Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΕΝΤΟΙΧΙΣΜΟΥ ΣΤΙΣ ΑΛΒΑΝΙΚΕΣ ΜΠΑΛΑΝΤΕΣ LEGJENDA E MURIMIT NË BALADAT SHQIPTARE Περιοδικό “AlbanoHellenika” / 2008

SHQIP në FUND TË ARTIKULLIT

Σπύρος Ι. Μαντάς
Κέντρο Μελέτης Πέτρινων Γεφυριών (ΚΕ.ΜΕ.ΠΕ.Γ.)

Ivan Mestrovic, 1906

                       Ο θρύλος του εντοιχισμού 
                στις Αλβανικές μπαλάντες

 


Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό   

ALBANOHELLENIKA
No 3 / 2008, p. 125-143




√  Κείμενο
√ Τραγούδια
√ Εικόνες
√ Βίντεο


Ο παγκόσμιος θρύλος

Ε
ίναι γνωστό, πως όποτε στο παρελθόν δυσκολία και ανεξήγητο συνέπεσαν, οδήγησαν σε προλήψεις και δεισιδαιμονίες, σε δοξασίες παράξενες. Η αντιμετώπιση τότε του όποιου προβλήματος, η τακτική για τη λύση του, δεν είχε καμία σχέση με τη σύγχρονη πρακτική και μεθοδολογία. Απεναντίας, υπάκουσε σε λογικές στις οποίες, κάποτε, ενυπήρξε κι αυτό ακόμη το στοιχείο του τραγικού.

Κάτι τέτοιο συνέβη, για παράδειγμα, στην προσπάθεια θεμελίωσης μεγάλων για την εποχή τεχνικών έργων. Η έλλειψη κατάλληλων μέσων, αλλά και γνώσεων, που θα καθιστούσαν ασφαλείς αυτές τις κατασκευές και επομένως οι συχνές αποτυχίες, οδήγησαν στις ανθρωποθυσίες, στην προσφορά δηλαδή της ίδιας της ζωής του πιο “ευγενικού ζώου”, του ανθρώπου. Το όποιο οικοδόμημα -πίστεψαν- για να ζωντανέψει, να καταστεί ισχυρό, αθάνατο, έπρεπε να “στοιχειωθεί”, να αποκτήσει ψυχή. Κι αυτό μπορούσε να συμβεί μόνο αν κάποιο άλλα έμψυχο -κατά προτίμηση ο ίδιος ο άνθρωπος- έχανε τη δική του. Πολύ παραστατικά περιγράφει τούτη τη δοξασία -τη μετάγγιση ψυχής- ο Νικόλαος  Πολίτης:
«Προς στερέωσιν και προφύλαξιν από οιουδήποτε κινδύνου παντός κτίσματος απαιτείται να προσηλωθεί εις αυτό ζώον, κατορυττόμενον εις τα θεμέλια ή εντειχιζόμενον∙ όσον δ’ ευγενέστερον είναι το ζώον, τόσον μεγαλυτέραν θεωρείται ότι έχει δύναμιν προς προστασίαν του κτίσματος… Η ψυχή του θύματος υπετίθετο ότι δια των υπερφυσικών δυνάμεων, τας οποίας έχουν οι επί γης απολελυμέναι των δεσμών του σώματος ψυχαί, ηδύνατο να προσλαμβάνει κατά βούλησιν παντοίας μορφάς, και είχεν ρώμην υπεράνθρωπον, προωρισμένη δε να φυλάττει και περιέπει το οικοδόμημα, εις το οποίον προσηλώθη ήτο φοβερά εις τους επιχειρούντας να το παραβλάψωσι και ικανή να αποτρέπει τους απειλούντας αυτό κινδύνους. Το θύμα εγίνετο το σ τ ο ι χ ε ι ό του οικοδομήματος, διο σ τ ο ι χ ε ί ω σ ι ς ελέγετο υπό των βυζαντινών η δια θυσίας οικοδόμησις».[1]

Εντοιχισμός παιδιού στην Ακροναυπλία

 
Πρώτος, απ' τον 19ο κιόλας αιώνα, προσπάθησε να εξηγήσει τις ανθρωποθυσίες έτσι -η ψυχή του θύματος μεταμορφώνεται σε στοιχειό, πνεύμα δηλαδή προστατευτικό του οικοδομήματος- ο EdTylor.[2] Όμως, λίγο αργότερα, άλλοι, με κυριότερο τον  PSartori,[3] τέτοιου είδους θυσίες τις δικαιολόγησαν διαφορετικά, λέγοντας πως δύσκολα ένα φάντασμα θα μεταμορφωνόταν σε προστάτη έργου των φονιάδων του. Ανθρωποθυσία -υποστήριξαν- θα απαιτήθηκε για τον εξευμενισμό κάποιου φοβερού υποτιθέμενου υπαίτιου, που τελικά θεοποιήθηκε· μόνο έτσι, ο τελευταίος, θα επέτρεπε παρέμβαση στο χώρο που εξουσίαζε…
Για τη δεύτερη τούτη δοξασία, γράφει ο καθηγητής Δημήτριος Οικονομίδης ουσιαστικά συνοψίζοντας γνώμες διάφορων ερευνητών: «Η θυσία μιας ζωής θεωρείται ότι οφείλεται εις τον φόβον “του νέου τινός”, όπερ σημαίνει πολλά δια τον κατά φύσιν ζώντα άνθρωπον και τον άνθρωπον του αρχαϊκού πολιτισμού. Έν νέον οικοδόμημα θα εστενοχώρει το τοπικόν πνεύμα, διο μία θυσία θα εξευμενίσει, θα εξιλεώσει και θα ειρηνεύσει τούτο, που ο άνθρωπος παρεβίασε την περιοχή της κυριαρχίας του… Έλληνες και Ρωμαίοι επίστευον ότι δαιμονικαί δυνάμεις (θεοί της γης ή των ποταμών) πρέπει να εξιλεωθούν, καθόσον ο άνθρωπος με τα κτίσματά του επεμβαίνει εις την περιοχήν, που αυτοί εξουσιάζουν. Τα ύδατα ήσαν πλήρη κακοποιών πνευμάτων· διο οι αρχαίοι ελάτρευον πολλάς υδατίνας θεότητας, εγίνοντο δε θυσίαι και προσεφέροντο δώρα προς εξιλέωσιν των υδατίνων εχθρών του ανθρώπου».[4]
  
Συμπληρωματικά να προσθέσουμε εμείς πως, ο θάνατος έπρεπε να είναι βίαιος και το θύμα να μην είχε ακόμη καταναλώσει όλες του τις δυνάμεις -προτιμούσαν παιδί, ή νεαρή γυναίκα! Κι ακόμη, μπορεί όλα αυτά να στόχευαν κατά κανόνα στη σταθερότητα και διάρκεια οικοδομημάτων, δεν έλειπαν όμως ανθρώπινοι φόνοι και για πετυχημένη διεκπεραίωση άλλων δραστηριοτήτων.
Την ευρεία εξάπλωση της τραγικής συνήθειας των ανθρωποθυσιών μαρτυρούν μέχρι τις μέρες μας πλήθος θρύλων και παραδόσεων απ’ όλον τον κόσμο.


Το βαλκανικό τραγούδι

Ν
α εστιάσουμε τώρα την προσοχή μας, αποκλειστικά, στη νοτιοανατολική Ευρώπη, στο χώρο της Βαλκανικής συγκεκριμένα, όπου όλα τούτα μπόρεσαν να ειπωθούν -απίστευτο- μ’ ένα …τραγούδι!! Εύλογη και δικαιολογημένη η έκπληξη για το αταίριαστο μέσου και περιεχομένου, μα αποτελεί καταγραμμένο πια γεγονός που αξίζει να μελετηθεί. Πρόκειται για την περίφημη παραλογή, αλλιώς μπαλάντα, με την οποία η αποτρόπαιη πράξη της ανθρωποθυσίας πήρε ποιητική μορφή, απέκτησε φιλολογικό περιεχόμενο, έγινε έργο τέχνης.  
Γράφει ο Lazăr Şăineanu: «Η παράδοσις του εντειχισμού ζώντων φέρεται κατ’ εξαίρεσιν εις τους λαούς της νοτιοανατολικής Ευρώπης Ούγγρους, Ρουμάνους, Σέρβους, Βούλγαρους, Αλβανούς, Έλληνας και Κουτσοβλάχους, υπό ποιητικήν μορφήν. Εις όλους αι διάφοροι έμμετροι παραλλαγαί άγουν εις το αυτό θεμελιώδες δεδομένον, αλλ’ η ζωτικότης και ο πλούτος της φαντασίας των έδωκεν εις το κοινόν τούτο περιεχόμενον την υψίστην ποικιλίαν μορφών».[5]
Την προέλευση του τραγουδιού από τον παλιό μύθο, αλλά και τις αναπόφευκτες μεταβολές που υπέστη τούτο, εξηγεί πειστικά και δικαιολογεί ο Δημήτρης Οικονομίδης: «… γεγονότα ανύπαρκτα δεν τραγουδεί ούτε είναι δυνατόν να τραγουδήσει ένας λαός και ούτω δεν έχομεν εις όλην την ανώνυμον προφορικήν γραμματείαν ούτε ένα τραγούδι, το οποίον να είναι καθαρόν γέννημα της φαντασίας του λαϊκού ποιητού. Προς τούτοις ο λαός δεν εφεύρεν ούτε ένα επεισόδιον εντελώς φανταστικόν, αλλ’ ήντλησεν εκ της αιωνοβίου μυθολογίας του τα επεισόδια, που συνθέτουν την εις την νοτιοανατολικήν Ευρώπην απαντώσαν παραλογή (ballade) της θυσίας δια την οικοδόμησιν, αφού εξέλεξεν εξ αυτών εκείνα, που ταιριάζουν με το ποιητικόν θέμα. Δια να γεννηθεί όμως μία παραλογή, ένα επικό τραγούδι εις ένα τόπον, είναι φυσικόν η παράδοσις (lėgende) και ο μύθος να δεχθούν κύρια ονόματα ανθρώπων και τόπων, δηλαδή στοιχεία πραγματικά εξ αυτού του τόπου. Τοιαύτα στοιχεία παραλλάσουν ου μόνον από λαού εις λαόν, αλλά και εις τας διαφόρους περιοχάς διαμονής του λαού μιας και της αυτής χώρας».[6]    


Οικοδομήματα με θυσίες: 1/Ελλάδα, 2/Ρουμανία, 3/Ουγγαρία, 4/Αλβανία

Το γεφύρι της Άρτας για τους Έλληνες, το μοναστήρι του Άρτζες για τους Ρουμάνους, το φρούριο του Ντέβας για τους Ούγγρους -μειονότητα τούτοι στη Ρουμανία στην περιοχή της Τρανσυλβανίας- το κάστρο της Σκόδρας (ή Σκούταρι) για Αλβανούς, Μαυροβούνιους και Σέρβους, μια πόλη -μάλλον τα τείχη της- για τους Βούλγαρους, τα ίδια ή και άλλα οικοδομήματα -βρύση, εκκλησία, υδραγωγείο- για τους Κροάτες, τους Βόσνιους, τους Πομάκους, τους Βλάχους, τους Τσιγγάνους, χρησιμοποιήθηκαν για τη μελωδική αφήγηση της θυσίας της γυναίκας του πρωτομάστορα. Το είδος του κτιρίου και οι άλλες επιμέρους διαφοροποιήσεις στα μοτίβα της πλοκής του τραγουδιού έγιναν τελικά οι φορείς των ιδιομορφιών κάθε λαού και τόπου. 
  
Γενικά, οι παραλογές[7] για τους Έλληνες, ή οι μπαλάντες[8] για τους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς, αποτελούν κατηγορία πολύστιχων αφηγηματικών τραγουδιών με έντονο το παραμυθιακό και δραματικό στοιχείο.[9] Αντλούν τις υποθέσεις τους, τις γεμάτες φαντασία και συμβολισμούς σκηνές τους, από παμπάλαιους μύθους, νεότερες παραδόσεις, φορτισμένα κοινωνικά περιστατικά, σκάνδαλα της εποχής. Κάποτε, σπάνια όμως -το γιατί το ακούσαμε από τον Οικονομίδη- η υπόθεσή τους μπορεί να είναι δημιούργημα αποκλειστικά της ανθρώπινης φαντασίας, να είναι δηλαδή τραγούδια τελείως …πλαστά.[10] Ο Κ. Θ. Δημαράς θα τα ορίσει σαν «…τεχνικά καμωμένες περιλήψεις παραμυθιών, συχνά δραματικών, βαλμένων σε στίχους».[11] 
Οι ανθρωποθυσίες, σαν θέμα, συμπεριλήφθηκαν σ’ αυτά τα τραγούδια από πολύ νωρίς -το περιβάλλον βοήθησε. Η μετουσίωση μάλιστα του συγκεκριμένου μύθου σε στίχους, έγινε με τέτοιο αριστοτεχνικό τρόπο, ώστε το αποτέλεσμα να εγγράφεται στα συν της ντόπιας λογοτεχνικής παραγωγής. Κι ακόμη κάτι σημαντικό: κάθε λαός -εδώ πάντα, στα Βαλκάνια- έδωσε το τραγούδι σε εκατοντάδες παραλλαγές, παρέχοντας πλούσιο υλικό στη λογοτεχνία, τη λαογραφία, τη μουσική, τη γλωσσολογία, την τέχνη, την ιστορία!


Οι αλβανικές παραλλαγές

Ο
ι παραλλαγές της αλβανικής μπαλάντας, καταγραμμένες όχι μόνο στη σημερινή επικράτεια της χώρας αλλά όπου ζουν, ή ζούσαν, Αλβανοί -Κόσοβο, Μαυροβούνιο, κράτος των Σκοπίων, μέρη της ελληνικής Ηπείρου- είναι πολλές. Ο ερευνητής Zihni Sako, το 1966 που δημοσίευσε σχετική μελέτη,[12] τις ανεβάζει σε 150. Από τότε βέβαια ο αριθμός τους αυξήθηκε σημαντικά. Να πούμε πως, όλες τους, έχουν πρότυπο την μπαλάντα ο καλιάς της Ροζάφας, τραγούδι που αναφέρεται στο επιβλητικό κάστρο της Σκόδρας κοντά στα βόρεια σύνορα του σημερινού κράτους.

Σκόδρα / Το κάστρο της Ροζάφας

Η πόλη της Σκόδρας, δίπλα στην ομώνυμη λίμνη, φέρεται να θεμελιώνεται, κι αμέσως να αρχίζει η ανάπτυξή της, από τον 6ο κιόλας αιώνα π.Χ. Υπήρξε αρχικά πρωτεύουσα των Ιλλυριών και σαν τέτοια -του βασιλιά Γένθιου συγκεκριμένα- την αναφέρει ο έλληνας ιστοριογράφος Πολύβιος. Η πορεία της μέσα στους αιώνες υπήρξε ταραχώδης, με αλλεπάλληλες κατακτήσεις από Ρωμαίους, Βυζαντινούς, Σέρβους, Αλβανούς, Ενετούς, Τούρκους.
Τη στρατηγική της θέση -σταυροδρόμι σημαντικών δρόμων, αφετηρία θαλάσσιων διαδρομών- ενίσχυσε από πολύ νωρίς ένα ισχυρό κάστρο που χτίστηκε σε βραχώδη λόφο μεταξύ των ποταμών Μπούνα ή Μπογιάνα -πηγάζει από τη λίμνη- και Δρίνου. Στο ψηλότερό του σημείο βρίσκεται η τσιταντέλια (ακρόπολη) και μέσα σ’ αυτή το λεγόμενο αρχηγείο που χρησίμευε σαν οπλοστάσιο. Γύρω τους στέκουν, ερείπια σήμερα, τα κυριότερα κτίρια της πόλης, πολλές ημιυπόγειες καμαροσκέπαστες δεξαμενές, κι ακόμη ο καθεδρικός ναός του Αγίου Στεφάνου που αργότερα μετατράπηκε σε τζαμί. Φυσικά το κάστρο δεν έπαψε ποτέ να ενισχύεται με πύργους, διπλά τείχη και οτιδήποτε άλλο που θα βελτίωνε την αμυντική του ικανότητα. Ο λόφος, το κάστρο, και το τραγούδι, φέρουν την ονομασία Ροζάφα. [13]

Η δομή της μπαλάντας ο καλιάς της Ροζάφας, με τις σκηνές και τα επεισόδιά της, έχει ως εξής:

Σκηνή Α΄ (στον τόπο της δουλειάς)
1
τρεις αδερφοί
δουλεύουνε…
1
  2
3
4
5
6
7
8
Την Μπούνα αντάρα σκέπασε
τρεις μέρες και τρεις νύχτες·
τρία μερόνυχτα μετά,
εφύσηξε μιαν αύρα,
πήρε τα σύννεφα μακριά,
στο Βαλντανούζ τα πήγε
που δούλευαν τρεις αδερφοί,
τρεις χριστιανοί αδέρφια.
2
ανεξήγητη αποτυχία
9
10
Όλη τη μέρα χτίζουνε,
το κάστρο πέφτει νύχτα!

3
η αναγγελία
της θυσίας
11
12
13
14
15
16
17
18
19
20
21
22
23
24
25
26
27
28
29
30
31
32
33
34
35
36
Γέροντας άγιος πέρασε:
- Καλή δουλειά, αδέρφια!
- Ω γέρο, να ’χεις το καλό!
Για μας καλό πού βλέπεις;
Όλη τη μέρα χτίζουμε
κι όλη τη νύχτα πέφτει.
Χάρη ζητάμε, γέροντα,
φανέρωσε αν ξέρεις.
- Ξέρω, μα το ‘χω για κακό.
- Δικό μας να ’ν το κρίμα.
- Έχετε τάχα παντρευτεί;
κι οι τρεις έχετε ταίρια;
- Ναι, γέρο, παντρευτήκαμε,
κι οι τρεις έχουμε ταίρια·
δείξε μας τι να κάνουμε
να στεριωθεί το κάστρο!
- Σωστή αν θέλετε δουλειά,
την Κυριακή μη πάτε·
μπέσα και όρκο κάνετε,
στο σπίτι μη μιλάτε,
οι κοπελιές μη μάθουνε!
Πρωί, κι όταν φέξει,
όποια θα φέρει το ψωμί,
στοιχειώστε τη στο κάστρο,
και θε’ να δείτε τότενες
το κάστρο πώς στεριώνει.
            
Σκηνή Β΄ (στο σπίτι των μαστόρων)  

4
η μπέσα

37
38
39
40














41
42
43
44
45
46
47
48
49
50
51
Αλί, ο πρώτος αδερφός
πατά και μπέσα κι όρκο,
στο σπίτι το κουβέντιασε,
στην κοπελιά του το ’πε.














Το ίδιο κι ο άλλος αδερφός·
τη συμβουλή ξεχνάει,
όσα ο γέρος του ’χε πει,
μπέσα πατά και όρκο,
στο σπίτι το κουβέντιασε,
στην κοπελιά του το ’πε.
Μόνο ο μικρός ο αδερφός,
πιο μικρός και πιο καλός,
και μπέσα κι όρκο τα κρατά,
δεν ’μολογά στο σπίτι,
κρυφό φυλά απ’ την κοπελιά.
5
η αναχώρηση
των μαστόρων
52
53
54
Σηκώθηκαν πολύ πρωί·
ραγίζονταν οι πέτρες,
χτυπούσαν κι οι καρδούλες τους!
6
διάλογος πεθεράς
με νύφες
55
56
57
58
59
60
61
62
63
64
65
66
67
68
69
70
71
72
73
74
75
76
Η πεθερά στις νύφες:
- Νύφη μου, πρώτη νύφη μου,
θέλουν ψωμί οι μαστόροι,
θέλουν ψωμί, θεν και νερό!
- Αλήθεια, μάννα, δεν μπορώ,
αρρώστησα η έρμη.
- Νύφη μου, νύφη δεύτερη,                   
θέλουν ψωμί οι μαστόροι,
θέλουν ψωμί, θεν και νερό,
θέλουνε και κρασάκι.
- Αλήθεια, μάννα, δεν μπορώ,
στα γονικά μου πάω.
- Νύφη μου, τρίτη νύφη μου!
- Στους ορισμούς σου, μάννα!
- Θέλουν οι μάστορες ψωμί,
ψωμί θέλουν, νεράκι,
και στην κολοκυθιά κρασί.
- Αμέσως τρέχω, μάννα,
μα ’χω το γιο μου μοναχό.
- Σήκω μου, κόρη, σύρε,
θα στο φυλάμε το παιδί,
δεν κάνει για να κλαίει.

Σκηνή Γ΄ (στον τόπο της θυσίας)     
                                                            
 7
ο πηγαιμός
της ηρωίδας
77
78
79
80
Πήρε ψωμί, πήρε νερό,
και στη φλασκιά κρασάκι,
για την Καζένα τράβηξε,
ανέβηκε στο κάστρο.

 8
άφιξη γυναίκας
και πληροφόρηση
για τη θυσία της         
81
82
83
84
85
86
87
88
89
90
Τσοκάνια, δες, σταμάτησαν,
καρδιές πια δεν χτυπάνε,
τα πρόσωπα σκοτείνιασαν.
Την βλέπει ο καλός της,
πετά τσοκάνι, φώναζε…
- Καλέ μου, συ τι έχεις,
το κάστρο γιατί βλαστημάς;
- Μαύρη τη μοίρα έχεις,
σε ρίχνουνε στα θέμελα!
- Να ’στε καλά, κουνιάδοι!


 9
η παραγγελία
91
92
93
94
95
96
97
98
99
100
101
102
Μ’ αφήνω σ΄ όλους προσταγή:
Στον τοίχο σαν με βάλτε,
αφήστε απ’ έξω το δεξί
μάτι μου και το χέρι,
πόδι δεξί αφήστε μου,
δεξί και το βυζί μου·
γιατί το γιούλη μου άφησα
μικρό, κι όταν θα κλαίει
με το ’να μάτι να θωρώ,
χαϊδεύω με το χέρι,
να το κουνά το πόδι μου,
ταΐζει το βυζί μου.
10
η ευχή
103
104
105
106
Ας μαρμαρώσει ο κόρφος μου,
κι ας στεριωθεί το κάστρο,
να το χαρεί ο γιόκας μου,
να το πατήσει Ρήγας!

Το τραγούδι της Ροζάφας που παρακολουθήσαμε με τους 106 στίχους -καθένας με 7 συλλαβές, κατά κανόνα ομοιοκαταληκτούντες- αποτελεί την εθνική παραλλαγή των Αλβανών από την οποία προκύπτουν όλες οι άλλες. Ακολουθεί τη βαλκανική εκδοχή του μύθου με τα αρκετά κοινά επεισόδια και μοτίβα -συνηθέστερα: των τριών αδερφών μαστόρων, κι αυτό της μητρικής στοργής με το οποίο τόσο συγκινητικά κορυφώνεται, κλείνει η όλη ιστορία. Τη δημοσιοποίησε πρώτος -στο ευρωπαϊκό κοινό μάλιστα, μέσα 19ου αιώνα- ο μελετητής των αλβανικών πραγμάτων  IG.von Hahn.[14]
   

Η υπόθεση στη συγκεκριμένη παραλλαγή είδαμε να διαδραματίζεται σε τρεις σκηνές με δέκα συνολικά επεισόδια. Δεν συμβαίνει όμως πάντα το ίδιο. Στις πολλές άλλες, αν και οι σκηνές εξακολουθούν να παραμένουν τρεις -δύο στον τόπο δουλειάς και μία στο σπίτι των μαστόρων- ο αριθμός των επεισοδίων τους ποικίλει· άλλοτε αυξάνει, προσθέτοντας ενδιαφέρουσες νέες εικόνες, κι άλλοτε, σε πιο λιτές φόρμες, περιορίζεται. Να δώσουμε ένα παράδειγμα χρησιμοποιώντας παραλλαγή από το χωριό Βελέστα περιοχής Στρούγκας των Σκοπίων: το 7ο επεισόδιο με το οποίο ξεκινάει η Γ΄ Σκηνή (αναχώρηση γυναίκας από το σπίτι με το φαγητό των μαστόρων) παίρνει τόσες διαστάσεις (14 στίχοι), διανθίζεται με τέτοιες λεπτομέρειες (συνομιλία με στοιχεία της φύσης) που άνετα μπορεί να υποδιαιρεθεί σε περισσότερα επεισόδια, συνθέτοντας ίσως μια ολόκληρη, επιπλέον σκηνή. Απόσπασμά της οι παρακάτω στίχοι:
- Κούκε μου, γλυκέ, τραγούδα,
πες τραγούδι, μοιρολόγα,
π’ όπου πάω δεν γυρίζω,
που τα νιάτα μου χαθήκαν,
που θε να γενώ γιοφύρι,
νιούτσικη στις πέτρες μέσα…

Από καθαρά λογοτεχνική άποψη θεωρώντας την οποιαδήποτε αλβανική μπαλάντα -δεν διαφεύγει της προσοχής- προβάλει άμεσα, μια ιδιομορφία της που ζωντανεύει -παρέχει ρεαλιστική χροιά- τον έτσι κι αλλιώς εξωπραγματικό μύθο. Είναι οι διάλογοι -με σύντομες ερωτήσεις κι απαντήσεις- που καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του κειμένου. Πιο χαρακτηριστικοί: ο μεταξύ μαστόρων και αγγελιαφόρου της κακής είδησης, εκείνος ανάμεσα στην πεθερά και τις νύφες, και φυσικά της γυναίκας με τους μαστόρους τη στιγμή του εντοιχισμού. Το σημαντικότερο: υπάρχουν παραλλαγές που αφηγούνται ολόκληρη την ιστορία αποκλειστικά με διαλόγους, κάτι σαν θεατρική παράσταση. 

Το κατασκευαζόμενο στις αλβανικές παραλλαγές κτίσμα, στις βόρειες περιοχές -Σκόδρας, Ντουγκάγια, Πούκα, Μιρντίτα, Κρούγια, Δυρραχίου, Ελμπασάν- συνήθως είναι κάστρο. Όμως στις νότιες -Μαλακάστρας, Κουρβελέσι, Σπαθίας, Όπαρης, Κορυτσάς- όπως και στα μέρη της Ντίμπρας, Κόσσοβου και Σκοπίων, είναι γεφύρι. Υπάρχει περίπτωση, έστω σπανιότερα, οι μαστόροι να χτίζουν εκκλησία (στο Λίνι του Πόγραδετς[15]). Και κάτι ακόμη. Να πούμε πως, αρκετές φορές, τούτα τα κτίσματα αναφέρονται αόριστα, δεν προσδιορίζεται δηλαδή η ταυτότητά τους, η ακριβή τους θέση· συχνά όμως, η αναφορά είναι συγκεκριμένη, σαν την περίπτωση της Ροζάφας που είδαμε να διαδραματίζεται στο κάστρο της Σκόδρας. Άλλα τέτοια παραδείγματα: το κάστρο του Ελμπασάν,[16] το γεφύρι του Άγιου (Shejtë),[17] το κάστρο του Ντρίστι (Drishtit),[18] ή της Τούρα (Turres),[19] τo γεφύρι της Άρτας, το κάστρο του Petro Petroshi,[20] το πιο μακρινό γεφύρι του Καντίν.[21]
   
Το γεφύρι του Άγιου - Ura e Fshajt  (1915)

Οι μαστόροι είναι πάντα τρία αδέρφια. Όχι σπάνια δηλώνεται κι ο τόπος της ιδιαίτερης καταγωγής τους -το Χάσι ας πούμε, περιοχή φημισμένων τεχνιτών στα βορειοανατολικά της χώρας, δυτικά του Κόσσοβου. Όμως, σίγουρα μεγαλύτερη σημασία έχει η αναφορά στη θρησκεία τους -χριστιανοί ή μουσουλμάνοι- κάτι που δηλώνεται ξεκάθαρα από τους πρώτους κιόλας στίχους, ή προκύπτει έμμεσα αργότερα. Γνωστό πως οι Τούρκοι δεν υιοθέτησαν, δεν συμπεριέλαβαν ποτέ στα τραγούδια τους, το θέμα της εντοιχισμένης γυναίκας, κι αυτό παρά τη μακροχρόνια συμβίωση με τους κατακτημένους βαλκάνιους. Αλλά οι τελευταίοι, όσοι από αυτούς αλλαξοπίστησαν -αρκετοί Αλβανοί, περισσότεροι Βόσνιοι, όλοι οι Πομάκοι- συνέχισαν να το τραγουδούν, φυσικά κατάλληλα προσαρμόζοντάς το. Άρα -αποτελεί απόδειξη αυτό- το τραγούδι προϋπήρχε του ερχομού των Τούρκων.
  
Τα πρόσωπα, οι πρωταγωνιστές του τραγουδιού, κατά κανόνα δεν ονοματίζονται, δεν λείπουν όμως περιπτώσεις, έστω λίγες, που ακούγονται ονόματα. Παραδείγματα: η γυναίκα στη Σπαθία λέγεται Zare, στη Μιρντίτα Gjina ή Vida, σε παραλλαγή καταγραμμένη στα σύνορα Μαυροβούνιου και Αλβανίας φέρει το ελληνικότατο …Εύχαρις· ο μικρός αδερφός στη Μεγάλη Μαλεσία, στη Σκόδρα και αλλού, ακούει στο όνομα Baca ή Gjergji· στην Ντουγκάγια το παιδί αποκαλείταιMiri, στην Όπαρη Tefik, στην Μπελεβόντα της Κορυτσάς Dhimitraquë· στην προαναφερόμενη παραλλαγή μεταξύ Αλβανίας και Μαυροβούνιου -όπου και η Εύχαρις- οι τρεις δημιουργοί του Κάστρου της Σκόδρας είναι ο Skand, ο Ali, κι ο Amska,[22] ενώ στο Λούρο της Πρέβεζας, σε τσάμικη παραλλαγή, οι τρεις μαστόροι που χτίζουν το γεφύρι της Άρτας λέγονταιPanuaMihal και Kiçon

Τρία αδέρφια απ’ το Λούρο, 
είν’ ο Πάνος, είν’ ο Μίχος,
είναι κι ο μικρός ο Χρήστος·
- Είμαστε κ’ οι τρεις αδέρφια,
κι έχουμε σαράντα εργάτες,
τσ’ Άρτας χτίζουμε γιοφύρι,
νύχτα μέρα πολεμάμε…
     
Η αναγγελία της θυσίας (επ. 3ο) γίνεται από κάποιο μυστηριώδη γέρο -σπανιότερα από γριά- δηλωτικό του σεβασμού που απολαμβάνουν εδώ οι ηλικιωμένοι, ή, που είναι το ίδιο, της γνώσης που φέρνει η πείρα. Έχουμε και παραλλαγές όπου η αναγγελία γίνεται από Άγιο, ή Δερβίση, ή Σεχ,[23] υπό την επήρεια ισχυρών τότε, μέχρι φανατισμού, θρησκευτικών πεποιθήσεων.
Πρέπει να θυσιαστεί -είναι ο κανόνας σ’ όλες τις παραλλαγές- η γυναίκα που την επομένη θα φέρει πρώτη το φαγητό των μαστόρων. Εξαίρεση αποτελεί -ακούγεται όμως μόνο σε δύο τραγούδια- η θυσία της μικρότερης αδερφής του πρωτομάστορα - τότε δύο είναι οι μαστόροι που δουλεύουν.[24] 
Ένα επεισόδιο με ιδιαίτερη στο αλβανικό τραγούδι σημασία -αν και συναντάται πολύ συχνά στα αντίστοιχα βαλκανικά, αποτελεί κοινό τους μοτίβο- είναι αυτό της μη τήρησης εκ μέρους των δύο μεγαλύτερων αδερφών τού λόγου τιμής τους (επ. 4ο). Πρόκειται για την περιβόητη… μπέσα, ένα ζήτημα που φορτίζει υπέρμετρα, συγκινεί πολύ το ντόπιο πληθυσμό. Μήπως άλλωστε το… πάτημά της δεν αποτελεί τη σημαντικότερη αιτία έναρξης των αιματηρών εδώ βεντετών των αποκαλούμενων και κανούν; Είναι λοιπόν, πολύ χαρακτηριστικός ο τρόπος που μεταχειρίστηκε στιχουργικά ο αλβανικός λαός το συγκεκριμένο επεισόδιο, το οποίο, ας σημειωθεί, δεν παρέλειψε από καμία του παραλλαγή. Να, για παράδειγμα, πώς τελειώνει ένα τραγούδι που έχει καταγραφεί στο χωριό Στρέλτσα της Κορυτσάς. Ο μάστορας, ακούγοντας τα παράπονα και τις εκκλήσεις της γυναίκας του που χτίζει στα θεμέλια, με συντριβή, αλλά και με περηφάνια, της απαντά:


Ήμουν κι αφήνω ορφανό,
μα κράτησα τη μπέσα…  
Η γυναίκα, που πρόκειται να θυσιαστεί, αναχωρεί από το σπίτι της πάντα υποψιασμένη (επ. 7ο). Στα τραγούδια από το Κόσσοβο και την περιοχή των Σκοπίων εξηγείται το γιατί: συμβαίνει γιατί έχει δει όνειρο κακό. Έτσι, σε παραλλαγή από το χωριό Κρίλεβο περιοχής Γκόλακ του Κόσσοβου, εξομολογείται:

Όνειρο κακό που είδα·
πήγα, λέει, στο γεφύρι,
κει μου πήρε το κεφάλι
ο κουνιάδος για το κούρμπαν…  

Η βέρα του γάμου, σαν δόλωμα για τη θυσία, απαντάται αρκετά συχνά στις αλβανικές παραλλαγές -αποτελεί σίγουρα δάνειο από τις ελληνικές από τις οποίες ποτέ δεν λείπει. Πάντως, και εδώ, όποτε συμβεί, η γυναίκα προσφέρεται να βρει και να βγάλει το δαχτυλίδι. Σε μία μόνο περίπτωση προσπαθεί να ξεφύγει.

- τ' έχει ο κύρης μου στη γη;
- του ’πεσε στο λάκκο η βέρα.
- θα την κάνουνε χρυσή,
έχω εγώ εννιά αδέρφια... (Λίνι του Πόγραδετς)


 









Η καθευατή πράξη του εντοιχισμού, αποτρόπαιη, διαρκεί ελάχιστα -δίνεται με δύο, το πολύ τρεις στίχους. Άλλοτε, έξυπνα, μόνο υπονοείται -θα επακολουθήσει μετά το τέλος του τραγουδιού. Η τραγικότητα της στιγμής αναδεικνύεται, κυρίως, μέσα από τους διαλόγους της ηρωίδας με τους κουνιάδους της. Είναι οι εκκλήσεις, οι ύστατες επιθυμίες, η κατάρα -όχι συχνή- η ευχή τέλος προς το παιδί της, που κορυφώνουν την αγωνία, συγκινούν το ακροατήριο. Ακούγεται συνταρακτικός ένας τέτοιος διάλογος -σε παραλλαγή από τη Βελέστα της Στρούγκας- μεταξύ της γυναίκας και του ίδιου της του άντρα. Ο τελευταίος, εδώ, είναι αυτός που θα εκστομίσει και την κατάρα: 

όλο το κακό που κάνω,
-τη γυναίκα μου να χτίσω,
όσα είπε ο πάτερ Σεχ μας-
στο λαιμό των αδερφών μου,
που τη μπέσα τους πατήσαν…
  
Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, έστω στις λίγες που ακούγεται κατάρα, αυτή εκστομίζεται απ’ τη γυναίκα, το θύμα, στοχοποιώντας πάντα γεφύρι.



● όπως στον τοίχο τρέμω εγώ,
   να τρέμει το γιοφύρι… (Μπελεβόντα Κορυτσάς)

● μαυρογιόφυρο, γιοφύρι,
   σαν περνούν πιστοί και τούρκοι,
  τρέμε όπως τώρα τρέμω… (Λούρος Πρέβεζας)

● πως τρέμουν τα χειλάκια μου,
   γιοφύρι σας να τρέμει… (Μπελοτσέρκα / Ασπροκκλησιά Πρέσπας)


Η σπανιότητα στις αλβανικές μπαλάντες του επεισοδίου της κατάρας, δικαιολογημένα εκλαμβάνεται, ερμηνεύεται από κάποιους, πως η γυναίκα εντοιχίζεται με τη θέλησή της -υποστηρίζουν πως έτσι εξυπηρετείται καλύτερα η δοξασία που θέλει τη θυσία εκούσια. Και πραγματικά, σε ορισμένες τουλάχιστον παραλλαγές τούτο γίνεται κάτι περισσότερο από εμφανές. Σ’ εκείνη της περιοχής Πρεκορούπα του Κόσσοβου η εντειχιζόμενη συναινεί ξεκάθαρα.

θάνατο καλό μου δίνει,
τη ζωή ο θεός που παίρνει,
κούρμπαν να ’μαι στο γιοφύρι…   

Το ίδιο -η γυναίκα αποδέχεται τη μοίρα της χωρίς αντιρρήσεις- συμβαίνει και στην παραλλαγή από το χωριό Κρίλεβο, επίσης του Κόσσοβου.

τούτο δε με νοιάζει στάλα,
αν Θεός το θέλει έτσι,
……………………………
αμανάτι για τη μάνα,
ένα δάκρυ να μη χύσει,
όποιος ζει θε να πεθάνει,
θε να ανταμωθούμε πάλι…
  
Όταν όλα έχουν κριθεί, πλησιάζει το τέλος, θα ακουστούν και οι τελευταίες επιθυμίες του τραγικού θύματος (επ. 9ο). Ανάμεσά τους ξεχωρίζει βέβαια, συγκινεί περισσότερο, εκείνη  που η μάνα ζητάει να της αφήσουν ελεύθερα, έξω από τις πέτρες, ένα τουλάχιστον πόδι, ένα χέρι, ένα μάτι, ένα στήθος, όλα για χάρη του μικρού παιδιού της -κοινό το επεισόδιο όχι μόνο στις αλβανικές μπαλάντες, αλλά και σε πολλές βαλκανικές. Αλλά ξεχωρίζει -ξενίζει μάλλον- ακόμη μία παραγγελία της γυναίκας -μοτίβο αυτό μόνο των αλβανικών τραγουδιών. Ζητάει να δώσουν στον άντρα της -στον μπεσαλή άντρα της- την αδερφή της για… γυναίκα του! Είπαμε ξαφνιάζει, αλλά είναι εξηγήσιμη για τον γνώστη των συνηθειών των μουσουλμάνων -μόνο στις δικές τους παραλλαγές το συναντάμε. Απευθυνόμενη η γυναίκα στο μεγάλο κουνιάδο της,  που τη χτίζει, την ακούμε να ψιθυρίζει:

για τη μάνα αμανάτι,
αδερφή μία που έχω,
να τη δώσει τ΄ αδερφού σου·
μην αργήσει για το γάμο,
τέτοιος άντρας δεν υπάρχει… (Κρίλεβο Κόσσοβου)












Το τραγούδι τελειώνει (επ. 10ο) είτε με κάποια ευχή -από τη μάνα στο γιο- είτε διαλαλώντας ένα θαύμα -η γυναίκα ξεψύχησε αλλά το στήθος της τρέχει!  
Ευχή έχουμε μόνο όταν χτίζεται κάστρο. Ειδικά αν την απευθύνει μουσουλμάνα εκπλήσσει, αφού τότε εκφράζεται έντονα η έχθρα για τους Κράληδες, τους Σέρβους βασιλιάδες.

κάστρο, που Θεός στεργιώνει,
κράλης σένα μην πατήσει,
μοναχά πασάς ο γιος μου,
κράληδες να πολεμήσει… (Γκράντετς Σκοπίων)
  
Το θαύμα αφορά τις θαυματουργικές ιδιότητες του υγρού που τρέχει απ’ το πετρωμένο στήθος της θυσιασμένης! Πρόκειται για τόσο πειστικό για το λαό γεγονός, που δεκάδες παραδόσεις του το αναπαράγουν και το παραλλάσουν. Έχει σημειώσει σχετικά ο Zihni Sako: «οι μητέρες που δεν έχουν αρκετό γάλα για τα βρέφη τους, με την ανατολή του ηλίου πλένουν τις ρόγες τους με νερό ασβεστούχο που διϊδρούται στις καμάρες του κάστρου, έχοντας πρώτα καταναλώσει ψωμί και κρεμμύδια. Αυτό το υπόλευκο νερό πιστεύουν ότι είναι το γάλα της εντειχισμένης γυναίκας».[25] Αλλά, να τρία παραδείγματα πώς η παράδοση πέρασε στο τραγούδι:


● θάμα τότε, εκεί μια βρύση
   για νερό τους βγάζει μέλι·
   ποιος να ξέρει αν είναι αλήθεια;
   για να λένε, έτσι θα ’ναι… (Κρίλεβο Κόσσοβου)

● έξω το βυζί αφήσαν,
   σαν χρυσό νερό να τρέχει,
   το παιδί να μεγαλώνει,
   τους αρρώστους να γιατρεύει… (Λούρος Πρέβεζας)

● τώρα στου βυζιού το γάλα
   παν τυφλοί να γιάνουν μάτια… (Πρεκορούπα Κόσσοβου)






Η θεώρηση των αλβανικών παραλλαγών της μπαλάντας θα τελειώσει με την παράθεση ενός ακόμη ολόκληρου τραγουδιού, τούτη τη φορά μουσουλμανικού. Με 208 στίχους, έχει καταγραφεί στα χωριά Σφέρκα και Λάπτσεβα της περιοχής Πρεκορούπα στο Κόσσοβο.[26] Τώρα η υπόθεση διαδραματίζεται στο λεγόμενο γεφύρι του Άγιου (Ura e Shejtë), κτίσμα στο οποίο αναφέρονται πολλές παραλλαγές προερχόμενες απ’ τη ζώνη Σκοπίων-Κόσσοβου. Κάθονται στο πάτωμα, σχηματίζοντας σχεδόν κύκλο, και το τραγουδούν.

Τρία αδέρφια, τρεις Χασιάτες,[27]
δρόμο παίρνουν για Γκιακόβα·[28]
ήσαντε κι οι τρεις μαστόρια…
Βαν’ τα τσόκια[29] τους στον ώμο,
μεσ’ του Δρίνου παν το στόμιο
και γιοφύρι τ’ Άγιου αρχίζουν.
Χρόνους τρεις που το δουλεύουν·
το δουλέψαν τρία χρόνια,
μα δε βάνουνε κεμέρι, [30]
είναι η νύχτα που το παίρνει.
Τρία αδέρφια, τι να κάνουν;
Μεταξύ τους κουβεντιάζουν:
- Να παραφυλάμε νύχτα,
ποιος γκρεμίζει να τον βρούμε,
χρόνια τρία πολεμάμε,
παν οι κόποι μας χαμένοι,
δε μας στέκει το κεμέρι,
το κορμί μας σιγοκαίει.
Νύχτα κάθονται, φυλάνε·
έφτασε το μεσονύχτι,
τίποτα να το γκρεμίσει
-μα οι πέτρες φουρφουρίζουν
σαν πουλιά και φτερουγίζουν.
Το πρωί ο Θεός που φέρνει
-τα παιδιά αρχίζουν πάλι·
πάλι αρχίζουν να δουλεύουν-
το γεροδερβίση στέλνει.











- Γειά χαρά σας, τρία αδέρφια!
- Γεια και σένα, μπρε δερβίση!
Μ’ άρχισε στραβά η δουλειά μας,
η δουλειά μας στράφι πάει,
τρία χρόνια πολεμάμε,
δε μας στέκει το κεμέρι,
το κορμί μας σιγοκαίει!
Ψες φυλάξαμε όλη νύχτα·
τίποτα να το γκρεμίσει·
μα οι πέτρες φουρφουρίσαν
σαν πουλιά και φτερουγίσαν.
Ξέρεις, γέρο, να μας μάθεις,
πώς στεργιώνουμε γιοφύρι;
Στα παιδιά ο γέρος τότε:
- Αν το θέτε το γιοφύρι,
σεις που είστε τρία αδέρφια
και οι τρεις σας παντρεμένοι,
πρέπει μπέσα σας να δώστε
πως δε λέτε στις γυναίκες·
όποια τους ψωμί θα φέρει,
κούρμπαν στο γιοφύρι μπαίνει,
για… κουρμπάνι τούτο θέλει.
Τούτα, κι ας πηγαίνω τώρα,
εϊβαλάχ,[31] είπε και φεύγει…
Χώμα δε ’κουνήθη· εχάθη!
Όλη μέρα χτουν τ’ αδέρφια·
κι όταν ο Θεός βραδιάζει,
φεύγουνε να πάνε σπίτι.
Δρόμο-δρόμο δίνουν μπέσα
μην το πούνε στις γυναίκες.
Φτάσαν σπίτι, ήρθε η νύχτα,
φάγανε το βραδινό τους,
στους οντάδες τους τραβήξαν.
Μόλις μπήκαν στους οντάδες,
ο μεγάλος -ντροπή να ’χει-
της γυναίκας του της το ’πε.
- Λάθος σου, ψωμί αν φέρεις,
μας μαρτύρησε ένας γέρος
πως για να γενεί γιοφύρι
θέλει μια κυρά κουρμπάνι.
Και ο δεύτερος -κατάρα-
της γυναίκας του το λέει.
Ο μικρός -ευλογημένος-
δεν της το ’πε της καλής του.
Έφερε ο Θεός τη μέρα·
σηκωθήκανε τ’ αδέρφια,
πάνε αμέσως στο γιοφύρι,
βλέπουν το γιοφύρι στέκει.
Αρχινάνε να δουλεύουν.
Ώρα για το κολατσιό τους…
Των παιδιών η μάνα πάει
στον οντά της πρώτης νύφης·
της φωνάζει: - Ε, μπρε κόρη,
το ψωμί για τα παιδιά μου!
- Μωρέ μάνα, άκου κάτι,
δε πηγαίνω στο γιοφύρι,
με πονάει το  κεφάλι,
δε μπορώ να κάνω βήμα.
Έφυγε η γριά, φαρμάκι,
στον οντά της άλλης νύφης·
της φωνάζει: - Ε, μπρε κόρη,
το ψωμί για τα παιδιά μου!
Σύρε των παιδιών ψωμάκι,
άργησε το κολατσιό τους,
στο γιοφύρι πια πεινάνε.
- Μα τη πίστη μ’, άκου μάνα,
δε πηγαίνω το ψωμί τους,
θέρμες μαύρες μ’ έχουν πιάσει,
δε μπορώ να κάνω βήμα!
Δες τη γριά τι κάνει πάλι·
Στης μικρής της νύφης πήγε:
- Σήκω, κόρη μ’, ’τοίμασέ το
το ψωμί για τα παιδιά μου,
στο γιοφύρι πια πεινάνε·
στο κρεβάτι οι συννυφάδες,
δε μπορούν ψωμί να πάνε…
Τι να κάνει κι η νυφούλα;
σκώνεται στα δυο της πόδια
και στη γριά σιγά της λέει·
άκου στη γριά τι είπε:
- Μάνα, το παιδί αμανάτι!
Στο πηγάδι μη μου πέσει!
Άκου και τη γριά που λέει:
- Κόρη μου, χαζούλα θα ΄σαι,
πας, γυρίζεις, θα κοιμάται.
- Αχ μπρε μάνα, λέει η νύφη,
Ψες κακ’ όνειρο που είδα
-κούρμπαν στο γιοφύρ με δένε-
στην αυλή ξανά δε θα ’μαι!
Το ψωμί και… ξεκινάει.
Στης αυλής την πόρτα στέκει,
γι’ άλλη μια φορά γυρνάει
και φωνάζει: - Ε, μπρε μάνα,
αμανάτι το παιδί μου,
συννυφάδες μη το δέρνουν!
Πήρε το στρατί και πάει…
Μεσ’ τη μέση μόλις φτάνει,
ο Θεός σεισμό τής ρίχνει.
Δες κι η νύφη τι θα κάνει,
κάτω π’ αχλαδιά θα πάει
με το νου της μολογάει:
- Πέντε, ναι, τα χρόνια που ’ρθα,
κι ούτε πήγα στο χωράφι,
μια φορά ψωμί δεν πήγα!
Παύει κι ο σεισμός, ’συχάζει!
Σ’κώνεται στο δρόμο πάλι,
κι όταν φτάνει στο γιοφύρι,
στο γιοφύρι όταν θα φτάσει…











- Καλό κάνετε, κουνιάδοι!
- Να ’χεις, συ, καλό κουνιάδα!
τούτο δω καλό δεν είναι,
σου ’τοιμάζουμε κιβούρι·[32]
θα μας δώσεις τη ψυχή σου;
Άκου π’ απαντάει η νύφη:
- Θάνατο καλό μου δίνει,
τη ζωή ο Θεός μού παίρνει,
κούρμπαν να ’μαι στο γιοφύρι.
Και ο άντρας της τι κάνει;
Κακή μοίρα, όλο κλαίει.
Η κυρά του τον μαλώνει,
αποπαίρνει τον η κυρά του:
- Λιγοψύχησες περίσσια,
κλαίει άντρας για γυναίκα;
Άρχισε κι αυτός να λέει:
- Για γυναίκα ’γω δε κλαίω,
αλλά αδέρφι μην πιστέψεις;
αδερφός πιστεύει αδέρφι;
μπέσα δώσαμε ψες, ξέρεις;
Δες τι κάνει τότε η νύφη:
- ’Κούστε με, κουνιάδοι, είπε,
για τη μάνα μου χαμπέρι!..
δεκαεφτάρα αδερφή μου
για τον άντρα μου να φέρει,
που ’ναι μπεσαλής, λεβέντης.
Πάλι η νύφη τούς μιλάει:
- Σας ζητώ και μία χάρη·
άφησα παιδί στη κούνια,
φέρτε το μου μία ακόμα,
μια φορά να το βυζάξω!
Ένας της κουνιάδος φεύγει,
πήρε το παιδί απ΄ το σπίτι
και της νύφης του το πάει,
μεσ’ την αγκαλιά της βάνει.
Δες τι κάνει τώρα η νύφη·
το δεξί βυζί στο στόμα,
στα ξανθά μαλλιά το χέρι,
κι αρχινάει το μοιρολόι.
- Έι, παιδί μου, να ’χεις τύχη!
ίσσαλα[33].., άντρας να γένεις,
του πατέρα σου να μοιάσεις,
Κόσσοβο να γεροντέψεις,[34]
τη μανούλα τώρα χάνεις…
Στρέφει στους κουνιάδους, λέει:











- Αμανάτι σας, κουνιάδοι,
το βυζί μου αφήστε απ’ όξω·
μικρό το ’χω το παιδί μου,
όταν κλαίει με ζητάει,
φέρτε το μου στο γιοφύρι
με βυζί να το μωρώνω!
Κι οι κουνιάδοι άκου τ’ είπαν:
- ’Σύχασε και ότι θέλεις…
Σ’κώθηκε με “βόηθα Θε μου”,
σ’κώθηκε δοξάζοντάς τον,
πήρε… αβντές[35] γαληνεμένη,
δίχως προσευχή να πάψει.
- Θέλημα Θεού να γένει,
τη ψυχή μου εδώ να δώσω.
Στο γιοφύρι κάτω η νύφη,
θέμελα δεξιά του πέφτει!!
Δες τι κάναν οι κουνιάδοι!
Με… Θεό[36] κεφάλι πήραν,
πέτρες ρίχνουν, χώμα απάνου!
Κι αρχινίσαν το γιοφύρι,
-όξω αφήσαν το βυζί της-
το κεμέρι του εχτίσαν.
Στο γιοφύρι βάλαν τόξο,
π’ από τότε ακόμα στέκει!
Τώρα στου βυζιού το γάλα,
παν τυφλοί να γιάνουν μάτια!
Γιοφυριού τ’ Άγιου τραγούδι,
όπως το ’πανε το λέμε…



[1] Νικολάου Γ. Πολίτου, Εκλογαί από τα τραγούδια του ελληνικού λαού, Αθήναι 1914, σελ. 130.
[2] EdTylor, Primitive Culture, I, London 1903, 160.
[3] PSartoriSitte und BrauchLeipzig 1911, σ. 10 κι επόμενες.
[4] Δημητρίου Β. Οικονομίδου, Η Θυσία εις Οικοδομήματα, «Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών», τόμος ΜΕ, Αθήναι 1981-82, σελ. 63 & 54.
[5] Lazăr ŞăineanuLes rites de la construction d’ après la poésie populaire de l’ Europe orientale, “Revue de l’ histoire des religions”, 45, Paris 1902, 359-396.
[6] Δημητρίου Β. Οικονομίδου, Η Θυσία εις Οικοδομήματα, «Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών», τόμος ΜΕ, Αθήναι 1981-82, σελ. 65.
[7] Τον όρο πρώτος εισήγαγε ο Νικόλαος Πολίτης, στηριζόμενος  σε πληροφορία που διέσωσε ο Δ. Καμπούρογλου ότι στην Αθήνα “τα ποιητικά της δημώδους μούσης προϊόντα, τα φέροντα τον τύπον επών ή επυλλίων, ωνομάζοντο παραλογαί.” (Ιστορία των Αθηναίων, τόμ. Α, 1889, σ. 289)
[8]  Σημειώνει ο Γιώργος Ιωάννου (Παραλογές, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1975, 17): «… ο όρος μπαλάντα χρησιμοποιείται διεθνώς ως ονομασία για τα ευρωπαϊκά δημοτικά τραγούδια χορού ή για τραγούδια λόγια ορισμένης αυστηρής στροφικής μορφής. Πολλές φορές όμως χρησιμοποιείται γενικά, προκειμένου να ονομαστούν τα διηγηματικά άσματα. Πολλοί θεωρούν ότι η λέξη μπαλάντα προέρχεται από το αρχαίο ελληνικό ρήμα βαλλίζω, που σημαίνει χορεύω με απλωτές ζωηρές κινήσεις των μελών…».
[9] Άλλα τέτοια -παραλογές- ελληνικά τραγούδια, κάποια κοινά σ’ όλη τη βαλκανική, είναι: “του κολυμπητή”, “του νεκρού αδερφού”, “η μάννα η φόνισσα”, “του κυρ-βοριά”, “ο γυρισμός του ξενιτεμένου”, “του Μαυριανού και της αδερφής του”, κ. α. 
[10] Έτσι ακριβώς τα ονόμασε, πλαστά, ο μελετητής των ελληνικών τραγουδιών APassow (Τραγούδια Ρωμαίικα.Popularia carmina Graeciae recentiorisΛειψία 1860).
[11] Κ. Θ. Δημαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, δ΄ έκδοση, σ. 10.
[12] Zihni SakoEléments Balkaniques communs dans le rite de la Balade de l’ Emmurement, “Studia Albanica” 3/1966, 2, 208.
[13] Κατά τον Pouqueville«χρονικά γραμμένα στη σκίπικη, που είναι γλώσσα όλων των πληθυσμών της μακεδονικής Ιλλυρίας ως τη λίμνη Λαμπεάτις, αναφέρουν ότι ένας κάποιος Ρόζα και η αδελφή του Φα έχτισαν την ακρόπολή της στην οποία έδωσαν το όνομα Ροζαφά που διατηρεί» (Voyage de la GrèceParis 1826. Μετάφραση Κ. Βλάχος, Ταξίδι στην Ελλάδα, Τόμ. ΙΙ, Ιωάννινα 1996, σελ.152-153).
Κατά τον Zihni Sako«ο ουμανιστής και ιστοριογράφος Marin Barleti, στο έργο του “De obsidione Skodrensi”, που εκδόθηκε στη Βενετία το 1505, αναφέρει ότι στην εποχή του διηγούνταν για το κάστρο της Σκόδρας ότι χτίστηκε από έναν αδερφό και μια αδερφή (Roza και Fa = Rozafa(Eléments Balkaniques communs dans le rite de la Balade de lEmmurement, “Studia Albanica” 3/1966, 2, 211).
[14] IGvon HahnAlbanesische StudienHeft IIena 1854, 200.
Η πρώτη καταγραφή σε αλβανική γλώσσα, σε πεζό,  δημοσιεύτηκε το 1878 από τον Ε. Μήτκο [Βηλιέττα Σsκίυπητάρε (Αλβανική Μέλισσα), Εν Αλεξανδρεία 1878, 3, 167]. Φέρει τίτλο “Η γέφυρα της Αλώπεκος εν Δίβρα” και είναι τυπωμένη, όπως άλλωστε όλο το βιβλίο, με ελληνικούς χαρακτήρες, αφού το αλβανικό αλφάβητο καθιερώθηκε το 1908.
[15] Εκεί τα ερείπια μεγάλης παλαιοχριστιανικής Βασιλικής.
[16] Μεγάλο, παμπάλαιο κάστρο, με 26 κάποτε πύργους, που ανακατασκεύασε το 1466 ο Μεχμέτ ο Β΄ ο κατακτητής.
[17] Στον Δρίνο ποταμό, ανάμεσα Γκιακόβα και Πριζρένη του Κόσσοβου. Τραυματίστηκε σοβαρά στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και καταστράφηκε ολοσχερώς το 1942. Σήμερα έχει ανακατασκευαστεί.
[18] Στο αρχαίο Ντρίβαστο, λίγο Β.Α. της Σκόδρας.
[19] Στη Μέση Αλβανία -στα παράλια της Αδριατικής- μεταξύ Καβάγιας και Ντιβιάκα,.
[20] Στο Λιέσαν -νότια του Ελμπασάν- της κοιλάδας του Σκούμπη.
[21] Κοντά στο Κιουστεντίλ της Βουλγαρίας, νοτιοδυτικά της Σόφιας. 
[22] Παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους Έλληνες η συγκεκριμένη παραλλαγή αφού, κατά τον Κύπριο Επαμεινώνδα Ι. Φραγκούδη που τη δημοσίευσε σε πεζό το 1856, «…μοίρα τις διέταξεν εις τρεις αδελφούς, Σκανδ, Αλήν και Αμσκάν ονόματι, κατοικούντας τα ύψη του Μαυροβουνίου ν’ απέλθωσιν εις Σεθηνιάχ (Αθήνα), να λάβωσιν εκείθεν γυναίκα, να σπουδάσωσι τα έθιμα και την γλώσσαν του τόπου και επανελθόντες να κτίσωσι το Σκούταρι (Σκόδρα) επί της ανατολικής όχθης λίμνης τινός την οποίαν αύτη έδειξεν αυτοίς…». (περιοδ. “Θελξινόη” Κωνσταντινούπολης, φ. ΙΖ-ΚΓ / 1856-57).
[23] Μάρτυρας κι ανώτατο θρησκευτικό αξίωμα των μουσουλμάνων.
[24] Gheorghe Vrabie, Balada populară română, Editura Academiei Repuplicii socialiste România, Bucureşti 1966, πίνΒ,σελ. 94-95.
[25] Eléments Balkaniques communs dans le rite de la Balade de l’ Emmurement, “Studia Albanica” 3/1966, 2, 210.
[26] Anton Çetta, Balada dhe Legjenda, Prishtinë 1974, No 4, 8-13.
[27] Από το Χάσι, περιοχή φημισμένη για τους μαστόρους της. Βρίσκεται στη Β.Α. Αλβανία - Δ. Κόσσοβο.
[28] Πόλη στο Β.Δ. Κόσσοβο.
[29] Σφυριά, εργαλεία.
[30] Τόξο.
[31] Χαιρετισμός και ευχαριστήρια έκφραση στους Μουσουλμάνους: “Ευχαριστώ, ο Θεός μαζί σας.
[32] Τάφος.
[33] Ευχή Μουσουλμάνων: “Μακάρι, σου εύχομαι”.
[34] Να γίνεις γέροντας, …εθιμοδικαστής!
[35] Τελετουργικό πλύσιμο χεριών στους Μουσουλμάνους.
[36] Μεγαλύνοντας το όνομα του Θεού.

ΒΙΝΤΕΟ 1  
              

URE, E ZEZA URE / ΓΙΟΦΥΡΙ, ΜΑΥΡΟΓΙΟΦΥΡΟ!
Από το χωριό Sulaj, περιοχή Μπεράτι


ΒΙΝΤΕΟ 2



URA E ARTES / ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ
Από την Τσαμουριά (Θεσπρωτία)
πηγή





Σημαντικές συναντήσεις του Γενικού Προέδρου της ΟΜΟΝΟΙΑΣ στην Αθήνα



ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Άγιοι Σαράντα  27- 01 - 2016
Σημαντικές συναντήσεις του Γενικού Προέδρου στην Αθήνα
Την περασμένη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου 2016, ο Γενικός Πρόεδρος της Ομόνοιας συναντήθηκε με τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης κ. Γιώργο Κατρούγκαλο και τον Υφυπουργό Εξωτερικών, αρμόδιο για θέματα ομογένειας κ. Γιάννη Αμανατίδη.
Η Συνάντηση με τον Υπουργό, είχε προγραμματιστεί πριν από δύο μήνες όταν στην Μόνιμη Επιτροπή Ελληνισμού της Διασποράς της Βουλής συζητήθηκε το θέμα του πρόνοιακού  επιδόματος στους υπερήλικες ομογενείς και ο κ. Παππάς είχε εκφράσει τη διαφωνία του για τις υπερβολικές γραφειοκρατικές διαδικασίες που απαιτούνταν ενώ  ο υπουργός είχε εκφράσει το ενδιαφέρον του για την απλοποίηση των διαδικασιών. Στην χθεσινή συνάντηση ο κ. Κατρούγκαλος είπε πως το επίδομα για τους ανασφάλιστους υπερήλικες  είναι σε ισχύ από 01-01-2016 αλλά οι προϋποθέσεις και η διαδικασία θα ανακοινωθούν σύντομα και υποσχέθηκε  να λάβει υπόψη τις προτάσεις του Γενικού Προέδρου της Ομόνοιας. Παρόν στη συνάντηση ήταν και ο Τομεάρχης Εξωτερικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αντώνης Μαρκόπουλος όπως  και ο βορειοηπειρώτης πολιτευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Γιώργος Τρίχας
Σε ιδιαίτερα φιλικό κλίμα πραγματοποιήθηκε η συνάντηση του Γενικού Προέδρου με τον Υφυπουργό Εξωτερικών κ. Ιωάννη Αμανατίδη. Ο κ. Παππάς ενημέρωσε τον Υφυπουργό για τα ζητήματα της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, ζήτησε τη στήριξη του εθνικού κέντρου και να υπάρχει μία στρατηγική που δεν θα αλλάζει κάθε φορά που θα αλλάζουν τα πρόσωπα. Ο κ. Αμανατίδης δήλωσε πως υπάρχει συνταγματική υποχρέωση του ελληνικού κράτους να μεριμνά για τους έλληνες του εξωτερικού εξέχουσα θέση στους οποίους έχουν οι ηπειρώτες έλληνες στην Αλβανία. Συμφώνησαν για να υπάρχει πιο συχνή επικοινωνία, να εντατικοποιηθεί η  συνεργασία σε συγκεκριμένα ζητήματα ενώ στο άμεσο μέλλον ο υφυπουργός θα επισκεφτεί το χώρο μας.              


Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας 

Ντούλες: «Αλλαγή πορείας για το ΚΕΑΔ» (βίντεο)

Ο πρόεδρος του ΚΕΑΔ Βαγγέλης Ντούλες, βρέθηκε την Τρίτη 26 Ιανουαρίου για μια «απλή συνάντηση», σύμφωνα με τον ίδιο, στα κεντρικά γραφεία του Δημοκρατικού Κόμματος στα Τίρανα όπου τον περίμενε ο πρόεδρος Λουλζίμ Μπάσα.
Ακολούθησε συνέντευξη του κ. Ντούλε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων στο μεγαλύτερο τηλεοπτικό κανάλι της Αλβανίας με τον δημοσιογράφο Ιλίρ Πατσο, όπου ο πρόεδρος του ΚΕΑΔ επιβεβαίωσε την αλλαγή πορείας του κόμματος κάτι που θα επισημοποιηθεί στην γενική συνέλευση του κόμματος.
Ο κ. Ντούλες δήλωσε ότι το ΚΕΑΔ de facto δεν είναι πια μέλος του κυβερνώντος συνασπισμού επειδή δεν υπηρετήθηκαν οι στόχοι που είχα ορισθεί και ούτε τηρήθηκαν οι συμφωνίες σύμφωνα με τις οποία το ΚΕΑΔ εντάχθηκε στην συμμαχία του Ράμα. Όσον αφορά την ένταξη του ΚΕΑΔ στον δεξιά συμμαχία, δήλωσε πως θα το αποφασίσει η γενική συνέλευση του κόμματος που αναμένετε την άνοιξη.
Σχετικά με την συνάντηση με τον πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος κ. Μπάσα, ο κ. Ντούλες είπε πως συζήτησαν γενικά θέματα όπως τις νέες μεταρρυθμίσεις στην δικαιοσύνη και στον εκλογικό νόμο.
Αρκετοί δημοσιογράφοι αναφέρουν πως ο κ. Ντούλες, ζήτησε διευκρινίσεις από τον κ. Μπάσα σχετικά με την στάση του Δημοκρατικού κόμματος για συνεργασίες με κόμματα του αλβανικού εθνικιστικού χώρου. Αφήνοντας να εννοηθεί πως έτσι ξεκίνησαν οι "διαπραγματεύσεις" για μια μελλοντική συμμαχία μεταξύ των δύο κομμάτων.
Πηγή: http://www.himara.gr

Τα σπουδαιότερα πανηγύρια της Δρόπολης πριν την απαγόρευση της θρησκείας – Αγία Τρίαδα Πέπελης και Παναγία Επισκοπής

Τα σπουδαιότερα πανηγύρια της Δρόπολης στα οποία έπαιρναν μέρος χιλιάδες προσκυνητές προτού καταργηθεί η θρησκεία από την Κομμουνιστική Κυβέρνηση της Αλβανίας, ήταν τα εξής:
1- Το πανηγύρι που γινόταν κατά την εορτή της Πεντηκοστής στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας στην Πέπελη (φωτογραφία), το οποίο ήταν ξακουστό σ’ όλη την Ήπειρο για την φιλανθρωπική δράση του. Το μοναστήρι αυτό είχε τμήμα Γηροκομείου, Βρεφοκομείου, όπου συγκεντρώνανε τα εξώγαμα βρέφη. Φρενοκομείο, για κείνους που είχαν πάθει σοβαρές ψυχικές διαταραχές ή είχαν τρελαθεί.
2- Το πανηγύρι που γινόταν στην Επισκοπή κατά την εορτή της Παναγιάς στις 8 Σεπτεμβρίου στην Βυζαντινή εκκλησία της αρχαίας έδρας του Επίσκοπου της Δρόπολης, ο οποίος τότε έφερε τον τίτλο «Επίσκοπος Αδριανουπόλεως».

3- Το πανηγύρι της Αγίας Παρασκευής που γινόταν στις 26 Ιουλίου στο Τεριαχάτι, στην ανακαινισμένη από τους κατοίκους του παλιά εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, που είναι χτισμένη σε εξαίρετη τοποθεσία, στην καρδιά της Δρόπολης, απ’ όπου φαίνεται όλη η κοιλάδα του Δρίνου.
4- Το πανηγύρι που γινόταν κατά την εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στις 15 Αυγούστου, στην Φράστανη, που κι΄ αυτό είναι χτισμένο σε ωραία τοποθεσία, επάνω σ’ ένα λόφο.
5- Το πανηγύρι της Παναγιάς που γινόταν κατά την εορτή της Παναγιάς, στις 15 Αυγούστου και της Αναλήψεως στο μοναστήρι των Ζωναριών ή του Κακιωμένου της Κατούνας.
Απ’ όλα τα πανηγύρια μόνο το πανηγύρι της Αγίας Τριάδας ήταν τριήμερο. Άρχιζε από το απόγευμα της παραμονής της Πεντηκοστής και διαρκούσε μέχρι το βράδυ της Δευτέρας, του Αγίου Πνεύματος. Συγκέντρωνε πολλούς προσκυνητές και για τη φήμη του Μοναστηριού και γιατί οι δυο αυτές γιορτές συμπίπτουν με το κορύφωμα της άνοιξης. Η θέση του μοναστηριού είναι προνομιούχα. Είναι χτισμένο απάνω στο ξάγναντο λόφου με απεριόριστη θέα και πολύ κοντά στα Έλληνο-Αλβανικά σύνορα. Και όταν οι σχέσεις των δυο χωρών Ελλάδας και Αλβανίας ήσαν καλές και φιλικές οι Αλβανοί φρουροί τα ων συνόρων επέτρεπαν στους κατοίκους των παραμεθόριων χωριών της Ελλάδος να περάσουν ελεύθερα τα σύνορα για να.... Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ...

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Οι εμπορικές σχέσεις Ελλάδας και Αλβανίας! - Marrdhëniet ekonomike ndërmjet Shqipëris dhe Greqisë!


Për herë të parë në Tiranë, u prezantua indeksi i marrëdhënieve të biznesit mes dy vendeve ku përfaqësues të sipërmarrjes greke dhe shqiptare bënë bilancin e ecurisë së bashkëpunimit por nënvizuan edhe objektivat për të ardhmen.
Leonidha Rokanas:  Marrëdhëniet midis dy vendeve po lulëzojnë dhe investimet po dyfishohen. Nga vitit 2012 deri në 2014, bizneset që kanë ardhur në Shqipëri që nga marrja e detyrës time si ambasador kanë regjistruar një numër gjithnjë e në rritje duke shtuar edhe aktivitetet në përgjithësi. Kjo është dicka inkurajuese, pavarësisht problemeve kalimtare me të cilat ne po përballemi. Ne jemi të gatshëm të përparojmë me marrëdhëniet tona.
Ndërsa zv. Kryeministri, Niko Peleshi përdori statistikat për të treguar rolin e investimeve greke në Shqipëri.
Numri dy i qeverisë, u bëri thirrje sipërmarrësve të huaj që të rrisin iteresin investitor në vendin tonë, ndërsa garantoi për ofrimin e një klime të mirë biznesi.
Peleshi: Nëse stoku i investimeve të huaja direkte, në Shqipëri shënoi 4.5 miliard euro në fund të vitit 2014, peshën kryesore të shteteve të origjinës e zë Greqia me vlerë 1.2 miliard euro, ose 26% të totalit të stokut. Pra bizneset greke kanë pasur besim dukshëm më herët dhe më shumë se të tjerët në vendin tonë. Sa i përket shkëmbimeve tregtare, Greqia radhitet në vend të dytë me 400 milion euro në vit.
Vitet e fundit, të dy vendet kanë hyrë në një fazë të re marrëdhëniesh, që janë konkretizuar me bashkëpunime në disa sektorë.

Για πρώτη φορά στα Τίρανα, παρουσιάστηκε ο δείκτης των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών, όπου εκπρόσωποι του εμπορικού κόσμου από τις δύο χώρες συζήτησαν σχετικά με το σύνολο  της συνεργασίας τους και έβαλαν μελλοντικούς στόχους.
Ο Πρέσβης της Ελλάδας κ Λεωνίδας Ροκκανάς τόνισε: Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών ανθίζουν και οι επενδύσεις διπλασιάζονται. Από το έτος 2012 έως το 2014, οι επενδύσεις που έχουν έρθει στην Αλβανία, από την ανάληψη των καθηκόντων μου ως πρέσβης έχουν καταγράψει έναν αριθμό που συνεχώς αυξάνεται, αυξάνοντας γενικά και τις επενδύσεις. Αυτό είναι κάτι ενθαρρυντικό, ανεξάρτητα των προσωρινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε καθημερινά. Εμείς είμαστε έτοιμοι να προοδεύσουμε και στις διμερείς σχέσεις.
Στην εκδήλωση παρευρέθηκε και ο Ν Πελέση, ο οποίος χρησιμοποίησε τα στατιστικά για να δείξει το ρόλο των Ελληνικών επενδύσεων στην Αλβανία.
  Ο Αντι-πρωθυπουργός κάλεσε τους ξένους επενδυτές ενώ υποσχέθηκε καλό επιχειρηματικό περιβάλλον.
Ν. Πελέσι: Εάν το σύνολο των ξένων επενδύσεων στην Αλβανία, έφτασε στο τέλος το 2014 το ποσό τον 4,5 δις ευρώ, το βασικό βάρος αυτών των επενδύσεων προέρχεται από την Ελλάδα και έχουν αξία 1,2 δις, ή αλλιώς το 26% του συνολικού στοκ. Άρα οι Ελληνικές Επενδύσεις είχαν ξεκάθαρη εμπιστοσύνη πιο νωρίς και πολύ περισσότερο από τους άλλους επενδυτές στην χώρα μας. Όσο αφορά τις εμπορικές συναλλαγές , η Ελλάδα βρίσκεται στην δεύτερη θέση με 400 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο.
Το τελευταίο χρόνο οι σχέσεις των δύο χωρών έχουν μπει σε άλλη φάση και έχουν γίνει προχωρήσει σε αρκετά επίπεδα.

Shën Paisio -Mallkimi i prindërve


Shën Paisio -Mallkimi i prindërve

Shën Paisio thotë :ta dini se mallkimi i prindërve zë shumë.Kur prindi e mallkon fëmijën e tij,fëmija nuk shikon një ditë të bardhë  dhe jeta e tij është vetëm vështirësi . Mundohet shumë në këtë jetë por lehtësohet disi në jetën tjetër sepse i ka paguar këtu disa.Ndodh ajo që thotë Ava Isaaku:”ha ferrin”,pakëson d.m.thënë ferrin me mundimet e tij në këtë jetë.
Por prindërit që i mallkojnë fëmijët me fjalët :”vafsh  në djall”, ua hedhin ushqim të ligut dhe i lënë terren te fëmija.Ishte një cift dhe kishin një fëmijë që qante shumë.I ati e mallkonte gjithmon duke i thënë :”vafsh në djall”.Dhe ja çfarë ndodhi:
Lejoi Perëndia dhe sa herë që babai mallkonte fëmijën,ai zhdukej nga djepi.Nëna e gjorë shkonte te Shën Arseni i Kapadhokisë dhe i tregonte se i ligu e morri fëmijën.Shën Arseni shkonte dhe i lexonte urata dhe lutje te djepi dhe menjëherë e kthenin fëmijën.Kjo gjë ndodhte vazhdimisht.Dhe nëna e fëmijës bashkë me  Shenjtorin nuk ndalonin së luturi.”Do lodhet i ligu “, i thosh Shën Arseni dhe do e lerë fëmijën dhe ashtu ndodhi.Qe atëherë fëmija nuk zhdukej më.
Kur fëmija u rrit,të gjithë e quanin “shëmbulli i të ligut”.Aq ligësi dhe dinakëri kishte sa ngatërronte  gjithë fshatin dhe prap dilte i kulluar sa i bënte t’i kërkonin falje.E lejoi Perëndia të ndodhte kështu që të shikonin dhe të vinin mend shumë prindër të tjerë.,ta frenojnë veten dhe të jenë të kujdesshëm.

Përkthyer nga A. Marini  

Το 60% των νέων Αλβανών δεν ξέρει αριθμητική



Οι νέοι της Αλβανίας έχουν χαμηλή ποιότητα εκπαίδευσης και αντιμετωπίζονται αποθαρρυντικά και με δυσπιστία στην τοπική αγορά εργασίας.


«Όπως επισημαίνει η Παγκόσμια Τράπεζα (γράφει το αλβανικό δημοσίευμα) σε έρευνα που έγινε στην Αλβανία, περίπου το 60% των νέων Αλβανών δεν ξέρει στοιχειωδώς αριθμητική. Και αυτό είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται σε πολλές χώρες,  αλλά τα πρωτεία έχει η χώρας μας (Αλβανία)».


Υψηλό, επίσης, ποσοστό αναλφαβητισμού και  γνώσης αριθμητικής έχει και το Μαυροβούνιο, η Βουλγαρία είναι κάτω από το 60% και ακολουθεί η Ρουμανία με 42%, η Σερβία με 39%, αλλά και η Ελλάδα με 38%, ενώ το μέσο όριο στις αναπτυγμένες χώρες ο δείκτης αυτός είναι περίπου στο 14 τοις εκατό. Σημειώνεται ότι στις μετρήσεις συμπεριλαμβάνονται όλες οι κοινωνικές ομάδες, όπως, για παράδειγμα, οι Ρομά.


Παρότι η Αλβανία έχει τον  υψηλότερο δείκτη επιχειρήσεων στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (36%) που αναφέρονται  στο εργατικό δυναμικό,  εντούτοις υστερεί σε επιστημονικές και τεχνολογικές γνώσεις.


Οι απόφοιτοι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, σχεδόν το σύνολό τους μεταναστεύουν σε ευρωπαϊκή χώρα.


Οι νέοι της Αλβανίας, στρέφονται, κυρίως, σε γεωργικές εργασίες και σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η ποιότητα απασχόλησης στον τομέα αυτόν είναι χαμηλή, αλλά και αυτοί  που εργάζονται στη γεωργία απασχολούν, ως προσωπικό, μέλη της οικογένειας τους τα οποία είναι, κυρίως αγράμματα και δεν αμείβονται.


Η μείωση της φτώχειας θα προέλθει από την εκπαίδευση και αυτήν οφείλει το αλβανικό κράτος να την προωθήσει, για το κοινό όφελος, όπως σημειώνεται.
--

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

Ελληνισμός και Κορυτσά - Helenizmi dhe Korça.

Ελληνισμός και Κορυτσά



Του Δημήτρη Γαρούφα

Προέδρου Δικηγορικού Συλλόγου Θεσ/νίκης

Κάποιες πόλεις ή περιοχές είναι ιστορικά συνδεδεμένες με κάποια γεγονότα ή περιόδους σε σημείο να αποτελούν σύμβολα. Κάποιες άλλες πόλεις ή γεωγραφικές περιοχές λόγω γεωγραφικής θέσης, λόγω ιστορικών συγκυριών ή λόγω ιστορικής ανάγκης ταυτίζονται με την ιστορία συγκεκριμένων λαών ή εθνών σε σημείο να αποτελούν σύμβολα αναφοράς για αυτά τα έθνη.

Στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας όπου τα σύνορά της έφταναν στο Δούναβη ο Ελληνισμός ήκμαζε σε όλα τα αστικά κέντρα των Βαλκανίων και είχε στα χέρια του τα γράμματα και το εμπόριο. Εκείνη την εποχή η Ελληνική γλώσσα ήταν η γλώσσα εργασίας στα Βαλκάνια, Ελληνικά καραβάνια διέσχιζαν καθημερινά τα Βαλκάνια μεταφέροντας εμπορεύματα μέχρι τη Βιέννη και μέχρι τη Ρωσία και όσοι ήταν μορφωμένοι ανεξαρτήτως εθνικότητας είχαν Ελληνική Παιδεία. Γι' αυτό άλλωστε ο Ρήγας Φεραίος οραματίστηκε ένα μεγάλο πολυεθνικό κράτος στα Βαλκάνια με Ελληνική παιδεία και με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αυτή την εποχή υπήρξαν κάποιες πόλεις που ήταν κέντρα αυτού του οικουμενικού Ελληνισμού, που είχαν πλειοψηφία ελληνικού πληθυσμού με ελληνικά σχολεία και ιδρύματα που χαράχτηκαν στην μετώπη της ιστορίας σαν προπύργια ελληνισμού ανεξάρτητα από την μετέπειτα πορεία και ανεξάρτητα από το σε ποιο κράτος περιελήφθησαν όταν δημιουργήθηκαν τα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια.

Σε τέτοια Μητρόπολη του Ελληνισμού είχε αναδειχθεί και η πόλη της Κορυτσάς για πολλούς αιώνες και πιστεύω ότι στην συνείδηση του Έλληνα έμεινε σαν μητροπολιτικό κέντρο του ελληνισμού. Έπαιξε αυτό το ρόλο και για γεωγραφικούς λόγους και λόγω της ιστορικής συγκυρίας αλλά και λόγω ιστορικής αναγκαιότητας και λόγω της προσφοράς της στα ελληνικά γράμματα. Κι όσο κι αν κάποιοι από την Αλβανία ισχυρίζονται ότι στην Κορυτσά γεννήθηκε η ιδέα του αλβανικού εθνικισμού, γεγονός είναι ότι η Κορυτσά εξέπεμπε φως ελληνισμού, λειτουργούσε σαν μητρόπολη του οικουμενικού ελληνισμού.

Η Κορυτσά βρίσκεται στη μέση μιας μεγάλης εύφορης κοιλάδας και αναδείχθηκε σε αστικό κέντρο από τα Βυζαντινά χρόνια. Για την ονομασία της υπάρχουν αρκετές εκδοχές και η ανάπτυξή της είναι σταθερή και ραγδαία αργότερα όταν καταστράφηκαν οι σημαντικές Ελληνικές πόλεις Σίπισχα, Μπόρια (Εμπορία) και η Μοσχόπολις το 1769. Λέγεται ότι όταν καταστράφηκε η Μοσχόπολη και κάποιες μικρότερες κωμοπόλεις που βρίσκονταν κοντά της όπως το Βυθικούκι, η Νικολίτσα, η Υπισχία και η Όπαρη, πολλοί κάτοικοί τους εγκαταστάθηκαν στην Κορυτσά όπου μετέφεραν την ελληνική πνευματική παρακαταθήκη και αναζωογονήθηκε η ελληνική παρουσία της πόλης, άρχισε εμφανής ακμή και στο εμπόριο και στα γράμματα.

Αυτή την εποχή της Τουρκοκρατίας διοικητικά η Κορυτσά ανήκει στο Βιλαέτι Μοναστηρίου και είναι έδρα ενός από τα πέντε σαντζάκια του Βιλαετιού υποδιαιρούμενο στους καζάδες Σταρόβου η Πόγραδετς, Καστοριάς, Κολωνίας και Κορυτσάς, ενώ η επαρχία Κορυτσάς είχε τέσσερα τμήματα, την Κορυτσά, την Βίγλιστα, την Όπαρη και την Πρεμετή.
Σύμφωνα με στατιστικό πίνακα, το 1869 το σαντζάκι Κορυτσάς είχε 14.000 Μωαμεθανούς και 26.000 Ορθόδοξους ενώ, με βάση τα στατιστικά στοιχεία που περιέχονται στο υπόμνημα του Θωμά Μαρκεζίνη προξένου στο Μοναστήρι προς τον Χαρίλαο Τρικούπη, ο πληθυσμός του Σαντζακίου Κορυτσάς αποτελούνταν από 26.500 Έλληνες και 20.000 Μωαμεθανούς. Στην πρωτεύουσα του σαντζακίου Κορυτσάς έδρευε Έλληνας Ορθόδοξος Μητροπολίτης και Τούρκος Μουτασερίφης.
Σύμφωνα με τον Γάλλο περιηγητή Pouqueville ο οποίος επισκέφθηκε την Κορυτσά το 1805 η Κορυτσά τότε κατοικούνταν από 1.300 οικογένειες από τις οποίες τα 2/3 ήταν χριστιανικές. Για να δούμε δε την μετέπειτα πορεία αναφέρω ότι το 1875 η πόλη είχε 8.200 κατοίκους, ενώ το 1905 έφτασε τους 18.000 χιλιάδες, από τους οποίους οι 14.000 χιλιάδες ήταν Έλληνες και οι 4.000 Αλβανοί.

Αυτή την εποχή η πόλη βρίσκεται ανάμεσα στην Ελληνική Μακεδονία και στην Ήπειρο, αλλά οι συνήθειες της καθημερινής ζωής δείχνουν ότι επηρεάζονταν πιο πολύ από την Ήπειρο ενώ χαρακτηριστικό της είναι τα δισύλλαβα επίθετα των κατοίκων (Βίμπλης, Γώδης, Νάτσης, Μπάγκας, Σιώμος, Τσάλης κλπ.)

Αυτή την εποχή, με την έκδοση του χάρτη Χάττι Χουμαγιούν, το 1856, η Ελληνική χριστιανική κοινότητα δικαιούνταν να έχει τον Πατριάρχη πολιτικό και θρησκευτικό αρχηγό και να έχει αυτοδιοίκηση. Έτσι το 1875 ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Δωρόθεος Χρηστίδης σε γενική συνέλευση των κατοίκων εκλέγει 10μελή επιτροπή και η Δημογεροντία αυτή υπό την προεδρία του διοικεί την κοινότητα με συνεδριάσεις κάθε εβδομάδα και βασίζοντας τις αποφάσεις της στην Εξάβιβλο του Αρμενόπουλου. Η "εξάβιβλος" είναι ένα έργο περίληψης της νομοθεσίας του Ιουστινιανού που έγινε στην Θεσσαλονίκη από τον δικαστή και νομοφύλακα Κων/νο Αρμενόπουλο και ίσχυσε ως επίσημη νομοθεσία του Ελληνικού κράτους μέχρι την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα το 1946.

Εκκλησιαστικά η Κορυτσά δεν ήταν αρχικά έδρα Επισκοπής, έγινε αργότερα από τον αρχιεπίσκοπο Αχριδών, όπου υπάγονταν μέχρι το 1767 οπότε το Πατριαρχείο την πήρε στη δικαιοδοσία του κι έγινε Μητρόπολη Κορυτσάς και Μοσχοπόλεως.

Αυτή την εποχή η Κορυτσά εξελίσσεται σε σημαντικό διαμετακομιστικό κέντρο εμπορίου ανάμεσα στα Γιάννενα, Θεσσαλονίκη, Μοναστήρι, Κωνσταντινούπολη, Βιέννη, Τεργέστη και Κέρκυρα. Η αγορά της είχε περίπου 800 καταστήματα, ξενοδοχεία και εργαστήρια που σε συντριπτικό ποσοστό ήταν Ελληνικά. Είχε παζάρι κάθε Σάββατο και τα εμπορεύματα από εδώ μεταφέρονταν προς τη νότια Αλβανία ενώ στις συναλλαγές χρησιμοποιούσαν όλοι την ελληνική γλώσσα. Άλλωστε από το 1724 λειτουργούσε ελληνικό σχολείο. Για να δούμε τα οικονομικά μεγέθη της πόλης θα αναφέρουμε ότι το έτος 1859 εισήχθησαν στην πόλη από ευρωπαϊκές χώρες εμπορεύματα αξίας 76.920 αγγλικών λιρών, έγιναν εξαγωγές 25.921 λιρών και υπήρξαν εμβάσματα από εξωτερικό 68.214 λιρών, πράγμα που δείχνει ότι η πόλη στηριζόταν στο εμπόριο και στα εμβάσματα από το εξωτερικό.
Η μετανάστευση και διαμονή πολλών Κορυτσαίων σε ανθούσες χώρες του εξωτερικού οδηγεί νέους να σπουδάζουν έξω και να υπάρχουν κληροδοτήματα και δωρεές από το εξωτερικό. Αυτή την εποχή ανοίγουν Τράπεζες στην Κορυτσά, υπάρχουν τραπεζικά γραφεία σχεδόν όλα στα χέρια Ελλήνων και όλη αυτή η εμπορική κίνηση και ανάπτυξη οδηγεί σε δημιουργία αστικής τάξης, σε εικόνα αστικού κέντρου. Η πόλη ήκμαζε και ακτινοβολούσε σε όλη την Ήπειρο και Μακεδονία και αυξάνονταν συνεχώς ο ελληνικός πληθυσμός καθ' ότι ο αλβανικός είχε μόνο τις αγροτικές εργασίες και ήταν κοινωνικά περιθωριοποιημένος στην πόλη.
Αν μελετήσει κάποιος την ιστορία της Κορυτσάς, τον τρόπο λειτουργίας της αυτοδιοίκησης, είναι σαν να μελετά την ιστορία του ελληνισμού. Βλέπουμε την κοινοτική αυτονομία και τις αρχές της αλληλεγγύης να κυριαρχούν στη ζωή των κατοίκων. Βλέπουμε τη θέληση για μόρφωση και τη δημιουργία σχολείων και ιδρυμάτων όπως το Μπάγκειο αλλά και την αγάπη των Κορυτσαίων της διασποράς για την πατρίδα τους. Ατέλειωτοι είναι οι κατάλογοι των δωρητών και μάλιστα λειτουργεί κοινοτικό Ταμείο, το "Λάσσο" από το 1850 με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτη Νεόφυτου. Τα ονόματα των δωρητών και συνδρομητών του Ταμείου εκφωνούνταν κάθε χρόνο στην Μητρόπολη στις 30 Ιανουαρίου, γιορτή των Τριών Ιεραρχών, και μάλιστα αναφέρονταν με τον ίδιο σεβασμό τα ονόματα και ενός φτωχού δωρητή αλλά και των πλουσίων ευεργετών.

Για αυτή την περίοδο της ουσιαστικής ακμής της Κορυτσάς και του ρόλου της παιδείας σε αυτή έχει εκδοθεί ένας αξιοπρόσεκτος τόμος από το ΙΜΧΑ με συγγραφέα την Αδέλα Ισμυρλιάδου που αποτελεί ένα πανόραμα της ιστορίας και ζωής της Κορυτσάς από το 1850 μέχρι το 1908. Είναι συγκινητικό για τον μελετητή της ιστορίας της Κορυτσάς να βλέπει την λειτουργία της ως ελληνικού πνευματικού και εμπορικού κέντρου που έδινε την εντύπωση ότι δεν είχε καμμία σχέση με τις περιοχές βόρεια από αυτή. Βέβαια εδώ οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο έντονος ελληνικός χαρακτήρας της πόλης είχε ως παρενέργεια στην ίδια αυτή πόλη να παρουσιασθεί το φαινόμενο του αλβανικού εθνικισμού. Οι Αλβανοί εθνικιστές από κέντρα διασποράς όπως το Βουκουρέστι και η Κωνσταντινούπολη αποφασίζουν ως αντίβαρο στα ελληνικά σχολεία που συγκέντρωναν 2.000 μαθητές να δημιουργηθεί αλβανικό σχολείο στην Κορυτσά. Εδώ ο Σάμη και ο Ναϊμ Φράσερι αλλά και οι Κορυτσιώτες Κωστούρης και Μάρκου δημιουργούν τον αλβανικό σύνδεσμο και δημιουργούν αλβανικό σχολείο, το οποίο όμως έκλεισε το 1902 ελλείψει μαθητών... Αυτό αποδεικνύει πόσο βαθειές ήταν οι υπόγειες ρίζες του ελληνισμού σε αυτή την περιοχή, σε αυτή την πόλη των θρύλων και παραδόσεων που δυο φορές απελευθέρωσε ο ελληνικός στρατός αλλά αναγκαζόταν να την εγκαταλείψει γιατί έτσι επέβαλλαν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.

Συμπεράσματα:
Α) Η Κορυτσά ήταν για αιώνες Ελληνικό κέντρο, ένα Μητροπολιτικό κέντρο Ελληνισμού. Ήταν μια πόλη με ανθηρή οικονομία, με υψηλό επίπεδο συνθηκών διαβίωσης για τον πληθυσμό, με διασυνδέσεις με εμπορικά και πνευματικά κέντρα του εξωτερικού και με πληθυσμό σε συντριπτικό ποσοστό χριστιανικό και με συνείδηση ελληνική. Δυο φορές που απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό, υποδέχθηκαν τον ελληνικό στρατό με τις γαλανόλευκες και απέδειξαν την ελληνική συνείδηση. Αλλά για λόγους ισορροπίας και εξυπηρέτησης συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων η Κορυτσά δεν δόθηκε στην Ελλάδα. Σ' αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε ότι στην χάραξη συνόρων στα Βαλκάνια δίνεται η εντύπωση ότι εφαρμόστηκε λάθος χάρτης και έμειναν μειονοτικές ομάδες εκτός της χώρας που ανήκαν. Αν τα ελληνικά και αλβανικά σύνορα είχαν μετατοπιστεί πιο βόρεια δεν θα είχαμε στην συνέχεια μειονοτικά προβλήματα και εθνολογικές συγκρούσεις. Γιατί αν τα ελληνικά σύνορα είχαν χαραχτεί πιο βόρεια θα περιλαμβάνονταν στην Ελλάδα περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς όπως η Κορυτσά, ενώ αν τα αλβανικά σύνορα χαράσσονταν πιο βόρεια δεν θα υπήρχε τώρα θέμα Κοσόβου.
Β) Σήμερα η πόλη της Κορυτσάς ως αστικό κέντρο είναι ένα από τα 4-5 μεγαλύτερα της Αλβανίας με πληθυσμό περίπου 80.000 κατοίκους από τους οποίους το 80% είναι Χριστιανοί. Από τα 40-50 μεγάλα αστικά κέντρα της Αλβανίας όπου υπάρχει ισχυρή Ελληνική επιρροή. Κατ' αρχήν λόγω και της μετακίνησης και διαμονής πολλών κατοίκων στην Ελλάδα για αρκετά χρόνια, ποσοστό 70% περίπου των κατοίκων μιλούν και την ελληνική γλώσσα. Σ' αυτό συνετέλεσε και το γεγονός ότι για πολλά χρόνια λειτούργησαν τα φροντιστήρια ελληνικής γλώσσας με πρωτοβουλία της ΣΦΕΒΑ και με συνδρομή σωματείων από την Θεσσαλονίκη στα οποία φοιτούσαν κάθε χρόνο εκατοντάδες μαθητές. Τώρα έχει ιδρυθεί με επίσημη πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους το "Ελληνικό Διδακτήριο Κορυτσάς" ο ΟΜΗΡΟΣ που παρέχει πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στο οποίο φοιτούν ήδη εκατοντάδες μαθητές, δείγμα του ενδιαφέροντος των νέων για ελληνική παιδεία.

Ομιλία στην αίθουσα της ''Ηπειρωτικής Εστίας'' Θεσ/νίκης για την 65η Επέτειο Απελευθερώσεως Κορυτσάς, ''ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ'', βλ. εδώ.

Helenizmi dhe Korça.

Nga Dhimitri Garufa.

Kryetar i Dhomës së Avokatëve Thes/niki.

Disa qytete ose zona janë të lidhura historikisht me disa ngjarje ose periudha në atë masë sa të përbëjnë simbol. Disa qytete të tjera ose zona gjeografike, për shkak të pozicionit gjeografik , të koinçidencave historike ose të nevojave historike, përputhen me historinë e popujve të caktuar ose kombeve , në atë pikë sa të përbëjnë simbole referimi për këto kombe.
Në vitet e perandorisë Osmane kur kufijtë e saj arrinin deri në Danub, Helenizmi përparoi në të gjitha qëndrat qytetare të Ballkanit dhe kishte në duart e tij arsimin dhe tregëtinë. Në atë kohë gjuha Greke ishte dhe gjuha e punës në Ballkan. Anijet Greke përshkruanin çdo ditë Ballkanin duke transportuar mallra deri në Vjenë dhe në Rusi dhe sa ishin të edukuar, pavarësisht kombësisë, kishin EDUKATË/KULTURË HELENE. Për këtë arsye dhe Riga Fereo, ëndërroi një shtet të madh multietnik në Ballkan me kulturë, arsim  Helen dhe me respekt ndaj të drejtave të njeriut.

Në këtë kohë kishte qytete që ishin qëndra të Helenizmit Ekumenik, që kishin shumicë me popullatë helene me shkolla greke dhe institucione që u shënuan në ballë të historisë si kulla roje të helenizmit, pavarësisht nga shteti ku u përfshinë kur u krijuan shtetet kombe në Ballkan.

Në një Metropol të tillë të Helenizmit u zhvillua dhe qyteti i Koritsas-ë / Korçës për shumë shekuj dhe besoj se në ndërgjegjien e Helenit mbeti si një qëndër metropol i helenizmit. Luajti këtë rol dhe për arsye gjeografike dhe për shkak të koinçidencës historike por dhe për nevojë historike si dhe për shkak të atyre sa ofroi ajo në gërmat greke. Sado që disa në Shqipëri pretendojnë se në Korçë u lind ideja e nacionalizmit shqiptar, është fakt që Korça rrezaton dritë helenizmi, funksiononte si një metropol i helenizmit ekumenik.

Korça ndodhet në mes të një fushe të madhe dhe pjellore. U zhvillua në një qëndër qytetare që prej viteve Bizantine. Për emërin e sja ekzistojnë disa variante dhe zhvillimi i saj ishte stabël dhe i menjëhershëm më vonë, kur u shkatërruan qytetet e rëndësishme Helne si Shipska, Mborja dhe Voskopoja më 1769. Thuhet se kur u shkatërrua Voskopoja dhe disa qytete më të vogla ë ishin pranë saj si Vithkuqi, Nikolica, Ipiskia (Shipska) dhe Opari, shumë prej banorëve të tyre u vendosën në Korçë ku dhe transmetuan trashëgiminë shpirtërore helene dhe u ringjall prezenca helene e qytetit, filloi ngritja e saj e dukshme, tregëtia dhe edukimi.
Që prej kohës së Perandorisë Osmane, nga ana administrative Korça  i përkiste Vilajetit të Manastirit dhe ishte qëndër e një prej pesë sanxhakëve të Vilajetit të pjestuar në Kazatë e Starovës, Pogradecit, Kosturit, Kolonjës dhe Korçës, ndërsa zona e Korçës kishte katër pjesë, Korçën, Bilishtin, Oparin dhe Përmetin.
Sipas tabelës statistikore të 1869 sanxhaku i Korçës kishte 14000 myslymanë dhe 26000 orthodhoksë, ndërsa me bazë të dhënat statistikore që  përfshihen në shkresën e Thoma Markezinit, konsullit të Manastirit, drejtuar Harilao Trikupi, popullata e Sanxhakut të Korçës përbëhej nga 26 500 Helenë/Grekë dhe 20.000 muhamedanë. Në kryeqytetin e sanxhakut të Korçës, kishte fronin Mitropoliti Orthodhoks dhe Mutasherifi Turk.
Sipas francezit Pouqueville i cili vizitoi Korçën më 1805, Korça atëhere banohej prej 1300 familjeve nga të cilat 2/3 ishin të krishtera. Për të parë rrugëtimin më të vonë të saj, u përmend se më 1875 qyteti kishte 8200 banorë, ndërsa më 1905 arriti 18000 banorë, nga të cilët 14000 ishin grekë dhe 4000 shqiptarë.


Në këtë kohë qyteti gjendej ndërmjet Maqedonisë Helene dhe Epirit por zakonet  e përditëshme tregojnë se ndikohej më tepër nga Epiri ndërsa një prej karakteristikave të saj ishin mbiemrat dyrrokësh të banorëve (Bimbli, Godhis, Naçi, Banga, Siomos, Cale etj).

Në këtë kohë, me botimin e kartës Hatti Humajun, më 1856, komuniteti Helen i krishter kishte të drejtë të ketë Patrikun si përfaqësues politik dhe fetar dhe të ketë vetëadministrim. Kështu më 1875 Mitropoliti i Korçës  Dhorothe Hristidhi në mbledhjen e përgjithëshme të banorëve mbledh një këshill të përbërë prej 10 anëtarësh dhe  kjo Kryepleqësi  nën kryesinë e tij administron komunitetin me mbledhje të përjavëshme duke i bazuar vendimet e saj në Eksabiblën e Armenopoulou-t. “Eksabibla” ishte një vepër në të cilën përfshiheshin shkurtimisht ligjet e Justinianit dhe u krijua në Thessaloniki nga gjykatësi dhe mbrojtësi i ligjit Konstandin Armenopoulo. Kjo ishte dhe kushtetuta, konteksti zyrtar ligjor i shtetit Helen  deri në vendosjen e Kodit Civil më 1946.


Nga pikëpamja kishtare Korça nuk ishte në fillim Episkopi/Peshkopatë, u bë më vonë nga kryepiskopi i Ahridhës/Ohrit,  të cilës dhe i përkiste deri në vitin 1767 kur dhe Patriarkana e mori nën juridiksionin e saj dhe u bë Mitropolia e Korçës dhe Moskopolit/Voskopojës.


Në këtë kohë Korça zhvillohet në një qëndër të rëndësishme ndrëkëmbimi, qëndër e tregëtisë ndërmjet Janinës, Thessalonikit, Manastirit, Vjenës, Triestes dhe Korfuzit. Tregu i saj kishte rreth 800 dyqane, hotele dhe punishte, të cilat në shumicën dërrmuese të tyre ishin HELENE. Kishte Pazar çdo të shtunë dhe mallarat që prej këtu transportoheshin në Shqipërinë jugore ndrësa në këmbimin e tyre përdornin që të gjithë gjuhën greke. Nuk kishte si të ndodhte ndryshe kur që prej 1724 funksiononte shkollë greke. Që të shikojmë përmasat ekonomike të qytetit do të përmëndim se më 1859 u futën në qytet nga vendet europiane, mallra me vlerën e 76 920 lirave angleze, u bënë eksporte me vlerë 25 921 lirave dhe u dërguan  remitanca jashtë me vlerë prej 68214 lirave, gjë e cila tregon se qyteti bazohej tek tregtia dhe remitancat nga jashtë shtetit.


Emigrimi dhe qëndrimi i shumë Korçarëve në vende të cilat lulëzonin orientoi të rinjtë që të studiojnë jashtë shtetit dhe të ekzistonin trashëgimi dhe dhurata nga jashtë. Në këtë kohë u hapën dhe Bankat në Korçë, ekzistojnë zyra bankare pothuajse të gjitha në duart e Helenë dhe gjithë kjo lëvizje tregëtare  dhe zhvillim udhëzon në krijimin e një klase qytetare, në imazh të qëndrës qytetare. Qyteti arriti zhvillim maksimal dhe rrezatonte në të gjithë Epirin dhe Maqedoninë dhe shtohej vazhdimisht, popullata helene, pasi popullata shqiptare kishte vetëm punët bujqësore dhe ishte shoqërisht e mënjanuar dhe e izoluar në qytet.


Nëse dikush studion historinë e Korçës mënyrën se si funksiononte dhe të vetëadministrimit, ishte sikur të studionte historinë e helenizmit. Shikojmë pavarësinë komunitare dhe principet e solidaritetit që mbizotëronin në jetën e banorëve. Shikojmë vullnetin për edukim për krijimin e shkollave dhe isntitucioneve si Bangio por dhe dashurinë e korçarëve të diasporës por atdheun e tyre. Pafund janë katalogët e dhuruesve dhe bile funksionon një Arkë komunitare “Laso-ja” që prej 1850 me iniciativë të Mitropolitit të atëhershëm Neofit. Emrat e dhuruesve dhe të anëtarëve kontribues të Arkës lexohen çdo vit në Mitropoli në datën 30 Janar, në festën e Tre Jerarkëve, dhe bile përmendej me të njejtin respekt emri i një dhuruesi të varfër me atë të një bamirës të pasur.
Në këtë periudhë të ngritjes esenciale të Korçës dhe të rolit të arsimit tek ajo është botuar një vëllim që ja vlen ta studiosh nga IMHA dhe shkrimtarja Adela Ismirliadhu, që përbën një  panoramë të jetës dhe historisë së Korçës që prej vitit 1850 deri në 1908. Është mallëngjyese  për studimin e historisë së Korçës që të shikojë funksionin e një qëndrë tregëtare dhe shpirtërore helene e cila jepte përshtypjen se nuk kishte asnjë farë lidhjeje me zonat në veri të saj. Sigurisht këtu duhet të theksojmë se karakteri i theksuar helen i qytetit kishte si efekt anësor në vetë këtë qytet të shfaqej fenomeni i nacionalizmit shqiptar. Nacionalistët shqiptarë nga qëndrat e diasporës si Bukureshti dhe Konstandinupoja vendosin si kundrapeshë në shkollat helene që mblodhën 2000 nxënës të krijohej shkolla e gjuhës shqipe në Korçë. Këtu Sami dhe Naim Frashëri por dhe korçarët Kosturi dhe Marku krijojnë lidhjen shqiptare dhe më pas shkollën shqiptare, e cila u mbyll më 1902 për shkak të mungesës së nxënësve..... Kjo vërteton se sa të thella ishin rrënjët e nëndheshme të helenizmit në këtë zonë, në këtë qytet të legjendave dhe traditvae që dy herë çliroi ushtria greke por detyrohej që ta braktisë sepse kështu vendosën fuqitë e mëdha të kohës.
Konkluzione:
a)    Korça ishte ndër shekuj një qëndër helene, një qëndër Mitropolike e Helenizmit. Ishte një qytet me ekonomi të lulëzuar, me nivel të lartë jetese për popullatën, e lidhur me qëndrat tregëtare dhe shpirtërore të evropës dhe me popullatë e cila në shumicën dërrmuese të asaj ishte e krishterë dhe ndërgjegjie helene/greke. Dy herë që u çlirua nga ushtria greke, e pritën këtë ushtri me flamur bardhë e blu dhe vërtetuan ndërgjegjien e tyre helene. Por për arsye balance dhe të shërbimit të interesave të fuqive të mëdha Korça nuk  u dha tek Greqia. Në këtë pikë do të duhet të theksojmë se në përcaktimin e kufijëve në Ballkan të jepet përshtypja se u aplikua një hartë e gabuar dhe mbetën grupime minoritare jashtë vendit që i përkisnin. Nëse kufijtë shqiptaro-grekë do të ishin zhvendosur më në veri nuk do të kishim në vazhdim probleme minoritare dhe përplasje kombëtare. Sepse nëse kufijtë e Greqisë ishin caktuar më në veri do të përfshiheshin në Greqi zona me popullata helene si Korça, ndërsa nëse kufijtë shqiptarë do të vendoseshin më në veri nuk o të kishte tani çështje të lidhura me Kosovën.
b)   Sot në qytetin e Korçës si qëndër qytetare është një prej 4-5 qëndrave më të mëdha të Shqipërisë me popullatë 80 000 banorë nga të cilët 80% janë të Krishterë. Nga 40-50 qëndrat qytetare të mëdha të Shqipërisë ku ekziston ndikim i madh Helen. Si fillim për shkak të zhvendosjes së banimit të shumë banorëve në Greqi për shumë vjet në masë që arrin deri në 70% të popullatës flitet gjuha greke. Në këtë ndihmoi dhe fakti që për shumë vitet funksionuan kurse të gjuhës greke me iniciativë të Sfevës por dhe me ndihmesën e shumë grupeve nga Thessaloniki në të cilat mësonin çdo vit me qindra nxënës. Tashmë ekziston, me iniciativë të pastër të shtetit helen “Shkolla greko-shqiptare e Korçës” Omiros, e cila ofron arsimim të nivelit të parë dhe të dytë dhe ku studiojnë me qindra nxënës, gjë që tregon interesimin e të rinjëve për edukimin helen.
Ligjëratë e mbajtur në sallën e “Vatrës Epirote” të Thessalonikit për 65 vjetorin nga Çlirimi i Korçës. “Απειρωτάν” shiko më poshtë.
Përktheu. Pelasgos



Συλλαλητήριο στην Κορυτσά προ της  Διεθνούς Επιτροπής- Οι κορυτσαίοι ήθελαν να ενωθούν με την πατρίδα τους Ελλάδα

Demostratë në Korçë para Komisionit të Ndërkombëtarëve të cilët caktonin kufijtë e ballkanit. Demostrata kishte si qëllim të ndihmonte këtë komision që të kuptonte origjinën e pjesës më të madhe të Korçës e cila ishte helene dhe dëshironte të ishte  pjesë e shtetit Helen ku dhe përkiste në mënyrë natyrale nga të gjitha aspektet. 

Ενισχύστε οικονομικά την προσπάθεια μας!

Ετικέτες

ενημέρωση (2161) ενημέρωση-informacion (1418) Αλβανία (904) ορθοδοξία (422) ιστορία-historia (373) Εθνική Ελληνική Μειονότητα (366) ελληνοαλβανικές σχέσεις (311) ορθόδοξη πίστη - besimi orthodhoks (277) Εθνική Ελληνική Μειονότητα - Minoriteti Etnik Grek (252) Β Ήπειρος (238) ορθοδοξία-orthodhoksia (232) ορθόδοξη πίστη (222) εθνικισμός (195) διωγμοί (162) τσάμηδες (122) shqip (119) Κορυτσά-Korçë (118) Κορυτσά Β Ήπειρος (103) informacion (100) Αρχιεπίσκοπος Αναστάσιος (97) ορθόδοξη ζωή (96) ορθόδοξη ζωή- jeta orthodhokse (75) διωγμοί - përndjekje (60) ορθόδοξο βίωμα (59) εθνικισμός-nacionalizmi (56) ορθόδοξη εκκλησία της Αλβανίας (55) Ελλάδα-Αλβανία (48) ανθελληνισμός (44) Ελληνικό Σχολείο Όμηρος (43) πολιτισμός - kulturë (43) Ι.Μ Κορυτσάς - Mitropolia e Shenjtë Korçë (42) besimi orthodhoks (40) Γενικό Προξενείο Ελλάδος Κορυτσά (39) Ορθόδοξη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Αλβανίας - Kisha Orthodhokse Autoqefale Shqiptare (37) ιστορία ορθοδοξίας (36) βίντεο (34) Shqipëria (32) ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821 (32) κομμουνισμός- komunizmi (30) πνευματικά (27) Μητρόπολη Κορυτσάς - MItropolia e Korçës (23) απόδημος ελληνισμός-helenizmi i diasporës (22) πολιτική-politikë (22) αλβανικά (21) εκπαίδευση (21) Αρχαία Ελλάδα (20) helenët-Έλληνες (19) κομμουνισμός (19) Greqia (17) Βλαχόφωνοι Έλληνες (15)