Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ (Αγ.Κυρίλλου Αλεξανδρείας) - Predikim mbi Metamorfozën (Shën Qirili i Aleksandrisë.

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ (Αγ.Κυρίλλου Αλεξανδρείας)
Οι καλοί αθλητές ευχαριστιούνται με τα χειρο­κροτήματα των θεατών, και με την προσμονή του επάθλου προπονούνται κι ετοιμάζονται για τη νίκη που τους αξίζει. Το ίδιο κι όσοι επιδιώκουν να πετύχουν την απόλαυση των θείων δωρεών, όσοι ποθούν να συμμετάσχουν στην προορισμένη για τους αγίους αιώνια ζωή· αναλαμβάνουν όλοπρόθυμα τους αγώνες πού συνεπάγεται ή χριστιανική ευσέβεια, και κατορθώνουν να φτάσουν οέ ϋψος αρετής, γιατί αρ­νούνται το δρόμο της καθόλου αποδοτικής οκνηρίας και της άνανδρης δειλίας· αντίθετα, ατρόμητοι κατα­τροπώνουν κάθε πειρασμό, και αδιαφορούν για τους εναντίον τους διωγμούς, και θεωρούν ευτύχημα και πλούτο τους τα παθήματα για το Χριστό. Κι όλα αυτά γιατί ποτέ δεν ξεχνούν τα γραφόμενα του "Αποστόλου Παύλου «ότι ουκ άξια τα παθήματα τον νυν καιρόν προς την μέλλουσα δόξα άποκαλυφθηναι εις ημάς».


Ό ίδιος ό Κύριος μας ό Ιησούς Χριστός, άλλωστε, μεταχειρίστηκε μια θαυμαστά προσαρμοσμένη στην ανάγκη μέθοδο για να βοηθήσει τους αγίους Αποστόλους να κατα­λάβουν αυτό το θέμα. Τους είπε: «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθειν, απαρνησασοω εαυτόν,και άράτω τον σταυρόν εαυτού, και άκολουθείτω μοι, "Ος γαρ θέλει την ψυχήν αυτού οώσαι, απολέσει αυτήν ός δέ άπολέση την ψυχή αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν». Ή εντολή αυτή του Χριστού είναι σωτήρια· αρμόζει σε διαλεχτούς, εξασφαλίζει την αιώνια δόξα, κάνει να περιμένει κανείς με λαχτάρα το τέρμα του βίου. Γιατί ή επιλογή του πάθους για χάρη του Χριστού δε μένει χωρίς ανταπόδοση· αντίθετα, έχει ως αποτέλεσμα την απόλαυση της αιώνιας ζωής και δόξας.
Ωστόσο, την εποχή που οι μαθητές δεν είχαν πάρει ακόμη τη δύναμη με την έπιφοίτηση του Άγιου Πνεύ­ματος ήταν φυσικό να διακατέχονται από ανθρώπινη αδυναμία. "Ετσι δε δίστασαν, αφού πέρασε από το νου τους, να ρωτήσουν: Μα πώς είναι δυνατόν ν' αρνηθεί κανείς τον εαυτό του; "Η πώς γίνεται να ξαναβρίσκει κανείς τη ζωή του μια και την χάσει; "Ή ποιο ισοδύ­ναμο βραβείο μπορούν να περιμένουν όσοι υποστούν αυτή την απώλεια της ζωής; και ποιες δωρεές έχουν να εισπράξουν;
Προκειμένου, λοιπόν, ό Χριστός να τους αποσπάσει τη σκέψη άπ' αυτές τις αμφιβολίες, να τους προστατεύσει άπ' το να παγιδευτούν σ' αυτές τις απορίες, και κατά κάποιο τρόπο να τους εμπνεύσει γεν­ναίο φρόνημα, γεννώντας μέσα τους το ζήλο για τη δόξα που θα τους προσφερ­θεί, τους λέει: «Λέγω ύμΐν, είσί τίνες των ώδε έστηκότων, οϊτινες ου μη γεύσονται θάνα­τον, έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού»."

Αραγε επρόκειτο να μηκυνθεί τόσο πολύ ή περίο­δος της ζωής τους, ώστε να φτάσουν σε κείνη την εποχή οπόταν, καθώς θα ολοκληρώ­νεται ή προκαθορισμένη πο­ρεία του κόσμου, θα κατέβει από τον ουρανό ό Κύριος για να εγκαθιδρύσει την προορι­σμένη για τους διαλεχτούς βασιλεία; Βέβαια και κάτι τέτοιο θα μπορούσε οπωσδήποτε να πραγματοποιηθεί από το Θεό. Όλα είναι δυνατά σ αυτόν, τίποτε δεν υπάρχει ακατόρθωτο ή αθεράπευτο για τα παντοδύνα­μα κελεύσματα του. Έξαλλου, βασιλεία ονομάζει τη θέα της δόξας, μέσα στην οποία θα εμφανισθεί τότε, όταν θ' αστράψει ή γη με την παρουσία του. Γιατί τότε θα έρθει περιβλημένος τη δόξα του θεού Πατρός και όχι μέσα στην ανθρώπινη ασημαντότητα.
Πώς, λοιπόν, προσφέρει τη θέα αυτού του θαύματος σ' εκείνους που έδωσε την υπόσχεση; Ανεβαίνει στο ορός παίρνοντας μαζί του τρεις άπ' αυτούς, τους πιο διαλε­χτούς· μεταμορφώνεται ακτινοβολώντας μια εξαιρετική λαμπρότητα ταιριαστή μόνο στο Θεό, έτσι πού τα ενδύ­ματα του να φαίνονται διάφανα από το αντιφέγγισμα του φωτός· περιστοιχίζεται από το Μωυσή και τον Ηλία, οι όποιοι κουβεντιάζουν μεταξύ τους για «την έξοδον αυτόν, ην έμελλε πληρούν εν Ιερουσαλήμ», δηλαδή για το μυστήριο της ένσαρκης οικονομίας του Κυρίου, για το πάθος του το σωτήριο, τον τίμιο σταυ­ρό του, εννοώ. "Αλλωστε, είναι αλήθεια πώς ό μωσαϊκός νόμος και οι διακηρύξεις των αγίων προφητών είχαν προαναγγείλει το μυστήριο του Χριστού.
Συγκαλεί, λοιπόν, στο πλευρό του το Μωυσή και τον Ηλία, δυο άνδρες πού διακρίθηκαν στο διαφέντεμα των δικαιωμάτων του Θεού. Γιατί ό Μωυσής ήταν εκείνος πού παρέδωσε το νόμο, και μπορούσαν να αντιληφθούν οι Ιουδαίοι πώς δεν θα παρέβλεπε την, καθώς νόμιζαν, παράβαση του. Κι ό Ηλίας πάλι αγωνίστηκε για την επι­κράτηση της δόξας του Θεού, και δε θα παρίστατο και δε θα υπάκουε σ' έναν άντίθεο πού ονόμαζε τον εαυτό του ισότιμο θεό, χωρίς να είναι αυτό που ισχυριζόταν και χωρίς να του ταιριάζει αυτό πού έκανε.
Είναι και μια άλλη αίτια πού σ' αυτή τη συνάφεια πρέπει να ειπωθεί. Ό Χριστός μεταμορφώθηκε έτσι για να πληροφορηθούν όλοι ότι εξουσιάζει εξίσου τη ζωή και το θάνατο. Γι' αυτό είναι πού φέρνει και το ζωντανό, τον Ηλία, πού ξέρουμε ότι ανελήφθη, και το νεκρό, το Μωυσή. "Αλλωστε, οι δυο άνδρες πού εμφανίστηκαν δεν έμειναν σιωπηλοί, σαν φαντάσμα­τα, αλλά μιλούσαν μεταξύ τους για την ένδοξη πορεία του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, δηλαδή για το πάθος, το σταυρικό θάνατο και την ανάσταση του.
Σύμφωνα με την ευαγγελική περιγραφή οι μακάριοι μαθητές, όση ώρα ό Χριστός ήταν αφοσιωμένος στην προσευχή, νύσταξαν καί τους πήρε ό ύπνος - πόση συγκατάβαση στις ανθρώπινες ανάγκες. Ύστερα, όμως, ξύπνησαν και παρακολούθησαν τη σεβάσμια καί παρά­δοξη μεταμόρφωση του Κυρίου. Ό θεσπέσιος Πέτρος νόμισε τότε πώς έφτασε ίσως ή ώρα της επικράτησης της βασιλείας του Θεού, καί εκδηλώνοντας την προτίμηση του για διαμονή πάνω στα βουνά την ώρα της συντέ­λειας του κόσμου, προτείνει, χωρίς να καταλαβαίνει τις συνέπειες, να στηθούν τρεις σκηνές. 'Αλλά δεν είχε φτά­σει ή στιγμή της ολοκλήρωσης του κύκλου των αιώνων, κι ούτε ήταν ή κατάλληλη ώρα να απολαύσουν οι διαλεχτοί τη συμμετοχή τους στην έπαγγελμένη ελπίδα "Αλλωστε ό Παύλος λέει· «'Ός μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών, εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης αύτού», δηλαδή του Χριστού. Μια όμως καί ή πορεία του θεϊκού σχεδίου για τη λύτρωση του ανθρώπου βρισκόταν ακόμα στην αρχή της καί καθόλου δεν είχε ολοκληρωθεί, πώς θα ήταν δυνατό ό Χριστός πού ήρθε στη γη εξαιτίας της αγάπης του προς τον κόσμο, να έχει σταματήσει να θέλει να θυσιαστεί για χάρη του; Γιατί έσωσε ολόκληρη την ανθρωπότητα υπο­μένοντας το σαρκικό θάνατο καί παράλληλα καταργών­τας τον με την ανάσταση από τους νεκρούς. Είναι ολοφάνερο, λοιπόν, ότι ό Πέτρος δεν είχε ακριβή συνεί­δηση αυτού πού είπε.
- Εντούτοις, συγχρόνως με την παράδοξη καί απε­ρίγραπτη θέα της δόξης του Χριστού, συνέβη καί κάτι ακόμα, χρήσιμο καί αναγκαίο στην ενίσχυση της πίστης σ' αυτόν, τόσο των μαθητών, όσο και των κατοπινών χριστιανών. Ακούστηκε, δηλαδή, από ψηλά φωνή του Θεού Πατρός να λέει «Ούτος εστίν ό Υίός μου ό αγαπητός, εν ώ ευδόκησα, αύτού άκούετε». Καί καθώς ακουγόταν ή φωνή, λέει ό ευαγγελι­στής, εγκαταλείφθηκε μόνος ό Χριστός.
Πράγματι, όταν ό Θεός-Πατήρ έδωσε σαν μέσα από τα σύννεφα την εντολή στους αγίους Αποστόλους λέγοντας «Αύτού άκούετε», ό Μωυσής ήταν φευγάτος κι ό Ηλίας δεν ήταν, επίσης, έκεί,μόνον ό Χριστός ήταν μπροστά. "Ετσι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τους διέταξε να υπακούσουν σ' αυτόν. "Αλλωστε, ό Χριστός είναι ό σκοπός κι ή ολοκλήρωση του νόμου καί των προφητών. Γι' αυτό ακριβώς είχε βροντοφωνήσει στον Ιουδαϊκό λαό· «Ει έπιστευετε Μωσεί, έπιστευετε αν έμοί περί γαρ εμού εκείνος έγραψεν».
Καί επειδή οι Ιουδαίοι, αδιαφορώντας για την εντολή του πάνσοφου Μωυσή, και αθετώντας το λόγο του Θεού πού τους μεταδόθηκε με τους αγίους προφήτες, έμειναν ως το τέλος προσηλωμένοι στην πλάνη τους, στερήθηκαν μια για πάντα τα αγαθά πού υποσχέθηκε ό Θεός στους προγόνους τους.«Υπακοή γαρ υπέρ θυσίαν αγαθή, και ή έπακρόασις, υπέρ στέαρ άρνών», όπως έχει γραφτεί."Ασχετα όμως με τους Ιουδαίους, έμείς πού απο­δεχτήκαμε ανεπιφύλακτα τη φανέρωση του Θεού, μακάρι με κάθε τρόπο να απολαύσουμε Ολα τα αγαθά πού προξενήθηκαν από τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο· δια του οποίου καί μαζί μ' αυτόν ας δοξάζε­ται κι επικρατεί ό Θεός Πατήρ καί το "Αγιον Πνεύμα στους ατέλειωτους αιώνες. 'Αμήν.
Predikim mbi Metamorfozën (Shën Qirili i Aleksandrisë.

Atletët e mirë kënaqen me duartrokitjet e spektatorëve dhe me stimul çmimin stërviten dhe përgatiten për fitoren që meritojnë. Njësoj dhe ata sa duan të arrijnë kënaqësinë e dhuratave hyjnore, sa dëshirojnë që të marrin pjesë në jetën e përjetëshme të destinuar për shenjtorët, i kryejnë me dëshirë të plotë betejat që vijnë si rrjedhim i besimit të krishterë dhe arrijnë në lartësinë e virtytit, sepse mohojnë rrugën e dembelizmit dhe të frikës që nuk sjell asnjë dobi, në kundështim të pafrikësuar mposhtin çdo lloj ngacmimi,nuk ju bëhet vonë për përndjekjet kundër tyre, i konsiderojnë fatmirësi dhe pësime për Krishtin. Të gjitha këto sepse kurrë nuk harrojnë ato sa ka shkruar “Apostull Pavlli: Sepse unë mendoj se vuajtjet e kohës së tanishme nuk vlejnë të barazohen me lavdinë që do të zbulohet ndër ne.
Vetë Zoti ynë Jesu Krisht, përdori një metodë të përshtatur sipas nevojës që të ndihmonte Apostujt e Shenjtë që të kuptonin këtë çështje. Ju tha: “ Ai që do të vijë prapa meje, të mohojë veten të mbajë Kryqin e tij dhe të më ndjekë”. “Ai që do të shpëtojë shpirtin e tij, ta humbasë atë, ai që do të humbasë shpirtin e tij për mua, do ta gjejë atë”. Ky urdhër i Krishtit është shpëtues, iu shkon të përzgjedhurve, siguron lavdinë e përjetëshme, e bën dikë që të presë fundin e jetës me padurim. Sepse zgjedhja e pësimit për hir të Krishtit nuk mbetet pa shpërblim, në të kundërt ka si rezultat shijimin e jetës dhe lavdisë së përjetëshme.
Megjithatë në kohën që nxënësit nuk kishin marrë akoma fuqinë me zbritjen e Shpirtit të Shenjtë ishte normale që të zotëroheshin nga dobësia njerëzore. Kështu nuk nguruan, pasi ju kaloi në mendje mendimi, që të pyesin: Po si është e mundur dikush të mohojë vetveten? “Si mund të ndodhë që dikush të rigjejë jetën e tij pasi e ka humbur?” “Ose çfarë shpërblimi të njëvlefshëm mund të presin të gjithë ata sa pësojnë këtë humbje të jetës? Dhe, Cilat dhurata do të përfitojnë?
Në mënyrë, pra, që Krishti të largonte mendimin nga këto dyshime, ti mbrojë nga mundësia të izolohen nga këto pyetje dhe në një farë mënyre tiu frymëzojë një moral  të lartë, duke lindur brenda tyre zellin për lavdinë që do t’iu ofrohej, ju thotë: “Me të vërtetë po ju them juve se janë ca nga ata që rrinë këtu, të cilët nuk do të ngjërojnë vdekje, deri sa të shohin të Birin e njeriut duke ardhur në mbretërinë e tij.”  Mos vallë do të zgjatej kaq shumë jeta e tyre, sa të arrinin në atë kohë kur, pasi do të përfundonte rrugëtimi i paracaktuar i botës, do të zbriste prej qiellit Zoti që të themelonte mbretërinë e destinuar për të zgjedhurit? Sigurisht që diçka e tillë do të mundej padiskutim që të realizohej nga Zoti. Të gjitha sa janë të mundura për Atë, asgjë nuk është e paarritëshme dhe e pashërueshme për urdhëresat e tij të gjithpushtetëshme.  Për më tepër, mbretëri quan pamjen e lavdisë, brenda së cilës do të shfaqet atëhere, kur do të vetëtijë toka nga prezenca e tij. Sepse atëhere do të vijë i rrethuar nga lavdia e Atit jo nëpërmjet imazhit të  parëndësishëm njerëzor.
Si, pra, e ofron pamjen e kësaj mrekullie tek ata që dha premtimin? Ngjitet në mal duke marrë me vete tre prej tyre, më të zgjedhurit, shpërfytyrohet duke rrezatuar një ndriçim të shkëlqyer të denjë vetëm për Zotin, në atë mënyrë që veshjet e tij u bënë të tejdukshme nga forca e dritës dhe rrethohet nga Moisiu dhe Ilia të cilët bisedojnë ndërmjet tyre për “ daljen e tij, që do të plotësohej në Jeruzalem”, dmth kuptohet që flisnin, për misterin e ekonomisë së trupëzuar të Zotit, për pësimin e tij shpëtimtar, për kryqin e tij të nderuar. “Siç dihet është e vërtetë që ligji i Moisiut dhe shpalljet e profetëve të shenjtë e kishin paralajmëruar, misterin e Krishtit”.
Thërret pra, në krahun e tij Mosiun dhe Ilian, dy burra që u dalluan në ruajtjen e të drejtave të Zotit. Sepse Moisiu ishte ai që dorëzoi ligjin, dhe  Judenjtë mund ta konceptonin që nuk do të anashkalonte atë që ata e mendonin si shkelje. Ilia sërish luftoi për mbizotërimin e lavdisë së Zotit, dhe nuk do të ishte prezent as do të bindej në një kundërzot që quante veten të barabartë me Zotin,  pa qënë ajo që pretendonte dhe pa iu përputhuar ajo që bënte.
Është një shkak tjetër që në këtë marrdhënie duhet të përmendet. Krishti u shpërfytyruar kështu që të informohen të gjithë se zotëron njësoj si jetën ashtu dhe vdekjen. Për këtë arsye sjell të gjallë, Ilian që e dimë se u ngjit në qiell me trup, dhe Moisiun e Vdekur. “Ndër të të tjera të dy burrat që u shfaqën nuk mbetën të heshtur, si fantazma, por flisnin ndëmjet tyre për rrugëtimin e lavdishëm të Krishtit në Jeruzalem, dmth për pësimi, vdekjen në kryq dhe ngjalljen e tij.
Sipas pjesës ungjillore, nxënësve të lumur, për sa kohë Krishti ishte i dedikuar tek lutja, iu erdhi gjumi dhe fjetën – sa i ndjeshëm në nevojat njerëzore. Por më pas, u zgjuan dhe ndoqën shpërfytyrimin e respektuar dhe paradoksal të Zotit. Petroja i veçantë kujtoi se atëhere erdhi dhe çasti i mbizotërimit të mbretërisë së Zotit, dhe duke shprehur preferencën e tij për qëndrim në mbi male gjatë kohës së fundit të  botës, propozon pa kuptuar pasojat, që të ndërtohen tre çadra. Por nuk ka arritur çasti i plotësimit të ciklit të shekujve, dhe as ishte çasti i përshtatshëm  që të shijojnë të përzgjedhurit pjesmarrjen e tyre në shpresën e paralajmëruar. Shën Pavlli thotë: “Sepse qytetaria jonë është në qiejt, prej nga ku edhe presim Shpëtimtarin, Zotin Jisu Krisht, i cili do të shndërrojë trupin e përuljes sonë, që të bëhet në një formë me trupin e lavdisë së tij” dmth të Krishtit Por mqs rrugëtimi i planit hyjnor  për shpëtimin e njeriut ishte akoma në fillim dhe nuk ishte aspak përmbushur, si do të ishte e mundur që Krishti që erdhi në botë për shkak të dashurisë kundrejt botës, të kishte ndaluar së dashuri të sakrifikohej për të? Sepse shpëtoi të gjithë njerëzimin duke duruar vdekjen trupore dhe në të njejtën kohë duke anulluar atë (vetë vdekjen) me ngjalljen prej së vdekurish. Është pra e qartë që Petroja nuk kishte ndërgjegjësuar plotësisht për ato sa tha.
-Me gjithë këtë në të njejtën kohë me pamjen e papërshkrueshme dhe paradoksale të shpërfytyrimit të lavdisë së Krishtit, ndodhi dhe diçka tjetër, e duhur dhe nevojshme për përforcimin e besimit sa tek ai sa dhe tek nxënësit e tij dhe të krishterët e mëvonshëm. Dmth u dëgjua nga lart zëri i Atit Perëndi duke thënë: “Ky është Biri im i dashur që e pëlqeva, atë të dëgoni”, Moisiu ishte kalimtar dhe Ilia  nuk ishte gjithashtu, atje vetëm Krishti ishte përpara. Kështu që nuk ka dyshim që i urdhëroi që t’i binden atij. “Për më tepër, Krishti është qëllimi dhe plotësimi i ligjit dhe i profetëve. Për këtë pikërisht kishte thirrur fort tek populli Judaik. “Nëse besoni Moisiun besoni tek unë sepse për mua ai ka shkruar”
Mqs Judenjtë duke qënë indiferentë për urdhëresën e Moisiut të gjithëditur, dhe duke shkelur fjalën e Zotit që ju transmetua me profetët e shenjtë, mbetën deri në fund të dedikuar në mashtrimin e tyre, iu hoqën njëherë e mirë të gjitha të mirat që Zoti ju premtoi parardhësve të tyre. “Bindja është një sakrificë më e mirë se sa deshinjtë e majmë”, siç është dhe shkruar “Por pavarësisht Judenjëve, ne që pranuam në mënyrë të padiskutueshme  shfaqjen e Zotit, uroj me çdo mënyrë të shijojmë Të gjitha të mirat që u shkakëtuan nga ardhja e Krishtit në botë, nëpërmjet të cilit dhe bashkë me Atë le të lavdërohet dhe të mbizotërojë Ati dhe Shpirti i Shenjtë në jetë të jetëve Amin.

Δεν υπάρχουν σχόλια: