Ενίσχυση του έργου!

Ενίσχυση του έργου!

Κυριακή 19 Απριλίου 2015

ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΙΩΓΜΟΥΣ ΤΩΝ ΟΥΝΙΤΩΝ ΣΤΗΝ ΡΟΥΜΑΝΙΑ-NGA PËRNDJEKJET E UNITËVE NË RUMANI.

«Καλλίτερα να πεθάνω στη φυλακή, παρά να αφήσω την δοξασμένη πίστη μου» (Ομολογητής π. Ιωάννης εκ Ρουμανίας, 1776) Δήλωσις Ρουμάνων πιστών το 1757 «Ήρθε ο καιρός, στον οποίο ήρθαμε στα μνήματα των νεκρών μας και είπαμε: βγήτε εσείς, οι πεθαμένοι, από τους τάφους, για να μπούμε εμείς οι ζωντανοί, διότι δεν μπορούμε να υπομείνουμε άλλο τα βάσανα, που μας προκαλούν οι Ουνίτες ιερείς και ηγεμόνες της χώρας! Γεμίσαμε όλες τις φυλακές, εξαιτίας του Ελληνικού Νόμου (δηλαδή της Ορθοδόξου Πίστεως, που παρέλαβαν από τους Έλληνες) και τόσο μας ελήστευσαν, ωρμώντας ως σατανάδες στα κεφάλια μας, ώστε δεν ξέρουμε με τι άλλο να πληρώσουμε τη μανία του βασιλέως». * «Εγώ, ο μοναχός Σωφρόνιος, απαιτώ, όσους φυλακίσατε για την Πίστη τους στις φυλακές του Σιμπίου, να τους φέρετε ελεύθερους μπροστά μου, αλλιώς να γνωρίζετε ότι δεν πρόκειται να υπάρξη ειρήνη σ’ αυτή τη χώρα». * Ο στρατηγός Μπούκωφ την Άνοιξη του 1761 κατ’ εντολή της βασιλίσσης της Αυστρίας Μαρίας Τερέζας κατέστρεψε από τα θεμέλια και έκαψε περισσότερα από 150 Μοναστήρια και Σκήτες στην Τρανσυλβανία της Ρουμανίας… ……………………………………………… Στην σύναξι, την οποία είχαν οι πλούσιοι και άρχοντες του Νομού Χουνεντοάρα, τον Μάιο του 1760, μία ομάδα Ρουμάνων τους παρουσίασε μία διακήρυξι από τις αντιπροσω- πευτικώτερες, που είχαν κάνει μέχρι τώρα, στην οποία, μεταξύ των άλλων, αναφέρουν: «εάν θέλετε να αφαιρέσετε κάτι από εμάς, ή ζητάτε κάποια συνεισφορά ή άλλη ανάγκη της χώρας, εμείς είμεθα έτοιμοι για όλα, αλλά τη θρησκεία δεν την εγκαταλείπουμε, όσο ζούμε. Όλα τα Έθνη έχουν τον Νόμο τους και ειρήνη στη ζωή τους και μόνο εμείς συνέχεια διωκόμαστε. Γιατί δεν μας χαρίζετε την ειρήνη, για να αναπαυθούμε; Γιατί δίνετε στους Ουνίτες τις Εκκλησίες μας, που εμείς οι δυστυχείς ή οι πρόγονοί μας τις κτίσαμε με έξοδα δικά μας και με τα χέρια μας; Όχι, δεν θα ανεχθούμε πια ποτέ τέτοιο πράγμα, όσο καιρό είμαστε στη ζωή! Και ας είμαστε ολιγόλογοι, εξοχώτατοι κύριοι: Όταν θα έρθη ο Επίσκοπος και Δεσπότης του πατροπαραδότου Νόμου μας (της Θρησκείας μας), θα κρίνη και για τις Εκκλησίες ποιες πρέπει να δοθούν στους Ουνίτες, αλλά μέχρι τότε κανείς Ουνίτης ιερεύς δεν θα λειτουργήση στις Εκκλησίες μας. Είναι αμαρτία μεγάλη να παραμένουν κλειστές οι Εκκλησίες σ’ αυτή την περίοδο της νηστείας! Πρόσφατα σας παρακαλέσαμε με τον πρέποντα σεβασμό και δεν ελάβαμε καμμία απάντησι, ωσάν να μη σας παρακαλέσαμε ποτέ. Εμείς δεν είμαστε ζώα, όπως πιστεύει η Μεγαλειότης σας, αλλά έχουμε την Εκκλησία μας. Οι Εκκλησίες μας δεν είναι κτισμένες, για να παραμένουν άδειες και ούτε εμείς θα πηγαίνουμε για να προσκυνάμε στους σταύλους, αλλά στις Εκκλησίες μας! Διαμαρτυρόμαστε, λοιπόν, μπροστά στη Μεγαλειότητά σας, για την ανώμαλη αυτή κατάστασι και σας παρακαλούμε να ειρηνεύσετε τα πράγματα, έως ότου έρθει και ο δικός μας Δεσπότης». Η Βασίλισσα, σε αντίποινα, διέταξε να ληφθούν τα πιο δραστικά μέτρα εναντίον των Ορθοδόξων Ρουμάνων της Τρανσυλβανίας. Το κακό κορυφώθηκε με τις ενέργειες του στρατηγού Μπούκωφ, ο οποίος άρχισε από το 1761 να παραδίδη στην φωτιά τις ξύλινες Εκκλησίες, να γκρεμίζη τα πέτρινα Μοναστήρια της Τρανσυλβανίας, να τρομοκρατή και να κατασφάζη τον αθώο πληθυσμό, γράφοντας έτσι τις μελανώτερες σελίδες στην Εκκλησιαστική ιστορία αυτής της επαρχίας. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί παντού εδήλωναν ότι προτιμούν να τους πάρουν οι εχθροί το κεφάλι, παρά να αλλάξουν την Πίστι τους και να ακολουθήσουν με την Ουνία τον Παπισμόν! Μπροστά στην ακλόνητη Πίστη του λαού και στον κοινό αγώνα, οι βιαιότητες και οι φοβερισμοί των διοικούντων, θυμάτων της Ουνίας, σταματούν. Το καλοκαίρι του 1754 η κωμόπολις Χαλμάτζι γίνεται μάρτυρας μιας μεγαλειώδους στιγμής: Κατά την διάρκεια μιας εβδομάδος όλα τα γύρω χωριά της περιοχής ήρθαν και εδήλωσαν μπροστά στο αυτοκρατορικό Συμβούλιο ότι δεν εγκαταλείπουν την πατροπαράδοτη Ορθοδοξία! Το πιο αξιοσημείωτο και εκφραστικό της συμπεριφοράς του Ρουμανικού λαού παραμένει η απόκρισις ενός γέροντος από το Σιμπίου, η οποία κα δημοσιεύθηκε στον ξένο τύπο. «Αυτή η γούνα, την οποία τώρα φορώ, είναι δική μου … αλλά εάν κάποιος θέλη να του τη χαρίσω, του τη δίνω. Με αυτά τα αδύνατα χέρια και τα αδύνατα πόδια και το αδύνατο σώμα μου εργάσθηκα σκληρά, μέρα και νύκτα, για να πληρώνω τους φόρους. Αυτά μου χαρίσθηκαν από τον Θεό και, εάν κάποιος θελήση να μου τα πάρη, δεν μπορώ να του τα αρνηθώ. Αλλά έχω και μια ψυχή, την οποία διατηρώ για τον Ουράνιο Νυμφίο Χριστό, την οποία καμμία ανθρώπινη δύναμις δεν μπορεί να μου την πάρη, εκτός και θελήσω μόνος μου». Οι εκατοντάδες συλλήψεις, οι κακοποιήσεις, οι φυλακίσεις, οι διωγμοί, το κάψιμο των Εκκλησιών και των Μοναστηριών με την πρόφασι αποδοχής της «νέας Πίστεως» από την μεριά της Αυστριακής Αυτοκρατορίας δεν κατώρθωσαν να λιγίσουν το φρόνημα του ευσεβούς Ρουμανικού λαού. Η Ιερά Σύνοδος της Ορθοδόξου Ρουμανικής Εκκλησίας, σε συνεδρίασι της 28ης Φεβρουαρίου 1950, αποφάσισε να συγκαταριθμήση τον ιερομόναχο Βησσαρίωνα στη χορεία των Αγίων για την αρετή, που επέδειξε, και για τους αγώνες, που έκανε για την προστασία της Ορθοδόξου Πίστεως. Η μνήμη του εορτάζεται μαζί με τον όσιο Σωφρόνιο και το μάρτυρα Όπρεα στις 21 Οκτωβρίου. Αιωνία τους η μνήμη! (Από το υπό έκδοσι βιβλίον «Βίοι Αγίων της Ρουμανικής Εκκλησίας
«Më mirë të vdes në burg se sa të le besimin tim të lavëdruar”. (Atë Joan Homologjiti nga Rumania, 1776). Deklaratë e Besimtarëve Rumunë më 1757. “Erdhi koha, gjatë të cilës erdhëm në varrezat e të vdekurve tanë dhe thamë: Dilni ju të vdekurit nga varri, nga varrezat, që të hyjmë ne të gjallët, sepse nuk mundemi që të durojmë më mundimet që na shkakëtojnë klerikët Unitë dhe udhëheqësit e vendit! I mbushëm të gjitha burgjet, për shkak të Ligjit Grek (dmth Besimit Orthodhoks, që morëm nga Grekët) dhe kaq na grabitën, duke sulmuar si demonë në kokët tona, sa nuk dimë me çfarë tjetër të paguajmë maninën e mbretit”. “Unë, murgu Sofron, kërkoj, të gjithë sa burgosët për Besimin e tyre në burgjet e Simbiut, të sillni të lirë para meje, ndryshe ta dini që nuk do të ketë paqe në këtë vend”. “ Gjenerali Bukof në Pranverë të 1761 me urdhër të mbretëreshës së Austrisë Maria Terezas, shkatërroi themelet dhe dogji më tepër se 150 Manastire dhe Skite në Transilvani të Rumanisë”... ......................... Në mbledhjen të cilën kishin fisnikët e pasur të Prefekturës Hunendoara, në Maj të 1760, një grup Rumunësh iu paraqiti një deklaratë nga më përfaqësueset, që kishin bërë deri tani, në të cilën, ndër të tjera, përmendin, “nëse doni që të hiqni diçka prej nesh apo kërkoni ndonjë ofertë apo nevojë tjetër të vendit, ne jemi gati për të gjitha, por fenë nuk e braktisim, për sa kohë jemi gjallë. Të gjitha Kombet kanë Ligjin dhe paqen në jetën e tyre dhe vetëm ne vazhdimisht përndiqemi. Përse nuk na falni paqen që të prehemi:? Përse ju jepni Unitëve Kishën tonë, që ne të mjerët dhe paraardhësit tanë e ndërtuam me kontributet tona dhe me duart tona. Jo nuk do të durojmë një gjë të tillë, për sa kohë jemi të gjallë! Dhe le të jemi fjalë pakë, të nderuar zotërinj: Kur të vijë Episkopi dhe Dhespoti i Ligjit të dorëzuar nga etërit tanë ( të fesë sonë) do të gjykojë dhe për Kishat të cilat duhet t’iu jepen Unitëve, por deri atëhere asnjë klerik Unit nuk do të meshojë në Kishat tona. Është mëkat i madh që të mbeten të mbyllura Kishat në këtë periudhë kreshme! Kohët e fundit ju lutëm me respektin e duhur dhe nuk morëm asnjë përgjigje, sikur të mos ju jemi lutur ndonjëherë. Ne nuk jemi kafshë, siç beson Madhëria juaj, por kemi Kishën tonë. Kishat tona nuk janë të ndërtuara, për të mbetur bosh dhe as ne nuk do të shkojmë që të falemi në stalla por në Kishat tona!. Protestojmë, pra, para Madhërisë suaj, për këtë gjendje jo-normale dhe ju lutemi që të paqësoni gjërat, deri sa të vijë Dhespoti ynë”. Mbretëresha, si për ndëshkim, urdhëroi që të merren masa më drastike kundër Rumunëve Orthodhoksë të Transilvanisë. E keqja kulmoi me veprimet e gjeneralit Bukof, i cili filloi nga viti 1761 që të digjte kishat prej druri, të shkatërronte Manastiret prej guri të Transilvanisë, që terrorizonte dhe të therrte popullatën e pafajshme, duke shkruar kështu faqet më të errëta të historisë Kishtare të kësaj zone. Të Krishterët Orthodhokse kudo deklaronin që preferojnë që t’iu marrin kokën armiqtë, se sa të dorëzonin Besimin e tyre dhe të ndjekin Unitët apo Papizmin! Para besimit të patronditur të popullit dhe betejës së përbashkët, veprimet e dhunshme dhe tmerret e udhëheqësve, viktimave të Unitëve, ndalojnë. Në verë të 1754 qyteza Halmatzi bëhet dëshmitare e një çasti madhështor. Gjatë një jave të gjitha fshatrat e zonës përreth erdhën dhe deklaruan para Këshillit perandorak që nuk braktisin Orthodhoksinë e dorëzuar nga etërit e tyre! Sjellja më me vlerë dhe demostrative e popullit Rumun mbetet përgjigjia e një jerondi nga Simbiu, i cila dhe u publikua në shtypin e huaj. “Kjo gunë, të cilën kam veshur, është e imja... por nëse dikush do që t’ia fal ja jap. Më këto duar të dobëta dhe këmbët e dobëta dhe trupin tim të dobët që punoi fort, ditë e natë, që të paguaj taksat. Këto mu falën nga Zoti dhe nëse dikush do që të m’i marrë nuk mundem që t’ia mohoj. Por kam dhe një shpirt, të cilin e ruaj për Dhëndërin Qiellor Krishtin, të cilin asnjë forcë njerëzore nuk mundet që të ma marrë, përveç se nëse dua vetë”. Arrestimet e shumta, keqtrajtimet, burgimet, përndjekjet, djegiet e Kishave dhe të Manastireve me pretekstin e pranimit të “Besimit të ri” nga ana e Perandorisë Austriake nuk ja dolën mbanë që të përkulin moralin e popullit besimtar Rumun. Sinodhi i Shenjtë i Kishës Orthodhokse Rumune, në mbledhjen e 28 Shkurtit 1950 vendosi që të rënditë murgun Visarion në radhët e Shenjtorëve për virtytin që tregoi, për betejat që bëri për mbrojtjen e Besimit Orthodhoks. Kujtimi i tij festohet bashkë me oshënar Sofronin dhe dëshmorin Oprea më 21 Tetor. I përjetshëm kujtimi i tyre! (Nga libri që do të botohet “Jetë Shenjtorësh të Kishës Rumune”

Shënim: Le ta marrim si shembull të gjithë dhe sidomos klerikët dhe Episkopët e rinj në Shqipëri që mundet të bihen pre të të ashtuquajturit modernizim i cili do ti largojë nga besimi i vërtetë.  

Δεν υπάρχουν σχόλια: