Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2015

Σελίδες από την εποποιία του ΄40- Η απελευθέρωση της Κορυτσάς - Faqe nga epopeja e 40-ës - Çlirimi i Korçës

Kαθώς εχιόνιζε απ’ το σκούντημα της μυγδαλιάς ο αγέρας
Kι άναβαν στις κορφές των χόρτων καβαλάρηδες
Eκεί που χτύπαγεν η οπλή ενός πλάτανου λεβέντικου
Kαι μια σημαία πλατάγιζε ψηλά γη και νερό
Που όπλο ποτέ σε πλάτη δεν εβάραινε
Mα όλος ο κόπος τ’ ουρανού
Όλος ο κόσμος έλαμπε σαν μια νεροσταγόνα
Πρωί, στα πόδια του βουνού
Tώρα, σαν από στεναγμό Θεού ένας ίσκιος μεγαλώνει.
Οδυσσέα Ελύτη, Άσμα Ηρωϊκό και Πένθιμο για τον χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας.[1]


Κώστας Κουτσουρής, Κορυτσά, 1940, Λάδι σε μουσαμά 64×86 εκ.
«Στην «Κορυτσά» (ο ζωγράφος Κώστας Κουτσουρής) αποδίδει τη ζωή στη βορειοηπειρωτική αγροτόπολη μια μέρα του χειμώνα, μετά την κατάληψή της από τους Έλληνες το 1940.  Το χιόνι σκεπάζει τις στέγες των σπιτιών τους, τους τρούλους και τα καμπαναριά της εκκλησίας, όπου έχουν αναρτηθεί ελληνικές σημαίες, ενώ τα βουνά διαγράφονται στο βάθος.  Η κίνηση στους δρόμους δείχνει το ενδιαφέρον του καλλιτέχνη για την απόδοση της ζωής, αφού η ανθρώπινη μορφή θεωρείται αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης».[2]  Ο ζωγράφος πολέμησε στην Κορυτσά και αποτυπώνει στον πίνακα αυτά που έζησε.  Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι ο πίνακας αυτός βρίσκεται μόνιμα, στο Γραφείο του Υπουργού Εθνικής Άμυνας.
«Μην. Νοέμβριος… Τέλος συνεχίζομεν τον δρόμον.  Ύστερα από μίαν ώραν εισερχόμεθα εις τα πρώτα σπίτια της Κορυτσάς.  Οι ορισθέντες πολίται διά την υποδοχήν, μόλις μας αντίκρυσαν ήρχησαν να μας διανέμουν δώρα.  Τουτέσιν τσιγάρα, γλυκά, φρούτα και τόσα άλλα.  Μετά προχωρούμεν για το κέντρον της.  Από τη μία άκρη της πόλεως έως την άλλην, είχαν παραταχθεί αι χιλιάδες των κατοίκων της δια να μας υποδεχθούν. Το τι συνέβη κατά τη νύχτα εκείνη δεν περιγράφεται.  Το καλώς ήλθατε και το ζήτω ηκούετο από χιλιάδες στόματα.  Συγκινητικότατη υπήρξεν η υποδοχή μας.  Από τη μεγάλη τους χαρά πολλοί εκ των κατοίκων της έκλαιον.  Απ’ όπου κι αν περνούσα άφθονα τσιγάρα μας εδίδοντο εκ των πολιτών.  Εγώ δε τους έλεγα: «Έλληνες είστε;  Έλληνες;» «Ναι, ναι Έλληνες», με έλεγαν.  Αυτήν όμως την μεγάλην υποδοχήν που μας επεφύλαξεν ο πληθυσμός της, ήρθαν να της δώσουν μεγαλυτέραν ζωήν οι ήχοι της καμπάνας της Μητροπόλεως.  Όταν άρχισε η καμπάνα να χτυπά γλυκά, τότε δεν ηδυνήθην και εγώ να συγκρατήσω τα δάκρυά μου.  Στιγμές αλησμόνητες.  Η Κορυτσά πλέον είχε περιέλθει εις τα χείρας μας.  Ήταν το δώρο που εδίδαμεν  εις την μητέρα μας Ελλάδα, η οποία όταν φεύγαμε από αυτήν μας είχε δώση τις καλλίτερες ευχές», γράφει μεταξύ άλλων στο Ημερολόγιο που κρατούσε ο Αχιλλέας Αθαν. Γκούμας, και το οποίο επιγράφεται «Ελληνοιταλικός Πόλεμος».  Ο Α. Γκούμας τραυματίστηκε θανάσιμα από βόμβα ιταλικού αεροπλάνου, στο Μνήμα της Γριάς, σε υψόμετρο 2.120μ., λίγες ημέρες πριν τελειώσει ο πόλεμος.[3]
Η κατάληψη της Κορυτσάς στις 22 Νοεμβρίου του 1940, «προκάλεσε έναν πραγματικό συναγερμό ολόκληρου του ελληνικού λαού για τον εορτασμό της λαμπρότερης ελληνικής νίκης των τελευταίων χρόνων»… «Η αγγλική εφημερίδα Daily Mail στο φύλλο της 25ης Νοεμβρίου έγραψε τα εξής: «…Ο κόσμος ολόκληρος χρεωστεί συγχαρητήρια εις την Ελλάδα…».  Και η εφημερίδα New York Times «σε κύριο άρθρο της την 28η Νοεμβρίου έγραφε: «Οι Έλληνες κατήνεγκαν την πρώτη πραγματική ήττα στις κατά ξηράν δυνάμεις του Άξονα»… «Ο αντίκτυπος της νίκης αυτής, η οποία στην ουσία ήταν η πρώτη νίκη στην Ευρώπη εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, ανέτρεπε τα μέχρι τότε πολεμικά δεδομένα…»[4]  Όμως τίποτε δεν είχε τελειώσει… Είχε  ξεκινήσει η μεγάλη περιπέτεια, ο μεγάλος αγώνας, ο μεγάλος πόλεμος.  Ο αιώνιος πόλεμος της Ελλάδας, όπως έγραφε ο μεγάλος μας ποιητής Γιώργος Σεφέρης (σε ομιλία που εκφώνησε την Τρίτη 10 Ιουνίου, του 1941, στα παιδιά του Ελληνικού Γυμνασίου, στης Αλεξάνδρειας): «Θυμάμαι την ημέρα που μας κήρυξαν τον πόλεμο οι Γερμανοί.  Το πλήθος που ζητωκραύγαζε στην οδό Σταδίου, σώπασε ξαφνικά κι έπειτα άρχισε να τραγουδά με τη βαριά μεγάλη φωνή: «Τη Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια».  Αυτό και μόνο.  Αλλά αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να καταλάβει κανείς πως ο πόλεμος τούτος δεν ήταν σημερινός ούτε χθεσινός: ήταν ο αιώνιος πόλεμος της Ελλάδας όλων των καιρών για την ανθρώπινη αξία»[5].
Κατερίνα Χουζούρη
[1] Ελύτη Οδ., 1996, Άσμα Ηρωϊκό και Πένθιμο για το χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα.
[2] Μεντζαφού Πολύζου Ολ., 2008, Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ/ Μέτσοβο, Ζωγραφική, Χαρακτική, Γλυπτική, εκδ. Ίδρυμα Ευάγγελου Αβέρωφ Τοσίτσα, Αθήνα.
[3] Η μαρτυρία αυτή προέρχεται από την έκδοση της Εφημερίδας Ελευθεροτυπία, τον Οκτώβριο του 2010, που επιγράφεται «Σου γράφω από το μέτωπο, 1940-1941» και περιλαμβάνει τα ημερολόγια Ελλήνων στρατιωτών, οι οποίοι ξεκινώντας για το αλβανικό μέτωπο στις 28 Οκτωβρίου του 1940, θέλησαν να συγκρατήσουν στη μνήμη τους τα γεγονότα που θα βίωναν.
[4] ΦαναριώτηΠ., 2012, Η Ελλάδα στις φλόγες του πολέμου, εκδ. Σταμούλη Α.Ε., Αθήνα
[5] Σεφέρη Γ., 1974, Δοκιμές, 1ος Τόμος, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα


Katerina Huzuri

Pasi hidhte borë nga shkundja e bajames, era
Dhe ndiznin majrat e barërave kalorësit
Atje ku trokiste dega e një rrapi trim
Dhe një flamur spërkatëte lart tokë dhe ujë,
Ku arma kurrë nuk rëndonte mbi shpinë
Por gjithë lodhja e qiellit
Gjithë bota shëmbëllente si një pikë uji
Mëngjes, në këmbët e malit
Tani si një rrënkim nga Zoti një hije zmadhohet.


Odisea Eliti, Këngë Heroike dhe Vajtuese për nënoficerin e humbur të Shqipërisë (1) (Përkthim i Lirë)

 
Kosta Kutsuri Korçë 1940, Vaj në mushama 64X86cm.

“Në Korçë“ (Piktori Kosta Kucuri) pasqyron jetën në qytetin bujqësor të Epirit Verior një ditë dimri, pas marrjes së saj nga Grekët më 1940. Bora mbulon çatitë e shtëpive të tyre, kubetë e kishave, ku janë shpalosur flamurët grekë, ndërsa malet përshkruhen në thellësi. Lëvizja në rrugë tregon interesin e artistit për interpretimin e jetës, pasi forma njerëzore konsiderohet pjesë e pandashme e natyrës(2). Piktori luftoi në Korçë dhe printon në pikturë këto që jetoi. Ja vlen gjithashtu të shënohet se kjo pikturë gjendet përgjithmonë në zyrën e Ministrit të Mbrojtjes Kombëtare.

“Muaji Nëntor... në fund vazhdojmë rrugën. Pas një ore hyjmë në shtëpitë e para të Korçës. Qytetarët e caktuar për pritjen, sapo na panë filluan të na shpërndajnë dhurata. Të cilat ishin, cigare, ëmbëlsira, fruta dhe kaq shumë të tjera. Më pas ecëm drejt qëndrës së saj.
Nga njëra anë e qytetit deri në tjetrën, ishin vendosur me mijëra banorë të saj që të na presin. Ajo që ndodhi atë natë nuk përshkruhet. Mirëserdhët dhe Brohoritje gëzimi  dëgjoheshin nga mijëra gojë. Mallëngjyese ishte pritja që na u bë. Nga gëzimi i madh shumë prej banorëve qanin. Ngado që kalonim cigare pafund na jepeshin nga qytetarët. Ndërsa unë ju thoja: “Grekë, jeni, Grekë” “Po, po Grekë” na thonin. Por kësaj pritje të madhe që na ruajti popullata e qytetit i dha më shumë jetë dhe tingulli i kambanave të Mitropolisë. Kur filloi kambana që të binte ëmbël, atëhere nuk munda as unë që të mbaja lotët e mi. Çaste të paharrueshme. Korça tashmë ishte në duart tona. Ishte dhurata që i falnim nënës sonë Greqi, e cila kur u larguam prej saj, kishte falur uratat më të mira”, shkruan ndër të tjera në Ditarin që mbante Ahileas Athan. Gkuma, e cila ka titullin “Lufta italo-greke”. A Gkuma u plagos dhe vdiq nga një bombë e avionëve italianë, në Varrezën e Grias, në lartësinë 2120 m, pak ditë para se të mbaronte lufta (3).


Marrja e Korçës më 22 Nëntor të 1940, “shkakëtoi një alarm të vërtetë të gjithë popullin grek për festimet e fitores më të ndritëshme greke të viteve të fundit”... “Gazeta Daily Mail në fletën e saj të 25 Nëntorit shkruante si më poshtë: “... E gjithë bota i detyrohet urime për fitoren Greqisë...”. Gazeta e New York Times, në artikullin kryesor të saj më 28 Nëntor shkruante: “Grekët arritën fitoren e parë të vërtetë ndaj forcave tokësore të Boshtit”.... “ Jehona e kësaj fitoreje, e cila në esencë ishte fitorja e parë në Europë kundër forcave të Boshtit, përmbyste të dhënat e deri atëherëshme luftarake...” (4).
Por asgjë nuk kishte mbaruar... Kishte filluar aventura e madhe, beteja e madhe, lufta e madhe. Lufta e përjetëshme e Greqisë, siç përshkruante poeti i madh Jorgo Seferi (në fjalën e mbajtur të Martën 10 Qershor të 1941, tek fëmijët e Gjimnazit Grek të Aleksandrisë): “Mbaj mend ditën që na shpallën luftën gjermanët. Populli që thërriste me entuziazëm në rrugën Stadhiu, u hesht papritur dhe më pas filloi të psalte me zë të madh e të rëndë: “Përlufteshën Gjenerale”. Këtë dhe vetëm. Por kjo dhe vetëm ishte e mjaftueshme që të kuptojë dikush se kjo luftë nuk ishte e sotme as e djeshme: ishte lufta e përjetëshme e Greqisë së të gjitha kohërave për vlerën njerëzore” (5).

Katerina Hazuri.

Bibliografi
[1] Ελύτη Οδ., 1996, Άσμα Ηρωϊκό και Πένθιμο για το χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα.
[2] Μεντζαφού Πολύζου Ολ., 2008, Πινακοθήκη Ε. Αβέρωφ/ Μέτσοβο, Ζωγραφική, Χαρακτική, Γλυπτική, εκδ. Ίδρυμα Ευάγγελου Αβέρωφ Τοσίτσα, Αθήνα.
[3] Η μαρτυρία αυτή προέρχεται από την έκδοση της Εφημερίδας Ελευθεροτυπία, τον Οκτώβριο του 2010, που επιγράφεται «Σου γράφω από το μέτωπο, 1940-1941» και περιλαμβάνει τα ημερολόγια Ελλήνων στρατιωτών, οι οποίοι ξεκινώντας για το αλβανικό μέτωπο στις 28 Οκτωβρίου του 1940, θέλησαν να συγκρατήσουν στη μνήμη τους τα γεγονότα που θα βίωναν.
[4] ΦαναριώτηΠ., 2012, Η Ελλάδα στις φλόγες του πολέμου, εκδ. Σταμούλη Α.Ε., Αθήνα
[5] Σεφέρη Γ., 1974, Δοκιμές, 1ος Τόμος, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα




Δεν υπάρχουν σχόλια: