Ανάμεσα στα κορυφαία ονόματα καλλιτεχνών της αλβανικής θεατρικής σκηνής και του κινηματογράφου συγκαταλέγονται και ορισμένα που προέρχονται από τις βλάχικες κοινότητες, που ήταν διάσπαρτες στην γη των Τόσκηδων -τη Μουζακιά (στον Αυλώνα, την Φιέρι, την Λούσνια κ.α), καθώς και από αυτή των Τιράνων. Ηθοποιοί που αγαπήθηκαν από το κοινό και καταξιώθηκαν μέσα από την δημιουργία ποιοτικών έργων, βάζοντας έτσι την δική τους ανεξίτηλη σφραγίδα στην τέχνη και γενικότερα στην πολιτιστική και πνευματική ζωή του τόπου που γεννήθηκαν και ανατράφηκαν...
Sander (Aleksander) Prosi
Γεννήθηκε στη Σκόδρα στις 6 Ιανουαρίου του 1920 και όταν τελείωσε το δημοτικό συνέχισε τις γυμνασιακές του σπουδές στα Τίρανα. Η οικογένεια του καταγόταν από την Μπελίτσα (βλαχοχώρι δυτικά της Στρούγκας), ήταν εγκατεστημένη στη Σκόδρα και αργότερα μετοίκησε στα Τίρανα, όπου από τον 18ο αι. είχε σχηματιστεί κοινότητα Βλάχων προερχόμενων από τον νότο. Οι άνδρες της Μπελίτσας, όλοι σχεδόν, από τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας, ασχολούνταν με το εμπόριο, περισσότερο μανιφατούρας και ειδών παντοπωλείου. Στις πόλεις Στρούγκα, Αχρίδα, Τίρανα και Δυρράχιο οι μεγαλύτεροι έμποροι ήταν από την Μπελίτσα. Οι περισσότεροι όμως ήταν σκορπισμένοι στα χωριά της Δίβρας και Μάτι Αλβανίας. Είχαν φθάσει ακόμη ως έμποροι και στη Σερβία (Ζεμούν κ.α), όπως αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Βελιγραδίου Ντούσαν Πόποβιτς.[1][2].
Ο πρώτος ρόλος του Sander Prosi ήταν στο δράμα "Vilhelm Teli". Στη συνέχεια πήγε για σπουδές οδοντιατρικής στην Αυστρία τις οποίες όμως τελικά δεν ολοκλήρωσε. Το 1947 έλαβε μέρος σ' έναν διαγωνισμό του Εθνικού Θεάτρου της Αλβανίας όπου και διακρίθηκε. Στο εξής ξεκινά η ενασχόληση του με την τέχνη της υποκριτικής...
Συνέβαλε καθοριστικά στην επαγγελματική σκηνή, στο θέατρο και στον κινηματογράφο. Πρωταγωνίστησε σε περίπου 30 ταινίες και συνολικά, στα 35 χρόνια της σταδιοδρομίας του, ερμήνευσε πάνω από 100 ρόλους.
Ένας δημιουργικός καλλιτέχνης με ιδιαίτερο προφίλ που αγαπήθηκε πολύ μέσα από τους ρόλους του. Με τις ερμηνείες του αποκάλυψε όχι μόνο τις αξίες της τέχνης του ηθοποιού αλλά και την υψηλού επιπέδου μαεστρία του. Κι όπως ο ίδιος δήλωσε: ''το ταλέντο αναπτύσσεται από ένα αίσθημα αγάπης για το έργο''. Δημιούργησε αξέχαστους χαρακτήρες, όπως ο Vuksani στο ''Δεύτερο Πρόσωπο'' (αλβανικά: Fytyra e dytë), ο Οράτιος στον Άμλετ, ο Οθέλος στον Οθέλο, ο Miller στο ''ίντριγκες και αγάπη'' κ.α. Διαφορετικοί ρόλοι που ερμήνευσε με μοναδικό τρόπο, όπου κυριαρχεί η απλότητα, διεισδύοντας στις σκοτεινές εσοχές της ψυχολογίας των χαρακτήρων. Συνδύαζε αριστοτεχνικά το τραγικό με το κωμικό και βαθιά μέσα στη συνείδηση του βρισκόταν η επιθυμία να περάσει το ιδιαίτερο μήνυμα, να κατανοήσει το κοινό την ουσία του ρόλου του. Πλούσιος συναισθηματικός κόσμος που εκπέμπει ακτινοβολία. Ο ίδιος θυμόταν ότι, η μητέρα του Αναστασία τραγουδούσε στις φιλικές συγκεντρώσεις, ενώ ο παππούς του ήταν αξιόλογος και δημοφιλής μουσικός.
Διετέλεσε καθηγητής της Ακαδημίας Καλών Τεχνών κατά τη διάρκεια των ετών 1962-1975.
Ο θάνατος του, το 1985, προκάλεσε πολλές διαμάχες στην Αλβανία. Σύμφωνα με κάποιες φήμες, οφείλονταν σε αυτοκτονία αλλά ποτέ δεν επιβεβαιώθηκε επίσημα κάτι τέτοιο.
Το 2010, απονεμήθηκε προς τιμήν του από τον πρόεδρο Δημοκρατίας της Αλβανίας ο τίτλος της ''Τιμής του Έθνους'' (αλβανικά: Nder i Kombit)[3][4].
Ο Προκόπ Μίμα (Prokop Mima) γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου του 1920 στο Δυρράχιο, το μεγάλο κατά τον V. Berard Κουτσοβλαχικό λιμάνι για τις σχέσεις με τον Αγκώνα, τη Ραγούζα ή τη Βενετία[5].
Τελείωσε το γυμνάσιο με άριστα και πήγε στην Πάδοβα να σπουδάσει φαρμακευτική με υποτροφία της ιταλικής κυβέρνησης αλλά στο 4ο έτος εγκατέλειψε τις σπουδές μετά την συνθηκολόγηση της Ιταλίας και επέστρεψε στο σπίτι του. Μετά την απελευθέρωση της χώρας θα ξεκινήσει την καλλιτεχνική του καριέρα στο θέατρο...
Θα διακριθεί στην υποκριτική τέχνη και θα αποτελέσει τον ''Άγιο Προκόπιο του θεάτρου''. Τα κύρια χαρακτηριστικά του ήταν η μετριοφροσύνη, η απλότητα και η αφοσίωση στην δουλειά του και στους ανθρώπους. Η σχέση του με τα παιδιά του ήταν φιλική και προσπάθησε να μεταλαμπαδεύσει και σ' αυτά τις αξίες του. Στον ελεύθερο χρόνο του φρόντιζε τα λουλούδια στον κήπο του και έκανε πρόβες απαγγέλοντας κάποια κομμάτια σε διαφορετικούς τόνους.
Ανεβαίνει το 1945 στην σκηνή, με την δημιουργία του Εθνικού Θεάτρου που εγκαινιάστηκε στις 23 Μαϊου 1945, με μια κωμωδία με τίτλο ''Topazi''. Ερμηνεύει συνολικά 80 ρόλους στο θέατρο και μόλις 4 στον κινηματογράφο.
Το όνομα του βρίσκεται ανάμεσα στα κορυφαία ονόματα της ''χρυσής γενιάς'' των πρωτοπόρων της αλβανικής σκηνής.
Διετέλεσε καθηγητής στο Ινστιτούτο Τεχνών και ήταν ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς του Εθνικού Θεάτρου με φωνή ανεπανάληπτη. Απήγγηλε χιλιάδες στίχους αλβανικής και ξένης ποίησης με την γλυκιά και γοητευτική φωνή του σε ηχογραφήσεις του ράδιο Τίρανα. Απήγγηλε και στίχους από την γνωστή ιστορία του Σκεντέρμπεη. Τιμήθηκε με τον τίτλο του ''Άξιου Καλλιτέχνη'', ο οποίος στην πραγματικότητα ανταποκρινόταν ελάχιστα στην αξία του.
Ο γιος του Φλοριόν Μίμα (Florjon Mima), σε μια συνέντευξη του αναφέρει ότι: ''στο απόγειο της καριέρας του, τον ανάγκασαν να αποσυρθεί από την καλλιτεχνική ζωή και να συνταξιοδοτηθεί''. Ο Προκόπ Μίμα, συζητώντας με άλλους καλλιτέχνες έλεγε ότι: ''αν κατεβάσεις τον ηθοποιό από την σκηνή θα τελειώσει κι η ζωή του''. Και πράγματι έτσι έγινε...
Λίγο μετά την απομάκρυνσή του από τα καλλιτεχνικά δρώμενα, στις 18 Αυγούστου 1986, έκλεισε κι ο κύκλος της ζωής του, η οποία, δυστυχώς, δεν του χαμογέλασε ποτέ εξ' αιτίας της παράλογης καθεστωτικής νομοθεσίας. Συναντούσε εμπόδια στην καριέρα του και ήταν αναγκασμένος να δέχεται την συστηματική δυσφήμιση που γινόταν εις βάρος του από την οργάνωση του κόμματος. Το μόνο του ''σφάλμα'' ήταν ότι, στον καιρό του πολέμου δεν ήταν με το μέρος της κομμουνιστικής νεολαίας και, εξ' αιτίας αυτού και μόνο, ήταν υπό επιτήρηση. Ένας από τους καλύτερους ρόλους του για τον οποίον ήταν ενθουσιασμένος, αυτός του ιερέα στο δράμα ''Cuca e maleve'', μετατράπηκε σε καταδίωξη γι'αυτόν. Παρ' όλα αυτά, ο Προκόπ Μίμα ποτέ δεν παραπονέθηκε. Όμως, πολλοί συνάδελφοι του τον αγαπούσαν και ήταν οι καλύτεροι φίλοι του, όπως ο Sander Prosi, Ndrek Luca, Pjeter Gjoka, Lazer Filipi, Pirro Mani, Mihal Popi, Roza Anagnosti κ.α.
Στο θέατρο ερμήνευσε ρόλους στις εξής παραστάσεις: "Topazi", "Cuca e maleve", "Άμλετ / Hamleti", "Pas vdekjes", "Lumi i vekur", "Morali i zonjës Dulska", "Përkolgjinajt", "Intrigë e dashuri", "Arturo Ui", "Toka jonë", "Gjenerali i Ushtrisë së vdekur" κ.α. Ταινίες: "Gjenerali i Ushtrisë së vdekur" - 1975, "Emblema e dikurshme" - 1979, "Intendenti" - 1980, "Vëllezër e shokë" - 1980[6].
|
Η Μελπομένη Τσομπάνη (δεξιά) με την Μαργαρίτα
Τζέπα σε εκπομπή του αλβ. καναλιού TVSH
|
Melpomeni Cobani
Η Μελπομένη Μιχαήλ Τσουμπόνια (Melpomeni Mihal Cubonja), όπως ήταν το πραγματικό της επίθετο, γεννήθηκε στην οδό Καβάγια στα Τίρανα στις 6 Ιουνίου του 1928. Λόγω της συμμετοχής της στην αλβανική αντίσταση σε νεαρή ηλικία αναγκάστηκε να αλλάξει το επώνυμο της σε Τσομπάνη για να αποφευχθεί η σύλληψη της από τις γερμανικές αρχές. Λίγο μετά εντάχθηκε στις τάξεις των ανταρτών.
Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ξεκίνησε να ασχολείται με την ερασιτεχνική θεατρική ομάδα Τιράνων, ενώ εργαζόταν στο ίδρυμα "Mihal Duri". Ο ζωγράφος Hasan Reci διέκρινε το ταλέντο της και την συμπεριέλαβε στην ομάδα του θεάτρου Τιράνων. Το 1948, με την βοήθεια του Pandi Stillu, έγινε οικότροφος στο Εθνικό Θέατρο της χώρας. Ταυτόχρονα, ολοκλήρωσε το διετές πρόγραμμα σπουδών του Ανώτατου Καλλιτεχνικού Σχολείου (Shkolla e Lartë Dyvjeçare), το οποίο ήταν συνδεδεμένο με το Εθνικό Θέατρο. Από τότε ξεκινά να ερμηνεύει σημαντικότερους ρόλους, όπως την σύζυγο του Kazim Mulleti στην κωμωδία Prefekti.
Το 1950, αποτέλεσε μέλος της ομάδας που δημιούργησε το Κουκλοθέατρο (Teatri i Kukullave) και δυο χρόνια αργότερα το Πολιτεία Estrada (Estrada Shtetërore). Λίγα χρόνια αργότερα θα σταματήσει να μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα στο θέατρο και στο κουκλοθέατρο και θα καταλήξει οριστικά στο Estrada.
Τιμήθηκε με τα βραβεία ''Άξιου Καλλιτέχνη'' (1961) και ''Δημοφιλούς Καλλιτέχνη'' (1976). Το 1996 ερμήνευσε τον τελευταίο της ρόλο στην κωμωδία ''8 persona plus'' σε σκηνοθεσία του Agim Qirjaqi. Ερμήνευσε συνολικά πάνω από 300 ρόλους στην καριέρα της, δράματα και κωμωδίες. Για την συμμετοχή της στην αντίσταση κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο τιμήθηκε με το Μετάλλιο Ανδρείας (Medalje e Trimërisë) και το Μετάλλιο Μνήμης (Medalje e Kujtimit)[7].
Margarita Prifti XhepaΗ μεγάλη κυρία του θεάτρου και κορυφαία τραγωδός της Αλβανίας Μαργαρίτα Πρίφτη Τζέπα (Margarita Prifti Xhepa) γεννήθηκε στη Λούσνια στις 2 Απριλίου 1932. Σπούδασε στο τμήμα Θεάτρου της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών στα Τίρανα και από το 1950 δραστηριοποιείται ως ηθοποιός στο Εθνικό Θέατρο της χώρας. Ερμήνευσε πάνω από 150 ρόλους στο θέατρο -όπως στον ρόλο της Majlinda στο έργο "Majlinda" (Xh. Broja), της Dafina στο "Lumi i vdekur", της Filja στο "Cuca e maleve" (Loni Papa) κ.α.- και 32 στον κινηματογράφο, όπως στα φιλμ "Vitet e para", "Gjurmët", "Apasionata", "Dora e ngrohtë" κ.α. Υπήρξε εξίσου επιτυχής η ερμηνεία της και σε δραματικούς ρόλους, όπως ως Οφηλία στον ''Άμλετ'', στο "Ρωμαίος και Ιουλιέτα'' κ.α. Το 1997 πρωταγωνίστησε στην ελληνική ταινία "Mirupafshim" (Καλή αντάμωση) των Γιώργου Κόρρα και Χρήστου Βούπουρα. Η ταινία διακρίθηκε στο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσ/νίκης και βραβεύτηκε και η ηθοποιός. Τον Μάιο του 2004 επιστρέφει στην σκηνή του Εθνικού Θεάτρου της Αλβανίας με το εξαιρετικό δράμα "Streha e të harruarve", σημειώνοντας άλλη μια μεγάλη επιτυχία στην καριέρα της. Με τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία του Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου και την Μαργαρίτα Τζέπα στον ρόλο της Εκάβης, το Εθνικό Θέατρο της Αλβανίας παρουσίασε για πρώτη φορά αρχαίο δράμα έπειτα από 70 χρόνια συνεχούς λειτουργίας του. Η πρεμιέρα δόθηκε στο Αρχαίο Θέατρο του Βουθρωτού στις 17 Ιουλίου 2008. «Σ΄ αγαπώ πολύ γειτόνισσα, σ΄ αγαπώ πολύ ωραία γειτόνισσα Ελλάδα και γεια σου» τραγούδησε η ηθοποιός Μαργαρίτα Τζέπα που μαζί με την άλλη ιέρεια του αλβανικού θεάτρου και κινηματογράφου Τίνκα Κούρτη (Tinka Kurti) τίμησαν το Φεστιβάλ Αλβανόφωνου Κινηματογράφου στην κατάμεστη αίθουσα της Ταινιοθήκης της Ελλάδος «Λαΐς» το 2009.
|
Η Μαργαρίτα Τζέπα με τον Γιώργο Νταλάρα Φεστιβάλ Βύρωνα 2008 |
Επίσης, η Μαργαρίτα Τζέπα συμμετείχε και στην διαβαλκανική παράσταση «Του νεκρού αδελφού», παραγωγή του «Αλεκτον» με τη χορηγία του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης. Από την πλευρά της η ηθοποιός δήλωσε ευτυχισμένη που βρίσκεται στην πατρίδα του αρχαίου δράματος. «Ήμουν πολύ μικρή όταν παρακολούθησα την πρώτη παράσταση αρχαίας ελληνική τραγωδίας. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα ερχόταν η μέρα που θα έπαιζα σ' ένα τέτοιο έργο», ανέφερε μεταξύ άλλων η Μαργαρίτα Τζέπα, η οποία «πάντα είχε στην καρδιά της την παραλλαγή του Νεκρού Αδερφού». Ακόμη, μίλησε για τις συνεργασίες της με Έλληνες σκηνοθέτες (Κορρές-Βούπουρας στο «Μιρουπάφσιμ», Μαυρίκιος στο «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, και Θεοδωρόπουλος στο «Τρωάδες» του Ευριπίδη) και εξήγησε «πώς την βοήθησαν ώστε να μπορέσει να είναι έτοιμη γι' αυτόν εδώ το ρόλο»[8][9][10][11][12].Η συμβολή της Μαργαρίτα Τζέπα στην γόνιμη ελληνοαλβανική συνύπαρξη και συνεργασία αποτελεί παρακαταθήκη για τις νεότερες γενιές που οφείλουμε να διαφυλάξουμε και να αναπτύξουμε περαιτέρω.
''Ηλέκτρα'' Σοφοκλέους (1998)
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μαυρίκιος
Τροφός: Μαργαρίτα Πρίφτη Τζέπα
Albert VerriaΓεννήθηκε στην Φιέρι στις 3 Σεπτεμβρίου 1936. Σύμφωνα με αλβανικές πηγές, προερχόταν από τις πρώτες εμπορικές οικογένειες της Μοσχόπολης που εγκαταστάθηκαν στην Φιέρι γύρω στα 1796. Το ενδιαφέρον του για την τέχνη ξεκίνησε όταν ανακαλύφθηκε το αρχαίο θέατρο στη Βύλλιδα *, πλησίον της Φιέρι. Αποφοίτησε από την Γεωργική Σχολή και εργάστηκε ως ζωοτεχνικός για δυο έτη στο Kukes, μια πόλη στην βορειοανατολική Αλβανία, κι έπειτα επέστρεψε στη Φιέρι όπου δίδαξε στην Γεωργική Σχολή, χωρίς όμως να ξεχάσει το παιδικό του όνειρο. Έτσι, όταν το 1959 άνοιξε για πρώτη φορά η Ανώτατη Σχολή υποκριτικής τέχνης ''Aleksander Moisiu'' στα Τίρανα, εργάστηκε στο Μπεράτι, όπου διευθυντής ήταν ο Viktor Stratoberdha, και βοήθησε στην προετοιμασία μονολόγων και παντομίμας. Μ' αυτό τον τρόπο κατάφερε να κερδίσει σπουδές στην Ανώτατη Σχολή ''Aleksander Moisiu'' (1959 - 1963).Το 1963 ήταν υποψήφιος ηθοποιός στο Θέατρο του Αυλώνα (Vlora) και επιλέχθηκε. Ερμήνευσε πάνω από 90 ρόλους στο Θέατρο του Αυλώνα και 40 ρόλους στον κινηματογράφο, όπως του Sulos στο φιλμ "Kapedani", του Nuri Μπέη στο "Koncert në vitin 36", του φίλου Kopi στο ''Rrethimi i vogël'' κ.α.Το 1979 τιμήθηκε με τον τίτλο του ''Δημοφιλούς Καλλιτέχνη''. Το 1991 αποσύρθηκε και αφιερώθηκε στη συγγραφή. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του δημοσιεύθηκαν διάφορα βιβλία του, όπως ''Rrëfim paradoksal'', ''Deshifrimi'', ''Misteri'' κ.α, ενώ παρέμειναν αδημοσίευτα κάποια άλλα λόγω έλλειψης χρηματοδότησης. Πριν από μερικά χρόνια παρουσιάστηκε έκθεση 62 φωτογραφιών από τους πιο σημαντικούς ρόλους του. Πέθανε στις 17 Αυγούστου του 2015[13][14].
* Αρχαίο Θέατρο Βύλλιδας (κοντά στην Απολλωνία): Περίφημο αρχαίο ελληνικό θέατρο πού συνδυάζει δωρικό και ιωνικό ρυθμό, γυμναστήριο, στάδιο, ταφικά κτίσματα με μακεδονικές επιδράσεις, αρχαία αγορά, οικία με περίστυλη αυλή με πολύχρωμο ψηφιδωτό, νόμισμα με παραστάσεις του Δωδωναίου Δία, της Άρτεμης, του Ηρακλή, του Αχιλλέα ή Μ. Αλεξάνδρου, καθώς και επιγραφές στα ελληνικά[βλ.π].
[6] Online, Gazeta, shkrime, artikuj te ndryshem per aktorin Enciklopedi. Teatri dhe Kinematografia Shqiptare (Toena 2009) f. 297, 298.
http://vlahofonoi.blogspot.al/2016/09/blog-post_12.html