Ήρθα εδώ για σπουδές μαζί με τα έμαθα την γλώσσα και και τελείωσα το Α.Π.Θ. Είμαστε τρία αδέλφια που σπουδάσαμε εδώ. Στην Αιτή πάντα λέγαμε ότι όποιος θέλει να αποκαλείται επιστήμονας πρέπει να πάει στην Ελλάδα”.
Το γράμμα προς τον Κοραή και τους τρείς άλλους Έλληνες, διασώθηκε, σε ελληνική μετάφραση, στο Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του φιλικού και αγωνιστή του '21, Ιωάννου Φιλήμονος:
Ελευθερία… Ισότης
Ιωάννης Πέτρου Βόγερ, πρόεδρος του Χαϊτίου, προς τους Πολίτας της Ελλάδος Α. Κοραήν, Κ. Πολυχρονιάδην, Α. Βογορίδην και Κ. Κλωνάρην.
Εις τα Παρίσια
Πριν ή δεχθώμεν την επιστολή υμών, σημειουμένην εκ Παρισίων τη 20η παρελθόντος Αυγούστου, έφθασεν ενταύθα η είδησις της επαναστάσεως των συμπολιτών υμών κατά του δεσποτισμού, του επί τρεις περίπου διαρκέσαντος εκατονταετηρίδας. Μετά μεγάλου ενθουσιασμού εμάθομεν ότι η Ελλάς αναγκασθείσα τέλος πάντων εδράξατο των όπλων, ίνα κτήσηται της ελευθερίαν αυτής και την θέσιν, ήν μεταξύ των εθνών του κόσμου κατείχε.
Μία τόσον ωραία και τόσον νόμιμος υπόθεσις, και προ πάντων αι συνοδεύσασαι ταύτην πρώται επιτυχίαι, ουκ εισίν αδιάφοροι τοις Χαϊτίοις, οίτινες, ως οι Ελληνες επί πολύν καιρόν έκλινον τον αυχένα υπό ζυγόν επονείδιστον και δια των αλύσεων αυτών συνέτριψαν την κεφαλήν της τυραννίας.
Ευχηθέντες προς τον ουρανόν, όπως υπερασπισθή τους απογόνους του Λεωνίδου , εσκέφθημεν ίνα συντρέξωμεν τας γενναίας δυνάμεις τούτων, ει μη διά στρατευμάτων και πολεμοφοδίων, τουλάχιστον διά χρημάτων, ως χρησίμων εσομένων διά προμήθειαν όπλων, ών έχετε ανάγκην. Συμβεβηκότα όμως, επιβαλόντα τη πατρίδι ημών μεγάλην ανάγκην. επησχόλησαν όλον το χρηματικόν, εξ ού η Διοίκησις ηδύνατο καταβάλει μέρος. Σήμερον έτι η επανάστασις, η κατά το ανατολικόν μέρος της νήσου επικρατούσα, υπάρχει νέον προς την εκτέλεσιν αυτού του σκοπού κώλυμα. Επειδή το μέρος όπερ ηνώθη μετά της Δημοκρατίας, ής προεδρεύω, υπάρχει εν μεγίστη ενδεία και προκαλεί δικαίως μεγάλην του ταμείου ημών την δαπάνην. Εάν δ' επέλθωσι κατάλληλοι, ως επιθυμούμεν, αι περιστάσεις, τότε βοηθήσωμεν προς τιμήν ημών τοις τέκνοις της Ελλάδος, όσον δυνηθώμεν.
Πολίται, διερμηνεύσατε προς τους συμπατριώτας υμών τας θερμοτέρας ευχάς, άς λαός του Χαϊτίου αναπέμπει υπέρ της ελευθερώσεως αυτών. Οι μεταγενέστεροι Ελληνες ελπίζουσιν εν τη αναγεννωμένη ιστορία τούτων άξια της Σαλαμίνος τρόπαια. Είθε παρόμοιοι τοις προγόνοις αυτών αποδεκνυόμενοι και υπό των διαταγών του Μιλτιάδου διευθυνόμενοι, δυνηθώσιν εν τοις πεδίοις του νέου Μαραθώνος τον θρίαμβον της ιεράς υποθέσεως, ήν επεχείρησαν υπέρ των δικαιωμάτων αυτών, της θρησκείας και της πατρίδος. Είθε, τέλος, διά των φρονίμων διατάξεων αυτών μνημονευθώσιν εν τη ιστορία οι κληρονόμοι της καρτερίας και των αρετών των προγόνων.
Τη 15η Ιανουαρίου 1822 και 19η της Ανεξαρτησίας
ΒΟΓΕΡ
Γιώργος Αποστολίδης

πηγή

Αρχιερείς κατά την Επανάσταση του '21


 
ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ '21
O ΚΛΗΡΟΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ

ΠΕΤΡΟΥ Α. ΓΕΩΡΓΑΝΤΖΗ
ΟΙ ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΚΑΙ ΤΟ 21 (αντίδραση ή προσφορά;) Ξάνθη

     Σε μια αναμέτρηση λοιπόν και αντιπαράταξη θυσιαστικά δύο θρησκειών και δυό κόσμων οι Ορθόδοξοι Έλληνες κληρικοί και μάλιστα οι αρχιερείς όχι μόνο δεν αντέδρασαν ούτε χλεύασαν τον αγώνα, αλλ' όπως είναι φυσικό και αυτονόητο, υπήρξαν οι φυσικοί ταγοί και ηγέτες, του αγωνιζομένου λαού. Πραγματικοίμπροστάρηδες, που, σαν άλλοι Μωυσείς ανέλαβαν να οδηγήσουν το λαό από τη σκλαβιά στην ελευθερία με κάθε προσωπική τους θυσία.
Το ράσο όλων των κληρικών, από του ασημότερου καλόγερου μέχρι του πολιουσεβάσμιου και άγιου Πατριάρχη, μεταβλήθηκε σε φλάμπουρο, που ηλέκτριζε και πύρωνε τα πνεύματα των αγωνιζομένων Ελλήνων. Η συμμετοχή των κληρικών, και μάλιστα των αρχιερέων, ήταν τόσο φυσική και τόσο αυτονόητη και απαραίτητη, ώστε όχι μόνο να συμπαρίστανται σε κάθε αγωνιστική προσπάθεια αλλά να θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ, μια και οι Έλληνες δεν επιχειρούσαν τίποτε, εάν προηγουμένως δεν έβλεπαν τους ρασοφόρους να τους ευλογούν, με τους σταυρούς και τα ιερά τους άμφια, και να τους οδηγούν στο καθήκον.
Ενδεικτικό του πόσο πολύ υπολόγιζαν όλοι οι Έλληνες (διοικούντες και λαός) τότε την παρουσία των αρχιερέων στις πολεμικές συρράξεις είναι και ένα έγγραφο της προσωρινής Ελληνικής κυβερνήσεως κατά το Μάιο του 1825, με το οποίο, μπροστά στον κίνδυνο της προελάσεως του Ιμπραήμ, έδωσε εντολή στους αρχιερείς, που βρισκόταν στο Μωριά: Κομάνων Αγαθάγγελο, Παροναξίας Ιερόθεο, Φαρσάλων Γεράσιμο, Τριπόλεως Δανιήλ και Ρέοντος και Πραστού Διονύσιο,να κινηθώσι όσον τάχος για να περιέρχονται τις επαρχίες Άργους, Τριπολιτζάς, Βοστίτζης (Αιγίου), Πατρών, Λεονταρίου και Μεσσήνηςκαι να κηρύσσουν τοτης εθνεγερσίας σάλπισμα, προτρέποντας τους χριστιανούς σε γενική εξέγερση κατά του τυράννου κατακτητού δια να συντρέξουν εις την ταχείαν ξεκίνησιν των στρατευμάτων.
Κατά συνέπεια δεν πρέπει να θεωρείται υπερβολική η κρίση ότι άνευ της συμμετοχής, της συμπαραστάσεως και της συμπράξεως του ιερού κλήρου δεν θα ευωδούντο τα του ιερού αγώνος.
    ΟΦωτάκος, δίδοντας το μέτρο της εκτιμήσεως και του σεβασμού των τότε Ελλήνων στους ρασοφόρους, χαρακτηρίζει τον κλήροθεόπεμπτο και σεβάσμιοκαι επιλέγειεις την επανάστασιν πρώτος ο κλήρος εφάνη εις τον αγώνα με τον σταυρόν και με τη σπάθην εις τας χείρας.
Σε άλλο πάλι σημείο των απομνημονευμάτων του (ως να διαισθάνθηκε ότι θα εγερθούν άνδρες, που θα ισχυρισθούν ότι οι αρχιερείς δια της βίας σύρθηκαν στον αγώνα) τονίζει εμφαντικά και απερίφραστα:Οι αρχιερείς της και άπας ο λοιπός κλήρος...αυθόρμητος εκινήθη. . .και πρώτος έλαβε τα όπλα.
Αναγνωρίζοντας δε την αμέριστη συμμετοχή και συνδρομή των κληρικών στους αγώνες του 1821 αναφωνεί:
Ευτυχισμένη ήταν η ημέρα της επαναστάσεως της ελληνικής φυλής, διότι και τότε και προ χρόνων ακόμη το έθνος είχε και τον θεόπεμπτον και σεβάσμιον κλήρον ως οδηγόν του... Ο Κλήρος παρουσιάσθη εμπρός με τον σταυρόν και με το όπλον εις τας χείρας, έβαλε την φωνήν εκ μέρους της θρησκείας και έδωκε το σύνθημα πατρίς και θρησκεία.. .εσυμβούλευσε, ευλόγησε, αγίασε τα όπλα, ύψωσε την σημαίαν του σταυρού... Έκαστος δε κληρικός επήρε πλέον ως έργον του πολέμου να παρευρίσκεται παντού εις τα στρατόπεδα και εις τα φροντιστήρια δια να ετοιμάζη τα πολεμοφόδια και τας τροφάς, όχι μόνον δι ιδίων εξόδων και θυσιών αλλά και με τα ιδία του τα χέρια, άλλοι δε εξ αυτών να πολεμούν τον εχθρόν της πίστεως και της πατρίδος, μαζί με τους στρατιώτας και άλλοι πάλιν να στέκωνται έμπροσθεν του Υψίστου και να επικαλούνται την εξ ύψους βοήθειαν. . .
 Ούτως δε ενεργείται η Ελληνική επανάστασις από όλας τας τάξεις των κληρικών, των αρχιερέων δηλαδή, των ιερέων και των μοναχών των μοναζόντων εις τα ιερά καταγώγια, τα οποία έγιναν κοινά δια την ελευθερίαν την εθνικήν.
Τέλος η επιτροπή που συστήθηκε (1833) από τον Όθωνα (μεταξύ των οποίων ο Σπ. Τρικούπης, ο Π. Νοταράς και ο Σκαρλ. Βυζάντιος) για τα Εκκλησιαστικά πράγματα της Ελλάδος, έγραψε στην έκθεσή της:
Πρώτοι οι ιερείς του Υψίστου έκλιναν ους ευήκοον εις την φωνήν της ελευθερίας και περιζωσάμενοι μετά της νοητής ρομφαίας του Ευαγγελικού λόγου το ξίφος του Άρεως, διέπρεψαν πολλαχώς εις τον Ελληνικόν αγώνα. Και τα ονόματα των εν Κωνσταντινουπόλει αθλησάντων Αρχιερέων θέλουν στολίζει δια παντός τας πρώτας σελίδας της νεωτέρας Ελληνικής ιστορίας.
Και μόνο με τα παραπάνω κείμενα θα έπρεπε να σιγήσει κάθε αντίρρηση και αντίλογος για τη συμπεριφορά του κλήρου και μάλιστα των αρχιερέων κατά το 1821. Επειδή όμως πιθανώς να υπάρχουν έστω μερικοί που θα επιμένουν να αμφισβητούν τις μαρτυρίες εκείνων των αυτοπτών και συναγωνιστών των ιεραρχών και επειδή είναι γεγονός ότι δεν φωτίσθηκε ακόμα επαρκώς η πτυχή της συνεισφοράς των αρχιερέων στην παλιγγενεσία του 1821 θα καταβληθεί προσπάθεια να έλθουν στο φως ορισμένες τουλάχιστον ενέργειες και δραστηριότητες των τότε αρχιερέων, όσες δηλ. η σμίλη της ιστορίας κατόρθωσε να περισώσει μέσα από το χαλασμό και την ερήμωση εκείνων των χρόνων, μια και είναι αδύνατον να περιγραφεί αναλυτικά η όλη προσφορά αυτών λόγω ποικιλίας και πυκνότητος μαχητικής αλλά και εξειδικευμένης προσφοράς.


ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΟΥ 1821


       Είναι γνωστόν αλήθεια ότι οι μύδροι των επικριτών δε στρέφονται γενικά κατά του κλήρου αλλά κυρίως κατά των αρχιερέων η γενικά κατά του ανωτέρου κλήρου. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις γίνεται αντιδιαστολή ότι ενώ ο κατώτερος κλήρος (εννοώντας τους ιερείς) συμμετέσχε και συνέπραξε σύξυλος στον αγώνα, ο ανώτερος κλήρος και μάλιστα οι αρχιερείς ήταν εκείνοι που αντέδρασαν και αντιτάχθηκαν σ' αυτόν.
Για να υποστηρίξουν δε τις απόψεις και ισχυρισμούς τους οι επικριτές επικαλούνται πραγματικά περιστατικά και λόγους των ιδίων των ιεραρχών, που μαρτυρούν ότι μεμονωμένα ό α ή β ιεράρχης, ή μερικοί τουλάχιστον από αυτούς, έδειχναν να δυσπιστούν και να αμφιβάλλουν για τη δυνατότητα επιτυχίας ενός τέτοιου εγχειρήματος, όπως ο γενικός ξεσηκωμός του γένους, ενώ για άλλους ότι έφθαναν να αντιδρούν και να φαίνονται ότι τάσσονται στο πλευρό των Τούρκων. Αναφέρονται ακόμα και ορισμένες αδυναμίες ή και πάθη των ιεραρχών, που τα προβάλλουν ως βδεληρά και αποτρόπαια, ξεχνώντας ότι και οι αρχιερείς είχαν σώμα και ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους συγχρόνους τους ή και σαν και εμάς σήμερα με τις μικροεπιθυμίες, φιλοδοξίες, όνειρα, εγωισμούς κ.λπ. και επομένως θα πρέπει να τους βλέπουμε όσο κι αν ήταν οι κατά τόπους κεφαλές της Εκκλησίας και εις τύπον Θεού ως ανθρώπους και όχι ως αγγέλους.
Ξεπερνώντας λοιπόν τις ενδεχόμενες και αναγνωριζόμενες ανθρώπινες αδυναμίες, που τους καταμαρτυρούν, θα πρέπει να αναζητήσουμε να δούμε εάν τελικά κατόρθωσαν να αρθούν στο ύψος των τότε περιστάσεων και να προσφέρουν θετικό έργο στην υπόθεση του 1821.
Επιχειρώντας μάλιστα να διερευνήσουμε τα μύχια των ανθρώπων εκείνων και να τους ηθογραφήσουμε καλό είναι να μη μένουμε στα λόγια ή τις ενέργειες κάποιας οποιασδήποτε στιγμής τους αλλά να αναζητούμε τις οριακές στιγμές της πολιτείας τους, και μάλιστα του τέλους τους, γιατί, όπως έγραψε και ο Θουκυδίδης, προς το τελευταίον εκβάν έκαστον των πριν υπαρξάντων κρίνεται, και ανάλογα να τους μακαρίσουμε ή να τους κατακρίνουμε, κατά το απόφθεγμα του Σόλωνος μηδένα προ του τέλους μακάριζε (αλλά και κατάκρινε).
Πόσο κοντά λοιπόν στην αλήθεια είναι ο ισχυρισμός των επικριτών ότι αντέδρασαν οι αρχιερείς στο 1821; Ήταν στα αλήθεια εναντίον της αποτινάξεως του τουρκικού ζυγού ή όχι; Αλλά και εάν δεν αντέδρασαν ποια η συμμετοχή τους στο έπος του 1821; Ποια η θετική και αδιαμφισβήτητη συνεισφορά τους στην παλιγγενεσία των Ελλήνων;
Το ερώτημα αυτό θα επιχειρηθεί να διερευνηθεί και να απαντηθεί. Ποιο συγκεκριμένα θα αναζητηθούν στοιχεία και μαρτυρίες για το πόσοι και ποιοι από τους αρχιερείς συμμετέσχαν, αυτόβουλοι και απρόσκλητοι, ενεργά και δραστήρια στον αγώνα. Πόσοι και ποιοι πήραν στο ένα χέρι το Σταυρό και στο άλλο το γιαταγάνι. Πόσοι εγκατέλειψαν τις πατερίτσες για τα καρυοφύλλια, τους θρόνους για τα μετερίζια και τα ταμπούρια, την επισκοπή για την ελευθερία.
Ποιοι πάλι δοκιμάσθηκαν σαν αληθινοί ποιμένες χάρη του λαού στα ανήλια, υγρά, θεοσκότεινα, δυσώδη και φοβερά μπουντρούμια των τουρκικών φυλακών όπου επί μέρες και μήνες ή χρόνια καθημερινά δοκίμαζαν τα πάνδεινα βασανιστήρια και φρικτές στερήσεις.
Τέλος ποιοι έδωσαν και την τελευταία τους πνοή, ώστε το όραμα τόσων γενεών να θεμελιωθεί και στοιχειωθεί επάνω στα λιπόσαρκα, αιμάσσοντα και ασπαίροντα κορμιά σκέλεθρά τους, ώστε από τα κατ εξοχήν ιερά τους κόκκαλα να εξανθίσει ο κάλλιστος σπόρος και καρπός της ελευθερίας.
Έτσι π.χ. ο Σκαρίμπας, αν και ισχυρίζεται ότι όλοι οι ιεράρχες χλεύασαν και αντέδρασαν στο 21, τελικά φθάνει να παραδεχθεί ότι, έστω, μόνον οι αρχιερείς Σαλώνων Ησαΐας, Μεθώνης Γρηγόριος και Ρωγών Ιωσήφ υπήρξαν εκείνοι, που με τη θέληση τους συμμετέσχαν στον αγώνα και έδωσαν και τη ζωή τους σ' αυτόν.
Άλλοι όμως ερευνητές δέχονται ότι ο αριθμός των αρχιερέων που συμετέσχαν με τον α ή β τρόπο στους αγώνες του 1821 και πρόσφεραν και τη ζωή τους ή βασανίσθηκαν και δοκιμάσθηκαν από τους δυνάστες σ' αυτόν τον ιερό πόλεμο είναι πολλαπλάσιοι.
Αλλά και αυτοί που υπεραμύνονται της προσφοράς των αρχιερέων δυστυχώς δεν αναφέρουν επώνυμα και συγκεκριμένα παρά μόνο ελάχιστα ονόματα αρχιερέων, συνήθως τα ίδια και τα ίδια, που επαναλαμβάνονται από όλους τους μελετητές και συγγραφείς, ως απόδειξη της συμπράξεως των αρχιερέων στην παλιγγενεσία.
Έτσι συνήθως αναφέρονται τα ονόματα του Πατριάρχου Γρηγορίου και των αρχιερέων Αδριανουπόλεως Δωροθέου, Εφέσου Διονυσίου, Δέρκων Γρηγορίου, Αγχιάλου Ευγενίου, Π. Πατρών Γερμανού, Χριστιανουπόλεως Γερμανού, Δημητσάνης Φιλοθέου, Σαλώνων Ησαία, Ρωγών Ιωσήφ, Μεθώνης Γρηγορίου, Κορώνης Γρηγορίου, Κύπρου Κυπριανού, Κρήτης Γερασίμου, Έλους Ανθίμου, Ταλαντίου Νεοφύτου, και, κατά περίπτωση, μερικών άλλων, ωσάν μόνον αυτοί να ήταν οι αρχιερείς που πήραν μέρος στους αγώνες του Έθνους.
Αλλ' όπως είναι ευνόητο, εάν πραγματικά μόνον οι παραπάνω αρχιερείς ήταν εκείνοι που πήραν μέρος στον αγώνα, όσο κι αν, συγκρινόμενοι με τους 23 του Σκαρίμπα, θεωρούνται πολλαπλάσιοι, εν τούτοις αν ήθελαν συγκριθεί με τους 190 ή έστω 200 αρχιερείς που υπήρχαν σ' ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία θα πρέπει να ομολογηθεί ότι αποτελούν περιορισμένη μειοψηφία, και φαίνεται να δικαιώνονται σε αρκετά υψηλό βαθμό οι επικριτές των.
Φαίνεται όμως ότιο αριθμός των αρχιερέων που έλαβε μέρος στην Επανάσταση και θυσιάσθηκε σ'αυτήν πρέπει να είναι μεγαλύτερος, γιατί διαφορετικά δε θα μπορούσε η επί των εκκλησιαστικών επιτροπή του Όθωνα να γράψει το 1833, οπόταν δηλ. ακόμα ήταν νωπές οι μνήμες, ότι:Εν διαστήματι της επαναστάσεως, πολλαί των επαρχιών της Ελλάδος εστερήθησαν τους Αρχιερείς τους, θυσιασθέντας τους περισσοτέρους εις τους υπέρ της πατρίδος αγώνας.Όπως δε συνάγεται και από άλλα σημεία της ίδιας εκθέσεως από τους 49 αρχιερείς, που ποίμαιναν επί Τουρκοκρατίας τας ήδη συγκροτούσας το Βασίλειον της Ελλάδος επαρχίας μόνον 22 αρχιερείς επέζησαν εις τας άχρι τούδε πολιτικάς μεταβολάς αυτού του τόπου, πράγμα βέβαια που σημαίνει ότι οι άλλοι 27, που πραγματικά ήταν και οι περισσότεροι, θυσιάσθηκαν κατά τη διάρκεια του ιερού αγώνα.
Για το λόγο αυτό θα επιχειρηθεί μια ενδελεχέστερη διερεύνηση του όλου θέματος για τη στάση και συμπεριφορά αν όχι του συνόλου των αρχιερέων (γιατί, δυστυχώς, δεν υπάρχουν στοιχεία για όλους) οπωσδήποτε όμως της συντριπτικής πλειονότητας αυτών. Να διαπιστωθεί επί τέλους εάν οι αρχιερείς έλαβαν θετική η αρνητική στάση στην επανάσταση, κατά πόσο δηλ. την χλεύασαν ή την καταπολέμησαν, όπως διατείνονται οι επικριτές τους, ή την υπερασπίσθηκαν και την υπηρέτησαν με λόγια, έργα, όπλα, μαρτύρια ή και τη ζωή τους.
Για το λόγο αυτό και προκειμένου να είναι πιο συστηματική και μεθοδική η διερεύνηση της στάσεως και προσφοράς των αρχιερέων στο 21 θα επιχειρηθεί η παρουσίαση αυτών ταξινομημένη κατά την εξής σειρά:
α) Αγωνιστές Ιεράρχες 1) της Πελοποννήσου, Στερεάς Ελλάδος και των νησιών του Αιγαίου Πελάγους και 2) των υπολοίπων περιοχών του Ελληνισμού, οι οποίοι εγκατέλειψαν τις επαρχίες και θέσεις τους, για να συμπράξουν και αυτοί στους αγώνες του Έθνους.
β) Αρχιερείς που φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν, εξορίσθηκαν και γενικά κακοπάθησαν η αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις επαρχίες τους επειδή θεωρήθηκαν ότι συνεργούσαν στην παλιγγενεσία του Γένους και
γ) Αρχιερείς που θυσιάσθηκαν, ως ολοκαυτώματα, στο βωμό της ελευθερίας του Γένους.


Α'ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ


Όπως τονίσθηκε και προηγουμένως οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί και μάλιστα οι κατά τόπους αρχιερείς στη συντριπτική τους πλειονότητα δέχθηκαν με νεανική αδημονία το μεσσιανικό μήνυμα της απολυτρώσεως του δούλου γένους, που, ως άγγελοι της σωτηρίας του Έθνους, ευαγγελίζονταν οι Φιλικοί και με Συμεωνική εγκαρτέρηση και ελπίδα προσδοκούσαν την ευλογημένη ώρα. Βέβαια ως υπεύθυνοι ταγοί του γένους έπρεπε να είναι μέχρι παρεξηγήσεως αυτοσυγκρατημένοι και προσεκτικοί, φρόνιμοι και επιφυλακτικοί, προσποιητοί κόλακες με ευλύγιστη μέση και απλόχερη γενναιοδωρία προς τους κρατούντας, προς δε ελεγκτικοί και επιτιμητικοί προς τυχόν θερμοαίμους και ανυπόμονους πατριώτες και ταυτόχρονα ειδήμονες, δραστήριοι και άγρυπνοι φιλογενείς
Όταν όμως ήχησαν οι σάλπιγγες της ελευθερίας και σήμαναν της ανάστασης οι καμπάνες, οι αρχιερείς εγκατέλειψαν τα προσχήματα και τα κατά συνθήκη μειδιάματα ή προσκυνήματα προς τους αλλοθρήσκους και αλλογενείς δυνάστες του γένους και έδειξαν τον πραγματικό τους εαυτό οπουδήποτε και αν υπηρετούσαν. Τα σκουλήκια μεταμορφώθηκαν σε σταυραετούς.
Ως ένας άνθρωπος συνεγέρθηκαν χωρίς αμφιταλαντεύσεις και αμφιγνωμίες και όχι απλώς συντάχθηκαν αλλά προτάχθηκαν των αγωνιζομένων Ελλήνων. Έτσι μαρτυρούνται να συμμετέχουν από την πρώτη στιγμή του ένοπλου πλέον αγώνα ενεργά και δραστήρια σχεδόν όλοι τους. Άλλοτε μέσα στις εκκλησιές με το λόγο, το κήρυγμα, τις ευχές, τις παροτρύνσεις η τις απειλές για να ενθαρρύνουν και ξεσηκώσουν τους δειλούς και αμφιταλαντευομένους και άλλοτε στα στρατοπεδα και τα πεδία των μαχών με τις συνταλαιπωρίες, τις πείνες, τις αγρύπνιες, τις συγκατακλείσεις στα ταμπούρια και την κοινή τύχη στις πολεμικές συρράξεις. Κοντά σ αυτά αναδείχθηκαν οι ένθερμοι και ειλικρινείς προασπιστές του λαού στις εθνοσυνελεύσεις ή οι κατ έξοχή άξιοι αντιπρόσωποι του έθνους στις διάφορες Ευρωπαϊκές συσκέψεις η κυβερνήσεις.
Πιο συγκεκριμένα αναφέρονται να έλαβαν ενεργό μέρος στον αγώνα:

Α' Από τους αρχιερείς της Πελοποννήσου οι:1) Παλ. Πατρών Γερμανός
2) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
3) Δαμαλών Ιωνάς
4) Έλους Άνθιμος
5) Κερνίτσης Προκόπιος
6) Κορίνθου Κύριλλος
7) Ανδρούσης Ιωσήφ
8) Τριπολιτζάς Δανιήλ
9) Βρεσθένης Θεοδώρητος
10) Λακεδαιμονίας Χρύσανθος
11) πρ. Τριπολιτζάς Διονύσιος
12) Μαΐνης Νεόφυτος
13) Μαΐνης Ιωσήφ
14) Μαλτζίνης Ιωακείμ
15) Χαριουπόλεως Βησσαρίων
16) Ζαρνάτας Γαβριήλ
17) Ανδρουβίτσας Θεόκλητος
18) Πλάτζης Ιερεμίας
19) Καρυουπόλεως Κύριλλος
20) Μηλέας Ιωσήφ

Β'Από τους αρχιερείς της Στερεάς Ελλάδος οι:21) Αθηνών Διονύσιος
22) Ταλαντίου Νεόφυτος
23) Λιτζάς και Αγράφων Δοσίθεος
24) Θηβών Παίσιος
25) Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος
26) Μενδενίστης Γρηγόριος
27) Μενδενίτσης Διονύσιος

Γ'Από τους αρχιερείς των Νήσων Αιγαίου Πελάγους οι:28) Καρύστου Νεόφυτος
29) Παροναξίας Ιερόθεος
30) Σάμου Κύριλλος
31) Χίου Δανιήλ
32) Σκιάθου και Σκοπέλου Ευγένιος
33) Σκύρου Γρηγόριος
34) Αιγίνης, Πόρου και Ύδρας Γεράσιμος
35) Άνδρου Διονύσιος
36) Τζιάς και Θερμίων Νικόδημος

Για όλους του παραπάνω αρχιερείς όμως ο δύσπιστος επικριτής θα μπορούσε να αντιτείνει ότι όλοι αυτοί, ή, έστω οι περισσότεροι από αυτούς, ξεσηκώθηκαν στην επανάσταση κάτω από το ζορμπαλίκι των ελληνικών γιαταγανιών. Αν είναι δυνατόν! Αλλά και εάν υποτεθεί ότι αυτή είναι η αλήθεια, τι θα μπορούσε να ισχυρισθεί για ένα άλλο νέφος αρχιερέων, που επειδή στις επαρχίες τους δεν είχε εκδηλωθεί ή δε μπόρεσε να ευδοκιμήσει η επανάσταση, δε δίστασαν να εγκαταλείψουν τους θρόνους και τις τιμές για να σπεύσουν αυτόκλητοι, όπου υπήρχαν επαναστατικές εστίες και μάλιστα προς την αγωνιζομένη νότια Ελλάδα για να συμμετάσχουν στον αγώνα προς αποτίναξη του Οθωμανικού ζυγού;
Έτσι βλέπουμε να σπεύδουν προς τις επαναστατημένες περιοχές αρχιερείς από διάφορα μέρη και με τον α ή β τρόπο να συμπράττουν και αυτοί για τον κοινό σκοπό.
Πιο συγκεκριμένα:

Α'Από τη Θεσσαλία σπεύδουν οι:37) Πρ. Λαρίσης Κύριλλος
38) Δημητριάδος Αθανάσιος
39) Δημητριάδος Παρθένιος
40) Σταγών Αμβρόσιος
41) Φαναριοφαρσάλων Γεράσιμος

Β'Από την Ήπειρο οι:42) πρ. Άρτης και Ναυπάκτου Πορφύριος
43) πρ. Παραμυθιάς Προκόπιος
44) πρ. Παραμυθιάς Αμβρόσιος
45) Περιστεράς Λεόντιος
46) πρ. Ρωγών Μακάριος

Γ'Από την Μακεδονία οι:47) Αρδαμερίου Ιγνάτιος
48) Ειρηνουπόλεως και Βατοπεδίου Γρηγόριος
49) Σιατίστης Ιωαννίκιος

Δ'Από τη Θράκη οι:50) Μετρών Μελέτιος
51) Σηλυβρίας Μακάριος
52) Παμφίλου Κύριλλος
53) Θεοδωρουπόλεως Άνθιμος

Ε'Από τη Μικρά Ασία οι:54) Μοσχονησίων Βαρθολομαίος
55) Ηλιουπόλεως Άνθιμος
56) πρ. Αγκύρας Αγαθάγγελος
57) Μυρρίνης Σωφρόνιος
58) Ελαίας Παΐσιος
59) Κομάνων Αγαθάγγελος
Τέλος για να κλείσει όλο αυτό το νέφος των γνωστών αγωνιστών ιεραρχών, θα πρέπει να συγκαταριθμηθούν ακόμα και οι:

60) Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος και
61) Μολδοβλαχίας Βενιαμίν.

Για τους παραπάνω αρχιερείς που εγκατέλειψαν τις επαρχίες και τις τιμές για να λάβουν μέρος, όπου τους είχε ανάγκη η πατρίδα, δεν είναι εύκολο στον οποιονδήποτε επικριτή να ισχυρισθεί ότι το έκαμαν κάτω από τη βία των επαναστημένων Ελλήνων.
Αντίθετα, θέλω να πιστεύω πως όλοι συμφωνούν ότι, οι αρχιερείς αυτοί εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και το γάμο για τα πουρνάρια, γιατί ένιωθαν μέσα τους πύρωμα ψυχής για ελευθερία, σεβασμό, αξιοπρέπεια, τιμή και πάνω απ όλα ΠΑΤΡΙΔΑ και ΘΡΗΣΚΕΙΑ.
Κοντά όμως σ' όλους αυτούς τους αγωνιστές ιεράρχες θα πρέπει αναντίλεκτα να προστεθούν και οι:

62) Μεθώνης Γρηγόριος
63) Σαλώνων Ησαΐας
64) Ρωγών Ιωσήφ
65) Ιερισσού και Αγίου Όρους Ιγνάτιος
66) Πλαταμώνος Γεράσιμος
67) Μαρωνείας Κωνστάντιος και
68) Σωζοπόλεως Παΐσιος
οι οποίοι, όπως θα αναφερθεί και πιο κάτω, πέρα από την αγωνιστική τους προσφορά, θυσιάσθηκαν στον υπέρ όλων αγώνα και για τούτο γι' αυτούς γίνεται λόγος και σε άλλη συνάφεια.
Τέλος θα πρέπει ακόμα να συγκαταριθμηθούν στους αγωνιστές ιεράρχες και οι:

69) Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
70) Βιζύης Ιωάσαφ
71) Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
72) Βάρνας Φιλόθεος και
73) Ευδοκιάδος Γρηγόριος
οι οποίοι, πέρα από την αγωνιστική τους παρουσία, δοκιμάσθηκαν, βασανίσθηκαν ή αναγκάσθηκαν να εγκαταλείψουν τις επαρχίες τους όπως θα γίνει αναλυτικώτερα λόγος πιο κάτω για τον καθένα από αυτούς.
Αθροιστικά λοιπόν ένα σύνολο73επωνύμων αρχιερέων μαρτυρούνται να έλαβαν ενεργό μέρος στις διάφορες φάσεις του απελευθερωτικού αγώνα των Ελλήνων από όλα τα διαμερίσματα της Ελλάδος.
Και να ληφθεί υπόψη ότι οι περισσότεροι από αυτούς μπήκαν στη τιτανομαχία παρά την κάποια προχωρημένη ηλικία, που οπωσδήποτε έφερναν στους ώμους τους και τις συμπαρομαρτούσες προς αυτά καχεκτικότητες και ασθένειες, που αναμφίβολα καθιστούσαν αν όχι προβληματική πάντως δυσχερή τη διακίνηση και καθόλου δραστηριότητά τους, μέσα στις μύριες κακουχίες και δοκιμασίες, που συνεπαγόταν η απόφαση για την ανάσταση του Γένους ή όπως λέγει ένας δόκιμος μελετητήςεν ιδρώτι πολλώ και πόνοις και κακουχίαις, στερήσεσί τε και συμφοραίς. . . .εν λιμώ, λοιμώ και δίψη, εν αυχμώ και κρυμώ.
Παρ' όλα αυτά όμως οι αγωνιστές ιεράρχες περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη κατηγορία η τάξη αγωνιστών αποδείχθηκαν αεί παίδες στο φρόνημα και την ψυχή.

Β' ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ


Ο αριθμός όμως των αρχιερέων, που συνέδραμαν, συνέπραξαν και συναγωνίσθηκαν μαζί με όλους τους άλλους Έλληνες στο έπος της παλιγγενεσίας του 1821 δεν εξαντλείται μόνο με τον παραπάνω κατάλογο, των αγωνιστών ιεραρχών.
Υπάρχει και μια δεύτερη κατηγορία αρχιερέων, οι οποίοι έδωσαν το παρόν τους, τη μαρτυρία και τη συνεισφορά τους στον αγώνα με πιο επώδυνο γι' αυτούς τρόπο.
Πρόκειται για το νέφος εκείνο των αρχιερέων, που με ποικίλους, ασύλληπτους από ανθρώπινο νου και απερίγραπτους από ανθρώπινα χείλη η χέρια, τρόπους, δοκιμάσθηκαν, ταπεινώθηκαν, διαπομπεύθηκαν και εξευτελίσθηκαν από τους κρατούντες με φυλακίσεις, φοβερά βασανιστήρια, εξορίες, εκθρονίσεις, περιορισμούς, χλευασμούς και ταπεινώσεις για τον απλό και μόνο λόγο ότι ήταν Έλληνες Ορθόδοξοι χριστιανοί αρχιερείς. Μιλιέτ μπασήδες (=εθνάρχες) των ρωμιών και κύριοι υπόλογοι απέναντι στο σουλτάνο και τους επάρχους του για ό,τι ήθελε συμβεί στην επαρχία τους ή ακόμα και για απλή υπόνοια συνεργείας ή ανοχής, αν μη συμμετοχής, στον αγώνα των απίστων.
Έτσι ουσιαστικά οι κατά τόπους αρχιερείς των Ελλήνων ήταν στην κυριολεξία οι κυριώτεροι και πλέον υπεύθυνοι όμηροι στα χέρια του σουλτάνου, που μ' αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να κρατά υποχείριους και καταδυναστευόμενους τους Έλληνες κάθε περιοχής.
Αλλά παρά τα φρικτά βασανιστήρια που κατά καιρούς δοκίμαζαν οι αρχιερείς στις διάφορες τουρκικές ειρκτές, φούρνους, λουτρά και μπουντρούμια, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακοχούμενοι και υφιστάμενοι τα πάνδεινα, αυτοί δεν λύγισαν. Προτιμούσαν όλες τις ταπεινώσεις, εξαθλιώσεις, εξορίες και στερήσεις και υπέμειναν, όσο άντεχαν, πιο αγόγγυστα τα ποικίλα βασανιστήρια των δημίων τους, παρά να προδώσουν το Έθνος και τους οραματισμούς του.
Αν και δεν είναι γνωστά όλα όσα υπέμειναν οι αρχιερείς από τους δυνάστες τους στα δύσκολα εκείνα χρόνια της νεώτερης Ελληνικής τιτανομαχίας και για τους περισσότερους από αυτούς ελάχιστες μόνο πληροφορίες ή απλώς νύξεις και ενδείξεις έχουμε, ενώ για τη συντριπτική πλειονότητα αυτών δε γνωρίζουμε απολύτως τίποτα, θα καταβληθεί προσπάθεια να εκδιπλωθεί και η πτυχή αυτή της προσφοράς των αρχιερέων στο 1821. Και τούτο, διότι κι αν ακόμα αυτοί δεν έφθασαν να γευθούν την τελευταία σταγόνα της ολοκληρωτικής δοκιμασίας και θυσίας τους, το θάνατο, εν τούτοις, με τα καθημερινά βασανιστήρια και εκροές των αιμάτων τους, ήταν σα να έδιναν τη ζωή τους κάθε μέρα, επιβεβαιώνοντας το Γραφικό: ένεκά σου θανατούμεθα όλη την ημέραν (Ρωμ.8,36)
Έτσι η σιωπηλή και σεμνή αυτή στρατιά των βασανισμένων και μαρτυρικών αρχιερέων, κι αν δεν έλαβε από τους ανθρώπους το φωτοστέφανο του εθνομάρτυρα και νεομάρτυρα, αναμφίβολα και αναμφισβήτητα αποτελεί την εκλεκτή μερίδα των ιδανικών εκείνων ποιμένων, που αυταπαρνούμενοι θέσεις, αίγλη, ανέσεις, τιμές, πολυχρόνια, φήμες, χειροφιλήματα αλλά και ελευθερία κινήσεως, σωματική ακεραιότητα κ.λπ μέχρι και τη ζωή τους, έθεσαν τον εαυτό τους υπέρ του λαού του Θεού, που τους εμπιστεύθηκε το γένος και η Εκκλησία, και αναδείχθηκαν πραγματικοίμ ά ρ τ υ ρε ς, που με όλες τις δοκιμασίες και τα βασανιστήρια τους φανέρωσαν, μαρτύρησαν και διακήρυξαν μπροστά στους αλλοπίστους τι σημαίνει Ορθόδοξος επίσκοπος.
Η στάση τους λοιπόν μπροστά στις δοκιμασίες αναδεικνύεται από τις ουσιαστικώτερες εκδουλεύσεις των αρχιερέων προς το Έθνος μια και η δική τους δοκιμασία αποδείχθηκε ακατάβλητος κυματοθραύστης όπου εκτονώνονταν το μένος, η αντεκδικητικότητα και ο θρησκευτικός φανατισμός των Μουσουλμάνων Τούρκων αφ ετέρου δε σωτήριο κρηπίδωμα για τους αγωνιζομένους Έλληνες, γιατί αντλούσαν δύναμη και κουράγιο να υπομένουν και αυτοί τους δικούς τους κατατρεγμούς και δοκιμασίες.
Αναδιφώντας λοιπόν τις πηγές της ιστορίας εκείνων των χρόνων, τις γνωστές και άγνωστες μαρτυρίες, ενθυμήσεις, απομνημονεύματα, επιστολές, κώδικες και λοιπά κείμενα με έκπληξη ανακαλύπτουμε ένα αρκετά μεγάλο αριθμό αρχιερέων να έχει δεχθεί ποικίλες δοκιμασίες, φυλακίσεις και βασανιστήρια. Το πιο ίσως αξιοθαύμαστο είναι ότι όλοι αυτοί, σεμνοί από τη φύση ή τη θέση τους, βάσταζαν, με υπερηφάνεια μεν αλλά χωρίς κομπορρημοσύνες, τα στίγματα των βασάνων ως εύσημα της συνεισφοράς των στην κοινή υπόθεση της ελευθερίας του γένους.
Ποιος όμως ο ακριβής αριθμός των δοκιμασθέντων αρχιερέων παραμένει άγνωστος. Από τα λίγα στοιχεία που μπόρεσαν να συλλεγούν προκύπτει ο παρακάτω κατάλογος, που δεν νομίζω να είναι ευκαταφρόνητος:

Α Οι Πατριάρχες1) Ευγένιος
2) Άνθιμος
3) Χρύσανθος
4) Αγαθάγγελος

Β Οι Αρχιερείς5) Χαλκηδόνος Άνθιμος
6) Νικομηδείας Πανάρετος
7) Δέρκων Ιερεμίας
8) Θεσσαλονίκης Ματθαίος
9) Μυτιλήνης Καλλίνικος
10) Σμύρνης Παΐσιος
11) Εφέσου Μακάριος
12) Δέρκων Νικηφόρος
13) Προύσης Νικόδημος
14) Σβορνικίου Γαβριήλ
15) Αδριανουπόλεως Γεράσιμος
16) Ηρακλείας Ιγνάτιος
17) Τορνόβου Ιλαρίων
18) Ρασκοπρεσρένης Ζαχαρίας
19) Βιζύης Ιωάσαφ
20) Φιλιππουπόλεως Σαμουήλ
21) Χαλκηδόνος Αγαθάγγελος
22) Αγαθουπόλεως Ιωσήφ
23) Βάρνας Φιλόθεος
24) Ρόδου Αγάπιος
25) Ιωαννίνων Γαβριήλ
26) Άρτης Άνθιμος
27) Ευδοκιάδος Γρηγόριος
28) πρ. Ελασσώνος Σαμουήλ
29) Ρέοντος και Πραστού Διονύσιος
30) Βρεσθένης Θεοδώρητος
31) Ευρίπου Γρηγόριος
32) Σερρών Χρύσανθος
33) Τριπολιτζάς Δανιήλ
34) Ανδρούσης Ιωσήφ
35) Κορίνθου Κύριλλος
36) Βιδύνης Γερμανός
37) Λαρίσης Μελέτιος
38) Αρκαδίας (Κρήτης) Νεόφυτος
39) Διδυμοτείχου Καλλίνικος
40) Μυριοφύτου Σεραφείμ.
41) Νύσσης Ιωσήφ
42) πρ. Μήλου Διονύσιος



Γ'ΑΡΧΙΕΡΕΙΣ ΘΥΜΑΤΑ


Τρίτη μερίδα, ασφαλώς η εκλεκτότερη και ηρωικότερη των αρχιερέων που συνέπραξαν και συνέπαθαν μαζί μ όλους τους άλλους Έλληνες για τον κοινό σκοπό, την αποτίναξη του Τουρκικού ζυγού και την απόλαυση της θρησκευτικής και εθνικής ελευθερίας, είναι αναμφίβολα όλες εκείνες οι σεπτές και άγιες μορφές των ανωτάτων κληρικών, οι οποίες, ως εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα, πορεύθηκαν το δρόμο του μαρτυρίου και της θυσίας.

Όλοι αυτοί αδιαμφισβήτητα αποτελούν τον κατ' έξοχή σεβάσμιο χορό, που πήρε επάνω του, περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη εκλεκτή μερίδα των Ελλήνων, την οργή, το μίσος, το πάθος, τη θρησκευτική υστερία και φανατισμό του μουσουλμανικού όχλου και της εξουσίας. Ταυτόχρονα όμως όλοι αυτοί με την αυτοθυσία και το αίμα τους θεμελίωσαν ασάλευτα και στερέωσαν αταλάντευτα το οικοδόμημα της ελευθερίας των Ελλήνων, σφυρηλάτησαν, χαλύβδωσαν και γαλβάνισαν τη θέληση κάθε ελληνικής ψυχής, ώστε να πληρωθεί με ιδανικά και οραματισμούς για ιερή εκδίκηση και την επίτευξη του επιδιωκόμενου με κάθε τρόπο, και να αναζητεί πλέον η τη νίκη η τη θανή, όπως θα τραγουδήσει ο εθνικός μας ποιητής, χωρίς πισωγυρίσματα.
Παράλληλα η θυσία όλων αυτών γέννησε και γιγάντωσε την απαίτηση και των άλλων Ορθοδόξων λαών, και μάλιστα των Ρώσων, για θρησκευτική ικανοποίηση και αντάξια τιμωρία των υβριστών της θρησκείας του Χριστού, αλλά και συνετέλεσε όσο τίποτε άλλο στη μεταστροφή των εχθρικών αισθημάτων των Ευρωπαίων, στον αγώνα των Ελλήνων, σε κατανόηση, συμπάθεια, συνδρομή και τέλος συμπαράσταση και συμπαράταξη
Δυστυχώς όμως παρά την τόσο υψηλή και ουσιαστική συμβολή της θυσίας των αρχιερέων για τη θεμελίωση και επίτευξη της ελευθερίας των νεοελλήνων, ο χορός αυτός στην πλειονότητά του είναι αφανής και άγνωστος. Και το ακόμα πιο ειρωνικό είναι ότι αυτή η άγνοια υπάρχει και σ' αυτή την επίσημη Εκκλησία, ώστε και αυτή να σιωπά ή να αναμασά και να προβάλλει μόνο 510 ονόματα αρχιερέων, που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, ωσάν μόνον αυτοί να ήσαν. Οι πολέμιοι δε και αρνητές της προσφοράς των αρχιερέων τους περιορίζουν σε 23 με συνέπεια να εκμηδενίζεται και να καταντά ανύπαρκτη η αιματηρή συνεισφορά των Ιεραρχών στον αγώνα και να διατείνονται ότι οι αρχιερείς χλεύασαν, αφόρισαν και πολέμησαν τον αγώνα του 1821.
Και όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Οι αρχιερείς που έπεσαν θύματα της οργής και του φανατισμού των Τούρκων αποτελούν επιβλητικό χορό δεκάδων ιεραρχών. Αν και δεν μπορούμε να έχουμε υπόψη μας το σύνολο των ιεραρχών που θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, τα στοιχεία που κατέστη δυνατόν να συλλεγούν προκύπτει ο εξής εντυπωσιακός κατάλογος των αρχιερέων που αναδείχθηκαν εθελόθυτα εξιλαστήρια θύματα:

Α Οι Πατριάρχες
1) Γρηγόριος Ε
2) Κύριλλος ΣΤ

Β Οι Αρχιερείς
3) Εφέσου Διονύσιος
4) Αγχιάλου Ευγένιος
5) Νικομηδείας Αθανάσιος
6) Τορνόβου Ιωαννίκιος
7) Αδριανουπόλεως Δωρόθεος
8) Θεσσαλονίκης Ιωσήφ
9) Δέρκων Γρηγόριος
10) Σωζοπόλεως Παΐσιος
17) Μαρωνείας Κωνστάντιος
12) Γάνου και Χώρας Γεράσιμος
13) Μυριοφύτου και Περιστάσεως Νεόφυτος
14) Σαμμακοβίου Ιγνάτιος
15) Μονεμβασίας Χρύσανθος
16) Χριστιανουπόλεως Γερμανός
17) Άργους και Ναυπλίου Γρηγόριος
18) Ωλένης Φιλάρετος
19) Δημητσάνης Φιλόθεος
20) Κορώνης Γρηγόριος
21) Μεθώνης Γρηγόριος
22) Σαλώνων Ησαΐας
23) Ρωγών Ιωσήφ
24) Λαρίσης Πολύκαρπος
25) Λαρίσης Κύριλλος
26) Γηρομερίου Αγαθάγγελος
27) Κίτρους Μελέτιος
28 Ιερισσού και Αγ. Όρους Ιγνάτιος
29) Πλαταμώνος Γεράσιμος
30) Χίου Πλάτων
31) Κύπρου Κυπριανός
32) Πάψου Χρύσανθος
33) Κιτίου Μελέτιος
34) Κυρηνείας Λαυρέντιος
35) Κρήτης Γεράσιμος
36) Κνωσού Νεόφυτος
37) Χερσονήσου Ιωακείμ
38) Ρεθύμνης Γεράσιμος
39) Κυδωνίας Καλλίνικος
40) Λάμπης Ιερόθεος
41) Πέτρας Ιωακείμ
42) Σητείας Ζαχαρίας
43) Κισάμου Μελχισεδέκ
44) Διουπόλεως Καλλίνικος
45) Νύσσης Μελέτιος

Για την ιστορική αλήθεια θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι οι αναφερόμενοι από άλλους ως εθνομάρτυρες αρχιερείς Άρτας, Ιωαννίνων και Γρεβενών, δε μαρτυρούνται να θυσιάσθηκαν και γι' αυτό δε τους συμπεριλαμβάνω στην παραπάνω λίστα των θυμάτων αρχιερέων.



Απολογιστικό συμπέρασμα


Μετά τα παραπάνω νομίζω ότι είναι καιρός πλέον να επιχειρήσουμε να κάνουμε έναν απολογιστικό συγκριτικό πίνακα για να δούμε με αριθμούς και ποσοστά τη συμμετοχή των αρχιερέων στον εθνικό μας αγώνα.
Έτσι με βάση την αψεγάδιαστη και ανελέητη γυμνή αλήθεια των αριθμών θα μπορούμε πλέον να μιλούμε για μικρή η μεγάλη συμμετοχή αυτών στην παλιγγενεσία και να παύσουν επί τέλους οι μεγαλοστομίες για αόριστες εκατόμβες θυμάτων αλλά και οι γκρίνιες και μεμψιμοιρίες των επικριτών ότι μόνο 23 ήταν οι αρχιερείς που έλαβαν μέρος στον αγώνα.
Από τους 200 λοιπόν αρχιερείς, που, όπως είδαμε πιο μπροστά, υπήρχαν σ' ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία, μαρτυρούνται να:
α) Έλαβαν ενεργό μέρος, στον αγώνα επώνυμα και αδιαμφισβήτητα, 73 Ιεράρχες, δηλ. ποσοστό 36,5%.
β) Είναι γνωστοί ότι δοκιμάσθηκαν, φυλακίσθηκαν, βασανίσθηκαν κ.λπ. 42 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 21,0% και
γ) Μαρτυρείτε ότι θυσιάσθηκαν για την ελευθερία, είτε από βασανιστήρια και θανατώσεις των Τούρκων είτε στις πολεμικές συρράξεις, 45 αρχιερείς, δηλ. ποσοστό 22,5%.


Αν όμως ληφθεί υπόψη ότι οι πλείστοι αρχιερείς της Μ. Ασίας, της Συρίας, της Σερβίας ή Βουλγαρίας λόγω αδιαφορίας ή αδυναμίας των χριστιανών των περιοχών αυτών, δεν έλαβαν μέρος στους αγώνες, τότε το ποσοστό των αρχιερέων της Ελληνικής χερσονήσου, δηλ. από τη Θράκη, τη Μακεδονία και τα δυτ. παράλια της Μ. Ασίας και κάτω είναι ασφαλώς πολύ υψηλότερο, που φθάνει οπωσδήποτε γύρω στα 90% του συνολικού αριθμού των αρχιερέων.
Σε τελική ανάλυση λοιπόν δε θα πρέπει να αναζητούμε ποιοι αρχιερείς και πως έλαβαν μέρος στον αγώνα αλλά ποιοι είναι αυτοί οι ελάχιστοι αρχιερείς, δηλ. το υπόλοιπο 10% που δεν έλαβαν μέρος στην εθνεγερσία του 1821 και γιατί.

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ: http://www.e-istoria.com/
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com


Read more:http://www.egolpion.com/arxiereis_21.el.aspx#ixzz43wSQqXI9

Ενισχύστε οικονομικά την προσπάθεια μας!

Ετικέτες

ενημέρωση (2161) ενημέρωση-informacion (1423) Αλβανία (904) ορθοδοξία (422) ιστορία-historia (373) Εθνική Ελληνική Μειονότητα (366) ελληνοαλβανικές σχέσεις (311) ορθόδοξη πίστη - besimi orthodhoks (277) Εθνική Ελληνική Μειονότητα - Minoriteti Etnik Grek (253) Β Ήπειρος (239) ορθοδοξία-orthodhoksia (232) ορθόδοξη πίστη (222) εθνικισμός (195) διωγμοί (162) τσάμηδες (122) shqip (119) Κορυτσά-Korçë (118) Κορυτσά Β Ήπειρος (103) informacion (100) Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος (97) ορθόδοξη ζωή (96) ορθόδοξη ζωή- jeta orthodhokse (75) διωγμοί - përndjekje (61) ορθόδοξο βίωμα (59) εθνικισμός-nacionalizmi (56) ορθόδοξη εκκλησία της Αλβανίας (55) Ελλάδα-Αλβανία (48) Ι.Μ Κορυτσάς - Mitropolia e Shenjtë Korçë (45) ανθελληνισμός (44) Ελληνικό Σχολείο Όμηρος (43) πολιτισμός - kulturë (43) besimi orthodhoks (40) Γενικό Προξενείο Ελλάδος Κορυτσά (39) Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας - Kisha Orthodhokse Autoqefale Shqiptare (37) ιστορία ορθοδοξίας (36) βίντεο (34) Shqipëria (32) ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821 (32) κομμουνισμός- komunizmi (30) πνευματικά (27) Μητρόπολη Κορυτσάς - MItropolia e Korçës (24) πολιτική-politikë (23) απόδημος ελληνισμός-helenizmi i diasporës (22) αλβανικά (21) εκπαίδευση (21) Αρχαία Ελλάδα (20) helenët-Έλληνες (19) κομμουνισμός (19) Greqia (17) Βλαχόφωνοι Έλληνες (15)